Showing 16941 results

Authority record

Κοινότητα Κιλκίς

  • Corporate body
  • 1918 -1935

Η Κοινότητα Κιλκίς (Θεσσαλονίκης) συστήνεται με το ΦΕΚ 152Α - 09/07/1918, με έδρα τον οικισμό Κιλκίς.
ΦΕΚ 341Α - 08/10/1934
Η κοινότητα αποσπάται από το νομό Θεσσαλονίκης και υπάγεται στο νομό Κιλκίς
ΦΕΚ 336Α - 25/07/1935
Η κοινότητα αναγνωρίζεται σε δήμο Κιλκίς

Δήμος Κιλκίς

  • Corporate body
  • 1935 -

ΦΕΚ 336Α - 25/07/1935
Ο δήμος προήλθε από την αναγνώριση σε δήμο της κοινότητας Κιλκίς

Αυγερινόπουλος, Δημήτριος

  • Person

Ο Δημήτρης Αυγερινόπουλος γεννήθηκε στην Πάτρα και σπούδασε νομικά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπηρέτησε ως εθελοντής στον πόλεμο του 1940 – 1941. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής ήταν μέλος των Ταγμάτων Ασφαλείας υπηρετώντας στο 2ο Τάγμα Ευζώνων Πελοποννήσου. Στον Εμφύλιο υπηρετούσε στο 44ο Τάγμα Εθνοφρουράς ως ανθυπασπιστής και τραυματίστηκε σοβαρά τον Σεπτέμβριο του 1948 σε μάχη στην Επισκοπή Νάουσας. Μετά τον τραυματισμό του τέθηκε σε πολεμική διαθεσιμότητα φτάνοντας στον βαθμό του αντισυνταγματάρχη. Παράλληλα με τη στρατιωτική του καριέρα ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία, συγγράφοντας λογοτεχνικά κείμενα, ιστορικές και θρησκευτικές μελέτες, ταξιδιωτικές εντυπώσεις κ.ά. Ήταν μέλος διαφόρων πνευματικών – πολιτιστικών συλλόγων και σωματείων, όπως οι Δελφικές Αμφικτυονίες, ο Σύλλογος των εν Αθήναις Πατρέων κ.ά.

Δεστούνης, Σπυρίδων

  • Person
  • 1782-1848

Ο Σπυρίδων Δεστούνης (Κεφαλονιά 1782 - Αγία Πετρούπολη 24/06/1848), λόγιος από την Κεφαλονιά, υπηρέτησε, όπως αρκετοί Επτανήσιοι, στο διπλωματικό σώμα της Ρωσίας και συνδέθηκε φιλικά με τον Ιωάννη Καποδίστρια.
Γιος του ιατρού Γεωργίου (Τζώρτζη) Δεστούνη και της Σταμούλας, το γένος Βανδώρου, το έτος 1795 αναχώρησε για τη Μόσχα, όπου ήταν εγκατεστημένος ο θείος του, καθηγητής ιατρικής Σκιαδάς, για να σπουδάσει, συνοδευόμενος κατά πάσα πιθανότητα από τον πατέρα του και τον αδελφό του, Νικόλαο. Εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας και έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη φιλολογία, τις γλώσσες, την ελληνική ιστορία, τη διπλωματία και την πολιτική. Αποφοίτησε το 1802, σε ηλικία 20 ετών, και προσελήφθη στο Αρχείο του Κολλεγίου Εξωτερικών Υποθέσεων στη Μόσχα. Πολύ σύντομα διορίστηκε υπάλληλος του Υπουργείου Εξωτερικών στην Αγ. Πετρούπολη, όπου παρέμεινε από το 1804 μέχρι το 1818 και συνδέθηκε φιλικά με τον Ιωάννη Βλασσόπουλο, μετέπειτα Γενικό Πρόξενο της Ρωσίας στην Πελοπόννησο, και τους αδελφούς Βιάρο και Ιωάννη Καποδίστρια. Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του στη Ρωσία διορίσθηκε αυλικός σύμβουλος του Αυτοκράτορα και ονομάστηκε ιππότης β΄ τάξεως του Τάγματος της Αγ. Άννης. Επίσης ασχολήθηκε με τη συγγραφή πραγματείας για τα αίτια της ήττας του Ναπολέοντα, τη σύνταξη ελληνορωσικού λεξικού και την μετάφραση αρχαιοελληνικών έργων στα ρωσικά, όπως το αριστούργημα του Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι», η οποία ενθουσίασε τον διάσημο συγγραφέα και μεταφραστή Ιβάν Μαρτίνοφ. Το 1816, ο Τσάρος με παρότρυνση του Ι. Καποδίστρια, δέχτηκε να χρηματοδοτήσει την έκδοση του έργου. Την ίδια χρονιά, ο Δεστούνης γίνεται μέλος του Συλλόγου Φίλων της Ρωσικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου της Μόσχας (1816), ενώ υπήρξε μέλος πολλών συλλόγων και εταιρειών, όπως της Αυτοκρατορικής Φιλανθρωπικής, της εν Αθήναις Αρχαιολογικής και της εν Οδησσώ Αρχαιολογικής Ιστορικής. Από το έτος 1816 ήταν διευθυντής του τμήματος της Φιλομούσου Εταιρείας που είχε συσταθεί στην Πετρούπολη, για λογαριασμό της οποίας εισέπραττε και τις εισφορές των συνδρομητών στη Ρωσία.
Το 1818, ο Σπυρίδων Δεστούνης διορίζεται «χωρίς σχεδόν να το έχει επιδιώξει» Γενικός Πρόξενος της Ρωσίας στη Σμύρνη, όπου κατευθύνεται, περνώντας πρώτα κάποιο διάστημα με τον αδελφό του, Νικόλαο, και τον θείο του, Ιωάννη, στην Οδησσό και κατόπιν στην Κωνσταντινούπολη. Φθάνει στη Σμύρνη τον Δεκέμβριο του 1818, όπου θα έρθει σε επαφή με το δίκτυο της Φιλικής Εταιρείας και σύντομα θα αναλάβει τον συντονισμό της τοπικής εφορείας. Το ξέσπασμα της Επανάστασης θέτει σε κίνδυνο τον ελληνικό πληθυσμό της Μ. Ασίας. Ο Δεστούνης, όπως και άλλοι Ευρωπαίοι πρόξενοι, καταβάλλουν προσπάθειες για την προστασία των αμάχων. Η βοήθεια που προσέφερε το ρωσικό προξενείο στους Έλληνες στάθηκε αφορμή εξέγερσης του τουρκικού πληθυσμού της Σμύρνης, που αποπειράθηκε να κάψει το κτίριο του προξενείου και να δολοφονήσει τον πρόξενο. Για να σωθεί, ο Δεστούνης κατέφυγε στο αγγλικό προξενείο. Με εντολή του Πρέσβη της Ρωσίας αναχώρησε από τη Σμύρνη και φυγαδεύτηκε με γαλλική φρεγάτα στα Κύθηρα τον Ιούλιο του 1821.
Μέσω των Κυθήρων (1821-1822), καταφέρνει να φτάσει στη Ζάκυνθο, όπου θα παραμείνει για κάποιο διάστημα, φροντίζοντας να συνδράμει με κάθε τρόπο την υπόθεση του Αγώνα. Από τον Απρίλιο του 1822 και μέχρι το 1826 εγκαθίσταται στη Βενετία, όπου γράφει για την ιστορία και γεωγραφία της Βενετίας που τόσο στενά είχε συνδέσει την ιστορία της με τα Επτάνησα. Το 1824 περνά 4 μήνες στην Πάντοβα και το Ρεκοάρο (Recoaro Terme) στην επαρχία Βιτσέντσα για τα μεταλλικά νερά, ενώ τον Ιούλιο του 1826 επιστρέφει στην Πετρούπολη κατόπιν εντολής του τσάρου. Από το 1827 εργάζεται στην Αγία Πετρούπολη ως Αρχιγραμματέας στο Τμήμα Ασιατικών Υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας (1835-1845), σύμβουλος Επικρατείας (1842) κλπ.
Το 1845 επισκέπτεται την Αθήνα, όπου αφήνει τον γιο του, Γαβριήλ, στην φροντίδα του φίλου του, Γενικού Προξένου της Ρωσίας, Ιωάννη Παπαρρηγόπουλου. Στην Αθήνα ο βασιλιάς του απονέμει το Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος, των Ταξιαρχών. Το υπόλοιπο της ζωής του, έως το θάνατό του, το 1848, παραμένει στην Πετρούπολη.
Ο Δεστούνης δημιούργησε στη Μ. Ασία αρχαιολογική συλλογή, την οποία δώρισε στο μουσείο της Οδησσού, και έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πνευματική κληρονομιά του Βυζαντίου. Μετέφρασε το έργο βυζαντινών συγγραφέων, όπως ο Δέξιππος, ο Μένανδρος, ο Ολυμπιόδωρος, ο Ευνάπιος, κ.α. Τα έργα αυτά τα συνέλεξε ο γιός του, Γαβριήλ Δεστούνης, ο οποίος εργάστηκε ως καθηγητής στο Ινστιτούτο Ανατολικών Γλωσσών της Πετρούπολης και καθηγητής της ελληνικής και βυζαντινής αρχαιολογίας στο εκεί Πανεπιστήμιο από το 1865. Αυτά εκδόθηκαν στη σειρά «Βυζαντινοί ιστορικοί, μεταφρασμένοι από τα ελληνικά» με την αρωγή της Πνευματικής Ακαδημίας της Αγίας Πετρούπολης.
Μεταξύ των επιστημονικών έργων που συνέγραψε συγκαταλέγονται τα «Περί των Βυζαντινών ιστοριογράφων εν σχέσει προς την ρωσικήν ιστορίαν…», «Το ναυτικόν δίκαιον εν Ευρώπη», «Λεξικόν Ελληνορρωσικόν» κ.α.
Το πλούσιο μελετητικό και μεταφραστικό του έργο τον καθιέρωσαν ως έναν από τους θεμελιωτές των βυζαντινών σπουδών στη Ρωσία.
Νυμφεύθηκε το 1808 την Αναστασία Βασίλιευνα Γεράκοβα, με την οποία απέκτησε τον Γεώργιο (1811), τον Κωνσταντίνο [;] (1818), τον Γαβριήλ (1818-1895), την Ελένη και τον Νικόλαο (1823), ο οποίος πέθανε από ευλογιά το 1846. Ο πατέρας της Αναστασίας ήταν Πελοποννήσιος, εγκατεστημένος στη Μόσχα.
Ο Σπυρίδων πέθανε κατά την επιδημία χολέρας του 1848 και ετάφη στο Ορθόδοξο Νεκροταφείο του Σμόλενσκ.

[Πηγές:
• Υλικό του αρχείου (επιστολές και βιογραφικό σημείωμα που συνέταξε πιθανώς κατά την επεξεργασία του αρχείου η κ. Φενερλή)
• Prousis, Theophilus C., "The Destunis Collection in the Manuscript Section of the Saltykov-Shchedrin State Public Library in Leningrad" (1989). History Faculty Publications. 18. https://digitalcommons.unf.edu/ahis_facpub/18
• Μουσείο Καποδίστρια, βλ. https://www.capodistriasmuseum.gr/persons/spyridon-destounis/
• Dictionary of Greek (2013). Δεστούνης, Σπυρίδων. Βλ. https://greek_greek.en-academic.com/212964/%CE%94%CE%B5%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%8D%CE%BD%CE%B7%CF%82%2C_%CE%A3%CF%80%CF%85%CF%81%CE%AF%CE%B4%CF%89%CE%BD. Τελευταία πρόσβαση στις 3/10/2022.
• Ρόκκος Σπύρος. «Δεστούνης Σπυρίδων: Ένας ΡΙΣΣΙΑΝΟΣ λόγιος με δράση στη Φιλική Εταιρεία», δημοσίευση στο Kefalonitis.com, 07/03/2009. Διαθέσιμο στο https://www.portoassos.gr/destounis-spyridwn/. Τελευταία πρόσβαση στις 3/10/2022]

Δεστούνη, οικογένεια

  • Family

Η οικογένεια Δεστούνη είναι διαπρεπής οικογένεια λογίων, ιατρών, φαρμακοποιών και διπλωματών, η οποία συγκαταλέγεται στις αριστοκρατικές οικογένειες που ήταν εγγεγραμμένες στο Libro d' oro της Κεφαλονιάς και συμμετείχαν στα πολιτικά πράγματα του τόπου. Παρουσία της στο Κάστρο της Άσσου μαρτυρείται ήδη από τις αρχές του 18ο αιώνα, ενώ μέλη της δραστηριοποιήθηκαν στην Οδησσό και την Πετρούπολη. Ενδεικτικά αναφέρεται ο Ιωάννης Δεστούνης, έμπορος, Γενικός Πρόξενος της Ιονίου Πολιτείας από το 1802 και Δήμαρχος της Οδησσού κατά τα έτη 1796-1799, και ο Σπυρίδων Δεστούνης, που υπηρέτησε ως Γενικός Πρόξενος της Ρωσίας στη Σμύρνη κατά τα έτη 1818-1822 . Στο αρχείο περιλαμβάνονται έγγραφα και αλληλογραφία των εξής μελών της: Δεστούνης, Παναγής, Δεστούνης, Τζώρτζης (1737;-1817), Δεστούνης, Ιωάννης (;-1826), Δεστούνης, Νικόλαος (;-1848), Δεστούνης, Σπυρίδων (1782-1848), Δεστούνης, Γαβριήλ (1818-1895), Δεστούνης, Κωνσταντίνος, Δεστούνης, Ιωάννης Κ. (1827-;), Φενερλή-Παναγιωτοπούλου, Αγγελική (1934-2021).

[Πηγές: Υλικό του αρχείου, ιστοσελίδα https://www.forwoman.gr/index.php/epikairotita/taksidia/13322-limpro-d-oro-libro-d-oro-to-arxontoloi-tis-kefallonias-to-1799, Prousis, Theophilus C., "The Destunis Collection in the Manuscript Section of the Saltykov-Shchedrin State Public Library in Leningrad" (1989). History Faculty Publications. 18. https://digitalcommons.unf.edu/ahis_facpub/18 ]

Δεστούνης, Νικόλαος

  • Person
  • ;-1848

Ο Νικόλαος Δεστούνης του Γεωργίου (Τζώρτζη), ήταν κεφαλλονίτης έμπορος, ο οποίος σε νεαρή ηλικία εγκαταστάθηκε στην Οδησσό κοντά στον θείο του Ιωάννη, τη δραστηριότητα του οποίου συνέχισε. Κατά διαστήματα στην Οδησσό διέμενε και η μητέρα του. Το 1834 φαίνεται πως διέμεινε κάποιο διάστημα στη Σύρο. Ο Νικόλαος Δεστούνης πέθανε το 1848 στην Οδησσό, όπου ζούσε με τη σύζυγό του, αφήνοντας το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του για αγαθοεργίες.

Σακελλαρίου, Μιχαήλ Γ. (1948- )

  • Person
  • 1948 -

Ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (Ε.Μ.Π.).

Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1948. Ο ακαδημαϊκός Μιχαήλ Β. Σακελλαρίου είναι θείος του. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Ε’ Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών. Το 1970 έλαβε δίπλωμα Αγρονόμου & Τοπογράφου Μηχανικού από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Το 1975 έλαβε δίπλωμα Πολιτικού Μηχανικού από το ΕΜΠ. Το 1983 έλαβε μεταπτυχιακό δίπλωμα σπουδών MSc in Engineering Rock Mechanics από το Imperial College of Science & Technology του University of London. To 1989 ολοκλήρωσε τις διδακτορικές σπουδές στον Τομέα Μηχανικής του Ε.Μ.Π. και αναγορεύτηκε Διδάκτωρ Μηχανικός

Το 1971-73 εκπλήρωσε τη στρατιωτική θητεία του ως έφεδρος αξιωματικός του Μηχανικού. Αρχικά εργάστηκε ως βοηθός Εργαστηρίου Δομικής Μηχανικής & ΣΤΕ, ΣΑΤΜ, ΕΜΠ. Στην συνέχεια ως συνεργάτης και σύμβουλος διαφόρων τεχνικών εταιρειών πραγματοποίησε μελέτες γεωτεχνικών έργων σε υδραυλικά, συγκοινωνιακά και οικοδομικά έργα. Το 1986 διδάσκει στην Τεχνική Μηχανική & Γεωτεχνική Μηχανική στη Σχολή Τοπογραφίας ΓΥΣ. Το 1991-96 εκλέγεται λέκτορας. Παράλληλα εργάζεται ως γεωτεχνικός σύμβουλος σε υψηλά χωμάτινα επιχώματα οδοποιίας και υψηλά επιχώματα οπλισμένης γης. Το 1996-2001 αναγορεύεται σε επίκουρο καθηγητή. Το 1997-2011 διευθύνει το Εργαστήριο Δομικής Μηχανικής & Στοιχείων Τεχνικών Έργων. Το 2001-2007 ήταν αναπληρωτής καθηγητής Τεχνικής Μηχανικής & Γεωτεχνικών Έργων. Το 2002-2008 διετέλεσε διευθυντής του Τομέα Έργων Υποδομής & Αγροτικής Ανάπτυξης. Από το 2007 είναι καθηγητής Γεωμηχανικής & Τεχνικών Έργων του ΕΜΠ. Έχει διατελέσει μέλος διαφόρων επιστημονικών επιτροπών. Έχει συνεργαστεί σε σειρά ερευνητικών προγραμμάτων με εθνικά και διεθνή ιδρύματα

Το 1975 έλαβε υποτροφία από το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ) για τις σπουδές του στο ΕΜΠ. Το 1981-82 έλαβε υποτροφία από το British Council για μεταπτυχιακές σπουδές στο Imperial College. Το 2003 και 2007, με την υποστήριξη του ΙΚΥ και του British Council, ήταν επισκέπτης σε πανεπιστήμια του Ηνωμένου Βασιλείου. Από το 2011 είναι Professor Emeritus στο Institute for Geotechnical Engineering IGT του ETH στη Ζυρίχη.

Λυκούργος Λογοθέτης, Γεώργιος

  • Person
  • 1772-1850

Έλληνας αγωνιστής του 1821 και πολιτικός.
Πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της σαμιακής επανάστασης του 1821.

Σκουριώτης, Δημήτριος

  • Person
  • 1896 - 1928

Ο Δημήτριος Γ. Σκουριώτης (Μήτσος) γεννήθηκε στο Ξηροκάμπι Λακωνίας, μάλλον το 1896. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα. Στη Μικρά Ασία βρέθηκε τουλάχιστον από τις αρχές τού θέρους 1920 ως το τέλος του ίδιου έτους. Μετά την επιστροφή του συνέχισε σπουδές στη Γαλλία και στη Γερμανία (Λειψία), τουλάχιστον ως το τέλος του 1925, και επέστρεψε, ως φαίνεται, με διδακτορικό τίτλο. Απεβίωσε από μηνιγγίτιδα στην γενέτειρά του, μάλλον στο τέλος του 1928. Ο πατέρας του, Γεώργιος Σκουριώτης, ήταν φιλόλογος και κτηματίας και είχε διατελέσει σχολάρχης.
Τις φωτογραφίες διεφύλαξε η αδελφή του Βίλη Στρατηγάκη, στη συνέχεια ο γιος της (και πατέρας της δωρήτριας), Τάσος Στρατηγάκης.

Οι πληροφορίες προέρχονται από σημείωμα της δωρήτριας, η οποία τις άντλησε από αναφορές σε ιδιόχειρες σημειώσεις και επιστολές στο οικογενειακό αρχείο (όχι στο δωρηθέν τμήμα του αρχείου).

Γιαννιός, Νικόλαος

  • Person
  • 1885 - 1958

Ο Νικόλαος Μιχ. Γιαννιός γεννήθηκε στην Άνδρο στις 23.2.1885 σε οικογένεια ναυτεργατών. Τελείωσε το δημοτικό στη γενέτειρά του, στη Σχολή που ίδρυσε ο Θεόφιλος Καΐρης, και ολοκλήρωσε το γυμνάσιο (Μεγάλη του γένους σχολή, ενώ παράλληλα φοιτούσε στο γαλλικό Λύκειο Saint Benoît) στην Κωνσταντινούπολη, όπου είχε στο μεταξύ εγκατασταθεί η οικογένειά του, καθώς ο πατέρας του είχε βρει εκεί δουλειά ως καπετάνιος στα βαποράκια που έκαναν συγκοινωνία στον Κεράτιο. Εν συνεχεία σπούδασε φιλολογία στη Σορβόννη. Κατά τη διετία 1903-1905 εργάστηκε ως γραμματέας του Γιάννη Ψυχάρη, που επίσης ζούσε στο Παρίσι και δίδασκε νέα ελληνικά στη Σορβόννη.
Μετά την αποφοίτησή του επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ίδρυσε στις 28.11.1908 την εβδομαδιαία εφημερίδα Λαός, με κατεύθυνση σοσιαλιστική και δημοτικιστική, την οποία διηύθυνε σε συνεργασία με τον Ίωνα Δραγούμη, πρεσβευτή τότε της Ελλάδας στην Πόλη. Από τις αρχές του 1910 μετείχε στην ομάδα «Σοσιαλιστική Δημοτικιστική Ένωσις» και στις 26.6.1910 ξεκίνησε την έκδοση του πρώτου καθαρά σοσιαλιστικού εντύπου, με τίτλο Ο εργάτης, υπό το ψευδώνυμο Νικόλαος Ξενάκης (το επώνυμο ήταν το πατρικό της μητέρας του). Την ίδια εποχή συνέβαλε στην ίδρυση του πρώτου σοσιαλιστικού κέντρου στην Τουρκία. Το καλοκαίρι του 1910 ταξίδεψε στην Κολωνία και στην Βιέννη προκειμένου να τελειοποιήσει τα γερμανικά του, ενώ στα τέλη του χρόνου εξαναγκάστηκε να φύγει από την Κωνσταντινούπολη, λόγω της απέλασης του αδελφού του Αλέξανδρου για δράση υπέρ της Ελλάδας και λόγω της δικής του συμμετοχής στην ίδρυση του Σοσιαλιστικού Κέντρου Κωνσταντινουπόλεως. Λίγο αργότερα, τον ακολούθησε στην Αθήνα η σύντροφός του Αθηνά Γαϊτάνου με την οποία απέκτησαν μία κόρη, τη Μυρτώ-Αικατερίνη (Οκτώβριος 1914), δωρήτρια του αρχείου στο ΕΛΙΑ. Ο Νίκος Γιαννιός και η Αθηνά Γαϊτάνου παντρεύτηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1920.
Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και άρχισε να εργάζεται ως καθηγητής ξένων γλωσσών και ανταποκριτής ξένων εφημερίδων. Συνεργάστηκε με τον Πλάτωνα Δρακούλη, με τον οποίον ήδη διατηρούσε αλληλογραφία, στον «Σύνδεσμο Εργατικών Τάξεων» ως γραμματέας του Συνδέσμου, και ως διαχειριστής της εφημερίδας Έρευνα (ξεκίνησε 16.1.1911). Τον Ιανουάριο του 1911 συμμετέσχε στις κινητοποιήσεις συμπαράστασης προς τους απεργούς τροχιοδρομικούς («τραμβαγέρηδες») και μάλιστα συνελήφθη μαζί με απεργούς και ήταν μεταξύ των έντεκα που προφυλακίστηκαν, αθωώθηκαν ωστόσο στο Κακουργιοδικείο. Τον Μάιο του 1911 αποδεσμεύτηκε από τον «Σύνδεσμο Εργατικών Τάξεων» του Δρακούλη και ίδρυσε το «Σοσιαλιστικό Κέντρο Αθηνών», ενώ τον ίδιο χρόνο υπήρξε συνιδρυτής του «Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος» (ΣΚΕ).
Την περίοδο 1912-13, ο Γιαννιός πολέμησε στους Βαλκανικούς Πολέμους ως Έφεδρος Αξιωματικός. Έλαβε μέρος στις μάχες Μπιζανίου, Τζουμαγιάς, Κρέσνας, Σαρανταπόρου και Θεσσαλονίκης και παρασημοφορήθηκε. Το 1914 το «Σοσιαλιστικό Κέντρο» επαναδραστηριοποιήθηκε και ο Γιαννιός, με χρήματα που κληρονόμησε από τον πρόωρο θάνατο του αδελφού του Αλέξανδρου, αγόρασε εκτυπωτικές μηχανές και δημιούργησε το δικό του τυπογραφείο επί της οδού Ιωάννου Παπαρρηγοπούλου 15 (απέναντι από το Υπουργείο Ναυτικών). Εξέδωσε την εφημερίδα «Σοσιαλιστικά φύλλα» (1915).
Την περίοδο του Διχασμού, ο Γιαννιός πήρε θέση υπέρ της ουδετερότητας της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με ευμενή στάση προς τις δυνάμεις της Entente και συγκρούστηκε με τη Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης που, στο πλαίσιο της επιλογής της για πλήρη αποχή από τον πόλεμο, στις εκλογές του Μαΐου του 1915 συνεργάστηκε με το Κόμμα Εθνικοφρόνων του Δ. Γούναρη. Στις 13-14 Μαρτίου 1917 ο Γιαννιός οργάνωσε και καθοδήγησε την απεργία των ηλεκτροτεχνιτών, γεγονός για το οποίο συνελήφθη και κρατήθηκε σαράντα μέρες. Εν συνεχεία κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη, όπου η Κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης του Ελευθέριου Βενιζέλου τον διόρισε επιθεωρητή εργασίας και κοινωνικής πρόνοιας στο Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας.
Επέστρεψε στην Αθήνα το καλοκαίρι του 1917 με τον Βενιζέλο και παραιτήθηκε από τη θέση του στο υπουργείο. Στις 23.7.1917 ανέλαβε την αρχισυνταξία της εφημερίδας Ριζοσπάστης του Ι. Πετσόπουλου. Σύμφωνα με βιογραφικό του Γιαννιού (γραμμένο από την κόρη του Μυρτώ) το οποίο απόκειται στο αρχείο, ο Ριζοσπάστης τυπωνόταν στο τυπογραφείο του στην Παπαρρηγοπούλου. Ο Γιαννιός παρέμεινε αρχισυντάκτης μέχρι τον Νοέμβριο του 1918, όταν αποχώρησε λόγω διαφωνιών από το ιδρυτικό συνέδριο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος (μετέπειτα ΚΚΕ). Έκτοτε παρέμεινε επικριτικός προς το ΣΕΚΕ/ΚΚΕ και την ευθυγράμμιση με την πολιτική της ΕΣΣΔ. Το 1919 ξεκίνησε την έκδοση της εφημερίδας Κοινωνία. Από το 1920 συνεργάστηκε με την ομάδα των «Κοινωνιολόγων» για τη μετάβαση στην Αβασίλευτη Δημοκρατία ενώ το 1922 τάχθηκε υπέρ της επανάστασης Πλαστήρα και συνεργάστηκε στις εκλογές του 1926 με τη «Δημοκρατική Ένωση» (μετεξέλιξη των «Κοινωνιολόγων» σε πολιτικό φορέα υπό τον Αλ. Παπαναστασίου). Από το 1928 εξέδιδε το περιοδικό Σοσιαλιστική ζωή. Έλαβε μέρος σε διεθνή σοσιαλιστικά συνέδρια (Μασσαλία 1925, Πράγα 1925, Βιέννη 1931) και σε συνέδρια με στόχο τη συνένωση σοσιαλιστικών ομάδων, που είχαν ως αποτέλεσμα την ίδρυση το 1931 ενιαίου σοσιαλιστικού κόμματος, υπό τριμελή γραμματεία: τον Ν. Γιαννιό, τον Χρήστο Χωμενίδη και τον Στρατή Σωμερίτη, από την οποία ο Γιαννιός παραιτήθηκε το 1932 ενώ το 1934 διεγράφη και από μέλος του ΣΚΕ. Στις εκλογές του 1946 το ΣΚΕ του Γιαννιού συνεργάστηκε με το Κόμμα Φιλελευθέρων υπό τον Θεμιστοκλή Σοφούλη. Το 1955, ο Γιαννιός υπέβαλε αίτημα επίσημης επανενεργοποίησης του ΣΚΕ. Πέθανε στην Αθήνα το 1958.

[Πηγές: βιογραφικά σημειώματα και αυτοβιογραφικές αναφορές στο αρχείο του, καθώς και: «Γιαννιός Νικόλαος». Κοινωνιολογική και Πολιτική Εγκυκλοπαίδεια τχ. 4 Αθήνα, Απρίλιος 1934.
Κορδάτος Γιάνης, Ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος, Εκδόσεις Μπουκουμάνη, Αθήνα 1972.
Νούτσος Παναγιώτης, Νίκος Γιαννιός (Άνδρος 1885 – Αθήνα 1958), Τυπωθήτω, Αθήνα 1997.]

Τσιτσίλιας, Παναγιώτης

  • Person
  • 1881 - 1972

Ο Παναγιώτης Τσιτσίλιας γεννήθηκε στον Ποταμό Κυθήρων το 1881. Πατέρας του ήταν ο Κοσμάς Τσιτσίλιας, γνωστός έμπορος στον Ποταμό, που διετέλεσε και δήμαρχος του δήμου Ποταμίων. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και αποφοίτησε το 1909. Στις 6 Ιουλίου του ίδιου έτους ιδρύθηκε η «Πανεπιστημιακή Ένωση» και προτάθηκε στον Τσιτσίλια να αναλάβει την προεδρία. Η οργάνωση αυτή είχε σκοπό να ενισχύσει το κίνημα του Στρατιωτικού Συνδέσμου, που ξεκίνησε στο Γουδί στις 15.8.1909 υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Ν. Ζορμπά. Τον Σεπτέμβριο ο Τσιτσίλιας έφυγε στη Ρώμη για να συνεχίσει τις σπουδές του στις πολιτικές επιστήμες, ενώ το 1910 πήγε στο Παρίσι και γράφτηκε στη Σχολή Πολιτικών Επιστημών. Επέστρεψε εσπευσμένα στην Αθήνα το 1912, όταν ειδοποιήθηκε για την επικείμενη επιστράτευση.
Κατατάχθηκε στο στρατό και υπηρέτησε με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού ως μεταφραστής στη Διεύθυνση Πεζικού του Υπουργείου Στρατιωτικών. Στη συνέχεια προήχθη σε υπολοχαγό και εστάλη στη Χίο, στο Τάγμα Πολιτοφυλακής, απ’ όπου αποστρατεύθηκε τον Οκτώβριο του 1914. Βρέθηκε πάλι στη Χίο όταν κηρύχτηκε νέα επιστράτευση και μετά πήγε στη Μακεδονία. Την περίοδο του Διχασμού ο Π. Τσιτσίλιας τάχθηκε με το μέρος του Βενιζέλου και της κυβέρνησης Εθνικής Αμύνης της Θεσσαλονίκης. Εκείνη την εποχή παντρεύτηκε την Μαρία Π. Μαρσέλλου, κόρη ευκατάστατου εμπόρου της Τεργέστης. Με τη Μαρία έκαναν δύο παιδιά, τον Θόδωρο, που πέθανε όταν ήταν ακόμη νήπιο, και τον Άρη.
Με τα «Νοεμβριανά» (1916), ο Π. Τσιτσίλιας διώχθηκε και εντέλει βρέθηκε στην Κρήτη. Εκεί προσπάθησε με τις ενέργειές του να επιτύχει την τροφοδοσία των Κυθήρων, αφού μέχρι τότε το νησί ελεγχόταν από τις δυνάμεις του κράτους των Αθηνών και οι σύμμαχοι δεν επέτρεπαν τη μεταφορά τροφίμων εκεί. Πράγματι, ο Π. Τσιτσίλιας έπεισε τον γενικό διοικητή της Κρήτης Ιωάννη Τσιριμώκο, προσωπικό φίλο του Ελευθέριου Βενιζέλου, να καταλάβουν τα Κύθηρα με τη βοήθεια των συμμάχων. Τα Κύθηρα έπρεπε να τεθούν υπό τον έλεγχο των συμμάχων και να διευκολύνουν αυτούς στις επιχειρήσεις τους. Οι Άγγλοι, που διατηρούσαν ναυτική δύναμη στη Σούδα, διέθεσαν ένα πλοίο για την εφαρμογή του σχεδίου του Τσιτσίλια. Στις 29 Δεκεμβρίου του 1916 ο Π. Τσιτσίλιας κι ένας λόχος διακοσίων ανδρών από την Κρήτη κατέλαβαν τα Κύθηρα στο όνομα της Κυβέρνησης Εθνικής Αμύνης. Λίγες μέρες μετά, στις 7 Φεβρουαρίου του 1917, ο Π. Τσιτσίλιας είχε οργανώσει μεγάλο συλλαλητήριο στην πλατεία του Ποταμού, όπου μαζί με τους προέδρους των κοινοτήτων επικύρωσε την υπαγωγή των Κυθήρων στο πλευρό της Κυβέρνησης Εθνικής Αμύνης. Με σχετικό ψήφισμα ανακηρύχτηκαν τα Κύθηρα σε «Αυτόνομον Διοίκησιν Κυθήρων» με διοικητή τον Παναγιώτη Τσιτσίλια. Την κίνηση αυτή επικροτούσε τόσο ο Βενιζέλος όσο και η Αγγλία. Μετά την πτώση της φιλοβασιλικής κυβέρνησης, το Μάιο του 1917, τα Κύθηρα επανήλθαν στο ελληνικό κράτος με πρωθυπουργό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο Π. Τσιτσίλιας διορίστηκε νομάρχης στον νεοσύστατο νομό Πέλλης και εν συνεχεία υπηρέτησε και σε άλλες νομαρχίες (Θεσσαλονίκης, Φθιωτιδοφωκίδος και Λαρίσης).
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, ο Π. Τσιτσίλιας αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική. Εξελέγη βουλευτής Κυθήρων στις εκλογές του 1923, του 1928 και του 1933. Η δράση του ως βουλευτή υπήρξε σημαντική για το νησί. Αγωνίστηκε για την ανάδειξη του Διακοφτιού ως λιμένα. Συγκρότησε επιτροπή εράνων, ταξίδεψε το 1926 στην Αυστραλία, με σύντομη στάση στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, και επέστρεψε το 1927 στα Κύθηρα, αφότου συνέλεξε χρήματα από τους απόδημους Κυθηρίους, με τα οποία ξεκίνησε τη διάνοιξη του δρόμου από τα Αρωνιάδικα προς το Διακόφτι στις 26 Ιουνίου της ίδιας χρονιάς. Με την εκλογή του ως βουλευτή στις 19 Αυγούστου του 1928 και σε τέσσερα χρόνια θητείας, πέτυχε την επίλυση αρκετών προβλημάτων του νησιού καθώς και τη διοικητική υπαγωγή των Κυθήρων στον Νομό Αττικοβοιωτίας. Το 1929 ταξίδεψε στην Αμερική για να συγκεντρώσει περισσότερα χρήματα για την ολοκλήρωση του δρόμου του Διακοφτιού και στις 31 Αυγούστου 1930 γιορτάστηκε η αποπεράτωση του μεγάλου έργου. Λίγο μετά αποσύρθηκε απογοητευμένος από την πολιτική. Επανήλθε μόνο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την απελευθέρωση της Ελλάδας όταν του το ζήτησε ο Γεώργιος Παπανδρέου και τον διόρισε νομάρχη Λέσβου.
Ο Παναγιώτης Τσιτσίλιας από το 1924 συνεργαζόταν ως συντάκτης με την εφημερίδα Φωνή των Κυθήρων. Συνέγραψε την Ιστορία των Κυθήρων, (μέχρι το 19ο αιώνα και την κατάληψη των Κυθήρων από τους Άγγλους), την οποία ολοκλήρωσε το 1965 αλλά δεν μπόρεσε να εκδώσει για οικονομικούς λόγους. Τελικά η Ιστορία των Κυθήρων εκδόθηκε από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών το 1994, σε δύο τόμους, με επιμέλεια του Δημητρίου Λ. Κόμη. Ο Τσιτσίλιας είχε γράψει επίσης ένα μυθιστόρημα όταν ήταν νέος, με τίτλο Οι εργάτες της Ελευθερίας, ενώ αρθρογραφούσε τακτικά σε εφημερίδες του εσωτερικού και του εξωτερικού.
Ο Παναγιώτης Τσιτσίλιας επί πολλά έτη διατηρούσε δικηγορικό γραφείο, αρχικά στον Πειραιά και εν συνεχεία στην Αθήνα. Απεβίωσε τον Ιούνιο του 1972 και ετάφη στην Κηφισιά. Αργότερα, τα οστά του μεταφέρθηκαν στο κοιμητήριο του Ποταμού Κυθήρων.

Πηγή βιογραφικού: kythera news 24/10/2020

https://kythera.news/panagiotis-tsitsilias-politikos/

Μινωτής, Αλέξης

  • Person
  • 1900-1990

Ο Αλέξης Μινωτής (Αλέξανδρος Μινωτάκης) γεννήθηκε το 1900 στα Χανιά· οι γονείς του, Στυλιανός και Στυλιανή Μινωτάκη, ήταν πολύτεκνοι. Ολοκλήρωσε τις μαθητικές σπουδές του στα Χανιά. Το 1915 δημοσίευσε ποιήματα στο περιοδικό του Αντώνη Γιαλούρη Διόνυσος (εκεί υιοθέτησε και το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο). Το 1918, σύμφωνα με την επιθυμία των γονιών του, διορίστηκε λογιστής στην Τράπεζα Αθηνών, θέση από την οποία παραιτήθηκε το επόμενο έτος. Το 1922 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη σκηνή, αρχικά ως κομπάρσος, σε παραστάσεις του θιάσου Βεάκη-Ιατρίδου-Νέζερ, που περιόδευε τότε στην Κρήτη. Το 1924 υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία και το 1925 προσλήφθηκε στο θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη (πρώτη εμφάνιση στο έργο του Ανρύ Μπερνστέν Ιουδήθ), όπου παρέμεινε ως το 1931, συμμετέχοντας σε σκηνικές παραγωγές στην Αθήνα και σε περιοδείες, καθώς και στις παραστάσεις της Ελευθέρας Σκηνής.

Ο Αλέξης Μινωτής κι η Κατίνα Παξινού γνωρίστηκαν το 1928. Το 1931, εν αναμονή της έναρξης λειτουργίας του Εθνικού Θεάτρου, η Παξινού κι ο Μινωτής συνεργάστηκαν με τον Αιμίλιο Βεάκη. Στην κρατική σκηνή ανέλαβαν πρωταγωνιστικούς ρόλους από την πρώτη παραγωγή της (Αγαμέμνων του Αισχύλου 1932) ως το 1941. Τον Μάρτιο του 1940 παντρεύτηκαν στην Αθήνα κι η Παξινού έφυγε για το Λονδίνο, όπου υποδύθηκε την κυρία Άλβιγκ στους Βρικόλακες του Ίψεν (Duchess Theatre, θίασος του Charles Cochran).

Το 1941 ο Μινωτής συνελήφθη από τους Γερμανούς, οδηγήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, δραπέτευσε και κατέφυγε στη Χίο, συνελήφθη εκ νέου και φυλακίστηκε. Το 1942 διέφυγε στην Τουρκία, στο Κάιρο και από εκεί, με διπλωματικό διαβατήριο, στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου είχε εγκατασταθεί μετά από περιπέτειες η Παξινού.

Έως το 1950 ζήσανε στη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο, έλαβαν μέρος σε αντιπολεμικές και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις κι ενέργειες κι εμφανίστηκαν στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Το καλοκαίρι του 1951 το Εθνικό Θέατρο παρουσίασε τον Οιδίποδα τύραννο του Σοφοκλή στο αρχαίο θέατρο Δελφών, σε σκηνοθεσία του Αλέξη Μινωτή, με τον ίδιο στο ρόλο του Οιδίποδα και την Παξινού στο ρόλο της Ιοκάστης. Ακολούθησαν περιοδεία του κρατικού θιάσου στις ΗΠΑ και παράλληλη ανεξάρτητη κινηματογραφική και θεατρική δραστηριότητα των Παξινού και Μινωτή στην Αγγλία και την Αμερική.

Το 1953 το ζευγάρι ήρθε σε ρήξη με το Γιώργο Θεοτοκά. Από το 1955 –όταν ο Αιμίλιος Χουρμούζιος ανέλαβε τη διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου– ως το 1968 διατήρησαν μόνιμη συνεργασία με την κρατική σκηνή ως πρωταγωνιστές, ο Μινωτής και ως σκηνοθέτης, σε έργα του παγκόσμιου σύγχρονου και κλασικού ρεπερτορίου και τα καλοκαίρια σε αρχαίες τραγωδίες, στο πλαίσιο των φεστιβάλ Επιδαύρου και Αθηνών. Το 1958 ο Μινωτής σκηνοθέτησε τη Μήδεια του Λουίτζι Κερουμπίνι για την Dallas Civic Opera, με τη Μαρία Κάλλας στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Η παράσταση σημείωσε μεγάλη επιτυχία κι επαναλήφθηκε στο Λονδίνο, το Μιλάνο και στο αρχαίο θέατρο Επιδαύρου (1961).

Τον Αύγουστο του 1968 ο Μινωτής κι η Παξινού ανακοίνωσαν την αποχώρησή τους από το Εθνικό Θέατρο και δημιούργησαν δικό τους θίασο, με τον οποίο έδωσαν παραστάσεις στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη ως το 1973.

Τον Οκτώβριο του 1974 ο Μινωτής ανέλαβε τη γενική διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου, θέση την οποία διατήρησε ως το 1980, οπότε έγινε πρόεδρος ΔΣ της κρατικής σκηνής. Από το 1974 κι ως το τέλος της ζωής του (Νοέμβριος 1990) συνέχισε τη θεατρική του σταδιοδρομία από τη σκηνή του Εθνικού. Η τελευταία του ερμηνεία ήταν ο ρόλος του Αβραάμ στη Θυσία του Αβραάμ.

Κορυφαίες μορφές του ελληνικού θεάτρου του 20ού αιώνα, η Κατίνα Παξινού κι ο Αλέξης Μινωτής είχαν διεθνή αναγνώριση κι ακτινοβολία και τιμήθηκαν επανειλημμένως για την καλλιτεχνική προσφορά τους.

[Η σύνταξη του βιογραφικού σημειώματος βασίστηκε στο: Πλάτων Μαυρομούστακος, «Χρονολόγιο», στο Πλάτων Μαυρομούστακος (επιμ.), Παξινού – Μινωτής. Μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας, Αθήνα, ΜΙΕΤ, 1997, σ. 19-60].

Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ευρυτανίας

  • Corporate body
  • 1994 - 2010

Οι Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις ιδρύθηκαν βάσει του Ν. 2218/1994, ως η δεύτερη βαθμίδα Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με προορισμό την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη της Περιφέρειάς τους. Ο Νομάρχης Ευρυτανίας ήταν ο εκλεγμένος άρχων του Νομού Ευρυτανίας της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, του ελληνικού κράτους.
Η Νομαρχία Ευρυτανίας σταμάτησε να υφίσταται την 31η Δεκεμβρίου 2010, όταν καταργήθηκαν οι νομαρχίες στην Ελλάδα και ενσωματώθηκαν στις Καλλικρατικές αυτοδιοικητικές Περιφέρειες, ως Περιφερειακές Ενότητες.

Νομαρχία Ευρυτανίας

  • Corporate body
  • 1899 - 1994

Πριν το 1899, δεν υφίστατο νομός Ευρυτανίας και κατά συνέπεια ούτε νομαρχία. Έως το 1899 η Ευρυτανία υπαγόταν στον νομό Ακαρνανίας και Αιτωλίας. Ο Νομάρχης Ευρυτανίας ήταν ο διορισμένος άρχων του Νομού Ευρυτανίας της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, του ελληνικού κράτους.
Η Νομαρχία Ευρυτανίας αντικαταστάθηκε βάσει του Ν. 2218/1994 με τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ευρυτανίας.

Βλαχάκη, Ελένη

Γεννημένη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, η πιανίστα Ελένη Βαλαχή φοίτησε αρχικά στη γενέτειρά της, με καθηγητές τους Α. Πλότνικοφ (πιάνο) και Α. Χέμσι (θεωρητικά) και, στη συνέχεια, στο Ωδείο Αθηνών (πτυχίο αντίστιξης και φούγκας). Τελειοποίησε τις σπουδές της στο Ζάλτσμπουργκ (Mozarteum Akademie) και στο Παρίσι, με δάσκαλο τον Raffi Petrossian.

Κατά τη δεκαετία του 1950, ακολούθησε καριέρα, ως σολίστ, στην Ελλάδα, την Αίγυπτο, την Αυστρία, την Πολωνία και τη Γαλλία.

Εργάστηκε στο Ελληνικό Ωδείο ως καθηγήτρια πιάνου. Από το 1963 και για είκοσι έτη διηύθυνε το παράρτημα του δήμου Ζωγράφου. Από το 1983 ασχολήθηκε με τη μουσική σύνθεση, ενώ παράλληλα ίδρυσε δική της σχολή και συνέχισε τις καλλιτεχνικές της εμφανίσεις.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: 1) Καλογερόπουλος, Τάκης, Το λεξικό της ελληνικής μουσικής, τόμος 1ος. Αθήνα, Γιαλλέλης, 1998, σ. 307. 2) Υλικό του αρχείου.]

Βικάτου, οικογένεια

Η οικογένεια Βικάτου κατοικούσε στο Αργοστόλι Κεφαλονιάς. Ο Σπυρίδων Βικάτος ήταν ναυτικός. Πατέρας του Σπυρίδωνα και του Γεράσιμου ήταν ο Ιωάννης Βικάτος.

Βυζάντιος, Περικλής

  • Person

Ο Περικλής Βυζάντιος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 16 Ιανουαρίου του 1893. Ήταν το νεότερο από τα τρία παιδιά του συνταγματάρχη του πυροβολικού Κωσταντίνου Βυζάντιου και της Μερόπης, το γένος Σαμαρνιωτάκη. Ήταν γόνος παλαιάς Φαναριώτικης οικογένειας, μέλη της οποίας διακρίθηκαν στα γράμματα, στην τέχνη και στο στρατό. Φοίτησε στη Σχολή Μακρή και πήρε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής στο εργαστήρι του Ευάγγελου Ιωαννίδη. Το 1910 πήγε στο Μόναχο για να σπουδάσει νομικά. Τελικά σπούδασε στη σχολή του Παρισιού Ecole des Beaux-Arts. Το 1915 επέστρεψε στην Αθήνα προκειμένου να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Εξαιτίας όμως των συνθηκών της εποχής παρέμεινε στο στρατό μία επταετία. Το 1916 άνοιξε εργαστήρι στην οδό Σολωμού. Το ίδιο έτος πήρε μέρος στην έκθεση ζωγραφικής που οργανώθηκε από τον «Σύνδεσμο Ελλήνων Καλλιτεχνών» στο ξενοδοχείο Μελά της Κηφισιάς. Το 1917 έγινε μέλος του «Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών». Το 1919 ίδρυσε την «Ομάδα Τέχνης» και ανέλαβε τα σκηνικά για την Ειρήνη του Αριστοφάνη στην Εταιρεία του Ελληνικού Θεάτρου. Το 1920 συνεργάστηκε με τον Σπύρο Μελά, ως σκηνογράφος, στο Παλιό Βασιλικό Θέατρο, στο θέατρο Τέχνης και στην Ελεύθερη Σκηνή για τις παραστάσεις του Ερωτόκριτου, τους Επτά επί Θήβαις και τη Σαλώμη του Όσκαρ Ουάιλντ. Την ίδια χρονιά ίδρυσε μαζί με τον γλύπτη Φωκίωνα Ρωκ και το ζωγράφο Παύλο Καλλιγά ένα καλλιτεχνικό εργαστήρι στην Πλάκα. Το 1921 ορίστηκε ζωγράφος του στρατού και το 1922 επίσημος σκιτσογράφος της Δίκης των Έξι τα σκίτσα της οποίας δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος». Το 1923 παντρεύτηκε τη Φρόσω Σκουμπουρδή και το 1924 γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί ο Κωσταντίνος μετέπειτα διάσημος ζωγράφος ο οποίος έζησε στο Παρίσι. Το 1928 μαζί με τον γλύπτη Φωκίωνα Ρωκ και τη συνεργασία των ποιητών Μιλτιάδη Μαλακάση, Κώστα Ουράνη και του μουσικοσυνθέτη Δημήτρη Μητρόπουλου οργάνωσαν την καλλιτεχνική λέσχη «Ατελιέ». Το 1930 διορίστηκε σκηνογράφος του Εθνικού Θεάτρου. Το 1934 ίδρυσε μαζί με τη ζωγράφο Αλέκα Στύλου-Διαμαντοπούλου την πρώτη ελεύθερη σχολή ζωγραφικής που λειτούργησε με επιτυχία έως την Κατοχή. Το 1937 τιμήθηκε με δύο διακρίσεις: το «χαλκούν μετάλλιον» και το «τιμητικό δίπλωμα». Το 1939 εκλέχθηκε διευθυντής της Ανώτατης Σχολής των Καλών Τεχνών στην Ύδρα και στους Δελφούς. Το 1940 με την έναρξη του πολέμου βρέθηκε στους Δελφούς και φιλοτέχνησε την αφίσα του Πολεμικού Λαχείου τα έσοδα του οποίου προορίζονταν για τις οικογένειες των πολεμιστών. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής βρισκόταν στην Αθήνα και στους Δελφούς αντίστοιχα. Τα έτη 1948,1950,1958,1964,1967 οργάνωσε ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής. Το 1971 ξεκίνησε την αυτοβιογραφία του «Η ζωή ενός ζωγράφου», που η αρρώστια δεν του επέτρεψε να την τελειώσει. Πέθανε στις 9 Φεβρουαρίου του 1972 στην Αθήνα σε ηλικία 79 ετών.

[Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία βλέπε το βιβλίο Περικλής Βυζάντιος, Η ζωή ενός ζωγράφου. Αθήνα, ΜΙΕΤ,1994.]

Γαβριηλίδης, Ανδρέας

  • Person

Ο Ανδρέας Γαβριηλίδης ήταν συγγραφέας, δημοσιογράφος σε κυπριακές εφημερίδες. Αρχηγός της Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως Κύπρου (ίδρυση 1921). Διατηρούσε στενές επαφές με τον Γρίβα και ήταν σύμβουλος του Μακάριου το 1958, έλαβε μέρος στη σύνταξη της Β΄ Μαύρης Βίβλου για το Κυπριακό.

Γρυπάρης, Ιωάννης

  • Person
  • 1871-1942

Ο Γιάννης Γρυπάρης γεννήθηκε στις 17 Ιουλίου 1871 στη Σίφνο. Το 1874 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Πόλη. Ο Γρυπάρης φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή (1884-1888). Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών (1888-1892). Το 1897 αρίστευσε στις πτυχιακές εξετάσεις. Υπηρέτησε στην εκπαίδευση ως Σχολάρχης στο Σκούταρι Πόλης (1893-1894), στην Αρτάκη (1894-1895), στο Διπλοκιόνιον Πόλης (1895-1896), στη Σίφνο (1897-1899), στις Σπέτσες (1899-1901), στη Σίφνο (1904), καθηγητής στο Γυμνάσιο Άμφισσας (1904-1907), Σχολάρχης στη Μύκονο (1907-1910), καθηγητής στο Αίγιο (1910-1911), καθηγητής στην Αθήνα (1911-1913), καθηγητής Βαρβακείου (1913), Γυμνασιάρχης στο Γύθειο (1914-1915), γυμνασιάρχης στο Μεσολόγγι (1915-1917), Γενικός Επιθεωρητής Θ΄ Περιφερείας στη Χαλκίδα (1917-1920), καθηγητής στην ιδιωτική σχολή Αηδονοπούλου (1921-1922), Τμηματάρχης Α΄ στο Τμήμα Γραμμάτων και Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας (1923-1926), Διευθυντής Επιστημών και Τεχνών Υπουργείου Παιδείας (1926-1930), διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου (1930-1935). Παρέμεινε στο εξωτερικό από το 1912 (οπότε και παντρεύτηκε στη Νεάπολη της Ιταλίας) ως το 1914. Πέθανε την 1η Ιουλίου 1942.
Το 1889 εξέδωσε με συμφοιτητές του το περιοδικό Ελικών, όπου συνεργάστηκε με ψευδώνυμο Όλπις ο Γρυπεύς. Το 1892 υπέβαλε στο Φιλαδέλφειο διαγωνισμό τη συλλογή «Δειλινά» και την ίδια χρονιά δημοσίευσε ποιήματα με ψευδώνυμο Γιάννης Αρτεμωνιάτης. Τον Οκτώβριο του 1892 δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά ποιήμά του στο περιοδικό Εστία. Από το 1893 συνεργάστηκε στο περιοδικό Φιλολογική Ηχώ της Πόλης. Το 1895 δημοσιεύθηκαν δώδεκα «Σκαραβαίοι» του στο περιοδικό Εστία προκαλώντας αντιφατικές αντιδράσεις. Από το 1896 εξέδωσε ο ίδιος τη Φιλολογική Ηχώ. Το 1911 κυκλοφόρησαν στη Βιβλιοθήκη Φέξη τρεις μεταφράσεις του Αισχύλου. Την ίδια χρονιά δημοσιεύθηκαν τα περισσότερα ποιήματά του στο περιοδικό Γράμματα Αλεξανδρείας. Το 1919 εκδόθηκαν οι Σκαραβαίοι και Τερακόττες και βραβεύθηκαν με το Αριστείο Γραμμάτων. Το 1925 εργάστηκε ως διευθυντής Συντάξεως της Εικονογραφημένης της Ελλάδος. Το 1929 παραστάθηκε στις Δελφικές γιορτές ο Προμηθέας Δεσμώτης σε μετάφραση δική του και το 1937 κυκλοφόρησε ολοκληρωμένος ο Αισχύλος του από τις εκδόσεις Εστία.

Μακκά, οικογένεια

  • Family

Ο Γεώργιος Α. Μακκάς (1818-1909) γεννήθηκε στη Χίο και σπούδασε ιατρική στο Μόναχο, συμπληρώνοντας τις σπουδές του στη Λειψία, στο Παρίσι και τη Βιέννη. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, εξάσκησε το επάγγελμά του στη Σύρο (1840-1848) και κατόπιν διορίστηκε καθηγητής στην Αθήνα. Διετέλεσε αρχίατρος του Βασιλιά Γεωργίου, ιδρυτικό μέλος του «Ευαγγελισμού» και πρόεδρος του Δ.Σ. του Δρομοκαϊτίου. Παντρεύτηκε την Μαριγώ (Μαρία) Ταρποχτζή, κόρη του Αργύρη και της Κωστάντζας, με την οποία απέκτησε μαζί της 10 παιδιά: την Ειρήνη, τον Κωνσταντίνο, τον Νικόλαο, τον Πέτρο, την Αγγελική, την Αλεξάνδρα, τον Δημήτριο, την Ελένη, την Ιουλία και τον Στέφανο.

Ο Νικόλαος Γ. Μακκάς (1847-1935), γιος του Γεωργίου Μακκά, ήταν ιατρός. Γεννήθηκε στη Σύρο και πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα στη Βιέννη (1870) και στη συνέχεια διετέλεσε τακτικός καθηγητής της φαρμακολογίας, της ειδικής νοσολογίας και της παθολογικής κλινικής (1893-1917). Ήταν ένας από τους διευθυντές και ιδρυτές του περιοδικού Γαληνός. Παντρεύτηκε την Αργυρώ Ροδοκανάκη το 1876. Το ζεύγος απέκτησε τρία παιδιά: τον Γεώργιο, τον Ματθαίο και την Δέσποινα.

Ο Γεώργιος Ν. Μακκάς (1877-1946), γιος του Νικολάου, ήταν παιδίατρος με σπουδές στη Βιέννη, στο Παρίσι και το Βερολίνο. Το 1929 διορίστηκε τακτικός καθηγητής στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1935 απολύθηκε για πολιτικούς λόγους (δικτατορία Κονδύλη) και το 1936 επανήλθε στο Πανεπιστήμιο. Παντρεύτηκε την Κλεοπάτρα Νικολαΐδου και απέκτησαν δύο κόρες: την Ρέα και την Έλλη.

Ο Νικόλαος Κ. Μακκάς (1875-1950), πρώτος εξάδελφος του Γεωργίου, ήταν ναύαρχος, πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους, στη Μικρασιατική Εκστρατεία και στην συνέχεια ανέλαβε διάφορες διοικητικές θέσεις στο ναυτικό μεταξύ των οποίων και την αρχηγεία του στόλου. Παντρεύτηκε την Ελένη Ζλατάνου (κόρη της Αικατερίνης) και απέκτησαν τέσσερα παιδιά: την Ειρήνη (Ιρέν), τη Λίλιαν, την Αλεξάνδρα (Αλέκα) και τον Γρηγόριο.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: εγκυκλοπαίδεια Ήλιος, υλικό του αρχείου, αρχείο Ρωξάνης Φέσσα]

Ματθαίος (Μαθιός) Ν. Μακκάς (1879-1965)
Δευτερότοκος γιος του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1879. Σπούδασε Ιατρική στη Βιέννη και εργάστηκε ως επιμελητής σε Χειρουργικές Κλινικές στο Μπρεσλάου και στη Βόννη. Υφηγητής το 1912 στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, διετέλεσε διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής του «Ευαγγελισμού» (1914-1930) και στη συνέχεια του «Ερυθρού Σταυρού» (1930-1954), ενώ ήταν πρόεδρος της Διοικητικής Επιτροπής του νοσοκομείου. Παντρεύτηκε το 1927 την Δότη Βερροιοπούλου (1888-1966) με την οποία δεν απέκτησαν παιδιά.

Αλέξανδρος (Αλέκος) Ν. Μακκάς (1886-1967)
Τριτότοκος γιος του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1886. Σπούδασε Φυσικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας (1902-1906) και Χημεία στο πανεπιστήμιο Μονάχου (1908-1914). Εργάστηκε στο χημικό εργαστήριο του υπουργείου Επισιτισμού (1917-1923) και ως διευθυντής στα εργοστάσια: «Κεραμεία Ζακύνθου» (1925-1929), στην «Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Βιομηχανικών Επιχειρήσεων Γύψου» στον Πειραιά (1929-1934), στην Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Εμπορίου Γεωργικών Προϊόντων (1934-1947). Εργάστηκε επίσης ως υπάλληλος από το 1947 και εντεύθεν στα Κλωστοΰφαντήρια Χαλκίδος, επιχείρηση του γαμπρού του Αντώνη Φωτιάδη. Ασχολήθηκε με τα γενεαλογικά διάφορων χιώτικων οικογενειών και της οικογένειας Μακκά. Πέθανε στην Αθήνα, στα 81 του χρόνια, το 1967.

Δέσποινα Ν. Μακκά (1892-1990)
Κόρη του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1892. Παντρεύτηκε το 1922 τον Αντώνη Φ. Φωτιάδη. Είχε ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και γνώριζε καλά εκτός από ελληνικά, γερμανικά, αγγλικά, γαλλικά λίγα ιταλικά και ινδικά. Ήταν πρώτη εξαδέλφη του γλωσσολόγου Μανόλη Τριανταφυλλίδη και πίστεψε από πολύ νέα στο δημοτικισμό. Είχε ευχέρεια στο γράψιμο και τα τελευταία χρόνια της ζωής της έγραψε διάφορες αναμνήσεις από τη ζωή της (Ομηρία 1944), την οικογένειά της και τη ζωή των Ελλήνων στην Ινδία. Ήταν βενιζελική και ασχολήθηκε από νέα με φιλανθρωπικές δραστηριότητες. Το 1940-41 εργάστηκε ως εθελόντρια και ήταν υπεύθυνη για τα συσσίτια και την ψυχαγωγία των ασθενών. Ασχολήθηκε, όπως και ο αδελφός της Αλέκος, με τα γενεαλογικά της πατρικής και μητρικής της οικογένειας. Πέθανε 98 χρονών, στην Αθήνα το 1990.

[Τα βιογραφικά στοιχεία αντλήθηκαν από το υλικό του αρχείου. Τα γενεαλογικά και βιογραφικά στοιχεία στο αρχείο αφθονούν και αποτελούν το κυρίως περιεχόμενό του, ώστε οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει ανατρέξουν για πληρέστερες βιογραφικές πληροφορίες στο ίδιο το υλικό].

Δεληγεώργη, οικογένεια

  • Family

Το αρχείο της οικογένειας Δεληγεώργη μας δίνει τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε την πορεία και εξέλιξη της οικογένειας από τον πάππο Μήτρο Δεληγεώργη και τον μετεπαναστατικό και οθωνικό περίγυρο στον οποίο έζησε και έδρασε, μέχρι τον εγγονό του Αλέξανδρο, γέννημα και θρέμμα μιας αστικής πλέον οικογένειας με μεγάλη κτηματική περιουσία και πολιτικές καταβολές, ο οποίος βρέθηκε την περίοδο του Μεσοπολέμου σε δεινή οικονομική κατάσταση. Ο κύκλος της ενασχόλησης της οικογένειας με την πολιτική διεκόπη με τον θάνατο του Επαμεινώνδα το 1879 και έκλεισε γύρω στο 1900, όταν ο αδελφός του Λεωνίδας αποσύρθηκε οριστικά από την πολιτική. Ο κύκλος των κτηματικών εισοδημάτων της οικογένειας του Λεωνίδα στη Θεσσαλία, έκλεισε με την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών το 1920. Τα δύο αγόρια της τρίτης γενεάς, γόνοι πολιτικών και γαιοκτημόνων ασχολήθηκαν, περνώντας για ένα διάστημα από το υπουργείο Εξωτερικών, ο πρωτότοκος Επαμεινώνδας (που πέθανε πολύ νέος) με την ποίηση και τα γράμματα, ο μικρότερος Αλέξανδρος, ως δημόσιος υπάλληλος, με τη Βιβλιοθήκη της Βουλής.

Δημήτριος (Μήτρος) Δεληγεώργης (1785-1860)

Ο Μήτρος Δεληγεώργης, φρούραρχος Μεσολογγίου στις πολιορκίες της πόλης από τους Τούρκους, κατόρθωσε μετά την ηρωϊκή έξοδο των Μεσολογγιτών (10 Απριλίου 1826) να καταφύγει με τους διασωθέντες στρατιώτες του στο Ναύπλιο, όπου το 1826 διορίστηκε φρούραρχος στο Μπούρτζι και το 1828 ανέλαβε με εντολή του Ι.Καποδίστρια τη αρχηγία της Ενόπλου Εκτελεστικής Δυνάμεως της Πελοποννήσου. Στη διάρκεια της βασιλείας του Όθωνα προσέφερε τις υπηρεσίες του στην καταδίωξη της ληστείας και στην επιβολή της τάξης, διοριζόμενος και προβιβαζόμενος στη Χωροφυλακή και στον Στρατό:

1833 Ταγματάρχης Χωροφυλακής

1838-39 Αρχηγός των Μεταβατικών Σωμάτων Δυτικής Ελλάδας

1840 Αρχηγός των Μεταβατικών Σωμάτων όλης της Πελοποννήσου

1840 (τέλος) Αρχηγός στρατευμάτων Φθιώτιδας προς καταδίωξη της αποστασίας των Βελέντζα

1844 Αρχηγός των στρατευμάτων Αχαϊοήλιδος, Αρχηγός Χωροφυλακής, Αρχηγός Στρατευμάτων της Δυτικής Ελλάδας και της Αχαϊοήλιδος

1845 Αρχηγός των στρατευμάτων κατά της αποστασίας της Λακωνίας

1847 Αρχηγός των στρατευμάτων κατά της αποστασίας του Θ.Γρίβα

1848 (Φεβρ.) Παύεται από τη θέση του Αρχηγού της Χωροφυλακής και διορίζεται νομοεπιθεωρητής Αργολίδος

1849-1850 Αρχηγός των στρατευμάτων Πελοποννήσου

1853 Παύεται από νομοεπιθεωρητής και μετατίθεται στην Φάλαγγα

1854 (Μάιος) Αρχηγός Στρατευμάτων Δυτικής Ελλάδας

1855 Επανήλθε στη Φάλαγγα.

Ο Μήτρος Δεληγεώργης ακολούθησε όπως οι περισσότεροι αγωνιστές και καπεταναίοι της Επανάστασης, την πορεία και την τύχη όσων εντάχθηκαν στον οθωνικό τακτικό στρατό και ανέπτυξαν προσωπικούς και πολιτικούς δεσμούς με τους κομματικούς παράγοντες. Στρατηγός το 1825, πέθανε συνταγματάρχης της Φάλαγγας, του τιμητικού αυτού σώματος των αγωνιστών που δημιουργήθηκε το 1835, έχοντας προικοδοτηθεί με εθνικές γαίες στην περιοχή της πατρίδας του.

Ο Μήτρος είχε παντρευτεί την Χρυσάϊδω Μπενεδέτου από την Ιθάκη με την οποία απέκτησαν πέντε παιδιά: την Πηνελόπη, σύζυγο Αθ.Ν.Δροσίνη, την Μαρία, σύζυγο Φιλάρετου, τον Επαμεινώνδα (πολιτικό και πρωθυπουργό), σύζυγο της Ξανθής Λ. Γιουρδή, τον Θεμιστοκλή, και τον Λεωνίδα, σύζυγο της Θεανώς Χρηστάκη Ζωγράφου.

Μνημείο με την προτομή του έχει στηθεί στον Κήπο των Ηρώων στο Μεσολόγγι, τα δε όπλα του (καρυοφίλια, πιστόλι, γιαταγάνια, πάλα) και αντικείμενα που του ανήκαν ( παλάσκες, φέρμελη, γιλέκα, σελάχι, φουστανέλλα) δωρήθηκαν το 1924 από τον γιο του Λεωνίδα στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος.

Επαμεινώνδας Δ. Δεληγεώργης (1829-1879)

Γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1829. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στην Τρίπολη και στο Μεσολόγγι, ενώ ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές και πανεπιστημιακές σπουδές του στην Αθήνα, σπουδάζοντας Νομικά. Άρχισε να δικηγορεί το 1850, ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν έγινε το ίνδαλμα της φιλελεύθερης “χρυσής νεολαίας". Εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής Μεσολογγίου το 1859 και τάχθηκε ανοιχτά κατά της δυναστείας, με αποτέλεσμα να αποκλεισθεί από τη Βουλή ως αντιπολιτευόμενος, και μετά την επανάσταση του Ναυπλίου να συλληφθεί και εξοριστεί στην Κύθνο και Μύκονο. Υπουργός Δημοσίας Εκπαιδεύσεως στην πρώτη κυβέρνηση μετά την έξωση του Όθωνα (Οκτ.1862), πρωθυπουργός ολιγοήμερων κυβερνήσεων τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 1865, ανέλαβε το 1866 υπουργός Εξωτερικών και προσωρινός υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Δ.Βούλγαρη. Αρχηγός του δικού του πολιτικού κόμματος, τέσσερεις φορές πρωθυπουργός από το 1870 έως τον θάνατό του (1870, 1872, 1876, 1877), διέθετε μεγάλη δημοτικότητα και ρητορικές ικανότητες. Ο Επαμεινώνδας Δεληγεώργης αποσύρθηκε από την πολιτική στις αρχές του 1878 και ένα χρόνο αργότερα πέθανε σε ηλικία 50 ετών. Παντρεύτηκε την Ξανθή, κόρη του Υδραίου Λαζάρου Γιουρδή, με την οποία απέκτησαν πέντε παιδιά: τον Δημήτριο, την Πηνελόπη, την Λίζα (σύζυγο Μ.Μαλακάση), την Μαρία και τον Κωνσταντίνο.

Λεωνίδας Δ. Δεληγεώρης (1839-1928) - Θεανώ Λ. Δεληγεώργη (1858-1922)

Ο Λεωνίδας, μικρότερος γιος του Δημητρίου και της Χρυσάϊδως Δεληγεώργη, γεννήθηκε στο Μεσολόγγι το 1839. Μαθητής της Σχολής των Παλαμάδων, σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Στα φοιτητικά του χρόνια ακολουθώντας την πολιτική του αδελφού του Επαμεινώνδα, έλαβε μέρος στις αντι-οθωνικές εξεγέρσεις της νεολαίας και υπήρξε συντάκτης της εφημερίδας Το Μέλλον της Πατρίδας. Την εποχή που ο αδελφός του δημιούργησε πολιτικό κόμμα, ο Λεωνίδας ανέλαβε τη διεύθυνση του δημοσιογραφικού οργάνου του Εφημερίς των Συζητήσεων, όπου πραγματεύθηκε πολιτικά και οικονομικά θέματα υποστηρίζοντας αντισλαυϊκή πολιτική. Μετά τον θάνατο του αδελφού του, πολιτεύθηκε στο Μεσολόγγι ως αντίπαλος του Χ.Τρικούπη, παραμένοντας ανεξάρτητος στη Βουλή, ενώ το 1890 συμμετείχε στην κυβέρνηση Θ.Δεληγιάννη ως υπουργός Εξωτερικών. Το 1902 αποσύρθηκε οριστικά από την πολιτική για λόγους υγείας και ασχολήθηκε με την πλούσια βιβλιοθήκη του και τη συγγραφή οικονομικών μελετών.

Παντρεύτηκε τη Θεανώ, κόρη του Ηπειρώτη τραπεζίτη και μεγαλοκτηματία Χρηστάκη Ζωγράφου, που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1858 και πέθανε στο Μεράν της Ελβετίας το 1922. Η Θεανώ είχε άλλα τέσσερα αδέλφια: τον Σόλωνα, τη Μαρία (1847-1901), σύζυγο Κωνσταντίνου Καραπάνου, τη Σοφία, σύζυγο Αλέξανδρου Ρώμα και τον Γεώργιο (1863-1920), βουλευτή, υπουργό Εξωτερικών και αρχηγό της κίνησης Αυτονομίας της Ηπείρου το 1914.

Ο Λεωνίδας και η Θεανώ απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τον Επαμεινώνδα, τη Σοφία, τη Δώρα, σύζυγο Κωνσταντίνου Βάσου και τον Αλέξανδρο. Πέθανε στην Αθήνα το 1928.

Σοφία Λ. Δεληγεώργη (1880-1938)

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του 1880 και έζησε για μεγάλα διαστήματα στη Γαλλία, Γερμανία και στην Ελβετία. Η Σοφία ενδιαφέρθηκε για την ποίηση και τα λογοτεχνικά κινήματα της εποχής καθώς και για την προβολή του έργου και της προσωπικότητας του πρόωρα χαμένου αδελφού της Νώντα. Παρ’ότι έπασχε από φυματίωση και νοσηλεύτηκε συχνά σε σανατόρια της Γερμανίας (το 1904 με τον αδελφό της Νώντα) και της Ελβετίας (Leysin), εργάστηκε με αυτοθυσία ως αδελφή νοσοκόμα του Ερυθρού Σταυρού στους Βαλκανικούς Πολέμους και στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Στο Εσκί-Χισάρ άλλωστε, το 1921 αναγκάστηκε να νοσηλευτεί η ίδια μαζί με τους τραυματισμένους στρατιώτες, διότι η υγεία της ήταν σε κακή κατάσταση.

Έμεινε ανύπαντρη και έζησε μαζί με τον αδελφό της Αλέξανδρο στο πατρικό τους σπίτι, αντιμετωπίζοντας σοβαρή οικονομική στενότητα, μέχρι το θάνατό της που επήλθε στις 13 Ιουλίου 1938.

Επαμεινώνδας Λ. Δεληγεώργης (1883-1908)

Ο Επαμεινώνδας (Νώντας) γεννήθηκε στο Παρίσι το 1883. Μαθητής παρισινού κολλεγίου το 1896-1899, πήγε στη Δρέσδη της Γερμανίας το 1900 με προοπτική να παρακολουθήσει τα μαθήματα του Πολυτεχνείου. Επέλεξε τελικά τη νομική επιστήμη σπουδάζοντας στα Πανεπιστήμια του Μονάχου, της Λειψίας και της Χαϊδελβέργης. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του με τη συγγραφή διδακτορικής διατριβής με θέμα “Die Kapitulationes der Turkei" και το 1906 επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου εργάστηκε για δύο χρόνια ως ακόλουθος στο υπουργείο Εξωτερικών, αρθρογραφώντας τακτικά για την πολιτική κατάσταση των Βαλκανίων στη γαλλική εφημερίδα Le Gaulois καθώς και στην εφημερίδα του Σπ.Παππά Le Monde Hellenique.

Ο Νώντας Δεληγεώργης ασχολήθηκε στο σύντομο πέρασμά του από την ζωή με τα γράμματα και την ποίηση, αφήνοντας σε όλους τους συνεργάτες του τις καλύτερες εντυπώσεις ενός λαμπρού και πολλά υποσχόμενου νέου. Έγραψε δύο αξιόλογες μελέτες για τον Α.Καρκαβίτσα και τον Αλ.Παπαδιαμάντη που δημοσιεύθηκαν στο Νέον Άστυ και στην Monde Hellenique και μία συλλογή ποιημάτων με τίτλο “Rythmes du Reve et de la Mort" και πρόλογο του Jean Moreas, που εκδόθηκε από τον Vanier στο Παρίσι, λίγο μετά τον θάνατό του. Ο απροσδόκητος θάνατος του Νώντα, σε ηλικία μόλις 25 ετών, από τυφοειδή πυρετό, βύθισε στο πένθος, τον Νοέμβριο του 1908, την οικογένειά του και τους φιλολογικούς κύκλους που είχαν γνωρίσει τον ίδιο και το έργο του. Ενδιαφέρουσες μαρτυρίες και κρίσεις για το έργο του νέου ποιητή έγραψαν οι Κ.Παλαμάς, Μ.Μαλακάσης, Κ.Ουράνης, Σπ.Παππάς, Δ.Κακλαμάνος και ο Α.Ανρεάδης.

Δώρα Λ. Δεληγέωργη (1888-1966)

Παντρεύτηκε το 1916 τον αξιωματικό του Στρατού και γιο του Τιμολέοντα Βάσου, Κωνσταντίνο Βάσο (1886-1963) με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά: τον Αλέξανδρο και την Αλμερή (Άλμα), σύζυγο Ιωάννη Τσερέζολε.

Αλέξανδρος Λ. Δεληγεώργης (1890-1940)

Το τελευταίο παιδί του Λεωνίδα και της Θεανώς Δεληγεώργη γεννήθηκε το 1890. Ο Αλέξανδρος (Αλέκος), έδωσε εξετάσεις και μπήκε στο υπουργείο Εξωτερικών το 1910, ενώ στους Βαλκανικούς πολέμους υπηρέτησε ως δεκανέας. Το 1921 ήταν διπλωματικός υπάλληλος στην πρεσβεία της Ρώμης και το 1922 μετατέθηκε ως επιτετραμμένος στη Χάγη, όπου παρέλαβε την ελληνική πρεσβεία από τον Σπ. Λεβίδη. Εργάστηκε επίσης ως τμηματάρχης στη Βιβλιοθήκη της Βουλής, απ’όπου συνταξιοδοτήθηκε το 1938. Πέθανε άγαμος στην Αθήνα στις 16 Ιουνίου 1940. Ο Αλέκος είχε, ως νέος, αδυναμία στις γυναίκες, στο ποτό και στα χαρτιά, ενώ η ζωή που έκανε ο ίδιος και οι παρέες του, στεναχωρούσε ιδιαίτερα του γονείς του. Επηρεασμένος από τις λαμπρές λογοτεχνικές ικανότητες και το έργο του αδελφού του Νώντα, αποπειράθηκε και ο ίδιος να ασχοληθεί με το γράψιμο.

Δημάκος, Μενέλαος

  • Person

Αντιβενιζελικός αξιωματικός, έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους στις μάχες Ελασσόνος, Σαρανταπόρου, Ζόροβιρς, Κορυτσάς (Α΄ Βαλκανικός) και Μπέλες, Κρέσνα, Κιλκίς-Λαχανά (Β΄ Βαλκανικός). Για τη συμμετοχή του στους πολέμους αυτούς έλαβε αναμνηστικό μετάλλιο το 1914. Μετείχε στην Αντεπανάσταση του 1923 και αποτάχθηκε μετά την κατάπνιξη του κινήματος μαζί με όλους τους αντιβενιζελικούς. Επανήλθε στην ενεργή δράση το 1925. Προήχθη σε ταγματάρχη το 1932.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: υλικό του αρχείου]

Results 8401 to 8500 of 16941