Εμφανίζει 16928 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Δρόσου, Καίτη

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1922-2016

Η Καίτη Δρόσου γεννήθηκε στη Σμύρνη, στις 7 Ιουνίου 1922. Ήταν κόρη του δημοσιογράφου Άγγελου (Ευάγγελου) Δρόσου (είχε και το επώνυμο Καλούδας, γεν. το 1896 στην Ιστιαία Εύβοιας) και της Αναστασίας Αργυροπούλου (γεν. το 1903 στην Μικρά Ασία, με καταγωγή από τα Κύθηρα). Είχε μία αδελφή, την Αύρα που γεννήθηκε το 1924. Η Καίτη Δρόσου εργάστηκε λίγα χρόνια ως υπάλληλος στο υπουργείο Οικονομικών (1941-1944) και στη συνέχεια ως δημοσιογράφος. Ήταν στενή φίλη του Γιάννη Ρίτσου. Το 1943 παντρεύτηκε τον ηθοποιό Φάνη Καμπάνη (1916-1982) και απέκτησαν έναν γιο, τον Άγγελο (1944-2001). Χώρισαν λίγα χρόνια αργότερα. Μετά από πολύχρονη σχέση παντρεύτηκε τον Άρη Αλεξάνδρου το 1959. Μαζί έφυγαν στη Γαλλία λόγω της δικτατορίας του 1967. Μετά τον θάνατο του Άρη, η Καίτη Δρόσου μοίραζε τη ζωή της μεταξύ Παρισιού και Αθήνας. Πέθανε στο Παρίσι, στις 3.2.2016.
Έργα:
Ποίηση: Ποιήματα, Αθήνα, Λογοτεχνική γωνιά, 1950. Φύλλα φωτιάς, Αθήνα 1953. Οι τοίχοι τέσσερις, Αθήνα, Κείμενα, 1985.
Μελέτες-μεταφράσεις:
Άρη Αλεξάνδρου, Διάλεξα. Συγκένντωση υλικού, βιογραφικά σημειώματα, σχόλια, Καίτη Δρόσου, Αθήνα, Κείμενα, 1984.
Ιωσήφ Μπρόντσκι. Ο ποιητής και η Κα-Γκε-Μπε, Αθήνα, Ύψιλον, 1988. Ο «αποστάτης» Μαγιακόβσκη και η Οκτωβριανή Επανάσταση, Αθήνα, Ύψιλον, 1990.
Αναμνήσεις απ’ το σπίτι των πεθαμένων κατά Κλωντ Σιμόν. Ανάγνωση του βιβλίου του Κλωντ Σιμόν Η πρόσκληση, Αθήνα, Γκοβόστης, χ.χ.

[Πηγές βιογραφικών: υλικό του αρχείου και οι εκδόσεις: Κατερίνα Καμπάνη, Άρης Αλεξάνδρου, ο παππούς μου, Αθήνα, Ύψιλον, 2006. Δημήτρης Ραυτόπουλος, Άρης Αλεξάνδρου, ο εξόριστος, Αθήνα, Σοκόλης, 1996. Γιάννης Ρίτσος, Τροχιές σε διασταύρωση. Επιστολικά δελτάρια της εξορίας και γράμματα στην Καίτη Δρόσου και τον Άρη Αλεξάνδρου. Πρόλογος: Καίτη Δρόσου. Επιμέλεια-εισαγωγή-σημειώσεις: Λίζυ Τσιριμώκου, Αθήνα, Άγρα, 2008.]

Μόρφης, Στέφανος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1884-1958

Ο Στέφανος Μόρφης γεννήθηκε στη Νεμέα το 1884. Ήταν γιος του δικαστικού Ιωάννη Κουμουτσόπουλου και της Μαρίας Κιαμπίρη από την Ρωσία. Έχασε τον πατέρα του σε ηλικία 5 ετών και τον μεγάλωσε η μητέρα του. Τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές στην Κόρινθο και φοίτησε στη Νομική και στη Φιλοσοφική του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά το τέλος των σπουδών του κατατάχθηκε στο Βασιλικό Ναυτικό και υπηρέτησε ως το 1925, οπότε παραιτήθηκε με βαθμό αντιπλοιάρχου. Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1906, με πεζά και ποιήματα στα περιοδικά Ακρίτας και Νουμάς. Συνεργάστηκε επίσης με τα περιοδικά: Νέα Εστία, Πειραϊκά γράμματα και Νεοελληνική λογοτεχνία. Ασχολήθηκε συστηματικά με το σονέτο.
Το 1916 και το 1919 αντίστοιχα εκδόθηκαν δύο σειρές σονέτων του και το 1940 η συλλογή Σφυριές στ’ αρμόνι. Ποιήματά του περιλαμβάνονται στις ανθολογίες Αποστολίδη και Άγρα (Οι Νέοι, 1922) και έχουν μελοποιηθεί από τον Γ. Καζάσογλου και τον Ιωάννη Παπαϊωάννου. Το μεγαλύτερο μέρος του ποιητικού του έργου παραμένει ανέκδοτο.
Μετέφρασε το έργο του Μολιέρου Σχολείο γυναικών (Γκοβόστης).
Μετέφρασε αρχαίους έλληνες λυρικούς και τη τραγωδία Αίας του Σοφοκλή.
Πέθανε στην Αθήνα το 1958.

[Πηγή: βιογραφικά και εργογραφικά σημειώματα στο αρχείο του]

Θασίτης, Πάνος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1923-2008

Ο Πάνος Θασίτης γεννήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1923 στον Μόλυβο (Μήθυμνα) Μυτιλήνης. Οι γονείς του, πρόσφυγες με καταγωγή από την Μικρά Ασία και πιο συγκεκριμένα από το Αϊβαλί και τα Μοσχονήσια, εγκαταστάθηκαν στον Μόλυβο το 1922 λόγω της Μικρασιατικής Καταστροφής. Πατέρας του ήταν ο Κωνσταντίνος Θασίτης, ναυτικός με καταγωγή από την Θάσο όπως φανερώνει και το επίθετο του, και μητέρα του η Ευθαλία, το γένος Νικολάου Ανδριώτη. Η οικογένεια του Π. Θασίτη μετακόμισε στην Θεσσαλονίκη το 1929.Στην πόλη αυτή ο Π. Θασίτης έζησε και έδρασε σχεδόν για όλη του τη ζωή έως τον θάνατό του.
Ο Π. Θασίτης αποφοίτησε από το Δ΄ Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης το 1943 και συνέχισε τις σπουδές του το 1944 στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής συμμετείχε ενεργά στην αντίσταση και ήταν μέλος της ΕΠΟΝ (Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων). Διετέλεσε αρχισυντάκτης του παράνομου περιοδικού της ΕΠΟΝ Μακεδονίας-Θράκης Λεύτερα Νιάτα. Για τη συμμετοχή του στην αντίσταση διώχθηκε από τα πρώτα μεταπολεμικά καθεστώτα και εξορίστηκε στα νησιά Άη Στράτης και Μακρόνησος το διάστημα 1947-1950. Απέκτησε πτυχίο νομικής και άδεια δικηγόρου το 1953. Έκτοτε άσκησε το επάγγελμα αυτό. Υπήρξε νομικός σύμβουλος της Τράπεζας της Ελλάδος, από την οποία απολύθηκε το 1967 λόγω της δικτατορίας. Επανήλθε στη θέση του το 1975.
Ο Π. Θασίτης έγραψε ποίηση και δοκίμια (κυρίως κριτική λογοτεχνίας).Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα με τη δημοσίευση του ποιήματος «Έτσι είναι πάντα» στο φοιτητικό περιοδικό Ξεκίνημα, στο οποίο υπήρξε συνεργάτης και μέλος της εκδοτικής ομάδας. Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές: Δίχως Κιβωτό, Πράγματα, Πράγματα 2-Αριθμοί, Εκατόνησος, Ελεεινόν Θέατρον και Σχιστολιθικά. Εξέδωσε ακόμα τις συλλογές δοκιμίων: Γύρος στην ποίηση, 7 Δοκίμια για την ποίηση, Τα δοκίμια. Ποιήματα, κριτικές, δοκίμια και άρθρα του δημοσιεύθηκαν σε ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. Ως κριτικός χρησιμοποίησε κυρίως το ψευδώνυμο Βασίλης Νησιώτης. Το ποιητικό έργο του Π. Θασίτη έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχει συμπεριληφθεί σε μεταπολεμικές ανθολογίες νεοελληνικής ποίησης. Ο ίδιος έχει τιμηθεί με το Βραβείο Ποιήσεως του Δήμου Θεσσαλονίκης (1951) και πήρε μέρος στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Ποίησης (1982) καθώς και σε άλλα διεθνή συνέδρια ποίησης. Υπήρξε μέλος της επιτροπής Ποιητικών Διαγωνισμών του Δήμου Θεσσαλονίκης, μέλος και πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και μέλος του συμβουλίου της «Τέχνης» Θεσσαλονίκης.
Ο Π. Θασίτης παντρεύτηκε το 1959 την Παρασκευή Γ. Γιαννουλοπούλου και απέκτησαν δύο κόρες, την Μαρίνα και την Λήδα. Πέθανε το 2008.

Πηγή σύνταξης βιογραφικού: Υλικό του αρχείου.

Δεληγιάννης, Ιωάννης (1920-1999)

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1920-1999

Ο Ιωάννης Δεληγιάννης γεννήθηκε το 1920 στην Αθήνα. Πατέρας του ήταν ο συμβολαιογράφος Θεσσαλονίκης Γεώργιος Δεληγιάννης και μητέρα του η Βασιλική Μήτσα. Μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη όπου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Σπούδασε νομικά στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ και στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού, όπου αναγορεύθηκε διδάκτορας το 1951. Άσκησε δικηγορία για πολλά χρόνια. Το 1955 αναγορεύθηκε υφηγητής του Αστικού Δικαίου στη Σχολή Νομικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Το 1962 εξελέγη από την ίδια σχολή έκτακτος και το 1966 τακτικός Καθηγητής. Συνταξιοδοτήθηκε το 1988, αλλά συνέχισε να διδάσκει ως Ομότιμος Καθηγητής μέχρι το 1997. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ο Ι. Δεληγιάννης δίδαξε το οικογενειακό δίκαιο, το ενοχικό δίκαιο, το κληρονομικό δίκαιο και το εργατικό δίκαιο. Δημοσίευσε μονογραφίες, άρθρα, γνωμοδοτήσεις και συγγράμματα και υπήρξε μέλος πολλών διεθνών και ελληνικών νομικών επιστημονικών εταιρειών και συλλόγων.
Στο ΑΠΘ διετέλεσε Κοσμήτορας της Σχολής Νομικών και Οικονομικών Επιστημών το έτος1969-1970, μέλος της συγκλήτου τα έτη 1968-1969 και 1974-1975, αντιπρύτανης το έτος 1974-1975 και πρύτανης το έτος 1976-1977. Το 1983 εκλέχθηκε από την Ακαδημία Αθηνών αντεπιστέλλον μέλος της.
Ως δικηγόρος ανέλαβε πλήθος υποθέσεων και εξέδωσε πλήθος γνωμοδοτήσεων
Ο Ι. Δεληγιάνης συμμετείχε ως πρόεδρος ή μέλος σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές για την ανανέωση του οικογενειακού δικαίου από το 1975 και καθόλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980.
Το 1964 διετέλεσε για τρεις μήνες υπηρεσιακός Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Βορείου Ελλάδος. Στο ίδιο Υπουργείο, που μετονομάστηκε σε Υπουργείο Μακεδονίας Θράκης, επανήλθε ως Υπουργός των κυβερνήσεων Ι. Γρίβα (προέδρου του Αρείου Πάγου και υπηρεσιακού Πρωθυπουργού) και Ξ. Ζολώτα (12.10.1989-12.4.1990). Υπήρξε για χρόνια μέλος του Δ.Σ. του Νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ. Διετέλεσε μέλος Δ.Σ. ή απλό μέλος σε πολλά κοινωφελή ιδρύματα και πολιτιστικά σωματεία. Δώρισε εν ζωή την πλούσια βιβλιοθήκη του στη Βιβλιοθήκη της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ που φέρει το όνομά του.
Ο Ι. Δεληγιάννης παντρεύτηκε το 1949 την Ελένη Πίσπα. Μαζί απέκτησαν τρεις κόρες, τη Βασιλική, τη Χριστίνα και την Έλσα.

Πηγή σύνταξης βιογραφικού: Υλικό του αρχείου.

Βιογραφικό στη wikipedia: https://rb.gy/0zknoo

Σουρούνης, Αντώνης

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1942-2016

Ο Αντώνης Σουρούνης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1942. Με το τέλος των γυμνασιακών του σπουδών μετανάστευσε στη Δυτική Γερμανία όπου είχαν εγκατασταθεί οι γονείς του. Σπούδασε για λίγο κοινωνιολογία και πολιτικές επιστήμες σε πανεπιστήμια της Γερμανίας και της Αυστρίας αλλά διέκοψε τις σπουδές του και άρχισε να ταξιδεύει δουλεύοντας. Άσκησε διάφορα επαγγέλματα, από τραπεζικός υπάλληλος έως ναυτικός και από hotelboy έως επαγγελματίας παίκτης ρουλέτας.Εμφανίζεται στα γράμματα το 1969 με το έργο του Ένα αγόρι γελάει και κλαίει. Έκτοτε παρουσίασε μυθιστορήματα και διηγήματα και συνεργάστηκε με εφημερίδες και περιοδικά. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του, στο οποίο υπάρχουν έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία, είναι από τα λίγα της νεοελληνικής λογοτεχνίας που ασχολήθηκε εκτεταμένα με την εμπειρία του γκασταρμπάιτερ. Το 1995 βραβεύθηκε για το βιβλίο του Ο Χορός των Ρόδων, Καστανιώτης, Αθήνα 1994, με το Κρατικό Βιβλίο Μυθιστορήματος. Βιβλία του μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, τσεχικά, ιταλικά, τουρκικά και εβραϊκά. Πέθανε το 2016 μετά από μακρά ασθένεια.

Πηγή σύνταξης βιογραφικού: υλικό του αρχείου, βιογραφικό στη βάση Βιβλιονέτ

Κατσέλης, Πέλος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1903 ή 1907-1981

Ο Πέλος (Πελοπίδας) Κατσέλης, του Νικολάου και της Ελεωνόρας, γεννήθηκε στο Ναζλί της Μικράς Ασίας. Ξεκίνησε τις γυμνασιακές του σπουδές στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και τις ολοκλήρωσε στο παράρτημά της στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένειά του, όταν ο ίδιος ήταν σε νεαρή ηλικία. Το 1924 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου. Στη διάρκεια των σπουδών του δημοσίευσε άρθρα σε νεανικά περιοδικά, και αργότερα συνεργάστηκε ως κριτικός και αρθρογράφος με περιοδικά (Ελληνικά Γράμματα, Νεοελληνικά Γράμματα κ.ά.), υπογράφοντας ορισμένες φορές «Σουδενίτης» από τον τόπο καταγωγής του πατέρα του, το χωριό Σουδενά της Ηπείρου. Συνέχισε τις θεατρικές σπουδές του στην Αυστρία (Βιέννη, 1933) και τη Γερμανία (Μόναχο, Βερολίνο, Δρέσδη, Φρανκφούρτη, 1937‒1939). Από τη Γερμανία συνεργάστηκε ως ανταποκριτής με την εφημερίδα Η Καθημερινή. Εξέδωσε δύο μελέτες για το θέατρο του Σαίξπηρ (Σαίξπηρ Ι. Οθέλλος: Νόημα και χαρακτήρες, Αθήνα, Τυπογραφικά Καταστήματα Ακροπόλεως, [1933], και Κριτικά δοκίμια και μελέτες γύρω απ’ το θέατρο: Ρωμαίος και Ιουλιέτα – Ο Σαίξπηρ κωμωδιογράφος, Αθήνα, Μαυρίδης, 1943). Στο θέατρο εμφανίστηκε αρχικά ως ηθοποιός και ως ιδρυτικό μέλος του Θεατρικού Φοιτητικού Ομίλου, περνώντας και στο χώρο της σκηνοθεσίας, ήδη το 1929 (Λέων Τολστόι, Το ζωντανό πτώμα, θίασος «Σπουδή», θέατρο Αθήναιον). Το 1939 ανέλαβε σκηνοθέτης του περιοδεύοντος κλιμακίου του Εθνικού Θεάτρου «Άρμα Θέσπιδος», θέση στην οποία παρέμεινε ώς το 1941. Συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, την Εθνική Λυρική Σκηνή, την Εθνική Ραδιοφωνία, τον εταιρικό θίασο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών «Άρμα Θεάτρου», καθώς και με θιάσους του ελεύθερου θεάτρου. Από το 1951 ώς το 1959 διετέλεσε καλλιτεχνικός σύμβουλος της Ελληνικής Περιηγητικής Λέσχης και σκηνοθέτησε θεατρικές παραστάσεις σε ανοιχτούς χώρους (Ύδρα, Ναύπακτος, Μεσολόγγι, Λίνδος), στο πλαίσιο της θεωρίας του για μια λαϊκή και στρατευμένη θεατρική τέχνη, την οποία ο ίδιος ονόμασε «Φυσικό Θέατρο». Δίδαξε στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου (1941‒1946) και στη Σχολή Σταυράκου (1956). Το 1957 ίδρυσε δική του δραματική σχολή, τη διεύθυνση της οποίας διατήρησε ως το τέλος της ζωής του.

Μανθούλης, Ροβήρος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1929 ‒ 2022

Ο Ροβήρος (Ιγνάτιος‒Ροβήρος) Μανθούλης γεννήθηκε στις 10 Ιουλίου 1929 στην Κομοτηνή, κι ήταν γιος του Αλέξανδρου Μανθούλη και της συζύγου του Στυλιανής, το γένος Γιοβανάκογλου. Ο ίδιος συνόψισε τη ζωή και το έργο του σε αυτοβιογραφικό σημείωμα ως εξής: «Μεγάλωσε στην Αθήνα, όπου έφηβος πήρε μέρος στην Αντίσταση μέσα από το ΕΑΜ Νέων και την ΕΠΟΝ. Από τα τέλη του 1943 μέχρι την Απελευθέρωση ήταν το “χωνί” των Εξαρχείων και της Νεάπολης. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στην Πάντειο και το 1949 εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο, την ποιητική συλλογή Σκαλοπάτια. Από το 1949 έως το 1953 σπούδασε Κινηματογράφο και Θέατρο στο Πανεπιστήμιο Syracuse της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Η διάδοση του ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα έγινε έμμονη ιδέα στον Μανθούλη και το 1960 ίδρυσε την “Ομάδα των 5”, με τους Ηρακλή Παπαδάκη, Φώτη Μεσθεναίο, Γιάννη Μπακογιαννόπουλο και Ρούσσο Κούνδουρο. Η δικτατορία των συνταγματαρχών το 1967 τον έβαλε στη μαύρη λίστα, κι αυτό τον υποχρέωσε να μείνει εξόριστος στο Παρίσι όπου κατοικεί μόνιμα από τότε. Το σκηνοθετικό του έργο περιλαμβάνει 122 ταινίες (τις περισσότερες για τη Γαλλική Τηλεόραση), ενώ το συγγραφικό του έργο απλώνεται σε 20 βιβλία αλλά και πλήθος άρθρων σε περιοδικά και εφημερίδες. Διετέλεσε διευθυντής προγράμματος στην τηλεόραση της ΕΡΤ, την πρώτη φορά προσκεκλημένος από τον Κ. Καραμανλή και τη δεύτερη από τον Α. Παπανδρέου, μετατρέποντας την ΥΕΝΕΔ σε ΕΡΤ‒2. Το 1991 εκλέχτηκε πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας στο Παρίσι. Απέσπασε πολλά βραβεία για τις ταινίες του, ενώ τιμήθηκε για το σύνολο του έργου του με το Μετάλλιο της Πόλεως του Παρισιού, και με το Αργυρό Μετάλλιο της Βουλής των Ελλήνων για την προσφορά του στον Πολιτισμό».
Ο Ροβήρος Μανθούλης παντρεύτηκε την Καίτη Φρέρη κι απέκτησαν δύο παιδιά, τον Αλέξανδρο και τη Μαρία. Πέθανε στις 21 Απριλίου 2022, στο Παρίσι.
[Για περισσότερα στοιχεία, βλ. το υλικό του αρχείου του και τα αυτοβιογραφικά βιβλία του:

  1. Μια ζωή ταινίες, [Αθήνα], Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπία για Παιδιάς και Νέους & Εκδόσεις Αιγόκερως, 2006•
  2. Ο κόσμος κατ’ εμέ. Ο βίος και τα πάθη μου, τόμοι 1‒2, Χανιά, Εκδόσεις ΠΕΚ ‒ Πυξίδα της Πόλης | CFF, 22021].

Μαζαράκη-Κατσέλη, Αλέκα

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1917-1994

Η Αλέκα (Αλεξάνδρα) Μαζαράκη γεννήθηκε στην Αθήνα. Ήταν κόρη του γενικού διευθυντή της Τράπεζας Αθηνών Αθανασίου Μαζαράκη και της συζύγου του Λουκίας το γένος Κηλαϊδίτη. Απόφοιτη της Σχολής Ορχηστικής Τέχνης της Κούλας Πράτσικα και της δραματικής σχολής του Θεάτρου Τέχνης. Εμφανίστηκε στη σκηνή αρχικά στις παραστάσεις χορού της Κούλας Πράτσικα και στη συνέχεια ως ηθοποιός του Θεάτρου Τέχνης (1943, στο έργο του Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω Το πρώτο έργο της Φάννυ). Παρέμεινε στο Θέατρο Τέχνης ώς το 1944, οπότε μεταπήδησε στο Εθνικό Θέατρο με το οποίο τήρησε μακροχρόνια συνεργασία. Η Αλέκα Κατσέλη συνεργάστηκε επίσης με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, την Εθνική Ραδιοφωνία και με θιάσους του ελεύθερου θεάτρου, όπου διετέλεσε επίσης θιασάρχης και συνθιασάρχης. Πρωταγωνίστησε σε κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές παραγωγές. Διετέλεσε για σειρά ετών ιέρεια και πρωθιέρεια στις τελετές αφής της ολυμπιακής φλόγας, από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου πλάι στην Κούλα Πράτσικα (1936) ώς τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο (1964). Ασχολήθηκε και με τη θεατρική μετάφραση, ενώ δίδαξε στη Σχολή Ορχηστικής Τέχνης της Κούλας Πράτσικα (1947) και στη δραματική σχολή Πέλου Κατσέλη, της οποίας ανέλαβε τη διεύθυνση μετά τον θάνατο του συζύγου της και ώς το 1985. Με τον Πέλο Κατσέλη παντρεύτηκαν το 1945 και απέκτησαν δύο κόρες, τη Νόρα και τη Λούκα.

Συνοδινού, Άννα

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1927 - 2016

Η Άννα Συνοδινού γεννήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1927, στο Λουτράκι. Ήταν το όγδοο παιδί του Ιωάννη Συνοδινού, που καταγόταν από την Αμοργό, και της Τζοβάννας Πιστόνο, Ιταλίδας μεγαλωμένης στην Ελλάδα. Τέλειωσε το 4ο Γυμνάσιο Θηλέων στο Παγκράτι (1945), και τον Ιανουάριο του 1947 πέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις της δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου, από όπου αποφοίτησε με βαθμό Άριστα το 1950.
Η πορεία της στο θέατρο ξεκίνησε τον Ιούνιο του 1950, στα «Παιδιά του Εδουάρδου» του Μαρκ‒Ζιλμπέρ Σωβαζόν, που παρουσίασε η Κυβέλη με ηθοποιούς του θιάσου Κοτοπούλη, στο θέατρο Ντο‒Ρε. Στο ίδιο θέατρο εμφανίστηκε και δύο μήνες αργότερα, στο «Παιχνίδι της ντάμας» του Ραούλ Πραξύ. Από το φθινόπωρο του 1950 μέχρι το καλοκαίρι του 1954, η Συνοδινού συνεργάστηκε με τον υπό τον Δημήτρη Μυράτ θίασο του Θεάτρου Κοτοπούλη. Ακολούθησαν συνεργασίες της με το Μήτσο Λυγίζο, με το θίασο Μίμη Φωτόπουλου ‒ Ντίνου Ηλιόπουλου, καθώς και με το Νίκο Χατζίσκο, με τον οποίο ήταν και συνθιασάρχης στο θέατρο Κεντρικόν, την περίοδο 1955‒1956.
Το χειμώνα του 1954 υπέγραψε συμβόλαιο με το Εθνικό Θέατρο και υποδύθηκε την Εστρέλλια στο «Αστέρι της Σεβίλλης» του Λόπε ντε Βέγκα (σκηνοθεσία του Αλέξη Σολομού) και την Πολυξένη στην «Εκάβη» του Ευριπίδη (εναρκτήρια παραγωγή του Φεστιβάλ Επιδαύρου, καλοκαίρι 1955, σκηνοθεσία του Αλέξη Μινωτή, με την Κατίνα Παξινού στο ρόλο της Εκάβης).
Από το καλοκαίρι του 1956 και για οχτώ χρόνια, η Άννα Συνοδινού συνεργάστηκε αποκλειστικά με το Εθνικό Θέατρο και διακρίθηκε σε πρωταγωνιστικούς ρόλους αρχαίου δράματος, καθώς και κλασικού και σύγχρονου ρεπερτορίου: «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, «Φοίνισσαι» του Ευριπίδη (σκηνοθεσίες του Αλέξη Μινωτή), «Ιφιγένεια η εν Αυλίδι» και «Ιφιγένεια η εν Ταύροις» του Ευριπίδη, «Τρισεύγενη» του Κωστή Παλαμά (σκηνοθεσίες του Κωστή Μιχαηλίδη), «Ορέστεια» του Αισχύλου (σκηνοθεσία του Δημήτρη Ροντήρη), «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, «Άλκηστις», «Ανδρομάχη» και «Ελένη» του Ευριπίδη, «Ρόσμερσχολμ» του Ερρίκου Ίψεν (σκηνοθεσίες του Τάκη Μουζενίδη), «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη, «Ο Ανδροκλής και το λιοντάρι» του Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω, «Οθέλλος» και «Αντώνιος και Κλεοπάτρα» του Σαίξπηρ, «Δόνια Ροζίτα» και «Γέρμα» του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, «Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα» του Λουίτζι Πιραντέλλο, «Το όνειρο» του Αύγουστου Στρίντμπεργκ, «Ικέτιδες» του Αισχύλου (σκηνοθεσίες του Αλέξη Σολομού).
Το 1964, η Άννα Συνοδινού αποχώρησε από το Εθνικό Θέατρο, μετά από σοβαρή καλλιτεχνική διαμάχη με τον Αλέξη Μινωτή, που οδήγησε σε ρήξη της με τη διοίκηση της κρατικής σκηνής. Την ίδια χρονιά ίδρυσε το θίασο Ελληνική Σκηνή Άννα Συνοδινού και ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτο τη μελέτη για την κατασκευή θεάτρου στο νταμάρι του λόφου του Λυκαβηττού. Το θέατρο Λυκαβηττού εγκαινιάστηκε το καλοκαίρι του 1965 από την Ελληνική Σκηνή, με την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή (σκηνοθεσία του Γιώργου Σεβαστίκογλου) και τις «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη (σκηνοθεσία του Μίνου Βολανάκη). Το φθινόπωρο του ίδιου έτους, η Συνοδινού υποδύθηκε τη Σίβυλλα στο ομότιτλο έργο του Άγγελου Σικελιανού (παραγωγή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, σκηνοθεσία του Σωκράτη Καραντινού).
Από το καλοκαίρι του 1966 μέχρι το φθινόπωρο του 1967, η Ελληνική Σκηνή παρουσίασε την «Ελένη» του Ευριπίδη και την «Παράβαση καθήκοντος» του Σωτήρη Πατατζή (σκηνοθεσίες του Γιώργου Θεοδοσιάδη), τη «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη (σκηνοθεσία του Μίνου Βολανάκη), την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη, τον «Πόλεμο και Ειρήνη» του Λέοντος Τολστόι στη διασκευή των Έρβιν Πισκάτορ, Άλφρεντ Νόυμαν και Γκούντραμ Πρύφερ, την «Κυρία Μόρλι» του Λουίτζι Πιραντέλλο (σκηνοθεσίες του Αλέξη Σολομού), την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή (σκηνοθεσία του Θάνου Κωτσόπουλου) και το «Πάσχα» του Αύγουστου Στρίντμπεργκ (σκηνοθεσία του Λυκούργου Καλλέργη).
Το καλοκαίρι του 1967, η χουντική λογοκρισία ματαίωσε την προγραμματισμένη από την Ελληνική Σκηνή παραγωγή του «Προμηθέα δεσμώτη» του Αισχύλου, και η Συνοδινού εκτοπίστηκε από το θέατρο Λυκαβηττού. Επέστρεψε στο θέατρο το 1972, και μέχρι το 1973 παρουσίασε με την Ελληνική Σκηνή την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή (επανάληψη της παραγωγής του 1967), τη «Μαριάννα Πινέδα» του Λόρκα (σκηνοθεσία του Γιάννη Τσιώλη), τα «Παιγνίδια» του Ζωρζ Μισέλ (σκηνοθεσία του Γιώργου Μιχαηλίδη) και την «Αντιγόνη» του Μπρεχτ (σκηνοθεσία του Αλέξη Σολομού).
Το 1975 υποδύθηκε την Ηλέκτρα του Σοφοκλή στην πρώτη συμμετοχή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος στο Φεστιβάλ Επιδαύρου (σκηνοθεσία του Μίνου Βολανάκη). Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε εκ νέου με το Εθνικό Θέατρο, αλλά και με το Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας, με το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Πάτρας, με το Κέντρο Διεθνών και Ευρωπαϊκών Ανταλλαγών Κοσμόπολις, ενώ παρουσίασε και παραγωγές της Ελληνικής Σκηνής («Η γυναίκα της Ζάκυθος» του Διονυσίου Σολωμού, «Πηνελόπη Στεφ. Δέλτα: από τη ζωή και το έργο της», «Ευμενίδες» του Αισχύλου σε δική της σκηνοθετική επιμέλεια, «Το μυστικό της κοντέσσας Βαλέραινας» σε σκηνοθεσία του Λάμπρου Τσάγκα κ.ά.).
Στον κινηματογράφο συνεργάστηκε με τον Αλέκο Σακελλάριο («Θανασάκης ο πολιτευόμενος» 1954), τον Ίωνα Νταϊφά («Δολάρια και όνειρα» 1956), τον Ντίνο Δημόπουλο («Ο άνθρωπος του τραίνου» 1958),το Ρούντολφ Ματέ («Ο Λέων της Σπάρτης» 1962). Εμφανίστηκε επίσης σε τηλεοπτικές σειρές και σε θεατρικές παραγωγές της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου.
Βραβευμένη δύο φορές με το έπαθλο Μαρίκας Κοτοπούλη (1955 και 1959), η Άννα Συνοδινού τιμήθηκε επανειλημμένα για την καλλιτεχνική προσφορά της στην Ελλάδα και το εξωτερικό, μεταξύ άλλων με το Χρυσό Σταυρό του Τάγματος Ελληνικής Ευποιΐας, το Παράσημο Κέδρων του Λιβάνου, το Παράσημο του Τάγματος των Ιπποτών της Ιταλικής Δημοκρατίας, το Παράσημο του Τάγματος των Ιπποτών Ντάνεμπρω Δανίας.
Στο χώρο της πολιτικής εισήλθε το 1974, ως υποψήφια βουλευτής στην Α΄ Περιφέρεια Αθηνών με το κόμμα Νέα Δημοκρατία. Διετέλεσε βουλευτής (1974‒1977, 1981‒1985, 1989), υφυπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών (1977‒1980), πρόεδρος του Τμήματος Γυναικείων Θεμάτων της Ν.Δ. (1981‒1985), πρόεδρος της Ομάδας Κοινοβουλευτικού Ελέγχου Πολιτισμού και σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων (1986‒1989). Το 1990 παραιτήθηκε από το βουλευτικό αξίωμα. Με την υπουργική και βουλευτική της ιδιότητα εισηγήθηκε σχέδια νόμου και νομοθετικές ρυθμίσεις στους τομείς του οικογενειακού δικαίου και της πρόνοιας για τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, ίδρυσε δημόσιους παιδικούς σταθμούς, ενώ ασχολήθηκε με την ισότητα των φύλων, την καλλιτεχνική εκπαίδευση, τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των καλλιτεχνών, τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, με εκκλησιαστικά ζητήματα και με ζητήματα του απόδημου ελληνισμού.
Η Άννα Συνοδινού πέθανε στις 7 Ιανουαρίου 2016. Σύζυγός της και αγαπημένος σύντροφος της ζωής της για πενήντα εννέα χρόνια ήταν ο πρώην πρωταθλητής στίβου Γιώργος Μαρινάκης (1921‒2009).

[Τα στοιχεία αντλήθηκαν από το υλικό του αρχείου και από τις εκδόσεις:
• Άννα Συνοδινού, «Πρόσωπα και προσωπεία. Αυτοβιογραφικό χρονικό» (Αθήνα, αδελφοί Γ. Βλάσση, 1998) και
• Μαρίνος Κουσουμίδης, «Γυναικοκρατία στο θέατρο» (Αθήνα, Γιάννης Β. Βασδέκης, 1984), 244-259.]

Μετόχι του Παναγίου Τάφου στο Φανάρι της Κωνσταντινούπολης

  • Νομικό Πρόσωπο

Το Μετόχι του Φαναριού είναι ένα από τα τρία μετόχια που διαθέτει στην Πόλη το Ορθόδοξο πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Συστάθηκε πριν τα μέσα του 17ου αι. και το επέκτειναν μετέπειτα διαδοχικοί πατριάρχες. Έγινε έτσι στην πράξη η δεύτερη έδρα τους, μιας και τους επέτρεπε να συνεργάζονται με το γειτονικό τους Οικουμενικό Πατριαρχείο στη διοίκηση της Εκκλησίας, να ασκούν παρεμβάσεις στις οθωμανικές αρχές και να συντονίζουν τις οικονομικές εξορμήσεις των αγιοταφιτών μοναχών στα Βαλκάνια, τη Μικρασία, το Αιγαίο και τη Μολδοβλαχία.

Το Μετόχι επίσης διατηρούσε σχολεία και ονομαστή βιβλιοθήκη. Μετά το 1865 οι πατριάρχες ζούσαν συνηθέστερα στα Ιεροσόλυμα, αλλά οι επίτροποί τους στο Φανάρι διατηρούσαν αρκετή επιρροή. Μάλιστα δύο από αυτούς (ο Γεράσιμος και ο Δαμιανός) έγιναν μετέπειτα πατριάρχες. Τελευταίος πατριάρχης Ιεροσολύμων που εγκαταστάθηκε για κάποιο διάστημα στο Φανάρι (1879-1880) ήταν ο Ιερόθεος. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και τον αφανισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το Μετόχι έχασε τη σημασία του και είχε για χρόνια σχεδόν εγκαταλειφθεί. Η φροντίδα της περιουσίας και των αρχείων του κατ' αυτό το διάστημα ανήκε στο δικηγόρο και γνωστό ιστοριοδίφη Βλαδ. Μιρμίρογλου (1875-1966).

Συναδινός, Θεόδωρος Ν.

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1878 -1959

Ο Θεόδωρος Συναδινός γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1878*. Ήταν το δεύτερο από τα εφτά παιδιά του Νικολάου Συναδινού (†περί το 1889) και της συζύγου του Φωτεινής, το γένος Δημητρακοπούλου († 1932), που καταγόταν από την Αλωνίσταινα.
Ο Θεόδωρος Συναδινός τέλειωσε το Γυμνάσιο στην Τρίπολη και το 1897 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα με σκοπό να φοιτήσει στο Ωδείο Αθηνών. Τα πενιχρά οικονομικά μέσα κι η ηλικία του δεν του επέτρεψαν να σπουδάσει μουσική, κι έτσι στράφηκε στο δημοφιλές την εποχή εκείνη πεδίο της νομικής επιστήμης. Ο ίδιος αναφέρει πως γράφτηκε στη Νομική Σχολή και πως παράλληλα με τις σπουδές του εργάστηκε στη διαμόρφωση του κήπου Κλαυθμώνος και στο Ταχυδρομείο. Στα χρόνια που ακολούθησαν, στράφηκε επαγγελματικά στη δημοσιογραφία και στο θέατρο.
Στο χώρο του Τύπου ξεκίνησε ως αρθρογράφος σε περιοδικά, ως συνεκδότης (με τον Κώστα Ρίζο) του βραχύβιου καλλιτεχνικού περιοδικού Ωδείον (1904), και κυρίως ως δημοσιογράφος, χρονογράφος, κριτικός και (από το 1908) αρχισυντάκτης στην εφημερίδα του Βλάση Γαβριηλίδη Ακρόπολις. Με την είσοδό του στο χώρο του θεάτρου (1911) περιόρισε κάπως τη δημοσιογραφική δράση του, αλλά δεν την εγκατέλειψε. Ιδρυτικό μέλος της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ), το 1914, συνέβαλε και στη σύνταξη του πρώτου καταστατικού της. Την επόμενη χρονιά ανέλαβε αρχισυντάκτης στη φιλοβενιζελική εφημερίδα Νέα Ελλάς, θέση που διατήρησε μέχρι τη διακοπή της κυκλοφορίας της στα γεγονότα του Νοεμβρίου του 1916. Το 1917 εξέδωσε δική του εφημερίδα, την Πρόοδο, που κυκλοφόρησε μέχρι το τέλος του 1918. Το 1920, μετά το θάνατο του Βλάση Γαβριηλίδη, ανέλαβε τη διεύθυνση της Ακροπόλεως, ενώ δύο χρόνια αργότερα διηύθυνε και το περιοδικό Μουσική Επιθεώρησις. Το 1938 αγόρασε από το Δημήτριο Μοσχονά το θεατρικό περιοδικό Τα Παρασκήνια, που διηύθυνε ως την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου. Από τον Αύγουστο του 1948 ως τον Ιανουάριο του 1951 διατήρησε τη στήλη του χρονογραφήματος στην εφημερίδα Το Βήμα.
Ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος και το όραμά του για την ανανέωση της ελληνικής σκηνής καθόρισαν την είσοδο του Συναδινού στο χώρο του θεάτρου. Από το 1901, στην πλατεία, στα παρασκήνια, μια φορά και στο σανίδι (ως κομπάρσος) της Νέας Σκηνής, ο Συναδινός γνώρισε την τέχνη του θεάτρου, την τεχνική και τις δυσκολίες της. Την ίδια περίοδο είχε θαυμάσει το σκηνοθετικό έργο του Θωμά Οικονόμου στο Βασιλικό Θέατρο κι είχε υποκλιθεί μπροστά στο ταλέντο της Μαρίκας Κοτοπούλη και της Κυβέλης. Η θεατρική ιδιοσυγκρασία του διαμορφώθηκε μέσα στο περιβάλλον της σκηνής αλλά και μέσα από την εξοικείωσή του, ως θεατή, με πλούσιο ρεπερτόριο.
Ως θεατρικός συγγραφέας εμφανίστηκε για πρώτη φορά το καλοκαίρι του 1911 με τις Μπλόφες. Η τελευταία «πρώτη» έργου του δόθηκε την άνοιξη του 1948 με το Σατανά. Στα 37 αυτά χρόνια, η ελληνική σκηνή παρουσίασε 40 έργα του Συναδινού, πρωτότυπα και διασκευές. Αν συνυπολογίσουμε τη μικρή θητεία του στη θεατρική επιθεώρηση, φτάνουμε τις 46 πρεμιέρες με το όνομά του στη θέση του συγγραφέα, του συνσυγγραφέα ή του διασκευαστή. Από τις αρχές του 20ού αιώνα ως το 1958 ο Συναδινός έγραψε 69 κείμενα προορισμένα για τη σκηνή, από τα οποία 23 δεν είδαν τα φώτα της. Το ελληνικό θέατρο φιλοξένησε τα δύο τρίτα της δραματουργίας του, σε 240 παραγωγές από το 1911 μέχρι το 1986.
Το 1919, ο Συναδινός δημοσίευσε την πρώτη Ιστορία της νεοελληνικής μουσικής (1824‒1919) (κυκλοφόρησε μόνο το πρώτο μέρος, 1824‒1891), την οποία συμπλήρωσε το 1922 με τον τόμο Το ελληνικό τραγούδι. Από το συγγραφικό του έργο εκδόθηκαν επίσης οι τίτλοι Η κόκκινη μάσκα (δραματική σκηνή)(1916),Εσύ φταις (κομεντί σε τρία μέρη) (1924), Κράτος και θέατρον (1925), Ο Καραγκιόζης (σατυρικό δράμα σε τρία μέρη) (1925), Οι πίνες (δράμα σε τρία μέρη) (1925), Ο μαικήνας (δράμα σε τρία μέρη) (1926), Τα κομμένα μαλλιά (1926), Βλάσης Γαβριηλίδης (1929), Ερωτόκριτος (διασκευή του κρητικού έπους του Βιντσέντζου Κορνάρου, δράμα σε τέσσαρα μέρη) (1929 και 21930), Είμαστε μουσικά μορφωμένοι; (1932), Ο νικητής(δράμα σε τρία μέρη – οχτώ εικόνες) (1933), Πώς πρωτοεμφανίστηκα στο θέατρο (1933), Η ομορφιά στη γυναίκα (1933), Ο παλιάτσος (κωμωδία σε τρία μέρη) (1935), Πώς είδα την Αμερική (1948), Θέατρο: Στο νησί των καλών ανθρώπων ‒ Η φωνή του βουνού ‒ Στην κάψα του καλοκαιριού (1954), Κοσμική κίνησις (σατιρική κωμωδία σε τρεις πράξεις) (1969).
Πλάι στο εκτενές συγγραφικό και δημοσιογραφικό έργο του Συναδινού πρέπει να σημειωθεί η μακρόχρονη και πληθωρική δημόσια παρουσία και δράση του στη θεατρική ζωή του τόπου. Ιδιαίτερα δραστήριο μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων από το 1911, ήταν σύμβουλος (από το 1924) και πρόεδρός της από το 1933 ως το 1946.Ήταν επίσης δάσκαλος, μέλος της εφορευτικής επιτροπής (1924), πρόεδρος (1924‒1929) και διευθυντής (1929‒1930) της Επαγγελματικής Σχολής Θεάτρου, και διευθυντής της δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου από το 1930 ως το 1946. Στο Εθνικό Θέατρο ήταν επίσης μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής (1931), της Καλλιτεχνικής Επιτροπής (1933‒1937) και του Διοικητικού Συμβουλίου (1943‒1944, 1945‒1946),ενώ διατέλεσε και δύο φορές διευθυντής στην Εθνική Λυρική Σκηνή (1945‒1946, 1950‒1953). Είχε επίσης χρηματίσει μέλος του Ταμείου Συντάξεων και Περιθάλψεως της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων (1926), της Επιτροπής Αδείας Ασκήσεως Επαγγέλματος Ηθοποιού (1933, 1937‒1942), του Ταμείου Συντάξεων Ηθοποιών, Μουσικών και Τεχνιτών Θεάτρου (1936‒1938), της Επιτροπής Λογοκρισίας Θεατρικών Έργων (1936‒1941), του Ταμείου Εργασίας Ηθοποιών (1936‒1937). Συνέβαλε καθοριστικά στην ίδρυση του Θεατρικού Μουσείου (1938) και ήταν ιδρυτικό μέλος του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου (1950).
Ο Θ. Ν. Συναδινός πέθανε στις 13 Οκτωβρίου 1959, στο νοσοκομείο Παμμακάριστος, από καρκίνο του πνεύμονα. Σύζυγός του ήταν η κόρη του Βλάση Γαβριηλίδη και της Ουρανίας Γρυπάρη Άννα (1881‒1962), με την οποία απέκτησαν ένα γιο, το Νίκο (1917‒1992).
[Το βιογραφικό σημείωμα είναι βασισμένο στο υλικό του αρχείου του Θεόδωρου Συναδινού, που απόκειται στο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ].
[* Το έτος γέννησης του Θ. Ν. Συναδινού βεβαίωσε τον Οκτώβριο του 2022 η Ζηνοβία Μιχάλογλου, με έρευνά της στα ΓΑΚ Αρκαδίας. Την ευχαριστούμε θερμά].

Αποτελέσματα 401 έως 500 από 16928