Εμφανίζει 16942 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Φανδρίδης, Νίκος Β.

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1888-1914

Ο Νίκος Β. Φανδρίδης γεννήθηκε στην Κρήτη το 1888. Η καταγωγή του ήταν από το Θέρισσο.

Υπήρξε δισέγγονος του Στρατάρχη της Κρήτης Βασιλείου Χάλη, ιδρυτή του ‘Πατριωτικού Δεσμού’ το 1821 και από τους πρώτους Φιλικούς. Ο Χάλης αγωνίστηκε ηρωικά, έδωσε την περιουσία του για την ελευθερία της Μεγαλονήσου και στάθηκε στο πλευρό του Καποδίστρια. Πέθανε στο Ναύπλιο το 1846.

Εγγονός του Νικόλαου Φανδρίδη, συζύγου της Ελένης, κόρης του Βασιλείου Χάλη. Ο Νικόλαος Φανδρίδης γεννήθηκε στο Θέρισσο το 1802. Πολέμησε ηρωικά και διέθεσε όλη την περιουσία του για τον Αγώνα. Κατέφυγε στο Ναύπλιο και πέθανε το 1895 στο Άργος.

Γιος του Βασιλείου Φανδρίδη, δικηγόρου, ο οποίος σε ηλικία 20 ετών εξελέγη αντιπρόσωπος της Κυδωνίας στην Ελλάδα για την υπεράσπιση των συμφερόντων της Κρήτης. Το 1897, σε ηλικία μόλις 36 χρόνων, πέθανε, αφήνοντας ορφανά την κόρη του Ελένη και το γιό του Νίκο.

Ο Νίκος Β. Φανδρίδης σπούδασε στο Παρίσι και στο Λονδίνο, καθώς και στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών απ’ όπου ανακηρύχθηκε διδάκτωρ το 1911. Με βαθιά πίστη στο ευρωπαϊκό πνεύμα, σπάνια μόρφωση και εκτενή γλωσσομάθεια, επιδόθηκε σε πολυάριθμες μελέτες για το έργο των σημαινόντων φιλοσόφων και ποιητών του 19ου αιώνα, όπως οι Ταιν, Ρενάν, Βεράρεν και Κλεμάν. Οι μελέτες αυτές τον καταξίωσαν ως έναν από τους σημαντικότερους λόγιους της εποχής του και κέντρισαν το ενδιαφέρον του Παλαμά φέρνοντας τους δύο άνδρες σε μια πνευματική επικοινωνία με διεθνείς ορίζοντες. Μάλιστα ο Νίκος Β. Φανδρίδης επρόκειτο να αξιοποιήσει το έργο του ποιητή στην Ευρώπη. Όπως προκύπτει από την αλληλογραφία με τον Παλαμά, η φιλία τους κράτησε πέντε χρόνια, από το 1909 ως τον πρόωρο θάνατο του Νίκου Β. Φανδρίδη το 1914.

Φαλτάιτς, Μαρία

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1883 - 1964

Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1883 και πέθανε στη Σκύρο το 1964.
Κόρη του λόγιου Δημητρίου Γεωργαντή Φαλτάϊτς και της Άννας Νικολάου Μαρτσέλο και της Μαρίας Γριμάλδη.

Μαζί με τους γονείς της εγκαταστάθηκε το 1893 στη Σκύρο, την πατρίδα του πατέρα της Δημητρίου και όλης της παλαιάς αρχοντικής οικογένειας των Φαλταγηδών στην οποία ανήκε.

Ανάπτυξε έντονη κοινωνική και πνευματική δράση σε ολόκληρη τη ζωή της και υπήρξε από τις πλέον πνευματικές φυσιογνωμίες της Σκύρου από τις αρχές του εικοστού αιώνα μέχρι το θάνατό της το 1964.

Ενέπνευσε και βοήθησε ουσιαστικά την Αγγελική Χατζημιχάλη, συγγενή απ την πλευρά της γιαγιάς της Ευφροσύνης Τζάνου, στο περίφημο έργο της ΣΚΥΡΟΣ.
-Συνεργάστηκε στενά με την Εύα Σικελιανού και την Αγγελική Χατζημιχάλη συμμετέχοντας ενεργά στην οργάνωση των Δελφικών Εορτών, αντιπροσωπεύοντας τον παραδοσιακό πολιτισμό του νησιού της.
-Υπήρξε μαζί με τον αδερφό της Κωνσταντίνο κύρια οργανώτρια των σπουδαίας σημασίας εορτών της Αιώνιας Ποίησης που έγιναν στη Σκύρο το 1931 προς τιμήν του Άγγλου ποιητή Ρούπερτ Μπρούκ και καθιέρωσαν διεθνώς τη Σκύρο ως νησί της Αιώνιας Ποίησης και Ελντοράντο της Τέχνης.
-Δημιούργησε τον σπουδαίο ρυθμό επιπλοποιίας γνωστό πανελλήνια σαν Σκυριανό- Βυζαντινό, που καθιερώθηκε στην Ελλάδα από την εποχή του μεσοπολέμου.
-Δημιούργησε το Σκυριανό σπίτι στο Δημαρχείο της Σκύρου, που τώρα βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του νησιού.
-Συνέβαλε ουσιαστικά με τον αδερφό της Κωνσταντίνο στη δημιουργία της αρχαιολογικής συλλογής Σκύρου, που αποτελεί τώρα τον πυρήνα του τοπικού κρατικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
-Υπήρξε επί σειρά δεκαετιών η σπουδαιότερη πνευματική προσωπικότητα του νησιού, παίζοντας ηγετικό ρόλο σε όλες τις κοινωνικές και πολιτιστικές δραστηριότητες των κατοίκων της Σκύρου.

Η φήμη της εξακολουθεί να είναι ζωντανή μέχρι σήμερα και το όνομά της μνημονεύεται από τους παλαιότερους Σκυριανούς με απεριόριστο σεβασμό, θαυμασμό και αγάπη.

Φαλτάιτς, Μάνος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1938 - 2012

Ο Μάνος Φαλτάϊτς γεννήθηκε στην Αθήνα στις 3 Ιανουαρίου του 1938 και ήταν γιος του γνωστού δημοσιογράφου, συγγραφέα και ερευνητή Κώστα Φαλτάϊτς. Άνθρωπος με μεγάλη πολιτική, πολιτισμική και καλλιτεχνική δράση, τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών για την προσφορά του στην διατήρηση της πολιτισμικής παράδοσης της Ελλάδας. Ίδρυσε το μουσείο το 1964.

Ο Μάνος Φαλτάϊτς γεννήθηκε στην Αθήνα στις 3 Ιανουαρίου του 1938 και ήταν γιος του γνωστού δημοσιογράφου, συγγραφέα και ερευνητή Κώστα Φαλτάϊτς.

Σπούδασε νομικές και πολιτικές επιστήμες στην σχολή Πολιτικών Επιστημών του Παντείου πανεπιστημίου και στη Νομική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, δεν άσκησε ποτέ την δικηγορία.

Από τα πρώτα κιόλας φοιτητικά του χρόνια, ανέπτυξε σημαντικότατη πολιτική δράση, οργανώνοντας και δημιουργώντας το μεταπολεμικό φοιτητικό κίνημα. Το 1955-1958 έπαιξε σημαντικότατο ηγετικό ρόλο σαν πρόεδρος της Εθνικής Παμφοιτητικής Ένωσης, ένωση η οποία ανέπτυξε έντονη δράση σε κρίσιμα εθνικά θέματα, όπως το Κυπριακό και η Βόρεια Ήπειρος, ενώ το 1958 πρωταγωνίστησε σε συλλαλητήρια των φοιτητών για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Το 1962 ίδρυσε την Πανελλήνια Ένωση Αγωνιζομένων Νέων (ΠΕΑΝ) (η οποία είχε διαφορετική δράση από την ΠΕΑΝ που ιδρύθηκε την περίοδο της Κατοχής, το 1941), μεθοδεύοντας τους αγώνες των νέων κατά της παγκοσμιοποίησης.

Την ίδια περίοδο, διαισθανόμενος τις καταστροφικές συνέπειες που θα είχε για την ελληνική παράδοση η παγκοσμιοποίηση, παράλληλα με τους εθνικούς και κοινωνικούς του αγώνες, έδωσε τη μάχη για τη διάσωση και προβολή της παραδοσιακής μας κληρονομιάς.

Το 1963, οργάνωσε την κίνηση για την Ελληνική πνευματική αναγέννηση, κηρύσσοντας το έτος Περικλή Γιαννόπουλου, που υπήρξε το μεγαλύτερο πνευματικό γεγονός εκείνης της χρονιάς σε ολόκληρη την Ελλάδα, σε συνεργασία με τους κορυφαίους εκπροσώπους της Ελληνικής διανόησης. Το 1964, σε ηλικία 26 ετών, ίδρυσε το Μουσείο Φαλτάϊτς -το πρώτο τοπικό λαογραφικό μουσείο της Ελλάδας- στο οποίο αφιέρωσε και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Για το πόνημά του αυτό, για την πολύτιμη συμβολή του στην διάσωση και διατήρηση της ελληνικής παράδοσης, βραβεύθηκε το 1976 από την Ακαδημία Αθηνών.

Από το 1979 και μετά, μαζί με τη σύντροφο και συναγωνίστρια, την σύζυγό του Αναστασία, και τη συμπαράσταση μιας ομάδας στενών και αφοσιωμένων φίλων, οργάνωσε το κίνημα για την Αισθητική Αναγέννηση, εμπνευσμένο από την αρχαιοελληνική, βυζαντινή και νεώτερη παραδοσιακή μας κληρονομιά.

Παράλληλα, μέχρι το τέλος της ζωής του, ανάπτυξε και δίδασκε, τόσο στην Αθήνα, όσο και στη Σκύρο, στη Σχολή του Δρόμου, την κοσμοθεωρία του Νταϊσμού και Κοινοτισμού, του διπολικού σχήματος της Αρμονίας και Δυσαρμονίας, της Συμπαντικής Ψυχής και Συνείδησης, σαν μια ολοκληρωμένη κοσμοθεωρία και βιοθεωρία. Το 1993 ίδρυσε μαζί με την Αναστασία το Θέατρο και το Φεστιβάλ της Βιγλατορίας του Παλαιόπυργου, στη Σκύρο, στο οποίο πραγματοποιούνται κάθε καλοκαίρι σημαντικότατες πολιτιστικές εκδηλώσεις.

Ο Μάνος Φαλτάϊτς ανέπτυξε ένα πλουσιότατο συγγραφικό και ζωγραφικό έργο, από την δεκαετία του 1980 και μέχρι το τέλος της ζωής του.

Στη ζωγραφική, μαθήτευσε δίπλα στους Δημήτρη Πικιώνη και Φώτη Κόντογλου. Δημιούργησε ένα εντελώς δικό του ρεύμα, το οποίο ονόμαζε «ψυχορατική ζωγραφική», που, σύμφωνα με τον ίδιο, «φανερώνει την ψυχή των εικονιζομένων θεμάτων, είτε ανθρώπινα πρόσωπα είναι, είτε δέντρα, κτίρια».

Ζωγράφισε εκατοντάδες πίνακες και σκίτσα, λίγα από τα οποία εκτίθενται στους χώρους του μουσείου, ελλείψει χώρου έκθεσης. Τα τελευταία του έργα τα ζωγράφισε στις αρχές Δεκεμβρίου του 2012 από το νοσοκομείο στο οποίο νοσηλεύονταν.

Παράλληλα, είχε γράψει περισσότερα από 60 ιστορικά, λαογραφικά, λογοτεχνικά, πολιτικά, φιλοσοφικά, θεατρικά και ποιητικά έργα, ενώ υπάρχουν ακόμα πολλά έργα του που παραμένουν ανέκδοτα.

Φαλτάιτς, Κωνσταντίνος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1891 - 1944

Ο Κωνσταντίνος Φαλτάιτς, πατέρας του ιδρυτή του Μουσείου Φαλτάϊτς, υπήρξε κορυφαίος δημοσιογράφος, λογοτέχνης και πρωτοπόρος ερευνητής της περιόδου του μεσοπολέμου. Ήταν από τα πρώτα μέλη της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, ενώ παρακολούθησε ως πολεμικός ανταποκριτής τους Βαλκανικούς Πολέμους και την Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή. Θεωρείται πρωτοπόρος ερευνητής του ρεμπέτικου τραγουδιού, αλλά και των Ρομά. Παράλληλα, συνέβαλε στην διάσωση του έργου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, χειρόγραφα του οποίου εκτίθενται στο Μουσείο Φαλτάϊτς.

Φαλτάιτς, Δημήτριος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1855 - 1900

Γεννήθηκε και πέθανε στη Σκύρο. Παντρεύτηκε στη Σμύρνη την Άννα Μαρτσέλο- Γριμάλδη.

Ανάπτυξε έντονη κοινωνική και πνευματική δραστηριότητα στη Σμύρνη, καθώς και στην Οδησσό και το Ταϊγαρόγκ της Ρωσίας, πόλεις στις οποίες ασκούσε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες.

Στο Ταϊγαρόγκ συνδέθηκε στενά με τον επιφανή ποιητή Αχιλλέα Παράσχο και τον διάσημο Ρώσο συγγραφέα Αντών Τσέχωφ που με την δική του υπόδειξη ο αδερφικός του φίλος Αγαθοκλής Κωνσταντινίδης μετάφρασε αργότερα στην Ελληνική τα έργα του καθώς επίσης και άλλων διάσημων Ρώσων συγγραφέων, κάνοντάς τους έτσι γνωστούς στο Ελληνικό αναγνωστικό κοινό.

Έγραψε την Ιστορία της Σκύρου, φιλοσοφικά δοκίμια, απομνημονεύματα, και ανάπτυξε πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική δράση παράλληλα με την πνευματική του δραστηριότητα.

Άφησε ένα μεγάλο μέρος από ανέκδοτα έργα:
-Ποιήματα
-Δοκίμια
-Ομιλίες
-Διδαχές
-Την ιστορία της Σκύρου
-Ημερολόγιο
-Ταξιδιωτικές αναμνήσεις από τη Σμύρνη, Άγιους Τόπους, Κωνσταντινούπολη, Οδησσό, Τραπεζούντα, Μυτιλήνη, Χίο , Αθήνα κλπ
-Δημιουργός της Πνευματικής Αδερφότητας Σμύρνης.

Φαλτάιτς, Αναστασία

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1938 -

Η Αναστασία Φαλτάϊτς γεννήθηκε στα Χανιά το 1938. Δίδαξε για πολλά χρόνια μέχρι το 1979, στην Έδρα της Πολιτικής ιστορίας Νεώτερης Ελλάδας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και εξέδωσε ιστορικές μελέτες με θέματα της νεοελληνικής ιστορίας.

Μεταξύ των μελετών, περιλαμβάνονται οι εξής: «Τα περί την ναυτιλία μέτρα του Ιωάννη Καποδίστρια», « Τα εθνικά δάνεια κατά την επανάσταση του 1821 και η υποθήκη της εθνικής γης», «Κόνσολοι και κονσολάτα εν Σκύρω κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας», «Οι Σκυριανοί ναυμάχοι Μιχαήλ και Δημήτριος Ανέστης» κ.α.

Επιμελήθηκε της έκδοσης του αρχείου ιστορικών εγγράφων της επαναστατικής περιόδου του 1821 της Κρήτης και των αρχείων της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, έκδοση της Βουλής των Ελλήνων.

Ασχολήθηκε από πολύ νωρίς με τη λογοτεχνία εκδίδοντας την πρώτη της νουβέλα το 1955 με τον τίτλο «Κυνηγώντας τον ίσκιο μου».

Στο διάστημα της δεκαετίας 1960- 1970 υπήρξε μια από τις σημαντικότερες εκπροσώπους απ' την πλευρά των γυναικών της νέας γενιάς των λογοτεχνών.

Δημοσίευε την εποχή αυτή στο περιοδικό ΟΔΗΓΗΤΗΣ άρθρα της με το ψευδώνυμο Μάρκος Ευγενικός και διηγήματα με το πατρικό της επίθετο Αναστασία Γιαννουδάκη, αφήνοντας μια αίσθηση εξαιρετικά δυνατή, όπως βγαίνει απ' τις κριτικές που είχαν γράψει γι αυτήν και τα έργα της.

Τα διηγήματά της «Αν τα αντρίκια μας πρόσωπα» και «Τα θλιβερά καραβάνια», όπου έθιγε το τόσο καυτό εκείνα τα χρόνια θέμα της μαζικής μετανάστευσης της ελληνικής νεολαίας, άφησαν εποχή. Και η επιφανής νεοελληνίδα ποιήτρια Διαλεχτή Ζευγώλη- Γλέζου την αναγνώρισε με δημοσίευμά της σε καθημερινή εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας το 1963 σαν μια από τους ελάχιστους νέους δημιουργούς που αντιπροσώπευαν, εκείνη την εποχή, μια σημαντική προσδοκία στην εξέλιξη και πορεία της λογοτεχνικής δημιουργίας της νέας γενιάς.

Κορυφαίο της έργο αυτής της περιόδου υπήρξε το χρονικό των αγώνων της Ελληνικής νεολαίας για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα με τίτλο «Το προδομένο τραγούδι», έχοντας και η ίδια έντονες προσωπικές εμπειρίες καθώς συμμετείχε ενεργά σ' αυτούς τους αγώνες.

Από το 1971 που παντρεύτηκε το Μάνο Φαλτάϊτς, ανέλαβε τη λειτουργία και διεύθυνση του ομώνυμου Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου, συντελώντας τα μέγιστα στην εξέλιξη, ανάπτυξη και προβολή του στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Ο ρόλος της στην οργάνωση των επιστημονικών δραστηριοτήτων του μουσείου υπήρξε καθοριστικός και σε πολλούς τομείς αποκλειστικός, συμβάλλοντας έτσι στην ανάπτυξη του μεγάλου κινήματος μαζί με τον Μάνο στην πολιτιστική αναγέννηση του λαού μας, με τις ελληνοκεντρικές κατευθύνσεις που υπάρχουνε σήμερα και που φέρνουνε τη σφραγίδα τους.

Από το 1993 ανάλαβε την οργάνωση του Φεστιβάλ Σκύρου της Βιγλατορίας του Παλαιόπυργου και σκηνοθετεί τα έργα του Μάνου Φαλτάϊτς που ερμηνεύει η καλλιτεχνική Ομάδα του μουσείου «Σκυρίτες».

Η λογοτεχνική της δημιουργία του τελευταίου καιρού, έχει σαν κύριο αντικείμενο την πνευματική αναγέννηση του ελληνισμού, αντλώντας τις εμπνεύσεις της από τους προσωπικούς της αγώνες και τα σημαντικότατα πολιτιστικά γεγονότα που συντελούνται στη Βιγλατορία του Παλαιόπυργου.

Τα έργα της έχουν έντονο προσωπικό χαρακτήρα και αποτελούνε μια σύνθετη δημιουργία, ανάμεσα χρονικού, φιλοσοφικού στοχασμού, ημερολογιακής καταγραφής της καθημερινής ζωής και πορείας του μουσείου και της Βιγλατορίας του Παλαιόπυργου, συνθέτοντας ένα σημαντικότατο χρονικό που ασκεί ξεχωριστή γοητεία.

Η πρόσφατη πνευματική της δημιουργία κινείται σε τρεις κατευθύνσεις:

Η πρώτη αφορά τη λογοτεχνική καταγραφή των μεγάλων ιστορικών γεγονότων της Κατοχής και του Εμφυλίου πολέμου (1941-1945), όπως τα έζησε με όλη την τραγικότητα και τις διαστάσεις που παίρνανε εκείνες οι καταστάσεις στην ψυχή ενός παιδιού.

Έργα της γι' αυτή την περίοδο που έχουν εκδοθεί είναι τα Χρονικά: «Ζυμβραγού», «Από τα Ζυμβραγού στο Θησείο», «Το τέλος του παππού Θεοχάρη», «Πρωτοχρονιά 1942 με έξη μόνο φέτες λακέρδα», «Ο συγκάτοικος Μαρδοχαίος».

Η σειρά όλων τούτων των έργων, με αυτά που δεν έχει εκδώσει ακόμα, αποτελούν μια πλήρη ενότητα της περιόδου 1941-1945.

Η δεύτερη πνευματική της πορεία του τελευταίου καιρού είναι μια καινοτόμος σύνθεση ημερολόγιων, χρονικών, αγωνιστικών και ιδεολογικών μανιφέστων δοσμένων ποιητικά και πεζά, που αφορούν ιστορικά γεγονότα, κοινωνικούς αγώνες και καταστάσεις της Σκύρου αλλά και της Ελλάδας ολόκληρης. Καταστάσεις και γεγονότα στα οποία συμμετέχει ενεργά και η ίδια με δράση, σκέψη, εκτιμήσεις και λόγο.
Τα θέματα αυτά αφορούν κύρια τους προσωπικούς της αγώνες και τη στάση γενικά της ζωής της.

Η τρίτη κατεύθυνση της δημιουργίας της είναι καταγραφή και σχολιασμός με ποιητικό τρόπο ευρύτερων κοινωνικών γεγονότων που συγκλονίζουν την Ελλάδα και τον κόσμο ολόκληρο.

Ανάμεσα σ' αυτά είναι και το ποίημά της με τίτλο: «Επαναστάτες με Αιτία», που αναφέρεται στις καταστρεπτικές ταραχές που συγκλόνισαν την πρωτεύουσα της χώρας Αθήνα κι ολόκληρη την Ελλάδα, τον Δεκέμβρη του 2008.

Φακίρης, Γεώργιος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1870-;

Ο Γεώργιος Φακίρης, γιος του Επαμεινώνδα, γεννήθηκε το 1870 στη Σύρο. Τέλειωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Ερμούπολη. Ο πατέρας του αναφέρεται ως τραπεζίτης (1879-1881) και ως έμπορος (1883-1884).
Ο Γεώργιος Φακίρης δημοσίευσε ποιήματα, πεζά και ανταποκρίσεις από τη Σύρο σε εφημερίδες και περιοδικά. Ο ίδιος αναφέρει τα έντυπα: Άστυ, Εβδομάς, Εστία, Αθήναι, Ημερολόγιον Σκόκκου, υπογράφοντας συνήθως ως ΦΑΚ. Μακροβιότερη ήταν η συνεργασία του με το περιοδικό Η Διάπλασις των παίδων.
Το 1900 παντρεύτηκε την Φραγκίσκη Μ. Χρυσοβελόνη. Από το μικρό τμήμα του αρχείου που απόκειται στο ΕΛΙΑ προκύπτει ότι απέκτησαν τέσσερα (;) παιδιά, τον Επαμεινώνδα (γεν. 1905), τον Μικέ, τη Μαρία και τον Κώστα (;). Η σύζυγος του Μικέ ονομαζόταν Ρία. Ο Επαμεινώνδας παντρεύτηκε την Λιλή, κόρη Δημητρίου Καψαμπέλη και Αικατερίνης Χριστοδούλου.
Το 1916 βρίσκουμε τον Γ. Φακίρη υπάλληλο στην Κέρκυρα και τον γιο του Επαμεινώνδα να φοιτεί στο Ελληνικό σχολείο εκεί. Το 1919 βρίσκεται στην Αθήνα προετοιμάζοντας την εκεί μετεγκατάσταση της οικογένειας.

[πηγή σύνταξης βιογραφικού: υλικό του αρχείου]

Φαβρ, Στεφανία

  • Φυσικό Πρόσωπο

Γαλλίδα επιχειρηματίας του 19ου αιώνα, σύζυγος του Ελβετού τραπεζίτη Ευγένιου Φαβρ (Eugène Favre), εγκατεστημένη για χρόνια στην Μεταξοχώρι Αγιάς Λάρισας.

Φίνος, Βασίλης

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Βασίλειος Γεωργίου Φίνος γεννήθηκε το 1900, στο Κηφισοχώρι Λοκρίδος. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πήρε την ειδικότητα του παιδιάτρου. Εξελέγη υφηγητής Παιδιατρικής και χρημάτισε επί σειρά ετών μέλος του Συμβουλίου Μητρότητος και Παιδικών Ηλικιών του υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας.

Φέσσας, Φαίδων

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1922 - 2015

Γιος του γιατρού Κωνσταντίνου Φέσσα και της Ευφροσύνης (Φωφώς) Ν. Τσαμαδού, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1922. Τελείωσε το Πειραματικό σχολείο και σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Τις σπουδές του διέκοψαν ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και η Κατοχή, στη διάρκεια της οποίας υπέστη διώξεις λόγω αντιστασιακής δράσης. Πήρε το πτυχίο του το 1947 και συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στη Β΄ Παθολογική Κλινική (1947-1951) τις οποίες ολοκλήρωσε στις Η.Π.Α. (1952-54) όπου εργάστηκε σε ερευνητικό κέντρο της Ιατρικής Σχολής της Utah. Αναγορεύτηκε διδάκτωρ το 1955 και εργάστηκε ως επιμελητής στην Β΄ Παθολογική Κλινική μέχρι το 1957, όταν ανέλαβε τη διεύθυνση Αιμοδοσίας στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» και την οργάνωση του αιματολογικού εργαστηρίου. Το κύριο επιστημονικό του αντικείμενο ήταν η μεσογειακή αναιμία. Εξελέγη υφηγητής το 1965, καθηγητής και διευθυντής της Α΄ Παθολογικής Κλινικής (όπου είχε διδάξει τον 19ο αιώνα ο Γεώργιος Μακκάς) το 1969. Κατά τα έτη 1978-1981 διετέλεσε Πρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος πολλών επιστημονικών εταιρειών και έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις για την επιστημονική του δράση. Ήταν αντιπρόεδρος της Διεθνούς Αιματολογικής Εταιρείας, πρόεδρος του Διεθνούς Αιματολογικού Συνεδρίου (Αθήνα 1981), πρόεδρος του Ιατρικού Τμήματος του Πανεπιστημίου της Αθήνας (1987), κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Υγείας (1988). Πέθανε σε μεγάλη ηλικία στην Αθήνα το 2015.

[Τα βιογραφικά στοιχεία αντλήθηκαν κυρίως από το υλικό του αρχείου Α.Ε. 3/17 (Φέσσα, Ρωξάνη) του ΕΛΙΑ Αθήνας]

Φέσσα, Ρωξάνη

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1923-2007

Πρωτότοκη κόρη του Αντώνη και της Δέσποινας Φωτιάδη, γεννήθηκε στην Βομβάη το 1923. Το 1943-1945 παρακολούθησε μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών και από το 1947 ως το 1953 εργάστηκε στη βιβλιοθήκη του USIS όπου παράλληλα εκπαιδεύτηκε στη βιβλιοθηκονομία. Το 1953-54 εργάστηκε στη βιβλιοθήκη της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Utah, την εποχή που ο σύζυγός της εργαζόταν σε ερευνητικό κέντρο του ίδιου Πανεπιστημίου. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την εικονογράφηση παιδικών βιβλίων (1956-1960), ενώ το 1960-61 ανέλαβε την ταξινόμηση των βιβλίων του Ε.Κ.Κ.Ε. και το 1962 την οργάνωση της βιβλιοθήκης του Ιδρύματος Ευγενίδου, όπου και εργάστηκε για πολλά χρόνια. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Βιβλιοθηκονόμων και Επιστημών Πληροφόρησης, η οποία την τίμησε (το 2002) για το δημιουργικό της έργο και τη σημαντική παρουσία της στη Βιβλιοθηκονομία στην Ελλάδα.
Παντρεύτηκε στην Αθήνα το 1947 τον γιατρό Φαίδωνα Κ. Φέσσα και απέκτησαν δύο κόρες: τη Δάφνη (1951-) και την Ελένη (1955-).
Πέθανε στην Αθήνα, στις 22/7/2007.

Φέξης, Γεώργιος (1927-2004)

Ο Γεώργιος Δ. Φέξης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1866. Ύστερα από το πέρς των σπουδών του στην Πόλη, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα ως πωλητής βιβλίων. Το 1890 αρχίζει τη δραστηριότητά του στον τομέα των εκδόσεων. Παρακολουθεί από κοντά τη διεθνή εκδοτική κίνηση και προβαίνει σε πληθώρα κοινωφελών εκδόσεων (φιλολογικές, σχολικές, επιστημονικές, φιλοσοφικές και λογοτεχνικές). Θεωρείται ο εισηγητής και οργανωτής του εκδοτικού οίκου στην Ελλάδα και ο πρώτος που από το 1902 εισήγαγε το σύστημα αγοράς και πληρωμής βιβλίων μέσω μηνιαίων δόσεων, συμβάλλοντας στην ευρύτερη διάδοση του ελληνικού βιβλίου. Δημιούργησε εξειδικευμένες σειρές εκδόσεων, όπως τη σειρά Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, καθώς και δύο «Βιβλιοθήκες», τη Λογοτεχνική και τη Φιλοσοφική και Κοινωνιολογική.

Μ.Γ.Δ. [= Μ. Γ. Δομαζάκις], Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Π. Δρανδάκη, τ. 23.

Υψηλάντη, Μαρία

  • Φυσικό Πρόσωπο

Μαρία Μουρούζη (1809-Αθήνα 1862), σύζυγος Γεωργίου Κ. Υψηλάντη. Η κόρη της, Σοφία (1835-1868) ήταν σύζυγος του Πέτρου Ρώμα.

ΥΦΑΝΕΤ "Υφαντουργική Ανώνυμος Εταιρεία"

  • Νομικό Πρόσωπο

Η προϊστορία της ΥΦΑΝΕΤ ξεκινά από το 1905 όταν η εταιρεία «Καπαντζής-Καζάζης και Σία», ίδρυσε στη Θεσσαλονίκη ένα μεγάλο υφαντουργείο το οποίο περιλάμβανε υφαντήριο, βαφείο, φεσοποιείο, αργαλειούς και χρησιμοποιούσε ως πρώτη ύλη την έτοιμη μάλλινη κλωστή. Το 1909 το εργοστάσιο που βρισκόταν στην οδό Ομήρου καταστράφηκε από πυρκαγιά. Το 1910 επαναλειτούργησε με την επωνυμία «Ανώνυμος Οθωμανική Εταιρία Υφασμάτων και Φεσιών» αλλά σταδιακά οδηγήθηκε σε μαρασμό λόγω έλλειψης κεφαλαίων και έμπειρου προσωπικού. Η «Εργάνη», εταιρεία η οποία ιδρύθηκε το 1921 από τον έμπορο Αθανάσιο Μακρή και άλλους συνεταίρους, αγόρασε το 1923 τις εγκαταστάσεις της Ανωνύμου. Η «Εργάνη» με αγορές οικοπέδων και απαλλοτριώσεις επέκτεινε τους χώρους του εργοστασίου και προχώρησε στη βελτίωση του μηχανικού εξοπλισμού του. Το εργοστάσιο άρχισε να λειτουργεί στα τέλη του 1924.
Το 1925 οι μέτοχοι της Εργάνης αποφάσισαν να συνεργασθούν με την Τράπεζα Αθηνών. Έτσι δημιουργείται μια νέα εταιρεία στην οποία προσχωρεί η Εργάνη. Το όνομα της νέας εταιρείας ήταν ΥΦΑΝΕΤ («Υφαντουργική Ανώνυμος Εταιρεία»). Στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας συμμετείχαν, εκτός από τον Αθανάσιο και Γεώργιο Μακρή κι άλλοι επιφανείς άνδρες της πόλης όπως ο Φιλάρετος Τσομλεκτσόγλου, ο Χαρίσιος Ηλ. Βαμβακάς, ο δικηγόρος Μάρκος Θεοδωρίδης και ο Αλέξανδρος Παρασκευόπουλος, διευθυντής της Τράπεζας Αθηνών η οποία συμμετείχε στο ιδρυτικό κεφάλαιο της εταιρεία ς με ποσοστό 25% .
Οι νέες εγκαταστάσεις σχεδιάζονται από τους αρχιτέκτονες Α. Νικολόπουλο και Κ. Κοκορόπουλο, που είχαν σχεδιάσει πολλά από τα κτίρια της Θεσσαλονίκης κατά την περίοδο της μεγάλης ανοικοδόμησης του ιστορικού κέντρου μετά την πυρκαγιά του 1917. Η γραμμή παραγωγής της ξεκινούσε από την επεξεργασία άπλυτου μαλλιού και κατέληγε σε κατασκευή υφασμάτων, κουβερτών, στρατιωτικών ειδών και ρούχων. Περιλάμβανε πλυντήριο, στεγνωτήριο, στραγγιστήριο, βαφείο, κλωστήριο, υφαντήριο, σαπουνοποιείο και μηχανουργείο. Προπολεμικά η παραγωγή του εργοστασίου ανερχόταν σε 300.000 μ. ύφασμα και απασχολούσε 550 εργαζόμενους. Με την έναρξη του πολέμου η παραγωγή του εργοστασίου διοχετεύτηκε στις ανάγκες του ελληνικού στρατού, ενώ στη διάρκεια της Κατοχής το εργοστάσιο υπολειτουργούσε. Μεταπολεμικά, η επιχείρηση έφτασε να απασχολεί εργατοτεχνικό και επιστημονικό προσωπικό 1.300 ατόμων και να θεωρείται η μεγαλύτερη βιομηχανία στη Θεσσαλονίκη αλλά και από τις σημαντικότερες στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια.
Το 1951 το μεγαλύτερο τμήμα του εργοστασίου κάηκε από μια μεγάλη πυρκαγιά και το ίδιο έτος απεβίωσε και ο ιδρυτής του Αθανάσιος Μακρής. Από τότε τα προβλήματα του δεν ξεπεράστηκαν ποτέ ουσιαστικά και έτσι το 1963 ανέστειλε τις εργασίες του. Το εργοστάσιο περιήλθε στην κυριότητα της Εθνικής Τράπεζας, η οποία είχε επωμιστεί το κύριο χρηματοδοτικό βάρος. Τα μηχανήματα και τα εμπορεύματα εκποιήθηκαν.
Από τον Μάρτιο του 2004 μέρος του κτιρίου τελεί υπό κατάληψη με το όνομα «Φάμπρικα ΥΦΑΝΕΤ».

Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
-Ευφροσύνη Ρούπα – Ευάγγελος Χεκίμογλου , Ιστορία της Επιχειρηματικότητας στη Θεσσαλονίκη, τόμος Γ΄, ΠΕΕΒΕ, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 200-208
-Κύα Τζήμου, «O Xάρτης της πόλης: Εργοστάσιο ΥΦΑΝΕΤ», άρθρο στην ιστοσελίδα Παράλλαξη: https://parallaximag.gr/thessaloniki/o-xartis-tis-polis-ergostasio-ifanet (τελευταία προσπέλαση 3/3/2020)

Υπουργείον Εσωτερικών (1960-1975), Διεύθυνσις Διοικήσεως

  • Νομικό Πρόσωπο

Το Βασιλικό Διάταγμα 864 της 28ης Δεκεμβρίου 1960 που δημοσιεύτηκε στο Φύλλο Εφημερίδας Κυβερνήσεως υπ’ αρίθ. 211 στις 29 Δεκεμβρίου 1960 καθόριζε την διάρθρωση και τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Εσωτερικών. Η Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου αποτελούνταν από: α) το Γραφείο Υπουργού, β) το Γραφείο Υφυπουργού, γ) το Γραφείο του Γενικού Γραμματέως, δ) τη Γενική Διεύθυνση Διοικήσεως, ε) τη Γενική Διεύθυνση Αστυνομίας Πόλεων, στ) τη Γενική Διεύθυνση Χωροφυλακής, ζ) τη Γενική Διεύθυνση Πολιτικής Αμύνης Χώρας, η) τη Γενική Διεύθυνση Εθνικής Ασφαλείας, θ) τη Διεύθυνση Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, ι) τη Διεύθυνση Αλλοδαπών και ια) την Υπηρεσία Προστασίας Εθνικού Νομίσματος.
Η Γενική Διεύθυνση Διοικήσεως περιλάμβανε τις Διευθύνσεις Διοικήσεως, Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, Προσωπικού Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, Τεχνικού Εξοπλισμού, Ιθαγενείας, Αποδημίας και Μεταναστεύσεως, Εκλογών, Αγροφυλακής καθώς και την Υπηρεσία Διοικητικών Επιθεωρητών.
Η Διεύθυνση Διοικήσεως, η οποία τηρούσε και το συγκεκριμένο φάκελο, διαιρούνταν σε 6 Τμήματα: α) Τμήμα Προσωπικού, β) Τμήμα Διοικητικόν, γ) Διοικητικής Αποκεντρώσεως, δ) Οικονομικής Αποκεντρώσεως, ε) Διεκπεραιώσεως, στ) Αρχείου.

Υπουργείο Τύπου και Πληροφοριών

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1945 - 1946

Το Μάιο του έτους 1945, με τον Αναγκαστικό Νόμο 308/45, συνιστάται Υφυπουργείο Τύπου και Πληροφοριών, το οποίο το Νοέμβριο του ίδιου έτους μετατρέπεται σε Υπουργείο. -Τον Απρίλιο του έτους 1946, με το Βασιλικό Διάταγμα 16/46, το Υπουργείο Τύπου και Πληροφοριών καταργείται και εγκαθίσταται παρά τω Υπουργείω των Εξωτερικών, δεύτερος Υφυπουργός (Υφυπουργός Τύπου και Πληροφοριών).

Υπουργείο Στρατιωτικών, Κεντρική Υπηρεσία (περιόδου Όθωνος), Στρατιωτικό Λογιστήριο

  • Νομικό Πρόσωπο

Μετά από πρόταση της Γραμματείας Στρατιωτικών και απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου αποφασίστηκε την 1η/13η Ιουνίου 1834 η σύσταση του Στρατιωτικού Λογιστηρίου ως Τμήματος της Γραμματείας Στρατιωτικών. Πρόεδρός του είναι ο Διευθυντής του Β΄ Τμήματος της Γραμματείας. Το Τμήμα στελεχώνουν: ένας επιστάτης των βιβλίων, τρεις επεξεργαστές λογαριασμών και επιθεωρητές και ένας λογιστής. Αρμοδιότητες του Λογιστηρίου είναι να προεπεξεργάζεται όλους τους λογαριασμούς των στρατευμάτων, να φροντίζει να αναγράφονται στα βιβλία οι χρηματικές εργασίες των σωμάτων, να κάνει απολογισμούς καθώς και συνόψεις λογαριασμών. Το Ελεγκτικό Συνέδριο επεξεργάζεται και ελέγχει τους λογαριασμούς αυτούς καθώς και τα βιβλία που κρατά το Λογιστήριο. Τα έξοδα του γραφείου συμπεριλαμβάνονται στα έξοδα της Γραμματείας Στρατιωτικών. Το διάταγμα «περί διαιρέσεως του στρατιωτικού λογιστηρίου» της 7ης Φεβρουαρίου 1850 προέβλεπε την απαλλαγή του Διευθυντή του Β’ Τμήματος της Γραμματείας επί των Στρατιωτικών από την θέση του προέδρου του Στρατιωτικού Λογιστηρίου και την ανάθεση της Διεύθυνσης σε οικονομικό αξιωματικό.

Υπουργείο Στρατιωτικών, Κεντρική Υπηρεσία (περιόδου Όθωνα)

  • Νομικό Πρόσωπο

Στις 30 Ιανουαρίου 1833 φθάνει στην Ελλάδα ο Όθων, δευτερότοκος γιος του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α΄, ως βασιλεύς του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Στις 3/15 Απριλίου 1833 εκδίδεται Βασιλικό Διάταγμα Περί του σχηματισμού των Γραμματειών, με το οποίο θεσπίζεται η σύσταση επτά Γραμματειών, έκτη μεταξύ των οποίων είναι και η Γραμματεία επί των Στρατιωτικών. Ας σημειωθεί ότι οι περισσότερες από τις εν λόγω επτά Γραμματείες είχαν ήδη συγκροτηθεί με διάφορες επωνυμίες (μινιστέρια, γραμματείες, υπουργεία) ήδη από την εποχή των κυβερνήσεων της Επανάστασης καθώς και του Κυβερνήτη Καποδίστρια.

Την ίδια ημέρα, 3/15 Απριλίου, εκδίδεται άλλο Βασιλικό Διάταγμα με το οποίο καθορίζονται η οργάνωση, το προσωπικό και οι αρμοδιότητες της Γραμματείας επί των Στρατιωτικών. Στο πρώτο άρθρο του ΒΔ ορίζεται το προσωπικό και η οργάνωση της Γραμματείας. Το προσωπικό της επί των Στρατιωτικών Γραμματείας, υπό τη Διεύθυνση του αρμόδιου Γραμματέα, αποτελείται: α) από δύο διευθυντές τμημάτων, οι οποίοι επιλέγονται μέσα από το σύνολο των αξιωματικών και των υπαλλήλων του στρατού που διέπρεψαν λόγω των γνώσεων και της αξίας τους, β) από αριθμό αξιωματικών και υπαλλήλων του στρατού, οι οποίοι ορίζονται από τους διευθυντές των τμημάτων σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας, γ) από τρεις Γραμματείς, δ) από τέσσερις γραφείς, και ε) από τους αναγκαίους για την υπηρεσία αγγελιοφόρους (ordonnances).

Στο δεύτερο άρθρο του ΒΔ περιγράφονται οι αρμοδιότητες της επί των Στρατιωτικών Γραμματείας, οι οποίες είναι: α) η οργάνωση, συμπλήρωση, πειθαρχία και επίβλεψη του στρατού, β) η προμήθεια της αναγκαίας ενδυμασίας, του οπλισμού, των απαραίτητων ειδών για ιππασία και στρατοπέδευση, γ) η φροντίδα για την προμήθεια του αναγκαίου υλικού για το πυροβολικό, το μηχανικό κτλ τμήμα του στρατού, δ) η οικοδόμηση, επισκευή και διατήρηση των φρουρίων και των στρατιωτικών κτιρίων, ε) τα δημόσια καταστήματα που προμηθεύουν το στρατό, στ) οι στρατιωτικοί νόμοι και κανονισμοί, ζ) η επιτήρηση στρατιωτικών αμαρτημάτων ή εγκλημάτων στα στρατιωτικά δικαστήρια, η) οι υγειονομικές υπηρεσίες του στρατού, θ) οι μετακινήσεις και οι μετατοπίσεις του στρατού, ι) η σύσταση καταστημάτων για τη σίτιση απομάχων, χήρων και ορφανών, ια) η φροντίδα των αιχμαλώτων, ιβ) οι προτάσεις που αφορούν την προκήρυξη στρατιωτικής αμνηστίας, ιγ) η χωροφυλακή, ιδ) οι προτάσεις για το διορισμό ή άφεση των αξιωματικών και των υπαλλήλων του στρατού, ιε) όλες οι δαπάνες του στρατού και τα λογιστικά του στρατού, ιστ) όλοι οι αξιωματικοί και υπάλληλοι του στρατού.

Ήδη, με ΒΔ της 9ης Φεβρουαρίου 1833, είχε ορισθεί επίσης η θέση και τα καθήκοντα του Γενικού Επιθεωρητή του Στρατού. Αυτός διενεργούσε επιθεωρήσεις των στρατιωτικών μονάδων τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο, υπέβαλλε προτάσεις για διορισμούς αξιωματικών και αναφερόταν για ζητήματα που αφορούσαν στον σχηματισμό, ένδυση, οπλισμό και μετάθεση των στρατευμάτων, στον επί των Στρατιωτικών Γραμματέα, από τον οποίο έπαιρνε διαταγές.

Ο οργανισμός του 1833 υπέστη κατά τα έτη 1834-1842 διάφορες τροποποιήσεις και συμπληρώσεις ανάλογα με τις ανάγκες που παρουσιάστηκαν. Οι πιο ουσιώδεις από αυτές ήταν οι ακόλουθες: α) Στην Γραμματεία επί των Στρατιωτικών προστέθηκαν δύο επιπλέον τμήματα. Με το Βασιλικό Διάταγμα της 1ης Ιουνίου 1834 συστήθηκε τρίτο τμήμα, με τον τίτλο Στρατιωτικό Λογιστήριο, και αντικείμενο εργασιών την επεξεργασία και τον έλεγχο των λογαριασμών του Στρατού. Με το Βασιλικό Διάταγμα της 11ης Ιουνίου 1836 δημιουργήθηκε το τέταρτο τμήμα, με τον τίτλο Τμήμα Μηχανικού, για την διεξαγωγή των υποθέσεων που αφορούσαν στον στρατωνισμό και τις στρατιωτικές οικοδομές, β) Για τον έλεγχο και την εποπτεία των στρατιωτικών δυνάμεων δημιουργήθηκε ο θεσμός των Νομοεπιθεωρητών. Με το Βασιλικό Διάταγμα της 25ης Ιανουαρίου 1835 τοποθετήθηκε σε κάθε Νομό ένας Συνταγματάρχης ως επόπτης, ο οποίος έφερε τον τίτλο του Νομοεπιθεωρητή, γ) Αυξήθηκε ο αριθμός των Γενικών Επιτελών. Με το Βασιλικό Διάταγμα της 13ης Ιανουαρίου 1836 ο αριθμός τους αυξήθηκε από τρεις σε έξι, δ) Τροποποιήθηκε η σύνθεση του Πεζικού. Με το Βασιλικό Διάταγμα της 13ης Ιανουαρίου 1836 τα υπάρχοντα οκτώ τάγματα Πεζικού μειώθηκαν σε τέσσερα και μετονομάστηκαν σε τάγματα Γραμμής. Συγκροτήθηκαν επίσης τέσσερα Ελαφρά τάγματα, στα οποία συγχωνεύθηκαν, τα προβλεπόμενα από τον οργανισμό του 1833 τάγματα Ακροβολιστών. Τελικά, το Πεζικό αποτελέστηκε από πέντε τάγματα, τα οποία ονομάστηκαν τάγματα Πεζικού. Η δύναμη του κάθε τάγματος ανερχόταν στους 32 αξιωματικούς και 822 οπλίτες, ε) Ανασυγκροτήθηκε η Οροφυλακή. Από τον Ιανουάριο του 1833 είχαν συγκροτηθεί οχτώ τάγματα Οροφυλακής, με σκοπό τη διατήρηση της Δημόσιας Ασφάλειας και την φρούρηση των συνόρων της χώρας. Για τη διοίκηση των ταγμάτων αυτών συγκροτήθηκαν, με το Βασιλικό Διάταγμα της 11ης Φεβρουαρίου 1838, τρία Αρχηγεία Οροφυλακής, σε κάθε ένα από τα οποία προΐστατο ένας Συνταγματάρχης ή Αντισυνταγματάρχης, βοηθούμενος από ένα Λοχαγό, έναν Υπολοχαγό-Υπασπιστή, ένα Γιατρό και ένα Ιερέα, στ) Δημιουργήθηκε η Φάλαγγα: Το Σεπτέμβριο του 1835 συγκροτήθηκε η λεγόμενη Φάλαγγα, τιμής ένεκεν, αποτελούμενη από τους αξιωματικούς και τους αρχηγούς που είχαν λάβει μέρος στον αγώνα υπέρ της ελληνικής ανεξαρτησίας. Η Φάλαγγα διαιρέθηκε σε δεκατρείς Τετραρχίες, όπου κάθε μία αποτελούνταν από ένα Λοχαγό ισότιμο με Συνταγματάρχη, έναν Υπολοχαγό ισότιμο με Ταγματάρχη, έναν Σημαιοφόρο ισότιμο με Λοχαγό, τέσσερεις Επιλοχίες ισότιμους με Λοχαγούς και πενήντα τέσσερεις φαλαγγίτες ισότιμους με Ανθυπολοχαγούς.

Στα τέλη του έτους 1842, ο οργανωμένος Στρατός είχε την εξής μορφή και δύναμη: α) Γραμματεία των Στρατιωτικών, β) Γενικός Επιθεωρητής Στρατού, γ) Εννέα Νομοεπιθεωρητές, δ) Δεκαεπτά Φρουραρχεία, ε) Σώμα Γενικών Επιτελών, στ) Φάλαγγα, ζ) Πεζικό: πέντε τάγματα Πεζικού από έξι λόχους το καθένα, τρία Αρχηγεία Οροφυλακής, οκτώ τάγματα Οροφυλακής (των τεσσάρων λόχων). Το Πεζικό διέθετε στο σύνολό του 6240 άνδρες και 20 ίππους, η) Ιππικό: δύο μοίρες (των δύο ιλών η κάθε μία, με 596 άνδρες και 542 ίππους), και Διοίκηση Πυροβολικού, θ) Πυροβολικό: Τάγμα (πέντε λόχοι του Πυροβολικού συν το λόχο των Ζευγιτών, με 840 άνδρες) και Οπλοστάσιο, ι) Μηχανικό: Επιθεώρηση Μηχανικού, εννέα Διευθύνσεις Μηχανικού και ένας λόχος Σκαπανέων με 265 άνδρες. Στο σύνολό του ο οργανωμένος Στρατός διέθετε, το 1842, 7941 άνδρες και 562 ίππους.

Μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 και την ψήφιση του συντάγματος από την Εθνική Εθνοσυνέλευση το 1844 καθιερώνεται στην Ελλάδα το πολίτευμα της συνταγματικής μοναρχίας. Το Σύνταγμα του 1844 επαναφέρει τον όρο Υπουργός για τη δήλωση των επικεφαλής των κεντρικών υπηρεσιών του διοικητικού μηχανισμού του κράτους, καταργώντας τους όρους Γραμματεύς/Γραμματεία , οι οποίοι είχαν επικρατήσει από το 1827 μέχρι το τέλος της απόλυτης μοναρχίας του Όθωνα. Ο όρος Υπουργείο καθιερώνεται με τον νόμο ΛΓ΄/4 Ιουνίου 1846 Περί διοργανισμού των Υπουργείων. Με τον νόμο αυτόν παρέμεινε ο ίδιος αριθμός –επτά- και η ίδια τάξη που είχαν τα υπουργεία και κατά την προηγούμενη περίοδο με έκτο στη σειρά το Υπουργείο Στρατιωτικών. Η νέα οργάνωση και σύνθεση του Υπουργείου Στρατιωτικών περιλαμβάνει: α) το Γραφείο Υπουργού β) ένα γενικό γραμματέα γ) τέσσερα Τμήματα δ) ένα Αρχιατρείο.

Ο οργανισμός και η σύνθεση του Στρατού υπέστησαν πολλές τροποποιήσεις κατά τα έτη 1843-1852, οι οποίες κυρίως αφορούσαν τον αριθμό και την οργάνωση των μονάδων. Με το Βασιλικό Διάταγμα της 15ης Οκτωβρίου 1843 συγκροτήθηκε επίσης στρατιωτικό σώμα, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως όργανο της Δημόσιας Ασφάλειας, υπό τον τίτλο «Εθνοφυλακή». Το σώμα αυτό υπαγόταν κατά κύριο λόγο στο Υπουργείο Εσωτερικών, όταν όμως εκτελούσε έργα στρατιωτικής υπηρεσίας, υπαγόταν στην αρμοδιότητα στρατιωτικών αρχών. Η Εθνοφυλακή οργανώθηκε κατά Δήμους και υπηρετούσαν σε αυτήν όσοι διέθεταν συγκεκριμένα προσόντα, ηλικίας από είκοσι έως πενήντα ετών.

Η σύνθεση του Στρατού και η δύναμή του κατά το τέλος του 1852 ήταν η ακόλουθη: α) Υπουργείο Στρατιωτικών, β) Γενικός Επιθεωρητής Στρατού, γ) Εννέα Νομοεπιθεωρητές, δ) Δύο Οικονομικοί Επιθεωρητές, ε) Είκοσι φρουραρχεία ( 3 μόνιμα, 17 μη μόνιμα), στ) Σώμα Γενικών Επιτελών, ζ) Φάλαγγα (13 τετραρχίες), η) Λόχος Απομάχων, θ) Πεζικό: δύο τάγματα Γραμμής (των οκτώ λόχων), δύο τάγματα Ακροβολιστών (των έξι λόχων), τέσσερα συντάγματα Οροφυλακής (των δύο ταγμάτων), ι) Ιππικό: μία μοίρα Λογχιστών (των τριών ιλών), κ) Πυροβολικό: Μοίρα Πυροβολικού (ένας λόχος πεδινού και τρεις ορειβατικού πυροβολικού), Οπλοστάσιο (ένας λόχος Τεχνικών), Εφορείες και λ) Μηχανικό: Επιθεώρηση Μηχανικού, Διευθύνσεις Μηχανικού Νομών.

Τέλος, με τον Νόμο ΨΚΣΤ΄ της 3ης Μαρτίου 1862 το Υπουργείο Στρατιωτικών οργανώθηκε σε έξι τμήματα: α) Προσωπικού, β) Δικαιοσύνης, γ) Οικονομίας, δ) Λογιστηρίου, ε) Πυροβολικού, στ)Υγειονομικού.

Κατά τα έτη επίσης 1853-1863 έγιναν οι ακόλουθες τροποποιήσεις στον οργανισμό του Στρατού: α) Με τα Βασιλικά Διατάγματα των ετών 1861 και 1863 καταργήθηκαν οι θέσεις του Γενικού Επιθεωρητή Στρατού και των Νομοεπιθεωρητών, β) Με τα Βασιλικά Διατάγματα των ετών 1855 και 1860 προστέθηκαν δύο ακόμη Οικονομικοί Επιθεωρητές, γ) Με απόφαση της Προσωρινής Κυβερνήσεως της 23ης Ιανουαρίου 1863 δημιουργήθηκαν έξι Επιμελητήρια, στα οποία συγκεντρώθηκε η διαχείριση χρηματικού και υλικού των μονάδων, δ) Τον Αύγουστο του 1854 και τον Σεπτέμβριο του 1860 αναδιοργανώθηκε το Πεζικό και με νόμους του 1856 και 1861 αναδιοργανώθηκαν το Ιππικό και το Μηχανικό. Τέλος, με τον νόμο Ψ-Β΄ της 19ης Μαίου 1860 συνεστήθησαν δύο διαρκή Στρατοδικεία και ένα Αναθεωρητικό Δικαστήριο.

Υπουργείο Πολιτισμού, 2η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων

  • Νομικό Πρόσωπο

1977: Σύμφωνα με το ΠΔ 941 της 15 Οκτωβρίου 1977 (ΦΕΚ Α’ 320/17.10.1977) "Περί Οργανισμού του Υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών", άρθρο 35, οι οι Εφορείες Βυζαντινών Αρχαιοτήτων αποτελούσαν περιφερειακές υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών. Σύμφωνα με το ίδιο ΠΔ η 2η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, είχε έδρα τον Πειραιά και τοπική αρμοδιότητα τους Νομούς Κυκλάδων και Σάμου, πλην της νήσου Αμοργού του Νομού Κυκλάδων.

Σύμφωνα με το άρθρο 36 του ίδιου ΠΔ η αρμοδιότητα των Εφορειών Προϊστορικών και Κλασσικών και Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, αναγόταν σε όλα τα θέματα τα σχετικά με την αποκάλυψη, φύλαξη και προστασία των αρχαίων, την έκθεσή τους στα μουσεία, την συντήρηση, αναστήλωση, μελέτη των μνημείων και δημοσίευση αυτών, καθώς και στην διοικητική μέριμνα εφαρμογής των κειμένων περί αρχαιοτήτων νομοθετικών διατάξεων.

1980: Με το ΠΔ 773 /1980 (ΦΕΚ Α΄ 183) "Περί μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων εις τας περιφερειακάς υπηρεσίας αρμοδιότητος Γενικής Διευθύνσεως Πολιτιστικής Αναπτύξεως του Υπουργείου Πολιτισμού και Επιστημών" μεταβιβάστηκαν πολλές αρμοδιότητες στις περιφερειακές εφορείες του Υπουργείου

2003: Με το ΠΔ 191/2003 (ΦΕΚ Α΄ 146), άρθρο 43, η έδρα της 2ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, μεταφέρθηκε στην Αθήνα και τοπική αρμοδιότητά της περιορίστηκε στον Νομό Κυκλάδων.

Στις δραστηριότητες της Εφορείας περιλαμβάνονταν εργασίες αναστήλωσης, στερέωσης, ανάδειξης, των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων, εργασίες συντήρησης τοιχογραφιών - εικόνων - τέμπλων, εκπόνηση μελετών για τις στερεωτικές - αναστηλωτικές εργασίες και την προστασία των οικισμών, υλοποίηση νέων μόνιμων εκθέσεων και επανεκθέσεων σε μουσεία και συλλογές, πραγματοποίηση περιοδικών εκθέσεων στην Ελλάδα, διενέργεια ανασκαφικών ερευνών, οικοδομικός έλεγχος σε ιστορικούς διατηρητέους οικισμούς και σε ζώνες προστασίας μνημείων.

Οι Εφορείες Βυζαντινών Αρχαιοτήτων χειρίζονται θέματα που αφορούν σε αρχαιολογικούς χώρους, μνημεία και ιστορικούς τόπους, που χρονολογούνται από τον 4ο αι. μ.Χ. έως το 1830, καθώς και σε νεώτερα θρησκευτικά μνημεία από το 1830 και εξής.

2014: Με το ΠΔ 104/2014, άρθρο 18 συγχωνεύθηκαν οι Εφορείες Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και οι Εφορείες Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και συγκροτήθηκαν Εφορείες Αρχαιοτήτων σε επίπεδο Διεύθυνσης ενώ οι προϋπάρχουσες Εφορείες μετατράπηκαν σε Τμήματα.

Σε αυτό το πλαίσιο, συγκροτήθηκε Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων με έδρα την Αθήνα και χωρική αρμοδιότητα την περιφερειακή ενότητα Κυκλάδων ενώ η 2η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων κατέστη Τμήμα της Διεύθυνσης με τον τίτλο: Τμήμα Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιολογικών Χώρων, Μνημείων, Αρχαιογνωστικής Έρευνας και Μουσείων

Υπουργείο Περιθάλψεως

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1917 - 1922

Το Υπουργείο Περιθάλψεως ιδρύθυκε από την κυβέρνηση Βενιζέλου με Φ.Ε.Κ. ίδρυσης Α112/1917. Σκοπός του υπουργείου αυτού ήταν η μέριμνα για τους νεοεισερχόμενους πρόσφυγες μετά τις εδαφικές αλλαγές λόγω του πολέμου, καθώς και για τους επιστρατευμένους. Το υπουργείο αυτό ανέλαβε εκτός των άλλων να διαχειρίζεται και να απονέμει το χρηματικό επίδομα στις οικογένειες των επιστρατευμένων, και να προσελκύει νέους εθελοντές στρατιώτες. Το 1922 μετονομάστηκε σε Υπουργείο Υγιεινής και Προνοίας από την κυβέρνηση Π. Πρωτοπαπαδάκη.

Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Διεύθυνση Τοπογραφικών Εφαρμογών

  • Νομικό Πρόσωπο

Σύμφωνα με το άρθρο 40 του ΠΔ 132/2017 (ΦΕΚ Α΄132) οι επιχειρησιακοί στόχοι, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Τοπογραφικών Εφαρμογών έχουν ως ακολούθως.

  1. Επιχειρησιακός στόχος της Διεύθυνσης Τοπογραφικών Εφαρμογών είναι ιδίως η διαμόρφωση και η εφαρμογή πολιτικών σε κάθε είδους θέματα τοπογραφικών εφαρμογών.
  2. Η Διεύθυνση Τοπογραφικών Εφαρμογών αποτελείται από τα εξής Τμήματα:
    α) Τμήμα Οριοθέτησης Υδατορεμάτων.
    β) Τμήμα Τοπογραφικών Εφαρμογών και Απαλλοτριώσεων.
    γ) Τμήμα Κτηματολογικών Γραφείων.
    δ) Τμήμα Χαρτογραφικής Τεκμηρίωσης.
  3. α) Στο Τμήμα Οριοθέτησης Υδατορεμάτων ανήκουν οι ακόλουθες αρμοδιότητες:
    α)α) ο έλεγχος και η γνωμοδότηση για την έγκριση οριογραμμών υδατορεμάτων στο πλαίσιο εκπόνησης πολεοδομικών μελετών, ρυθμίσεων, καθώς και για την έγκριση χώρων αστικών υποδομών,
    β)β) η σύνταξη σχετικών προτύπων και προδιαγραφών για τις μελέτες οριοθέτησης και η παροχή κατευθύνσεων και οδηγιών για τις μελέτες και τα πολεοδομικά θέματα που σχετίζονται με υδατορέματα.
    β) Στο Τμήμα Τοπογραφικών Εφαρμογών και Απαλλοτριώσεων ανήκουν οι ακόλουθες αρμοδιότητες:
    α)α) η μέριμνα για την εκτέλεση τοπογραφικών αποτυπώσεων, κτηματογραφήσεων και χαράξεων, για την κάλυψη αναγκών και προγραμμάτων του Υπουργείου,
    β)β) η σύνταξη σχετικών προτύπων και προδιαγραφών και η παροχή κατευθύνσεων και οδηγιών, για τη σύνταξη των πράξεων εφαρμογής, των πράξεων τακτοποίησης και αναλογισμού,
    γ)γ) η σύνταξη σχετικών προτύπων, προδιαγραφών, η παροχή κατευθύνσεων και οδηγιών για την σύνταξη πολεοδομικών σχεδίων εφαρμογής σε συνεργασία με την Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού,
    δ)δ) η παροχή κατευθύνσεων για τη σύνταξη τροποποιήσεων σε περίπτωση άρσης απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης, περιλαμβανομένων και αυτών που αναφέρονται σε εκτάσεις στεγαστικών προγραμμάτων, σε συνεργασία με το Τμήμα Πολεοδομικών Μελετών και Ρυθμίσεων της Διεύθυνσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού,
    ε)ε) ο προγραμματισμός απαλλοτριώσεων, σε συνεργασία με το Πράσινο Ταμείο και άλλους χρηματοδοτικούς φορείς,
    γ) Στο Τμήμα Κτηματολογικών Γραφείων ανήκουν οι ακόλουθες αρμοδιότητες:
    α)α) η τήρηση και λειτουργία του Κτηματολογικού Γραφείου Πρωτευούσης και η παρακολούθηση της ένταξής του στο Εθνικό Κτηματολόγιο,
    β)β) η μέριμνα για την έκδοση Κανονισμού Λειτουργίας των Κτηματολογικών Γραφείων και ο έλεγχος των εισπραττόμενων ανταποδοτικών τελών και λοιπών δικαιωμάτων που απορρέουν από την κτηματογράφηση και τη λειτουργία των Κτηματολογικών Γραφείων,
    γ)γ) η παροχή κατευθύνσεων για τη ρύθμιση θεμάτων ομοιόμορφης εφαρμογής του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου από όλα τα Κτηματολογικά Γραφεία της Επικράτειας,
    δ)δ) η σύσταση Ειδικού Μητρώου Διαπιστευμένων Μηχανικών και ο ορισμός των προϋποθέσεων, της διαδικασίας και των ειδικότερων προσόντων για την εγγραφή στο μητρώο αυτό.
    δ) Στο Τμήμα Χαρτογραφικής Τεκμηρίωσης ανήκουν οι ακόλουθες αρμοδιότητες:
    α)α) η τήρηση, κωδικοποίηση και διαχείριση του αρχείου διαγραμμάτων, προεδρικών διαταγμάτων και αποφάσεων Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας,
    β)β) η παροχή διευκρινήσεων σε θέματα εγκεκριμένων σχεδίων εφαρμογής γραμμών, υψομετρικών μελετών, όρων δόμησης και λοιπών θεμάτων σχετικών με ρυμοτομικά διαγράμματα,
    γ)γ) η μέριμνα για δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των Προεδρικών Διαταγμάτων και Υπουργικών Αποφάσεων πολεοδομικού και χωροταξικού περιεχομένου και η ανακοίνωση στους αρμόδιους φορείς εφαρμογής.
Αποτελέσματα 501 έως 600 από 16942