Showing 345 results

Authority record
Family

Αργυροπούλου, οικογένεια

  • Family
  • π. 18ος αιώνας - 20ος αιώνας;

Η οικογένεια Αργυρόπουλου είναι παλιά φαναριώτικη οικογένεια, που έδρασε προεπαναστατικά στην Κωνσταντινούπολη και μετεπαναστατικά στην Αθήνα.

Μεσσηνέζη, οικογένεια

  • Family

Η παλαιά εμπορική οικογένεια Μεσσηνέζη έχει καταγωγή από τη Χίο. Από τις αρχές του 18ου αιώνα εγκαταστάθηκε στο Φανάρι της Κωνσταντινούπολης. Εκεί, στα 1780, γεννήθηκε και ο Λέων Ιωάννου Μεσσηνέζης, αγωνιστής του 1821, μυημένος στη Φιλική Εταιρεία, φίλος -και πελάτης στη συνέχεια- του Γ. Σταύρου. Σε ηλικία τριάντα ετών ο Λέων θα εγκατασταθεί στο Αίγιο, όπου θα αναπτύξει έντονη και κερδοφόρα εμπορική δραστηριότητα μέχρι το ’43, όταν, λόγω διαφόρων συγκυριών, κηρύσσει πτώχευση. Παρά τις οικονομικές δυσχέρειες ενδιαφέρθηκε για την ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και έγινε ένας από τους πρώτους μετόχους της.

Ο τρισέγγονος του Λέοντος, Νύσης (1902-1992), υπήρξε υπάλληλος της Τράπεζας. Το 1950 ανέλαβε την ανασύσταση του Ιστορικού Αρχείου και του Γραφείου Ιστορίας της ΕΤΕ, οι εργασίες των οποίων είχαν διακοπεί το 1940 λόγω του πολέμου. Η συγγραφική και εκδοτική δραστηριότητα του Νύση Μεσσηνέζη περιλαμβάνει και μία έρευνα στα Κρατικά Αρχεία της Βαυαρίας και στα Μυστικά Αρχεία του βασιλικού οίκου των Βίττελσμπαχ, με σκοπό τη συλλογή στοιχείων της ιστορίας της εποχής που ιδρύθηκε η Εθνική Τράπεζα (κυρίως στοιχείων που αφορούν τη συμβολή του βασιλιά Λουδοβίκου Α' της Βαυαρίας στην ίδρυση της Εθνικής) αλλά και της οικονομικής ζωής στην Ελλάδα κατά την οθωνική περίοδο για το λεύκωμα των 125 χρόνων της ΕΤΕ. Το 1950 ο Νύσης Μεταξάς Μεσσηνέζης εξέδωσε το βιβλίο του Ο Γεώργιος Σταύρος από την Επανάσταση έως την ίδρυση της Εθνικής Τραπέζης, ενώ το 1956 εξέδωσε το βιβλίο Γεώργιος Σταύρος και Εθνική Τράπεζα, προϊόν έρευνας στα ανέκδοτα αρχεία του βασιλιά Όθωνα, στα αρχεία της Εθνικής, στο αρχείο Λέοντος Μεσσηνέζη (βρίσκεται στο τοπικό Ιστορικό Αρχείο Αιγίου) κ.α.

Περρούκα, οικογένεια

  • Family
  • 1687 (;) - 1851 (;)

Οικογένεια του Άργους. Η ασχολία των μελών της με το εμπόριο, η απόκτηση μεγάλης ακίνητης περιουσίας και η ενασχόληση με τα κοινά της Πελοποννήσου, χάρισαν στην οικογένεια μεγάλο πλούτο και πολιτική δύναμη.
Τα μέλη της κατείχαν πολιτικά και κοινωνικά πλεονεκτήματα κατά την εποχή των Βενετών και των Τούρκων και ήταν πλουσιότατοι μεγιστάνες και προεστοί του τόπου, τον οποίο στην ουσία κυβερνούσαν. Ήταν δε τόσο γνωστό το οίκημα που διέμεναν, ώστε λεγόταν «το Αρχοντικόν του Μωρέως Περρουκαίικον». Αξίζει να σημειωθεί ότι με πρωτοβουλία της συγκεκριμένης οικογένειας, ιδρύθηκε στο Άργος το πρώτο ελληνικό σχολείο το έτος 1798.
Ο πρώτος μέχρι σήμερα γνωστός γενάρχης της επιφανούς αυτής οικογένειας ήταν ο Γιαννάκης Περρούκας, ο οποίος έζησε επί Βενετών και πιθανώς επί της προ του 1687 Τουρκοκρατίας. Στα μέσα όμως του 18ου αιώνα αναφαίνεται ο γιος του Αποστόλης Περρούκας και ο γιος του κυρ Δημήτρης Περρούκας, μεγαλογαιοκτήμονες και τοκιστές. Ο κυρ Δημήτρης απέκτησε τέσσερεις γιους, τους Νικολή, Γεωργαντά, Σωτήρη και Απόστολο και υπήρξε ο πρώτος από όλους που διέπρεψε.
Ο Νικόλαος Περρούκας ήταν από την 18η εκατονταετηρίδα επιφανέστατος Αργείος, ο οποίος διετέλεσε και βεκίλης της επαρχίας παρά τη Υψηλή Πύλη. Παντρεύτηκε την Αγγελική Ιωάν. Συλλιβέργου (της οποίας η μητέρα Ευδοκία ήταν γόνος της οικογένειας των Νοταράδων στην Κορινθία) και μετά την αρχοντική ζωή που έζησε, πέθανε την 12η Απριλίου 1822.
Απέκτησε δε λαμπρούς γιους, τον Ιωάννη, Δημήτριο και Χαραλάμπη και δύο κόρες, την Ευγενία, σύζυγο του δοτόρου Χριστόδουλου Σεβαστού, γιατρού και αδελφού του μητροπολίτη Κορίνθου Ζαχαρίου (1783 – 1819) και την Ευδοκία, σύζυγο του προεστού της Κερπίνης Δημητράκη Ζαήμη ή Ζαήμογλου, γιου του περίφημου εθνομάρτυρα Ανδρούτσου Ζαήμη, γενικού προεστού της Πελοποννήσου.
Οι γιοι του Νικολάου Περρούκα ήταν μέλη της Φιλικής Εταιρείας και προεστοί και πήραν μέρος στην επανάσταση και στην προετοιμασία της.
Ο πρεσβύτερος και διαπρεπέστερος, ο Ιωάννης Περρούκας ανήκει στους εθνομάρτυρες. Ως προεστός του Άργους, κυβέρνησε κυρίως κατά την τελευταία δεκαετηρίδα της Τουρκοκρατίας και το 1821 φυλακίσθηκε στην Τρίπολη μαζί με τους υπόλοιπους προεστούς και αρχιερείς της Πελοποννήσου. Στη φυλακή υπέστη οδυνηρά μαρτύρια επί έξι μήνες και πέθανε λίγο μετά την άλωση της Τρίπολης και 12 ημέρες μετά την αποφυλάκισή του, την 4η Οκτωβρίου 1821.
Ο νεότερος αδελφός Χαραλάμπης Περρούκας ήταν από το 1816 μεγαλέμπορος στην Πάτρα. Όταν ήταν μικρός, πριν από την Επανάσταση, ήρθε στο Άργος, όπου και δημιούργησε εμπορικό κατάστημα, το οποίο όμως και κατέλαβαν οι Τούρκοι αργότερα με την έκρηξη της επανάστασης. Στον αγώνα προσέφερε ό,τι μπορούσε. Τον Ιούνιο του 1821 διορίσθηκε από τη Γερουσία της Πελοποννήσου έφορος της επαρχίας και του στρατεύματος του Άργους και γερουσιαστής. Συμμετείχε στις μάχες κατά του Δράμαλη. Το 1823 διορίσθηκε υπουργός των Οικονομικών. Πέθανε την 27η Οκτωβρίου 1824.
Ο Δημήτριος Περρούκας ήταν μορφωμένος και γνώριζε κάλλιστα, εκτός της ελληνικής γλώσσας, την τουρκική, τη γαλλική και την ιταλική. Σπούδασε Νομική και ιδίως Πολιτικές επιστήμες. Ήταν προεστός της Πελοποννήσου και διετέλεσε από το 1812-1821 βεκίλης του Μωρηά, παρά τη Υψηλή Πύλη στην Κωνσταντινούπολη. Υπηρέτησε τον Αγώνα, ως πολιτικός άνδρας, σε Ελλάδα και Ευρώπη. Τον Δεκέμβριο του 1821 ψηφίσθηκε ως μέλος της Α’ Βουλής του Έθνους. Επί Κυβερνήτη γνώρισε μεγάλη δόξα, αφού έγινε μέλος της Πανελληνίου και Πρώτος Γραμματέας του για τα εσωτερικά και δικαστικά θέματα, μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου, πρόεδρος του θαλάσσιου Δικαστηρίου, γερουσιαστής και νομοθέτης του νεοσύστατου έθνους. Σε αυτόν οφείλονται οι νόμοι του Δημοσίου Δικαίου και οι Δικαστικοί, η διοικητική διαίρεση της Πελοποννήσου και πολλά άλλα. Ο βασιλιάς Όθωνας τον ανέδειξε και ως Σύμβουλο της Επικρατείας το 1843. Ο διάσημος άνδρας υπήρξε μέλος της Δ’ και Ε’ Εθνικής Εθνοσυνέλευσης (1829 και 1831) έως και σε αυτή του 1843, έλαβε δε και πολλά αξιώματα, ενώ με τη φιλία και την εκτίμησή τους τον τίμησαν όλες οι εξέχουσες προσωπικότητες της Ελλάδας, της Ανατολής, αλλά και πολλές από την Ευρώπη. Επί πλέον διατήρησε μέχρι και τον θάνατό του όλη ανελλιπώς την απέραντη αλληλογραφία του ως μέγιστο ιστορικό αρχείο, το οποίο έγινε πλούσια πηγή ιστορικής ύλης. Δολοφονήθηκε στο σπίτι του στο Άργος τη 13η Νοεμβρίου 1851..

Βιβλιογραφία:
Δημητρίου Κ. Βαρδουνιώτου, « Καταστροφή του Δράμαλη », Εκ των τυπογραφείων Εφημερίδος "Μορέας", Εν Τριπόλει 1913.

Μπόταση, οικογένεια

  • Family
  • 1730 - ;

Μπότασης, οικ. Ιστορική σπετσιώτικη οικογένεια ηπειρωτικής καταγωγής που από τον 17ο αιώνα εγκαταστάθηκε στο Κρανίδι. Γενάρχης της σπετσιώτικης οικογένειας θεωρείται ο Νικόλαος Μπότασης (1730-1812) που αναγκάστηκε να μεταφερθεί το 1736 στις Σπέτσες και απέκτησε μεγάλη περιουσία από την ενασχόληση του με το εμπόριο και τη ναυτιλία. Ενίσχυσε οικονομικά τον αγώνα ενώ μετά την απελευθέρωση διατέλεσε Σύμβουλος της Επικρατείας και Υπουργός Οικονομικών.

Παπαηλιοπούλου, οικογένεια

  • Family
  • 1788-1868

Λιδωρίκης, Αθανάσιος. Αξιωματούχος του Αλή Πασά και φιλικός. Φυλακίστηκε αφού θεωρήθηκε ύποπτος από τις οθωμανικές αρχές ενώ συνευρισκόταν με φιλικούς. Δεν συμμετείχε στον ένοπλο αγώνα αλλά συμμετείχε στις Εθνοσυνελεύσεις . Με την άφιξη του Καποδίστρια έγινε διοικητής Λιβαδειάς και αργότερα Καρύταινας. Το 1835 έγινε σύμβουλος Επικρατείας και αργότερα γερουσιαστής.

Γλυκή, Οικογένεια

  • Family
  • 1619 - ;

Γλυκής, Νικόλαος (1619-1693), εκδότης και ιδρυτής εκδοτικού οίκου της Βενετίας παράλληλα ασχολούνταν και με το εμπόριο. Ο εκδοτικός οίκος των Γλυκήδων εξέδωσε πάνω από 1200 ελληνικά βιβλία τα περισσότερα λειτουργικά και θρησκευτικά. Μετά τον θάνατο του τη διεύθυνση του εκδοτικού οίκου ανέλαβαν ο γιος του Μιχαήλ, τα παιδιά αυτού και ο ανιψιός του.

Μουρούζη, οικογένεια

  • Family
  • 17ος - 20ος αιώνας

Μία από της διαπρεπέστερες φαναριώτικες οικογένειες που τουλάχιστον από τον 17ο αιώνα εμφανίζονται στην πολιτική και κοινωνική ζωή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενώ ανέλαβαν θέσεις δραγουμάνων, ηγεμόνων και διερμηνέων στην Υψηλή Πύλη.

Μαυρογένη, οικογένεια

  • Family

Διακεκριμένη οικογένεια των Κυκλάδων που είχε τις ρίζες της στο Βυζάντιο και κατέληξε να εγκατασταθεί το 1715 στις Κυκλάδες. Γενάρχης ήταν ο Ιωάννης ή Τζάνης Μαυρογένης που εγκαταστάθηκε στη Πάρο, επιδόθηκε στο εμπόριο και έγινε πρόκριτος του νησιού. Δύο από τους γιούς του (Νικόλαος και Στέφανος) έφτασαν στο αξίωμα του δραγουμάνου του οθωμανικού στόλου. Απόγονος τους είναι και ο παππούς της Μαντώς Μαυρογένους, Δημήτριος Μαυρογένης, γενάρχης του μυκονιάτικου κλάδου της οικογένειας.
Αρκετά μέλη της οικογένειας πήραν μέρος στην Επανάσταση και αρκετά διατέλεσαν σε σημαντικές θέσεις στη σουλτανική αυλή.

Βασιλειάδη, οικογένεια

  • Family

1) Ο Γεράσιμος Βασ. Βασιλειάδης, γιος του στρατιωτικού Βασιλείου Π. Βασιλειάδη και της Ιφιγένειας Ξαβερίου Λάνδερερ (†1926), γεννήθηκε στην Αθήνα το 1888. Σπούδασε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και στην Ανωτέρα Σχολή Πολέμου. Υπηρέτησε στο Πολεμικό Ναυτικό από το 1903 μέχρι το 1928. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους ως υποπλοίαρχος στο θωρηκτό «Αβέρωφ» και το 1916 προσχώρησε στην Εθνική Άμυνα. Παραιτήθηκε το 1920 και επανήλθε το 1922 ως κυβερνήτης του θωρηκτού «Λήμνος». Στη συνέχεια υπηρέτησε ως υπασπιστής του Προέδρου της Δημοκρατίας ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη (1923-1925) και ως ναυτικός ακόλουθος της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο (Οκτώβριος 1925-Ιούνιος 1927). Το 1928 αποστρατεύθηκε με το βαθμό του πλοιάρχου και πολιτεύθηκε, όπως ο πατέρας του στην περιφέρεια Λοκρίδας. Έλαβε μέρος στις εκλογές του 1928 και εξελέγη με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Επανεξελέγη βουλευτής του ίδιου κόμματος στην περιφέρεια Φθιώτιδας-Φωκίδας το 1932, 1936, 1946 και 1950. Διετέλεσε υπουργός Ναυτικών και Αεροπορίας στην κυβέρνηση Βενιζέλου (1932), υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας στην κυβέρνηση Καΐρου (1944), υπουργός Ναυτικών στις κυβερνήσεις Θ.Σοφούλη και Αλ.Διομήδη (1949-1950) και υπουργός Τύπου στην κυβέρνηση Σοφοκλή Βενιζέλου (1950). Μετείχε στο Συνέδριο του Λιβάνου (1944), στο Συμαχικό Συνέδριο Εμπορικής Ναυτιλίας στο Λονδίνο (1944) και στο Συνέδριο Πανευρώπης στη Χάγη το 1951. [Τα βιογραφικά στοιχεία αντλήθηκαν κυρίως από το Who is who, εκδ.1965].

Παντρεύτηκε την Ελένη Γ. Λεβίδη το 1917 και το 1918 απέκτησε ένα γιό, τον Γεώργιο, δικηγόρο και εκδότη της εφημερίδας Express.

2) Βασίλειος Π. Βασιλειάδης (1842-1909). Πατέρας του προηγούμενου. Αξιωματικός του Πεζικού, το 1868 βρισκόταν στο Παρίσι για μετεκπαίδευση και το 1871 υπηρετούσε στο πρώτο σύνταγμα των Ζουάβων. Το 1891 είχε το βαθμό του αντισυνταγματάρχη, ενώ στη συνέχεια πολιτεύθηκε στην εκλογική περιφέρεια της Λοκρίδας. Διετέλεσε βουλευτής τις περιόδους 1895-1898, 1899-1902 και 1906-1910. Τιμήθηκε με πολλά ελληνικά και ξένα παράσημα, μεταξύ των οποίων με τον Αργυρό και Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος, το Σταυρό των Ταξιαρχών και τη γαλλική Legion d` Honneur. Πέθανε στις 21 Ιανουαρίου 1909.

Λεβίδη, οικογένεια

  • Family

1) Ο Γεώργιος Λεβίδης, γιός του Δημητρίου Λεβίδη (1808-1893) και της Αικατερίνης Γεωργαντά (†1905), γεννήθηκε στην Αθήνα το 1857. Σπούδασε Νομικά και υπηρέτησε ως διπλωματικός υπάλληλος στο υπουργείο Εξωτερικών στις παρακάτω θέσεις: γραμματέας στο προξενείο Χανίων (Μάιος 1882), στην Αλεξάνδρεια -υπό τις διαταγές του Δ. Στεφάνου αντιπροσώπου της κυβέρνησης στη Διεθνή Επιτροπή Αποζημιώσεων (Φεβρ.1883). Στις 3/10/1883 μετατέθηκε στο γενικό προξενείο Ιωαννίνων, στις 27/4/1884 στο προξενείο Θεσσαλονίκης, στις 16/11/1884 στη Φιλιππούπολη και στις 19/3/1886 διορίστηκε Β΄ γραμματέας στην ελληνική πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη. Στις 14/11/1890 διορίστηκε Α΄ γραμματέας στην πρεσβεία στην Πετρούπολη και το 1891 διετέλεσε για μερικούς μήνες προσωρινός επιτετραμμένος στην πρεσβεία στη Μαδρίτη. Το 1893 υπηρετούσε στο υπουργείο στην Αθήνα ενώ στις 2/7/1894 έγινε δεκτή η παραίτησή του.

Αδέλφια του ο βουλευτής και υπουργός Νικόλαος Δ. Λεβίδης (πρωτότοκος), ο Στέφανος, ο Μιχαήλ, ο Κωνσταντίνος και η Ελένη που πέθανε το 1881. Ο Γεώργιος Λεβίδης παντρεύτηκε το 1894 την Καλλιόπη Τραπάντζαλη και απέκτησε μαζί της δύο παιδιά: τον Αλέκο και την Ελένη.

2) Η Καλλιόπη ήταν κόρη του Αλεξάνδρου Τραπάντζαλη (1824-1869) από τη Σμύρνη, εγκατεστημένου στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Αδέλφια της ο Γεώργιος που γεννήθηκε το 1867 και η Όλγα που γεννήθηκε το 1868 και πέθανε σε ηλικία μόλις δύο χρόνων. Πρέπει να έχασε και τους δύο γονείς της σε μικρή ηλικία.

Μεγαπάνου / Μαυρομμάτη, οικογένειες

  • Family

Η οικογένεια Μαυρομμάτη από την Κατούνα ήταν από τις πιο παλιές και σημαντικές της περιοχής. Με καταγωγή από την Κων/πολη, η οικογένεια είχε καταφύγει στην Αχαΐα και από εκεί εγκαταστάθηκε στην Κατούνα της Ακαρνανίας.

  • Ο Γεώργιος (1771-1836), γιος του γενικού προεστού Κάρλελι, Μήτσου Μαυρομμάτη, που κατεδιώχθη και δολοφονήθηκε από τον Αλή πασά διετέλεσε μέλος της Γερουσίας και πληρεξούσιος στις Συνελεύσεις Επιδαύρου, Τροιζήνος, Άργους. Χρημάτισε υπουργός Οικονομικών το 1827 και έκτακτος επίτροπος Δυτικών Σποράδων και κατόπιν της Αχαΐας. Το 1835 διορίστηκε σύμβουλος Επικρατείας. Πέθανε στην Αθήνα το 1836.

  • Ο Αναστάσιος ή Τατσέλος (1814-1896) ήταν γιος του Γεωργίου και σπούδασε νομικά. Εργάστηκε ως γραφέας στα υπουργεία Οικονομικών και Εκκλησιαστικών (1834, 1837), βοηθός υποτελωνείου Κατακώλου (1841), γραμματέας διοικήσεως Γορτυνίας (1844), γραμματέας των υπουργείων Εσωτερικών και Οικονομικών (1844, 1855-1861). Στο διάστημα 1863-1878 διετέλεσε νομάρχης Αττικής και Βοιωτίας, Αργολίδος, Φθιώτιδος και Φωκίδος, Αχαΐας, Κεφαλληνίας, Αρκαδίας, Κυκλάδων, Λακωνίας καθώς και διευθυντής Αστυνομίας Αθηνών και Πειραιώς (1864). Εξελέγη επανηλειμμένα πληρεξούσιος της εν Αθήναις Β΄Εθνικής Συνελεύσεως. Το 1886 τιμήθηκε με τον Σταυρό των Ταξιαρχών του Τάγματος του Σωτήρος, ενώ το 1889 συνταξιοδοτήθηκε. Πέθανε άγαμος το 1896.

-Ο Επαμεινώνδας Μεγαπάνος, γιος του Γαλάνη, παντρεύτηκε την Καλλιόπη το γένος Νικολάου Παπανικολή, στη Σύρο το 1882. Το 1885, χρονιά που του απονέμεται ο Αργυρός Σταυρός Ιπποτών Τάγματος Σωτήρος, τον βρίσκουμε διευθυντή της Εθνικής Τράπεζας στο Αίγιο.

Μελετοπούλου, οικογένεια

  • Family

Νικόλαος Δ. Μελετόπουλος (Άργος 1814- Πειραιάς 1878) παντρεύτηκε την Μαριάννα (1825- ;) το γένος Αναστασίου Μπόνη. Από τους πρώτους οικιστές και σημαντικός οικονομικός παράγων του Πειραιά. Το 1844 ίδρυσε την πρώτη τράπεζα, το 1865 την ιδιωτική Σχολή Απόρων Παίδων Ν.Μελετόπουλου και το 1869 δώρισε οικόπεδο στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο για την ανέγερση Ναυτικού Ασύλου. Διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος (1852-1866) πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου (1855-1858, 1874-1878), μέλος του Αδελφάτου Τζανείου Δημοτικού Νοσοκομείου.

Τα παιδιά τους:

1) Δημήτριος (1842-1920) σύζυγος Ιουλίας το γένος Ιωσήφ Μοράρη, γιος Νικόλαος Δ. Μελετόπουλος (1898- ;).

2) Αικατερίνη (1843-1844)

3) Αναστάσιος (1845-1882) σύζυγος Ελένης (;) παιδιά τους Νικόλαος και Στέφανος

4) Πολυξένη (1846- ;) σύζυγος Κωνστ. Βερσή

5) Ιωάννης ή Μπατίκος (1848-1894)

6) Ελένη (1850-1871) σύζυγος Χ. Σταμόπουλου

7) Ελισάβετ (1853- ;) σύζυγος Αλ. Ρετσίνα

8) Αλέξανδρος (1855- 1927) σύζυγος Μαρίας το γένος Λορέντζου Καμπάνη από τη Μύκονο. Σπούδασε αρχαιολογία και νομισματική στο Παρίσι και ανέπτυξε έντονη επιστημονική, κοινωνική και πολιτική δράση. Διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος (1883-1887, 1912-1914), πολιτικός σύμβουλος του δημάρχου Θ. Ρετσίνα (1889-1895) και δημιούργησε σημαντική συλλογή αρχαίων νομισμάτων και επιγραφών, τμήμα της οποίας δώρησε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά. Ο γιος του Ιωάννης Αλεξ. Μελετόπουλος (1903-1980) εργάστηκε ως δικηγόρος και ανέπτυξε κοινωνική και συγγραφική δραστηριότητα. Χρημάτισε γενικός γραμματέας της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας (1967-1976) και έφορος του Εθνικού και Ιστορικού Μουσείου. Διετέλεσε πρόεδρος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου των δημοσίων Πειραϊκών Σχολών, δημοτικός σύμβουλος (1947-1950) και μέλος του Αδελφάτου του Τζανείου. Τιμήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α΄ και με το Αργυρό Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών.

9) Θεόδωρος (1856- ;)

10) Ολυμπία (1859- ;) σύζυγος Δ. Σούτζου

11) Σωτήριος και Γεώργιος

[Τα στοιχεία αντλήθηκαν από αυτόγραφη επιστολή του Δημ. Μελετόπουλου προς το νεογέννητο γιο του το 1899, όπου καταγράφει την ιστορία της οικογενείας τους και η οποία βρίσκεται στο αρχείο, υποφάκ.1.3, και από την έκδοση του Ιστορικού Αρχείου Δήμου Πειραιά Συλλογή Ιωάννη Αλεξ. Μελετόπουλου. Επιμέλεια Ελένη Αναγνωστοπούλου – Λίτσα Μπαφούνη. Πειραιάς, 1992.]

Μερκάτη, οικογένεια

  • Family

Οικογένεια με ρίζες στην Ιταλία πριν τον 15ο αι. O πρώτος πρόγονος της οικογένειας που εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο ήταν ο Πέτρος Μερκάτης το 1536. Ο απόγονός του, Κόμης Diodato-Anastasio Μερκάτης (1723-;), παντρεύτηκε την Angela Ρώμα, κόρη του Αναστασίου Ρώμα και απέκτησαν πέντε γιους. Ο ένας από αυτούς ήταν ο Λεονάρδος Μερκάτης (1760-;), από τον οποίο ξεκινά ο κλάδος της οικογένειας που αφορά στο αρχείο.

Ο Λεονάρδος απέκτησε δύο γιους: τον Αναστάσιο (1798-1880), που παντρεύτηκε την Καικιλία Joseph Drexinger και τον Νικόλαο (1801-1873), που παντρεύτηκε την Αντριάννα Αρβανιτάκη. Ο Αναστάσιος υπήρξε βουλευτής του Ιονίου Κοινοβουλίου και γερουσιαστής και απέκτησε επτά παιδιά: την Αναστασία, τον Λεονάρδο, τον Πέτρο, τον Διονύσιο, τον Πέτρο-Παύλο, την Έλενα και τον Σπυρίδωνα. Ο πρωτότοκος γιος του, Λεονάρδος Αν. Μερκάτης (1838-1901), παντρεύτηκε (1867) την Αικατερίνη Παλαιολόγου-Μπενιζέλου (1848-1919) και ήταν διευθυντής της Ιονικής Tράπεζας στην Αθήνα. Ο Διονύσιος Αν. Μερκάτης (;-1907) παντρεύτηκε την κόμισσα Αβιγαήλ Ερμάννου Λούντζη (1843-1927) και ήταν διευθυντής της Ιονικής Τράπεζας στη Ζάκυνθο. Ο Σπυρίδων Αν. Μερκάτης (1853-;) ήταν πρόξενος της Ιταλίας στη Ζάκυνθο και διευθυντής των Αρχείων του νησιού.

Ο Λεονάρδος Αν. Μερκάτης απέκτησε τέσσερα παιδιά από τα οποία επέζησαν τα δύο: η Καικιλία (1871-;), σύζυγος του Αντωνίου Πάλλη, και ο Αλέξανδρος (1874-1947), σύζυγος της Harriet Wright και αυλάρχης του βασιλιά Κωνσταντίνου. Παιδιά του Αλέξανδρου και της Harriet ήταν ο Λεονάρδος (1901-1974), η Αταλάντα (1903-1964) και η Ντάρια (1908-1979). Κόρες του Λεονάρδου Αλ. Μερκάτη και της Ιουλίας Σταθάτου είναι η Ελένη (1937-), σύζυγος Κωνσταντίνου Δρακόπουλου, η Harriet (1942-), σύζυγος Ηλία Σιτινά (α΄ γάμος) και Μ. Μίχα (β΄ γάμος), και η Αταλάντα (1938-2005), σύζυγος Κ. Γουλανδρή.

[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: Eugene Rizo-Rangabe, Livre d’or de la noblesse ionienne, vol. III, 1927, υλικό του αρχείου]

Παπατσώνη, οικογένεια

  • Family

Οι αγωνιστές της επανάστασης Δημήτριος και Ιωάννης, ήσαν γιοι του προεστού της επαρχίας Ανδρούσης, Αναγνώστη Παπατζώνη (πέθανε από δηλητηρίαση το 1811) και η οικογένεια καταγόταν από το Ναζήρι της Μεσσηνίας. Ο Δημήτριος Παπατζώνης έλαβε μέρος στη μάχη του Βαλτετσίου και στην πολιορκία της Τρίπολης και το 1821 εξελέγη μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας. Πολέμησε επίσης στα Δερβενάκια και αλλού και στη διάρκεια του εμφύλιου, το 1824, φυλακίστηκε μαζί με τον Κολοκοτρώνη και άλλους αγωνιστές στην Ύδρα. Όταν αποφυλακίστηκε έλαβε μέρος στη μάχη του Τρίκορφου, αλλά σκοτώθηκε τον Ιούνιο του 1825 πολεμώντας τα στρατεύματα του Ιμπραήμ που είχαν εισβάλει στην Πελοπόννησο. Ο αδελφός του Ιωάννης, είχε το βαθμό του συνταγματάρχη της Φάλαγγας και διετέλεσε υπασπιστής του βασιλιά Όθωνα (1852-1857). Διακρίθηκε με τον Αργυρό και Χρυσό Σταυρό του τάγματος του Σωτήρος.
Ο Όθων Παπατσώνης (1859-;), γιος του Ιωάννη, παντρεύτηκε τη Σοφία (;).
Ο ποιητής Τάκης Παπατσώνης (Αθήνα 1895 - ;) ήταν απόγονος της ίδιας οικογένειας (;).

Πιέρη, οικογένεια

  • Family

Ο Στέφανος (Νάκης) Πιέρης (1889-1964) ήταν γιος του Ευγένιου Πιέρη και της Μαρίας Λουίζας Σταματοπούλου. Γνωστός βιβλιόφιλος και συλλέκτης, είχε συγκεντρώσει μεγάλο αριθμό σπάνιων βιβλίων (κυρίως επτανησιακές εκδόσεις) και έγγραφα που αφορούσαν γενικά την οικογένεια Πιέρη. Παντρεύτηκε στις 12 Ιανουαρίου 1924 τη Σοφία το γένος Ηλία Βεροπούλου, με την οποία δεν απέκτησαν παιδιά.
Οικογένεια Πιέρη: «Η οικογένεια Πιέρη ή Πιέρο (το σωστό είναι με ένα ρ το δεύτερο προστέθηκε στα μέσα του του 19ου αιώνα και σήμερα όλοι οι απόγονοι της οικογένειας το γράφουν με δύο ρ) εμφανίζεται στην Κέρκυρα στα τέλη του 15ου αιώνα με τον Αντώνιο Πιέρο Πιέρη. Φαίνεται ότι η οικονομική του κατάσταση ήταν αξιόλογη γιατί η κόρη του Altadona παντρεύεται τον ιππότη Χριστόφορο Κοντόκολη, κυβερνήτη της κερκυραϊκής γαλέρας, ήρωα της ναυμαχίας της Ναυπάκτου (1571) και ο γιος του Ιωάννης παντρεύεται την Πετρίνα κόρη του ιερέα Φιλίππου Καλοχαιρέτη κτήτορα του Ιερού Λειψάνου του αγίου Σπυρίδωνα.

Η οικογένεια Πιέρη εισήχθη στο Μεγάλο Συμβούλιο της πόλης, δηλαδή στην ευγένεια, το 1551. Στα πρακτικά του Μ.Συμβουλίου του έτους 1551 ο εγγονός του Αντωνίου Πιέρη, Σπυρίδων, εκλέγεται μέλος του Συμβουλίου των 150. Με τη χρονολογία αυτή συμφωνεί τόσο η χρυσόβιβλος της Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας όσο και ο ιστορικός Μ.Σ.Θεοτόκης. Ο καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου κ. Ν.Καραπιδάκης θεωρεί ως χρόνο εισδοχής της οικογένειας στο Μ.Συμβούλιο το 1496. Η οικογένεια είχε πέντε κλάδους των Πιέρη των Μουράγιων (Contrada delle Mure) των Πιέρη-Κορμαρίν, των Τριβώλη-Πιέρη ή Contrada di Santo Antonio, των Πιέρη της Contrada της Υ.Θ. Κυροπούλας και των Πιέρη της Contrada της αγίας Αικατερίνης (Contrada S.Katerina ou dello scoglio) ή Πιέρη-Χαλικιοπούλου. Ο κλάδος των Μουράγιων έχει γενάρχη τον Άγγελο Πιέρη (1660-1716) και με συνεχή αρρενογονία έφθασε μέχρι τις μέρες μας. Ο κλάδος των Πιέρη-Κορμαρίν ξεκινάει από το Λαυρέντιο Πιέρη(1680) του Ιωάννη Βαπτιστή και της Διαμαντίνας Κρμαρίν. Ο κλάδος αυτός εξέλειπε το 1848 με το θάντο του κόμητος Νικολάου-Γεωργίου Πιέρη. Ο κλάδος των Τριβώλη-Πιέρη ξεκινάει από το Δόκτορα Μαρίνο Πιέρη του Στέφανου και τη σύζυγό τουΑυγουστέλα Τριβώλη του Δημητρίου ( ο γάμος έγινε στην Κέρκυρα στο ναό του αγίου Αντωνίου στις 10.10.1684. Ο κλάδος εξέλειπε το 1904 με το θάνατο του Αντωνίου Τριβώλη-Πιέρη. Ο κλάδος των Πιέρη της Contrada της Υ.Θ. Κυροπούλας ξεκινάει από τον Ιωάννη-Βαπτιστή Πιέρη (1650). Ο κλάδος αυτός εξέλειπε το 1807 με το θάντο της Μαρίας-Αιμιλίας Πιέρη μαρκησίας De Ribas. Ο κλάδος των Πιέρη της Contrada της αγίας Αικατερίνης ξεκινάει από τον Σταυράκη Πιέρη (1634) του Ιωάννη-Βαπτιστή και της Θοδούλας Πολίτη και έχει απογόνους μέχρι σήμερα».

[Το παραπάνω κείμενο Πιέρη ανήκει στον κ. Γιάννη Πιέρη και αποτελεί απόσπασμα επιστολής που είχε την καλοσύνη να μου στείλει με πληροφορίες για την ιστορία της οικογένειας].

Τα μέλη της οικογένειας Πιέρη που αναφέρονται στα έγγραφα του αρχείου ανήκουν κυρίως στον κλάδο Contrada delle Mura και πρόκειται για τα παιδιά του Σπυρίδωνα Πιέρη και της Κατερίνας Βόντα : τον Στέφανο (γεν. 1775) σύζυγο Αναστασίας Σπ. Μάνεση, τον Μαρκαντώνιο (γεν.1778) σύζυγο Chiara Bisi και τον Νικολό (γεν.1790) σύζυγο Santina Z. da Verona και τα παιδιά του Μαρκαντώνιου Πιέρη: Θεόδωρο, Στέφανο-Παναγιώτη (1827-1871) σύζυγο Διαμαντίνας Καποδίστρια, Αναστάσιο σύζυγο Ρεγγίνας Γ. Πατρικίου και Αικατερίνη σύζυγο Giovanni Cazaiti.

(Πηγές: ΜΕΕ και Π.Χιώτης, Ιστορικά απομνημονεύματα τόμος 7 και πληροφορίες από τα τεκμήρια του αρχείου)

Πινιατώρου, οικογένεια

  • Family

Η οικογένεια Πινιατώρου καταγόταν από τη Σικελία. Εγκαταστάθηκε στην Κεφαλονιά γύρω στο 1500 και ενεγράφη στο Libro d΄ Oro στο διάστημα μεταξύ 1695 και 1703. Έλαβε ως φέουδο τη δεκάτη του χωριού Σπηλιά γύρω στο 1680 και το 1718 τον τίτλο ευγενείας των κομήτων με διάταγμα του Δόγη της Βενετίας για τις υπηρεσίες της κατά την πολιορκία της Κέρκυρας από τους Τούρκους. Η οικογένεια έπαιξε σημαντικό ρόλο στο νησί και μέλη της έγιναν πρωτοπαππάδες και ιστορικοί. [Πληροφορίες από M.D. Sturtza, σελ. 381.]

Φρέρη, οικογένεια

  • Family

Νικόλαος Φρέρης (Ερμούπολη, 1913 - Αθήνα, 1951). Νομικός, ανταποκριτής της “Ακροπόλεως” στη Σύρο την περίοδο 1937-1940. Από το 1942 μέχρι το θάνατό του υπηρέτησε σε διάφορα σωφρονιστικά ιδρύματα. Συγκεκριμένα υπήρξε διαχειριστής και υποδιευθυντής των φυλακών της Αίγινας (1942-1947) και διευθυντής των φυλακών Αργοστολίου και των αγροτικών φυλακών του Βίδου στην Κέρκυρα.
Βελισάριος Φρέρης (Ερμούπολη, 1900 - Αθήνα, 1968). Θεατρικός συγγραφέας και διηγηματογράφος. Εργάστηκε στο γραφείο τύπου της Ηλεκτρικής Εταιρείας Αθηνών Πειραιώς (Η.Ε.Α.Π.), όπου έγραφε και μετέφραζε διαφημιστικά φυλλάδια και επιμόρφωνε το προσωπικό σε θέματα διαφήμισης (1937-1939).
Λεονάρδος Φρέρης. Πατέρας των δύο προηγουμένων, εμποροράπτης στη Σύρο.
Ελένη Βουρδουμπάκη, το γένος Ανεμογιαννάκη. Μητέρα της Μαρίκας Φρέρη, συζύγου του Βελισάριου.

Ρώμα, οικογένεια

  • Family

Για τα γενεαλογικά και βιογραφικά των κλάδων της οικογένειας Ρώμα, βλέπε Eugene Rizo-Rangabe, Livre d΄ οr de la noblesse ionienne. Volume III Zante. Athenes, Eleftheroudakis, 1927 pp. 213-231.
Διονύσιος Ρώμας: Γόνος της παλαιάς οικογένειας των ευγενών της Ζακύνθου με ιταλική καταγωγή, ο Διονύσιος Ρώμας, γιος του προξένου της Βενετίας στην Πελοπόννησο, Γεωργίου Κανδιάνου Ρώμα (1725-1796) και της Διαμαντίνας Καπνίση, γεννήθηκε το 1771. Σπούδασε νομικά στην Πάδοβα και όταν τελείωσε τις σπουδές του επέστρεψε στη Ζάκυνθο. Το 1794 ο Ρώμας διαδέχθηκε τον πατέρα του στη θέση του γενικού προξένου της Βενετίας στο Μοριά και στη Ρούμελη. Με αυτή την ιδιότητά του συνδέθηκε και καλλιέργησε σχέσεις με τους σημαντικότερους προκρίτους (Μαυρομιχάληδες, Ζαΐμηδες, Λόντους, Δεληγιάννηδες, Νοταράδες, Κρεββατάδες) και οπλαρχηγούς του τόπου. Από τους οπλαρχηγούς ξεχώρισε τον Θ.Κολοκοτρώνη με τον οποίο συνδέθηκε με στενή φιλία. Το 1803 εκλέχθηκε μέλος της συντακτικής επιτροπής για τη ψήφιση του Επτανησιακού Συντάγματος και το 1806 διορίστηκε στη θέση του Πρύτανη Κερκύρας, από όπου διαχειρίστηκε με απαράμιλλη ευθύτητα τις εγχώριες υποθέσεις. Το 1809 εξελέγη γερουσιαστής και το 1810 ταξίδεψε ως αντιπρόσωπος των Ιονίων Νήσων, μαζί με τους Ε.Θεοτόκη, Μ.Μεταξά, Σπ.Κονδό και Στάμο Χαλικιόπουλο, στο Παρίσι για να συγχαρεί τον Ναπολέοντα Α΄ για τη γέννηση του γιού του, βασιλιά της Ρώμης. Στη Γαλλία παρασημοφορήθηκε με το παράσημο της Λεγεώνος της Τιμής. Την άνοιξη του 1815 ο Ρώμας ως Μέγας Διδάσκαλος του τεκτονισμού ίδρυσε στη Ζάκυνθο Στοά με το όνομα “Αναγεννηθείς Φοίνιξ”. Το 1816 ήρθε σε σύγκρουση με τον άγγλο Ύπατο Αρμοστή Θ.Μαίτλαντ για την επιβολή απολυταρχικού καθεστώτος και έφυγε από την Κέρκυρα για τη Ζάκυνθο, όπου παρέμεινε και αφιερώθηκε ολόψυχα σε πατριωτικά και πνευματικά έργα. Τον Απρίλιο του 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Αριστείδη Παπά. Το 1820 αγγλικό στρατιωτικό άγημα απέκλεισε το αρχοντικό του Ρώμα με σκοπό την ανακάλυψη μυστικών πατριωτικών εγγράφων, ενώ ο Ρώμας δικαιολογήθηκε στον τοποτηρητή Ross, τέκτονα χαμηλότερου βαθμού, ότι επρόκειτο για τεκτονικά έγγραφα και έτσι σταμάτησε κάθε ενέργεια. Παρ’ όλα αυτά για να αποφύγει την καταδίωξη των Άγγλων και τη φυλάκιση, ο Δ.Ρώμας κατέφυγε στη Βενετία, όπου παρέμεινε για τέσσερα χρόνια. Επιστρέφοντας στη Ζάκυνθο ίδρυσε αμέσως την Επιτροπή Ζακύνθου με σκοπό την οικονομική και πολεμική ενίσχυση του Αγώνα. Το 1833 μετέβη στο Ναύπλιο για να υποδεχθεί τον Όθωνα, αλλά εκεί κατηγορήθηκε ότι συμμετείχε σε συνομωσία εναντίον του μαζί με τον Θ.Κολοκοτρώνη και τον Δ.Πλαπούτα , οι οποίοι και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Όταν αναθεωρήθηκε η δίκη (από τους Γ.Τερτσέτη, Γ.Πολυζωΐδη) και αποκαλύφθηκε η σκευωρία και η ανυπόστατη κατηγορία, οι τρεις άνδρες αθωώθηκαν πανηγυρικά. Ο Όθωνας τίμησε τον Ρώμα με το ανώτερο παράσημο του Ταξιάρχη του Σωτήρος και τον ονόμασε Σύμβουλο της Επικρατείας.
Ο Διονύσιος Ρώμας ήταν παντρεμένος με την Αδριάννα Σταυράκη Λοκατέλλι και είχε δύο γιούς:τον Γεώργιο Κανδιάνο (1796-1860) και τον Γεώργιο Δημήτριο (1805-1874). Πέθανε στη Ζάκυνθο, σε μεγάλη ηλικία, στις 26 Ιουλίου 1857.
Επιτροπή Ζακύνθου: Η Επιτροπή Ζακύνθου αποτελείτο από τους:Διονύσιο Ρώμα, Κωνσταντίνο Δραγώνα και Παναγιώτη Στεφάνου. Κράτησε το μεγαλύτερο βάρος του πολέμου στέλνοντας πολεμοφόδια και τρόφιμα στο Ναυαρίνο και στο Μεσολόγγι, τα οποία προμηθευόταν από συνεισφορές Ζακυνθίων (δωρεές πλουσίων και προσωπικές καταβολές) ναυλώνοντας τα καΐκια των πλοιάρχων για ασταμάτητες αποστολές και επεμβαίνοντας για την κατάπαυση των συγκρούσεων και της έχθρας των οπλαρχηγών. Η Επιτροπή Ζακύνθου οργάνωσε επίσης εθελοντικά σώματα πολεμιστών. Δύο από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της Επιτροπής φαίνεται ότι ήταν:α) οι κατασκοπευτικοί σύνδεσμοι που διατηρούσε στο στρατόπεδο του Ιμπραήμ και β) η αίτηση για την αγγλική υποστήριξη και προστασία του Ελληνικού Αγώνα που αποδείχθηκε μία πολύ θετική διπλωματική πράξη και που οφείλεται αποκλειστικά στον Ρώμα.
Γεώργιος Κανδιάνος Ρώμας: Ο Γεώργιος Κανδιάνος Ρώμας (1769-1860) ήταν μέλος του πρώτου Κοινοβουλίου των Ιονίων Νήσων, του οποίου εξελέγη πρόεδρος το 1850. Στη συνέχεια διετέλεσε πρόεδρος της Γερουσίας. Παντρεύτηκε την Orsola, κόρη του Σπυρίδωνος Μπάλσαμο, και απέκτησε εννέα γιους ( Niccolo, Dionisio, Camillo, Spyridon, Cesare, Giorgio, Pietro, Roberto, Giorgio Dimitri) και δύο κόρες (Adriana, Diamantina).

Βερβενιώτη, οικογένεια

  • Family

Ο Νικόλαος Βερβενιώτης ήταν υδραίος έμπορος, ναυτικών κυρίως, ειδών. Φαίνεται επίσης ότι το 1885 ήταν ναυτιλιακός πράκτορας της Ελληνικής Ατμοπλοϊκής Εταιρείας. Ο αδελφός του, Γεώργιος, ήταν διαχειριστής της «εν Ύδρα Ειδικής Αποθήκης των Μονοπωλίων».

Δημητρακόπουλου, οικογένεια

  • Family

Πρόκειται για απογόνους του Γεώργιου Δημητρακόπουλου, προεστού της Αλωνίσταινας Αρκαδίας & αγωνιστή της Επανάστασης που σκοτώθηκε στην μάχη των Τρικόρφων (1825). Μέλη της οικογένειας Δημητρακοπούλου ήταν και ο Σταύρος, φημισμένος καπετάνιος, και ο Παναγιώτης, εκπρόσωπος της Φιλικής Εταιρείας στην Πάρο και ευεργέτης της Επανάστασης.

Αντωνοπούλου, οικογένεια

  • Family

Από τα τεκμήρια του αρχείου προκύπτει ότι ο Κων/νος Αντωνόπουλος ήταν αξιωματικός του πυροβολικού και έλαβε μέρος στον πόλεμο του 1897. Πέθανε από γρίπη το 1908. Είχε παντρευτεί την Ερασμία Λιανοσταφίδα και απέκτησαν δύο κόρες την Άννα και τη Μαργαρίτα. Η Άννα παντρεύτηκε το μουσουργό Σπύρο Σαμάρα και η Μαργαρίτα τον Ζαννή Χρυσοβελόνη.

[Πηγή βιογραφικού: Αρχείο οικογένειας Αντωνόπουλου]

Αντωνίου, οικογένεια

  • Family

Ο ποιητής Δημήτρης Αντωνίου γεννήθηκε το 1906 στη Μπέιρα της Μοζαμβίκης και καταγόταν από κασιώτικη ναυτιλιακή οικογένεια. Ήταν γιος του Ιωάννη Αντωνίου και της Μαρίκας Πνευματικού και είχε τέσσερα αδέλφια τον Γιώργο, την Αγγελική, την Έλλη και την Άννα. Έζησε στη Μοζαμβίκη και στο Σουέζ ως το 1912, οπότε η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Φοίτησε στη Φιλοσοφική σχολή Αθηνών και παράλληλα μελέτησε ξένες γλώσσες, ορυκτολογία, βοτανική, εντομολογία, ζωολογία και μουσική. Εργάστηκε στην εμπορική ναυτιλία και έφθασε ως τον βαθμό του πλοιάρχου. Συνταξιοδοτήθηκε το 1968. Στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο υπηρέτησε ως έφεδρος αξιωματικός στο τορπιλοβόλο Κίος. Ανήκε στον κύκλο των λογοτεχνών της γενιάς του τριάντα, εξέδωσε τρεις ποιητικές συλλογές και πολλά έργα (ποίηση, δοκίμιο, μετάφραση) σε περιοδικά και εφημερίδες. Πέθανε το 1994.
Ποιητικές συλλογές του Δ. Ι. Αντωνίου:
Ποιήματα (1939)
Ινδίες (Β΄κρατικό βραβείο ποίησης 1967)
Χάι-κάι και Τάνκα (Α΄κρατικό βραβείο ποίησης 1972)

[Πηγή βιογραφικού: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών ΕΚΕΒΙ, www.ekebi.gr]

Αλαμάνου, οικογένεια

  • Family

1) Ο Περικλής Αντωνίου Αλαμάνος ήταν επί πολλά χρόνια δήμαρχος Μεσοχωριτών και βουλευτής Κερκύρας (επαρχίας Μέσης). Πολιτικός φίλος του Θεοτόκη εκλέχθηκε στη Βουλή το 1902. Είχε παντρευτεί την Ελένη Μιζότερα, κόρη του Σπυρίδωνος Νικολάου Μιζότερα με κτηματική περιουσία στην περιοχή Συναράδες, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά τον Αντώνιο που παντρεύτηκε την Ερμηνία Ν. Φερεντίνου το 1907, τον Σπυρίδωνα, που γεννήθηκε το 1869 και ήταν συμβολαιογράφος Κέρκυρας (υπηρέτησε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός στην Αστυνομία Ιθάκης το 1897 και στο Σταθμό Διαμετακομίσεως Αγρινίου το 1912) και τον Κωνσταντίνο. Ο Περικλής Αλαμάνος πέθανε από συγκοπή καρδιάς στις 9 Ιουλίου 1903, μόλις είχε αποβιβαστεί από το ατμόπλοιο που τον μετέφερε μαζί με άλλους βουλευτές από τον Πειραιά στην Κέρκυρα.
2) Ο Κωνσταντίνος Αλαμάνος, γιος του Πέτρου, ήταν δικηγόρος και βουλευτής Κέρκυρας (1902,1904). Είχε εκλεγεί το 1902 στη θέση του Σ.Χυτήρη και το 1903 στη θέση του αποβιώσαντος πατέρα του. Σύμφωνα με τα τεκμήρια του αρχείου ήταν γραμματέας της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας (1898), ιδρυτής του Δραματικού Συλλόγου (1898), μέλος του Ωδικού Συλλόγου, μέλος της Ελληνικής Γεωργικής Εταιρίας (1902), σύμβουλος διοικήσεως του Φιλαθλητικού Συλλόγου (1904) και δημοτικός σύμβουλος Κέρκυρας (1917). Λάμβανε μέρος σε μουσικές εκδηλώσεις και ήταν φίλος και θερμός υποστηρικτής της Ουρανίας Νικόδημου Ζαβιτσιάνου, το γένος Σδριν.

Δασκαλάκη, οικογένεια

  • Family

Η οικογένεια Δασκαλάκη κατάγεται από τα Σφακιά της Κρήτης και έλαβε ενεργό συμμετοχή τόσο στην Επανάσταση του ΄21όσο και στις μετέπειτα Κρητικές Επαναστάσεις.

Γρηγοράκη, οικογένεια

  • Family

Ιστορική οικογένεια της ανατολικής Μάνης, το πιθανότερο είναι να είναι γηγενείς. Αναδείχθηκαν σε ισχυρούς τοπικούς παράγοντες και διαδραμάτισαν ηγετικό ρόλο στην περιοχή τόσο κατά τα χρόνια της Επανάστασης όσο και πριν και μετά από αυτήν.

Τεφόπουλου ή Τέφου, οικογένεια

  • Family

Τα πρώτα μέλη της οικογένειας Τεφόπουλου που εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο, την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, ήταν ο Μιχαήλ Τεφόπουλος (1874;-1921) από το χωριό Τσαραπλανά του Πωγωνίου της Ηπείρου και η σύζυγός του Βασιλική το γένος Βίτσικα με την ίδια καταγωγή. Ο Μ. Τεφόπουλος διατηρούσε αρτοποιείο στην πόλη Μενούφ ενώ είχε ξεκινήσει ως αρτεργάτης στην Τάντα της Αιγύπτου. Απέκτησαν δύο παιδιά τον Χρήστο (Βασιλικό, 1903) και τη Σταματία. Ο Χρήστος συνέχισε τη λειτουργία του αρτοποιείου στο Μενούφ και από το 1942 στο Sidi Gaber της Αλεξάνδρειας, ενώ εργάστηκε και ως οδηγός δημόσιου οχήματος. Άλλαξε το οικογενειακό επίθετο σε Τέφος. Παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα Ζιάρρου από το Βασιλικό Πωγωνίου Ηπείρου και απέκτησαν τρία παιδιά:τη Βασιλική (1928), τον Μιχάλη (1930), τον Σταύρο (1934) και την Ελένη (1945) από τα οποία το πρώτο απεβίωσε σε νηπιακή ηλικία. Σε έγγραφο του 1969, ο Χρήστος Τέφος φαίνεται πλέον ως κτηματίας με μόνιμη διαμονή στην Πτολεμαΐδα.

Μπουντούρη, οικογένεια

  • Family
  • 1715-

Υδραίικη οικογένεια με μέλη, μεταξύ άλλων, τον πρόκριτο Βασ.Ν. Μπουντούρη (1775-; ) που είχε δραστηριοποιηθεί στο χώρο της εμπορικής ναυτιλίας, ενίσχυσε σημαντικά τον Αγώνα και συμμετείχε ενεργά στη διοίκηση και πολιτική εξουσία του νέου κράτους, τον γιο του Νικόλαο (Νικολό) Β. Μπουντούρη (Υδρα 1805-Χαλκίδα 1868) που έλαβε μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις του Αγώνα (1821-1827), υπηρέτησε στο Υγειονομείο Πειραιά (1837-1844) και εγκαταστάθηκε στην Χαλκίδα το 1845, όπου εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής το 1853 και κατόπιν δήμαρχος (1855-57) και διετέλεσε υπουργός Ναυτικών στις κυβερνήσεις Δ. Κυριακού (1863) και Μπ. Ρούφου (1866). Ο Βασ. Ν. Μπουντούρης και οι απόγονοί του αποτέλεσαν τον κλάδο Εύβοιας της οικογένειας, μιας που εγκαταστάθηκαν και έζησαν στην Εύβοια, αξιοποιώντας μεγάλες εκτάσεις γης που είχαν αγοράσει εκεί μαζί με άλλους Υδραίους γύρω στο 1830. Ο γιος του Νικολού, Βασίλειος Βουδούρης (Χαλκίδα 1840-Αθήνα 1910) ήταν μεγαλοκτηματίας, ιδιοκτήτης μεταλλείων, επιχειρηματίας και πολιτικός. Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής το 1868, πρόεδρος της Βουλής την περίοδο 1892-95, και διετέλεσε υπουργός Ναυτικών και Στρατιωτικών στις κυβερνήσεις Γ. Θεοτόκη (1899-1901) και Δ.Γ. Ράλλη (1905). Η κόρη του Νικολού Μπουντούρη, Σκεύω ( ; -1904) ήταν σύζυγος του αρεοπαγίτη Θ. Βώκου και ο γιος του Δημήτριος (1842-1911) ήταν αξιωματικός του Ναυτικού, υπασπιστής του Γεωργίου Α΄, κυβερνήτης των πλοίων "Αμφιτρίτη" και "Σφακτηρία" και σύζυγος της Ιωσηφίνας Declaux.

Σταύρου, οικογένεια

  • Family

Ο Σταύρος Ιωάννου ή Τσαπαλάμος (θ. 1823) ήταν έμπορος και πρόκριτος στα Γιάννινα επί Αλή Πασά. Γιος του ήταν ο Γεώργιος Σταύρου που υπηρέτησε από το 1825 σε διάφορες θέσεις στην ελεύθερη Ελλάδα και ίδρυσε αργότερα την Εθνική Τράπεζα.

Πετρούτση, οικογένεια

  • Family

Η οικογένεια Πετρούτση δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της ναυτιλίας. Από τα έγγραφα του αρχείου προκύπτει ότι την περίοδο 1924-1960 είχε στην κατοχή της 16 ατμόπλοια, ενώ είναι βέβαιο ότι η ενασχόληση της οικογένειας με τον κλάδο ανάγεται τουλάχιστον στις αρχές του 20ου αιώνα. Το 1960 η επιχείρηση εκκαθαρίστηκε.
Ο Αναστάσιος Πετρούτσης ήταν γιος του Κωνσταντίνου. Παντρεύτηκε την Δέσποινα Προκόπη το 1901 και απέκτησαν ένα γιο τον Κωνσταντίνο.

Μαυρομιχάλη, οικογένεια

  • Family

Πολυπρόσωπη και πολύκλαδη, η οικογένεια Μαυρομιχάλη ήταν μία από τις παλαιότερες και ισχυρότερες στη Μάνη, με μέλη πολιτικούς και στρατιωτικούς που έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στα προεπαναστατικά γεγονότα και είχαν σημαντική δράση στα χρόνια της Επανάστασης, αλλά και στην πολιτική ζωή του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Στο αρχείο του ΕΛΙΑ Αθήνας υπάρχουν έγγραφα που αναφέρονται σε μέλη μεταγενέστερων γενεών.

Ο Πέτρος Μαυρομιχάλης, γιός του Κυριακούλη, ακολούθησε το στρατιωτικό επάγγελμα. Όντας ανθυπασπιστής, πήρε μέρος στην επανάσταση του 1843. Τα επόμενα χρόνια (1844-1847), κλήθηκε να καταστείλει διάφορες στάσεις στην περιοχή της Λακωνίας, και υπήρξε αρχηγός του Λακωνικού σώματος στην Εύβοια το 1848. Από το 1847 εκλεγόταν βουλευτής Οιτύλου.

Ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης (Αθήνα, 1850 - 1916) ήταν γιος του Πέτρου. Πρωτοεκλέχτηκε βουλευτής Οιτύλου το 1879. Υπουργός Εσωτερικών (1895 - 1897, 1902 - 1903, 1905), Στρατιωτικών (1904 - 1905), μετά τη δολοφονία του Δεληγιάννη έγινε αρχηγός του “Εθνικού Κόμματος" (τμήματος του παλιού δεληγιαννικού) και ύστερα από την επανάσταση στο Γουδί ορκίστηκε πρωθυπουργός (Αύγουστος 1909). Παραιτήθηκε τον Ιανουάριο του 1910 διαφωνώντας με τους στρατιωτικούς.

Ο Πέτρος Κυριακούλη Μαυρομιχάλης υπήρξε πολιτικός και το 1946 ήταν υπουργός Στρατιωτικών.

Υλικό υπάρχει και για άλλα πρόσωπα όπως για: τον Πετρόμπεη και Λεωνίδα Μαυρομιχάλη, την Λίνα Μαυρομιχάλη (σύζυγο του πρωθυπουργού Κυριακούλη), τον Πέτρο Αντωνίου Μαυρομιχάλη (βουλευτή), την Ασπασία Μαυρομιχάλη (σύζυγο Ιωάννου Ράλλη, πρωθυπουργού επί Κατοχής) και τον γιο τους Δημήτριο Ιωάννου Ράλλη.

Μάτεση, οικογένεια

  • Family
  • 1794-1875 (Αντώνιος Μάτεσης), 1835-1919 (Σπυρίδων Αντωνίου Μάτεσης), ;-; (Αντώνιος Σπυρίδωνος Μάτεσης)

Ο ζακυνθινός λόγιος Αντώνιος Μάτεσης, δημιουργός του θεμελιώδους για το νεοελληνικό θέατρο δράματος Ο βασιλικός (1829-1830), ήταν γιος του Δημητρίου Μάτεση και της Βεατρίκης Τερτσέτη. Γεννήθηκε το 1794 στη Ζάκυνθο και πέθανε το 1875 στην Ερμούπολη της Σύρου. Από την πλευρά της μητέρας του, ήταν εξάδελφος του Γεωργίου Τερτσέτη (1800-1874). Ο δικαστικός Σπυρίδων Α. Μάτεσης (1835-1919) ήταν γιος του Αντωνίου Μάτεση και της Κιάρας Β. Μανούσου. Ο δικηγόρος Αντώνιος Σπ. Μάτεσης ήταν γιος του Σπυρίδωνος Α. Μάτεση και της Ευτέρπης Παΐτα.

Κατσικογιάννη, οικογένεια

  • Family

Το αρχείο περιέχει υλικό για τα παρακάτω πρόσωπα

Ευστάθιος (Στάθης) Κατσικογιάννης (ca1770-1836).Γιος του Χρήστου Κατσικογιάννη, από τα πρωτοπαλίκαρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου και του Γκούρα. Πολέμησε μαζί τους στη Γραβιά, στα Βασιλικά, στην Άμφισσα και πήρε μέρος σε μάχες στην Εύβοια, στην Αττική και στην Πελοπόννησο. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης συντηρούσε δικό του στρατιωτικό σώμα. Προήχθη σε στρατηγό (1822) και χιλίαρχο (1828). Μετά την Επανάσταση ο Ευστάθιος Κατσικογιάννης εντάχθηκε στον τακτικό στρατό. Το 1835 ήταν αντισυνταγματάρχης και σύμφωνα με την Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια έφτασε στο βαθμό του συνταγματάρχη. Παράλληλα με το στρατιωτικό επάγγελμα ασχολήθηκε με τις ενοικιάσεις και υπενοικιάσεις γης.

Μίνιος Κατσικογιάννης (; - 1828).Aδελφός και συμπολεμιστής του Ευστάθιου. Είχε το βαθμό του πεντηκόνταρχου. Σκοτώθηκε μαχόμενος το 1828.

Χρήστος Κατσικογιάννης (; - ca 1890). Γιος του Ευστάθιου. Ακολούθησε επαγγελματικά τον πατέρα του και έγινε αξιωματικός του στρατού. Το Φεβρουάριο του 1862 έλαβε μέρος στη Ναυπλιακή επανάσταση και εξορίστηκε μετά την αποτυχία της. Μετά την έξωση του Όθωνα έλαβε μέρος στην Εθνοσυνέλευση και στις πολιτικές διεργασίες της περιόδου. Τιμήθηκε με πολλά μετάλλια.

Καραβά, οικογένεια

  • Family

1) Αργύριος Καράβας (1810-1870) Φιλόλογος, εκδότης, γυμνασιάρχης στη Χίο. Παντρεύτηκε την Αργεντού Νομικού από τη Χίο και απέκτησε μαζί της πέντε παιδιά: α) την Καλλιόπη (1836-1916), σύζυγο Γεωργίου Πάντζαρη β) τον Επαμεινώνδα (1838-1911), σύζυγο Ελισάβετ Μασαούτη (1857-1944) γ) την Αικατερίνη (1850-;), σύζυγο Γεωργίου Κοντού δ) τον Θεόδωρο (1852- ;), σύζυγο Ματθίλδης (;) και ε) την Ερατώ.

2) Επαμεινώνδας Α. Καράβας (1838-1911). Τα παιδιά του: α) Αριστείδης (1880-1942), άγαμος β) Πλάτων (1883-1977) σύζυγος Μαρίας Αντωνιάδη γ) Σωκράτης (1886-1953) σύζυγος Ευθαλίας Καράβα δ) Αριέττα (1889-1960) και δ) Ιουλία (1892-1981).

Θεοδοσιάδη, οικογένεια

  • Family

Ο Στυλιανός Θεοδοσιάδης, ναυτιλιακός πράκτορας, (γέννηση 1917) ήταν κάτοικος Πόρτ Σάιδ καταγόμενος από την Κύπρο. Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε ως διερμηνέας στη Βασιλική Ελληνική Αεροπορία. Διετέλεσε πρόεδρος του τμήματος Πόρτ Σάιδ της Κυπριακής Αδελφότητος Αιγύπτου (1956). Ο Στυλιανός Θεοδοσιάδης ήταν μέλος της τεκτονικής στοάς Σόλων-Πλάτων .

Ο Πολύβιος Θεοδοσιάδης ήταν επί 30 περίπου χρόνια (1914-1947) μέλος και πρόεδρος του τμήματος της Κυπριακής Αδελφότητας στο Πόρτ Σάιδ. Με το θάνατό του (1947) άφησε το ποσό των 30 αιγυπτικών λιρών ως δωρεά και ανακηρύχθηκε ευεργέτης. Τιμήθηκε με το βουλγαρικό παράσημο Ordre Nationale du Merite Civil.

Γιατράκου, οικογένεια

  • Family

Ιστορική μανιάτικη οικογένεια, μέλη της οποίας μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία και συμμετείχαν στον ένοπλο αγώνα της Ελληνικής Επανάστασης.

Καρέλλας, Δημήτριος και υιοί

  • Family

Ο Δημήτριος Καρέλλας ήταν βιομήχανος επιχειρηματίας. Είχε στην κατοχή του κλωστοϋφαντουργείο στη Σύρο καθώς και ατμόπλοια και οικόπεδα. O Νικόλαος Καρέλλας ανέλαβε τη διοίκηση των Κλωστοϋφαντουργείων Σύρου μετά το θάνατο του πατέρα του το 1918. Ίδρυσε την κλωστοϋφαντουργία «ΒΕΛΚΑ» το 1920 και την κλωστοϋφαντουργία «Αιγαίον Α.Ε.» στον Πειραιά το 1924, η οποία απέκτησε ξεχωριστή βιομηχανική μονάδα στο Λαύριο το 1955.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Who is who, υλικό του αρχείου]

Ροϊλού, οικογένεια

  • Family

Οι Ροϊλοί ήταν οκογένεια αγωνιστών απο τη Στεμνίτσα της Αρκαδίας. Ο Γεώργιος Χ.Ροϊλός (1796;-1886) ήταν αντισυνταγματάρχης της Φάλαγγας. Ως οπλαρχηγός του Θ.Κολοκοτρώνη, πολέμησε στις μάχες του Βαλτετσίου, Τριπόλεως, Δερβενακίων, Τρικόρφων κ.ά. Μετά την Επανάσταση του ανατέθηκαν αποστολές καταδίωξης ληστών, διετέλεσε πάρεδρος του Ειρηνοδικείου και υπηρέτησε ως δασονόμος Περαχώρας. Αδέλφια του ήσαν οι Νικόλαος (έπεσε μαχόμενος με τον θείο του Κωνσταντίνο Ροϊλο στη μάχη του Δραγατσανίου), Δημήτριος (λοχαγός της Φάλαγγας που πέθανε το 1866) και Αργύριος. Ο Βασίλειος Ροϊλός, ταγματάρχης της Φάλαγγας, διετέλεσε δήμαρχος Στεμνίτσας, ο δε Αναγνώστης Ροϊλός, ειρηνοδίκης Καρύταινας.

Κονοφάου, οικογένεια

  • Family

Η οικογένεια Κονοφάου (σε παλαιότερα έγγραφα μέλη της συναντώνται και με το επώνυμο Κονοφάγος) είναι μια παλιά οικογένεια της Πάργας. Αναφορές ωστόσο για μέλη της οικογένειας εμφανίζονται από το 1678 στο χωριό Αργυράδες της Κέρκυρας, και μάλιστα οι περισσότεροι είναι κληρικοί. Φαίνεται ότι ένας κλάδος της εγκαταστάθηκε στην Πάργα. Τα τεκμήρια του αρχείου αφορούν μέλη αυτού του κλάδου. Ακολουθούν σύντομα βιογραφικά σημειώματα των σημαντικότερων μελών της οικογένειας.

Ο ιεροδιάκονος Χρύσανθος κατά κόσμον Διονύσιος Κονοφάος (Πάργα, 1790- Αθήνα, 1857) εκπαιδεύτηκε στα Ιωάννινα με δαπάνες του θείου του Αγάπιου, επισκόπου Παραμυθιάς, και το 1814 χειροτονήθηκε πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης Ιωαννίνων. Το 1817 έφυγε από τα Ιωάννινα, εξαιτίας των διωγμών του Αλή Πασά και κατέληξε, μέσω Κέρκυρας στην Τεργέστη όπου διετέλεσε διάκονος της εκεί ελληνικής εκκλησίας. Στην Τεργέστη ανέπτυξε δράση για τη μόρφωση των νέων από την Ελλάδα, γεγονός που συντέλεσε στη γνωριμία του με την οικογένεια Καποδίστρια (Αυγουστίνο και Ιωάννη). Επιπλέον, το 1828 πρόσφερε στον Ι. Καποδίστρια 500 τάληρα ρεγγίνας ως ενίσχυση για την «Εθνική Τράπεζα». Το 1829 ο Καποδίστριας του ανέθεσε την οργάνωση του ορφανοτροφείου στην Αίγινα και την εκγύμναση διδασκάλων της αλληλοδιδακτικής μεθόδου. Το 1833 διορίστηκε πρωτοσύγκελος στο Μεσολόγγι ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και διορίστηκε «Έφορος των Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων» αμισθί. Το 1856 τιμήθηκε με τον Αργυρό Σταυρό των Ιπποτών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος.

Παρθένιος Κονοφάος, κατά κόσμον Διονύσιος, θείος του Χρύσανθου, διετέλεσε επίσκοπος Βοθροδού (Βουθρωτού;) (1804), Δελβίνου και Χειμάρας ( - 1822). Το 1822 βρισκόταν στην Τεργέστη μαζί με τον ανιψιό του Χρύσανθο σε μάλλον δυσμενή οικονομική κατάσταση.

Ο Δημήτριος Σπυρίδωνος Κονοφάος ( – 1885) διετέλεσε μέλος του συλλόγου «Παρνασσός». Έγραψε το βιβλίο Θεωρητική μέθοδος του χορού, Αίγινα, 1835.

Σπυρίδων Κονοφάος (1844-1909) γιος του Δημητρίου διετέλεσε ταμίας, κοσμήτορας και έφορος του συλλόγου «Παρνασσός» επί σειρά ετών. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και αναγορεύτηκε διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Είχε μεγάλη περιουσία. Παντρεύτηκε με την Κλεοπάτρα Ζαλοκώστα.

Ο Σπυρίδων Κωνσταντίνου Κονοφάος (Αθήνα, 1923-Αθήνα, 2004) ήταν αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Σημαιοφόρος το 1943, υπηρέτησε στα υποβρύχια και ανήλθε όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας. Έλαβε μέρος στο αποτυχημένο κίνημα του Δεκεμβρίου του 1967 και αποτάχθηκε. Επανήλθε το 1975 ως αντιναύαρχος και διορίστηκε Διοικητής Στόλου. Το 1976 διορίστηκε Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, αντικαθιστώντας τον Σπυρίδωνα Μουρίκη, θέση που κατείχε έως το 1982 οπότε και αποστρατεύτηκε με το βαθμό του ναυάρχου και τον τίτλο του Επίτιμου Αρχηγού Γ.Ε.Ν. Στη διάρκεια της θητείας του ως Αρχηγός Γ.Ε.Ν. συνέβαλε στον εκσυγχρονισμό του Στόλου.

Την περίοδο 1968-1974 μετείχε στην εταιρεία Βασίκλο ΕΠΕ που μεσολάβησε, για την αγορά από το Πολεμικό Ναυτικό δύο υποβρυχίων από τα ναυπηγεία Κιέλου της Γερμανίας. Την περίοδο 1976-1979 αγοράστηκαν από τα ίδια ναυπηγεία άλλα τέσσερα υποβρύχια της ίδιας σειράς. Μερίδα του Τύπου θεώρησε τη δεύτερη αγορά αποτέλεσμα της προηγούμενης εργασίας του στην Βασίλκο και τον κατηγόρησε για την επιλογή του.

Φραγκούδη, οικογένεια

  • Family
  • 1737-

Σημαντική οικογένεια της Κύπρου, που άκμασε κατά τον 18ο αιώνα και εξής και διακρίθηκε σε διάφορους τομείς. Πρώτο μέλος της οικογένειας στην Κύπρο ήταν ο γιατρός Δημήτριος Φραγκούδης από την Τεργέστη, ο οποίος γύρω στα 1737 εγκαταστάθηκε στη Λεμεσό.
Γνωστότερα μέλη της οικογένειας Φραγκούδη είναι (αλφαβητική σειρά με βάση το πρώτο όνομα)
Γιάγκος ή Ιωάννης Φραγκούδης: Γνωστός αγωνιστής στην ελληνική επανάσταση του 1821. Γεννήθηκε το 1800 και πέθανε το 1880. Σπούδασε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και στην Ακαδημία της Κέρκυρας. Με την έναρξη της ελληνικής επανάστασης, το 1821, πήγε στις Σπέτσες και κατετάγη εθελοντικά στο πολεμικό καράβι «Ηρακλής» του Αναργύρου Α. Χατζηαναργύρου. Κατά την αγωνιστική αυτή υπηρεσία του, το 1821-1822, κρατούσε και το πολεμικό ημερολόγιο του πλοίου «Ηρακλής» το οποίο αργότερα ο γιος του Επαμεινώνδας Φραγκούδης δώρισε στο Εθνολογικό Μουσείο Αθηνών (1884). Αργότερα ο Γιάγκος Φραγκούδης υπηρέτησε και σε άλλα καράβια (αναφέρεται ότι διετέλεσε γραμματέας του πλοίου του Γ. Χατζηανδρέου). Ήταν γνωστός και με την προσωνυμία Γιαμαρέλλος.
Δημήτριος Φραγκούδης: Καταγόταν από την Τεργέστη και ήταν γιατρός. Ιδρυτής της κυπριακής οικογένειας Φραγκούδη. Ήρθε στην Κύπρο περί το 1737 κι εγκαταστάθηκε στη Λεμεσό. Το 1738 διορίστηκε ως ο πρώτος υποπρόξενος της Αγγλίας στη Λεμεσό.
Δημήτριος Φραγκούδης: Εμπορευόμενος της Λεμεσού. Πέθανε το 1828. Πρόξενος της Νεαπόλεως (Δύο Σικελιών), πρόξενος του Cinque Porti (=Πέντε Λιμάνια, Αγγλία), υποπρόξενος της Αγγλίας και προξενικός πράκτορας της Ρωσίας και της Γαλλίας στη Λεμεσό. Με τις διπλωματικές του αυτές ιδιότητες μπόρεσε να βοηθήσει πολλούς Έλληνες Κυπρίους, ιδίως κατά τη διάρκεια των εκτεταμένων σφαγών από τους Τούρκους το 1821.
Επαμεινώνδας Φραγκούδης: Γιος του αγωνιστή Γιάγκου Φραγκούδη. Γεννήθηκε κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα και πέθανε το 1892. Σπούδασε στη γνωστή Ιόνιον Ακαδημία της Κέρκυρας. Στην Κύπρο επέστρεψε ως γραμματέας του ελληνικού υποπροξενείου της Λάρνακας. Το 1848 ανέλαβε τη διεύθυνση της Ελληνικής Σχολής Λευκωσίας, μέχρι το 1854, οπότε κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί εξέδωσε το 1856-1857 το περιοδικό Θελξινόη. Αργότερα εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι όπου εργάστηκε ως καθηγητής σε ανώτερες σχολές και ύστερα στο εκεί Πανεπιστήμιο. Υπήρξε συνεργάτης εφημερίδων (Ἀμάλθεια και Ἐφημερίς της Σμύρνης, Νέα Ἡμέρα της Τεργέστης, Ἡ Ἓνωσις Ερμουπόλεως• στην τελευταία δημοσίευσε το 1855 σε συνέχειες το ιστορικό διήγημά του Οἱ Βαχαβίται). Ασχολήθηκε με την ποίηση και τη λαογραφία, ιδίως τη συλλογή και καταγραφή των δημοτικών τραγουδιών.
Ευρυβιάδης Φραγκούδης. Ξάδελφος του Επαμεινώνδα Φραγκούδη. Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1829 και πέθανε στην Αλεξάνδρεια το 1887. Εμπορευόμενος, προξενικός πράκτορας της Αγγλίας, Σουηδίας και Νορβηγίας στη Λεμεσό (1853-1866) και υποπρόξενος των ιδίων χωρών στη Λεμεσό (1866-1879). Ύστερα από ατυχίες του στο εμπόριο, εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια, όπου ανέλαβε την αρχισυνταξία της εφημερίδας Ὁμόνοια. Στην Αλεξάνδρεια εξέδωσε Ἐγχειρίδιον Χωρογραφίας καί Γενικῆς Ἱστορίας τῆς Κύπρου (τεύχος Α', 1885, τεύχος Β', 1886).
Ιωάννης Φραγκούδης: Από τις μεγαλύτερες αθλητικές φυσιογνωμίες του ελληνικού αθλητισμού. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο τον 18ο αιώνα και πέθανε στην Αμερική το 1916. Ακολούθησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία κι αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων, στην οποία αργότερα εργάστηκε κι ως καθηγητής. Πήρε μέρος σε αποστολές σε διάφορες χώρες. Ως αξιωματικός του πυροβολικού, πήρε μέρος στους πολέμους του 1897 και του 1912-13. Στην πρώτη διοργάνωση των σύγχρονων Ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα, το 1896, κέρδισε μετάλλια στα αγωνίσματα της σκοποβολής με πιστόλι από απόσταση 25 μέτρων και της σκοποβολής με πολεμικό όπλο από απόσταση 300 μέτρων. Τιμήθηκε με τον μεγαλόσταυρο του Φοίνικος.
Μενέλαος Φραγκούδης: Λόγιος, εκπαιδευτικός, δημοσιογράφος, μεταφραστής και αθλητής, γιος του νομικού και δικαστή Δημητρίου Φραγκούδη και πατέρας του αθλητή Pένου Φραγκούδη. Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1871 και πέθανε το 1931. Το 1896 εξέδωσε στη Λεμεσό την εβδομαδιαία εφημερίδα Ἀναγέννησις και από τον επόμενο χρόνο τη σημαντική εφημερίδα Ἀλήθεια την οποία και διηύθυνε μέχρι τον χρόνο του θανάτου του. Διετέλεσε μέλος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου και της εφορείας των Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Λεμεσού, μέλος της Εθνικής Οργανώσεως Κύπρου (Ε.Ο.Κ.) και του Εθνικού Συμβουλίου. Φανατικός υπέρμαχος της δημοτικής γλώσσας, δημοσίευσε σχετικές μελέτες κι έκανε πολλές ομιλίες για την καθιέρωσή της. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του πρώτου Γυμναστικού Συλλόγου της Κύπρου, του Γ. Σ. Ολύμπια (Γ. Σ. Ο.) που ιδρύθηκε το 1892. Ως αθλητής ο ίδιος κέρδισε το άλμα εις ύψος με κοντάρι στους πρώτους Παγκύπριους αγώνες που έγιναν στη Λεμεσό το 1896.
Νικόλαος Φραγκούδης: Γνωστός και ως Νικολάκης. Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1857 και πέθανε το 1913. Αδελφός του Μενελάου Φραγκούδη. Καθηγητής της γαλλικής στην Ελληνική Σχολή Λεμεσού και εκδότης, κατά το 1901-1902, της εβδομαδιαίας εφημερίδας Διάπλασις στη Λάρνακα. Λόγιος. Έγραψε ποιήματα κοινωνικά και πατριωτικά που εξέδιδε σε φυλλάδια και τα διένειμε, συνήθως δωρεάν. Ποιήματά του έχουν επίσης δημοσιευθεί σε έντυπα της εποχής.
Ρένος Φραγκούδης: Γιος του Μενελάου Φραγκούδη, σημαντικός αθλητής. Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1909 και πέθανε στην Αθήνα το 1982. Πήρε μέρος σε δυο Ολυμπιάδες (Λος Άντζελες το 1932 και Βερολίνο το 1936). Στον Φραγκούδη απονεμήθηκε, για την πολυσήμαντη προσφορά του στον ελληνικό αθλητισμό, ο Μεγαλόσταυρος του Φοίνικος.
Τάκης (Δημήτριος) Φραγκούδης: Ζωγράφος. Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1900 και πέθανε στην Αθήνα το 1978. Γιος του Μενελάου Φραγκούδη.

Κεχαγιά, οικογένεια

  • Family

Ο Χρήστος και η γυναίκα του, Μαρία Κεχαγιά ήταν δάσκαλοι. Σύμφωνα με τα έγγραφα που υπάρχουν στο αρχείο υπηρέτησαν στην Λέσβο, τη Σάμο και τη Λιβαδειά. Ο Χρήστος Κεχαγιάς διετέλεσε επίσης επιθεωρητής δημοτικών σχολείων. Για τον γιο τους Πλάτωνα γνωρίζουμε ότι την περίοδο 1952-1955 ήταν φοιτητής Ιατρικής.

Κέπετζη, οικογένεια

  • Family

Ο Σταύρος Μιχ. Κέπετζης (1833–1919), γεννήθηκε στη Μήθυμνα, σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1864 παντρεύτηκε την Ευανθία Μιχ. Θεολόγου που καταγόταν από τη Φιλαδέλφεια (Αλάς Σεχίρ) της Μικράς Ασίας. Έζησαν στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης (Φα-νάρι, Σταυροδρόμι, Μακροχώρι) ως το 1905, οπότε εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα. Ο Σ. Κέπετζης χρημάτισε έφορος της Μεγάλης του Γένους Σχολής, πρόεδρος της Εφορείας του Ζωγραφείου Λυκείου και του Εμπορικού Επιμελητηρίου Κωνσταντινουπόλεως. Η Ελένη Κέπετζη, αδελφή του Σταύρου, είναι μητέρα του Αργύρη Εφταλιώτη. Ο πατέρας της συζύγου του Ευανθίας είναι ο ιδρυτής των Θεολογείων Εκπαιδευτηρίων Φιλαδελφείας και εκείνη διέθεσε το κληροδότημα του θείου της Παντελή Θεολόγου στο Ιωακείμιο Παρθεναγωγείο του Φαναρίου. Το σπίτι τους στο Μακροχώρι παραχώρησαν στο Παρθεναγωγείο και μετέπειτα στην Αστική Σχολή της κοινότητας. Απέκτησαν δύο κόρες και τρεις γιους. Η κόρη τους Ευτέρπη Κέπετζη ήταν ποιήτρια (ψευδ. Πέπη Σταύρου), ο γιος τους Μιχαήλ σπούδασε νομικά στη Γαλλία, όπου έγινε διδάκτορας, και στη συνέχεια καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στη Βέρνη. Διετέλεσε εφέτης στα Μικτά Δικαστήρια της Αλεξάνδρειας, αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και σύμβουλος της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στο Συνέδριο της Ειρήνης μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Συνθήκη των Σεβρών. Υπηρέτησε επίσης ως πρεσβευτής της Ελλάδας στη Βέρνη. Ο αδελφός του Ιωάννης είναι ο παππούς του δωρητή του αρχείου Αντώνη Κέπετζη.
Ο Εμμανουήλ Λουκάς, προπάππος του δωρητή (πατέρας της γιαγιάς του Σοφίας), ήταν υποπρόξενος της αυτοκρατορικής Ρωσσίας στη Σμύρνη και στη Μυτιλήνη. Η σύζυγός του Χαρίκλεια Δουκάκη–Κουκλέλη κατείχε εκτάσεις ελαιοδένδρων στον Κάτω Τρίτο Λέσβου.
Ο Διονύσιος Πανάς, ήταν παππούς της δωρήτριας Εύας Μυλωνά–Κέπετζη, παντρεμένος με την Πολυτίμη Λυκιαρδοπούλου. Η κόρη τους Ασπασία, είναι η μητέρα της δωρήτριας.
Τα κατάλοιπα του ζωγράφου Οδυσσέα Φωκά προέρχονται από το εργαστήριό του στην Καλλιθέα, όπου κατοίκησε ο Αντώνης Κέπετζης την περίοδο 1962–1965.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Αθηνά Γαϊτάνου–Γιαννιού, Το πνευματικό Μακροχώρι του καιρού μου, Κωνσταντινούπολη 1951 και πληροφορίες των δωρητών].

Πετροπουλάκη, οικογένεια

  • Family

Η ύπαρξη της οικογένειας Πετροπουλάκη μαρτυρείται από το 1690 ενώ είναι βέβαιο ότι οι ρίζες της είναι ακόμα πιο παλιές. Πρόκειται για μια ισχυρή και πολυμελή οικογένεια της Μάνης με μέλη πολιτικούς και στρατιωτικούς και με μεγάλη επιρροή στην περιοχή του Γυθείου, ήδη από τα προεπαναστατικά χρόνια. Σπουδαία είναι η συνεισφορά της οικογένειας στους εθνικούς αγώνες (Επανάσταση του 1821, Κρητικές επαναστάσεις, Μακεδονικός αγώνας, Βαλκανικοί πόλεμοι, Μικρασιατική εκστρατεία). Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι στην Κρητική επανάσταση του 1866 - 1869, πήραν μέρος 8 μέλη της οικογένειας, ενώ στους Βαλκανικούς πολέμους 22 υπηρετούσαν στο στρατό. Οι πολιτικές πεποιθήσεις της οικογένειας ήταν συντηρητικές και φιλοβασιλικές, γεγονός που είχε δυσμενείς ή ευμενείς επιδράσεις στην τύχη των μελών της ανάλογα με τις περιστάσεις.

1) Παναγιώτης Πετροπουλάκης
Πατέρας του Δημητρίου. Δεν γνωρίζουμε ακριβείς ημερομηνίες γέννησης και θανάτου. Βιογραφικά στοιχεία αντλούμε από τα λίγα έγγραφα του αρχείου της οικογένειας Πετροπουλάκη, που τον αφορούν καθώς και από πληροφορίες στα βιογραφικά άλλων προσώπων της οικογένειας που περιέρχονται στο αρχείο. Συμπεραίνουμε ότι πήρε μέρος στην επανάσταση του 1821, ενώ το 1828 οι κάτοικοι των ανατολικών χωριών της περιοχής της Σπάρτης τον εκλέγουν δημογέροντα. Tο 1837 ήταν λοχαγός επιλοχίας πρεσβύτης της Βασιλικής Φάλαγγας.

2) Δημήτριος Πετροπουλάκης (Ράχη ca.1800 - Αθήνα 1870)
Ο Δημήτριος Πετροπουλάκης υπήρξε αγωνιστής στην επανάσταση του 1821 και διακρίθηκε κυρίως στις μάχες του κατά του Ιμπραήμ. Υποστήριξε τον Καποδίστρια και τον Οθωνα στην καταστολή των εξεγέρσεων που έγιναν εναντίον τους. Το 1844 όταν απέτυχε να εκλεγεί βουλευτής στασίασε κατά της κυβέρνησης του Κωλέττη, τον οποίο θεώρησε ως υπονομευτή της υποψηφιότητάς του. Το 1850 εκλέχτηκε βουλευτής Μάνης. Το 1862 - 63 διώχθηκε από την Προσωρινή Κυβέρνηση και διατάχθηκε να εγκαταλείψει τη Λακωνία. Γρήγορα όμως οι διωγμοί ατόνισαν. Παράλληλα με την πολιτική δραστηριότητα ακολούθησε στρατιωτική σταδιοδρομία και το 1870 έφτασε στο βαθμό του συνταγματάρχη. Το 1854 έλαβε μέρος στη Θεσσαλική επανάσταση επικεφαλής σώματος εθελοντών και τραυματίστηκε στην Καλαμπάκα στις 10/5/1854. Το 1866 - 67 πραγματοποίησε την πρώτη του εκστρατεία στην Κρήτη. Στα τέλη του 1868 στάλθηκε για δεύτερη φορά στο νησί από την κυβέρνηση Βούλγαρη, επικεφαλής 1000 εθελοντών με σκοπό την αναζωπύρωση του αγώνα. Ηττήθηκε όμως στη μάχη στις Βρύσες (8/12/1868) και αιχμαλωτίστηκε. Απελευθερώθηκε μετά από παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων και αποχώρησε.

3) Αναστάσιος Πετροπουλάκης (Ράχη ca.1830 - 1892)
Αδελφός του Δημητρίου έλαβε μέρος στη Θεσσαλική επανάσταση του 1854 και την Κρητική του 1866 - 69. Ο γιος του Απόστολος πέθανε το 1914 από τις κακουχίες κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων.

4) Λεωνίδας Δημητρίου Πετροπουλάκης (Ράχη 1829 - Αθήνα 1887)
Γιος του Δημητρίου. Η τύχη του και η δράση του ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό αυτήν του πατέρα του. Πήρε μέρος στη Θεσσαλική επανάσταση, διώχθηκε το 1862 - 63 και ακολούθησε τον πατέρα του στην Κρήτη το 1868 μαζί με το γιο του Γεώργιο. Το 1859 εκλέχτηκε βουλευτής της επαρχίας Γυθείου. Μετά το 1869 πολιτεύτηκε με το κόμμα του Δεληγιώργη. Το 1878 επέστρεψε ως ταγματάρχης στο στρατό και το 1881 με το βαθμό του συνταγματάρχη, διορίστηκε αρχηγός του κέντρου του στρατού Θεσσαλίας. Το 1886 καθοριστικός ήταν ο ρόλος του στις συμπλοκές με τους Τούρκους στο Γκριτζόβαλη και τη Μελούνα. Πέθανε στην Αθήνα τον Μάιο του 1887 και κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.

5) Γεώργιος Λεωνίδα Πετροπουλάκης (Ράχη 1852 - Αθήνα ca.1910)
Γιος του Λεωνίδα με πλούσια δράση. Εκτός από την κρητική επανάσταση πήρε μέρος στον γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870 στο πλευρό των Γάλλων. Το 1887 εκλέχτηκε βουλευτής με το τρικουπικό κόμμα, το 1895 πήρε μέρος στην Κρητική επανάσταση, και το 1900 ήταν βουλευτής. Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα ήταν μέλος του Μακεδονικού κομμιτάτου. Το 1908 στάλθηκε ως απεσταλμένος της ελληνικής κυβέρνησης στην Πύλη για τη διερεύνηση των προθέσεων των Νεοτούρκων.

6) Παναγιώτης Πετροπουλάκης (Ράχη 1879 - Οσνίτσανη 1906)
Γιος του Ηλία Πετροπουλάκη (1868 - 1928). Σκοτώθηκε μαζί με τον ξάδελφό του Λεωνίδα στην μάχη της Οσνίτσανης στη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα.

7) Λεωνίδας Παναγιώτου Πετροπουλάκης (Ράχη 1881 - Οσνίτσανη 1906)
Διδάκτορας της Νομικής, σε ηλικία 25 ετών έλαβε μέρος στον Μακεδονικό αγώνα, επικεφαλής τμήματος Μανιατών εθελοντών ως υπαρχηγός του αντάρτικου σώματος του καπετάν Λίτσα (Αντώνιος Βλαχάκης). Σκοτώθηκε στη μάχη της Οσνίτσανης (σημερινό Καστανόφυτο Καστοριάς) το Μάιο του 1906, σε σύγκρουση με τουρκικό απόσπασμα.

8) Πετρόπουλος ή Πέτρος Παναγιώτου Πετροπουλάκης (Ράχη 1890 - Μικρά Ασία 1921)
Υπήρξε αξιωματικός του πεζικού. Στους Βαλκανικούς πολέμους ήταν ανθυπασπιστής στο στρατό Ηπείρου. Το 1921 σκοτώθηκε στην Μικρά Ασία έχοντας το βαθμό του ταγματάρχη.

9) Δημήτριος Παναγιώτου Πετροπουλάκης (Ράχη 1876 - Αθήνα 1957)
Υπολοχαγός του πεζικού στους Βαλκανικούς πολέμους, τραυματίστηκε στις 4/11/1912 στη μάχη του Οστράβου. Πολέμησε στον Α' Παγκόσμιο και το 1919 προήχθη σε αντισυνταγματάρχη. Το 1920 διοικούσε με τον βαθμό αυτό το 30ο Σύνταγμα Πεζικού στα Μουδανιά της Μικράς Ασίας. Το 1922 προήχθη σε συνταγματάρχη και το 1939 ήταν αντιστράτηγος εν αποστρατεία.

10) Ιωάννης Παναγιώτου Πετροπουλάκης (Ράχη 1886 - Αθήνα ca.1950)
Υπήρξε αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού. Φανατικός βασιλόφρων υπέστη διώξεις από το βενιζελικό καθεστώς. Η κορυφαία και μοιραία στιγμή της ζωής του ήταν η συμμετοχή του στην επαναστατική επιτροπή του 1922. Ως αντιπλοίαρχος υπήρξε ο άνθρωπος στις ενέργειες του οποίου ωφείλεται η προσχώρηση του στόλου στην επανάσταση. Ωστόσο η διαφωνία του με τον Στυλιανό Γονατά και τον Νικόλαο Πλαστήρα όσον αφορά τη στάση που έπρεπε να κρατήσουν έναντι του βασιλιά, είχε ως αποτέλεσμα την παραγκώνηση και αντικατάστασή του από τον Δημήτριο Φωκά στις 12 Σεπτεμβρίου 1922. Μετά από αυτό παραφρόνησε και εισήχθη σε ψυχιατρείο. Αποστρατεύτηκε με το βαθμό του πλοιάρχου. Τιμήθηκε το 1923 με το Χρυσό Σταυρό των Ιπποτών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος.

11) Στυλιανός Παναγιώτου Πετροπουλάκης (Ράχη 1895 - Αθήνα 1949)
Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Πρακτικό Λύκειο το 1912. Εισήχθη στη Σχολή Ευελπίδων από όπου αποφοίτησε το 1916 ως ανθυπολοχαγός πυροβολικού. Πήρε μέρος στην επιστράτευση του 1915 και μετά την επάνοδό του στη σχολή στασίασε με άλλους ευέλπιδες, με αιτία την κατάργηση της αρχαιότητας. Το Νοέμβριο του 1918 υπέστη απόπειρα δολοφονίας από βενιζελικά στοιχεία. Από το Δεκέμβριο του 1920 ήταν λοχαγός και αξιωματικός επί του οπλισμού και πυρομαχικών του Αρχηγείου Πυροβολικού της Στρατιάς Μ.Ασίας, θέση που κατείχε μέχρι το τέλος των επιχειρήσεων. Την περίοδο 1925 - 1933 πρέπει να έγινε και ο γάμος του με την Μαρία Αναστασοπούλου ανηψιά του πρωθυπουργού Παναγή Τσαλδάρη. Μετά τις εκλογές του 1933 αποσπάστηκε στο Γενικό Επιτελείο Στρατού ως υπασπιστής του υπουργού Στρατιωτικών. Σημαντική ήταν η συμβολή του από τη θέση αυτή στην καταστολή του κινήματος του Πλαστήρα τον Μάρτιο του 1935, ως συντονιστή των στρατιωτικών επιχειρήσεων του Ναυτικού Επιτελείου. Από βιογραφικό σημείωμα που υπάρχει στο αρχείο φαίνεται ότι ήταν υποψήφιος στις εκλογές αυτές. Τον Ιούλιο του 1937 ήταν αντισυνταγματάρχης, υποδιοικητής στο 3ο Σύνταγμα Ορειβατικού Πυροβολικού, και συνέβαλε στην μεταστάθμευση του Συντάγματος από την Πάτρα στην Κόρινθο. Παράλληλα τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου έγινε διοικητής του. Τιμήθηκε με το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας (1933), το Μετάλλιον Στρατιωτικής Αξίας Γ’ Τάξεως (Νοέμβριος 1935) και το Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Γεωργίου του Α' (1936)

12) Χαρίλαος Πετροπουλάκης
Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι εργαζόταν το 1914-1916 στην εταιρεία "Μιχαήλ Πετροπουλάκης συνέχεια εργασιών Π.Μ. Πετροπουλάκη", που εμπορευόταν βελανίδια, λάδι και σύκα.

Τυπάλδου, οικογένεια

  • Family

Παλιάς αρχοντική οικογένεια της Κεφαλονιάς με καταγωγή από Γαλλία ή Γερμανία.

Μακκά, οικογένεια

  • Family

Ο Γεώργιος Α. Μακκάς (1818-1909) γεννήθηκε στη Χίο και σπούδασε ιατρική στο Μόναχο, συμπληρώνοντας τις σπουδές του στη Λειψία, στο Παρίσι και τη Βιέννη. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, εξάσκησε το επάγγελμά του στη Σύρο (1840-1848) και κατόπιν διορίστηκε καθηγητής στην Αθήνα. Διετέλεσε αρχίατρος του Βασιλιά Γεωργίου, ιδρυτικό μέλος του «Ευαγγελισμού» και πρόεδρος του Δ.Σ. του Δρομοκαϊτίου. Παντρεύτηκε την Μαριγώ (Μαρία) Ταρποχτζή, κόρη του Αργύρη και της Κωστάντζας, με την οποία απέκτησε μαζί της 10 παιδιά: την Ειρήνη, τον Κωνσταντίνο, τον Νικόλαο, τον Πέτρο, την Αγγελική, την Αλεξάνδρα, τον Δημήτριο, την Ελένη, την Ιουλία και τον Στέφανο.

Ο Νικόλαος Γ. Μακκάς (1847-1935), γιος του Γεωργίου Μακκά, ήταν ιατρός. Γεννήθηκε στη Σύρο και πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα στη Βιέννη (1870) και στη συνέχεια διετέλεσε τακτικός καθηγητής της φαρμακολογίας, της ειδικής νοσολογίας και της παθολογικής κλινικής (1893-1917). Ήταν ένας από τους διευθυντές και ιδρυτές του περιοδικού Γαληνός. Παντρεύτηκε την Αργυρώ Ροδοκανάκη το 1876. Το ζεύγος απέκτησε τρία παιδιά: τον Γεώργιο, τον Ματθαίο και την Δέσποινα.

Ο Γεώργιος Ν. Μακκάς (1877-1946), γιος του Νικολάου, ήταν παιδίατρος με σπουδές στη Βιέννη, στο Παρίσι και το Βερολίνο. Το 1929 διορίστηκε τακτικός καθηγητής στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1935 απολύθηκε για πολιτικούς λόγους (δικτατορία Κονδύλη) και το 1936 επανήλθε στο Πανεπιστήμιο. Παντρεύτηκε την Κλεοπάτρα Νικολαΐδου και απέκτησαν δύο κόρες: την Ρέα και την Έλλη.

Ο Νικόλαος Κ. Μακκάς (1875-1950), πρώτος εξάδελφος του Γεωργίου, ήταν ναύαρχος, πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους, στη Μικρασιατική Εκστρατεία και στην συνέχεια ανέλαβε διάφορες διοικητικές θέσεις στο ναυτικό μεταξύ των οποίων και την αρχηγεία του στόλου. Παντρεύτηκε την Ελένη Ζλατάνου (κόρη της Αικατερίνης) και απέκτησαν τέσσερα παιδιά: την Ειρήνη (Ιρέν), τη Λίλιαν, την Αλεξάνδρα (Αλέκα) και τον Γρηγόριο.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: εγκυκλοπαίδεια Ήλιος, υλικό του αρχείου, αρχείο Ρωξάνης Φέσσα]

Ματθαίος (Μαθιός) Ν. Μακκάς (1879-1965)
Δευτερότοκος γιος του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1879. Σπούδασε Ιατρική στη Βιέννη και εργάστηκε ως επιμελητής σε Χειρουργικές Κλινικές στο Μπρεσλάου και στη Βόννη. Υφηγητής το 1912 στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, διετέλεσε διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής του «Ευαγγελισμού» (1914-1930) και στη συνέχεια του «Ερυθρού Σταυρού» (1930-1954), ενώ ήταν πρόεδρος της Διοικητικής Επιτροπής του νοσοκομείου. Παντρεύτηκε το 1927 την Δότη Βερροιοπούλου (1888-1966) με την οποία δεν απέκτησαν παιδιά.

Αλέξανδρος (Αλέκος) Ν. Μακκάς (1886-1967)
Τριτότοκος γιος του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1886. Σπούδασε Φυσικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας (1902-1906) και Χημεία στο πανεπιστήμιο Μονάχου (1908-1914). Εργάστηκε στο χημικό εργαστήριο του υπουργείου Επισιτισμού (1917-1923) και ως διευθυντής στα εργοστάσια: «Κεραμεία Ζακύνθου» (1925-1929), στην «Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Βιομηχανικών Επιχειρήσεων Γύψου» στον Πειραιά (1929-1934), στην Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Εμπορίου Γεωργικών Προϊόντων (1934-1947). Εργάστηκε επίσης ως υπάλληλος από το 1947 και εντεύθεν στα Κλωστοΰφαντήρια Χαλκίδος, επιχείρηση του γαμπρού του Αντώνη Φωτιάδη. Ασχολήθηκε με τα γενεαλογικά διάφορων χιώτικων οικογενειών και της οικογένειας Μακκά. Πέθανε στην Αθήνα, στα 81 του χρόνια, το 1967.

Δέσποινα Ν. Μακκά (1892-1990)
Κόρη του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1892. Παντρεύτηκε το 1922 τον Αντώνη Φ. Φωτιάδη. Είχε ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και γνώριζε καλά εκτός από ελληνικά, γερμανικά, αγγλικά, γαλλικά λίγα ιταλικά και ινδικά. Ήταν πρώτη εξαδέλφη του γλωσσολόγου Μανόλη Τριανταφυλλίδη και πίστεψε από πολύ νέα στο δημοτικισμό. Είχε ευχέρεια στο γράψιμο και τα τελευταία χρόνια της ζωής της έγραψε διάφορες αναμνήσεις από τη ζωή της (Ομηρία 1944), την οικογένειά της και τη ζωή των Ελλήνων στην Ινδία. Ήταν βενιζελική και ασχολήθηκε από νέα με φιλανθρωπικές δραστηριότητες. Το 1940-41 εργάστηκε ως εθελόντρια και ήταν υπεύθυνη για τα συσσίτια και την ψυχαγωγία των ασθενών. Ασχολήθηκε, όπως και ο αδελφός της Αλέκος, με τα γενεαλογικά της πατρικής και μητρικής της οικογένειας. Πέθανε 98 χρονών, στην Αθήνα το 1990.

[Τα βιογραφικά στοιχεία αντλήθηκαν από το υλικό του αρχείου. Τα γενεαλογικά και βιογραφικά στοιχεία στο αρχείο αφθονούν και αποτελούν το κυρίως περιεχόμενό του, ώστε οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει ανατρέξουν για πληρέστερες βιογραφικές πληροφορίες στο ίδιο το υλικό].

Αθηνογένη, οικογένεια

  • Family

Γεώργιος και Μαρία Αθηνογένη
Ιωάννης Γ. Αθηνογένης
Στέφανος Γ. Αθηνογένης
Γεώργιος Ι. Αθηνογένης

Ιατρίδη, οικογένεια

  • Family

Η οικογένεια Ιατρίδη καταγόταν από τον Πύργο Ηλείας. Τα μέλη της ωστόσο έμειναν το μεγαλύτερο διάστημα στην Αθήνα

Θεοδωράκη, οικογένεια

  • Family

Η οικογένεια Θεοδωράκη ήταν από τις ναυτικές οικογένειες προυχόντων της Ύδρας. Τα αδέλφια Δημήτριος και Αναστάσιος συγκαταλέγονταν στους πλοιοκτήτες και χορηγούς του ναυτικού αγώνα στην Ελληνική Επανάσταση.
Ο Δημήτριος Αναγνώστου Θεοδωράκης είχε παντρευτεί την Πετρούλα Οικονόμου με την οποία είχαν αποκτήσει επτά παιδιά: 1) τον Θεόδωρο, που σπούδασε Νομικά στη Γαλλία 2) τον Αναστάσιο, σύζυγο Σμαράγδας Τομπάζη που σπούδασε Ιατρική στη Γαλλία 3) τον Ιωάννη 4) τον Νικόλαο 5) την Κονδύλω, σύζυγο Γεωργίου Αντωνιάδη 6) την Ελένη, σύζυγο Δημοσθένη Τζιβανόπουλου και 7) την Ανέζω, σύζυγο Β. Κοκονέζη.
Ο γιατρός Αναστάσιος Θεοδωράκης (†1898) είχε αποκτήσει με τη Σμαράγδα Τομπάζη πέντε παιδιά: την Ελένη (σύζυγο Κων. Λάμπρου), την Ευφροσύνη (σύζυγο Γεωργίου Λιόλιου), την Άννα (σύζυγο Γεωργίου Κακουλίδη), τον Δημήτριο (σύζυγο Αναστασίας Καζούλη †1956) και τον Γεώργιο.
Ο Δημήτριος Αν. Θεοδωράκης (Αθήνα 1868-Αλεξάνδρεια 1953) ήταν δισέγγονος του ναυάρχου Ιάκωβου Τομπάζη. Μετά το Γυμνάσιο μπήκε στη Σχολή Δοκίμων και στη συνέχεια υπηρέτησε στο Πολεμικό Ναυτικό μέχρι το 1898, οπότε και παραιτήθηκε έχοντας το βαθμό του αντιπλοιάρχου. Παντρεύτηκε την Αναστασία κόρη του επιχειρηματία Νικολάου Καζούλη από τη Ρόδο και το 1900 εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο όπου και ανέλαβε τη διεύθυνση του βαμβακεμπορικού οίκου του πεθερού του μέχρι το 1912. Διετέλεσε αντιπρόεδρος και επίτιμος πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας, προϊστάμενος της Εφορείας των Σχολείων, πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλελευθέρων, της Ελληνικής Λέσχης, ιδρυτής του Ναυτικού Ομίλου και ένας από τους ιδρυτές του Ελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, του οποίου διετέλεσε αντιπρόεδρος και πρόεδρος (1903-1921). Μετά την απελευθέρωση της Χίου το 1912, διορίστηκε από τον Βενιζέλο στρατιωτικός διοικητής του νησιού και το 1920 εξελέγη βουλευτής Ύδρας χωρίς όμως να ασχοληθεί με την πολιτική πέραν της συγκεκριμένης βουλευτικής περιόδου. Δραστήριο μέλος της παροικίας προσέφερε πολλές υπηρεσίες και χρηματικές δωρεές με αποτέλεσμα η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας να τον ονομάσει εν ζωή Μέγα Ευεργέτη. Γιοι του ήταν ο Αναστάσιος (Ύδρα 1902 - Αθήνα 1976), ο οποίος διετέλεσε Κοινοτικός Επίτροπος και Σύμβουλος του Ελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου Αλεξανδρείας και ο Νικόλαος (Κάιρο 1910 - Αθήνα 1987), δικηγόρος με σπουδές στην Ελβετία, ο οποίος διετέλεσε Επίτροπος της Ελληνικής Κοινότητας Ιβραημίας. Ο Νικόλαος ήταν άγαμος ενώ ο αδελφός του Αναστάσιος παντρεύτηκε την Άννα Ευστρατιάδη (Κάιρο 1910 – Αθήνα 1977), κόρη του Διονυσίου και της Ευτέρπης, με την οποία δεν απέκτησαν παιδιά. Και τα δύο αδέλφια εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Αθήνα το 1973 και κατοίκησαν στην οδό Δορυλαίου 22.

[Τα βιογραφικά στοιχεία προέρχονται από τεκμήρια του αρχείου και από άρθρο με αφορμή το θάνατο του Δημ. Α. Θεοδωράκη στο «Δελτίο του Ελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου», 1953].

Οικονομίδη, οικογένεια

  • Family

[Το σημείωμα που ακολουθεί βασίζεται μόνο σε όσα στοιχεία συνάγονται, με αρκετή δυσκολία και πολλά κενά, από τα τεκμήρια του αρχείου, γι’αυτό και οι βιογραφικές πληροφορίες είναι ελλειπείς.]

Ο ιερέας Δημήτρης Σαμιώτης οικονόμος Σκύρου και ο δάσκαλος Γεώργιος, ήταν γιοί του επισκόπου Σκύρου παπά-Σταμάτη Σαμιώτη. Ο παπά- Δημήτρης Οικονόμος παντρεύτηκε την Ευφροσύνη, κόρη του Μανώλη Γιάνναρη και απέκτησε τρεις γιους τον Σταμάτη, τον Γεώργιο και τον Μανώλη. Ήταν πληρεξούσιος της κοινότητας Σκύρου το 1828. Πέθανε το 1860. Ο Σταμάτης (1818-1886) και ο Γεώργιος παρακολούθησαν το Γυμνάσιο στην Αθήνα. Ο Σταμάτης διορίστηκε το 1846 στο Πρωτοδικείο της Αθήνας και στη συνέχεια υπηρέτησε ως γραμματέας των Ειρηνοδικείων Κύμης και Καρύστου (1848-1855), ο δε Γεώργιος διορίστηκε στο Ειρηνοδικείο Σκιάθου το 1852. Ο Σταμάτης παντρεύτηκε την Μαρία, κόρη του δημογέροντα και κτηματία Ιωάννη Αυλωνίτη, και απέκτησε δύο γιους: τον Δημήτριο και τον Εμμανουήλ. Η οικογένεια ήταν προσκείμενη πολιτικά στον βουλευτή Ευβοίας Α.Α.Κοντόσταυλο. Ο Δημήτριος (1853-1920;) σπούδασε γιατρός στην Αθήνα, εργάστηκε ως δημαρχιακός γιατρός της οθωμανικής κυβερνήσεως στο Βαϊνδάριο της Μικράς Ασίας (1879-1881) και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Σκύρο, όπου εργάστηκε και ασχολήθηκε με την οικογενειακή κτηματική περιουσία. Παντρεύτηκε το 1882 την Ευφροσύνη (;) και απέκτησε δύο γιους τον Σταμάτη (δικηγόρο και βουλευτή Ευβοίας το 1926 και 1932), τον Γεώργιο (γιατρό) και δύο κόρες την Άννα (σύζυγο Δ.Παύλου) και την Μαριγώ. Ο Εμμανουήλ παρακολούθησε το Γυμνάσιο στην Αθήνα και στη Σύρο, όπου έμαθε γαλλικά και διπλογραφία και το 1876 πήγε στη Σμύρνη όπου εργάστηκε σε εμπορικό κατάστημα. Το 1888 επέστρεψε, παντρεύτηκε την Καλλιόπη (;) και εργάστηκε ως έμπορος στην Κύμη. Είχε τρία παιδιά: τον Σταμάτη που έγινε γιατρός, την Μαρία που πέθανε μικρή και την Αμαλία.

Δεληγεώργη, οικογένεια

  • Family

Το αρχείο της οικογένειας Δεληγεώργη μας δίνει τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε την πορεία και εξέλιξη της οικογένειας από τον πάππο Μήτρο Δεληγεώργη και τον μετεπαναστατικό και οθωνικό περίγυρο στον οποίο έζησε και έδρασε, μέχρι τον εγγονό του Αλέξανδρο, γέννημα και θρέμμα μιας αστικής πλέον οικογένειας με μεγάλη κτηματική περιουσία και πολιτικές καταβολές, ο οποίος βρέθηκε την περίοδο του Μεσοπολέμου σε δεινή οικονομική κατάσταση. Ο κύκλος της ενασχόλησης της οικογένειας με την πολιτική διεκόπη με τον θάνατο του Επαμεινώνδα το 1879 και έκλεισε γύρω στο 1900, όταν ο αδελφός του Λεωνίδας αποσύρθηκε οριστικά από την πολιτική. Ο κύκλος των κτηματικών εισοδημάτων της οικογένειας του Λεωνίδα στη Θεσσαλία, έκλεισε με την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών το 1920. Τα δύο αγόρια της τρίτης γενεάς, γόνοι πολιτικών και γαιοκτημόνων ασχολήθηκαν, περνώντας για ένα διάστημα από το υπουργείο Εξωτερικών, ο πρωτότοκος Επαμεινώνδας (που πέθανε πολύ νέος) με την ποίηση και τα γράμματα, ο μικρότερος Αλέξανδρος, ως δημόσιος υπάλληλος, με τη Βιβλιοθήκη της Βουλής.

Δημήτριος (Μήτρος) Δεληγεώργης (1785-1860)

Ο Μήτρος Δεληγεώργης, φρούραρχος Μεσολογγίου στις πολιορκίες της πόλης από τους Τούρκους, κατόρθωσε μετά την ηρωϊκή έξοδο των Μεσολογγιτών (10 Απριλίου 1826) να καταφύγει με τους διασωθέντες στρατιώτες του στο Ναύπλιο, όπου το 1826 διορίστηκε φρούραρχος στο Μπούρτζι και το 1828 ανέλαβε με εντολή του Ι.Καποδίστρια τη αρχηγία της Ενόπλου Εκτελεστικής Δυνάμεως της Πελοποννήσου. Στη διάρκεια της βασιλείας του Όθωνα προσέφερε τις υπηρεσίες του στην καταδίωξη της ληστείας και στην επιβολή της τάξης, διοριζόμενος και προβιβαζόμενος στη Χωροφυλακή και στον Στρατό:

1833 Ταγματάρχης Χωροφυλακής

1838-39 Αρχηγός των Μεταβατικών Σωμάτων Δυτικής Ελλάδας

1840 Αρχηγός των Μεταβατικών Σωμάτων όλης της Πελοποννήσου

1840 (τέλος) Αρχηγός στρατευμάτων Φθιώτιδας προς καταδίωξη της αποστασίας των Βελέντζα

1844 Αρχηγός των στρατευμάτων Αχαϊοήλιδος, Αρχηγός Χωροφυλακής, Αρχηγός Στρατευμάτων της Δυτικής Ελλάδας και της Αχαϊοήλιδος

1845 Αρχηγός των στρατευμάτων κατά της αποστασίας της Λακωνίας

1847 Αρχηγός των στρατευμάτων κατά της αποστασίας του Θ.Γρίβα

1848 (Φεβρ.) Παύεται από τη θέση του Αρχηγού της Χωροφυλακής και διορίζεται νομοεπιθεωρητής Αργολίδος

1849-1850 Αρχηγός των στρατευμάτων Πελοποννήσου

1853 Παύεται από νομοεπιθεωρητής και μετατίθεται στην Φάλαγγα

1854 (Μάιος) Αρχηγός Στρατευμάτων Δυτικής Ελλάδας

1855 Επανήλθε στη Φάλαγγα.

Ο Μήτρος Δεληγεώργης ακολούθησε όπως οι περισσότεροι αγωνιστές και καπεταναίοι της Επανάστασης, την πορεία και την τύχη όσων εντάχθηκαν στον οθωνικό τακτικό στρατό και ανέπτυξαν προσωπικούς και πολιτικούς δεσμούς με τους κομματικούς παράγοντες. Στρατηγός το 1825, πέθανε συνταγματάρχης της Φάλαγγας, του τιμητικού αυτού σώματος των αγωνιστών που δημιουργήθηκε το 1835, έχοντας προικοδοτηθεί με εθνικές γαίες στην περιοχή της πατρίδας του.

Ο Μήτρος είχε παντρευτεί την Χρυσάϊδω Μπενεδέτου από την Ιθάκη με την οποία απέκτησαν πέντε παιδιά: την Πηνελόπη, σύζυγο Αθ.Ν.Δροσίνη, την Μαρία, σύζυγο Φιλάρετου, τον Επαμεινώνδα (πολιτικό και πρωθυπουργό), σύζυγο της Ξανθής Λ. Γιουρδή, τον Θεμιστοκλή, και τον Λεωνίδα, σύζυγο της Θεανώς Χρηστάκη Ζωγράφου.

Μνημείο με την προτομή του έχει στηθεί στον Κήπο των Ηρώων στο Μεσολόγγι, τα δε όπλα του (καρυοφίλια, πιστόλι, γιαταγάνια, πάλα) και αντικείμενα που του ανήκαν ( παλάσκες, φέρμελη, γιλέκα, σελάχι, φουστανέλλα) δωρήθηκαν το 1924 από τον γιο του Λεωνίδα στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος.

Επαμεινώνδας Δ. Δεληγεώργης (1829-1879)

Γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1829. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στην Τρίπολη και στο Μεσολόγγι, ενώ ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές και πανεπιστημιακές σπουδές του στην Αθήνα, σπουδάζοντας Νομικά. Άρχισε να δικηγορεί το 1850, ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν έγινε το ίνδαλμα της φιλελεύθερης “χρυσής νεολαίας". Εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής Μεσολογγίου το 1859 και τάχθηκε ανοιχτά κατά της δυναστείας, με αποτέλεσμα να αποκλεισθεί από τη Βουλή ως αντιπολιτευόμενος, και μετά την επανάσταση του Ναυπλίου να συλληφθεί και εξοριστεί στην Κύθνο και Μύκονο. Υπουργός Δημοσίας Εκπαιδεύσεως στην πρώτη κυβέρνηση μετά την έξωση του Όθωνα (Οκτ.1862), πρωθυπουργός ολιγοήμερων κυβερνήσεων τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 1865, ανέλαβε το 1866 υπουργός Εξωτερικών και προσωρινός υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Δ.Βούλγαρη. Αρχηγός του δικού του πολιτικού κόμματος, τέσσερεις φορές πρωθυπουργός από το 1870 έως τον θάνατό του (1870, 1872, 1876, 1877), διέθετε μεγάλη δημοτικότητα και ρητορικές ικανότητες. Ο Επαμεινώνδας Δεληγεώργης αποσύρθηκε από την πολιτική στις αρχές του 1878 και ένα χρόνο αργότερα πέθανε σε ηλικία 50 ετών. Παντρεύτηκε την Ξανθή, κόρη του Υδραίου Λαζάρου Γιουρδή, με την οποία απέκτησαν πέντε παιδιά: τον Δημήτριο, την Πηνελόπη, την Λίζα (σύζυγο Μ.Μαλακάση), την Μαρία και τον Κωνσταντίνο.

Λεωνίδας Δ. Δεληγεώρης (1839-1928) - Θεανώ Λ. Δεληγεώργη (1858-1922)

Ο Λεωνίδας, μικρότερος γιος του Δημητρίου και της Χρυσάϊδως Δεληγεώργη, γεννήθηκε στο Μεσολόγγι το 1839. Μαθητής της Σχολής των Παλαμάδων, σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Στα φοιτητικά του χρόνια ακολουθώντας την πολιτική του αδελφού του Επαμεινώνδα, έλαβε μέρος στις αντι-οθωνικές εξεγέρσεις της νεολαίας και υπήρξε συντάκτης της εφημερίδας Το Μέλλον της Πατρίδας. Την εποχή που ο αδελφός του δημιούργησε πολιτικό κόμμα, ο Λεωνίδας ανέλαβε τη διεύθυνση του δημοσιογραφικού οργάνου του Εφημερίς των Συζητήσεων, όπου πραγματεύθηκε πολιτικά και οικονομικά θέματα υποστηρίζοντας αντισλαυϊκή πολιτική. Μετά τον θάνατο του αδελφού του, πολιτεύθηκε στο Μεσολόγγι ως αντίπαλος του Χ.Τρικούπη, παραμένοντας ανεξάρτητος στη Βουλή, ενώ το 1890 συμμετείχε στην κυβέρνηση Θ.Δεληγιάννη ως υπουργός Εξωτερικών. Το 1902 αποσύρθηκε οριστικά από την πολιτική για λόγους υγείας και ασχολήθηκε με την πλούσια βιβλιοθήκη του και τη συγγραφή οικονομικών μελετών.

Παντρεύτηκε τη Θεανώ, κόρη του Ηπειρώτη τραπεζίτη και μεγαλοκτηματία Χρηστάκη Ζωγράφου, που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1858 και πέθανε στο Μεράν της Ελβετίας το 1922. Η Θεανώ είχε άλλα τέσσερα αδέλφια: τον Σόλωνα, τη Μαρία (1847-1901), σύζυγο Κωνσταντίνου Καραπάνου, τη Σοφία, σύζυγο Αλέξανδρου Ρώμα και τον Γεώργιο (1863-1920), βουλευτή, υπουργό Εξωτερικών και αρχηγό της κίνησης Αυτονομίας της Ηπείρου το 1914.

Ο Λεωνίδας και η Θεανώ απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τον Επαμεινώνδα, τη Σοφία, τη Δώρα, σύζυγο Κωνσταντίνου Βάσου και τον Αλέξανδρο. Πέθανε στην Αθήνα το 1928.

Σοφία Λ. Δεληγεώργη (1880-1938)

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του 1880 και έζησε για μεγάλα διαστήματα στη Γαλλία, Γερμανία και στην Ελβετία. Η Σοφία ενδιαφέρθηκε για την ποίηση και τα λογοτεχνικά κινήματα της εποχής καθώς και για την προβολή του έργου και της προσωπικότητας του πρόωρα χαμένου αδελφού της Νώντα. Παρ’ότι έπασχε από φυματίωση και νοσηλεύτηκε συχνά σε σανατόρια της Γερμανίας (το 1904 με τον αδελφό της Νώντα) και της Ελβετίας (Leysin), εργάστηκε με αυτοθυσία ως αδελφή νοσοκόμα του Ερυθρού Σταυρού στους Βαλκανικούς Πολέμους και στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Στο Εσκί-Χισάρ άλλωστε, το 1921 αναγκάστηκε να νοσηλευτεί η ίδια μαζί με τους τραυματισμένους στρατιώτες, διότι η υγεία της ήταν σε κακή κατάσταση.

Έμεινε ανύπαντρη και έζησε μαζί με τον αδελφό της Αλέξανδρο στο πατρικό τους σπίτι, αντιμετωπίζοντας σοβαρή οικονομική στενότητα, μέχρι το θάνατό της που επήλθε στις 13 Ιουλίου 1938.

Επαμεινώνδας Λ. Δεληγεώργης (1883-1908)

Ο Επαμεινώνδας (Νώντας) γεννήθηκε στο Παρίσι το 1883. Μαθητής παρισινού κολλεγίου το 1896-1899, πήγε στη Δρέσδη της Γερμανίας το 1900 με προοπτική να παρακολουθήσει τα μαθήματα του Πολυτεχνείου. Επέλεξε τελικά τη νομική επιστήμη σπουδάζοντας στα Πανεπιστήμια του Μονάχου, της Λειψίας και της Χαϊδελβέργης. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του με τη συγγραφή διδακτορικής διατριβής με θέμα “Die Kapitulationes der Turkei" και το 1906 επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου εργάστηκε για δύο χρόνια ως ακόλουθος στο υπουργείο Εξωτερικών, αρθρογραφώντας τακτικά για την πολιτική κατάσταση των Βαλκανίων στη γαλλική εφημερίδα Le Gaulois καθώς και στην εφημερίδα του Σπ.Παππά Le Monde Hellenique.

Ο Νώντας Δεληγεώργης ασχολήθηκε στο σύντομο πέρασμά του από την ζωή με τα γράμματα και την ποίηση, αφήνοντας σε όλους τους συνεργάτες του τις καλύτερες εντυπώσεις ενός λαμπρού και πολλά υποσχόμενου νέου. Έγραψε δύο αξιόλογες μελέτες για τον Α.Καρκαβίτσα και τον Αλ.Παπαδιαμάντη που δημοσιεύθηκαν στο Νέον Άστυ και στην Monde Hellenique και μία συλλογή ποιημάτων με τίτλο “Rythmes du Reve et de la Mort" και πρόλογο του Jean Moreas, που εκδόθηκε από τον Vanier στο Παρίσι, λίγο μετά τον θάνατό του. Ο απροσδόκητος θάνατος του Νώντα, σε ηλικία μόλις 25 ετών, από τυφοειδή πυρετό, βύθισε στο πένθος, τον Νοέμβριο του 1908, την οικογένειά του και τους φιλολογικούς κύκλους που είχαν γνωρίσει τον ίδιο και το έργο του. Ενδιαφέρουσες μαρτυρίες και κρίσεις για το έργο του νέου ποιητή έγραψαν οι Κ.Παλαμάς, Μ.Μαλακάσης, Κ.Ουράνης, Σπ.Παππάς, Δ.Κακλαμάνος και ο Α.Ανρεάδης.

Δώρα Λ. Δεληγέωργη (1888-1966)

Παντρεύτηκε το 1916 τον αξιωματικό του Στρατού και γιο του Τιμολέοντα Βάσου, Κωνσταντίνο Βάσο (1886-1963) με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά: τον Αλέξανδρο και την Αλμερή (Άλμα), σύζυγο Ιωάννη Τσερέζολε.

Αλέξανδρος Λ. Δεληγεώργης (1890-1940)

Το τελευταίο παιδί του Λεωνίδα και της Θεανώς Δεληγεώργη γεννήθηκε το 1890. Ο Αλέξανδρος (Αλέκος), έδωσε εξετάσεις και μπήκε στο υπουργείο Εξωτερικών το 1910, ενώ στους Βαλκανικούς πολέμους υπηρέτησε ως δεκανέας. Το 1921 ήταν διπλωματικός υπάλληλος στην πρεσβεία της Ρώμης και το 1922 μετατέθηκε ως επιτετραμμένος στη Χάγη, όπου παρέλαβε την ελληνική πρεσβεία από τον Σπ. Λεβίδη. Εργάστηκε επίσης ως τμηματάρχης στη Βιβλιοθήκη της Βουλής, απ’όπου συνταξιοδοτήθηκε το 1938. Πέθανε άγαμος στην Αθήνα στις 16 Ιουνίου 1940. Ο Αλέκος είχε, ως νέος, αδυναμία στις γυναίκες, στο ποτό και στα χαρτιά, ενώ η ζωή που έκανε ο ίδιος και οι παρέες του, στεναχωρούσε ιδιαίτερα του γονείς του. Επηρεασμένος από τις λαμπρές λογοτεχνικές ικανότητες και το έργο του αδελφού του Νώντα, αποπειράθηκε και ο ίδιος να ασχοληθεί με το γράψιμο.

Τσουδερού, οικογένεια

  • Family

Εμμ. Τσουδερός (1882-1956). Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Διετέλεσε πρωθυπουργός της εξόριστης κυβερνήσεως κατά τα έτη 1941-1944. Μέλη της οικογένειας Τσουδερού διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις υποθέσεις της Κρήτης κατά τη διάρκεια 19ου – 20ου.

Οικονόμου, οικογένεια

  • Family

Ο Νικόλαος Οικονόμος ήταν πρόκριτος και καραβοκύρης της Ύδρας την εποχή του Αγώνα. Ο Αναστάσιος Ν. Οικονόμος έγινε επανειλημμένα δήμαρχος του νησιού μεταξύ 1859-1890.

Γούλενου, οικογένεια

  • Family

Τα αδέρφια Γιωργάκης, Θεόδωρος και Γιαννάκης Γούλενος έπαιξαν ρόλο στις μάχες κατά του Δράμαλη και αλλού στο Μοριά. Ο Γιαννάκης υπήρξε σε μερικές Εθνοσυνελεύσεις πληρεξούσιος Πραστού και κατόπιν δήμαρχος στο Λεωνίδιο.

Χρηστομάνου, οικογένεια

  • Family

Ο Αναστάσιος Χρηστομάνος γεννήθηκε στη Βιέννη το 1841. Σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Βιέννης, της Καρλσρούης και της Χαϊδελβέργης και το 1861 αναγορεύθηκε διδάκτορας. Παντρεύτηκε την κόρη του βαυαρού αυλικού γιατρού Λινδερμάγερ και απέκτησε δύο παιδιά: τον Αντώνιο Χρηστομάνο και τον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο.
Διετέλεσε διευθυντής χημικών εργαστηρίων μεγάλων εργοστασίων στην Φραγκφούρτη και τη Μόσχα. Το 1862 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, προσκεκλημένος από τον υπουργό Παιδείας Επαμ. Δεληγεώργη. Το επόμενο έτος διορίστηκε υφηγητής της χημείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1866 προβιβάσθηκε σε τακτικό καθηγητή της γενικής χημείας. Παράλληλα εξελέγη καθηγητής Φυσικής στο Πολυτεχνείο. Το 1897 χρημάτισε πρύτανης του Πανεπιστήμιου.
Οργάνωσε τις χημικές σπουδές στην Ελλάδα και το 1883 ίδρυσε το Χημείο του Πανεπιστημίου. Μελέτησε τον ακριβή προσδιορισμό του ειδικού βάρους του αργύρου, τις μεθόδους προσδιορισμού μετάλλων της ομάδας των αλκαλίων και τη σύνθεση του διφαινυλίου και των ελληνικών χρωμιτών. Ανέλαβε πολλές αποστολές της κυβέρνησης και αντιπροσώπευσε το πανεπιστήμιο σε επιστημονικά συνέδρια. Το 1866 ανακάλυψε στην Θήρα ίχνη προϊστορικών κατοικιών. Πέθανε στην Αθήνα το 1906.
Από τα έργα του γνωρίζουμε τα εξής: Αναλυτικοί πίνακες (1885), Στοιχεία χημείας, Ανόργανος και οργανική χημεία (2 τ. 1887) και Εισαγωγή εις την χημείαν (1891).
[Πηγές: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία, Αθήνα, Πυρσός, τομ. ΚΔ΄· Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983, τομ. 9Β]

Ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος, γιος του Αναστασίου Χρηστομάνου, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1867. Από μικρός έπασχε από κύφωση. Το 1884 ενεγράφη στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά την εγκατέλειψε στο τρίτο έτος, για να σπουδάσει φιλολογία στην φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Βιέννης. Το 1887 δημοσίευσε την μελέτη: Γενεαλογικά μελετήματα Α΄. Το γένος Λίμπονα εξ ανεκδότου πραγματείας: Το αθηναϊκόν αρχοντολόγιον και ο βυζαντινισμός εν Αθήναις/ Ελλάδι. Το 1891 αναγορεύθηκε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Ίνσμπουρκ. Ο τίτλος της διατριβής του ήταν Περί των Βυζαντινών θεσμών εν τω Φραγκικώ Δικαίω. Κατά το διάστημα 1891-1893 διετέλεσε αποσπασματικά δάσκαλος ελληνικών και συνοδός της αυτοκράτειρας της Αυστρίας Ελισάβετ. Τότε έλαβε την αυστριακή υπηκοότητα και τον τίτλο του Βαρώνου και του Ιππότου του τάγματος του Φραγκίσκου Ιωσήφ. Μέλος της Εραλδικής Εταιρείας στη Βιέννη, εργάσθηκε εθελοντικά για μερικούς μήνες στην Βιβλιοθήκη του Βατικανού στη Ρώμη. Εκεί ασπάσθηκε το καθολικό δόγμα και μόνασε για πέντε μήνες (Νοέμβριος 1892-Μάρτιος 1893) στο μοναστήρι του Μόντε Κασσίνο. Ανήκε στην ιδρυτική ομάδα του περιοδικού Wiener Rundschau (1892). Το 1895 διορίσθηκε λέκτορας των Νέων Ελληνικών στην Βιέννη και καθηγητής στο Ινστιτούτο Ανατολικών Γλωσσών. Αναγκάσθηκε να παραιτηθεί τον Δεκέμβριο του 1898, όταν με την έκδοση του βιβλίου του Tagebucher (Φύλλα ημερολογίου) προκάλεσε την δυσαρέσκεια της Αυλής και την απαγόρευση του έργου από την λογοκρισία. Το πεζογράφημα μεταφράστηκε στα γαλλικά, τα ιταλικά και αργότερα στα ελληνικά, με τίτλο: Το βιβλίο της αυτοκράτειρας Ελισάβετ, φύλλα ημερολογίου (1911). Θέμα του βιβλίου αποτελούσαν οι συναντήσεις του αφηγητή, με την αυτοκράτειρα Ελισάβετ, γνωστή ως Πριγκίπισσα Σίσσυ. Ο Χρηστομάνος εγκατέλειψε οριστικά την Αυστρία, ταξίδεψε στο Παρίσι, την Νεάπολη, την Μασσαλία, την Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Εκείνη την εποχή έγραψε και το μοναδικό ποιητικό του έργο: Orphische Lieder (Ορφικά τραγούδια, 1899). Το 1901 ίδρυσε το θέατρο «Νέα Σκηνή», εργαζόμενος ο ίδιος ως σκηνοθέτης. Ανέβασε έργα των Ίψεν, Τολστόι, Γκολντόνι, Τουργκένιεφ, και των ελλήνων Καμπύση, Ξενόπουλου και Μ. Αυγέρη. Παρουσίασε επίσης πολλές ελαφρές κωμωδίες και έργα του γαλλικού Βουλεβάρδου. Η «Νέα Σκηνή» έκλεισε το 1905 λόγω οικονομικών δυσκολιών. Στα θεατρικά του έργα συγκαταλέγονται: το ονειρόδραμα Die graue Frau (1898, στα ελληνικά: Η σταχτυά γυναίκα χ.χ.), Τα τρία φιλιά· Τραγική σονάτα σε τρία μέρη (παίχθηκε το 1909 από το θέατρο της Μαρίκας Κοτοπούλη) και η τρίπρακτη αθηναϊκή ηθογραφία Ο Κοντορεβυθούλης (1909). Το 1911 δημοσίευσε το δεύτερό του πεζογράφημα: Η κερένια κούκλα· Αθηναϊκό μυθιστόρημα, το οποίο διασκευάστηκε σε θεατρικό από τον Παντ. Χορν το 1915. Ο Κ. Χρηστομάνος πέθανε στην Αθήνα το 1911, σε ηλικία 44 ετών.
Άφησε ανέκδοτες τις μεταφράσεις των τραγωδιών Αντιγόνη και Άλκηστις. Η τελευταία είχε πραγματοποιηθεί σε συνεργασία με τον Ηλ. Π. Βουτιερίδη και αποτέλεσε το πρώτο αρχαίο δράμα που παίχθηκε μεταφρασμένο στην δημοτική. Στα ανέκδοτα συγκαταλέγονταν και τα γερμανικά έργα: Η αυλιτρίς και Η ζωή.
[Πηγές: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία, Αθήνα, Πυρσός, τομ. ΚΔ΄· Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983, τομ. 9Β· Κωνσταντίνος Χρηστομάνος, http://el.wikipedia.org/wiki/, τελευταία επίσκεψη: 17/10/2006· Το βιβλίο στην Ελλάδα. Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών. Χρηστομάνος Κωνσταντίνος http://book.culture.gr/1935/detail.asp?ID=414, τελευταία επίσκεψη: 17/10/2006· Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο 1900-1914, Αθήνα, Σοκόλης, τομ. ΙΑ]

Αμπελά-Τερέντσιο, οικογένεια

  • Family

Τα στοιχεία που αντλούνται από το αρχείο για τα πρόσωπα της οικογένειας του Τιμολέοντος Αμπελά είναι τα εξής: Ο παππούς από την πλευρά του πατέρα του, Χριστόδουλος Ζέζος, επονομάστηκε Αμπελάς, λόγω των αμπελοκαλλιεργειών του, και καταγόταν από την Κερπινή Καλαβρύτων. Είχε παντρευτεί την Ρόιδα Μέγαρη και απέκτησαν τέσσερα παιδιά (Δημήτριος, Τριαντάφυλλος, Κωνσταντίνος, Αγγελική). Ο Τριαντάφυλλος έγινε συνταγματάρχης πεζικού και απέκτησε τρεις γιους (Χρήστος, Κωνσταντίνος, Λεωνίδας) και δύο κόρες (Καλλιόπη, Παρασκευή). Ο Δημήτριος Αμπελάς, πατέρας του Τιμολέοντος, έλαβε μέρος στην ελληνική επανάσταση, διορίστηκε γραμματέας του υπουργείου Ναυτικών, γενικός διευθυντής των ελληνικών ταχυδρομείων, επιθεωρητής των τελωνείων και τέλος κεντρικός πράκτορας και ταμίας της εν Σύρω Ελληνικής Ατμοπλοΐας (1857-1875). Ο Δημήτριος Αμπελάς παντρεύτηκε την Αικατερίνη Περίδη από την Τήνο και απέκτησαν πέντε παιδιά (Μεγακλής, Τιμολέων, Αλέξανδρος, Αιμιλία, Βιργινία). Πέθανε στην Αθήνα το 1887. Η σύζυγός του, Αικατερίνη Αμπελά, πέθανε το 1899. Η Βιργινία παντρεύτηκε τον βέλγο Ιούλιο Πιερράρ, οργανωτή των ελληνικών ταχυδρομείων και πέθανε το 1908. Ο Αλέξανδρος πέθανε το 1917 και η Αιμιλία το 1875.
Ο Τιμολέων Αμπελάς γεννήθηκε στην Πάτρα στις 4.5.1849 και πέθανε στην Αθήνα στις 26.8.1926. Τις εγκύκλιες σπουδές του ξεκίνησε στην Αθήνα και ολοκλήρωσε στην Ερμούπολη. Σπούδασε στη νομική σχολή και διορίστηκε ως δικηγόρος στη Σύρο (1872), στη συνέχεια ως πρωτοδίκης στη Χαλκίδα (1877) και υπηρέτησε εκεί καθώς και στην Ζάκυνθο, την Αθήνα, την Λευκάδα, την Κέρκυρα και την Λάρισα (1895). Το 1901 έγινε πρόεδρος πρωτοδικών και το 1904 εφέτης στην Πάτρα. Λίγο πριν τη συνταξιοδότησή του, έπαιξε ενεργό ρόλο ως ανακριτής στη δίκη εναντίον του Α. Δελμούζου και άλλων για τα λεγόμενα «αθεϊκά» του Βόλου. Κατά τα έτη 1876-1877 είχε αναλάβει τη διεύθυνση της εφημερίδας Εθνοφύλαξ και κατά τα 1921-1922 εργάστηκε ως ανταποκριτης της εφημερίδας Ατ-λαντίς της Νέας Υόρκης.
Ο Τιμολέων Αμπελάς υπήρξε κυρίως δραματικός συγγραφέας που κινήθηκε στο πλαίσιο των πανεπιστημιακών και άλλων λογοτεχνικών διαγωνισμών. Ήδη ως μαθητής Γυμνασίου στην Ερμούπολη είχε συγγράψει τα Η άλωσις της Τροίας, Βασιλέας Νίσος (δράμα), Αβδηριάς (κωμωδία, υποβλήθηκε σε πανεπιστημιακό διαγωνισμό του 1869), Ιερός Λόχος (αναφέρεται ότι δημοσιεύθηκε στη Σύρο), Μάρτυρες του Αρκαδίου (αναφέρεται ότι αρχικά δημοσιεύθηκε σε επιφυλλίδα της εφ. Πατρίς και στη συνέχεια αυτοτελώς). Το 1870 υπέβαλε σε διαγωνισμούς τα δράματα: Έβρος ο Θραξ, Νέρων, Βιργινία η Ρωμαία (αναφ. ότι δημοσιεύθηκε στη Σύρο το 1871). Το 1871 (;) υπέβαλε τα: Πέτρος Γανδανόλης, Λέων Καλλέργης, Κρήτες και Βενετοί. Το 1876 βραβεύτηκε σε διαγωνισμό του φιλολογικού συλλόγου Παρνασσός το δράμα του Κλεοπάτρα το οποίο ξαναέγραψε και εξέδωσε μαζί με μελέτη του για τον βίο της το 1914. Το δράμα Αρτεμησία βραβεύτηκε στον α΄ ποιητικό διαγωνισμό της Εταιρίας των Φιλοτέχνων (1895) ενώ στον Λασσάνειο διαγωνισμό βραβεύτηκαν η κωμωδία του Φάιβ ο κλοκ (1903) και Σκλήραινα (1904). Ο πρίγκηψ του Μωρέως βραβεύτηκε σε διαγωνισμό του 1905 (είχε επαινεθεί σε προηγούμενο διαγωνισμό με τίτλο Λέων Χαμάρετος). Συνέγραψε πλήθος ακόμα δραμάτων και κωμωδιών, κάποια από τα οποία απέσπασαν επαίνους σε διαγωνισμούς. Οι ποιητικές του συλλογές Φθόγγοι, Κογχύλαι, Χρώματα, Στιχοδέσμη είχαν επίσης υποβληθεί σε διαγωνισμούς όπως και η τελευταία συλλογή του Στίχοι (1920). Ανάμεσα στις δημοσιεύσεις του σε περιοδικά και ημερολόγια (περιοδικά Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρθενών, Ιλισσός, ημερολόγια Περρή-Βάμπα, Ασωπίου, Κορομηλά, ημερολόγιον των Φιλοτέχνων) και σε εφημερίδες συγκαταλέγονται ιστορικά διηγήματα, άρθρα, χρονογραφήματα, κριτική θεάτρου κ.λπ. Είχε επίσης συντάξει μελέτες όπως Ιστορία της νήσου Σύρου, Ιστορία του ελληνοβουλγαρικού πολέμου, «Η γεωργία εν Ελλάδι», «Περί προαγωγής της εν Ελλάδι τεχνικής βιομηχανίας», «Περί εργασίας εν Ελλάδι» κ.ά.
Ήταν ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου Παρνασσός, της Εταιρείας Φιλοτέχνων, της Εταιρείας Θεατρικών συγγραφέων, της εν Πάτραις Σχολής των απόρων παίδων, της εν Πάτραις φιλοδραματικής εταιρείας και μέλος άλλων συλλόγων. Παρασημοφορήθηκε με τον αργυρό σταυρό του τάγματος του Σωρήρος (1895), τον χρυσό σταυρό των ιπποτών του βασιλικού τάγματος του Σωτήρος (1906) και το 1922 προήχθη σε ταξιάρχη του τάγματος του Γεωργίου Α΄.
Παντρεύτηκε (26.4.1886) την Ασπασία Δ. Αθανασίου, χήρα Χ. Φαρλόπουλου, και απέκτησαν πέντε παιδιά (Δημήτριος, Φαίδων, Λέων, Ιουλία, Έλλη). Ο Δημήτριος Αμπελάς (1887-1973) σπούδασε στη νομική σχολή (αποφ. 1909), κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας του φοίτησε στη σχολή εφέδρων αξιωματικών (1909-1910) και πολέμησε στους βαλκανικούς πολέμους. Δικηγόρησε ως το 1914 οπότε έγινε μόνιμος στρατιωτικός και πολέμησε σε όλη τη διάρκεια της μικρασιατικής εκστρατείας φτάνοντας ως το βαθμό του συνταγματάρχη πυροβολικού. Μετά την αποστρά-τευσή του διορίστηκε και πάλι δικηγόρος Αθηνών και συνταξιοδοτήθηκε το 1956. Έγραψε τα έργα Η κάθοδος των νέων μυρίων, Το ονειρώδες κόμμα, Η δημιουργία. Υπήρξε πρόεδρος της επιστημονικής εταιρείας μεταφυσικών ερευνών. Ο Λέων Αμπελάς δικηγόρος, πέθανε το 1950, ο Φαίδων (1897-1956) ήταν τμηματάρχης της Εθνικής Τράπεζας, η Έλλη πέθανε σε παιδική ηλικία (1895).

Η Ιουλία Αμπελά-Τερέντσιο γεννήθηκε στην Αθήνα το 1895. Από το 1911 ασχολήθηκε με το θέατρο και την απαγγελία. Από το 1929 ως το 1936 δίδαξε απαγγελία στο Ελληνικόν Ωδείον και παρουσίασε πολλά ρεσιτάλ απαγγελίας ελληνικής ποίησης με τις μαθήτριές της. Πρωτοστάτησε στις διοργανώσεις του εορτασμού των εκατό χρόνων νεοελληνικής ποίησης (1931) και εξέδωσε σχετική ανθολογία (1934), καθώς και στον εορτασμό των πενήντα χρόνων του Παλαμά (1936). Ίδρυσε τον φιλολογικό σύλλογο «Ασκραίος» (με πρόεδρο τον Κ. Παλαμά) στο πλαίσιο του οποίου λειτούργησε «σχολή ανωτέρας λογοτεχνικής μορφώσεως» με διδάσκοντες πολλούς σημαντικούς λογοτέχνες και διανοούμενους (Ι. Συκουτρής, Τ. Άγρας, Δ. Καπετανάκης, Ε. Λαμπρίδη κ.ά.). Το 1921, παρά τις αντιρρήσεις των γονιών της, παντρεύτηκε τον Τόνι Τερέντσιο και απέκτησαν δύο κόρες, την Γιολάντα και την Άλμπα. Το 1950 έφυγε στο Παρίσι με την κόρη της Γιολάντα, που σπούδασε εκεί. Η Ιουλία πέθανε το 1984 στη Γλυφάδα. Ο σύζυγός της, Τόνι Τερέντσιο, ήταν γιος του Αντόνιο Τερέντσιο και της μαρκησίας Νoemie Desssales d’ Epinoix και εργάστηκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Η Νoemie σε πρώτο γάμο είχε παντρευτεί τον Κάρολο Κράους, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, τον Ροδόλφο Κράους. Ο δεύτερος σύζυγός της, Αντόνιο Τερέντσιο, πατέρας του Τόνι, διετέλεσε διευθυντής του αυστριακού Λόυντ Τριεστίνο και πρόξενος της Αυστρίας στον Πειραιά. Από τα τεκμήρια του αρχείου συνάγεται ότι υπηρέτησε επίσης ως διπλωμάτης της Αυστροουγγαρίας στην Τεχεράνη.
Η Άλμπα Τερέντσιο ασχολήθηκε με την ζωγραφική, παντρεύτηκε τον γιατρό Αλέκο Συννεφιά και απέκτησε έναν γιο, τον Αλαίν.
Αναλυτικά βιογραφικά της Γιολάντας Τερέντσιο υπάρχουν στην περιγραφή του αρχείου της.

[Πηγές: Γιολάντα Τερέντσιο, Κορυφαίοι Έλληνες στη σφαίρα της τέχνης, Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., σσ. 250-303. Υλικό του αρχείου.]

Results 201 to 300 of 345