Εμφανίζει 16933 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Καλαφάτης, Θανάσης

Ο Θανάσης Καλαφάτης είναι οικονομολόγος-ιστορικός, καθηγητής της Σύγχρονης Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας στο Τμήμα Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς, από τα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας Μελέτης της Ιστορίας της Αριστερής Νεολαίας και πρόεδρός της από το 2006. Γεννήθηκε στη Λευκάδα το 1941 και σπούδασε οικονομία και διοίκηση επιχειρήσεων στην ΑΣΟΕΕ, νομικά στη Νομική Σχολή και φιλοσοφία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι και την Αθήνα, στη μακροοικονομία-οικονομική ανάπτυξη και την οικονομική ιστορία αντίστοιχα. Ως μαθητής οργανώθηκε στην παράνομη ΕΠΟΝ, υπήρξε δραστήριο μέλος του μαζικού σπουδαστικού κινήματος, γραμματέας του Συλλόγου Λευκαδίων Φοιτητών, μέλος του Δ.Σ. της ΟΤΣΣΕ (Ομοσπονδία Τοπικών Σπουδαστικών Συλλόγων Ελλάδας) και των Επτανησίων Φοιτητών, μέλος του γραφείου της Σπουδάζουσας της Ν.ΕΔΑ, 1962–1964, μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου, του Οργανωτικού και του Αγροτικού Γραφείου της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη από το πρώτο συνέδριό της ώς το 1967. Δικάστηκε από στρατοδικείο της χούντας και κρατήθηκε για πολλά χρόνια στις φυλακές της.

Μανωλάκος, Μίμης

Ο Μίμης Κυρ. Μανωλάκος, από τον Ασωπό Λακωνίας, διετέλεσε στέλεχος της Ν.ΕΔΑ (ακτιβιστής, όπως αυτοχαρακτηρίζεται), μέλος του Γραφείου της Σπουδάζουσας Αθήνας και γραμματέας του την περίοδο της Νεολαίας Λαμπράκη. Στα χρόνια της δικτατορίας ήταν από τους ιδρυτές της ΠΑΟΣ “Ρήγας Φεραίος” και συμμετείχε στην αντιδικτατορική δράση της σπουδαστικής Αριστεράς ως στέλεχος της οργάνωσης και γραμματέας της από την ίδρυσή της το 1967. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στη μεταπολίτευση εργάστηκε δημοσιογράφος στις εφημερίδες Αυγή, Νέα, Έθνος, Γνώμη και ανταποκριτής στη Μακεδονία και τη Θεσσαλονίκη.

Παπατσαρούχα-Μίσσιου, Ρηνιώ

H Ρηνιώ Παπατσαρούχα γεννήθηκε στο Σουφλί, τελευταία κόρη αριστερής οικογένειας σηροτρόφων. Παιδί ακόμα γνώρισε την αγριότητα της μεταβαρκιζιανής και εμφυλιοπολεμικής Ελλάδας μένοντας μόνη, κυριολεκτικά στο δρόμο, αφού ο πατέρας της βγήκε, κυνηγημένος, αντάρτης στον Δημοκρατικό Στρατό το 1946, η μάνα της εξόριστη (1947–1950) στην Ικαριά και στο Μακρονήσι, οι δύο μεγαλύτερες αδερφές της πέντε χρόνια (1947–1952) φυλακισμένες με βαριές ποινές του Γ΄ Ψηφίσματος και ο αδερφός της για μήνες υπόδικος “διά περίθαλψιν συμμοριτών”. Φοίτησε στη Φιλοσοφική του Αριστοτελείου στη Θεσσαλονίκη, όπου εντάχθηκε στη Σπουδάζουσα της Ν.ΕΔΑ. Ασχολήθηκε με τον φοιτητικό συνδικαλισμό, όντας υποψήφια αριστερού συνδυασμού στις εκλογές της ΦΕΑΠΘ το 1960. Δράση για την οποία οι δυνάμεις της αστικής καταστολής την έσυραν επανειλημμένα στα δικαστήρια και το 1961 μαζί με άλλα έξι στελέχη της Ν.ΕΔΑ Σπουδαστών καταδικάστηκε σε 4 μήνες φυλάκιση πρωτόδικα και κατ’ έφεσιν. Συμμετείχε ως υποψήφια της ΕΔΑ στο ψηφοδέλτιο Θεσσαλονίκης στις εκλογές του 1963 και 1964. Τότε παντρεύτηκε το γνωστό στέλεχος της Ν.ΕΔΑ και των Λαμπράκηδων Χρόνη Μίσσιο. Το 1966 δούλεψε στη σύνταξη της Γενιάς μας και στις 21 Απριλίου 1967 εκτοπίστηκε από τη χούντα τριάμισι χρόνια στη Γυάρο και στις Φυλακές Αλικαρνασσού. Εργάστηκε από το 1974 ώς τη συνταξιοδότησή της στο Ραδιόφωνο της ΕΙΡ ως ανασυντάκτρια και υπεύθυνη του τμήματος εκπομπών λόγου.

Ντάκουρης, Ρόη

Στέλεχος της Σπουδάζουσας της Ν.ΕΔΑ, του Συλλόγου Εργαζομένων Φοιτητών-Σπουδαστών και στη συνέχεια της ΔΝΛ, η Ρόη Ντάκουρη συνελήφθη από τη χούντα τις πρώτες μέρες της δικτατορίας, κρατήθηκε στη Γυάρο και απολύθηκε το 1967 λόγω επικείμενου τοκετού.

Στεφάνος, Στέφανος

Η συλλογή είναι αποτέλεσμα συνεργασίας των δύο φίλων, στελεχών της Ν.ΕΔΑ και της ΔΝΛ. Ο πρώτος, σηροτρόφος από το Σουφλί, ανταρτοεπονίτης της Κατοχής, κατάδικος για 4 χρόνια με το Γ΄ Ψήφισμα του Εμφυλίου, και επί δέκα χρόνια πολιτικός εξοριστος επί μετεμφυλιοπολεμικής «δημοκρατίας», χρημάτισε μέλος του Κ.Σ. των δύο οργανώσεων της νεολαίας της Αριστεράς την περίοδο 1961–1965 και μέλος της Δ.Ε. της ΕΔΑ από το 1962. Ο δεύτερος, γεννημένος στη Θεσσαλονίκη, σπούδασε νομικά στο εκεί Πανεπιστήμιο, δουλεύοντας συγχρόνως και δραστηριοποιούμενος στις γραμμές της Αριστεράς, υπήρξε μέλος του Γραφείου Σπουδάζουσας και της Ε.Π. Θεσσαλονίκης των οργανώσεων αυτών (1960–1965), καθώς και δημοτικός σύμβουλος της πόλης μετά τις δημοτικές εκλογές του 1964 ώς το 1967. Και τους δύο τούς συνέλαβε η ασφάλεια από τις πρώτες μέρες της δικτατορίας και κρατήθηκαν, στη Γυάρο και στο Παρθένι της Λέρου ο πρώτος, στη Γυάρο και στο Λακκί Λέρου ο δεύτερος, για μία περίπου τετραετία. Σήμερα ο Στέφανος Στεφάνου εξακολουθεί να εργάζεται ως επιμελητής εκδόσεων, διορθώνοντας βιβλία, αφού δεν μπόρεσε, όπως συνηθίζει να λέει, να διορθώσει τον κόσμο, ενώ ο Αλέκος Γρίμπας εξακολουθεί να δικηγορεί υπερασπιζόμενος συνήθως διωκόμενους φοιτητές και άλλους «άτακτους» πολίτες.

Τερζάκης, Νίκος

  • Φυσικό Πρόσωπο

"Ο Νίκος Χρ. Τερζάκης γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1929. Ο πατέρας του Χρήστος ήταν σοσιαλιστής που πρωτοστάτησε στην ίδρυση αγροτικών συνεταιρισμών, αγροτικής συνεταιριστικής τράπεζας, του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού κ.ά. και για τη δράση του αναγκάστηκε την περίοδο της μεταξικής δικτατορίας να παραιτηθεί από τη δουλειά του και να μετακομίσει οικογενειακά στην Αθήνα. Από νωρίς στην Κατοχή, ο Νίκος, μαθητής Γυμνασίου τότε, συμμετείχε στην Αντίσταση: οργανώθηκε στην Εθνική Αλληλεγγύη και συμμετείχε στο ΕΑΜ Νέων και στην ΕΠΟΝ. Κατατάχθηκε στον ΕΛΑΣ, και τον Ιούνιο του 1944 τραυματίσθηκε σε μάχη με τους Γερμανούς στην Αθήνα. Στη συνέχεια συνελήφθη στο 3ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο και κρατήθηκε ως όμηρος από τους Γερμανούς. Αποφυλακίστηκε στην Απελευθέρωση και εντάχθηκε στην Εθνική Πολιτοφυλακή, ενώ στα Δεκεμβριανά συμμετείχε στην κατάληψη της Σχολής Ευελπίδων. Για τη δράση του συνελήφθη το 1945, καταδικάστηκε σε 20 χρόνια κάθειρξη και φυλακίστηκε για 10 χρόνια σε διάφορες φυλακές (Χατζηκώστα, Αίγινας, Άμφισσας, Κέρκυρας, Αβέρωφ, Γυάρου), ενώ μετά την αποφυλάκισή του εκτοπίστηκε ένα διάστημα στον Αϊ-Στράτη. Συμμετείχε στην ΕΔΑ και δημοσιογραφούσε στην ""Αυγή"", ασκώντας το επάγγελμα του διορθωτή-επιμελητή εκδόσεων. Στη δικτατορία του ’67 συνελήφθη πάλι και εκτοπίστηκε στη Γυάρο και τη Λέρο. Στη μεταπολίτευση παντρεύτηκε τη σύντροφο της ζωής του Φρόσω Συμεωνίδου (1975) και εργάστηκε σε διάφορες ιδιωτικές εταιρείες, παραμένοντας μέχρι το τέλος της ζωής του (24.10.2009) ανένταχτος στο χώρο της ευρύτερης Αριστεράς."

Αγγελάκη, Μαρία

Ο Γιάννης Αντ. Καούνης γεννήθηκε στην Πάτρα το 1944 και μεγάλωσε στην Καλαμάτα, όπου τελείωσε και το εξατάξιο γυμνάσιο. Το 1963 πέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις και σπούδασε νομικά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σήμερα ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου και έχει δικηγορικό γραφείο στην Αθήνα. Μέλος της Νεολαίας ΕΔΑ αρχικά και στη συνέχεια της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη (ΔΝΛ), με την επιβολή της δικτατορίας εντάχθηκε αρχικά και έδρασε στις γραμμές του Πατριωτικού Μετώπου (ΠΑΜ). Ήταν ο επικεφαλής της ομάδας των φοιτητών στην αντιδικτατορική διαδήλωση της Αθήνας, στην οδό Ερμού, τον Αύγουστο του 1967. Τον Δεκέμβριο του 1967 πρωτοστάτησε, μαζί με τα στελέχη της ΔΝΛ που οργανώθηκαν στον αντιδικτατορικό αγώνα, στην ίδρυση της “Πανελλήνιας Αντιδικτατορικής Οργάνωσης Σπουδαστών (ΠΑΟΣ) Ρήγας Φεραίος” και το 1969 ανέλαβε, μετά τη σύλληψη του Λευτέρη Τσίλογλου, τη θέση του γραμματέα της Οργάνωσης μέχρι τη σύλληψή του στις 16 Οκτωβρίου 1969.Στο διάστημα της παράνομης δράσης του οργάνωσε και συμμετείχε σε πολλές αντιστασιακές πράξεις, ενώ χρημάτισε και μέλος της συντακτικής επιτροπής του παράνομου εντύπου του Ρήγα Φεραίου Θούριος. Για τη δράση του κρατήθηκε στα κρατητήρια της Ασφάλειας Προαστίων και στη συνέχεια ως προφυλακισμένος και κατάδικος στον Κορυδαλλό από τη χούντα κατά το χρονικό διάστημα από 16 Οκτωβρίου 1969 έως 21 Αυγούστου 1973.Στις 25 Οκτωβρίου 1973 στρατεύθηκε, υπηρέτησε στο πεζικό και απολύθηκε τον Μάρτιο του 1975, ενώ στη μεταπολίτευση συνέχισε την πολιτική του δράση ως στέλεχος του ΚΚΕ Εσωτερικού (μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ Εσ., οργανωτικός γραμματέας Κρήτης, 1975–76, κατόπιν οργανωτικός γραμματέας και στη συνέχεια γραμματέας της περιοχής Ανατολικής Αττικής και Ανατολικής Αττικής-Ανατολικής Στερεάς-Εύβοιας). Χρημάτισε επί εικοσαετία περίπου μέλος του Δ.Σ. του Συνδέσμου Φυλακισθέντων-Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967–74 (ΣΦΕΑ) και πάνω από 15 έτη αντιπρόεδρός του. Σήμερα είναι μέλος του Δ.Σ. της ΕΜΙΑΝ και γραμματέας του Κέντρου Σοσιαλιστικών Μελετών (ΚΣΜ).

Σούλης Χρίστος (1892-1951)

Ο Χρίστος Σούλης (Χουλιαράδες 1892- Αθήνα 1951) ήταν εκπαιδευτικός, επιμελητής αρχαιοτήτων, Διευθυντής Ζωσιμαίας Σχολής και Ζωσιμαίας εν Ηπείρω Βιβλιοθήκης.

Πάλλης, Αλέξανδρος (1883-1975)

Ο Αλέξανδρος Πάλλης (Βομβάη 1883-1975) υπηρέτησε στην αγγλική διοίκηση της Αιγύπτου και διετέλεσε Γενικός Γραμματέας Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας, μέλος της Μικτής Επιτροπής Ανταλλαγής Ελληνοτουρκικών πληθυσμών της Συνθήκης της Λωζάνης, Βουλευτής και έκτακτος πληρεξούσιος Υπουργός στην Πρεσβεία του Λονδίνου.

Κρυστάλλης, Κώστας (1868 - 1894)

Ο Κώστας Κρυστάλλης (Συρράκο 1868 - ’Αρτα 1894) ήταν Ποιητής και πεζογράφος της Νέας Αθηναϊκής σχολής.

O Γεώργιος Γάγαρης (Γεροπλάτανος Ιωαννίνων 1869 - Αθήνα 1954) Δημοσιογράφος, Εκδότης της «Φωνής της Ηπείρου (15/09/1892-1918) και Βουλευτής Ιωαννίνων.

Jordan, Marguerite

Η Marguerite Jordan γεννήθηκε το 1900 στη Γενεύη. Στην Ελλάδα ήρθε το 1926 και αμέσως άρχισε να γίνεται γνωστή ως μια από τις καλύτερες δασκάλες ρυθμικής γυμναστικής που ήταν μάλιστα και διπλωματούχος του ινστιτούτου Ζακ-Νταλκροζ. Ήταν η πρώτη που εγκαινίασε στην Ελλάδα ομαδικά κούρ ρυθμικής γυμναστικής στο Ελληνικό Ωδείο, που είχαν τεράστια απήχηση. Σύντομα δίδασκε και σε άλλα ιδρύματα και σχολεία έως το τέλος της ζωής της το 1981 στην Αθήνα.

Δούνιας, Μίνως

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1900-1962

Ο Μίνως Δούνιας γεννήθηκε στην Ρουμανία από Έλληνες γονείς το 1900. Λίγο καιρό μετά τη γέννησή του μετακόμισε με την οικογένεια του στη Κωνσταντινούπολη όπου και ξεκίνησε τα πρώτα μαθήματα μουσικής στη "Ροβέρτιο Σχολή". Εν συνεχεία μετέβη στο Βερολίνο όπου σπούδασε βιολί, πιάνο, θεωρητικά και μουσικολογία αρχικά στην Ακαδημία και αργότερα στο πανεπιστήμιο της πόλης. Ανακηρύχθηκε Διδάκτωρ μουσικολογίας το 1935 παρουσιάζοντας διατριβή για τα κοντσέρτα για βιολί του Tartini με τίτλο "Die Violinkonzerte Giuseppe Tartinis, Wolfenbuttel, 1935" και αμέσως ξεχώρισε στην παγκόσμια μουσικολογική κοινότητα. Η άνοδος του ναζισμού στην Ευρώπη τον ανάγκασε να φύγει εσπευσμένα από τη Γερμανία και να επιστρέψει στην Ελλάδα όπου δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά σε πολλούς τομείς. Δίδαξε μουσική για αρκετά χρόνια στο κολέγιο Αθηνών και κολέγιο θηλέων, δημοσίευσε άρθρα και κριτικές σε ελληνικά και ξένα έγκριτα περιοδικά και εφημερίδες και τέλος δημιούργησε τον "Μουσικό κύκλο", μια ομάδα τραγουδιστών που με τη συνοδεία παλαιών οργάνων έδιναν συναυλίες έργων παλαιάς μουσικής. Αναφερόμενοι στο έργο του Μίνωος Δούνια δεν θα πρέπει να παραλείψουμε την κριτική ανάλυση και την εκδοτική επιμέλεια των Εκκλησιαστικών σονατών του Mozart που κυκλοφόρησαν στη Νέα Έκδοση των Απάντων του το 1955 από τις εκδόσεις Kassel. Ο Μίνως Δούνιας πέθανε στην Αθήνα το 1962.

Καλογρίδου, Μαρία

Η Μαρία Καλογρίδου γεννήθηκε το 1922 στην Αθήνα. Μελέτησε στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητές τον Σπύρο Φαραντάτο και την Μαρίκα Παπαϊωάννου από την τάξη της οποίας αποφοίτησε το 1950. Το 1952 συνέχισε τις σπουδές της στη Ρώμη με καθηγητή τον Τίτο Άπρεα και το 1955 ξεκινάει την πιανιστική της σταδιοδρομία στο Λονδίνο όπου και έζησε για 13 χρόνια. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ανακαλύπτει την ικανότητά της και στη σύνθεση και αφοσιώνεται ολοκληρωτικά σε αυτή. Στις συνθέσεις της περιλαμβάνονται κυρίως έργα μουσικής δωματίου, τραγούδια για φωνή και πιάνο καθώς και πρωτότυπες συνθέσεις για αρχάριους μουσικούς. Το 1967 επιστρέφει στην Ελλάδα όπου αποφασίζει να μελετήσει με τον Ανδρέα Νεζερίτη ενώ παράλληλα διδάσκει πιάνο. Απεβίωσε το 2001.

Καραηλίας, Ευάγγελος

Ο Ευάγγελος Καραηλίας γεννήθηκε το 1900 και απεβίωσε το 1975. Σπούδασε ανώτερα θεωρητικά στο Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης από όπου πήρε πτυχίο αρμονίας το 1924, πτυχίο ενορχήστρωσης πνευστών οργάνων το 1925, πτυχίο αντίστιξης το 1926, πτυχίο φούγκας το 1928 και δίπλωμα σύνθεσης το 1937, όλα με το βαθμό "Άριστα".

Στις συνθέσεις του συγκαταλέγονται έργα όπως το μουσικόδραμα "Του νεκρού αδελφού", οι "Παραλλαγές πάνω στο δημοτικό τραγούδι το Γιοφύρι της Άρτας" Και η μουσική διασκευή του κωμειδυλλίου "Η νύφη της Κούλουρης". Ωστόσο η πιό γνωστή του σύνθεση είναι το έργο που φέρει τον τίτλο "Νύχτα Χριστουγέννων" που στις μέρες μας έχει επικρατήσει με τον τίτλο "Χιόνια στο καμπαναριό" και εκ παραδρομής θεωρείται παραδοσιακό.

Εκτός από συνθέτης ο Ε. Καραηλίας υπήρξε σολίστ και καθηγητής του Όμποε ενώ πλούσιο ήταν και το εκπαιδευτικό του έργο καθώς επί σειρά ετών δίδαξε μουσική στο πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Στο Ωδείο Θεσσαλονίκης, στο κολλέγιο Ανατόλια και στο Διδασκαλείο Θεσσαλονίκης, Τέλος πολύ σημαντική υπήρξε η συνδρομή του στην ίδρυση της Συμφωνικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης της οποίας μάλιστα διετέλεσε διοικητής την κατοχική περίοδο.

Μαντικιάν, Άρντα

Η Άρντα Μαντικιάν γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1924. Σε μικρή ηλικία εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένειά της στην Αθήνα όπου ξεκίνησε τις σπουδές της στο Ωδείο Αθηνών με καθηγήτρια την Ελβίρα ντε Ιντάλγκο. Στις αρχές της δεκαετίας του 1940 ξεκινάει τη καριέρα της πραγματοποιώντας σποραδικές εμφανίσεις στην Αθήνα ενώ η διεθνής αναγνώριση έχει αφετηρία το 1948 οπότε και εγκαταστάθηκε στην Αγγλία. Η καριέρα της απογειώθηκε την δεκαετία του 1950 καθώς εμφανίστηκε στα μεγαλύτερα θέατρα της Ευρώπης και συνεργάστηκε με ηχηρά ονόματα της εποχής όπως ο Έγκον Βέλες και ο Μπέντζαμιν Μπρίτεν. Με τον τελευταίο μάλιστα οι πρώτες επαγγελματικές τους επαφές εξελίχθησαν σε βαθιά φιλία και αμοιβαία εκτίμηση που οδήγησε σε μια σειρά εξαιρετικών συνεργασιών. Την περίοδο της επταετίας επιστρέφει για προσωπικούς λόγους στην Ελλάδα και οι εμφανίσεις της μειώνονται. Μετά την πτώση της Δικτατορίας ανέλαβε μέλος του Διοικητικού συμβουλίου της "Εθνικής Λυρικής Σκηνής" και αργότερα του "Συλλόγου οι Φίλοι της Μουσικής", ενώ διετέλεσε και πρόεδρος του "Σωματίου Υποτροφιών Μαρία Κάλλας", αφήνοντας εξαιρετικό έργο. Απεβίωσε στις 8 Νοεμβρίου 2009.

Ριάδης, Αιμίλιος

Ο Αιμίλιος Ριάδης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Συνθέτης και ποιητής, θεωρείται από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Ελληνιής Εθνικής Μουσικής Σχολής. Σπούδασε πιάνο και θεωρητικά με τον Δημήτριο Λάλλα, μαθητή του Βάγκνερ, και συνέχισε στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών του Μονάχου. Τα έτη 1910-1915 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου τα έργα του γνώρισαν μεγάλη επιτυχία και απέσπασαν θριαμβευτικές κριτικές. Το 1915 επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη ως καθηγητής πιάνου στο νεοσυσταθέν Κρατικό Ωδείο. Το 1923 του απονεμήθηκε το Εθνικό Βραβείο Τέχνης και Επιστήμης. Η διαμονή του Ριάδη στο Παρίσι και η επαφή του με συνθέτες της νεότερης γαλλικής σχολής ασκούν σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση του μουσικού του ύφους, στο οποίο συναντάται διάχυτο το ιμπρεσσιονιστικό στοιχείο. Στο σύνολο της δημιουργίας του, που εκτείνεται σε όλα σχεδόν τα μουσικά είδη, κυρίαρχη θέση κατέχουν τα τραγούδια του, τα οποία συγκαταλέγονται στα αριστουργήματα της ελληνικής μουσικής και ερμηνεύτηκαν από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες της εποχής. Πνεύμα ανήσυχο και ανικανοπίητο, ο Ριάδης αναζητά συνεχώς το καλύτερο, γεγονός που αποδεικνύεται από τις αλλεπάλληλες διορθώσεις των χειρογράφων του και τις επεμβάσεις σε έργα που είχαν ήδη εκδοθεί.

Τριάντη, Αλεξάνδρα

Η Αλεξάνδρα Τριάντη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1896. Σπούδασε αρχικά στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητή τον Κίμωνα Τρανταφύλλου από όπου έλαβε το δίπλωμά της το 1921 με άριστα παμψηφεί και χρυσό μετάλλιο. Συνέχισε τις σπουδές της στην Ευρώπη με πρώτο σταθμό την Βιέννη όπου μαθήτευσε δίπλα στον Philip Forsten και τον Franz Steiner και στη συνέχεια στο Μόναχο δίπλα στην Henny Schoener. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1940 πραγματοποίησε πλήθος εμφανίσεων με εξαιρετική επιτυχία σε όλη την Ευρώπη και συγκαταλεγόταν στις σπουδαιότερες τραγουδίστριες του Lied. Λίγα χρόνια μετά επέστρεψε στην Ελλάδα και το 1953 πραγματοποίησε την τελευταία της εμφάνιση. Συνέχισε όμως να δραστηριοποιείται στο χώρο της μουσικής διδάσκοντας νέους τραγουδιστές και συμμετέχοντας σε συμβούλια καλλιτεχνικών οργανισμών. Υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη του συλλόγου "Οι φίλοι της Μουσικής" του οποίου μάλιστα διετέλεσε Πρόεδρος, ενώ διαδραμάτισε και πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανέγερση του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Απεβίωσε το 1977.

Σχινά, Αγλαΐα Ν. (1883-1974)

Η Αγλαΐα Ν. Σχινά γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1883 και ήταν κόρη του εμπόρου Νικολάου Σχινά. Ως νεαρή δασκάλα, ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία, δημοσιεύοντας το Ανθύλλιον (Αθήνα, 1901), μια συλλογή ποιημάτων και διηγημάτων με παιδευτι­κούς στόχους, όπως δηλώνει η ίδια στον πρόλογο της έκδοσης. Η Σχινά υπήρξε παιδαγωγός επί 69 χρόνια και έλαβε πολλές διακρίσεις για το έργο της. Πέθανε το 1974.

Κανελλόπουλος, Αναστάσιος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1900-1971

Γιος του Κανέλλου Κανελλόπουλου και της Αμαλίας Γούναρη, γεννήθηκε στην Πάτρα την 22η Ιανουαρίου 1900. Σπούδασε στη Χαϊδελβέργη της Γερμανίας και απέκτησε πτυχίο φαρμακοποιού. Ανέλαβε αρχικά το φαρμακείο της οικογένειάς του στην Πάτρα, αλλά αργότερα διορίστηκε υπάλληλος της Αγροτικής Τράπεζας στην Αθήνα, όπου παρέμεινε ως τη συνταξιοδότησή του. Ήταν παντρεμένος με τη Βικτώρια Ζήση, από την οποία απέκτησε μια κόρη, την Αμαλία. Ο Αναστάσιος Κανελλόπουλος πέθανε την 12η Ιουνίου 1971.

Χατζίσκος, Δημήτριος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1805 - 1877

Αγωνιστής της Επανάστασης με σημαντική πολιτική δράση

Χαροκόπειος Σχολή

  • Νομικό Πρόσωπο

Η διαδικασία ίδρυσης της Σχολής απέβη χρονοβόρος, λόγω της εμπλοκής της κρατικής γραφειοκρατίας. Η επιμονή τελικά του Π. Χαροκόπου αλλά και η στήριξη της κοινής γνώμης και του τύπου οδήγησαν σε αίσιο αποτέλεσμα.

Το 1908 συντάσσεται το καταστατικό, ο κανονισμός και το πρόγραμμα της σχολής, όπου ρυθμίζονται με κάθε λεπτομέρεια τα θέματα της διοίκησης, της λειτουργίας, του εκπαιδευτικού έργου και των οικονομικών της Σχολής. Ειδικότερα και ενδεικτικά αναφέρονται τα εξής:
Η σχολή τίθεται «υπό την υψηλήν προστασίαν και ανωτάτην εποπτείαν και διοίκησιν της Α.Β.Υ. της Πριγκηπίσσης Σοφίας». Περιλαμβάνει τρία τμήματα: ένα Οικοκυρικό με σκοπό την κατάρτιση της οικοδέσποινας, ένα Επαγγελματικό με σκοπό την κατάρτιση για βιοποριστικό επάγγελμα και ένα τμήμα «προς ειδική μόρφωση υπηρετριών». Επίσης, προβλέπεται η λειτουργία απογευματινών μαθημάτων για τις εργαζόμενες γυναίκες και η ίδρυση διδασκαλείου για τη δημιουργία διδασκαλισσών του κλάδου. Η διοίκηση της σχολής ανατίθεται σε δύο σώματα, ένα πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο, αρμόδιο για τα οικονομικά του Ιδρύματος και μία εξαμελή Κοσμητεία, η οποία «επισκοπεί ειδικώς τα της διδασκαλίας, αγωγής και διαίτης εν γένει των εν τη Σχολή διδασκομένων». Η διεύθυνση της Σχολής ανατίθεται σε μια διευθύντρια και μια υποδιευθύντρια. Το υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό διακρίνεται σε «εσωτερικό» (δασκάλες) και «εξωτερικό» (και τα δύο φύλα). Επίσης, ορίζεται η ύπαρξη οικονόμου, ιματιοφύλακα, υπηρετικού προσωπικού, ιατρού και νοσοκόμου. Οι μαθήτριες διακρίνονται σε «εσωτερικές» («συσσίτους»), που διαμένουν στο οικοτροφείο, «ημισυσσίτους» και «εξωτερικές». Παρέχεται δωρεάν φοίτηση στα τμήματα που απευθύνονται στις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις, διευκόλυνση στη φοίτηση μαθητριών που προέρχονται από φτωχές οικογένειες αλλά και χορήγηση υποτροφιών. Αυτό είναι συνδεδεμένο με την εξασφάλιση των οικονομικών πόρων της Σχολής. Ο Π. Χαροκόπος εξασφάλισε οικονομική αυτοδυναμία της Σχολής του, γεγονός που τη διαφοροποιούσε από άλλες Σχολές που είχαν γίνει στην Ελλάδα και συνετέλεσε καθοριστικά στην διατήρηση και εξέλιξή της στο μέλλον. Σύμφωνα με το καταστατικό, ορίζονται 40.000 δρχ. ετησίως (στη διαθήκη αυξήθηκε το ποσό σε 50.000 δρχ.), ως κληροδότημα του ιδρυτή, ο οποίος «διέθετε εσαεί» και άλλες 6.000 δρχ. ετησίως. Ως επιπλέον πόροι της σχολής ορίζονται και «τα εισπραττόμενα τροφεία και δίδακτρα» από τις εσωτερικές και εξωτερικές μαθήτριες, δωρεές και συνδρομές ομογενών, επιχορηγήσεις εκ μέρους του Δημοσίου και των Δήμων και έσοδα από τις πωλήσεις εργόχειρων και εδεσμάτων που θα κατασκευάζονται από τις μαθήτριες της Σχολής.

Η ανέγερση του κτιρίου της «Χαροκοπείου Σχολής» γίνεται υπό την επίβλεψη του αδελφού του Π. Χαροκόπου, Σπυρίδωνα, μετά από σχετικό βασιλικό διάταγμα «περί εγκρίσεως της ανεγέρσεως κλπ της Χαροκοπείου Οικοκυρικής και Επαγγελματικής Σχολής των θηλέων» που εκδίδεται στις 28 Φεβρουαρίου 1914 (ΦΕΚ 53/τ.Α΄/4-3-1914). Πρόκειται για ένα διώροφο κτίριο με υπόγειο, στο οποίο υπήρχαν, κυρίως εργαστήριο χημείας, μαγειρείο, τραπεζαρία, αποθήκες, πλυντήριο και δωμάτιο υπηρεσίας. Στο ισόγειο λάμβανε χώρα η διδασκαλία και ο όροφος χρησίμευε ως οικοτροφείο. Οι διαδικασίες έχουν διάρκεια από το 1915 έως το 1920. Το Μάρτιο του 1926 το προσφυγικό ορφανοτροφείο θηλέων «Εθνική Στέγη», αυτοτελές σωματείο αναγνωρισμένο από το κράτος, το οποίο στεγαζόταν και λειτουργούσε στο Χαροκόπειο ίδρυμα παρέχοντας πλήρη δημοτική μόρφωση, υπέβαλε στον Υπουργό Παιδείας αίτημα συγχώνευσης με το Χαροκόπειο ίδρυμα ώστε να καταστεί δυνατή η λειτουργία και του Οικοκυρικού διδασκαλείου και της Οικοκυρικής Σχολής.

Από τα τρία τμήματα που προβλέπονταν στο νέο καταστατικό της Σχολής, Οικοκυρικό, Επαγγελματικό και Διδασκαλείο λειτούργησε για οικονομικούς λόγους μόνο το τελευταίο, ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου. Η λειτουργία του ξεκίνησε το 1929 σύμφωνα με το νόμο 4360/1929 «περί ιδρύσεως Διδασκαλείου Οικοκυρικής Εκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ, 290/τ.Α΄/ 17-8-1929). Η φοίτηση στο Διδασκαλείο ήταν τριετής, βρισκόταν υπό την εποπτεία του υπουργού Παιδείας και ελεγχόταν από διοικητικό συμβούλιο, εκπαιδευτικό συμβούλιο και εκπαιδευτικούς επιθεωρητές σύμφωνα με το διάταγμα «περί καθορισμού των εν τω Χαροκοπείω Διδασκαλείω Οικοκυρικής Εκπαιδεύσεως διδασκομένων μαθημάτων, κατανομής της διδακτέας ύλης κλπ» που εκδόθηκε στις 27 Νοεμβρίου 1930 και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 394/ τ. Α΄ /17-12-1930. Μπορούσαν να φοιτήσουν μόνο οι απόφοιτες της τετάρτης τάξης του παλαιού Γυμνασίου σύμφωνα με το διάταγμα «περί τρόπου προαγωγής κλπ. των μαθητριών του Διδασκαλείου Οικοκυρικής Εκπαιδεύσεως» που εκδόθηκε στις 22 Ιουλίου 1930 και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 256/ τ. Α΄ /29-7-1930. Το Χαροκόπειο Διδασκαλείο ανέδειξε ηγετικές φυσιογνωμίες του κλάδου, όπως οι εκπαιδευτικοί Μαριάνθη Ματσούκη και Ελένη Σδριν, που υπήρξαν και διευθύντριες της, από το 1933, Ανωτέρας Χαροκοπείου Σχολής. Το 1931 η Σχολή αποκτά δημόσιο χαρακτήρα και αρχίζει να λειτουργεί σύμφωνα με τα αναλυτικά προγράμματα που καθόριζε το Υπουργείο Παιδείας ενώ οι απόφοιτες είχαν δικαίωμα διορισμού στη δημόσια εκπαίδευση. Τότε απεφοίτησαν εκατόν σαράντα δασκάλες της Οικοκυρικής για την Ελλάδα. Όμως λόγω της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας, το κράτος δεν ήταν δυνατόν να προβεί σε διορισμούς. Συνεπώς, η διεύθυνση της Σχολής με τη συγκατάθεση του Υπουργείου Παιδείας ανέστειλε τη λειτουργία του διδασκαλείου με σκοπό να μη δημιουργηθεί μια νέα τάξη ανέργων.

Το 1933 η σχολή ονομάζεται «Χαροκόπειος Ανωτέρα Οικοκυρική Σχολή» (ΧΑΟΣ), τριετούς φοιτήσεως, σύμφωνα με το νόμο 6205/ 1934 «περί μετατροπής εις Ανωτέραν Οικοκυρική Σχολή του Διδασκαλείου Οικοκυρικής Εκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 242/ τ. Α΄/ 27-7-1934). Το 1937 προστέθηκε σε αυτή και ένα διτάξιο διδασκαλείο οικοκυρικής εκπαιδεύσεως. Προϋπόθεση για τη φοίτηση αποτελεί «το ενδεικτικό προαγωγής εκ της δευτέρας τάξεως του εξαταξίου Γυμνασίου ή πρακτικού λυκείου ή ημιγυμνασίου» σύμφωνα με το διάταγμα «περί εγγραφών και εισιτηρίων εξετάσεων εν τη Χαροκοπείω Ανωτέρα Οικοκυρική Σχολή Καλλιθέας» που εκδόθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1934 και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 407/τ.Α΄/22-11-1934. Τα μαθήματα που διδάσκονται διακρίνονται σε θεωρητικά και πρακτικά αλλά και σε οικοκυρικά και γενικά, όπως Μαγειρική, Διαιτητική, Οικιακή Οικονομία, Διακοσμητική, Ανθοκομία, Χημεία, Φυσική, Υγιεινή, Λογιστική, Νεοελληνική και ξένη λογοτεχνία, ξένες γλώσσες κλπ. Ο στόχος ήταν να εφοδιαστούν οι μαθήτριες της Σχολής όχι μόνο με τα προσόντα της καλής νοικοκυράς αλλά και με την απαραίτητη διοικητική ικανότητα ώστε να μπορούν να στραφούν προς άλλα επαγγέλματα της αγοράς αν χρειαζόταν.

Το 1951 η σχολή ονομάζεται «Χαροκόπειος Ανωτάτη Σχολή Οικιακής Οικονομίας» (ΧΑΣΟΟ), στην ουσία Ανωτέρα Σχολή τριετούς φοιτήσεως, με σκοπό τη μόρφωση καθηγητριών Οικιακής Οικονομίας, σύμφωνα με το νόμο 1785 «περί ιδρύσεως και λειτουργίας Ανωτάτης Σχολής Οικιακής Οικονομίας και τροποποιήσεως του νόμου 6205/1934» (ΦΕΚ 124/τ. Α΄/25-4-1951) Η λειτουργία της ανεστάλη κατά τα ακαδημαϊκά έτη 1978-1980 και επαναλειτούργησε μετά από ενέργειες της οικογένειας Χαροκόπου και του Συνδέσμου των καθηγητριών Οικιακής Οικονομίας, το 1981.

Το 1981 ιδρύεται το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο σύμφωνα με το άρθρο 9 του νόμου 1894/90 και όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 του νόμου 1966/91. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή παύση της λειτουργίας της Σχολής, η οποία είχε ολοκληρώσει ένα κύκλο μακρόχρονης και σημαντικής προσφοράς τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην ελληνική οικογένεια, ιδιαίτερα στην αγροτική.

Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1981-

Το 1981 ιδρύεται το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο σύμφωνα με το άρθρο 9 του νόμου 1894/90 και όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 του νόμου 1966/91. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή παύση της λειτουργίας της Σχολής, η οποία είχε ολοκληρώσει ένα κύκλο μακρόχρονης και σημαντικής προσφοράς τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην ελληνική οικογένεια, ιδιαίτερα στην αγροτική.

Αλεξανδρόπουλος, Μήτσος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1924-2008

Ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος γεννήθηκε στην Αμαλιάδα το 1924. Εγγράφηκε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη διάρκεια της Κατοχής πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση. Μετά τον Εμφύλιο διέφυγε στο Βουκουρέστι, όπου έζησε ανάμεσα στους Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες και λογοτέχνες. Εκεί δημοσίευσε την πρώτη συλλογή διηγημάτων Αρματωμένα Χρόνια (1954). Καταδικασμένος τρεις φορές σε θάνατο από το στρατοδικείο Ιωαννίνων (1953), το 1956 εγκαταστάθηκε στη Μόσχα, όπου το ίδιο έτος δημοσίευσε την δεύτερη συλλογή διηγημάτων: Μια πρόσφατη ιστορία. Σπούδασε ρωσική λογοτεχνία στο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο της Μόσχας και ασχολήθηκε με τη συντήρηση αγιογραφιών. Το 1959 παντρεύτηκε την ελληνίστρια Σόνια Ιλίνσκαγια.

Το 1961 δημοσίευσε το πρώτο μέρος του μυθιστορήματος, Νύχτες και αυγές – Η πολιτεία και δύο χρόνια αργότερα το δεύτερο μέρος, – Τα βουνά. Το ίδιο έτος, ο συγγραφέας βραβεύθηκε στο διαγωνισμό αντιστασιακού διηγήματος «Κορυσχάδες» του περιοδικού Επιθεώρηση Τέχνης. Το 1965 είδε το φως της δημοσιότητος η πρώτη του μετάφραση: Το μπλε τετράδιο, του Εμ. Καζακιέβιτς, ενώ το 1971, κυκλοφόρησε το ταξιδιωτικό έργο Από τη Μόσχα στη Μόσχα. Ταξίδι στο Βόλγα.

Το συγγραφικό του έργο συνέχισε στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε το 1975. Ενδεικτικά αναφέρουμε τα μυθιστορήματα Σκηνές από το βίο του Μάξιμου του Γραικού (1976), Τα θαύματα έρχονται στην ώρα τους (νουβέλλα 1976), Μικρό όργανο για τον επαναπατρισμό (1980), Αυτά που μένουν (τόμ. Α΄ 1994, αυτοβιογραφικό), καθώς και τις βιογραφικές μυθιστορίες: Το ψωμί και το βιβλίο. Ο Γκόρκι (1980) (Κρατικό βραβείο μυθιστορηματικής βιογραφίας), Περισσότερη ελευθερία. Ο Τσέχωφ (1981), Ο μεγάλος αμαρτωλός. Ο Ντοστογιέφσκι και τα ιερά του τέρατα (1984), Ένας άνθρωπος. Μια εποχή. Ο Αλέξανδρος Γκέρτσεν (1989) και Ο Τολστόι (2007).

Δημοσίευσε ακόμη τρεις συλλογές διηγημάτων: Λευκή ακτή (1966), Φύλλα – φτερά (1977), Η ένατη πληγή (1986) και το ταξιδιωτικό Οι Αρμένιδες. Ταξίδι στη χώρα τους και την ιστορία τους (1982, λογοτεχνικό βραβείο Τουμανιάν).

Στο δοκιμιακό του έργο συγκαταλέγονται οι μελέτες: Πέντε Ρώσοι κλασικοί: Πούσκιν, Γκόγκολ, Μπελίνσκι, Ντοστογιέφσκι, Τολστόι (1975), Η Ρωσική λογοτεχνία: Ιστορία σε τρεις τόμους. Από τον 11ο αιώνα μέχρι την Επανάσταση του 1917 (1978, 1979) και Μια συνάντηση. Σεφέρης – Μακρυγιάννης (1983).

Τιμήθηκε με το διεθνές λογοτεχνικό βραβείο Γκόρκι για τις μελέτες και τις μεταφράσεις από την ρωσική λογοτεχνία (Μόσχα 1979) και με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του (2001). Έλαβε το βραβείο της Ελληνικής Εταιρείας Μεταφραστών Λογοτεχνίας (2002) για την ελληνική μετάφραση του έργου Εκστρατεία του Ίγκορ. Του απονεμήθηκε επίσης το μετάλλιο Πούσκιν, από τον πρόεδρο της Ρωσικής Συνομοσπονδίας (2007).

Απέκτησε μία κόρη, την Όλγα Αλεξανδροπούλου. Πέθανε στις 19 Μαΐου 2008

[Πηγές: Γιώργος Δ. Κεντρωτής, «Μήτσος Αλεξανδρόπουλος. Παρουσίαση - ανθολόγηση», Η μεταπολεμική πεζογραφία. Από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ’67, τόμ. Β΄, Αθήνα, Σοκόλης, 1988, σ. 98-135. «Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών», στην ιστοσελίδα του ΕΚΕΒΙ (http://www.ekebi.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=NODE&cnode=461&t=96)]

Αστέρης , Λάμπρος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1871- 1942

Ο Λάμπρος Αστέρης (πραγματικό όνομα Δημήτρης Καραχάλιος) γεννήθηκε το 1871 στον Άγιο Νικόλαο Αρκαδίας. Ολοκλήρωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στον Πειραιά και σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από όπου πήρε τον τίτλο του διδάκτoρος. Πρωτοεμφανίσθηκε στα γράμματα με την θεατρική επιθεώρηση Λίγ’απ’ όλα, την οποία έγραψε με τον Λάμπρο Μίκινο. Πολέμησε εθελοντικά στην Κρητική επανάσταση (1896), τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία, όπου συμμετείχε και στην οργάνωση επαναστατικών σωμάτων. Ως το 1917 έζησε στην Βιέννη, όπου σπούδασε οικονομικά και εργάσθηκε ως δημοσιογράφος και ανταποκριτής της Νέας Ημέρας. Στην συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Κρήτη και μελέτησε τον μινωικό πολιτισμό. Διετέλεσε εισηγητής στον Φιλαδέλφειο ποιητικό διαγωνισμό. Δημοσίευσε σε εφημερίδες και περιοδικά, ασχολήθηκε με το χρονογράφημα, έγραψε θεατρικά έργα και εξέδωσε μελέτες και ποιητικές συλλογές από τις οποίες αναφέρουμε: Από τους γύρους των ρυθμών (1906), Το φλογερό πέρασμα. Πολεμικές ωδές – Οπτασίες ερημίτου (1914-1922) (1926), Το παραμύθι του μύλου. Δραματικόν ειδύλλιον μονόπρακτον (1927). Πέθανε στην Αθήνα το 1942.

[Πηγές: Δημήτρης Σταμέλος, Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, Χάρης Πάτσης, 1968, τομ.8. http://culture.ana.gr/view5.php?id=2441&pid=375]

Αυγερινός, Ανδρέας

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Ανδρέας Αυγερινός υπήρξε υπουργός Ναυτικών (1876,1879) και πρόεδρος της Βουλής (1889).

Δεληγεώργη, Θεανώ (σύζυγος Λεωνίδα Δ. Δεληγεώργη)

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1858-1922

Σύζυγος Λεωνίδα Δ. Δεληγεώργη. Ήταν κόρη του Ηπειρώτη τραπεζίτη και μεγαλοκτηματία Χρηστάκη Ζωγράφου, που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1858 και πέθανε στο Μεράν της Ελβετίας το 1922. Η Θεανώ είχε άλλα τέσσερα αδέλφια: τον Σόλωνα, τη Μαρία (1847-1901), σύζυγο Κωνσταντίνου Καραπάνου, τη Σοφία, σύζυγο Αλέξανδρου Ρώμα και τον Γεώργιο (1863-1920), βουλευτή, υπουργό Εξωτερικών και αρχηγό της κίνησης Αυτονομίας της Ηπείρου το 1914.

Ο Λεωνίδας και η Θεανώ απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τον Επαμεινώνδα, τη Σοφία, τη Δώρα, σύζυγο Κωνσταντίνου Βάσου και τον Αλέξανδρο. Πέθανε στην Αθήνα το 1928.

Δεληγεώργη, Σοφία Λ.

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1880-1938

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του 1880 και έζησε για μεγάλα διαστήματα στη Γαλλία, Γερμανία και στην Ελβετία. Η Σοφία ενδιαφέρθηκε για την ποίηση και τα λογοτεχνικά κινήματα της εποχής καθώς και για την προβολή του έργου και της προσωπικότητας του πρόωρα χαμένου αδελφού της Νώντα. Παρ’ότι έπασχε από φυματίωση και νοσηλεύτηκε συχνά σε σανατόρια της Γερμανίας (το 1904 με τον αδελφό της Νώντα) και της Ελβετίας (Leysin), εργάστηκε με αυτοθυσία ως αδελφή νοσοκόμα του Ερυθρού Σταυρού στους Βαλκανικούς Πολέμους και στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Στο Εσκί-Χισάρ άλλωστε, το 1921 αναγκάστηκε να νοσηλευτεί η ίδια μαζί με τους τραυματισμένους στρατιώτες, διότι η υγεία της ήταν σε κακή κατάσταση.
Έμεινε ανύπαντρη και έζησε μαζί με τον αδελφό της Αλέξανδρο στο πατρικό τους σπίτι, αντιμετωπίζοντας σοβαρή οικονομική στενότητα, μέχρι το θάνατό της που επήλθε στις 13 Ιουλίου 1938.

Δεληγεώργη, Δώρα Λ.

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1888-1966

Παντρεύτηκε το 1916 τον αξιωματικό του Στρατού και γιο του Τιμολέοντα Βάσου, Κωνσταντίνο Βάσο (1886-1963) με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά: τον Αλέξανδρο και την Αλμερή (Άλμα), σύζυγο Ιωάννη Τσερέζολε.

Λούντζης, Αλέξανδρος Αναστ.

  • 1904-1963

Ο Αλέξανδρος Αναστ. Λούντζης, στερνοπαίδι του Αναστάσιου, σπούδασε γεωπόνος στη Γαλλία. Έζησε κυρίως στη Ζάκυνθο (Σαρακίνα), ασχολούμενος με την οικογενειακή κτηματική περιουσία και τη γεωπονία.

Λούντζη, Αλεξάνδρα Αναστ. (σύζυγος Φίλιππου Καρρέρ)

  • 1896-1972

Η Αλεξάνδρα Αναστ. Λούντζη, σύζυγος Φίλιππου Καρρέρ (1896-1972), η μεγαλύτερη κόρη του Αναστάσιου Ερμ. Λούντζη, με περιορισμένες σπουδές, ανέπτυξε σημαντική φιλανθρωπική δράση. Σε αυτή οφείλεται επίσης μια προσπάθεια τακτοποίησης του οικογενειακού αρχείου.

Καρτάλη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια Καρτάλη εμφανίστηκε στην Τσαγκαράδα του Πηλίου το πρώτο μισό του 18ου αιώνα. Αν και μόνο ένα μέλος της, ο Γεώργιος Αντωνίου Καρτάλης (1908-1957), είναι ευρύτερα γνωστός στο πανελλήνιο, όλα της τα μέλη για τουλάχιστον έναν αιώνα είχαν σημαντική συμβολή στον ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό βίο. Οικογένεια επιχειρηματιών, με εμπορικά συμφέροντα στην Αίγυπτο, άρχισε να δραστηριοποιείται στην πολιτική λίγο πριν την εσνωμάτωση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος με το διορισμό, από τις τουρκικές αρχές, του Γεωργίου Χατζηαντωνίου Καρτάλη (1834-1899) πρώτου Δημάρχου του Βόλου.

Λαμπάκης, Εμμανουήλ

  • 1859-1909

Ο Εμμανουήλ Λαμπάκης (Ε.Λ.) μικρότερος αδελφός του Γεωργίου, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1858. Σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας. Το 1881 συνέχισε την εκπαίδευση του στην Ακαδημία του Μονάχου κοντά στον Ν. Γύζη, με υποτροφίες του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας της Τήνου. Μαθητής και θερμός φίλος του Ν. Γύζη επηρεάστηκε από το έργο του δασκάλου του.

Το 1883 μετέχει στην τακτική έκθεση του Καλλιτεχνικού Συλλόγου στο Μόναχο, με το έργο του «Κεφαλή γραίας χωρικής». Μεταξύ των μελών της νεοϊδρυθείσης Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας (ΧΑΕ), το 1884 εκτός από τον αδελφό του Γεώργιο Λαμπάκη, ο οποίος πρωτοστάτησε στην ίδρυση της, βρίσκεται και ο Ε.Λ. καθώς και ο θείος τους Νικόλαος Πλατής ή Πλατύς, ζωγράφος / χαράκτης. Το 1885 επιστρέφει από τις σπουδές του στο Μόναχο και στις 8 Ιουλίου εξέθεσε έργο του στο «σπουδαστήριο» του γλύπτη Γεωργίου Βρούτου.

Το 1886 ο Νικόλαος Γύζης κληρονομεί το πατρικό του σπίτι στο Σκλαβοχωριό της Τήνου. Ζητά από τον φίλο του Ε.Λ. να τον ενημερώσει για αυτή την κληρονομιά. Ο Ε.Λ. πήγε στο Σκλαβοχωριό, όπου ζωγράφισε το πατρικό σπίτι του Γύζη, και στη συνέχεια έστειλε τον πίνακα ταχυδρομικώς στο Μόναχο. Σήμερα ο πίνακας βρίσκεται στο Ε.Π.Μ.Α.Σ.

Το 1888 στο πλαίσιο του εορτασμού της συμπλήρωσης 25 χρόνων από την άνοδο στο θρόνο του Γεωργίου του Α΄, τελούνται στο Ζάππειο τα Δ΄ ΟΛΥΜΠΙΑ. Συμμετέχουν και καλλιτέχνες με έργα ζωγραφικής, γλυπτικής, ξυλογραφίας και ξυλογλυπτικής. Συμμετείχε και ο Ε.Λ. με εννέα έργα και του απενεμήθη έπαινος «δι’ ελαιογραφία κεφαλής βοός». Είναι η δεύτερη φορά που ο Ε.Λ. συμμετέχει στις εκθέσεις «ΟΛΥΜΠΙΑ». Έχει λάβει μέρος και στα Γ΄ ΟΛΥΜΠΙΑ το 1875, ως μαθητής του Πολυτεχνείου φέρεται να εξέθεσε τα έργα του: Αγία Ειρήνη ( ξυλογραφία), 9 διάφοροι άγιοι ( ξυλογραφία, Υιός της Νιόβης (ιχνογραφία), και Υιός της Νιόβης ( ιχνογραφία).

Το 1889 συνεργάζεται με τους αδελφούς του, τον βυζαντινολόγο Γεώργιο Λαμπάκη και τον φωτογράφο Ιωάννη Λαμπάκη, στην αναστήλωση της Μονής Δαφνίου, όπου εργάστηκε στη συντήρηση των ψηφιδωτών της Μονής και αντέγραψε τον Ευαγγελιστή Ιωάννη και Ιχνογράφησε την «Πλατυτέρα». Τη ίδια χρονιά έλαβε μέρος στην Παγκόσμια έκθεση των Παρισίων, την Exposition Universelle με μία ηθογραφία και με την προσωπογραφία της μητέρας του Μαργαρίτας. Για τη προσωπογραφία αυτή πήρε το πρώτο βραβείο.

Τον Ιανουάριο του 1893 εξέθεσε στο δικό του εργαστήριο στην οδό Σπευσίππου 22 στο Κολωνάκι, τις εικόνες που προορίζονταν για τον Άγιο Στέφανο των Παρισίων. Την αγιογράφηση του ελληνορθόδοξου αυτού ναού είχε αναλάβει ο L. Thiersch, όπου ο Ε.Λ. ζωγράφισε το Δωδεκάορτο. Την ίδια χρονιά εκλέχθηκε σύμβουλος της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας. Τον Ιανουάριο του 1894 εξέθεσε στο επί της οδού Σταδίου κατάστημα Πέπα το έργο του «Παρθενών». Τον Φεβρουάριο του ίδιου χρόνου, στο ίδιο κατάστημα, εξέθεσε τα έργα του «Τυφλή γυναίκα» και «Βοϊδοκεφαλή». Τον Φεβρουάριο του 1895 εκθέτει στο πιλοπωλείο Κατσίμπαλη έργο του, που εικονίζει «Δύο παλικάρια να χαριεντίζονται με ωραία χωριατοπούλα». Την ίδια χρονιά συμμετέχει ως ιδρυτικό μέλος στην ίδρυση της «Καλλιτεχνικής Ενώσεως» και εκλέγεται μέλος του διοικητικού της συμβουλίου.

Το 1896 εξέθεσε στο φωτογραφείο Κωνσταντίνου και Αθανασίου «άπαντα τα έργα αυτού» και τον ίδιο χρόνο επαινείται για το έργο του «Αρχισιδηρουργός» που εκτέθηκε στο καφενείο «Παράδεισος».Τον Φεβρουάριο του 1897 εξέθεσε το έργο του « Ο εκατονταετής», στο ανθοπωλείο Σταματάκη στην οδό Σταδίου.Το 1898 έλαβε μέρος και στη «διαρκή έκθεση της Εταιρείας των Φιλοτέχνων».Το 1889 φιλοτέχνησε το πορτρέτο του «μεγαλοεπιχειρηματία», Παππούδωφ, και πρώτου πρόεδρου της ΧΑΕ, ο οποίος είχε πεθάνει πριν πολλά χρόνια, από περιγραφή μόνο των διαφόρων χαρακτηριστικών του προσώπου του. Το έργο αυτό το ανέθεσε στο Ε.Λ. ο γιος του Παππούδωφ, Αριστείδης Παππούδωφ.
Το 1901 διορίστηκε καθηγητής ιχνογραφίας στο Αρσάκειο της Λάρισας μέχρι και το 1902. Από το 1903 ως το 1907, δίδαξε στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας.

Το 1905 ίδρυσε στην οδό Βουλής, Ιδιωτική Σχολή Ζωγραφικής για κορίτσια, ύστερα από τη διάλυση του τμήματος θηλέων της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών, που όμως και αυτή διαλύθηκε σύντομα. Υπήρξε ταυτόχρονα υποστηρικτής της ιδέας ίδρυσης μιας έδρας βυζαντινής ζωγραφικής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών.

Πέθανε το 1909 στο Δρομοκαΐτειο θεραπευτήριο, ύστερα από παθολογική μελαγχολία στην οποία περιέπεσε τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του και στην οποία φαίνεται να συνέτεινε και η χρόνια ραχίτιδα που τον βασάνιζε.

Δηλαβέρης, Ευστάθιος Κ.

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1855-1932

Ο Ευστάθιος Κυριάκου Δηλαβέρης, γεννημένος το 1855 στον Καραβά Κυθήρων, υπήρξε ο ιδρυτής της "Κεραμουργικής Βιομηχανίας Ευσταθίου Κ. Δηλαβέρη", που ιδρύθηκε το 1888 στο "τετράγωνο Τζελέπη". Πεθαίνοντας το 1932 ο Ευστάθιος, κατέστησε γενικό κληρονόμο με όρους για 20 χρόνια, και άνευ όρων μετά την παρέλευση των 20 ετών, το γιό του Κρίτωνα-Κυριάκο Δηλαβέρη.

Δεληγιάννης, Κανέλλος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1780-1862

Έλληνας πρόκριτος, οπλαρχηγός του 1821 και πολιτικός από τα Λαγκάδια Γορτυνίας.

Πατρικίου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Αλέξιος Πατρίκιος του Παναγιώτη καταγόταν από την Κεφαλονιά και ασχολιόταν με το εμπόριο ελαιολάδου στην Κέρκυρα. Είχε ένα μοναδικό γιο ονόματι Γεώργιο, παντρεμένο το 1863 με τη Νικολέτα, θυγατέρα του Αντωνίου Κουρή και της Μαρίνας Βραχλιώτη. Στη διαθήκη του ο Αλέξιος Πατρίκιος αφού δηλώνει ότι ο γιος του πάσχει από πολύχρονη ασθένεια και είναι ανάξιος να αποφασίζει, διορίζει επιτρόπους για την κληρονομία του και τους εγγονούς του, τους: Σπυρίδωνα Πατρίκιο (ανηψιό του), Κωνσταντίνο Θρόνο, Ιάκωβο Ποργατζέλη, Αντώνιο Κουρή. Ο Γεώργιος Α. Πατρίκιος έκανε τέσσερα παιδιά: α) τον Παναγιώτη, σύζυγο Μαρίας Σπυρίδωνος Δαμασκηνού με την οποία έμεινε παντρεμένος τέσσερα χρόνια (1860-1864) και με την οποία απέκτησε ένα γιο τον Αλέξιο (που αυτοκτόνησε το 1888 στη Νάπολη της Ιταλίας) β) την Μαρία, σύζυγο Νικολάου Αγιοβλασίτη γ) την Ρεγγίνα, σύζυγο Αναστασίου Πιέρη του Μαρκαντωνίου και δ) τον Ιωάννη.

Καποδίστριας, Ιωάννης

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1776-1831

Κορυφαίος πολιτικός και διπλωμάτης. Υπηρέτησε ως υπουργός των εξωτερικών της Ρωσίας (1815-1822), το 1827 εκλέχθηκε κυβερνήτης της Ελλάδας και το 1831δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο χωρίς να προλάβει να υλοποιήσει το ανορθωτικό πρόγραμμά του.

Προσωρινή Κυβέρνηση Θεσσαλονίκης. Ανωτάτη Διεύθυνσις Δημοσίας Εκπαιδεύσεως

  • Νομικό Πρόσωπο

Προσωρινή Κυβέρνησις του Βασιλείου της Ελλάδος
Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Ελλάδα δοκίμασε μια σοβαρή πολιτειακή και εθνική κρίση. Το δίλημμα για ουδετερότητα ή έξοδο της χώρας στον πόλεμο στο πλευρό των Δυνάμεων της Entente γρήγορα εξελίχθηκε σε σύγκρουση μεταξύ του πολιτικά «ανεύθυνου» ανωτάτου άρχοντος και της υπεύθυνης πολιτικής ηγεσίας για τη διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής. Η κρίση του πολιτεύματος, που προκλήθηκε από τις παραβιάσεις του συντάγματος και της παραδεδεγμένης κοινοβουλευτικής πρακτικής εκ μέρους του θρόνου, ενίσχυσε την αντίδραση των συντηρητικών δυνάμεων εναντίον της κυβέρνησης των Φιλελευθέρων, αρχικά, και του βενιζελικού κόσμου, στη συνέχεια. Έτσι, μετά και τη δεύτερη αποπομπή του πρωθυπουργού, Ελευθερίου Βενιζέλου, τον Σεπτέμβριο του 1915, ο διχασμός του πολιτικού κόσμου είχε μεταφερθεί πλέον στον λαό.
Σοβαρή πλευρά της κρίσης αποτέλεσε και η παραβίαση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων με την απόβαση δυνάμεων της Entente στη Θεσσαλονίκη, τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, και τις αυθαιρεσίες των συμμαχικών αρχών στην Ελλάδα. Τον Μάιο του 1916, γερμανικά και βουλγαρικά στρατεύματα εισέβαλαν στο ελληνικό έδαφος, πήραν στην κατοχή τους το οχυρό Ρούπελ και κατέλαβαν αργότερα την Ανατολική Μακεδονία με την άδεια της βασιλικής κυβέρνησης της Αθήνας και την ανοχή ή υποχώρηση των ελληνικών στρατιωτικών μονάδων. Άμεση απάντηση στον κίνδυνο απώλειας της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας υπήρξε στις 17/30 Αυγούστου το στρατιωτικό κίνημα που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη από την υφιστάμενη - ήδη από τον Δεκέμβριο του 1915 - οργάνωση Εθνικής Αμύνης. Κύριος στόχος του κινήματος ήταν η ένταξη των εθνικών στρατιωτικών δυνάμεων στο πλαίσιο του συμμαχικού στρατού της Entente για την απώθηση των βουλγαρικών δυνάμεων από το ελληνικό έδαφος.
Ταυτοχρόνως, το κόμμα των Φιλελευθέρων υπό την ηγεσία του Ελευθερίου Βενιζέλου αποφάσισε να παράσχει πολιτική κάλυψη στο κίνημα με τη δημιουργία – αναγκαστκά – κυβέρνησης εκτός νομιμότητας. Έτσι, στις 14/27-9-1916 σχηματίσθηκε στην Κρήτη de facto επαναστατική Προσωρινή Κυβέρνηση, με επικεφαλής τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη, στην οποία προσχώρησε αργότερα και ο στρατηγός Παναγιώτης Δαγκλής. Η κυβέρνηση εξασφάλισε την προσχώρηση στο κίνημα των νησιών του ανατολικού Αιγαίου και στις 26 Σεπτεμβρίου/9 Οκτωβρίου αποβιβάσθηκε στη Θεσσαλονίκη.
Το σχήμα της επαναστατικής κυβέρνησης ήταν συγκεντρωτικό: Η Τριανδρία Βενιζέλου-Δαγκλή-Κουντουριώτη ασκούσε την βασιλική εξουσία (εκτελεστική και νομοθετική ), ενώ ένα σώμα εννέα συμβούλων (όχι υπουργών), οι οποίοι τέθηκαν επικεφαλής εννέα αντίστοιχων Διευθύνσεων, είχε την ανωτάτην διοίκησιν και την εποπτείαν των δημοσίων υποθέσεων . Εξαίρεση αποτέλεσαν οι υπεύθυνοι επί των στρατιωτικών και εξωτερικών υποθέσεων, οι οποίοι είχαν αρμοδιότητες υπουργού. Παράλληλα, λειτουργούσε η Επιτροπή Εθνικής Αμύνης, ως εκτελεστική επιτροπή των αποφάσεων του κινήματος.
Την επικράτεια της Προσωρινής Κυβέρνησης αποτελούσαν οι περιοχές της Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας, η Κρήτη, τα Νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, οι Κυκλάδες (πλην της Μήλου), τα Ιόνια Νησιά (πλην της Κερκύρας), οι Βόρειες Σποράδες και η Ύδρα. Τον Νοέμβριο, πάντως, του 1916 καθορίσθηκε από τις Δυνάμεις της Entente μία ουδέτερη ζώνη στα βόρεια σύνορα της Θεσσαλίας, με στόχο να εξασφαλισθεί ισορροπία ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις, το βασιλικό κράτος των Αθηνών και την κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης. Η ζώνη, βάθους 3-10 χιλ., ακολουθούσε την γραμμή Λιτοχώρου-Σερβίων-Γρεβενών μέχρι τα υψώματα του Λεσκοβίκι και, αφού εκκενώθηκε από τις δυνάμεις του βασιλικού στρατού και των τμημάτων της Εθνικής άμυνας, από τις 27 του ίδιου μήνα βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο μόνο των γαλλικών στρατιωτικών δυνάμεων .
Η ιεραρχία των δημοσίων υπηρεσιών στις περιοχές ελέγχου της κυβέρνησης (οργανωμένες διοικητικά σε νομαρχίες και υποδιοικήσεις) διατηρήθηκε, ενώ έγιναν αλλαγές προσώπων σε καίριες πολιτικές θέσεις, όπως αυτές των νομαρχών. Σύνδεσμοι της κυβέρνησης με τις κατά τόπους Αρχές ήταν οι διορισμένοι αντιπρόσωποι .
Η διακυβέρνηση της Προσωρινής Κυβέρνησης Θεσσαλονίκης έληξε τον Ιούνιο του 1917 με την πλήρη επικράτηση του Ελ.Βενιζέλου - με στρατιωτική παρέμβαση των Συμμάχων - την εκθρόνιση και εξορία του Βασιλιά Κωνσταντίνου.

Ανωτάτη Διεύθυνσις Δημοσίας Εκπαιδεύσεως
Η Διεύθυνσις Δημοσίας Εκπαιδεύσεως ήταν η τρίτη από τις εννέα Διευθύνσεις της Προσωρινής Κυβέρνησης Θεσσαλονίκης. Τα χρέη του συμβούλου της Διευθύνσεως ασκούσε ο Γεώργιος Αβέρωφ . Την οργάνωση των υπηρεσιών της ορίζει το διάταγμα 294/24-10-1916, σύμφωνα με το οποίο προβλέπεται η ίδρυση επτά Γραφείων:
Γραφείον Συμβούλου
Γραφείον Γενικού Γραμματέως
Γραφείον Θρησκευμάτων
Γραφείον Μέσης Εκπαιδεύσεως
Γραφείον Δημοτικής Εκπαιδεύσεως
Γραφείον Αρχαιοτήτων και Καλών Τεχνών
Γραφείον Πρωτοκόλλου και Διεκπεραιώσεως (ή Αρχείων και Πρωτοκόλλου).
Η πρόβλεψη ίδρυσης δύο επιπλέον Γραφείων (Αρχιτεκτονικόν και Κληροδοτημάτων) φαίνεται ότι δεν πραγμα¬τοποιήθηκε. Ως προϊστάμενοι των έξι πρώτων Γραφείων ορίζονται τμηματάρχες πρώτης ή δευτέρας τάξεως, ενώ για το έβδομο Γραφείο προβλέπεται προϊστάμενος με βαθμό γραμματέως πρώτης ή δευτέρας τάξεως. Η διεκπεραίωση των υποθέσεων κάθε Γραφείου ανατίθεται σε γραμματείς ή γραφείς πρώτης ή δευτέρας τάξεως, επίσης. Στο προσωπικό της Διευθύνσεως περιλαμβάνονται, ακόμη, τρεις κλητήρες, ένας αρχικλητήρας, ένας καθαριστής και ένας οδηγός του υπηρεσιακού αυτοκινήτου.
Τη διεύθυνση των υπηρεσιών των Γραφείων ανέλαβαν, κατά την πρόβλεψη του διατάγματος, δημόσιοι υπάλληλοι με ειδική σχέση με την αντίστοιχη υπηρεσία. Τέτοιοι ήταν ο επιθεωρητής Δημοτικής Εκπαιδεύσεως, Δημοσθένης Ανδρεάδης, ο γενικός επιθεωρητής της 10ης εκπαιδευτικής περιφερείας, Ιωάννης Χαντέλης, και ο βοηθός γενικού επιθεωρητή Θεσσαλονίκης, Ιωσήφ Λαζάρου, οι οποίοι ανέλαβαν τη διεύθυνση των Γραφείων Δημοτικής Εκπαιδεύσεως, Μέσης Εκπαιδεύσεως και Αρχείων και Πρωτοκόλλου, αντιστοίχως . Τη διεύθυνση των άλλων Γραφείων ανέλαβαν ο Πέτρος Μανουσάκης (Θρησκευμάτων) και ο έφορος Αρχαιοτήτων Μακεδονίας, Γεώργιος Οικονόμου (Αρχαιοτήτων και Καλών Τεχνών). Χρέη ιδιαιτέρου γραμματέως του συμβούλου (με βαθμό υπουργικού γραμματέως πρώτης τάξεως) ανέλαβε αρχικά ο λογοτέχνης Πλάτων Ροδοκανάκης και από τον Δεκέμβριο του 1916 ο Γεώργιος Δερλής. Η λογιστική υπηρεσία της Διευθύνσεως ανατέθηκε στον Χρίστο Βαλιάντζα.

Διοίκηση της Εκπαίδευσης στην επικράτεια της Προσωρινής Κυβέρνησης
Η Ανωτάτη Διεύθυνσις Δημοσίας Εκπαιδεύσεως είχε να διαχειρισθεί την εκπαίδευση περιοχών, η πλειονότητα των οποίων ανήκε στις λεγόμενες “Νέες Χώρες”, όσες δηλαδή ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος μετά το 1912. Η αφομοίωση του εκπαιδευτικού συστήματος αυτών των χωρών - η διαχείριση και ο έλεγχος του οποίου αποτελούσαν πριν από την προσάρτηση αρμοδιότητες της κοινοτικής αυτοδιοίκησης - από το συγκεντρωτικό σύστημα του Ελληνικού Βασιλείου υπήρξε μια σχετικά μακρόχρονη διαδικασία, η οποία φαίνεται ότι ολοκληρώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930.
Η σταδιακή ενσωμάτωση της κοινοτικής εκπαίδευσης στην κρατική διοίκηση είχε ως προφανή στόχο την ήπια προσαρμογή σε νέα δεδομένα ενός εκπαιδευτικού συστήματος το οποίο ως προς τη δομή και λειτουργία του παρουσίαζε σημαντικές διαφορές από το αντίστοιχο σύστημα που ίσχυε στην Παλαιά Ελλάδα. Έτσι, κατά την διετία 1912-1914 διατηρήθηκαν αμετάβλητες οι δομές της προηγούμενης περιόδου, χωρίς διαφοροποίηση στη λειτουργία των σχολείων. Η εκπαιδευτική αφομοίωση άρχισε ουσιαστικά με τις νομοθετικές πρωτοβουλίες του 1914, με τις οποίες σηματοδοτήθηκε η παρεμβατική πολιτική του κράτους στα εκπαιδευτικά πράγματα των Νέων Χωρών, καθώς και η προσπάθεια σύζευξης κοινοτικών και κρατικών αρμοδιοτήτων στη διαχείριση της εκπαίδευσης.
Η διοίκηση που άσκησε η Ανωτάτη Διεύθυνσις Δημοσίας Εκπαιδεύσεως στην εκπαίδευση των υπό τη δικαιοδοσία της Προσωρινής Κυβέρνησης χωρών στηρίχθηκε στην εφαρμογή νόμων και διαταγμάτων τα οποία ίσχυαν από το 1914 και στόχευαν στην καθιέρωση ομοιόμορφου διοικητικού συστήματος στην εκπαίδευση του κράτους. Τα σχετικά νομοθετήματα είναι τα εξής:
(1) Ο Νόμος 240 «Περί διοικήσεως της Δημοτικής και Μέσης Εκπαιδεύσεως» της 16ης-4-1914, ΦΕΚ 97/16-4-1916, και το Βασιλικό Διάταγμα της 28ης-5-1914, ΦΕΚ 148/5-6-1914, με το οποίο τέθηκαν σε ισχύ στις εκπαιδευτικές περιφέρειες των Νέων Χωρών τα Διατάγματα της 30ης-4-1914 και 19ης-5-1914 «Περί ισχύος διατάξεων του Νόμου 240 περί διοικήσεως της Δημοτικής και Μέσης Εκπαιδεύσεως»
(2) Το Βασιλικό Διάταγμα «Περί επεκτάσεως των ισχυόντων νόμων και Β. Διαταγμάτων περί διδακτικών βιβλίων εις τας γενικάς διοικήσεις Μακεδονίας, Ηπείρου, Κρήτης, των νήσων του Αιγαίου και την διοίκησιν Σάμου» της 23ης -7-1914, ΦΕΚ 208/26-7-1914
(3) Το Βασιλικό Διάταγμα «Περί του προσωπικού των σχολείων της Δημοτικής και Μέσης Εκπαιδεύσεως των Νέων Χωρών κλπ» της 19ης-8-1914, ΦΕΚ 234/21-8-1914, και το Βασιλικό Διάταγμα “Περί επεκτάσεως της σχολικής νομοθεσίας και εις τας νέας χώρας” της 31ης-10-1914, ΦΕΚ 320/8-11-1914.
(4) Τα Βασιλικά Διατάγματα «Περί κατανομής των Δημοτικών Σχολείων της Νέας Ελλάδος εις εκπαιδευτικάς περιφερείας» και «Περί υπαγωγής των εκπαιδευτικών περιφερειών των Δημοτικών Σχολείων εις την δικαιοδοσίαν των γενικών επιθεωρητών» της 16ης-8-1914, ΦΕΚ 234/21-8-1914, καθώς και το Βασιλικό Διάταγμα «Περί κατανομής εις εκπαιδευτικάς περιφερείας των σχολείων της Μέσης Εκπαιδεύσεως» της 11ης-6-1914, ΦΕΚ159/13-6-1914.
(5) Ο Νόμος 402 «Περί κυρώσεως του από 19 Αυγούστου ε.έ. Β. Δ. «περί του προσωπικού των σχολείων της Δημοτικής και Μέσης Εκπαιδεύσεως των Νέων Χωρών» της 17ης-11-1914, ΦΕΚ 348/25-11-1914, και το Βασιλικό Διάταγμα «Περί κωδικοποιήσεως εις εν ενιαίον κείμενον νόμου των διατάξεων του Νόμου 402 και του διά τούτου κυρωθέντος Β. Δ. Της 19ης Αυγούστου 1914» της 17ης-2-1915, ΦΕΚ 79/23-2-1915.
(6) Ο Νόμος 577 «Περί προσαυξήσεων του μισθού και συντάξεως των εν ταις Νέαις Χώραις λειτουργών της Εκπαιδεύσεως κλπ» της 31ης-12-1914, ΦΕΚ 19/15-1-1915.
(7) Ο Νόμος 568 «Περί διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσης εν Οθωμανικοίς και Ισραηλιτικοίς σχολείοις των Νέων Χωρών» της 31ης-12-1914, ΦΕΚ 15/12-1-1915.
Η εποπτεία δημοτικής και μέσης εκπαίδευσης ασκήθηκε σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τον Νόμο 240, ο οποίος άλλαξε οριστικά το καθεστώς λειτουργίας των σχολείων στις Νέες Χώρες: Όργανα εποπτείας ήταν ο Σύμβουλος (υπουργός), το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο, τα Εποπτικά Συμβούλια, οι Γενικοί Επιθεωρητές, οι Επιθεωρητές Δημοτικής Εκπαίδευσης και οι Διευθυντές των σχολείων. Με το Διάταγμα 158/10-10-1916 της Προσωρινής Κυβέρνησης συγκροτήθηκε το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο. Πρόεδρος του συμβουλίου ορίσθηκε ο Δημήτρης Γληνός, ενώ προσωρινά καθήκοντα συμβούλου ανέλαβαν οι γενικοί επιθεωρητές Κ. Χελιουδάκης, Εμ. Δαυίδ και Κ. Γ. Παπαδάκης (Διάταγμα 1046/31-12-1916). Το Διάταγμα 301/28-10-1916 όριζε, εξάλλου, τη σύνθεση των εποπτικών συμβουλίων, τα οποία λειτούργησαν στις έδρες των αντίστοιχων περιφερειών δημοτικών σχολείων με πρόεδρο των συνεδριάσεων τον αρμόδιο επιθεωρητή. Λόγω των έκτακτων περιστάσεων, δεν τηρήθηκε πάντα η προβλεπόμενη διαδικασία στη λήψη των αποφάσεων, αφού επείγουσες ανάγκες επέβαλαν την ταχύτερη κάλυψή τους από τοπικά διοικητικά στελέχη (αντιπροσώπους της κυβέρνησης, νομάρχες), οι αποφάσεις των οποίων συχνά δεν επικυρώνονταν ούτε δημοσιεύονταν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Ως προς τους τύπους και τη λειτουργία των σχολείων δημοτικής και μέσης εκπαίδευσης τηρήθηκε η πρόβλεψη του Διατάγματος της 19ης -8-1914, το οποίο διατήρησε την υπάρχουσα μορφή των σχολείων των Νέων Χωρών παρέχοντας, όμως, δυνατότητα μεταρρύθμισής τους κατά τους ισχύοντες νόμους του ελληνικού κράτους. Οι παρεμβάσεις της Ανωτάτης Διευθύνσεως Δημοσίας Εκπαιδεύσεως στη δημοτική εκπαίδευση υπήρξαν προς αυτή την κατεύθυνση (αναγνώριση, ίδρυση, κατάργηση, προαγωγή και υποβιβασμός σχολείων) με στόχο την επικράτηση δύο τύπων δημοτικών σχολείων, κοινών/τετραταξίων και πλήρων/εξαταξίων, καθώς και την ορθολογική χωροταξική κατανομή τους. Ανάλογες παρεμβάσεις έγιναν και στη μέση εκπαίδευση, στην οποία δύο ήταν τα επικρατούντα σχήματα σπουδών: 3/τάξιο ελληνικό σχολείο και 4/τάξιο γυμνάσιο ή 6/τάξιο γυμνάσιο και ημιγυμνάσιο (μη ολοκληρωμένος τύπος 6/ταξίου γυμνασίου). Η επαγγελματική εκπαίδευση μέσης βαθμίδας περιλάμβανε εμπορικές ή άλλου είδους σχολές, αστικές σχολές (6/τάξιο δημοτικό με επιπλέον τάξεις ελληνικού σχολείου ή εμπορικής σχολής), διδασκαλεία αρρένων και θηλέων και ανώτερα παρθεναγωγεία, σε κάποιες περιπτώσεις γυμνασιακά. Διαφαινόμενη τάση μεταρ-ρύθμισης του εκπαιδευτικού συστήματος ήταν να επικρατήσει ο τύπος του 6/ταξίου γυμνασίου και να αντικατασταθούν τα υπάρχοντα παρθεναγωγεία με αστικά σχολεία θηλέων. Η τάση αυτή καταγράφεται, για παράδειγμα, στην προσπάθεια της Ανωτάτης Διευθύνσεως Δημοσίας Εκπαιδεύσεως να εναρμονίσει γνωστά ιδιωτικά εκπαιδευτήρια της Θεσσαλονίκης με το νέο εκπαιδευτικό σχήμα. Έτσι, το Πρότυπο Παρθεναγωγείο Στεφάνου Νούκα-Αγλαϊας Σχινά, με τη νέα άδεια λειτουργίας που εξασφάλισε τον Νοέμβριο του 1916, απέκτησε στο εξής διακριτές εκπαιδευτικές βαθμίδες: νηπιαγωγείο, πλήρες (6/τάξιο) δημοτικό σχολείο και 3/τάξιο αστικό σχολείο θηλέων.
Η διαχείριση της εκπαίδευσης στις Νέες Χώρες αφορούσε και την εποπτεία των ετερόθρησκων σχολείων (μουσουλμανικών και ισραηλιτικών). Ο έλεγχος που ασκήθηκε σε τέτοια σχολεία στόχευε στην προσαρμογή της λειτουργίας τους στους ισχύοντες κανόνες (κτηριακή επάρκεια, συνθήκες υγιεινής, ωράρια). Ως εκ τούτου, αρκετά ισραηλιτικά σχολεία της Θεσσαλονίκης δεν αναγνωρίσθηκαν, αφού δεν πληρούσαν τους απαιτούμενους όρους λειτουργίας. Πολλά από τα αναγνωρισμένα σχολεία συντηρούνταν από εύπορους Ισραηλίτες ή ισχυρές οργανώσεις και, ως εκ τούτου, είχαν καλύτερη οργάνωση και ευρύτερο πρόγραμμα σπουδών. Μεγαλύτερη ακτινοβολία, ήδη από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, είχαν τα σχολεία που είχε ιδρύσει ή απλώς συντηρούσε η Alliance Israelite Universelle: Νηπιαγωγείο, δημοτικές σχολές αρρένων και θηλέων, ανώτερο παρθεναγωγείο, κατώτερες επαγγελματικές σχολές αρρένων και θηλέων και εμπορικές σχολές. Άλλα σχολεία, όπως η ισραηλιτική σχολή της Χίου, έπαυσαν τη λειτουργία τους, ίσως και για ανεπάρκεια μαθητικού δυναμικού. Ιδιαίτερη μέριμνα λήφθηκε για διδασκάλους/διδασκάλισσες της ελληνικής γλώσσας σε ετερόθρησκα σχολεία (ωράρια, αργίες), η διδασκαλία της οποίας σε αυτά ήταν υποχρεωτική, στο πλαίσιο της ενεργούμενης εκπαιδευτικής και γλωσσικής αφομοίωσης των Νέων Χωρών (Νόμος 568/1914). Η ίδια ρύθμιση εφαρμόσθηκε και για την εκπαίδευση των βλαχοφώνων με την απόσπαση διδασκάλων από την Παλαιά Ελλάδα σε όσα σχολεία λειτουργούσαν κατά τους θερινούς μήνες σε τόπους θερινής διαμονής βλαχοποιμένων (Βέρμιο, Γρεβενά). Η Ανωτάτη Διεύθυνση Δημοσίας Εκπαιδεύσεως αντιμετώπισε το πρόβλημα καταβολής καθυστερούμενων μισθών εκπαιδευτικών αυτής της κατηγορίας ή νέων αποσπάσεων.
Σοβαρότερο ήταν το πρόβλημα εκπαίδευσης των σλαβόφωνων χριστιανικών πληθυσμών της Μακεδονίας, η οποία αποτέλεσε άλλωστε τον κύριο στόχο της αφομοίωσης των Νέων Χωρών. Η κυριότερη δυσχέρεια της αφομοίωσης φαίνεται ότι ήταν η μη προσέλευση σλαβόφωνων μαθητών στα ελληνικά σχολεία που αντικατέστησαν όσα σχολεία της Εξαρχίας λειτουργούσαν πριν από την ενσωμάτωση. Το πρόβλημα είναι προφανές ότι εντάθηκε στις συνθήκες πολέμου που επικρατούσαν στη Μακεδονία κατά την περίοδο της Προσωρινής Κυβέρνησης Θεσσαλονίκης, εν όψει μάλιστα της σερβικής ή βουλγαρικής προπαγάνδας που είχε την ευκαιρία να αναπτυχθεί σε επίμαχες περιοχές τότε. Παρά τα προτεινόμενα από στελέχη της εκπαίδευσης μέτρα, στην πράξη φαίνεται ότι εφαρμόσθηκε ο έλεγχος γονέων για την τακτική φοίτηση των παιδιών τους στο ελληνικό σχολείο, όσο μπορούσε, βέβαια, αυτός να επιτευχθεί στο χάος που δημιούργησε ο πόλεμος και ο διχασμός.
Σε τέτοιες συνθήκες η δυσλειτουργία των σχολείων αποτέλεσε τον κανόνα στα εκπαιδευτικά πράγματα και όχι το αντίθετο. Η Προσωρινή Κυβέρνηση Θεσσαλονίκης είχε να αντιμετωπίσει, καταρχήν, την καταστροφή, την επίταξη των διδακτηρίων για στρατιωτικούς σκοπούς ή την κατάληψή τους από πρόσφυγες. Η κυριότερη, όμως, δυσχέρεια στην εκπαιδευτική λειτουργία ήταν η έλλειψη προσωπικού. Πολλοί εκπαιδευτικοί, κυρίως από την Παλαιά Ελλάδα, από φόβο, αδυναμία μετακίνησης ή άρνηση να υπηρετήσουν το νέο καθεστώς δεν επέστρεψαν στις θέσεις τους. Άλλοι εγκατέλειψαν τις θέσεις τους για παρόμοιους λόγους. Σε κάποιες περιπτώσεις η «αντίδραση» στο Κίνημα της Θεσσαλονίκης είχε ως συνέπεια ανακρίσεις, προφυλακίσεις ή εκτοπισμούς και αστυνομική επιτήρηση των αντιφρονούντων. Κενές θέσεις προκάλεσε, επίσης, η επιστράτευση ήδη υπηρετούντων εκπαιδευτικών. Στα σχολεία της Φλώρινας και της Καστοριάς, που αποτελούσαν πεδίο πολεμικών επιχειρήσεων το Φθινόπωρο του 1916, η διάλυση δεν ήταν δυνατό να αποφευχθεί. Σοβαρότερη ήταν η δυσλειτουργία των σχολείων στοιχειώδους βαθμίδας, στα οποία, εκτός άλλων λόγων, η έλλειψη διδασκάλων με προσόντα και οι συνεχιζόμενες παραιτήσεις πολλών από αυτούς για λόγους οικονομικής δυσπραγίας δημιούργησαν δυσαναπλήρωτα κενά. Σε περιφέρειες με σλαυόφωνους, κατά κανόνα, οικισμούς (Γιαννιτσά, Κιλκίς, Λαγκαδάς, Έδεσσα, Φλώρινα και Καστοριά) το πρόβλημα δυσχέραινε σοβαρά την επιδιωκόμενη γλωσσική και εθνική αφομοίωση.
Όλα αυτά τα προβλήματα επιχείρησε να λύσει το Διάταγμα 250/28-10-1916 (Φ.22 Εφημερίδας Κυβερνήσεως, τεύχος Α΄, 1917) «περί των λειτουργών της δημοτικής και μέσης εκπαιδεύσεως». Προκρίθηκαν τα εξής μέτρα που στόχευαν στην άμεση αντιμετώπιση των δυσχερειών: (1) απόλυση όσων εκπαιδευτικών δεν επέστρεφαν στις θέσεις τους εντός εικοσαημέρου (2) τοποθέτηση εκπαιδευτικών από βουλγαρο-κρατούμενες περιοχές (Σέρρες, Δράμα, Καβάλα) σε κενές θέσεις άλλων εκπαιδευτικών περιφερειών (3) προσωρινή τοποθέτηση υποδιδασκάλων σε κενές θέσεις πλήρων δημοτικών σχολείων˙ διορισμός νηπιαγωγών σε κενές θέσεις κοινών δημοτικών σχολείων, κυρίως στους ξενόφωνους οικισμούς˙ παροχή του δικαιώματος του διδασκάλου εν ανάγκη και σε όσους δεν πληρούσαν τα προβλεπόμενα από τον νόμο προσόντα. Το ίδιο μέτρο προκρίθηκε και για την κάλυψη θέσεων επιθεωρητών δημοτικών σχολείων στις ίδιες περιοχές (σλαυόφωνες) που για πολιτικούς λόγους είχαν ανάγκη διαρκούς εποπτείας. Συνήθης πρακτική για την κάλυψη αναγκών του σχολικού προγράμματος ήταν, επίσης, η ανάθεση πρόσθετης διδασκαλίας μαθημάτων σε εκπαιδευτικούς ανήκοντες στο ενεργό δυναμικό των σχολείων, η μείωση των κανονικών ωρών διδασκαλίας και οι προσωρινοί διορισμοί σε θέσεις στρατευμένων εκπαιδευτικών.
Η Ανωτάτη Διεύθυνση Δημοσίας Εκπαιδεύσεως ήταν αναγκασμένη να αντιμετωπίσει και άλλα προβλήματα, τρέχοντα ή έκτακτα, τα οποία δυσχέραιναν την ήδη προβληματική λειτουργία των σχολείων. Διακοπή λειτουργίας λόγω επιδημιών, μεταφορά μαθητών από σχολεία με προσωρινή ή οριστική παύση λειτουργίας σε άλλα, υποδοχή προσφύγων μαθητών ή παιδιών διωκόμενων οικογενειών από το βασιλικό καθεστώς του κράτους των Αθηνών σε σχολεία της επικράτειας της Προσωρινής Κυβέρνησης, απαλλαγή μαθητών γυμνασίων ειδικών κατηγοριών από την καταβολή των εκπαι¬δευτικών τελών, συμφωνία με βιβλιοπώλες από την Αθήνα για κυκλοφορία βιβλίων δημοτικής εκπαίδευσης στις Νέες Χώρες ήταν αποφάσεις που λήφθηκαν για τη θεραπεία αντίστοιχων προβλημάτων.
Οξύ ήταν και το πρόβλημα αντιμετώπισης των σχολικών δαπανών όχι μόνο τρεχουσών, αλλά και κεκλεισμένων χρήσεων˙ τις τελευταίες ήταν αδύνατο να συμπεριλάβει η κυβέρνηση στον προϋπολογισμό του 1917. Οι υφιστάμενες εφορείες ή επιτροπές φαίνεται ότι έδειξαν ολιγωρία στην επιβαλλόμενη από τον Νόμο 402/1914 υποχρέωση είσπραξης των συνήθων σχολικών πόρων και καταβολής τους στο Δημόσιο Ταμείο. Αυτό τουλάχιστον καταγράφηκε σε εκθέσεις των προέδρων εφορειών σχολείων της Δυτικής Μακεδονίας και των νησιών του Αιγαίου προς τον σύμβουλο, Γεώργιο Αβέρωφ, στις αρχές του 1917. Έτσι, οι σχολικές δαπάνες από τον Αύγουστο του 1914 μέχρι και το 1917 βάρυναν σχεδόν αποκλειστικά το κράτος. Οι μισθοί των εκπαιδευτικών, που αποτελούν την κυριότερη εκπαιδευτική δαπάνη, καταβάλλονταν για το σχολικό έτος 1916-17 από τα οικεία ταμεία με εντάλματα πληρωμών. Προβλήματα δημιουργήθηκαν στην καταβολή των μισθών εκπαιδευτικών με οργανική θέση σε σχολεία των βουλγαροκρατούμενων περιοχών ή της ουδετέρας ζώνης λόγω δυσκαμψίας των λογιστικών υπηρεσιών, δυστροπίας των ταμιών ή και άρνησής τους να υπηρετήσουν το καθεστώς. Παρόμοια προβλήματα δημιουργήθηκαν και στη μισθοδοσία των καθηγητών των Ιερών, λόγω άρνησης του Εκκλησιαστικού Ταμείου να μισθοδοτήσει υπαλλήλους του κράτους της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, η κυβέρνηση έλαβε μέριμνα για τη μισθοδοσία των προσχωρούντων από την Παλαιά Ελλάδα υπαλλήλων (Διατάγματα 628/25-11-1916 και 2/3-1-1917) και τήρησε απαρεγκλίτως τις σχετικές με τις διαβαθμίσεις και τη μισθολογική εξομοίωση των εκπαιδευτικών των Νέων Χωρών διατάξεις (αυξήσεις λόγω πενταετιών, συνταξιοδοτικά δικαιώματα και αντίστοιχες κρατήσεις). Παράλληλα, συγκέντρωνε και σωρεία αιτήσεων για δίκαιες αυξήσεις των γλίσχρων, κατά γενική ομολογία, μισθών, οι οποίοι είχαν υποβαθμισθεί λόγω της γενικής ανόδου των τιμών που προκάλεσε ο πόλεμος. Οι εκπαιδευτικοί της Θεσσαλονίκης ήταν περισσότερο ευνοημένοι, αφού λάμβαναν το χορηγούμενο στους πολιτικούς υπαλλήλους της πόλης επίδομα.
Η πρωτοπορία της Κυβέρνησης Θεσσαλονίκης έχει καταγραφεί στην καθιέρωση, για πρώτη φορά, της χρήσης της δημοτικής γλώσσας στα βιβλία της στοιχειώδους εκπαίδευσης. Συγκεκριμένα, το Διάταγμα 2585 της 14ης-5-1917, άρθρο 5 (Φ. 96/30-5-1917, τεύχος Α΄) προέβλεπε ότι «Τα διά τας τέσσερας πρώτας τάξεις των Δημοτικών Σχολείων προοριζόμενα αναγνωστικά, ως και τα βιβλία των αριθμητικών ασκήσεων διά την γ΄, δ΄, ε΄και στ΄τάξιν των αυτών Σχολείων, οφείλουσι να είναι γεγραμμένα εις την κοινήν ομιλουμένην (δημοτικήν) γλώσσαν, απηλλαγμένην παντός αρχαϊσμού ή ιδιωτισμού». Το μέτρο, βέβαια, αφορούσε το προσεχές σχολικό έτος και επρόκειτο λίγα χρόνια αργότερα να αρθεί, όταν η αντίπαλη των βενιζελικών παράταξη απέσυρε τα ήδη εγκεκριμένα και χρησιμοποιούμενα νέα βιβλία ακολουθώντας τη σύσταση της αρμόδιας επιτροπής «να εκβληθώσι πάραυτα εκ των σχολείων και καώσι »!

Αποτελέσματα 4601 έως 4700 από 16933