Εμφανίζει 16933 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Πανέρης, Πλούταρχος

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Πλούταρχος Πανέρης ήταν κτηματίας, έμπορος αποικιακών ειδών που ζούσε στο Καρλόβασι Σάμου. Είχε παντρευτεί την Παρασκευή Μαρούκη.

Παπαδοπούλου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Εμμανουήλ Παπαδόπουλος του Αποστόλου και της Μαρίας γεννήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου του 1880 στη Στενήμαχο της Βουλγαρίας (παρότι στο πιστοποιητικό εγγραφής του στο μητρώο αρρένων του Δήμου Θεσσαλονίκης στον υποφάκελο 1.3 φαίνεται ως έτος γέννησης το 1881). Αποφοίτησε από το ελληνικό γυμνάσιο Φιλιππούπολης. Συνέχισε τις σπουδές του στη Βασιλική Βαυαρική Ανωτάτη Τεχνική Σχολή του Μονάχου όπου σπούδασε αρχιτεκτονική από το 1899 έως το 1907. Από το 1909 μέχρι και το 1925 εξάσκησε το επάγγελμα του αρχιτέκτονα στη Βουλγαρία. Τον Φεβρουάριο του 1926 κατέφυγε στην Θεσσαλονίκη όπου και εργάστηκε ως αρχιτέκτονας μέχρι το θάνατό του, το 1947.
Ήταν παντρεμένος από το 1922 με την Χρυσάνθη Δανιήλ (1900-1978), κόρη του εμπόρου Βασίλειου και της Πηνελόπης Δανιήλ. Ο γάμος τους έγινε στη Σόφια της Βουλγαρίας και απέκτησαν ένα παιδί, την Μαίρη Παπαδοπούλου.
Η Χρυσάνθη Παπαδοπούλου γεννήθηκε το 1900 στη Στενήμαχο (παρότι στο απολυτήριο γυμνασίου του Ζαππείου Παρθεναγωγείου στον υποφάκελο 3.2 φαίνεται ως έτος γεννήσεως το 1905). Πέθανε μάλλον το 1978.
Η Μαίρη Παπαδοπούλου γεννήθηκε το 1923 στη Στενήμαχο της Βουλγαρίας. Δούλεψε για πολλά χρόνια ως καθηγήτρια στο κρατικό ωδείο της Θεσσαλονίκης. Πέθανε το 2010.
Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
Υλικό του αρχείου, πληροφορίες του δωρητή, Δημήτρη Ιωάννου.

Παπαθανασίου, Γεώργιος Α.

  • Φυσικό Πρόσωπο

Διοικητική Ιστορία
Η Μακεδονική Εκπαιδευτική Εταιρεία (M.E.E.) ιδρύθηκε το 1925 με σκοπό την προαγωγή της εκπαίδευσης στη Μακεδονία και τη Θράκη. Πρώτος πρόεδρός της ο Αντ. Α. Χρηστομάνος και σύμβουλοι οι: Α. Κεραμόπουλος, Κ. Άμαντος, Ναταλία Π. Μελά, Άννα Τριανταφυλλίδου, Κωνστ. Δ. Παπακωνσταντίνου, Μανώλης Τριανταφυλλίδης, Δημ. Ανδρεάδης, Αθαν. Βρυζάκης, Κλέων Χατζηλάζαρος, Α. Αθηνογένης, Αλεξ. Σβώλος, Β. Χατζηλίας, Γρ. Τηλικίδης, Σ. Λιούμπης, Κωνστ. Τσιμινάκης, Γ. Παπαθανασίου.
Βιογραφικό σημείωμα
Η οικογένεια Παπαθανασίου καταγόταν από το Μοναστήρι της Μακεδονίας και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα γύρω στο 1916. Ο Γεώργιος Α. Παπαθανασίου άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου για τουλάχιστον 45 χρόνια στην Αθήνα. Ήταν νομικός σύμβουλος της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας και μαζί με τον αδελφό του Αριστείδη, με τον οποίο διατηρούσαν δικηγορικό γραφείο (Θησέως 12, Αθήνα), εργάστηκαν επί 20 χρόνια στο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο του υπουργείου Παιδείας και ασχολήθηκαν με τη διεκπεραίωση διοικητικών και συνταξιοδοτικών υποθέσεων δημοσίων υπαλλήλων. Ο Γ. Παπαθανασίου ήταν ιδρυτικό μέλος και για 10 χρόνια γραμματέας της Μακεδονικής Εκπαιδευτικής Εταιρείας. Υπήρξε στενότατος συνεργάτης του μακεδόνα καθηγητή Αντώνιου Χρηστομάνου, πολιτευτή και υπουργού, πρόεδρου της Μακεδονικής Εκπαιδευτικής Εταιρείας. Ήταν επίσης ιδρυτής και εκδότης της μηνιαίας επιθεώρησης «Νέαι Χώραι», οργάνου της Εταιρείας. Διετέλεσε πρόεδρος του Ροταριανού Ομίλου, μέλος του Ελληνογιουγκοσλαυϊκού Συνδέσμου, πρόεδρος του ομίλου «Οι φίλοι της αμυγδαλιάς και της ομορφιάς της υπαίθρου», νομικός σύμβουλος του εκδρομικού σωματείου «Υπαίθριος ζωή».[Δεν μπορέσαμε δυστυχώς να συγκεντρώσουμε περισσότερα βιογραφικά στοιχεία, εκτός από τα παραπάνω που προκύπτουν από τα τεκμήρια του αρχείου].

Παπαστεργίου, Οδυσσέας

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Οδυσσέας Παπαστεργίου (Ξάνθη, 1892 - ;), ήταν μέτοχος στην ομόρρυθμο εταιρεία “Ο. και Ε. Παπαστεργίου και Σία”, που δραστηριοποιούνταν στο εμπόριο καπνού στην Ξάνθη, και την εισαγωγή αποικιακών προϊόντων στην Αθήνα. Είχε σημαντική ακίνητη περιουσία (ιδιοκτήτης σπιτιών στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και την Ξάνθη).

Παραράς, Λάμπρος (1893-19)

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Λάμπρος Ανδρέου Παραράς γεννήθηκε στα Βουρλά της Μικράς Ασίας το 1893. Είχε καταγωγή από τη Νάξο από την πλευρά του πατέρα του και από τη Μάνη από τη μεριά της μητέρας του.
Παρακολούθησε μαθήματα στην Αναξαγόρειο Σχολή Βουρλών και στη συνέχεια με τη βοήθεια του Δημήτριου Γληνού εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη και συνέχισε τις σπουδές του στο Ελληνογερμανικό Λύκειο του Κυριάκου Γιαννίκη. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και παρακολούθησε μαθήματα ως ακροατής στο Καίμπριτζ της Αγγλίας και στο Κολούμπια της Νέας Υόρκης.
Εργάστηκε στη Τράπεζα της Ανατολής και αργότερα στην Χριστιαννική Αδελφότητα των Νέων στην Αθήνα ως διευθυντής στο τμήμα των εφήβων για δέκα χρόνια. Πρώτος ο Παραράς μαζί με κάποιους Αμερικάνους συναδέλφούς του εισήγαγαν στην Ελλάδα το θεσμό των παιδικών κατασκηνώσεων. Εργάστηκε ακόμα στην Αναργύρειο Σχολή Σπετσών. Σημαντικό σταθμό στην πορεία του αποτελεί το Αμερικάνικο Κολλέγιο Ανατόλια στη Θεσσαλονίκη, όπου εργάστηκε για 28 χρόνια ως καθηγητής και γυμνασιάρχης.
Συνεργάστηκε με πληθώρα περιοδικών και εφημερίδων στη Σμύρνη και τα Βουρλά, στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα. Πολλές συνεργασίες του δημοσιεύθηκαν στις εφημερίδες Προσφυγικός Κόσμος και Μικρασιατική Ηχώ. Έγραψε μελέτες, άρθρα, χρονογραφήματα και διηγήματα και ασχολήθηκε με τη μετάφραση. Πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Ομίλου Φιλοτεχνών Σμύρνης (1916-1922). Ακόμη υπήρξε μέλος της συντακτικής επιτροπής των Μικρασιατικών Χρονικών περιοδικού της Ένωσης Σμυρναίων. Έδωσε πλήθος διαλέξεων για σημαντικούς Έλληνες λογοτέχνες.
Παντρεύτηκε την Τούλα Βασιλείου Κάη, καθηγήτρια μαθηματικών, με καταγωγή από τα Φιλιατρά.
Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Βιογραφικό Λάμπρου Παραρά στην εφημερίδα Προσφυγικός Κόσμος, 9.7.1967 και υλικό του αρχείου.

Πλατσούκα, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια Πλ(ι)ατσ(ι)ούκα καταγόταν από την Πίνδο. Ως απώτερος πρόγονός της εντοπίζεται ο Νικόλαος (Νικολός) Χριστόδουλου Πλατσούκας, ο οποίος στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ήταν εγκατεστημένος στην Νάουσα όπου ασχολήθηκε με την οικοτεχνική παραγωγή σαγιακιού (είδος χοντρού μάλλινου υφάσματος). Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε έξι παιδιά: τον Κωνσταντίνο, τον Χριστόδουλο, τον Ιωάννη, τον Δημήτριο, την Ευφημία και τον Γεώργιο. Επί Τουρκοκρατίας ήταν μέλος της δημογεροντίας Νάουσας. Πέθανε το 1912, μέχρι τότε όμως, είχε προβεί μαζί με τους γιους του σε διάφορες επιχειρηματικές ενέργειες και επενδύσεις.
Η οικογένεια Πλατσούκα συμμετείχε σε μια πληθώρα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Μέλη της οικογέ­νειας συμμετείχαν μεταξύ άλλων στις εξής εταιρείες (τεκμήρια των οποίων εντοπίζονται στο αρχείο): «Αδελφοί Ν. Πλατσούκα», «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία, Λόγγος και Τουρπάλης», που μετονομάστηκε σε «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία», «Τουρπάλης, Κόκκινος, Πλατσούκας και Σία» που μετονομάστηκε σε «Κόκκινος, Πλατσούκας και Σία», «Αδελφοί Σεφερτζή Κόκκι­νου και Σία», «Αδελφοί Γεωργιάδη».
Η εταιρεία «Αδελφοί Ν. Πλατσούκα» συστάθηκε από τους απογόνους του Νικολού Πλατσούκα, μετά το θάνατό του, με σκοπό να διαχειριστεί τη συνολική συμμετοχή των μελών της οικογενείας σε άλλες εταιρείες.
Η εταιρεία «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία Λόγγος και Τουρπάλης» μετονομάστηκε το 1916 σε «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία». Η εταιρεία είχε έδρα τη Θεσσαλονίκη και κατείχε υδροκίνητο εργοστάσιο νηματουργίας, υφαντουργίας και λευκαντηρίου στη συνοικία Βαρόσι στην Έδεσσα. Οι δραστηριότητές της αφορούσαν την επεξεργασία βαμβακιού σε νήματα και υφάσματα. Η εταιρεία ήταν μία από τις μεγαλύτερες κλωστοϋφαντουργίες του μεσοπολέμου ενώ δραστηριοποιήθηκε και μεταπολεμικά.
Η εταιρεία «Τουρπάλης, Κόκκινος, Πλατσούκας και Σία» είχε έδρα της τη Θεσσαλονίκη και διατηρούσε υδροκίνητο εργοστάσιο σχοινοποιίας και σπαγγοποιίας με την επωνυμία «Η Αραπίτσα» στη Νάουσα. Το 1931 με την αποχώρηση ορισμένων εταίρων, μεταξύ των οποίων και του Ιωάννη Πλατσούκα, η εταιρεία μετονομάστηκε σε «Κόκκινος και Πλατσούκας».
Η εριοβιομηχανία «Αδελφοί Σεφερτζή Κόκκινου και Σία», γνωστή και ως ΣΕΦΕ.ΚΟ ιδρύθηκε το 1930. Είχε έδρα της την Έδεσσα όπου βρισκόταν και το υδροκίνητο εργοστάσιο της εταιρείας.
Το παγοποιείο και ζυθοποιείο «Νάουσα» της εταιρείας «Αδελφοί Γεωργιάδη και Σία» συνενώθηκε το 1920 με την επιχείρηση «Όλυμπος» και δημιούργησαν την εταιρεία «Όλυμπος-Νάουσα», η οποία εξαγοράστηκε αργότερα από την εταιρεία «Κάρολος Φιξ».
Ο Κωνσταντίνος Ν. Πλατσούκας (1871-1934) δρασ­τηριοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη από το 1908. Παντρεύτηκε την Αθηνά Χατζηδημήτρη και απέκτησαν τρία παιδιά. Είναι αυτός που υπογράφει τις περισσότερες επιστολές στα βιβλία αντιγραφής επιστολών που αφορούν τις οικονομικές δραστηριότητες της οικογένειας πριν το θάνατο του πατέρα του. Επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα κοινά και κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα συνεργάστηκε με τον πρόξενο Κορομηλά. Στις εκλογές του 1915 εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης με το ψηφοδέλτιο των Ανεξάρτητων.
Ο Χριστόδουλος Νικολάου Πλατσούκας (1872-1956) ήταν ο διαχειριστής της ομόρρυθμης εταιρείας «Αδελφοί Πλατσούκα». Ήταν μέτοχος στις εταιρείες «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία», «Σεφερτζής και Κόκκι­νος» και «Τουρπάλης Κόκκινος και Πλατσούκας». Εικάζεται ότι ο Χριστόδουλος είναι ο κύριος παραγω­γός του αρχείου καθώς ορισμένα τεκμήρια φέρουν με κόκκινο μελάνι τη σημείωση Χρ. Πλατσούκας. Παν­τρεύτηκε την Καλλιόπη Γουργουλιάτου (1877-1955) με την οποία απέκτησαν εφτά παιδιά.
Ο Ιωάννης Πλατσούκας (1881-;) εργάστηκε στην εταιρεία «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία» στις εγκαταστάσεις της Νάουσας.
Ο Δημήτριος Πλατσούκας (1890/92 – 1938) σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Βερολίνο. Ήταν μέτοχος στην εταιρεία «Σεφερτζής Κόκκινος και Σία».
Η Ευθυμία Πλατσούκα (1888-;) παντρεύτηκε τον Αναστάσιο Τσίτση, γιο του Γρηγορίου Τσίτση της ομώνυμης εταιρείας.
Ο Γεώργιος Πλατσούκας (1886-1918) ασχολήθηκε με τις εμπορικές δραστηριότητες της οικογένειας. Παντρεύτηκε τη Φανή Κολτσάκη με την οποία απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Επέζησαν τα δύο, ο Χρήστος (1913-1970) και ο Γεώργιος (1918-1986), οι οποίοι μαζί με τη μητέρα τους ήταν μέτοχοι στη εταιρεία «Σεφερτζής Κόκκινος και Σία».
Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
Τα λήμματα της οικογένειας Πλατσούκα, της οικογένειας Τσίτση Γρηγορίου του Αναστασίου και της οικογένειας Τουρπάλη στο Ευφροσύνη Ρούπα και Ευάγγελος Χεκίμογλου, Η επιχειρηματικότητα στην περίοδο 1900-1940, Μεγάλες επιχειρήσεις και επιχειρηματικές οικογένειες, τομ. Γ΄ στη σειρά Η ιστορία της επιχειρηματικότητας στη Θεσσαλονίκη, Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος, Θεσσαλονίκη 2004.
Βιομηχανική Νάουσα, Επτά Ημέρες, Καθημερινή, 11.3.2001
Υλικό του αρχείου

Πάλλης, Αλέξανδρος

Ο Αλέξανδρος Πάλλης, παραλήπτης των επιστολών, ηπειρώτης την καταγωγή, γεννήθηκε στον Πειραιά το 1851. Πριν ολοκληρώσει τις σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή, μετοίκησε στο Manchester της Αγγλίας, εργαζόμενος στον εμπορικό οίκο Ράλλη, όπου γνώρισε τον Αργύρη Εφταλιώτη. Η φιλία τους συνεχίστηκε και στην Βομβάη των Ινδιών όπου διέμειναν για επαγγελματικούς λόγους. Τέλος, εγκαταστάθηκε στο Liverpool, απέκτησε πέντε παιδιά και πέθανε το 1933.

Ο Πάλλης υπήρξε βασικός πρωτεργάτης του δημοτικισμού. Η προσφορά του συνίσταται κυρίως στο μεταφραστικό του έργο. Μετέφρασε έργα του Ευριπίδη, του Θουκυδίδη, του Shakespeare, του Kant, και άλλων, τα οποία εξέδωσε στον τόμο Κούφια Καρύδια (1915) με το ψευδώνυμο Λέκας Αρβανίτης Μαλλιαρός. Σημαντικές μεταφράσεις του θεωρούνται η Ιλιάδα του Ομήρου και η Νέα Διαθήκη, οι αντιδράσεις για την οποία οδήγησαν στα «Ευαγγελικά» (1901).

Το πρωτότυπο λογοτεχνικό έργο του Πάλλη περιορίζεται στα Τραγουδάκια για παιδιά (1889), την ποιητική συλλογή Ταμπουράς και κόπανος (1907) και το πεζό αφήγημα Μπρουσός (1921), το οποίο αρχικά δημοσιεύθηκε σε συνέχειες στο Νουμά.

Τον δημοτικισμό υποστήριξε και ως κύριος χρηματοδότης των φορέων του κινήματος.

[Πηγές: Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1985, σσ. 210-214. Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983, τομ. 3, 8]

Μνήμων Ναυπλίας

  • Νομικό Πρόσωπο

Μνήμων Ναυπλίας (=συμβολαιογράφος) Χαρ. Παπαδόπουλος και συμβολαιογραφών ειρηνοδίκης Α. Μαυροκέφαλος.

Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών

  • 1837-

Στις 31 Δεκεμβρίου 1836/12 Ιανουαρίου 1837 δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως διάταγμα ίδρυσης του Σχολείου των Τεχνών, το οποίο αποτέλεσε τον πρόδρομο του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Το 1843 το Σχολείον των Τεχνών αποτελείται από :
Σχολείον των Κυριακών και Εορτών
Σχολείον Καθημερινόν των Βιομηχάνων Τεχνών
Σχολείον Ανώτερον Καθημερινόν των Ωραίων Τεχνών
Μέχρι το 1910 η μετέπειτα ΑΣΚΤ είναι Σχολή του ΕΜΠ και απαντάται σαν Σχολείον των Καλών Τεχνών
Το 1910 το Σχολείον των Καλών Τεχνών διαχωρίζεται διοικητικά από το Μετσόβιο Πολυτεχνείο και υπάγεται στο Υπουργείον Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Εκπαιδεύσεων.
Το 1930 μετονομάζεται σε Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών ισότιμη του ΕΜΠ

Μπουστίντουι, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Ιωσήφ Μπουστίντουι γεννήθηκε στο Σαν Σεμπαστιάν της Ισπανίας στις 30 Απριλίου 1882. Ξεκίνησε σπουδές μουσικής σε ηλικία δέκα ετών στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Αγίου Σεβαστιανού και σε ηλικία 17 ετών του απονεμήθηκε χρυσό μετάλλιο. Συνέχισε τις σπουδές του στο Ωδείο Βρυξελλών με δάσκαλο βιολιού τον Cesar Thomson. Μετά από τρία χρόνια σπουδών, το 1902, του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο με διάκριση και έλαβε μέρος ως σολίστ σε συναυλίες στην πατρίδα του καθώς και στις Βρυξέλλες όπου συνέχισε τις σπουδές του ως το 1903. Τότε επέστρεψε στην Ισπανία όπου μελέτησε αρμονία με δάσκαλο τον μαέστρο don Emilio Serrano. Παράλληλα έπαιρνε μέρος σε συναυλίες, μεταξύ αυτών και μία στα βασιλικά ανάκτορα της Ισαβέλλας των Βουρβόνων.

Το 1904, μετά από σύσταση του καθηγητή Thomson προς τον τότε διευθυντή του Ωδείου Αθηνών Γεώργιο Νάζο, διορίστηκε καθηγητής βιολιού και μουσικής δωματίου στο Ωδείο αυτό. Το 1906 διορίστηκε καθηγητής βιολιού και μουσικής δωματίου στο Ωδείο Πειραιώς (Πειραϊκός Σύνδεσμος). Τις πρώτες συναυλίες μουσικής δωματίου έδωσε το 1905 με τον καθηγητή πιάνου Βασενχόβεν και τις μαθήτριες του τελευταίου, Φούλα Πάλμα και Ήβη Πανά. Από την ίδια χρονιά ως το 1920 έδωσε ρεσιτάλ και συμμετείχε σε συναυλίες στην Ισπανία, την Αυστρία, το Βέλγιο, πόλεις της Ελλάδας και στη Σμύρνη. Το 1906 έδωσε συναυλίες κουαρτέτου εγχόρδων με τους καθηγητές Αρμάνδο Μαρσίκ, Σούλτσε, Μπέμερ και στη συνέχεια διοργάνωσε άλλο κουαρτέτο με τη σύζυγό του Ελένη, τον Αχ. Παπαδημητρίου και την Α. Κοψίδα. Από το 1904 ως το 1921 ήταν το 1ο βιολί της συμφωνικής ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών. Το 1922 ανέλαβε, μετά την αποχώρηση του Α. Μαρσίκ, τη διεύθυνση της συμφωνικής ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών, το οποίο από το επόμενο έτος του απένειμε τον τίτλο του δεύτερου διευθυντή ορχήστρας. Στα 1922-1924 οργάνωσε με τους Φιλ. Οικονομίδη και Σπ. Φαραντάτο τις πρώτες λαϊκές συναυλίες στην αίθουσα Αττικόν. Στα 1928-1930 διηύθηνε τη συμφωνική ορχήστρα στο Σαν Σεμπαστιάν, της οποίας έγινε επίτιμος διευθυντής. Από το 1930 ανέλαβε τη διεύθυνση του Ωδείου Πειραιώς. Το 1931 ανέλαβε τη διεύθυνση του Ωδείου Πατρών με τον Βελούδιο και από το 1945 ήταν επίτιμος διευθυντής του. Από το 1939 ως το 1959 ήταν διευθυντής της ορχήστρας του Ραδιοφωνικού σταθμού και επί τρία χρόνια ήταν διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Παντρεύτηκε την βιολίστρια και μαθήτριά του Ελένη Γεωργαντοπούλου (γεν. 30.11.1888) και απέκτησαν δύο κόρες την Ιουλία και την Μαρία. Πέθανε το 1964. Το 1947; ο Ι. Μπουστίντουι απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα.

Τιμητικές διακρίσεις: αντεπιστέλλον μέλος της ακαδημίας Καλών Τεχνών αγίου Φερδινάνδου (Ισπανία), Ιππότης του τάγματος της Villaviciosa (Ισπανία), Ιππότης του τάγματος του Αλφόνσου X του σοφού (Ισπανία), Ιππότης του τάγματος του Σωτήρος (Ελλάδα), έκτακτο μέλος της Ακαδημίας και Ιππότης του τάγματος Τεχνών και Γραμμάτων (Γαλλία).

Η Μαρία Μπουστίντουι, κόρη του Ιωσήφ Μπουστίντουι και της Ελένης Γεωργαντοπούλου-Μπουστίντουι, γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο το 1912, σπούδασε μουσική και δραματική στο Ωδείο Αθηνών και στη Σχολή Εθνικού θεάτρου. Άρχισε να ζωγραφίζει το 1952 και πρωτοεμφανίστηκε στην γκαλερί Ζυγός το 1959. Αντλούσε τα θέματά της κυρίως από την παλαιότερη αστική και παραδοσιακή αρχιτεκτονική και ζωή και δούλεψε κυρίως με τέμπερα, αυγοτέμπερα και λάδι. Έκανε πολλά ενημερωτικά ταξίδια σε Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, Αγγλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Αυστρία, Πορτογαλία, Ελβετία. Ήταν μέλος του καλλιτεχνικού επιμελητηρίου και του Σωματείου Ελληνίδων Ζωγράφων.

Πραγματοποίησε αρκετές ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε πολλές ομαδικές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό [Βλ. φακέλους 1-3].

Έργα της υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη και σε πολλές πινακοθήκες της Ελλάδας και του εξωτερικού.

Ήταν παντρεμένη με τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Πωπ, γιο του Γεωργίου Πωπ, εκδότη της εφ. Αθήναι. Η ίδια εργάστηκε στην ισπανική πρεσβεία της Αθήνας. Πέθανε το 2009.

Αρχαιολογική Υπηρεσία

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1833-2018

Η πρώτη αναφορά για την ίδρυση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας απαντά στο ΒΔ 1833 "Περί του σχηματισμού και της αρμοδιότητος της επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Γραμματείας της Επικρατείας"

Η σύσταση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας πραγματοποιείται με τον νόμο του 1834 "Περί των επιστημονικών και τεχνολογικών συλλογών περί ανακαλύψεως και διατηρήσεως των αρχαιοτήτων και της χρήσεως αυτών"

Στο πλαίσιο της νομοθετικής θωράκισης της Α.Υ. λαμβάνει χώρα μια έντονη κοινοβουλευτική δραστηριότητα με την κατάθεση σειράς σχεδίων νόμου, η οποία καταλήγει στην ψήφιση του Νόμου ΒΧΜΣΤ΄του 1899

Ακολουθεί η κωδικοποίηση της νομοθεσίας Ν. 5351/1932 "Περί αρχαιοτήτων" (ΦΕΚ 275 Α΄ 24-8-1932) που ίσχυσε έως το 2002, οπότε και αντικαταστάθηκε με το Ν. 3028 "Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς" (ΦΕΚ 153 α΄28-6-2002).

Νομοθετήματα για τη δομή και λειτουργία του Υπουργείου Πολιτισμού (στο οποίο υπάγεται η Α.Υ. ):
ΠΔ 941/1977 (ΦΕΚ Α’ 320)
ΠΔ 191/2003 (ΦΕΚ Α΄146)
ΠΔ 171/2014 (ΦΕΚ Α΄171)

Λαμπάκης, Ιωάννης

Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο γυμνάσιο και το σχολαρχείο, εργάσθηκε στο ζαχαροπλαστείο του πατέρα του, (γωνία Αιόλου και Μητροπόλεως). Με τη φωτογραφία άρχισε να ασχολείται γύρω στα 1870. Το 1873 συνεργάσθηκε με το φωτογράφο Ε. Φιλιππίδη, φωτογραφίζοντας κυρίως βυζαντινά χειρόγραφα και εκκλησίες. Πιθανώς για λογαριασμό του αδελφού του Γεωργίου. Το 1875 συμμετείχε στα Γ' Ολύμπια των Αθηνών, εξέθεσε φωτογραφίες του με "πορτραίτα διαφόρων" και βραβεύτηκε με έπαινο. Γύρω στα 1880 συνεργάστηκε με το φωτογραφείο των Μαργαρίτη & Κωνσταντίνου: στην αρχή βοηθός, αργότερα συνεταίρος και η φίρμα έγινε « Μαργαρίτης-Κωνσταντίνου-Λαμπάκης» . Το 1890 ο Ι. Λαμπάκης φωτογράφισε τις αποκριάτικες εκδηλώσεις για τον Καρνάβαλο, που είχαν τότε αναβιώσει στην Ελλάδα, με την επωνυμία Διονύσια. Τα στιγμιότυπα του από τα άρματα και τους μασκαρεμένους καταγράφουν παραστατικά τον αυθορμητισμό του κόσμου. Το 1892 φωτογράφισε τους γυμναστικούς και αθλητικούς αγώνες. Το 1896 φωτογράφισε τους πρώτους Διεθνείς Ολυμπιακούς Αγώνες στην Αθήνα και στην συνέχεια εξέδωσε το μοναδικό μέχρι στιγμής γνωστό Λεύκωμα, που έχει κυκλοφορήσει για τους αγώνες αυτούς. Στο Λεύκωμα αυτό παρουσιάζει, μέσα από 35 φωτογραφίες, την δική του ολοκληρωμένη πρωτοποριακή άποψη, αποφεύγοντας να φωτογραφήσει τους αθλητές σε στημένες πόζες πριν ή μετά τα αγωνίσματα και παρουσιάζοντας την γενική εικόνα του αθλήματος, την ώρα της δράσης (με την σημερινή ορολογία : « reportage »). Χαρακτηριστική είναι και η φωτογραφία από το Ν. Φάληρο, όπου θα γινότανε η λεμβοδρομία και η οποία ματαιώθηκε λόγω τρικυμίας. Ως φωτογράφος συνεργάσθηκε και με τα άλλα δύο του αδέρφια, τους Γεώργιο Δ. Λαμπάκη (1854-1914) και Εμμανουήλ Δ. Λαμπάκη (1858-1909) Στον πόλεμο του 1897, ο Λαμπάκης φωτογράφισε την βασίλισσα Όλγα να περιποιείται τραυματίες. Λέγεται ότι πολλοί νεώτεροι φωτογράφοι υπήρξαν μαθητές του: οι Ι. Ξυθάλης, Ι. Στεργιάκης, Π. Κόντος, ο Κανδρεβιώτης, ο Ευστ. Μπούκας, ο διάσημος γιατρός Δ. Δημητριάδης, καθώς και ο Αν. Γαζιάδης. Το 1897, παντρεύτηκε την Σοφία Παπαϊωάννου, από την Σάμο, και απέκτησε τέσσερα παιδιά τους: Γεώργιο(1899-1982), Μαργαρίτα (1901-1964), Νικόλαο (1903-1988) και Εμμανουήλ (1907-1995). Το 1901 ο Λαμπάκης χειροτονήθηκε ιερεύς. Πέθανε στην Αθήνα το 1916.

Χεκίμογλου, Ευάγγελος

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Ευάγγελος Χεκίμογλου είναι διδάκτωρ οικονομικών επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε στην Εθνική Τράπεζα, όπου και διετέλεσε διευθυντής του Πολιτιστικού Κέντρου Βόρειας Ελλάδας από το 1989 έως το 1996. Διετέλεσε ακόμη διευθυντής της Αγιορειτικής Φωτοθήκης τα έτη 1997 και 1998 και διευθυντής της Πολιτιστικής Εταιρείας Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος από το 1997 έως το 2004. Υπήρξε ακόμη εκδότης και διευθυντής του περιοδικού Θεσσαλονικέων Πόλις κατά το χρονικό διάστημα 2000 έως 2007 (τόμοι 1-23) και σύμβουλος έκδοσης της εφημερίδας Μακεδονία το έτος 2005. Σήμερα είναι έφορος του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης.
Ασχολείται συστηματικά με την νεότερη οικονομική και κοινωνική ιστορία της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας καθώς και με την ιστορία του Αγίου Όρους. Έχει δημοσιεύσει πλήθος επιστημονικών εργασιών και έχει επιμεληθεί πλήθος εκθέσεων ιστορικών τεκμηρίων. Ακόμη έγραψε σενάρια ιστορικών ντοκιμαντέρ και παρήγαγε τηλεοπτικές εκπομπές. Ως αρθρογράφος έχει συνεργαστεί με τις εφημερίδες Αγγελιοφόρος, Μακεδονία, Θεσσαλονίκη, Ελεύθερος Τύπος.
[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: βιογραφικό στο προσωπικό blog του Ευάγγελου Χεκίμογλου, όπου και κατάλογος δημοσιευμάτων τού http://www.ehekimoglou.blogspot.gr/ ]

Χουρμουζιάδης, Γεώργιος

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Γεώργιος Χουρμουζιάδης γεννήθηκε στην Κωνστάντζα της Ρουμανίας (1912) από εύπορη οικογένεια (ο πατέρας του ήταν μεγαλέμπορος και πρόεδρος της εκεί ελληνικής κοινότητας). Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση στη Ρουμανία, η οικογένεια τον έστειλε στην Αθήνα (το 1927 ήταν μαθητής Γ΄ Γυμνασίου). Μετά το τέλος των γυμνασιακών σπουδών του επέστρεψε στη Ρουμανία.
Το 1945 η οικογένεια αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Ρουμανία εξαιτίας διώξεων από το κομμουνιστικό καθεστώς (δήμευση περιουσίας, κατάσχεση χειρογράφων Χουρμουζιάδη). Μετά από μια περίοδο παραμονής στη Γαλλία (περ. 1945-1948), όπου παντρεύτηκε την Elena Pavelescu (με την οποία χώρισε το 1965) ο Γεώργιος μαζί με τα άλλα μέλη της οικογένειας Χουρμουζιάδη εγκαταστάθηκε στην Αργεντινή. Εκεί, η οικογένεια σύστησε εμπορική επιχείρηση στην οποία εργάστηκε και ο Γεώργιος Χουρμουζιάδης. Παράλληλα επιδόθηκε στη μετάφραση αργεντινών συγγραφέων.
Ο Χουρμουζιάδης εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα το 1964-1966 και έκτοτε ασχολήθηκε με τη συγγραφική δραστηριότητα: μεταφράσεις αργεντινών και ευρωπαίων συγγραφέων, δοκίμια, μυθιστορήματα, άρθρα στη Νέα Εστία, στον Ελεύθερο Κόσμο κ.λπ.
Κυριώτερα έργα του:
Μακρινοί ορίζοντες,,Αθήνα 1969
Τα είδωλα, Αθήνα 1978
Ανθολογία αργεντινού πεζογραφήματος, Αθήνα, Ύψιλον, 1982 (2 τόμοι)
Πάθη και Τρόπαια, Αθήνα, Καλέντης, 1988
Εποπτείες, Βιώματα και Δοκίμια, Αθήνα, Σιδέρης, 1972
Το ξερίζωμα, Αθήνα, Σιδέρης, 1984
Νέες Εποπτείες, Αθήνα, Σιδέρης 1984
Έργα του έχουν επίσης μεταφραστεί στα ισπανικά και τα ρουμανικά (αναλυτικότερα βλ. την εργογραφία στο βιβλίο Νέες Εποπτείες)
[Πηγή σύνταξης βιογραφικού σημειώματος: Εισαγωγικά σημειώματα του Δημήτρη Νικορέτζου και Ανδρέα Καραντώνη στα βιβλία Πάθη και Τρόπαια και Εποπτείες].

Αποτελέσματα 301 έως 400 από 16933