Εμφανίζει 9040 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή
Νομικό Πρόσωπο

Μακεδονική Γεωργική Εταιρεία

  • Νομικό Πρόσωπο

Το 1920, ιδρύθηκε ο «οίκος Παπαγεωργίου» του οποίου κύριοι μέτοχοι ήταν τέσσερα μέλη της οικογένειας Παπαγεωργίου και ο Δημήτριος Κουκουμπάνης. Ο βασικός μέτοχος και αρχικός ιδιοκτήτης ήταν ο Γεώργιος Παπαγεωργίου.
Ο οίκος ίδρυσε τον ίδιο χρόνο την Α.Ε. «Μακεδονική Γεωργική Εταιρεία» η οποία είχε ως στόχο την αγορά, πώληση, μεταπώληση αγροτικών κτημάτων για καλλιέργεια και πάσης φύσεως εκμετάλλευση (βιομηχανίες, πτηνοτροφία, κ.ά). Τα κτήματα της εταιρίας βρίσκονταν κυρίως στη Μακεδονία και ειδικά στην περιοχή Γέφυρα της Θεσσαλονίκης (κτήμα «Τοψίν» όπου είχε γίνει και η παράδοση της πόλης της Θεσσαλονίκης το 1912). Η εταιρία λειτούργησε κανονικά ως το 1947 οπότε και μπήκε σε καθεστώς εκκαθάρισης αφού το κράτος απαλλοτρίωσε τα 9/10 των κτημάτων του Τοψίν και έτσι κρίθηκε από το Δ.Σ. ότι πλέον δεν υπάρχει λόγος λειτουργίας. Ως εκκαθαριστές τοποθετήθηκαν αρχικά κάποιοι δικηγόροι, όμως από το 1963 και έπειτα ανέλαβε ο Δ. Κουκουμπάνης ενώ όπως φαίνεται πήρε και όλες τις μετοχές της εταιρίας μαζί με τους γαμπρούς και τις κόρες του, Κωνσταντίνο και Καλλιόπη Σαρόγλου, Νίκο και Θέτιδα Βοϊβόδα. Με το θάνατο του Δ. Κουκουμπάνη, εκκαθαρίστριες ορίστηκαν οι κόρες του ενώ η λειτουργία της επιχείρησης συνεχίστηκε ως το τέλος της δεκαετίας του ’80, πουλώντας ότι είχε απομείνει από τα αρχικά κτήματα.

[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: υλικό από το αρχείο]

Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία "Τέχνη"

  • Νομικό Πρόσωπο

H «Τέχνη» Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία ιδρύθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1951 με σκοπό την καλλιέργεια και διάδοση των γραμμάτων και των τεχνών στην Θεσσαλονίκη και στην υπόλοιπη βόρεια Ελλάδα. Η ίδρυσή της οφείλεται στην πρωτοβουλία των Μωρίς Σαλτιέλ, Γιάννη Τριανταφυλλίδη και Μιχάλη Τσιτσικλή, ενώ ιδιαίτερα γόνιμη υπήρξε η στενή συνεργασία με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης καθώς οι πρόεδροι (με πρώτο τον Λίνο Πολίτη) και πολλά μέλη του διοικητικού της συμβουλίου ήταν πανεπιστημιακοί. Η «Τέχνη» υπήρξε το πρώτο σωματείο που ασχολήθηκε ενεργά, συστηματικά και με μεγάλη συνέπεια με τα πολιτιστικά και τα καλλιτεχνικά δρώμενα της πόλης. Η συμβολή της στη δημιουργία και υποστήριξη καθιερωμένων πλέον θεσμών όπως η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και η Σχολή Καλών Τεχνών υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική.

Μεταλλεία Παγγαίου

  • Νομικό Πρόσωπο

Ο Παναγιώτης Αντωνιάδης ήταν επιχειρηματίας στην Κωνσταντινούπολη. Είχε παντρευτεί τη γαλλίδα Berthe Deschamps.

Ο μηχανικός Αλέξανδρος Αντωνιάδης (δεν έχει συγγένεια με τον Π. Αντωνιάδη)* ήταν βουλευτής Αδριανούπολης, μέλος του υπουργείου εξωτερικών του Βενιζέλου, και συμμετείχε ως διπλωματικός αντιπρόσωπος σε διάφορες αποστολές. Ήταν επίσης μέλος της επιτροπής του Υπουργείου Εξωτερικών που ασχολούνταν με τους πρόσφυγες από τη Βουλγαρία (μετά το 1919) και αντιπρόσωπος των εταιρειών Port de Salonique et Companie Francaise du Levant την εποχή εκείνη. To 1919 είχε συνοδεύσει επίσης τον Σαχτούρη στη Θράκη κατόπιν εντολής του Βενιζέλου ως τεχνικός σύμβουλος του Ανώτατου Συμβουλίου. Πριν ασχοληθεί με τα μεταλλεία Παγγαίου είχε ανοίξει τα ανθρακωρυχεία στην Ποντοηρακλειά, είχε χτίσει ένα εργοστάσιο τσιμέντου και ένα βυρσοδεψείο στο Γεντί Κουλέ και είχε κάνει πολλές μελέτες για μεταλλεία και δάση στην Τουρκία. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου διήυθυνε τα μεταλλεία λιγνίτη της Εύβοιας.

Ιδιοκτήτες των μεταλλείων χαλκοπυρίτου και σιδηροπυρίτου ήταν οι Π. Αντωνιάδης, ο μηχανικός Αλ. Αντωνιάδης, ο Π. Γεωργιάδης και ο Ι. Ιωαννίδης. Μετά το 1923 και το θάνατο του Π. Αντωνιάδη, ανέλαβαν οι αδελφοί του Αλ. Αντωνιάδης (ως το 1927 που πέθανε) και Γεώργιος Αντωνιάδης και αργότερα τα παιδιά του τελευταίου Μαρία (σύζυγος Πλάτωνα Καράβα), Δημήτριος και Σοφία (σύζυγος Σπ. Σολομωνίδου). Μετά το 1928 μεταξύ των ιδιοκτητών συμπεριλαμβάνεται και ο Β. Καζαντζής ενώ απουσιάζει ο μηχανικός Αλ. Αντωνιάδης.

  • Συνωνυμία με τον Αλέξανδρο Αντωνιάδη, αδελφό του Παναγιώτη Αντωνιάδη.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Who is who, υλικό του αρχείου]

Μεταλλουργία Παπαρρήγα

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1887 - 1983

Τα πρώτα εργαστήρια υπό την διεύθυνση του Κων/νου Παπαρήγα ιδρύονται το 1887 στην οδό Κ. Καρτάλη. Το 1911 ο Κων/νος Παπαρήγας και οι τρεις γιοι του, Νίκος, Γιώργος και Αχιλλέας, μεταφέρουν τα εργαστήρια στην οδό Μακρυνίτσης όπου και δημιουργείται το βασικό εργοστάσιο.
Στην αρχή ξεκίνησε σαν μία βιοτεχνία. Στην περίοδο όμως του μεσοπολέμου βελτιώνεται και αναπτύσσεται σημαντικά, κατασκευάζοντας σόμπες πετρελαίου και γκαζιέρες. Το 1960 το εργοστάσιο άρχισε να κατασκευάζει ορειχάλκινα είδη, είδη οικοδομών και υδραυλικά είδη. Τα προϊόντα είχαν εξαιρετική ποιότητα και εξάγονταν στην Τουρκία, Κύπρο, Αίγυπτο, Λίβανο, Συρία, Ιράν και Ιράκ.
Την ίδια περίοδο κατασκευάστηκαν τρία νέα κτίρια σε νέο οικόπεδο στην περιοχή του Πεδίου του Άρεως. Το νέο συγκρότημα του Παπαρήγα περιελάμβανε το μηχανουργείο, το χυτήριο και την αποθήκη υλικών. Το χυτήριο όλο μεταφέρθηκε στις νέες σύγχρονες εγκαταστάσεις, αλλά διατηρήθηκε και το παλιό κτίριο. Το 1962 το εργοστάσιο άρχισε να κατασκευάζει ραπτομηχανές και εξαρτήματα. Όλο το συγκρότημα
του Παπαρήγα ήταν από τα καλύτερα της Ευρώπης. Το 1983 σταμάτησε η λειτουργία του εργοστασίου.

Μεταξοϋφαντουργείο «Η Χρυσαλίς»

  • Νομικό Πρόσωπο

Το μεταξοϋφαντουργείο «Η Χρυσαλίς – Σ.Η. Παπαδόπουλος» ιδρύθηκε το 1901 από τον Στυλιανό Παπαδόπουλο στον Πειραιά με δύναμη δύο χειροκίνητων ιστών. Η εξέλιξη της παραγωγής ήταν τέτοια ώστε το 1908 μετέφερε το εργοστάσιό του στο Νέο Φάληρο και εγκατέστησε σε αυτό εκτός των αναπηστηρίων μεταξιού και 35 μηχανικούς ιστούς. Με την πάροδο του χρόνου η παραγωγή αυξήθηκε σημαντικά ποσοτικά και ποιοτικά και η μεταξοϋφαντουργία κατάφερε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της κατανάλωσης.

Το 1925 ο Παπαδόπουλος μετέβαλε την επιχείρηση σε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Μεταξοϋφαντουργείον ‘Η Χρυσαλίς’ Στυλιανός Η. Παπαδόπουλος Α.Ε.» και ίδρυσε νέο εργοστάσιο στον Ποδονίφτη (στις περιοχές Ν. Φιλαδέλφειας και Ν. Χαλκηδόνας) με άλλους 124 ιστούς, συνολικά 159 ιστούς. Το εργοστάσιο στον Ποδονίφτη άρχισε να κατασκευάζεται τον Σεπτέμβριο του 1925 και εγκαινιάστηκε τον Ιανουάριο του 1927. Αργότερα η εταιρεία εγκατέστησε άλλους 24 ιστούς με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των ιστών το 1938 να ανέρχεται στους 183. Το 1927 η «Χρυσαλίς» επιχείρησε συγχώνευση με την Ανώνυμη Εταιρία Τεχνητής Μετάξης Αθηνών (ΕΤΜΑ), που δεν πραγματοποιήθηκε τελικά. Τον ίδιο χρόνο κατασκεύασε εργοστάσιο (αναπηνιστήριο) στην Γουμένισσα του νομού Κιλκίς.

Ως ανώνυμη εταιρεία η «Χρυσαλίς» υπήρξε από τις μεγαλύτερες μεταξοϋφαντουργικές μονάδες της χώρας, με δίκτυο διανομών σε όλη την Ελλάδα και την Αίγυπτο. Το κεντρικό πρατήριο της εταιρείας βρισκόταν στην οδό Μητροπόλεως 48. Η εταιρεία τέθηκε σε εκκαθάριση το 1958.

Ο Στυλιανός Παπαδόπουλος αντιμετώπισε φορολογικούς ελέγχους, κατηγορούμενος δύο φορές για απόκρυψη κερδών, για τα έτη 1916-1917 και τα έτη 1921-1927. Η ψυχική του υγεία κλονίστηκε ανεπανόρθωτα από τη δεύτερη περίπτωση και αυτοκτόνησε στις 30 Σεπτεμβρίου 1927. Συγκεκριμένα, στις 22 Ιουνίου του 1927 μηνύθηκε από τον πρώην υπάλληλό του Ιπποκράτη Ανδρεάδη για απόκρυψη φορολογητέων κερδών ύψους 50 εκ. δραχμών. Ο Παπαδόπουλος, που είχε καταστρέψει το αρχείο της ιδιωτικής του επιχείρησης μετά από υπόδειξη του Ανδρεάδη (σύμφωνα με το υπόμνημα της Κλεονίκης Παπαδοπούλου προς τον έφορο Σταυρινό), έχοντας ήδη διαταραγμένη την ψυχική του υγεία, αυτοκτόνησε τον Σεπτέμβριο του 1927. Ακολούθησαν τέσσερις φορολογικοί έλεγχοι (16/7/1928, 27/10/1928, 29/11/1928, 29/3/1929) από την Α΄ εφορία Πειραιά (έφορος Σταυρινός).

Ήταν παντρεμένος με την Κλεονίκη το γένος Φιλίππου Βασιλειάδου και είχε τέσσερα παιδιά: τον Βασίλειο, τον Φίλιππο, τον Πέτρο και τη Σουνιάδα. Ο Φίλιππος ίδρυσε την εταιρεία «Η Διατοπική» το 1943 με σκοπό το εμπόριο των προϊόντων της «Χρυσαλίδος», εταιρεία που φαίνεται ότι δε λειτούργησε. Σύμφωνα με τα στοιχεία που αντλούνται από το αρχείο όλα τα άρρενα τέκνα της οικογένειας έλαβαν μέρος στο διοικητικό συμβούλιο της «Χρυσαλίδος».

Η οικογένεια διέθετε ένα ακίνητο στην Αθήνα (στην οδό Ευαγγελιστρίας), τρία στον Πειραιά (δύο στην οδό Καστέλλας και ένα στην οδό Αξελού) ενώ το 1928 έχτιζε δύο κτίσματα στο Σούνιο και στο Μαρούσι.

[Πηγές σύνταξης διοικητικής ιστορίας:

Νικόλαος Δέδες, «Η εξέλιξις της μεταξοϋφαντουργίας», στο Διαρκής έκθεσις ελληνικών προϊόντων, Πυρσός, Αθήνα, 1938, σ. 73.

Διαφημιστική καταχώρηση της εταιρείας, ό.π., σ. 74

Ο Δέδες αναφέρει ως ημερομηνία ίδρυσης της «Χρυσαλίδος» ως ιδιωτικής επιχείρησης του Παπαδόπουλου το έτος 1898 και εγκατάστασης στο Νέο Φάληρο το 1906. Αντίθετα, στη διαφημιστική καταχώρηση της εταιρείας, το 1938, αναφέρεται ως έτος ίδρυσης το 1901 και εγκατάστασης στο Νέο Φάληρο το έτος 1908. Σωστότερη, με βάση τα στοιχεία του αρχείου, φαίνεται να είναι η δεύτερη χρονολόγηση, γεγονός, πάντως, που συνάγεται έμμεσα.

Τα βιογραφικά στοιχεία για τον Στυλιανό Παπαδόπουλο και την οικογένειά του αντλούνται από το υλικό του αρχείου].

Μετόχι του Παναγίου Τάφου στο Φανάρι της Κωνσταντινούπολης

  • Νομικό Πρόσωπο

Το Μετόχι του Φαναριού είναι ένα από τα τρία μετόχια που διαθέτει στην Πόλη το Ορθόδοξο πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Συστάθηκε πριν τα μέσα του 17ου αι. και το επέκτειναν μετέπειτα διαδοχικοί πατριάρχες. Έγινε έτσι στην πράξη η δεύτερη έδρα τους, μιας και τους επέτρεπε να συνεργάζονται με το γειτονικό τους Οικουμενικό Πατριαρχείο στη διοίκηση της Εκκλησίας, να ασκούν παρεμβάσεις στις οθωμανικές αρχές και να συντονίζουν τις οικονομικές εξορμήσεις των αγιοταφιτών μοναχών στα Βαλκάνια, τη Μικρασία, το Αιγαίο και τη Μολδοβλαχία.

Το Μετόχι επίσης διατηρούσε σχολεία και ονομαστή βιβλιοθήκη. Μετά το 1865 οι πατριάρχες ζούσαν συνηθέστερα στα Ιεροσόλυμα, αλλά οι επίτροποί τους στο Φανάρι διατηρούσαν αρκετή επιρροή. Μάλιστα δύο από αυτούς (ο Γεράσιμος και ο Δαμιανός) έγιναν μετέπειτα πατριάρχες. Τελευταίος πατριάρχης Ιεροσολύμων που εγκαταστάθηκε για κάποιο διάστημα στο Φανάρι (1879-1880) ήταν ο Ιερόθεος. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και τον αφανισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το Μετόχι έχασε τη σημασία του και είχε για χρόνια σχεδόν εγκαταλειφθεί. Η φροντίδα της περιουσίας και των αρχείων του κατ' αυτό το διάστημα ανήκε στο δικηγόρο και γνωστό ιστοριοδίφη Βλαδ. Μιρμίρογλου (1875-1966).

Μηλιώτικη Σχολή

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1815 - 1821, 1834 - 1844

Οι Διδάσκαλοι του Γένους, Γαζής, Κωνσταντάς και Φιλιππίδης, γεννήθηκαν στις Μηλιές γύρω στα 1750, εποχή που η περιοχή του Πηλίου ανθίζει οικονομικά με την ανάπτυξη της βιοτεχνίας, του εμπορίου και τις οικονομικές σχέσεις με τη Δύση. Με τα ταξίδια και τις σπουδές οι τρεις αυτοί άνδρες έρχονται σε επαφή με τις φιλελεύθερες ιδέες του Διαφωτισμού στην Ευρώπη και γίνονται φορείς της πνευματικής και πολιτικής αναγέννησης του τόπου τους. Ο Γαζής, ο Κωνσταντάς και ο Φιλιππίδης, ιερωμένοι, δάσκαλοι, συγγραφείς, μεταφραστές, εκδότες, μέλη της Φιλικής Εταιρίας και ιδρυτές της Σχολής των Μηλεών, είναι από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του Νεοελληνικού Διαφωτισμού.

Η ίδρυση ανώτερου σχολείου στη γενέτειρά τους υπήρξε ιδέα και διακαής πόθος των τριών λογίων. Από το εξωτερικό, ο Γαζής και ο Φιλιππίδης γράφουν και παρακινούν τους συμπατριώτες τους να συνδράμουν. Ο Γαζής στη Βιέννη εξασφαλίζει οικονομική ενίσχυση από ομογενείς και Φιλέλληνες και αγοράζει συνεχώς και στέλνει στις Μηλιές βιβλία, χάρτες και όργανα φυσικής και χημείας. Ο Κωνσταντάς στις Μηλιές επιβλέπει την ανέγερση του κτιρίου της Σχολής.

Η Μηλιώτικη Σχολή ξεκινά την επίσημη λειτουργία της υπό τη διεύθυνση του Κωνσταντά στις 6 Αυγούστου 1815 Η Σχολή των Μηλεών σύντομα έγινε γνωστή για το υψηλό επίπεδο διδασκαλίας, για το πρόγραμμα σπουδών που περιελάμβανε και τη διδασκαλία των θετικών επιστημών με τη χρήση εποπτικών μέσων, και για την πλουσιότατη βιβλιοθήκη της, ίσως περισσότεροι από 10.000 τόμοι στα χρόνια της ακμής της.

Το 1817 επιστρέφει και ο Γαζής στις Μηλιές και διδάσκει μαζί με τον Κωνσταντά στη Σχολή, ενώ παράλληλα είχε αναλάβει την προετοιμασία της επανάστασης στην περιοχή. Η Σχολή λειτούργησε ως το 1821 που ξέσπασε και στο Πήλιο η επανάσταση με αρχηγό τον Άνθιμο Γαζή στις 7 Μαίου. Μετά την αποτυχία του κινήματος, ο Γαζής και ο Κωνσταντάς έφυγαν για την ελεύθερη Ελλάδα , ενώ η Σχολή υπέστη σοβαρές ζημιές και πολλά βιβλία, χάρτες και όργανα χάθηκαν. Το 1834 ο Κωνσταντάς γύρισε στις Μηλιές και δίδαξε ξανά στη Σχολή, ως το θάνατό του το 1844, οπότε η Σχολή έκλεισε οριστικά. Από το 1881 που απελευθερώθηκε η Θεσσαλία στο κτίριο στεγάστηκε το δημοτικό σχολείο των Μηλεών. Το κτίριο καταστράφηκε το 1943, όταν οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό.

Μικτή Ελληνοτουρκική Επιτροπή Οθωμανικών Κτημάτων

  • Νομικό Πρόσωπο

Η συνθήκη της 27 Ιουνίου/9 Ιουλίου 1832, που υπογράφηκε στην Κων/λη, επιβεβαίωσε τις ρυθμίσεις των πρωτοκόλλων του Λονδίνου της 4ης /16ης Ιουνίου και 19ης Ιουνίου/1ης Ιουλίου 1830, σύμφωνα με τις οποίες όλες οι οθωμανικές περιουσίες (δημόσιες, ιδιωτικές ή βακουφικές) σε επαρχίες που κατέχονταν από ελληνικά στρατεύματα την 3 Φεβρουαρίου 1830 παραχωρούνταν στην ελεύθερη διάθεση του ελληνικού κράτους, χωρίς γενική αποζημίωση στην Υψηλή Πύλη. Εξαίρεση αποτελούσαν η περιοχή της Φθιώτιδας, δηλαδή οι επαρχίες Ζητουνίου και Πατρατζικίου, οι οποίες προστέθηκαν στο κράτος με τις συνοριακές ρυθμίσεις του 1832, οι περιοχές της Αττικής και της Εύβοιας, οι οποίες κατέχονταν από Οθωμανούς, αλλά υπήρχε πρόβλεψη να ανήκουν στο ελληνικό κράτος, και η περιοχή της Θήβας. Οι Οθωμανοί κάτοχοι ιδιοκτησιών και δικαιωμάτων επί των βακουφίων αυτών των περιοχών είχαν δικαίωμα να διατηρήσουν τις ιδιοκτησίες τους και να τις εκποιήσουν εντός δεκαοκτώ μηνών, πριν εγκαταλείψουν την Ελλάδα, όπως όριζε η παράγραφος 7 της συνθήκης της Κων/λεως. Η πραγματοποίηση των επιταγών των πρωτοκόλλων του 1830 και 1832 ως προς τη δυνατότητα εκποίησης των μουσουλμανικών ιδιοκτησιών ανατέθηκε στις μικτές ελληνο-οθωμανικές επιτροπές, οι οποίες είχαν την εποπτεία όλων των πωλήσεων, τον έλεγχο τίτλων ιδιοκτησίας και την εξομάλυνση μερικότερων ζητημάτων. Οι επιτροπές αναφέρονταν στη λεγόμενη Μικτή Επιτροπή και στην Ειδική Μικτή Επιτροπή, για τη διάλυση «των μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών διαφορών εξαιτίας διαφιλονικουμένων ακινήτων ιδιοκτησιών» (Β.Δ. της 26ης Ιουνίου/8ης Ιουλίου 1836). Η τελική ρύθμιση των ζητημάτων σχετικά με τα κτήματα των Οθωμανών και τα βακούφια της Αττικής, της Εύβοιας και της Φθιώτιδας έγινε με τις συμβάσεις της 28 Μαρτίου1835 και 18 Φεβρουαρίου 1844 μεταξύ της ελληνικής και της οθωμανικής κυβέρνησης. Με τη σύμβαση της 3 Σεπτεμβρίου 1837 ρυθμίσθηκαν οι απαιτήσεις των ιδιοκτητών Οθωμανών του άνω τμήματος της επαρχίας Θηβών. Ως προς την τύχη των οθωμανικών κτημάτων του κάτω τμήματος της επαρχίας, το ελληνικό Δημόσιο αρχικά δεν τα αναγνώρισε ως ιδιωτικές οθωμανικές ιδιοκτησίες, αφού τα κατείχε την 3η Φεβρουαρίου 1830, αλλά τελικά συγκατένευσε να παραχωρηθούν στους νέους κατόχους τους, δηλαδή θεώρησε έγκυρους τους τίτλους των Ελλήνων αγοραστών των τέως οθωμανικών ιδιοκτησιών στην περιοχή αυτή (Δηλοποίηση Γραμματείας επί των Οικονομικών της 20ης Φεβρουαρίου 1842 και Β.Δ. 2 Νοεμβρίου 1843).
Η "Ειδική Μικτή Επιτροπή προς διάλυσιν των μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών διαφορών ένεκα διαφιλονεικουμένων ακινήτων ιδιοκτησιών" συστάθηκε το 1836 με το ΒΔ 26 Ιουνίου 1936. Σύμφωνα με αυτό ανατέθηκε στην επιτροπή η δικαιοδοσία για επίλυση των διαφορών και αφαιρέθηκε από την τακτική δικαιοσύνη (όσων οι υποθέσεις ακόμα ήταν ανοιχτές), εκτός από αυτές για τις οποίες υπήρχε αμετάκλητη απόφαση. Η επιτροπή αποτελούνταν από ίσο αριθμό ελλήνων και οθωμανών αντιπροσώπων. Το ΒΔ όριζε ως προθεσμία για την υποβολή αιτήσεων τον Δεκέμβριο του 1836 (προθεσμία που παρατεινόταν έκτοτε κάθε χρόνο). Η επιτροπή είχε συμβιβαστική και δικαστική εξουσία. Σε πρώτη φάση επιδιωκόταν ο συμβιβασμός και, αν αυτός αποτύγχανε, η επιτροπή δίκαζε τις υποθέσεις. Ο νόμος όριζε και τη διαδικασία που θα ακολουθούνταν. Ο αιτών έπρεπε να υποβάλει έγγραφη αναφορά με τα στοιχεία του και αυτά του αντιδίκου καθώς και αίτηση με σύντομη έκθεση των απόψεών του. Τα αποδεικτικά έγγραφα (τίτλοι ιδιοκτησίας κλπ) θα επισυνάπτονταν σε αντίγραφα. Με ειδικές διατάξεις του ΒΔ 2 Οκτωβρίου 1836, ορίστηκε ότι αρμόδιο όργανο για να κρίνει τη δικαιοδοσία ανάμεσα στα τακτικά δικαστήρια και την Επιτροπή σε περίπτωση που είχαν κατατεθεί αγωγές σε τακτικά δικαστήρια ήταν ο Άρειος Πάγος. Μεταγενέστερα νομοθετήματα ρύθμισαν διάφορα θέματα της επιτροπής. Το αρχείο της επιτροπής χρησιμοποιήθηκε από το ελληνικό κράτος και τους πολίτες και για την αναγνώριση των τίτλων των Ελλήνων αγοραστών μετά το 1842.
Με το νόμο ΦΞΔ΄ "Περί καταργήσεως της Μικτής Επιτροπής" (ΦΕΚ Α΄ 28/1859) ορίστηκε ότι η επιτροπή θα καταργούνταν το 1862.

Μικτή Επιτροπή Ελληνοβουλγαρικής Μεταναστεύσεως

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1920 - π. 1930

Η Συνθήκη του Νεϊγύ (27 Νοεμβρίου 1919) είχε ως σκοπό την επίλυση των προβλημάτων που δημιουργούνταν από τη μετανάστευση των πληθυσμών. Μεταξύ Βουλγαρίας και Ελλάδας υπογράφτηκε ειδική συνθήκη η οποία προέβλεπε την εθελούσια ανταλλαγή των πληθυσμών. Στις 18 Δεκεμβρίου 1920 συστήνεται Μικτή Επιτροπή Ελληνοβουλγαρικής Μετανάστευσης, η διάρκεια της οποίας ήταν περίπου 10 χρόνια. Η Μικτή Επιτροπή εκπόνησε Κανόνες και Σχέδιο Πληρωμής. Οι Κανόνες αφορούσαν στις συνθήκες μετανάστευσης των πληθυσμών και προσδιόριζαν την περιουσία που είτε θα έπαιρναν μαζί τους, είτε θα εκκαθαριζόταν. Το Σχέδιο Πληρωμής καθόριζε τους όρους πληρωμής των μεταναστών και τον διακανονισμό μεταφοράς πόρων από τη μία χώρα στην άλλη (ορίσθηκε οι μετανάστες να παίρνουν σε μετρητά το 10% της αξίας της ακίνητης περιουσίας από τη χώρα προέλευσης και το υπόλοιπο 90% σε ομολογίες (γραμμάτια) από τη χώρα υποδοχής).
Με τη Συνθήκη της Λοζάνης (30 Ιανουαρίου 1923) ορίσθηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή των Ελλήνων ορθοδόξων της Τουρκίας και των Τούρκων μουσουλμάνων της Ελλάδας. Συστήνεται Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, η οποία αναλαμβάνει τις εκκαθαρίσεις των περιουσιών των ανταλλαξίμων. Η λειτουργία της Επιτροπής χωρίζεται σε πέντε περιόδους, άρχισε στις 8 Οκτωβρίου 1923 και τελείωσε περίπου το 1930. Τέλος, βάσει του Νόμου 5151/15 Ιουλίου 1931, η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος αναλαμβάνει την είσπραξη των χρεών που έως τότε αποτελούσε κύρια δραστηριότητα της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ).

Μικτό Γυμνάσιο Χάρακα

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1954 -

Iδρύθηκε σαν Kοινοτικό Iδιωτικό Γυμνάσιο το 1954. Tο χρονικό διάστημα 1955-1961 λειτούργησε ως Γυμνασιακό Παράρτημα του Β΄ Aρρένων Hρακλείου. Έπειτα, άρχισε να λειτουργεί αυτόνομα ως Mικτό Γυμνάσιο Xάρακα.

Μινιστέριο/Γραμματεία/Υπουργείο της Θρησκείας και Παιδείας (περίοδου Αγώνα)

  • Νομικό Πρόσωπο

Το Μινιστέριο της Θρησκείας θεσπίζεται τον Ιανουάριο του 1822 σύμφωνα με όσα ορίζονται στο «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος», που αποτελεί το πρώτο Σύνταγμα της Ελλάδας. Το Εκτελεστικό σώμα ως αρμόδιο για τη σύσταση των κλάδων της Διοίκησης (άρθρο κβ ́) εκλέγει οκτώ υπουργούς ενιαύσιας θητείας, ένας εκ των οποίων είναι «ὁ τῆς Θρησκείας».
Ως πρώτος «Μινίστρος των Θρησκευτικών» διορίζεται ο Επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ και ως Γενικός Γραμματέας ο Κύπριος Αγωνιστής Χαράλαμπος Μάλης. Επισημαίνεται ότι κατά τη χρονική περίοδο από τις 17 Απριλίου 1822 έως την 1η Ιουνίου 1823 ο Ιωσήφ Ανδρούσης χρημάτισε παράλληλα και Μινίστρος του Δικαίου. Με την έναρξη της Β ́ Βουλευτικής περιόδου (26 Απριλίου 1823) το Υπουργείο Θρησκείας
ανατίθεται εκ νέου στον Επίσκοπο Ανδρούσης Ιωσήφ. Τον Ιούνιο του 1823, όταν ο Χαράλαμπος Μάλης διορίστηκε γραμματέας του Ανδρέα Ζαΐμη στο Στρατόπεδο των Πατρών και αποχώρησε, διορίστηκε και διατέλεσε επί ένα μήνα Γενικός Γραμματέας ο Νικόλαος Σπηλιάδης, ο οποίος ακολούθως ανέλαβε καθήκοντα Προσωρινού Γενικού Γραμματέα του Εκτελεστικού Σώματος. Μετά τον Ν. Σπηλιάδη Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου ανέλαβε ο ιερομόναχος Δανιήλ Γεωργόπουλος.
Με τον «Νόμο της Επιδαύρου» ( Άστρος, Απρίλιος 1824 ), το δεύτερο από τα συνταγματικά κείμενα της Επανάστασης του 1821, το «Μινιστέριον της Θρησκείας» μετονομάσθηκε σε «Υπουργείον της Λατρείας». Ο Ανδρούσης Ιωσήφ σε επιστολή του προς τον Πρόεδρο του Εκτελεστικού, Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, αποδοκίμασε τη μετωνυμία με το αιτιολογικό ότι η έννοια της λατρείας είναι πολύ στενότερη της θρησκείας, η οποία περιλαμβάνει και τις εσωτερικές θρησκευτικές πεποιθήσεις των ανθρώπων, και συνέχισε να υπογράφει ως «Υπουργός της Θρησκείας». Αντίθετα, η Διοίκηση εξακολούθησε να χρησιμοποιεί τον όρο «Υπουργός της Λατρείας» στα επίσημα έγγραφά της.
Το 1824 ξεκινούν οι πολεμικές συγκρούσεις του εμφύλιου πολέμου. Ο Ιωσήφ αποστέλλεται από το Εκτελεστικό στους Ζαΐμη, Λόντο και Νοταρά ως ειρηνοποιός. Συνεπακόλουθα, ο Ανδρούσης άσκησε τα καθήκοντά του μέχρι 23 Μαΐου 1824, οπότε τον αντικατέστησε ο Δ. Γεωργόπουλος μέχρι και τον Οκτώβριο του 1824, λίγο πριν την παραίτηση του πρώτου. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι η αντικατάσταση ήταν υπηρεσιακού χαρακτήρα, καθώς την ευθύνη του Υπουργείου διατηρούσε ο Επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ.
Τον Οκτώβριο του 1824, λίγο μετάτην αποτυχία συγκρότησης τριμελούς αποστολής με τον Βρεσθένης Θεοδώρητο και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό για την κατάπαυση του εμφύλιου σπαραγμού, ο Ιωσήφ Ανδρούσης παύει να ασκεί τα καθήκοντά του και η διεύθυνση «εν απουσία Υπουργού» ανατίθεται στον Γενικό Γραμματέα Δ. Γεωργόπουλο.
Στις 9 Φεβρουαρίου 1825, αναλαμβάνει το Υπουργείο ο Επίσκοπος Δαμαλών Ιωνάς. Γενικός Γραμματέας διορίστηκε ο Αγαθόνικος Μιλτιάδης και μετά από οχτώ μήνες διορίστηκε νέος Γενικός Γραμματέας ο κληρικός και δάσκαλος, Ιωάσαφ Βυζάντιος.
Τον Μάιο του 1827, η Γ ́ Εθνοσυνέλευση ψήφισε στην Τροιζήνα το «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος» σύμφωνα με το οποίο καταργήθηκε ο θεσμός των Υπουργείων και η εκτελεστική λειτουργία ανατέθηκε σε

τριμελή επιτροπή, η οποία έφερε τον τίτλο «Αντικυβερνητική Επιτροπή της Ελλάδος».
Ειδικότερα, οι αρμοδιότητες του Υπουργείου της Θρησκείας, όπως αυτές ορίζονταν από τον σχετικό Κανονισμό της Α ́ Βουλευτικής Περιόδου(15 Ιανουαρίου 1822-25 Απριλίου 1823), παρουσιάζονται σε έγγραφο που επιγράφεται: «Περικοπή εκ του σχεδίου του Γενικού Μηχανικού Οργανισμού της Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδος, αφορώσα το Μινιστέριον της Θρησκείας». Συγκεκριμένα, στο αναφερόμενο έγγραφο προβλέπονται τα εξής: «Ο Μινίστρος των θρησκευτικών χρεωστεί να ενεργή μετ' επιστασίας τας αποφάσεις της Διοικήσεως, όσαι αφορώσι το Μινιστέριόν του. Φροντίζει περί της επιστασίας των Εκκλησιαστικών και ιερών Μοναστηρίων, περί των οποίων η Διοίκησις θέλει τον διορίσει. Χρέος απαραίτητον έχει να φροντίση παντοιοτρόπως, ώστε ο ιερός κλήρος να διακηρύξη προς τους λαούς της Ελλάδος το σέβας, την υπακοήν και αγάπην, τα οποία οφείλουσι να έχωσι προς την εύνομον της Ελλάδος Διοίκησιν, από την οποίαν εξαρτάται το εύ είναι αυτών, ώστε δι' αυτού του τρόπου η Διοίκησις απολαμβάνουσα την πίστιν των αυτώννα απόκτηση νεύρα ικανά εσωτερικώς εις το να ενεργή απαρεμποδίστως, και να συστήση ούτω την υπόληψίν της προς τα άλλα έθνη. Χρεωστεί τέλος να καθυποβάλη εις της Διοικήσεως την επίκρισιν σχέδιον περί των όσων αφορώσι την ευκλείαν της θρησκείας και να φροντίζη περί όσων αφορώσι το Μινιστέριόν του».
Σημειώνεται ότι, ενώ στον Κανονισμό δε γίνεται συγκεκριμένη μνεία στον τομέα της παιδείας, στο Αρχείο του Μινιστερίου συγκαταλέγονται έγγραφα που αφορούν αμιγώς εκπαιδευτικά θέματα, όπως η χρηματοδότηση και η ίδρυση σχολείων, ο διορισμός και το καθηκοντολόγιο των δασκάλων.

Μνήμων Ναυπλίας

  • Νομικό Πρόσωπο

Μνήμων Ναυπλίας (=συμβολαιογράφος) Χαρ. Παπαδόπουλος και συμβολαιογραφών ειρηνοδίκης Α. Μαυροκέφαλος.

Αποτελέσματα 6201 έως 6300 από 9040