Αρχείο ADM134.01 - Αρχείο Διεύθυνσης Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας

Περιοχή αναγνώρισης

Κωδικός αναγνώρισης της ενότητας περιγραφής

GRGSA-CSA- ADM134.01

Τίτλος

Αρχείο Διεύθυνσης Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας

Χρονολογία(ες)

  • 1917 - 1963 (Δημιουργία)

Επίπεδο περιγραφής

Αρχείο

Μέγεθος και υπόστρωμα της ενότητας περιγραφής (ποσότητα, όγκος ή διαστάσεις)

434 φάκελοι, 9 υπηρεσιακά βιβλία και 11 έντυπα

Περιοχή πλαισίου παραγωγής

Όνομα του παραγωγού

Διοικητική ιστορία

Η Τοπογραφική Υπηρεσία συστάθηκε το 1917 παράλληλα με τη σύσταση του υπουργείου Γεωργίας και υπαγόταν στο Τεχνικό Τμήμα της Διεύθυνσης Δημοσίων Κτημάτων. Την ίδια χρονιά με τον Νόμο 886 «Περί συστάσεως και οργανισμού σώματος τοπογράφων μηχανικών» συγκροτήθηκε σώμα τοπογράφων μηχανικών υπαγόμενο στην αρμοδιότητα του υπουργείου Γεωργίας «προς διεξαγωγήν των τεχνικών υπηρεσιών της Διευθύνσεως Δημοσίων Κτημάτων». Με τον ίδιο νόμο καθορίστηκαν ζητήματα διορισμού, μονιμότητας, αμοιβών και κατηγοριοποίησης του τεχνικού προσωπικού της Τοπογραφικής Υπηρεσίας. Έτσι, το τεχνικό προσωπικό της υπηρεσίας αποτελούσαν ο τμηματάρχης του Τεχνικού Τμήματος, πέντε επιθεωρητές, 36 προϊστάμενοι Τοπογραφικών Συνεργείων, 50 μηχανικοί, 36 βοηθοί και 12 σχεδιαστές. Με τον Νόμο 1317 του 1918 τροποποιήθηκε η σύνθεση του προσωπικού της υπηρεσίας ως εξής: ένας επιθεωρητής, πέντε ελεγκτές, 16 προϊστάμενοι συνεργείων, 20 τοπογράφοι μηχανικοί α΄ τάξεως, 25 τοπογράφοι μηχανικοί β΄ τάξεως, 25 δόκιμοι τοπογράφοι μηχανικοί. Τον Ιανουάριο του 1920 ψηφίστηκε ο Νόμος 1843 «περί κυρώσεως του από 15 Ιουλίου 1919 νομοθετικού διατάγματος περί συμπληρώσεως των διατάξεων περί τοπογραφικής υπηρεσίας της διευθύνσεως κτημάτων του Υπουργείου Γεωργίας» που διαμόρφωσε εκ νέου το οργανόγραμμα της υπηρεσίας και τη διάρθρωση του προσωπικού της. Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο δημιουργήθηκε θέση προϊσταμένου Σχεδιαστηρίου στην Τοπογραφική Υπηρεσία και αυξήθηκε και ο αριθμός των σχεδιαστών. Με τον ίδιο νόμο προβλεπόταν και η ανάθεση αρμοδιοτήτων τοπογράφων της υπηρεσίας που απορρέουν από την εφαρμογή του Νόμου 1072 σε στρατιωτικούς ή άλλους δημοσίους υπαλλήλους και η δυνατότητα πρόσληψης αλλοδαπών σχεδιαστών και τοπογράφων. Καθοριζόταν, επίσης, ότι τις λογιστικές υπηρεσίες της Τεχνικής Υπηρεσίας της Διεύθυνσης Δημοσίων Κτημάτων εκτελεί αποσπασμένος αξιωματικός. Με το άρθρο 8 του Νόμου 1317 προβλεπόταν και η ίδρυση τεχνικών γραφείων στις πρωτεύουσες των νομών της χώρας με αρμοδιότητες «την εκτέλεσιν τοπογραφικών υπολογισμών και σχεδίων των κατά την περιφέρειαν του γραφείου εργαζομένων συνεργείων και την επί τούτων άσκησιν αμέσου εποπτείας». Οι λεπτομέρειες για την ίδρυση, λειτουργία και δικαιοδοσία των περιφερειακών τεχνικών γραφείων θα καθορίζονταν για το καθένα ξεχωριστά με σχετικά βασιλικά διατάγματα. Λίγους μήνες αργότερα με τον Νόμο 2204 ανατίθονταν τα ταμιακά και λογιστικά καθήκοντα της υπηρεσίας σε διοριζόμενο υπάλληλο απόφοιτο της Εμπορικής Σχολής, ενώ προβλεπόταν και η δυνατότητα πρόσληψης ως τοπογράφων στην Τοπογραφική Υπηρεσία αποφοίτων των στρατιωτικών σχολών των Ευελπίδων και των Υπαξιωματικών . Με τους Νόμους 3072 του 1924 και 3279 του 1925 τροποποιήθηκαν διάφορες διατάξεις που αφορούσαν κυρίως το προσωπικό της Τοπογραφικής Υπηρεσίας . Σύμφωνα με τα παραπάνω, η Τοπογραφική Υπηρεσία διαιρούνταν στην Κεντρική Υπηρεσία και στα περιφερειακά τεχνικά γραφεία. Το τεχνικό προσωπικό της υπηρεσίας εργαζόταν σε τοπογραφικές εργασίες στην περιφέρεια συγκροτώντας Τοπογραφικά Συνεργεία τα οποία εποπτευόταν από τα περιφερειακά τεχνικά γραφεία. Στην Κεντρική Υπηρεσία εκτός από τη Γραμματεία και το Λογιστήριο υπαγόταν το Σχεδιαστήριο καθώς και το Τεχνικό Τμήμα. Στις αρμοδιότητες της Τοπογραφικής Υπηρεσίας ήταν η εκτέλεση τοπογραφικών εργασιών (κατάρτιση τοπογραφικών σχεδίων κτημάτων, σχεδίων ρυμοτομίας, καθορισμός ορίων κτημάτων, καθορισμός και διανομή κλήρων ακτημόνων και προσφύγων κ.ά.) στο πλαίσιο του εποικιστικού προγράμματος των ελληνικών κυβερνήσεων με την αποκατάσταση ακτημόνων καλλιεργητών και προσφύγων σε διαθέσιμες δημόσιες γαίες.
Το 1930 με τον Νόμο 4556 «περί οργανισμού Διευθύνσεως Τεχνικών Έργων Υπουργείου Γεωργίας» η Τοπογραφική Υπηρεσία εντάχθηκε ως τμήμα στη Διεύθυνση Τεχνικών Έργων η οποία περιλάμβανε επίσης και το Τμήμα Γεωργικής Υδραυλικής. Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο, το Τοπογραφικό Τμήμα της Διευθύνσεως Τεχνικών Έργων είχε στην αρμοδιότητά του: α) «την εκτέλεσιν και παρακολούθησιν πάσης φύσεως τοπογραφήσεως εντός του Κράτους, είτε προς μελέτην υδραυλικής φύσεως έργων, είτε διά την εκμετάλλευσιν ή διανομήν εκτάσεων διατιθεμένων διά γεωργικούς ή εποικιστικούς σκοπούς». β) «Την εκτέλεσιν διαχωρισμών, προσωρινών και οριστικών διανομών, την σύνταξιν πινάκων διανομής και επίβλεψιν εφαρμογής των εγκεκριμένων σχεδίων διανομής». γ) «Την τήρησιν Αρχείου καταμετρήσεων και διανομών». Την ίδια χρονιά, με τον Νόμο 5006 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του νόμου 4556» συστάθηκε Γραφείο Λογιστικού στη Διεύθυνση Τεχνικών Έργων. Με το Προεδρικό Διάταγμα της 30ης Δεκεμβρίου 1932 «περί συμπτύξεως Υπηρεσιών Υπουργείου Γεωργίας και κανονισμού αρμοδιοτήτων» περιορίστηκε ο αριθμός του προσωπικού της Τοπογραφικής Υπηρεσίας τόσο στην Κεντρική Υπηρεσία όσο και των Τοπογραφικών Συνεργείων από 503 σε 292. Έτσι, οι οργανικές θέσεις της Τοπογραφικής Υπηρεσίας καθορίζονταν ως εξής: ένας προϊστάμενος, δύο επιθεωρητές, επτά ελεγκτές, 12 προϊστάμενοι συνεργείων, 15 μηχανικοί Α΄, 15 μηχανικοί Β΄, 20 δόκιμοι μηχανικοί, 60 γεωμέτρες, 40 τεχνικοί βοηθοί, ένας προϊστάμενος σχεδιαστηρίου, 35 σχεδιαστές, ένας γραμματέας, τρεις γραφείς, ένας λογιστής, δύο βοηθοί λογιστή, 30 απόφοιτοι στρατιωτικών σχολών και δύο κλητήρες. Ο αριθμός των 292 υπαλλήλων συμπληρωνόταν από τους μόνιμους και έκτακτους υπαλλήλους της τέως Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Τεχνικού Τμήματος της Διεύθυνσης Αγροτικής Εγκαταστάσεως Παλαιάς Ελλάδας Ηπείρου και Νήσων (ΠΕΗΝ) της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) που μετά την κατάργησή της εντάχθηκε –μαζί με το αρχείο της– στην Τοπογραφική Υπηρεσία του υπουργείου Γεωργίας.
Το 1933 με το Προεδρικό Διάταγμα «περί ιδρύσεως γραφείων Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας» ιδρύθηκαν Γραφεία της Τοπογραφικής Υπηρεσίας στη Θεσσαλονίκη, την Κομοτινή και τη Δράμα , ενώ αργότερα ιδρύθηκαν Γραφεία Τοπογραφικής Υπηρεσίας και σε άλλες περιοχές της χώρας, όπως το Γραφείο Ιωαννίνων, Κοζάνης και Κρήτης . Το 1935 με τον Αναγκαστικό Νόμο «περί των εκτάκτων υπαλλήλων της τοπογραφικής υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας και διαρρυθμίσεως της υπηρεσίας Τεχνικών Έργων» η Διεύθυνση Τεχνικών Έργων του υπουργείου Γεωργίας μετονομάζεται σε Διεύθυνση Υδραυλικών Έργων και δεν περιλαμβάνει πλέον ως τμήμα την Τοπογραφική Υπηρεσία η οποία αναβαθμίζεται σε αυτόνομη Διεύθυνση. Ένα χρόνο αργότερα συστάθηκε θέση Γενικού Επιθεωρητή παρά τη Τοπογραφική Υπηρεσία του υπουργείου Γεωργίας .
Το 1943 με τον Νόμο 480 «Περί οργανώσεως της Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας» καθορίστηκαν εκ νέου οι αρμοδιότητες, το οργανόγραμμα και οι οργανικές θέσεις του προσωπικού της Τοπογραφικής Υπηρεσίας. Στην αρμοδιότητα της υπηρεσίας υπαγόταν: α) η εκτέλεση κάθε εργασίας που προβλεπόταν από τον Αγροτικό Νόμο ή άλλους ειδικούς νόμους και σχετίζονταν με την Τοπογραφική Υπηρεσία, η διατήρηση του αρχείου των αποτυπώσεων και διανομών κτημάτων, η έκδοση αντιγράφων διαγραμμάτων, κτηματολογικών πινάκων κ.λπ. για τον καταρτισμό οριστικών χρεώσεων και έκδοσης οριστικών τίτλων κυριότητας των αγροτικώς αποκατασταθέντων από τις εποικιστικές υπηρεσίες του Κράτους ή την τέως ΕΑΠ, η ενημέρωση του Κτηματολογίου για κάθε μεταβολή επί των κλήρων και η χορήγηση στοιχείων για την ρύθμιση των αποζημιώσεων στους αρχικούς ιδιοκτήτες απαλλοτριωθέντων κτημάτων. β) Η καταμέτρηση, διανομή και εκπόνηση διαγραμμάτων επί εκτάσεων που ανήκουν στο Δημόσιο και σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου στα οποία θα εκτελεστούν έργα προς επαύξηση του γεωργικού τους εισοδήματος ή θα γίνει αγροτική αποκατάσταση των μελών τους καθώς και η εκτέλεση κτηματογραφήσεων για τις ανάγκες Υπηρεσιών, Νομικών Προσώπων και Οργανισμών Δημοσίου Δικαίου. Σύμφωνα με τον νόμο, η Κεντρική Υπηρεσία της Διεύθυνσης της Τοπογραφικής Υπηρεσίας περιλάμβανε δύο Τμήματα και δύο Γραφεία. Το Τμήμα Α΄-Τεχνικών Μελετών είχε στην αρμοδιότητά του την τεχνική οργάνωση της Υπηρεσίας, τη σύνταξη τεχνικών κανονισμών και υποδειγμάτων των εκτελουμένων εργασιών, την επιμέλεια και την εκάστοτε διάθεση του τεχνικού υλικού και την τήρηση των εργασιών τριγωνισμού. Το Τμήμα Β΄-Κτηματογραφήσεως και Ελέγχου είχε στην αρμοδιότητά του την τήρηση του τεχνικού αρχείου, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των οριστικών διανομών, τις εισηγήσεις στις Επιτροπές Ελέγχου κυρώσεων ή τροποποιήσεων διανομών, τη χορήγηση διαγραμμάτων και κτηματολογικών πινάκων για την ενημέρωση του Κτηματολογίου, τον καταρτισμό των οριστικών χρεώσεων των κληρούχων, την έκδοση οριστικών παραχωρητηρίων, τον καταρτισμό προγράμματος των προς εκτέλεση εργασιών από τα Τοπογραφικά Συνεργεία και τη χορήγηση των απαιτούμενων στοιχείων προς ρύθμιση των οφειλομένων προς τους ιδιοκτήτες αποζημιώσεων. Στο Γραφείο Διοικητικού και Γραμματείας υπαγόταν η διεκπεραίωση κάθε εγγράφου, η τήρηση του διοικητικού αρχείου και των στοιχείων του προσωπικού της Διεύθυνσης, η παρακολούθηση των μετακινήσεων του καθώς και η ταξινόμηση και τήρηση νόμων, διαταγμάτων ή εγκυκλίων που αφορούν τη Διεύθυνση της Τοπογραφικής Υπηρεσίας. Στο Λογιστικό Γραφείο υπαγόταν ο καταρτισμός του προϋπολογισμού της υπηρεσίας, η σύνταξη εκθέσεων περί των απαιτούμενων πιστώσεων, ο καταρτισμός των σχετικών εντολών πληρωμής, η σύνταξη μισθολογικών καταστάσεων του προσωπικού και η διαχείριση και διαφύλαξη του υλικού και των οργάνων της υπηρεσίας.
Ο Νόμος 480 καθόριζε, εκτός από τις οργανικές θέσεις της υπηρεσίας, και τη δομή των περιφερειακών γραφείων της Τοπογραφικής Υπηρεσίας. Έτσι, οριζόταν η λειτουργία των Περιφερειακών Γραφείων Αθηνών και Θεσσαλονίκης καθώς και στις έδρες των υπολοίπων Γενικών Διοικήσεων της χώρας. Αρμοδιότητα των Περιφερειακών Γραφείων ήταν η μελέτη των εργασιών διανομής κλήρων, η επίλυση κάθε διαφοράς κατά τη διανομή των κλήρων, η χορήγηση αποσπασμάτων εκ των στοιχείων των διανομών στους ενδιαφερομένους, η εκτέλεση διαφόρων τοπογραφικών εργασιών και η χορήγηση αναγκαίων στοιχείων για οριστικές χρεώσεις καθώς και η έκδοση οριστικών τίτλων κυριότητας των κληρούχων.
Η Δ΄ Αναθεωρητική Βουλή ψήφισε το 1946 νέο νόμο σχετικά με την οργάνωση της υπηρεσίας της Τοπογραφικής Υπηρεσίας του υπουργείου Γεωργίας . Ο Νόμος 197 όριζε τις αρμοδιότητες της Τοπογραφικής Υπηρεσίας κατά τον τρόπο που ορίζονταν στο νόμο του 1943 και διαιρούσε τη Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας σε Κεντρική και Περιφερειακή. Η Κεντρική Υπηρεσία περιλάμβανε τέσσερα Τμήματα α) Τμήμα Α΄, β) Τμήμα Β΄, γ) Γραμματεία και Διοικητικό και δ) Λογιστήριο. Με Βασιλικό Διάταγμα τον Ιούλιο του 1947 καθορίστηκε το οργανόγραμμα της Υπηρεσίας, η διαίρεση των Τμημάτων της Κεντρικής Υπηρεσίας σε Γραφεία και η αρμοδιότητα αυτών . Συγκεκριμένα το Τμήμα Α΄ ονομαζόταν Μελετών και Ελέγχου και διαιρούνταν σε πέντε (5) γραφεία ως εξής: Γραφείο 1ο Μελετών, Γραφείο 2ο Τριγωνισμού, Γραφείο 3ο Ελέγχου, Γραφείο 4ο Σχεδιάσεων, Γραφείο 5ο Κεντρικού Τεχνικού Αρχείου. Το Τμήμα Β΄ ονομαζόταν Προγράμματος και Κτηματολογίου και διαιρούνταν σε πέντε (5) Γραφεία ως εξής: Γραφείο 1ο Προγράμματος και Στατιστικής, Γραφείο 2ο Κυρώσεως Διανομών και Αποστολής Στοιχείων, Γραφείο 3ο Εκδόσεως Αντιγράφων Διαγραμμάτων και Πινάκων, Γραφείο 4ο Κτηματολογίου, Γραφείο 5ο Χρεώσεων και Παραχωρητηρίων. Τα Τμήματα Γραμματείας και Διοικητικού και Λογιστηρίου δεν διαρούνταν σε επιμέρους Γραφεία. Οι αρμοδιότητες κάθε Τμήματος και Γραφείου παρουσιάζονται αναλυτικά όταν περιγράφονται οι αντίστοιχες σειρές και οι υποσειρές του αρχείου.
Το 1952 με το Βασιλικό Διάταγμα «περί τροποποιήσεως της εις Τμήματα διαιρέσεως της Κεντρικής Υπηρεσίας της Διευθύνσεως Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας» τα Τμήματα Διοικητικού και Γραμματείας καθώς και του Λογιστηρίου διαιρούνται και αυτά σε Γραφεία. Συγκεκριμένα, το Τμήμα Διοικητικού και Γραμματείας ή Τμήμα Γ΄, σύμφωνα με το Βασιλικό Διάταγμα του 1952, διαιρούνταν σε δύο (2) Γραφεία: α) Γραφείο 1ο Διοικητικό με αρμοδιότητα: την τήρηση των στοιχείων του προσωπικού της Διεύθυνσης, την παρακολούθηση των μετακινήσεων του, την τήρηση και ταξινόμηση νόμων, διαταγμάτων και εγκυκλίων καθώς και την επίβλεψη της ασφάλειας και καλής συντήρησης των γραφείων της Κεντρικής Υπηρεσίας. β) Γραφείο 2ο Γραμματείας με αρμοδιότητα: τη διεκπεραίωση των εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων της Διεύθυνσης, την τήρηση του διοικητικού αρχείου και των ειδικών ευρετηρίων. Το Λογιστήριο ή Τμήμα Δ΄ διαιρούνταν και αυτό σε δύο (2) Γραφεία: α) Γραφείο 1ο Λογιστικό με αρμοδιότητα: τη σύνταξη του προϋπολογισμού της Υπηρεσίας, την παρακολούθηση της εφαρμογής του, τη σύνταξη εκθέσεων περί των απαιτούμενων πιστώσεων καθώς και τη σύνταξη σχετικών εντολών πληρωμής και μισθολογικών καταστάσεων. Β) Γραφείο 2ο Κινήσεως Υλικού με αρμοδιότητα την τήρηση μητρώου των οργάνων και του εν γένει τεχνικού υλικού της Διεύθυνσης, τη διαφύλαξή του, τη παρακολούθηση της κίνησης και τον έλεγχο της διαχείρισής του.
Όσον αφορά την Περιφερειακή Υπηρεσία αυτή απαρτιζόταν από Γραφείο Επιθεώρησης με έδρα την Αθήνα, το ανεξάρτητο Γραφείο Τοπογραφικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης και τα Τοπογραφικά Τμήματα παρά τις Διευθύνσεις Γεωργίας κάθε Νομού .
Το 1953 με το Νομοθετικό Διάταγμα 2386 «Περί ενοποιήσεως και αποκεντρώσεως των Τεχνικών Υπηρεσιών του Κράτους» η Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας εντάχθηκε στο υπουργείο Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων . Βέβαια το άρθρο 5 του παραπάνω νομοθετικού διατάγματος όριζε ότι η Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας του υπουργείου Γεωργίας διατιθόταν στο υπουργείο Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων για ένα διάστημα δύο ετών ώστε να ολοκληρωθούν οι τοπογραφικές εργασίες για την αποπεράτωση του εποικιστικού έργου, διάστημα που θα μπορούσε να παραταθεί ύστερα από σύμφωνη γνώμη των δύο υπουργείων. Στο διάστημα αυτό η Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας υπαγόταν στη διοικητική και πειθαρχική εξουσία του υπουργού Γεωργίας.
Η υπαγωγή της Διεύθυνσης Τοπογραφικής Υπηρεσίας στο υπουργείο Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων τερματίστηκε το 1957 με τον Νόμο 3679 που επανάφερε τη Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας στο υπουργείο Γεωργίας με την οργάνωση που είχε πριν από το Νομοθετικό Διάταγμα 2386 του 1953.

Φορέας διατήρησης του αρχείου

Ιστορικό της ενότητας περιγραφής

Διαδικασία πρόσκτησης

Δημόσια Αποστολή
Φορέας παράδοσης: Υπουργείο Γεωργίας, Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας
Ημερομηνία εισαγωγής: 1970-11-03
ΑΒΕ: 613

Περιοχή περιεχομένου και διάρθρωσης

Παρουσίαση περιεχομένου

H Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας του υπουργείου Γεωργίας αποτελούσε βασικό μηχανισμό για την προώθηση της εποικιστικής πολιτικής του κράτους, αφού ήταν αρμόδιο για τις απαραίτητες τοπογραφικές εργασίες ώστε να επιτευχθεί η εγκατάσταση ακτημόνων και προσφύγων σε δημόσιες ή ανταλλάξιμες γαίες, σε εκτάσεις που προήλθαν από απαλλοτριωμένα τσιφλίκια ή από εγγειοβελτιωτικές εργασίες κ.λπ. Με την ίδρυση του υπουργείου Γεωργίας το 1917 η Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας συμμετείχε στην υλοποίηση του προγράμματος απαλλοτριώσεων και απόδοσης κλήρου σε ακτήμονες σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου 1072. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την εισροή εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων στο ελληνικό έδαφος, η αποκατάσταση του προσφυγικού πληθυσμού στην ανταλλάξιμη μουσουλμανική περιουσία και στις υπόλοιπες δημόσιες γαίες αποτελούσε επιτακτική ανάγκη. Η Διεύθυνση της Τοπογραφικής Υπηρεσίας σε συνεργασία με την Τοπογραφική Υπηρεσία της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων προχώρησε στην καταμέτρηση των ανταλλάξιμων και δημόσιων γαιών και στη διανομή κλήρων για την αγροτική αποκατάσταση των προσφύγων. Στο αρχείο, μάλιστα, διασώζονται πρωτόκολλα χρεώσεως αξίας προσφυγικών κλήρων. Τα έγγραφα του αρχείου αποτυπώνουν επίσης τις διαμάχες στις σχέσεις προσφύγων και γηγενών όσον αφορά τη διανομή δημοσίων και ανταλλάξιμων γαιών που διεκδικούνταν και από τις δύο πληθυσμιακές ομάδες. Η Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας καλούνταν να δώσει λύση στις παραπάνω διαμάχες και σε άλλες που αφορούσαν γαιοκτητικά ζητήματα, αφού ήταν η αρμόδια υπηρεσία για τον ακριβή καθορισμό των κλήρων και τη χορήγηση διαγραμμάτων διανομής που βεβαίωναν τα όρια αυτά και το ιδιοκτησιακό καθεστώς των κλήρων.
Μετά τη διάλυση της ΕΑΠ (Δεκέμβριος 1930) , η Τοπογραφική Υπηρεσία ανέλαβε την οριστική διανομή και χρέωση της αξίας των προσφυγικών κλήρων, ενώ συνέχισε την καταμέτρηση γαιών και τη διανομή κλήρων σε ακτήμονες, συνεταιρισμούς ακτημόνων, υπαλλήλων κ.λπ. που προέρχονταν από δημόσιες γαίες ή από απαλλοτριώσεις. Τα συνεχή παράπονα προσφύγων, ντόπιων και τοπικών παραγόντων ανάγκαζαν την Τοπογραφική Υπηρεσία να προχωρά σε αναδιανομή κλήρων, σε συμπλήρωση κλήρων με πρόσθετες εκτάσεις και σε διευκρινίσεις για τα όρια κτημάτων.
Η Τοπογραφική Υπηρεσία συνέχισε να λειτουργεί και κατά την περίοδο της Κατοχής αντιμετωπίζοντας λόγω της εμπόλεμης κατάστασης τεράστιες δυσκολίες στην εκτέλεση τοπογραφικών εργασιών και μεγάλες ελλείψεις σε προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή. Μετά την απελευθέρωση, η Τοπογραφική Υπηρεσία συμμετείχε ενεργά μαζί με άλλες υπηρεσίες στις προσπάθειες ανοικοδόμησης της χώρας καταρτίζοντας κτηματογραφικούς χάρτες, ρυμοτομικά και άλλα τοπογραφικά σχέδια. Στο πλαίσιο αυτό η Τοπογραφική Υπηρεσία ανέλαβε την καταμέτρηση γαιών και τον καθορισμό των κλήρων για την αποκατάσταση των «πολεμοπαθών» και «ανταρτόπληκτων» πληθυσμών, ενώ την ίδια περίοδο κλήθηκε να καταρτίσει τοπογραφικούς χάρτες και να καθορίσει το κτηματολογικό καθεστώς των άρτι ενσωματωμένων στο ελληνικό κράτος Δωδεκανήσων.
Εκτός βέβαια από τη σημασία της Τοπογραφικής Υπηρεσίας για την προώθηση της πολιτικής του ελληνικού κράτους όσον αφορά την αποκατάσταση των προσφύγων, των ακτημόνων και άλλων πληθυσμιακών ομάδων, το αρχειακό υλικό παρέχει πληροφορίες για τον τρόπο λειτουργίας, τη διάρθρωση, τις προκλήσεις και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε μια τεχνική υπηρεσία σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο της ελληνικής ιστορίας.

Επιλογές, εκκαθαρίσεις και τελική διατήρηση

Προσθήκες υλικού

Σύστημα ταξινόμησης

Το αρχείο παραδόθηκε στα ΓΑΚ το 1970 σε 98 δέματα. Ακολούθησε μία πρώτη ταξινόμηση από την Έλσα Κοντογιώργη που διαίρεσε τα δέματα σε 620 φακέλους το περιεχόμενο των οποίων καταγράφηκε σε δελτία. Η εργασία παρέμεινε ανολοκλήρωτη, αφού η αρίθμηση των φακέλων δεν φαίνεται να ακολουθούσε κάποια λογική είτε χρονολογική είτε βάσει του οργανογράμματος της υπηρεσίας και στην ουσία αποτελούσε μια αναλυτική καταγραφή των δεμάτων. Στοιχεία για τη διοικητική ιστορία της Διεύθυνσης Τοπογραφικής Υπηρεσίας δεν υπήρχαν, δεν βρέθηκαν σημειώσεις που θα διευκρίνιζαν τη λογική της πρώτης ταξινόμησης, σε μεγάλο μέρος των φακέλων δεν είχε αποδοθεί κάποιος τίτλος, ενώ και εσωτερικά οι φάκελοι παρουσίαζαν διάσπαρτο χρονολογικά και θεματικά υλικό. Μια δεύτερη προσπάθεια ταξινόμησης του αρχείου έγινε αργότερα από την Χαρά Πανοπούλου κατά την οποία δόθηκε νέα αρίθμηση σε μέρος των φακέλων με αποτέλεσμα οι φάκελοι να φέρουν διπλές ενδείξεις αρίθμησης ενώ έγιναν και άλλες παρεμβάσεις στην πρώτη ταξινόμηση. Το αρχείο παραδόθηκε στο Αναγνωστήριο το οποίο το διέθετε στο κοινό έχοντας ως εργαλείο έρευνας τα δελτία της πρώτης καταγραφής.
Έχοντας τα παραπάνω δεδομένα, το αρχείο ταξινομήθηκε εκ νέου λαμβάνοντας υπόψη τα στοιχεία που παρείχαν τα οργανογράμματα της Διεύθυνσης Τοπογραφικής Υπηρεσίας τα οποία εντοπίστηκαν ύστερα από σχετική έρευνα στη νομοθεσία της περιόδου και στο ίδιο το αρχείο. Η ταξινόμηση ακολούθησε τη δομή της υπηρεσίας όπως αποτυπώθηκε στα οργανογράμματα του Νόμου 480 του 1943 και 197 του 1946. Με βάση τους παραπάνω νόμους το αρχειακό υλικό εντάχθηκε σε τέσσερις σειρές που αντιστοιχούν στα τέσσερα Τμήματα της υπηρεσίας: «Τμήμα Μελετών και Ελέγχου», «Τμήμα Προγράμματος και Κτηματολογίου», «Τμήμα Γραμματείας και Προσωπικού» και «Τμήμα Λογιστηρίου». Μία πέμπτη σειρά με τον τίτλο «Διάφορα» περιλαμβάνει ποικίλα έντυπα και άλλο υλικό της υπηρεσίας που δεν ήταν δυνατόν να ενταχθεί στις προαναφερθείσες τέσσερις σειρές. Η περαιτέρω ταξινόμηση του υλικού σε υποσειρές ακολούθησε τη διαίρεση των παραπάνω Τμημάτων σε Γραφεία, όπως αναλυτικά παρουσιάζονται στη διοικητική ιστορία, ενώ οι φάκελοι εντός των υποσειρών των Γραφείων οργανώθηκαν σε νέες υποσειρές ανάλογα με το θέμα που πραγματεύονταν ή τις υπηρεσίες που απευθύνονταν τα έγγραφα των φακέλων, έχοντας πάντα ως οδηγό τις αρμοδιότητες του κάθε Γραφείου, όπως ορίζονταν από τα οργανογράμματα της υπηρεσίας.
Αν και έγινε προσπάθεια να διατηρηθεί η αρχική αρίθμηση των φακέλων του αρχείου στην οποία βασίστηκε και το εργαλείο έρευνας που διέθετε το Αναγνωστήριο, η λογική της ταξινόμησης με βάση τις πληροφορίες των οργανογραμμάτων συνεπαγόταν μία νέα αρίθμηση των φακέλων, συγχωνεύσεις φακέλων και εκ νέου συγκρότηση φακέλων με προσθαφαιρέσεις υλικού. Εντάχθηκε, επίσης, και επιπλέον υλικό που βρέθηκε εκ των υστέρων. Όπου ήταν πάντως δυνατόν, διατηρήθηκαν φάκελοι από τις δύο πρώτες προσπάθειες καταγραφής του αρχείου καθώς και η περιγραφή τους από τα δελτία που παραδόθηκαν στο Αναγνωστήριο. Διατηρήθηκαν οι ελάχιστοι φάκελοι που ήταν συγκροτημένοι από τον ίδιο τον παραγωγό, ενώ για τους υπόλοιπους δόθηκε τίτλος αντιπροσωπευτικός του περιεχομένου. Στο ευρετήριο που ακολουθεί ο τίτλος των φακέλων που ήταν συγκροτημένοι από τον παραγωγό βρίσκεται εντός εισαγωγικών. Η αρίθμηση των φακέλων γίνεται χρονολογικά ανά υποσειρά, λαμβάνοντας υπόψη την παλιότερη χρονιά των ακραίων χρονολογιών του φακέλου. Στο εσωτερικό των φακέλων, όπου ήταν αναγκαίο, έγινε χρονολογική ταξινόμηση των εγγράφων.

Περιοχή όρων πρόσβασης και χρήσης

Όροι πρόσβασης

Όροι αναπαραγωγής

Γλώσσα(ες) των τεκμηρίων

Αλφάβητο(α) των τεκμηρίων

Σημειώσεις για τη γλώσσα και γραφή των τεκμηρίων

Ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά, γερμανικά. το πεδίο γλώσσα/γραφή τεκμηρίων στην περιγραφή των φακέλων αναγράφεται μόνο στην περίπτωση που ο φάκελος περιέχει τεκμήρια πλην της ελληνικής γλώσσας.

Φυσικά χαρακτηριστικά και τεχνικές προϋποθέσεις

Λυτά χειρόγραφα και δακτυλογραφημένα έγγραφα, βιβλία, φυλλάδια, τεύχη περιοδικών, σημειωματάρια, αποκόμματα και φύλλα εφημερίδων, τοπογραφικά διαγράμματα και χάρτες, φωτογραφίες, carte postal, στένσιλ πολυγράφου.
Τα τοπογραφικά σχέδια αποτυπώνονται με μελάνι, μαύρου χρώματος, σε δύο τύπους υποστρωμάτων: ημιδιαφανές χαρτί και ύφασμα. Και τα δύο υποστρώματα είναι ειδικής κατασκευής, με επιφάνεια λεία και στιλπνή για την εκπόνηση γραμμικών σχεδίων με μελάνι, κατάλληλα για την εφαρμογή διάφορων τεχνικών αντιγραφής (φωτοχημικές και φωτομηχανικές) που έχουν χρησιμοποιηθεί για αρχιτεκτονικά σχέδια. Παράλληλα, στο αρχείο υπάρχουν και αντίγραφα τοπογραφικών διαγραμμάτων. Τα χαρακτηριστικά των γραμμών (χρώμα, ευκρίνεια κ.ά.) και του υποστρώματος (χρώμα, επιστρώσεις κ.ά.) των αντιγράφων είναι ενδεικτικά για την τεχνική της αντιγραφής. Σχετική αναφορά σε έγγραφο του αρχείου παραπέμπει στην εφαρμογή της τεχνικής της ηλιοτυπίας. Γενικά, το μελάνι διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση, ενώ τα υποστρώματα γραφής παρουσιάζουν γενική δυσχρωμία περιορισμένης έντασης και αρκετά καλή μηχανική συμπεριφορά.

Εργαλεία έρευνας

Διαθέσιμο εργαλείο έρευνας

Περιοχή συμπληρωματικών πηγών

Εντοπισμός πρωτοτύπων

Εντοπισμός αντιγράφων

Συμπληρωματικές πηγές / σχετικές ενότητες περιγραφής

Σημείωση δημοσίευσης

Βεργόπουλος Κ., Το αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα. Το πρόβλημα της κοινωνικής ενσωμάτωσης της γεωργίας, Αθήνα, Εξάντας, 1975.
Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών & Μελετών “Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος”-Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Η ελληνική αγροτική κοινωνία και οικονομία κατά τη βενιζελική περίοδο: πρακτικά συνεδρίου, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2007.
Κατσούλης Ν., Το εποικιστικόν έργον του Υπουργείου Γεωργίας, Αθήναι, εκδ. Υπ. Γεωργίας, 1938.
Κοινωνία των Εθνών, Η εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα, μετ. Φ. Μ. Βεΐνογλου, Αθήνα, Τροχαλία, 1997.
Νοταράς Μ., Η αγροτική αποκατάστασις των προσφύγων, Αθήνα, τυπ. «Χρονικά», 1934.
Πάλλης Α., «Αγροτικώς εγκατασταθέντες πρόσφυγες υπό του Υπουργείου Γεωργίας», Μηνιαίον Στατιστικόν Δελτίον, 6(Ιούνιος 1929).
Πάλλης Α., «Η διάλυσις της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων», Εργασία, 7(Φεβρουάριος 1930), 5-6.
Παπαστράτος Χ., «Περί των διανομών Μακεδονίας-Θεσσαλίας και της ανάγκης καταρτισμού υπηρεσίας Κτηματολογίου», Τεχνικά Χρονικά, 21(Νοέμβριος 1932), 1056-1065.
Πελαγίδης Ε., Η αποκατάσταση των προσφύγων στη Δυτική Μακεδονία (1923-1930), Θεσσαλονίκη, Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, 1994.
Σίδερις Α., Η γεωργική πολιτική της Ελλάδας κατά την λήξασαν εκατονταετίαν (1833-1933), Αθήναι, τυπ. Παπαδογιάννης Κ., 1934.
Υπουργείον Γεωργίας, Τα πεπραγμένα του Υπουργείου της Γεωργίας κατά την τελευταίαν τετρατετίαν 1928-1932, εν Αθήναις, έκδοσις Γραφείου Δημοσιεύσεως Γεωργικών Μελετών, 1932.
Υπουργείον Γεωργίας, Νομοθεσία Αγροτική και Εποικιστική, εν Αθήναις 1924.

Περιοχή παρατηρήσεων

Σημείωση

Εναλλακτικός(οί) κωδικός(οί) αναγνώρισης

Σημεία πρόσβασης

Τόποι

Ονόματα

Είδη

Περιοχή ελέγχου της περιγραφής

Κωδικός αναγνώρισης περιγραφής

Κωδικός αναγνώρισης του φορέα καθιέρωσης της εγγραφής

Κανόνες και/ή συμβάσεις

Ημερομηνίες δημιουργίας, αναθεώρησης ή κατάργησης της περιγραφής

Αλφάβητο(α)

Πηγές

Παρατηρήσεις και Όνομα Αρχειονόμου

Γιάννης Γκλαβίνας

Περιοχή εισαγωγών

Σχετιζόμενα φυσικά και νομικά πρόσωπα

Σχετιζόμενα είδη

Σχετιζόμενοι τόποι