Εμφανίζει 16770 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Χατζηκυριάκος - Γκίκας, Νίκος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1906 - 1994

Ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας γεννήθηκε στην Αθήνα στις 26 Φεβρουαρίου 1906. Μαθητής του Παρθένη στην Αθήνα, έφυγε το 1922 για το Παρίσι, όπου σπούδασε Γαλλική Φιλολογία και Αισθητική στη Σορβόννη, και Ζωγραφική και Χαρακτική στην Académie Ranson με δασκάλους τον Roger Bissière και τον Δημήτρη Γαλάνη. Πραγματοποιεί την πρώτη του έκθεση στο Παρίσι το 1923 και στη συνέχεια συμμετέχει σε πολλές ομαδικές εκθέσεις. Η πρώτη του ατομική έκθεση οργανώνεται το 1927 στο Παρίσι στην Galerie Percier, και παρουσιάζεται από τον Maurice Raynal. Στην Αθήνα εκθέτει για πρώτη φορά το 1928, με τον γλύπτη Μιχάλη Τόμπρο. Στα 1935-1937 ο Γκίκας συνεργάζεται με τον Δημήτρη Πικιώνη, τον Τάκη Παπατσώνη και τον Σωκράτη Καραντινό στην έκδοση του περιοδικού Το Τρίτο Μάτι. Το 1941 εκλέγεται καθηγητής στην έδρα του Σχεδίου της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, όπου και δίδαξε έως το 1958. Το 1972 εκλέγεται τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και το 1986 επίτιμο μέλος της Royal Academy of Arts του Λονδίνου. Ανακηρύσσεται επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (1991). Περισσότερες από 50 εκθέσεις του καλλιτέχνη έχουν οργανωθεί κατά καιρούς στην Αθήνα, το Παρίσι, Λονδίνο, Γενεύη, Βερολίνο, Ν. Υόρκη κ.α. Έργα του Γκίκα βρίσκονται σε πολλές ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, καθώς και σε μουσεία, όπως στο Musée d’ Art Moderne – Παρίσι, στην Tate Gallery – Λονδίνο, στο Metropolitan Museum of Art – Ν. Υόρκη, στην Εθνική Πινακοθήκη των Αθηνών. Εκτός από τη ζωγραφική, ο Γκίκας ασχολήθηκε δημιουργικά και με τη γλυπτική, τη χαρακτική, τη σκηνογραφία και την εικονογράφηση βιβλίων. Και ακόμα συνέγραψε βιβλία, άρθρα και μελέτες για την Αρχιτεκτονική και την Αισθητική, καθώς και δοκίμια για την ελληνική τέχνη. Ο καλλιτέχνης πεθαίνει στις 3 Σεπτεμβρίου 1994 στην Αθήνα.

Χατζηδάκις, Γεώργιος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1848 - 1941

Ο Γεώργιος Χατζιδάκις σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ήταν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, υπήρξε θεμελιωτής της επιστήμης της γλωσσολογίας στην Ελλάδα. Υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη της Ακαδημίας Αθηνών.

Χατζηγιάννης, Δημήτριος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1887 ή 1888- 1973

Ο Δημήτριος Χατζηγιάννης διετέλεσε 3 φορές δήμαρχος Λαρισαίων, βουλευτής, υπουργός και υφυπουργός Γεωργίας.

Χατζηβασιλείου, Ορέστης Ε.

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1933 - 1991

Συνδικαλιστής. Πρόεδρος του Συλλόγου Εργαζοµένων στο Φωταέριο Αθήνας από το 1947, ο Ορέστης Χατζηβασιλείου (Αϊδίνιο Μ. Ασίας 1915 - Αθήνα 1991) δραστηριοποιήθηκε ταυτόχρονα στο χώρο της Πανελλήνιας Οµοσπονδίας Ηλεκτρισµού και από το 1956 συµµετείχε στη συγκρότηση των Συνεργαζοµένων Σωµατείων, τα οποία απετέλεσαν το πρόπλασµα των 115 Συνεργαζόµενων Εργατοϋπαλληλικών Οργανώσεων ΣΕΟ (1962-1967). Το 1960 εκλέχτηκε εκτελεστικός του Εργατικού Κέντρου Αθηνών (ΕΚΑ). Ιδρυτικό µέλος του ΑΕΜ τον Αύγουστο του 1967. Στη µεταπολίτευση ηγήθηκε πάλι του ΑΕΜ και εκλέχτηκε εκτελεστικός της ΓΣΕΕ, της οποίας διετέλεσε πρόεδρος το 1982-1983. Συµµετείχε στην Οικονοµική και Κοινωνική Επιτροπή της ΕΟΚ και διετέλεσε µέλος της πρώτης ΚΕ της Ε.ΑΡ.

Χατζηαναστασίου, Τάσος

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Τάσος Χατζηαναστασίου γεννήθηκε στην Λευκωσία της Κύπρου το 1965 και σπούδασε Ιστορία και Φιλοσοφία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το 1998 υποστήριξε την διατριβή του η οποία είχε θέμα Ένοπλες ομάδες αντίστασης κατά της βουλγαρικής Κατοχής της Ανατ. Μακεδονίας και της Δυτ. Θράκης, 1941-1944. Το μεγαλύτερο μέρος της δημοσιεύθηκε το 2003 με τίτλο Αντάρτες και Καπετάνιοι, Η εθνική αντίσταση κατά της βουλγαρικής κατοχής της Ανατ. Μακεδονίας και της Θράκης, 1942-1944. Ειδικά για τα γεγονότα της Δράμας συνέγραψε με τον Δ. Πασχαλίδη την μονογραφία Τα γεγονότα της Δράμας Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 1941, εξέγερση ή προβοκάτσια; η οποία τιμήθηκε με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων και μελετών. Έχει διδάξει στα πανεπιστήμια Κρήτης, Παλέρμο και Κύπρου. Από το 2009 ζει και εργάζεται ως φιλόλογος στο Ναύπλιο.
[Πηγές : www.biblionet.gr]

Χατζίσκος, Νίκος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1938- ;

Ο Νίκος Χατζίσκος γεννήθηκε στην Αθήνα. Απόφοιτος της δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη σκηνή το 1938, στον ρόλο του Κήρυκα στον Βασιλιά Ληρ του Σαίξπηρ (σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη). Στην κρατική σκηνή παρέμεινε μέχρι το 1941 και ακολούθησαν συνεργασίες του με τους θιάσους Κατερίνας Ανδρεάδη (1942-1945), Μαρίκας Κοτοπούλη (1945), Ενωμένων Καλλιτεχνών (1945) και Αυλαία (1945-1946). Το καλοκαίρι του 1946 συγκρότησε από κοινού με τη Μελίνα Μερκούρη τον βραχύβιο θίασο Νέα Σκηνή και από το φθινόπωρο του ίδιου έτους ώς το 1954 επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο, με εξαίρεση τη χειμερινή περίοδο 1950-1951, οπότε εντάχτηκε στον βραχύβιο θίασο Ελληνική Σκηνή, που είχε συστήσει ο Δημήτρης Ροντήρης μετά την αποχώρησή του από τη διεύθυνση του Εθνικού. Το καλοκαίρι του 1954 ο Χατζίσκος ίδρυσε το αθηναϊκό θερινό θέατρο Εθνικού Κήπου, στο πλαίσιο της λειτουργίας του οποίου (μέχρι το 1957) συνεργάστηκε με την ηθοποιό Τιτίκα Νικηφοράκη, έκτοτε σύντροφο της ζωής του και μόνιμη πρωταγωνίστριά του. Η Τιτίκα Νικηφοράκη, γεννημένη στα Χανιά, είχε σπουδάσει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (όπου είχε γνωρίσει τον πρώτο της σύζυγο, τον ζωγράφο Νίκο Νικολάου) και στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Αφετηρία της επαγγελματικής πορείας της στην κρατική σκηνή στάθηκε ο Πέερ Γκυντ του Ερρίκου Ίψεν (1935, σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη). Τα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι το 1954, η Νικηφοράκη ήταν πρωταγωνιστικό στέλεχος του Εθνικού Θεάτρου, με εξαίρεση την περίοδο 1943-1945, οπότε συνεργάστηκε με τον θίασο Βάσως Μανωλίδου και Γιώργου Παππά. Το 1958, το ζεύγος Χατζίσκου – Νικηφοράκη ίδρυσε το θερινό Υπαίθριο Θέατρο Νίκου Χατζίσκου στο Πεδίο του Άρεως (οδός Μαυρομματαίων) που παρουσίασε έργα από το ελληνικό και το παγκόσμιο ρεπερτόριο μέχρι το 1963, ενώ από το 1963 ώς το 1965 συνεργάστηκαν με το Πειραϊκό Θέατρο του Δημήτρη Ροντήρη. Το 1966 ίδρυσαν τον Θίασο Ρεπερτορίου, που στεγάστηκε αρχικά στο θέατρο Φλορίντα και από το 1967 ώς το 1983 στο θέατρο Κάβα της οδού Σταδίου. Το 1976 ίδρυσαν ένα ακόμη ανοιχτό θέατρο, το «Θέατρο μέσα στη θάλασσα», λυόμενη κατασκευή στηριγμένη μέσα στον θαλάσσιο χώρο του Φαληρικού Δέλτα, όπου παρουσίασαν για δύο καλοκαίρια (1976 και 1977) τον Έμπορο της Βενετίας του Σαίξπηρ. Η τελευταία θεατρική δραστηριότητα του Νίκου Χατζίσκου ήταν η διεύθυνση του περιοδεύοντος κρατικού θιάσου Άρμα Θέσπιδος (1980-1982). Ο Νίκος Χατζίσκος εμφανίστηκε επίσης σε κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Η Τιτίκα Νικηφοράκη ασχολήθηκε και με την ποίηση, τη θεατρική μετάφραση και τη διδασκαλία του μαθήματος της υποκριτικής στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, ενώ μετά τον θάνατο του Νίκου Χατζίσκου και μέχρι το 1985, ανέλαβε τη διεύθυνση του θεάτρου Κάβα.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικών: 1) Έξαρχος, Θεόδωρος, Έλληνες ηθοποιοί «Αναζητώντας τις ρίζες», τόμος δεύτερος (Ν-Ω), Αθήνα – Γιάννινα, Δωδώνη, 1996, σ. 327-329, 494-496. 2) Νικηφοράκη, Τιτίκα (επιμ.), Νίκος Χατζίσκος. Η ζωή και το έργο του, Αθήνα, 1993].

Χατζίσκος, Δημήτριος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1805 - 1877

Αγωνιστής της Επανάστασης με σημαντική πολιτική δράση

Χατζής, Δημήτρης

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1913 - 1981

Ο Δημήτρης Χατζής γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1913 και πέρασε εκεί τα παιδικά του χρόνια. Ήταν γιος του λογίου και ποιητή Γεωργίου Χατζή (με το ψευδώνυμο Πελλερέν), εκδότη της εφημερίδας Ήπειρος. Μαζί με τον μικρότερό του αδελφό, συνέχισε τις γυμνασιακές του σπουδές στην Ιόνιο Σχολή στην Αθήνα, αποφοίτησε όμως από την Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων, καθώς μετά τον θάνατο του πατέρα τους το 1930, τα δύο αδέλφια αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στη γενέτειρά τους. Στα Γιάννενα, παράλληλα με το Γυμνάσιο, ο Χατζής είχε αναλάβει την έκδοση της εφημερίδας του πατέρα του και την συντήρηση της πολυμελούς οικογένειάς του. Στην συνέχεια ενεγράφη στη Νομική Σχολή Αθηνών την οποία για οικονομικούς λόγους εγκατέλειψε. Ως το 1936 δημοσίευε ποιήματά του στον ηπειρώτικο και αθηναϊκό τύπο με ψευδώνυμο. Ενεργό μέλος του Κομμουνιστικού Κόματος από το 1935 στα Γιάννενα, το 1936 συνελήφθη από την αστυνομία της δικτατορίας του Μεταξά και εξορίστηκε στην Φολέγανδρο. Μετά από μερικούς μήνες αφέθηκε ελεύθερος και εργασθηκε στην Αθήνα ως δημοσιογράφος. Το 1940 στρατεύθηκε, χωρίς να σταλή στο μέτωπο. Κατά την διάρκεια της Κατοχής εντάχθηκε στο ΕΑΜ και αρθρογράφησε στον παράνομο αντιστασιακό τύπο σε εφημερίδες όπως Απελευθερωτής και Ριζοσπάστης. Στο βουνό από το 1943, εργαζόταν για την εφημερίδα Ελεύθερη Ελλάδα, της οποίας, μετά την Απελεθυθέρωση και ως το 1947, διατέλεσε υπεύθυνος συντάκτης. Ενώ ήταν ακόμη στο βουνό, πληροφορήθηκε την εκτέλεση του αδελφού του Άγγελου. Το 1947 επιστρατεύτηκε στα Ιωάννινα και το καλοκαίρι του ιδίου έτους εξορίστηκε στην Ικαρία. Στη συνέχεια δραπέτευσε στον Δημοκρατικό Στρατό, και μετά την ήττα του, με δύο καταδίκες για λιποταξία από το Έκτακτο Στρατοδικείο, δραπέτευσε στη Ρουμανία. Το 1949 εγκαταστάθηκε στην Βουδαπέστη, όπου σπούδασε βυζαντινή και μεταβυζαντινή ιστορία και λογοτεχνία. Παράλληλα αρθρογραφούσε στην εφημερίδα του κομμουνιστικού κόμματος. Με την υποστήριξη του καθηγητή Μοράβσικ, το 1957, πήρε υποτροφία από την Ακαδημία Επιστημών του Βερολίνου και εργάστηκε στο Ινστιτούτο Ελληνικών Σπουδών της Ακαδημίας. Στο πανεπιστήμιο Χάμπολτ υποστήριξε την διδακτορική του διατριβή με θέμα «Μονωδίες για την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους».
Το 1962 επέστρεψε στην Ουγγαρία, όπου διετέλεσε βοηθός στην έδρα της Βυζαντινής Φιλολογίας του πανεπιστημίου της Βουδαπέστης. Εκεί ίδρυσε το Νεοελληνικό Ινστιτούτο, όπου διδάσκονταν η νεοελληνική γλώσσα και λογοτεχνία. Συνεργάστηκε με τις εκδόσεις «Europa» και επιμελήθηκε την μετάφραση νεοελληνικών, λογοτεχνικών κειμένων στα ουγγρικά. Δημοσίευσε άφθονες μελέτες για τη βυζαντινή φιλολογία, την νεοελληνική ιστορία, λογοτεχνία και λαογραφία.
Το 1968, αποπειράθηκε να εγκατασταθεί στο Παρίσι, αλλά υπό την πίεση της γαλλικής αστυνομίας, αρνούμενος να ζητήσει πολιτικό άσυλο, επέστρεψε στη Βουδαπέστη. Αρθρογράφησε στο περιοδικό Πυρσός της Ανατολικής Γερμανίας και την Επιθεώρηση Τέχνης. Το καλοκαίρι του 1973 δίδαξε στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο της Γενεύης. Μετά την πτώση της δικτάτορίας επέστρεψε στην Αθήνα, όπου οριστικά εγκαταστάθηκε τον Ιούλιο του 1975. Έδωσε πολλές διαλέξεις και ομιλίες, και συνεργάστηκε με τα περιοδικά Δομή και Αντί. Από το 1980 επιμελήθηκε και εξέδωσε τέσσερα τεύχη από το περιοδικό Πρίσμα. Παντρεύτηκε με την αρχαιολόγο Καίτη Αργυροκαστρίτου και απέκτησε μία κόρη. Πέθανε το 1981, στη Σαρωνίδα.
Έγραψε τα μυθιστορήματα: Φωτιά (1946), Το διπλό βιβλίο (1976) και τις συλλογές διηγημάτων: Το τέλος της μικρής μας πόλης (1953, 1963), Ανυπεράσπιστοι (1965), Σπουδές (1976) και Θητεία (αγωνιστικά κείμενα 1940-1950) (1979). Διαλέξεις και δοκίμιά του εκδόθηκαν με τίτλο: Το πρόσωπο του Νέου Ελληνισμού (2005).
[Πηγές: Υλικό από το αρχείο. Γιώργος Δ. Παγανός, «Δημήτρης Χατζής. Παρουσίαση - ανθολόγηση», Η μεταπολεμική πεζογραφία. Από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ’67, τόμ. Η΄, Αθήνα, Σοκόλης, 1988. Ανυπόγραφο, «Δημήτρης Χατζής», http://el.wikipedia.org/wiki (23.2.2009).

Χατζή Πανανός Θεοδοσίου

Ο Χατζή Πανανός Θεοδοσίου ήταν γιος του Θεοδοσίου Ιωάννη Μουράτ και της Σουλτάνας. Καταγόταν από την Άνδρο όπου ήταν αναγνωρισμένος Καπού Κεχαγιάς. Το 1821 κινδύνεψε να εκτελεστεί. Ήταν σπουδαίος εμπορικός παράγοντας στην Κωνσταντινούπολη, μαζί με τα παιδιά του και τα ανίψια του (Φωτιάδηδες). Πέθανε το 1843.

Χαστάογλου-Μαρτινίδη, Βίλμα

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1945-

Η Βίλμα Χαστάογλου-Μαρτινίδη είναι ομότιμη καθηγήτρια στο τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ. Σπούδασε αρχιτεκτονική στη Θεσσαλονίκη και πολεοδομία και αστική κοινωνιολογία στο Παρίσι. Έχει διδάξει σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ και της Ευρώπης και έχει δημοσιεύσει μεγάλο αριθμό επιστημονικών μελετών σε θέματα ιστορίας και σχεδιασμού της νεοελληνικής πόλης καθώς και των πόλεων της Ανατολικής Μεσογείου.

Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
www.biblionet.gr / υλικό του αρχείου.

Χασάπης, Χρήστος Α.

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Χρήστος Αριστ. Χασάπης ήταν συνδικαλιστής και αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης.

Χαρτουλάρη, Φανή

  • Φυσικό Πρόσωπο

Η Φανή Χαρτουλάρη (Αθήνα 1915 - ;) του Αναστασίου ήταν εθελόντρια του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Έλαβε το απολυτήριο Γυμνασίου το 1934 και τον επόμενο χρόνο έλαβε το Cours Superieur de Jeunes Filles του Institut Superieur d' Etudes Francaises. Το 1936 κατατάχθηκε εθελόντρια βοηθός του Ε.Ε.Σ. Πρόσφερε τις υπηρεσίες της στον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940, ενώ κατά τη διάρκεια της Κατοχής ήταν γραμματέας του αντιπροσώπου του Σουηδικού Ερυθρού Σταυρού, Dag Bergman. Για τις υπηρεσίες αυτές προήχθη στο βαθμό της Υπευθύνου Αδελφής Ε.Ε.Σ. (1947) και τιμήθηκε με το Σταυρό των Ταξιαρχών του Τάγματος της Ευποιίας. Ήταν επίσης μέλος του Σώματος Ελληνίδων Οδηγών.
[Πηγή σύνταξης βιογραφικού σημειώματος: το υλικό του αρχείου].

Χαρτοποιία Ε. Γ. Λαδόπουλου Α.Ε.

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1928 - 1991

Ιστορική χαρτοβιομηχανία της Πάτρας που ιδρύθηκε το 1928 από τον Σμυρνιό Ευάγγελο Λαδόπουλο και η οποία στα χρόνια της ακμής της τη δεακετία του 60 ήταν η μεγαλύτερη χαρτοβιομηχανία των Βαλκανίων.

Χαρτοποιία «Η Κέρκυρα»

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1913-1962 (;)

Το 1922 ιδρύεται με μορφή Ανώνυμης Εταιρείας και αρχικό κεφάλαιο ενός εκατομμυρίου δραχμών η χαρτοποιία «Κέρκυρα» και πέντε χρόνια αργότερα το ανεβάζει σε τρία εκατομμύρια. Πιθανόν η εταιρεία προϋπήρχε και άλλαξε νομική μορφή το 1922, καθώς στο Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας υπάρχει φάκελος με τίτλο Α.Ε. Χαρτοποιίας «Η Κέρκυρα» για την περίοδο 1913-1921 και χωριστός με τον ίδιο τίτλο για την περίοδο 1924-1959.
Το εργοστάσιο λειτουργεί στο Κεφαλόβρυσο (στο λιβάδι του Ρόπα, απέναντι από το βενζινάδικο στη διασταύρωση προς Έρμονες) και το 1936 απασχολεί 70 εργάτες και 4 υπαλλήλους. Τα γραφεία της Εταιρείας όμως είναι κοντά στο λιμάνι, στην παραλία του Μαντουκιού, στην οδό Ξενοφώντος Στρατηγού 56α. Η ετήσια παραγωγή (χαρτιά περιτυλίγματος, χαρτόνια κυτιοποιίας, χαρτόνια υποδηματοποιίας) φτάνει τους 1500 τόνους και διανέμεται σε όλη τη χώρα, ενώ η πρώτη ύλη εισάγεται από Γερμανία, Αγγλία και Σουηδία (δεδομένα του 1936). Χρησιμοποιεί μια ατμομηχανή 60 ίππων και δύο γκαζομηχανές των 70 και 220 ίππων.
Στην καταλογογράφηση του Εργατικού Κέντρου υπάρχουν αναφορές στην Χαρτοποιία για τα έτη 1953 και την περίοδο 1959-1967, ωστόσο, σύμφωνα προφορικές μαρτυρίες η λειτουργία της Χαρτοποιίας «Κέρκυρα» πρέπει να σταμάτησε στα 1960 με 1962. Το κτίριο με την χαρακτηριστική του καμινάδα σώζονταν μέχρι πριν λίγα χρόνια, οπότε κατεδαφίστηκε.

Χαροκόπος, Παναγής, Α.

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Παναγής Χαροκόπος, ιδρυτής της «Χαροκοπείου Οικοκυρικής και Επαγγελματικής Σχολής των Θηλέων», όπως αρχικά είχε ονομαστεί στο καταστατικό ίδρυσης, γεννήθηκε το 1835, στην Κεφαλλονιά, μέλος μιας πολυμελούς αγροτικής οικογένειας. Ο ίδιος ανήκει σ’ εκείνους τους ελάχιστους Έλληνες οραματιστές που, στο πλαίσιο ενός πνεύματος ευεργετισμού και φιλοπατρίας, στήριξαν οικονομικά το αδύναμο νεοελληνικό κράτος και που παραμένουν σχετικά άγνωστοι στο ευρύτερο κοινό. Νεωτεριστής με ευρωπαϊκό προσανατολισμό και φιλελεύθερο πνεύμα, ο Χαροκόπος αγάπησε και υπηρέτησε τη πατρίδα, ενισχύοντας την εκπαίδευση. Η απόφασή του να κάνει δωρεά μια τέτοια σχολή στο κράτος ήταν προϊόν του ανήσυχου και δημιουργικού του πνεύματος, της διάθεσής του να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο και στην πατρίδα του καθώς και της τάσης της εποχής στον τομέα αυτό. Υπήρχαν ήδη ανάλογες σχολές στην Ευρώπη (Ελβετία, Βουλγαρία, Ρουμανία) αλλά και στην Ελλάδα, «Οικοκυρική και Επαγγελματική Σχολή της Ενώσεως Ελληνίδων», κατά τα πρότυπα των οποίων ο ίδιος ήθελε και προσπάθησε να οργανώσει και τη δική του, τόσο στο περιεχόμενο των σπουδών όσο και στο σχεδιασμό του κτιριακού συγκροτήματος της Σχολής και του περιβάλλοντος χώρου, τον οποία επιμελήθηκε ο αρχιτέκτονας Αναστάσιος Μεταξάς, δημιουργός του Παναθηναϊκού Σταδίου και του Σκοπευτηρίου. Χαρακτηριστικά έλεγε ο ίδιος: «….από πολλού σκέπτομαι να προβώ εις την σύστασιν και διατήρησιν επαγγελματικού σχολείου, ομοίου προς τα εν Ευρώπη και δη εν Βερολίνω λειτουργούντα τοιαύτα, του οποίου υπάρχει έλλειψις εις τον τόπο μας». Επίσης, «Ζητώ με τρία λόγια να κάμω οικοκυράς, που να διοικούν μεθοδικά το σπίτι των, συζύγους που να είνε σύντροφοι και μανάδες που να αγαπούν έξυπνα». Είναι αξιοσημείωτο να αναφερθεί σχετικό άρθρο της Ακρόπολις, στις 7 Νοεμβρίου του 1908, όπου από τα λόγια του ίδιου του Π. Χαροκόπου φαίνεται η μεγάλη εθνική σημασία της Χαροκοπείου Σχολής. Ειδικότερα: «Δεν θέλω να έχωμεν μορφωμένες δούλες και αμόρφωτες κυράδες». «Μία από τας δυστυχίας του έθνους μας ομολογουμένως είνε και η Ελληνίς. Η οποία διατρέχει τον σοβαρόν κίνδυνον να γίνη έκφυλος εις την ανωτέραν τάξιν, άμυαλη εις την μεσαίαν τάξιν, κτήνος εις την τελευταίαν τάξιν». « Αι Ελληνίδες θα μορφώσουν τους Έλληνας και των Ελληνίδων την μόρφωσιν θα την συμπληρώση αυτή η Σχολή την οποίαν εφαντάσθη ο Χαροκόπος».

Χαροκόπειος Σχολή

  • Νομικό Πρόσωπο

Η διαδικασία ίδρυσης της Σχολής απέβη χρονοβόρος, λόγω της εμπλοκής της κρατικής γραφειοκρατίας. Η επιμονή τελικά του Π. Χαροκόπου αλλά και η στήριξη της κοινής γνώμης και του τύπου οδήγησαν σε αίσιο αποτέλεσμα.

Το 1908 συντάσσεται το καταστατικό, ο κανονισμός και το πρόγραμμα της σχολής, όπου ρυθμίζονται με κάθε λεπτομέρεια τα θέματα της διοίκησης, της λειτουργίας, του εκπαιδευτικού έργου και των οικονομικών της Σχολής. Ειδικότερα και ενδεικτικά αναφέρονται τα εξής:
Η σχολή τίθεται «υπό την υψηλήν προστασίαν και ανωτάτην εποπτείαν και διοίκησιν της Α.Β.Υ. της Πριγκηπίσσης Σοφίας». Περιλαμβάνει τρία τμήματα: ένα Οικοκυρικό με σκοπό την κατάρτιση της οικοδέσποινας, ένα Επαγγελματικό με σκοπό την κατάρτιση για βιοποριστικό επάγγελμα και ένα τμήμα «προς ειδική μόρφωση υπηρετριών». Επίσης, προβλέπεται η λειτουργία απογευματινών μαθημάτων για τις εργαζόμενες γυναίκες και η ίδρυση διδασκαλείου για τη δημιουργία διδασκαλισσών του κλάδου. Η διοίκηση της σχολής ανατίθεται σε δύο σώματα, ένα πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο, αρμόδιο για τα οικονομικά του Ιδρύματος και μία εξαμελή Κοσμητεία, η οποία «επισκοπεί ειδικώς τα της διδασκαλίας, αγωγής και διαίτης εν γένει των εν τη Σχολή διδασκομένων». Η διεύθυνση της Σχολής ανατίθεται σε μια διευθύντρια και μια υποδιευθύντρια. Το υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό διακρίνεται σε «εσωτερικό» (δασκάλες) και «εξωτερικό» (και τα δύο φύλα). Επίσης, ορίζεται η ύπαρξη οικονόμου, ιματιοφύλακα, υπηρετικού προσωπικού, ιατρού και νοσοκόμου. Οι μαθήτριες διακρίνονται σε «εσωτερικές» («συσσίτους»), που διαμένουν στο οικοτροφείο, «ημισυσσίτους» και «εξωτερικές». Παρέχεται δωρεάν φοίτηση στα τμήματα που απευθύνονται στις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις, διευκόλυνση στη φοίτηση μαθητριών που προέρχονται από φτωχές οικογένειες αλλά και χορήγηση υποτροφιών. Αυτό είναι συνδεδεμένο με την εξασφάλιση των οικονομικών πόρων της Σχολής. Ο Π. Χαροκόπος εξασφάλισε οικονομική αυτοδυναμία της Σχολής του, γεγονός που τη διαφοροποιούσε από άλλες Σχολές που είχαν γίνει στην Ελλάδα και συνετέλεσε καθοριστικά στην διατήρηση και εξέλιξή της στο μέλλον. Σύμφωνα με το καταστατικό, ορίζονται 40.000 δρχ. ετησίως (στη διαθήκη αυξήθηκε το ποσό σε 50.000 δρχ.), ως κληροδότημα του ιδρυτή, ο οποίος «διέθετε εσαεί» και άλλες 6.000 δρχ. ετησίως. Ως επιπλέον πόροι της σχολής ορίζονται και «τα εισπραττόμενα τροφεία και δίδακτρα» από τις εσωτερικές και εξωτερικές μαθήτριες, δωρεές και συνδρομές ομογενών, επιχορηγήσεις εκ μέρους του Δημοσίου και των Δήμων και έσοδα από τις πωλήσεις εργόχειρων και εδεσμάτων που θα κατασκευάζονται από τις μαθήτριες της Σχολής.

Η ανέγερση του κτιρίου της «Χαροκοπείου Σχολής» γίνεται υπό την επίβλεψη του αδελφού του Π. Χαροκόπου, Σπυρίδωνα, μετά από σχετικό βασιλικό διάταγμα «περί εγκρίσεως της ανεγέρσεως κλπ της Χαροκοπείου Οικοκυρικής και Επαγγελματικής Σχολής των θηλέων» που εκδίδεται στις 28 Φεβρουαρίου 1914 (ΦΕΚ 53/τ.Α΄/4-3-1914). Πρόκειται για ένα διώροφο κτίριο με υπόγειο, στο οποίο υπήρχαν, κυρίως εργαστήριο χημείας, μαγειρείο, τραπεζαρία, αποθήκες, πλυντήριο και δωμάτιο υπηρεσίας. Στο ισόγειο λάμβανε χώρα η διδασκαλία και ο όροφος χρησίμευε ως οικοτροφείο. Οι διαδικασίες έχουν διάρκεια από το 1915 έως το 1920. Το Μάρτιο του 1926 το προσφυγικό ορφανοτροφείο θηλέων «Εθνική Στέγη», αυτοτελές σωματείο αναγνωρισμένο από το κράτος, το οποίο στεγαζόταν και λειτουργούσε στο Χαροκόπειο ίδρυμα παρέχοντας πλήρη δημοτική μόρφωση, υπέβαλε στον Υπουργό Παιδείας αίτημα συγχώνευσης με το Χαροκόπειο ίδρυμα ώστε να καταστεί δυνατή η λειτουργία και του Οικοκυρικού διδασκαλείου και της Οικοκυρικής Σχολής.

Από τα τρία τμήματα που προβλέπονταν στο νέο καταστατικό της Σχολής, Οικοκυρικό, Επαγγελματικό και Διδασκαλείο λειτούργησε για οικονομικούς λόγους μόνο το τελευταίο, ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου. Η λειτουργία του ξεκίνησε το 1929 σύμφωνα με το νόμο 4360/1929 «περί ιδρύσεως Διδασκαλείου Οικοκυρικής Εκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ, 290/τ.Α΄/ 17-8-1929). Η φοίτηση στο Διδασκαλείο ήταν τριετής, βρισκόταν υπό την εποπτεία του υπουργού Παιδείας και ελεγχόταν από διοικητικό συμβούλιο, εκπαιδευτικό συμβούλιο και εκπαιδευτικούς επιθεωρητές σύμφωνα με το διάταγμα «περί καθορισμού των εν τω Χαροκοπείω Διδασκαλείω Οικοκυρικής Εκπαιδεύσεως διδασκομένων μαθημάτων, κατανομής της διδακτέας ύλης κλπ» που εκδόθηκε στις 27 Νοεμβρίου 1930 και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 394/ τ. Α΄ /17-12-1930. Μπορούσαν να φοιτήσουν μόνο οι απόφοιτες της τετάρτης τάξης του παλαιού Γυμνασίου σύμφωνα με το διάταγμα «περί τρόπου προαγωγής κλπ. των μαθητριών του Διδασκαλείου Οικοκυρικής Εκπαιδεύσεως» που εκδόθηκε στις 22 Ιουλίου 1930 και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 256/ τ. Α΄ /29-7-1930. Το Χαροκόπειο Διδασκαλείο ανέδειξε ηγετικές φυσιογνωμίες του κλάδου, όπως οι εκπαιδευτικοί Μαριάνθη Ματσούκη και Ελένη Σδριν, που υπήρξαν και διευθύντριες της, από το 1933, Ανωτέρας Χαροκοπείου Σχολής. Το 1931 η Σχολή αποκτά δημόσιο χαρακτήρα και αρχίζει να λειτουργεί σύμφωνα με τα αναλυτικά προγράμματα που καθόριζε το Υπουργείο Παιδείας ενώ οι απόφοιτες είχαν δικαίωμα διορισμού στη δημόσια εκπαίδευση. Τότε απεφοίτησαν εκατόν σαράντα δασκάλες της Οικοκυρικής για την Ελλάδα. Όμως λόγω της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας, το κράτος δεν ήταν δυνατόν να προβεί σε διορισμούς. Συνεπώς, η διεύθυνση της Σχολής με τη συγκατάθεση του Υπουργείου Παιδείας ανέστειλε τη λειτουργία του διδασκαλείου με σκοπό να μη δημιουργηθεί μια νέα τάξη ανέργων.

Το 1933 η σχολή ονομάζεται «Χαροκόπειος Ανωτέρα Οικοκυρική Σχολή» (ΧΑΟΣ), τριετούς φοιτήσεως, σύμφωνα με το νόμο 6205/ 1934 «περί μετατροπής εις Ανωτέραν Οικοκυρική Σχολή του Διδασκαλείου Οικοκυρικής Εκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 242/ τ. Α΄/ 27-7-1934). Το 1937 προστέθηκε σε αυτή και ένα διτάξιο διδασκαλείο οικοκυρικής εκπαιδεύσεως. Προϋπόθεση για τη φοίτηση αποτελεί «το ενδεικτικό προαγωγής εκ της δευτέρας τάξεως του εξαταξίου Γυμνασίου ή πρακτικού λυκείου ή ημιγυμνασίου» σύμφωνα με το διάταγμα «περί εγγραφών και εισιτηρίων εξετάσεων εν τη Χαροκοπείω Ανωτέρα Οικοκυρική Σχολή Καλλιθέας» που εκδόθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1934 και δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 407/τ.Α΄/22-11-1934. Τα μαθήματα που διδάσκονται διακρίνονται σε θεωρητικά και πρακτικά αλλά και σε οικοκυρικά και γενικά, όπως Μαγειρική, Διαιτητική, Οικιακή Οικονομία, Διακοσμητική, Ανθοκομία, Χημεία, Φυσική, Υγιεινή, Λογιστική, Νεοελληνική και ξένη λογοτεχνία, ξένες γλώσσες κλπ. Ο στόχος ήταν να εφοδιαστούν οι μαθήτριες της Σχολής όχι μόνο με τα προσόντα της καλής νοικοκυράς αλλά και με την απαραίτητη διοικητική ικανότητα ώστε να μπορούν να στραφούν προς άλλα επαγγέλματα της αγοράς αν χρειαζόταν.

Το 1951 η σχολή ονομάζεται «Χαροκόπειος Ανωτάτη Σχολή Οικιακής Οικονομίας» (ΧΑΣΟΟ), στην ουσία Ανωτέρα Σχολή τριετούς φοιτήσεως, με σκοπό τη μόρφωση καθηγητριών Οικιακής Οικονομίας, σύμφωνα με το νόμο 1785 «περί ιδρύσεως και λειτουργίας Ανωτάτης Σχολής Οικιακής Οικονομίας και τροποποιήσεως του νόμου 6205/1934» (ΦΕΚ 124/τ. Α΄/25-4-1951) Η λειτουργία της ανεστάλη κατά τα ακαδημαϊκά έτη 1978-1980 και επαναλειτούργησε μετά από ενέργειες της οικογένειας Χαροκόπου και του Συνδέσμου των καθηγητριών Οικιακής Οικονομίας, το 1981.

Το 1981 ιδρύεται το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο σύμφωνα με το άρθρο 9 του νόμου 1894/90 και όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 του νόμου 1966/91. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή παύση της λειτουργίας της Σχολής, η οποία είχε ολοκληρώσει ένα κύκλο μακρόχρονης και σημαντικής προσφοράς τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην ελληνική οικογένεια, ιδιαίτερα στην αγροτική.

Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1981-

Το 1981 ιδρύεται το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο σύμφωνα με το άρθρο 9 του νόμου 1894/90 και όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 17 του νόμου 1966/91. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή παύση της λειτουργίας της Σχολής, η οποία είχε ολοκληρώσει ένα κύκλο μακρόχρονης και σημαντικής προσφοράς τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην ελληνική οικογένεια, ιδιαίτερα στην αγροτική.

Χαριτάτος, Μάνος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1944 - 2012

Ο Μάνος Χαριτάτος γεννήθηκε το 1944 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Το 1953, η οικογένεια Χαριτάτου εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και ο Μάνος ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές σπουδές του στο Κολέγιο και στη συνέχεια φοίτησε στο Οικονομικό Τμήμα της Νομικής Σχολής Αθηνών.
Τη δεκαετία του 1960, μαζί με τον φίλο του ιστορικό Δημήτρη Πόρτολο, ο Μάνος Χαριτάτος άρχισε να συλλέγει αρχεία, έντυπα και άλλα τεκμήρια. Το 1980 ίδρυσαν το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. Χάρη στο πάθος τους για τη νεότερη και σύγχρονη ελληνική ιστορία και λογοτεχνία, στο ΕΛΙΑ διασώθηκαν αρχεία ιστορικών προσωπικοτήτων και λογοτεχνών, σπάνια βιβλία, περιοδικά και εφημερίδες, φωτογραφίες, χάρτες, παρτιτούρες, θεατρικά προγράμματα, αντικείμενα, εφήμερο υλικό. Υπερβαίνοντας, ωστόσο, τον ρόλο του «μανιώδους συλλέκτη», ο Μάνος Χαριτάτος επέλεξε εξαρχής τη δημιουργία ενός φορέα ανοιχτού στην έρευνα και προσέφερε έτσι ανεκτίμητη υπηρεσία στην ιστορική γνώση, που εντέλει συμβάλλει στην εθνική μας αυτογνωσία.
Μέχρι τον θάνατό του, στις 27 Δεκεμβρίου του 2012, ο Μάνος υπήρξε η ψυχή και η κινητήρια δύναμη του ΕΛΙΑ και παραμένει πηγή έμπνευσης για τους φίλους και τους συνεργάτες του.

Χαλκιοπούλου, Μαρία

  • Φυσικό Πρόσωπο

Η Μαρία Χαλκιοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε φιλολογία και ξένες γλώσσες (γαλλική, γερμανική).

Χαλεπάς, Γιαννούλης

  • 1851 – 1938

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε στις 24 Αυγούστου 1851 στον Πύργο της Τήνου. Η οικογένειά του είχε παράδοση στην επεξεργασία του μαρμάρου, αφού ο πατέρας του, Ιωάννης Χαλεπάς, είχε μια από τις σημαντικότερες επιχειρήσεις μαρμαρογλυπτικής, με δραστηριότητα και παραρτήματα στην Τήνο, τη Σύρο, τον Πειραιά, τη Ρουμανία και τα παράλια της Μικράς Ασίας.

Η αγάπη του για την τέχνη εκδηλώθηκε από τα σχολικά του χρόνια, ο πατέρας του όμως τον έστειλε στη Σύρο, για να εργαστεί σαν υπάλληλος σε εμπορικό. Παρόλα αυτά ο Γιαννούλης επέμενε να σπουδάσει γλυπτική. Έτσι, το 1869 η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα. Ο Γιαννούλης γράφτηκε στο Σχολείον των Τεχνών και, ως το 1872, σπούδασε ζωγραφική κοντά στον Νικηφόρο Λύτρα και γλυπτική κοντά στον Λεωνίδα Δρόση. Από τα αρχεία της Σχολής φαίνεται ότι το 1871 κέρδισε το τρίτο βραβείο προτομών στο τμήμα της ζωγραφικής και το πρώτο βραβείο κοσμηματογραφίας στο τμήμα γλυπτικής. Το καλοκαίρι του 1872, με υποτροφία του Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας της Τήνου, πήγε στο Μόναχο, όπου, την 1η Νοεμβρίου, γράφτηκε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών και σπούδασε κοντά στον Μαξ φον Βίντνμαν (Max von Widnmann). Κατά τη διάρκεια των σπουδών του βραβεύτηκε σε διαγωνισμούς της Σχολής, ενώ αναφέρεται ότι το γύψινο πρόπλασμα του έργου Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα κέρδισε το χρυσό μετάλλιο σε έκθεση. Η υποτροφία του όμως έληγε τον Μάρτιο του 1875 και, παρά τις προσπάθειες και τα διαβήματα των καθηγητών του, δεν δόθηκε παράταση. Για ένα διάστημα κατόρθωσε να παραμείνει στο Μόναχο με τη βοήθεια του φίλου του, μετέπειτα ιστορικού Γεώργιου Κωνσταντινίδη, το καλοκαίρι όμως του 1875 επέστρεψε στην Αθήνα. Το 1876 η Επιτροπή του Ιδρύματος της Ευαγγελίστριας πρότεινε να του δοθεί υποτροφία για τη Ρώμη, ώστε να ολοκληρώσει τις σπουδές του, χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Μετά την επιστροφή του, και μέχρι το 1878, δημιούργησε τρία από τα σημαντικότερα έργα της πρώτης δημιουργικής του περιόδου: τον Σάτυρο που παίζει με τον έρωτα (1877), που παρουσίασε το 1875 σε γύψο στην έκθεση των Ολυμπίων στην Αθήνα και το 1878 σε μάρμαρο στην Παγκόσμια έκθεση στο Παρίσι, την Κοιμωμένη (1878) στον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη, στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας και το Κεφάλι σατύρου (1878).

Το 1878 εκδηλώθηκαν τα πρώτα συμπτώματα αποκλίνουσας συμπεριφοράς, η οποία οδήγησε στον εγκλεισμό του στο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας στις 4 Ιουλίου 1888, ως «πάσχοντα από άνοιαν». Στο ψυχιατρείο παρέμεινε ως τις 6 Ιουνίου 1902, οπότε η μητέρα του, που ήταν πάντα αντίθετη στον εγκλεισμό του, τον πήγε πίσω στην Τήνο. Ο πατέρας του είχε πεθάνει τον προηγούμενο χρόνο.

Από τη μακροχρόνια παραμονή του Χαλεπά στο ψυχιατρείο το μόνο που σώζεται είναι ένα μικροσκοπικό κεφάλι ανδρικής μορφής από πηλό, δεν γνωρίζουμε όμως αν ήταν μια μεμονωμένη εκδήλωση δημιουργικής διάθεσης ή αποτέλεσμα μιας συστηματικότερης ενασχόλησης με την τέχνη. Η μορφή αυτή, δουλεμένη εντελώς λιτά, με το πρόσωπο ακατέργαστο και εν μέρει παραμορφωμένο, θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί μια τραγική αυτοπροσωπογραφία του.

Τον Απρίλιο του 1902, λίγους μήνες πριν την έξοδό του από το ψυχιατρείο, ο Ξενοφών Σώχος επανέφερε τον Χαλεπά στο προσκήνιο με άρθρο του στο περιοδικό Πινακοθήκη. Πρόκειται πιθανότατα για το πρώτο άρθρο που γράφτηκε για τον γλύπτη μετά το 1878. Το περιοδικό επανήλθε τον Μάιο του ίδιου χρόνου, με ιδιαίτερη αναφορά στην Κοιμωμένη στο Α΄ νεκροταφείο. Τον Αύγουστο, και ενώ ο Χαλεπάς είχε βγει από το ψυχιατρείο, η Πινακοθήκη πληροφορούσε για την κατάστασή του, ενώ τον επόμενο χρόνο δημοσίευσε φωτογραφίες έργων του.

Μετά την έξοδό του από το ψυχιατρείο ο Χαλεπάς ζούσε κλεισμένος στον εαυτό του, σε μεγάλη ανέχεια και κάτω από την αυστηρή επιτήρηση της μητέρας του. Καθώς δεν είχε χάσει τη δημιουργική του διάθεση, έπλαθε έργα σε πηλό, τα κατέστρεφε όμως είτε ο ίδιος είτε η μητέρα του, που θεωρούσε τη γλυπτική υπαίτια για την ασθένειά του. Η κατάστασή του την περίοδο εκείνη περιγράφεται σε διάφορα δημοσιεύματα.

Το 1905 τον επισκέφθηκε στην Τήνο ο γλύπτης Λάζαρος Σώχος, ο οποίος φιλοτέχνησε και ένα μετάλλιο με τη μορφή του και την επιγραφή Πάνορμος / 1905, και το 1914 ο γλύπτης Αντώνης Σώχος. Το 1915 ο Θεόδωρος Βελλιανίτης δημοσίευεσε μια σειρά άρθρων στην εφημερίδα Αθήναι (25/1/1915, 27/1/1915, 4/2/1915, 5/2/1915).

Το 1916 έφυγε από τη ζωή η μητέρα του. Ο θάνατός της φαίνεται ότι ήρθε σαν λύτρωση, αφού, μετά από μια φημολογούμενη υποτροπή της ασθένειας του, από το 1918 ο Χαλεπάς άρχισε και πάλι να εργάζεται, φιλοτεχνώντας ως το θάνατό του ένα σημαντικό αριθμό έργων. Το ύφος του όμως πλέον έχει αλλάξει δραματικά. Ενστικτώδες και αυθόρμητο, επικεντρωμένο στην ουσία και απελευθερωμένο από τα διδάγματα της Ακαδημίας, εκφράζει τον ψυχισμό του και αποτυπώνει τα προσωπικά του βιώματα.

Το 1922, με εντολή του υπουργείου Παιδείας και της Διεύθυνσης του Ε.Μ.Π., τον επισκέφθηκε ο γλύπτης Θωμάς Θωμόπουλος, καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών, προκειμένου να εκτιμήσει το έργο του. Ο Θωμόπουλος συνέταξε ένα κατάλογο έργων του και έβγαλε ορισμένα εκμαγεία. Το 1924 τον επισκέφθηκε ο διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Ζαχαρίας Παπαντωνίου, που περιγράφει την επίσκεψή του αυτή τρία χρόνια αργότερα σε άρθρο του στο περιοδικό Νέα Εστία. Την ίδια χρονιά τον επισκέφθηκε και ο διευθυντής του περιοδικού Πινακοθήκη Δ.Ι. Καλογερόπουλος, ο οποίος περιγράφει τη συνάντησή τους σε άρθρο του στο περιοδικό.

Το 1925 οργανώθηκε η πρώτη έκθεσή του στην Ακαδημία Αθηνών με έργα που είχαν μεταφερθεί σε γύψο μετά και την επίσκεψη του Θωμά Θωμόπουλου, ενώ στις 25 Μαρτίου 1927 του απονεμήθηκε το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών από την Ακαδημία Αθηνών. Το 1928 ο εκδότης του περιοδικού Φραγκέλιο Νίκος Βέλμος, που τον είχε επισκεφθεί τον προηγούμενο χρόνο στην Τήνο, οργάνωσε έκθεση γλυπτών και σχεδίων του στο Άσυλον Τέχνης. Με αφορμή την έκθεση, τα Φύλλα Τέχνης του Φραγκέλιου κυκλοφόρησαν με ένα τεύχος αφιερωμένο στον Χαλεπά, το οποίο του έστειλε ο Βέλμος, μαζί με μια πολύ θερμή επιστολή.

Στις 24 Αυγούστου 1930 η ανιψιά του Ειρήνη τον έφερε στην Αθήνα, όπου έζησε τα τελευταία οκτώ χρόνια της ζωής του σε ένα γαλήνιο οικογενειακό περιβάλλον στο σπίτι του Βασίλη και της Ειρήνης Χαλεπά, στην οδό Δαφνομήλη 35. Ως το τέλος εργαζόταν εντατικά, ενώ λάμβανε και παραγγελίες. Στο αρχείο του υπάρχουν έγγραφα, επιστολές και φωτογραφίες για την εκτέλεση προτομής και αναγλύφου του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Εμμανουήλ Τσουδερού, επιτύμβιου αναγλύφου της Κλεοπάτρας Τούμπα, κόρης της Μερόπης Τούμπα, επιτύμβιου αγγέλου για τον τάφο Πολίτη. Έργα που προέρχονται από παραγγελίες που έλαβε μετά την εγκατάστασή του στην Αθήνα περιλαμβάνονται επίσης σε χειρόγραφο κατάλογο έργων του από τον Στρατή Δούκα.

Από τα πρώτα μέρη που επισκέφθηκε μόλις ήρθε στην Αθήνα ήταν το Α΄ Νεκροταφείο, για να δει την Κοιμωμένη. Πήγε ακόμη στην Ακρόπολη και στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Ο ερχομός του στην Αθήνα κινητοποίησε τους καλλιτεχνικούς και πνευματικούς κύκλους. Ο δημοσιογράφος Κώστας Καλαντζής ήταν από τους πρώτους που τον επισκέφθηκαν, δημοσιεύοντας τη συνομιλία που είχε μαζί του στην εφημερίδα Ελληνική στις 30 και 31 Αυγούστου 1930. Τα επόμενα χρόνια τιμητικές εκδηλώσεις, απονομές και εκθέσεις του χάρισαν την αναγνώριση. Στις 10 Ιουνίου 1934 η Λαογραφική και Ιστορική Εταιρεία Κυκλαδικού Πολιτισμού και Τέχνης τον εξέλεξε επίτιμο μέλος της, ενώ στις 18 Νοεμβρίου 1934 εορτάστηκε η 80ετηρίδα του και του απονεμήθηκε αναμνηστικό μετάλλιο. Στις 18 Αυγούστου 1934 ανακηρύχθηκε επίτιμος πρόεδρος της Ένωσεως «Ελεύθεροι Καλλιτέχναι». Το 1935 παρουσίασε την Αναπαυομένη σε έκθεση που διοργάνωσε η Ένωση στον Παρνασσό. Τον Αύγουστο του 1936 συμμετείχε στην Α΄ Παγκυκλαδική Έκθεση στη Σύρο και του απονεμήθηκε τιμητικό μετάλλιο.

Στις 15 Σεπτεμβρίου 1938 ο Γιαννούλης Χαλεπάς έφυγε από τη ζωή. Με τη διαθήκη του, άφησε τα υπάρχοντά του στον ανιψιό του Βασίλειο Χαλεπά, γιο του αδελφού του Νικόλα, και στη γυναίκα του Ειρήνη, κοντά στους οποίους έζησε τα τελευταία οκτώ χρόνια της ζωής του.

Χίντζογλου, Ιωάννης

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1891-1987

Ο Ιωάννης Α. Χίντζογλου (Αμισός, 1891 - Αθήνα, 1987) υπήρξε οργανωτής των ανταρτικών σωμάτων κατά την επανάσταση του Πόντου (1919). Μετά την καταστολή της και την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου ήλθε στην Ελλάδα. Ήταν ιδρυτικό μέλος του προσφυγικού σωματείου “Οικοδομικός Συνεταιρισμός Ο Νέος Πόντος” (1925), και πρόεδρός του την περίοδο 1931-1934. Επίσης υπήρξε πρόεδρος του προσφυγικού σωματείου “Αδελφότης των Αγωνιστών του Πόντου”. Το 1934-1935 ήταν συνεργάτης του Θεόδωρου Πάγκαλου και υποψήφιος βουλευτής του κόμματός του. Παράλληλα δραστηριοποιήθηκε στο εμπόριο. Την περίοδο 1939-1949 διετέλεσε αρχηγός του κατασκοπευτικού δικτύου της αγγλικής υπηρεσίας πληροφοριών υπό στοιχεία O.M.Co (Oriental Motoring Co), με το βαθμό του συνταγματάρχη και με το ψευδώνυμο “Συν/ρχης Χατζής”.

Χάρης, Πέτρος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1902-1998

Ο Πέτρος Χάρης (Αθήνα, 1902-1998) ήταν πεζογράφος, δοκιμιογράφος και ακαδημαϊκός. Υπήρξε διευθυντής του περιοδικού Νέα Εστία, του μακροβιότερου ελληνικού λογοτεχνικού περιοδικού. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιάννης Μαρμαριάδης. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1930 διορίστηκε γραμματέας της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών, έπειτα διευθυντής γραμματείας και τέλος γενικός γραμματέας, όπου διαδέχτηκε κατά σειρά τον Δημήτρη Ταγκόπουλο και τον Σωτήρη Σκίπη. Το 1924 μαζί με τους Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο και Αθανάσιο Κυριαζή ήταν συνεκδότης του βραχύβιου λογοτεχνικού περιοδικού Νέα Γράμματα. Από το 1933 ήταν διευθυντής της Νέας Εστίας, μετά την αποχώρηση του Γρηγόριου Ξενόπουλου. Υπήρξε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Εθνικής Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών και αργότερα διετέλεσε πρόεδρός της. Επίσης, υπήρξε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου και του Φιλολογικού Συλλόγου “Παρνασσός”. Εκτός από το μυθιστόρημά του Ημέρες Οργής το υπόλοιπο έργο του είναι διηγηματογραφικό και δοκιμιακό. Εξέδωσε τις συλλογές διηγήματων: Η τελευταία νύχτα της γης (1924), Μακρινός κόσμος (1944), Φώτα στο πέλαγος (1958), Δρόμος εκατό μέτρων (1962), Όταν οι Άγιοι κατεβαίνουν στη γη (1958), Η μεγάλη νύχτα (1969) κ.ά. Δημοσίευσε επίσης οκτώ βιβλία με ταξιδιωτικά του, μεταξύ των οποίων: Η Κίνα έξω από τα τείχη (1960), Δαλματικές ακτές (1961), Ο κόσμος και οι Έλληνες (1965).

Χάμιλτον, Γ. (Άμιλτων)

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1748-1838

Βορειοϊρλανδός αξιωματικός του βρετανικού ναυτικού και κατά τη διάρκεια του Αγώνα διοικητής της αγγλικής ναυτικής μοίρας στο Αιγαίο, με ναυαρχίδα του τη φρεγάτα «Κάμπριαν».

Χάγερ - Μπουφίδης, Νικόλαος

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Νίκος Μπουφίδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1899. Η μητέρα του ήταν γερμανικής καταγωγής. Μεγάλωσε και σπούδασε στο Κάϊρο. Μετά επέστρεψε στην Αθήνα. Ήταν υπάλληλος της Εθνικής Τραπέζης Ελλάδος μέχρι το 1950. Υπήρξε ποιητής, διηγηματογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Το λογοτεχνικό του ψευδώνυμο ήταν “Ίσαντρος Άρις”. Μερικά από τα έργα του που έχουν εκδοθεί είναι: Τραγούδια σε μοντέρνους σκοπούς (1918), Μοντέρνα (1919), Ιωνικά (1922), Δέκα ποιήματα (1930), Τρείς νύχτες ηδονής (διήγημα). Θεατρικά έργα: Παραμονή Πρωτοχρονιάς (μονόπρακτο), Το δράμα της κοκαΐνης (1928). Τελευταίο του έργο “Τα παράλληλα” (1946).

Φόρης, Βασίλειος Δ.

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1925-1996

Ο Βασίλης Φόρης γεννήθηκε στην Κοζάνη και ήταν πτυχιούχος της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Το 1952 άρχισε τη διδασκαλία του ως φιλόλογος στην Εμπορική Σχολή της Κοζάνης. Διατέλεσε Διευθυντής του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). Δημοτικιστής, εισηγήθηκε το μονοτονικό σύστημα στην Ελλάδα. Η ιστορική συγκυρία ανέδειξε τον Φόρη ως έναν από τους πρωταγωνιστές στην τελευταία περίοδο του δημοτικιστικού κινήματος, την εποχή της θεσμοθέτησης της δημοτικής ως επίσημης γλώσσας του κράτους το 1976 καθώς και της ολοκλήρωσης της μεταρρύθμισης με την καθιέρωση του μονοτονικού συστήματος το 1982. Από τη δεκαετία του '50 αρθογραφεί στην Καθημερινή στη στήλη γλωσσολογικά μελετήματα.

Φωτιάδου, Καλλιόπη

  • Φυσικό Πρόσωπο

Η Καλλιόπη (Πιπίτσα) Φωτιάδου, το γένος Στάλιου, μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Συγκρούστηκε με την εύπορη οικογένειά της και πήρε μέρος στην αντίσταση μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ. Το 1950 παντρεύτηκε με τον Θανάση Φωτιάδη και μετακόμισαν στην Αθήνα. Η Φωτιάδου άσκησε για πολλά χρόνια το επάγγελμα της ξεναγού.
Η Καλλιόπη Φωτιάδου δραστηριοποιήθηκε ακόμη στο γυναι­κείο και αντιπολεμικό κίνημα. Υπήρξε μέλος της Ομοσπον­δίας Γυναικών Ελλάδας (ΟΓΕ) και της Ένωσης Προο­δευτικών Γυναικών Βορείων Προαστίων. Πέθανε το 2009.

Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Άρθρο του Δημήτρη Γκιώνη για τον Θανάση Φωτιάδη στην Ελευθεροτυπία, 19.9.2009

Υλικό του αρχείου.

Φωτιάδης, Θανάσης

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1921-1989

Ο Θανάσης Φωτιάδης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1921. Εγκαταστάθηκε σε μικρή ηλικία μαζί με την οικογένειά του στη Θεσσαλονίκη, όπου και σπούδασε στη Νομική Σχολή. Ως φοιτητής οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ. Προς το τέλος της Κατοχής έγινε γραμματέας διαφώτισης της ΕΠΟΝ Μακεδονίας κι αρχισυντάκτης του περιοδικού Λεύτερα Νιάτα. Συνδέθηκε ακόμη στενά με τον Εκπολιτιστικό Όμιλο Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και ήταν μέλος της ομάδας που εξέδιδε το περιοδικό Ξεκίνημα, του οποίου έγινε διευθυντής τον Νοέμβριο του 1944.
Το 1950 παντρεύτηκε με την Καλλιόπη (Πιπίτσα) Στάλιου και μετακόμισαν στην Αθήνα, όπου ο Φωτιάδης άσκησε τη δικηγορία για πολλά χρόνια. Το ζευγάρι απέκτησε ένα γιο, τον Χρήστο.
Ο Θανάσης Φωτιάδης εμφανίστηκε στα γράμματα το 1943 με την ποιητική συλλογή Νοτιές. Ακολούθησαν οι συλλογές Αντίσταση (1945), Πανοπλίες (1945), Ναυτικό Φυλλάδιο (1957), Διαδρομή 1940-1960 (συγκεντρωτική έκδοση, 1964), Ληξίαρχος (1964), Ένας θαυμάσιος περίπατος (1965), Ο Μηλότοπος (1980), Μεγάλη θεά Ειρήνη (1984), Μητρώον (συγκεντρωτική έκδοση, 1985).
Ασχολήθηκε ακόμη με την πεζογραφία, γράφοντας το μυθιστόρημα Ερατώ (1971), και με τη συγκρότηση ανθολογιών γλωσσικών λαθών, εκδίδοντας τις ανθολογίες Το Λιβάδι με τους μαργαρίτες (1965), Το περιβόλι με τους μαργαρίτες (1966) και την Ευτράπελο Ανθολογία (1967), που σημείωσαν εμπορική επιτυχία.
Στη μεταπολίτευση τα ενδιαφέροντά του μετατοπίστηκαν κυρίως προς τη λαογραφία και την εθνολογία. Δημοσίευσε μελέτες, με πιο σημαντική τη Γυναικοκρατία (Μητριαρχία) (1980) και πήρε μέρος σε συνέδρια. Ασχολήθηκε και με το θέατρο σκιών δημοσιεύοντας το βιβλίο Καραγκιόζης ο πρόσφυγας (1977).
Συνεργάστηκε με αρκετές εφημερίδες και περιοδικά. Υπήρξε ενεργό μέλος της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης (ΠΑΠΟΚ) και πρόεδρος της Επιτροπής Ειρήνης Βόρειων Προαστίων (κατοικούσε στο Μαρούσι) από το 1976 έως το 1983. Πέθανε το 1989.

Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Άρθρο του Δημήτρη Γκιώνη για τον Θανάση Φωτιάδη στην Ελευθεροτυπία, 19.9.2009, ηλεκτρονική πρόσβαση στη διεύθυνση: http://www.enet.gr/?i=issue.el.homeκαιs=diaxronikaκαιc=texnesκαιdate=19/09/2009 Υλικό του αρχείου.

Φωτιάδης, Δημήτρης

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1898-1988

Ο Δημήτρης Φωτιάδης, γιος του γαιοκτήμονα και λογοτέχνη Αλέκου Φωτιάδη (1869-1943) και της συζύγου του Ιφιγένειας το γένος Αμηρά, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1898. Είχε μία αδελφή, την Αικατερίνη. Φοίτησε στο Ελληνογερμανικό Λύκειο Κυριάκου Γιαννίκη, υπηρέτησε εθελοντής στη Μικρασιατική Εκστρατεία από το 1918 και μετά την Καταστροφή του 1922 ήλθε πρόσφυγας στην Αθήνα. Στο χώρο των γραμμάτων εμφανίστηκε για πρώτη φορά με το θεατρικό έργο Μάνια Βιτρόβα, που απέσπασε το πρώτο βραβείο στον Καλοκαιρίνειο δραματικό διαγωνισμό το 1931, παρουσιάστηκε από το Λαϊκό Θέατρο του Βασίλη Ρώτα και κυκλοφόρησε αυτοτελώς το 1932 από τον εκδοτικό οίκο Δημητράκου. Το ίδιος έτος, το δράμα του Το μαγεμένο βιολί βραβεύτηκε στο διαγωνισμό μονοπράκτων έργων της Λέσχης Καλλιτεχνών «Ατελιέ». Το 1938 κυκλοφόρησε σε δική του μετάφραση και επιμέλεια το Συμπόσιο του Πλάτωνα, εργασία για την οποία τιμήθηκε το 1939 με το «αργυρούν μετάλλειον» της Εταιρείας Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Από το 1936 ώς το 1940 ήταν διευθυντής του περιοδικού Νεοελληνικά Γράμματα. Το 1941, λίγο πριν από τη γερμανική εισβολή, διέφυγε στη Μέση Ανατολή και από εκεί στο Λονδίνο, όπου διετέλεσε διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού της αυοτεξόριστης ελληνικής κυβέρνησης και μέλος της Εθνικής Επιτροπής Ενότητας. Στην Ελλάδα επέστρεψε μετά την Απελευθέρωση και από το 1945 ώς το 1948 ήταν διευθυντής του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα. Από το 1948 ώς το 1951 εξορίστηκε διαδοχικά στην Ικαρία, τη Μακρόνησο και τον Άη Στράτη και μετά την απελευθέρωσή του ήταν μέλος της διοικούσας επιτροπής της ΕΔΑ. Από το 1953 στράφηκε κυρίως στην ιστοριογραφία, με πρώτο έργο το Μεσολόγγι, το έπος της μεγάλης πολιορκίας (Αθήνα, Ορίζοντες, 1953). Ακολούθησαν τα βιβλία του: Καραϊσκάκης (1956), Κανάρης (1960), Κολοκοτρώνης, η δίκη του (1962), Όθωνας, η μοναρχία (1963), και Όθωνας, η έξωση (1964), το τετράτομο Η Επανάσταση του Εικοσιένα (1971-1972), Σαγγάριος, εποποιία και καταστροφή στη Μικρά Ασία (1974) και Τρίτη Σεπτεμβρίου 1843 (1975). Μέλος, πρόεδρος και αντιπρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, του Συνδέσμου Ιστορικών, της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης και πολλών άλλων συλλόγων, ο Φωτιάδης ανέπτυξε πολύπλευρη συγγραφική και κοινωνική δραστηριότητα. Τη δεκαετία του 1920, απέκτησε μια κόρη εκτός γάμου, την Έφη. Σύζυγός του από το 1940 και αγαπημένη σύντροφός του μέχρι το τέλος της ζωής του, ήταν η γεννημένη το 1912 στο Κάιρο Κατίνα το γένος Λάσκαρη (του Γεωργίου και της Φλώρενς).
Άλλα έργα του Δημήτρη Φωτιάδη:
Θέατρο: Ο κόσμος ανάποδα (θίασος Μαρίκας Κοτοπούλη 1937), Θεοδώρα (Ενωμένοι Καλλιτέχνες 1945), Ο Μακρυγιάννης (Ενωμένοι Καλλιτέχνες 1946), Καραϊσκάκης (Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο Μάνου Κατράκη 1957), Εθνεγερσία (ορατόριο 1971), έργα που δεν έχουν παρουσιαστεί στη σκηνή (Ο άσπρος σατανάς, Είχε μπάρμπα στην Κορώνη, Ένας Αθηναίος στη Σπάρτη, Κατακτητές, Κάτω από το ίδιο φως, Ο πολιτικάντης, Ρωμανός Βοΐλας, Τζιλιπουτί κ.ά.), μεταφράσεις (Αριστοφάνη Ιππής 1938, George Bernard Shaw Πάνω στα βράχια, θίασος Αιμίλιου Βεάκη – Γιώργου Παππά 1947 κ.ά.)
Ποίηση, μεταφράσεις, απομνημονεύματα κ.ά.: Δημοσθένους Κατά Φιλίππου Γ΄ (1940), Πλάτωνος Φαίδρος (1966), Η ακτή των σκλάβων (1950), Ζωή και τέχνη (1958), Errata (1976), Ενθυμήματα Α΄-Γ΄ (1981-1985, κρατικό βραβείο μυθιστορηματικής βιογραφίας).
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: 1. Φωτιάδης, Δημήτρης: Ενθυμήματα Α΄-Γ΄, Αθήνα, Κέδρος, 1981, 1983, 1985. 2. Αυτοβιογραφικά σημειώματα του Δημήτρη Φωτιάδη στο αρχείο].

Αποτελέσματα 201 έως 300 από 16770