Αρχείο ADM317.01 - Αρχείο Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών

Περιοχή αναγνώρισης

Κωδικός αναγνώρισης της ενότητας περιγραφής

GRGSA-CSA- ADM317.01

Τίτλος

Αρχείο Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών

Χρονολογία(ες)

  • 1910 - 1999 (Δημιουργία)

Επίπεδο περιγραφής

Αρχείο

Μέγεθος και υπόστρωμα της ενότητας περιγραφής (ποσότητα, όγκος ή διαστάσεις)

1888 φάκελοι, 313 βιβλία

Περιοχή πλαισίου παραγωγής

Όνομα του παραγωγού

Διοικητική ιστορία

Η Ιατροδικαστική είναι κλάδος της Ιατρικής επιστήμης που ασχολείται με την εφαρμογή ειδικών ιατρικών γνώσεων για τις ανάγκες του Νόμου και της Δικαιοσύνης, προς διαφώτιση του Δικαστή. Στοχεύει στην ανεύρεση του δικαίου μέσω της διάγνωσης και πρόγνωσης διαφόρων καταστάσεων, οι οποίες εν συνεχεία κατατίθενται στη λειτουργία της Θέμιδος. Ο ιατροδικαστής είναι γιατρός που ορίζεται από την πολιτεία, για να βοηθήσει την Δικαιοσύνη σε ζητήματα της ειδικότητάς του [εξακρίβωση των αιτιών θανάτου, χαρακτηρισμό τραυμάτων κλπ.]. Η Ιατροδικαστική φωτίζει τις Δικαστικές Αρχές με επιστημονικές προτάσεις που αποβλέπουν στη διαλεύκανση πράξεων που αφορούν στο αστικό ή ποινικό δίκαιο. Με αυτόν τον τρόπο η Ιατροδικαστική καθίσταται η «επιστήμη της εφαρμογής των ιατρικών αρχών εις την δικαστικήν υπηρεσίαν».

Εκπαίδευση – Ιατρικές σχολές – Εργαστήρια Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας
Η έδρα της «Δικαστικής Ιατρικής» (όπως αρχικά ονομαζόταν) ήταν από τις πρώτες που ιδρύθηκαν στο Πανεπιστήμιο του Όθωνα. Από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα καθιερώνεται η έδρα της ιατροδικαστικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία παραμένει και η μοναδική μέχρι το 1942 οπότε ιδρύεται η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Σχετικά με την εκπαίδευση στην ιατροδικαστική επιστήμη σε αρκετές χώρες μεταξύ αυτών και στην Ελλάδα μαθήματα ιατροδικαστικής σε προπτυχιακό επίπεδο διδάσκονται σε όλες τις ιατρικές σχολές και η ιατροδικαστική είναι αναγνωρισμένη ειδικότητα. Σε όλες στις Ιατρικές Σχολές της χώρας μας λειτουργούν Εργαστήρια Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας και όλοι οι φοιτητές διδάσκονται υποχρεωτικά μαθήματα Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας και σε κάποιες απ’ αυτές διδάσκονται και επιλεγόμενα μαθήματα Ιατρικής Δεοντολογίας & Ηθικής και Ιατρικής Ευθύνης Επίσης μάθημα Ιατροδικαστικής διδάσκεται στη Σχολή Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας ως υποχρεωτικό μάθημα. Η Ιατροδικαστική είναι μια κύρια ιατρική ειδικότητα στην Ελλάδα από το 1957 και ασχολείται με την εφαρμογή των ειδικών ιατρικών αλλά και άλλων συναφών επιστημονικών γνώσεων και εμπειριών στην υποβοήθηση του έργου της Δικαιοσύνης. Οι Ιατροδικαστικές επιστήμες είναι η Θανατολογία, η Δικαστική Παθολογική Ανατομική, η Δικαστική Τραυματολογία, η Δικαστική Ψυχιατρική, η Δικαστική Τοξικολογία, η Εργαστηριακή Ιατροδικαστική (Βιολογία, Οδοντιατρική, Ανθρωπολογία, Εγκληματολογία) και η Ιατρική Δεοντολογία.

Σήμερα, η Ιατροδικαστική ασκείται από τα Εργαστήρια Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας των ΑΕΙ (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο, Ιωάννινα, Αλεξανδρούπολη) και από τις Ιατροδικαστικές υπηρεσίες του Υπουργείου Δικαιοσύνης (Αθήνα, Πειραιά, Πάτρα, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Ηράκλειο, Κομοτηνή, Σύρος, Κέρκυρα, Ρόδος, Κοζάνη, Ναύπλιο και Λαμία). Το Εργαστήριο Ιατροδικαστικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης και το Εργαστήριο Ιατροδικαστικής & Τοξικολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων είναι ενταγμένα και στα αντίστοιχα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία. Τα Πανεπιστημιακά Εργαστήρια, αποκλειστικά, είναι επιφορτισμένα και για την εκπαίδευση των νέων γιατρών για την χορήγηση τίτλου ειδικότητας στην Ιατροδικαστική.s.75 Στην Ελλάδα λειτουργούν 13 ιατροδικαστικές υπηρεσίες στις έδρες των εφετείων της χώρας υπό το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Σημαντική εξέλιξη για τα Εργαστήρια Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας των ΑΕΙ υπήρξε με την τελευταία νομοθετική ρύθμιση του 2009, με την οποία ορίζεται ισότιμη συναρμοδιότητα των Εργαστηρίων και των Ιατροδικαστικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Σήμερα, η επιστήμη αυτή έχει εξελιχθεί σημαντικά. Η δίωξη του εγκλήματος έχει συντελέσει τεράστια πρόοδο και η απονομή της Δικαιοσύνης γίνεται καλύτερα. Δεν υπάρχουν ακόμα οργανωμένα μεταπτυχιακά προγράμματα ειδίκευσης στην Ιατροδικαστική στις Ιατρικές Σχολές των ΑΕΙ της χώρας, αλλά αρκετοί ιατροί και νομικοί έχουν εκπονήσει και εκπονούν διδακτορικές διατριβές με θέματα σχετικά με την Ιατροδικαστική, την Τοξικολογία, την Ιατρική Δεοντολογία και την Ιατρική Ευθύνη.

Αρχές διαβιβάζουσες την εντολή στον πραγματογνώμονα για ιατροδικαστική πράξη
Σύμφωνα με το άρθρο 19 της Ποινικής Δικονομίας, το Δικαστήριο καθώς και κάθε υπάλληλος επί της ανάκρισης είχε το δικαίωμα να διορίζει πραγματογνώμονες, καθώς για ορισμένες δικαστικές υποθέσεις δεν υπήρχαν τέτοιοι διορισμένοι. Στα άρθρα 17 και 18 της Ποινικής Δικονομίας ορίζονταν λεπτομερέστερα οι δημόσιοι λειτουργοί, οι οποίοι είχαν το δικαίωμα να διενεργούν ανακρίσεις και να καλούν και ιατρούς στις περιπτώσεις, στις οποίες κρινόταν αναγκαία η κοινή γνώμη:

Άρθρ. 17. Υπό τη διεύθυνσιν και κατά παραγγελίαν του εισαγγελέως γίνεται η προανάκρισις – 1. υπό του ανακριτού, – 2. υπό των ειρηνοδίκων, – 3. υπό του δημάρχου, δημαρχικού παρέδρου ή αστυνόμου, – 4. υπό των αξιωματικών της χωροφυλακής, και όπου δεν ευρίσκονται αξιωματικοί, παρά των εκεί διοικούντων υπαξιωματικών.

Άρθρ. 18. Ο έπαρχος και ο νομάρχης έχουν οσαύτως το δικαίωμα της βεβαιώσεως των γενομένων αξιόποινων πράξεων. – Έχουν επομένως ως προς τούτο τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επί της ανακρίσεως υπαλλήλων κατά τα άρθρα 153, 157 και 159.

Η αστυνομία φέρει ευθύνη και υποχρεώσεις κατά την άσκηση των προανακριτικών καθηκόντων. Η έκβαση μίας υπόθεσης εξαρτάται τις περισσότερες φορές από τους αρχικούς χειρισμούς, στους οποίους προβαίνουν τα αστυνομικά όργανα.63 Η δικαστική αστυνομία ήταν «ο πρόσκοπος, ο οποίος δίνει το σύνθημα στην δικαστική αρχή όπως επιληφθεί για την δίωξη του ενόχου». Η ενέργεια αυτή είναι τελείως προεισαγωγική και η πράξη τελευτά στον αρμόδιο δικαστή ή το δικαστήριο που θα επιληφθεί της υπόθεσης.70,78,82

Πραγματογνώμονες – Τεχνικοί σύμβουλοι
Η ενέργεια της πραγματογνωμοσύνης είναι δυνατόν να διαταχθεί, σύμφωνα με το άρθρο 183, από τους ανακριτικούς υπαλλήλους είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αίτησης κάποιου από τους διαδίκους ή του εισαγγελέα, αν απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης για την ακριβή διάγνωση και κρίση ορισμένου γεγονότος. Οι πραγματογνωμοσύνες μπορεί να αφορούν ζώντα άτομα, πτωματικό υλικό ή πειστήρια διαφορετικής φύσεως. Στις συχνότερες αιτίες διενέργειας πραγματογνωμοσύνης ανήκουν:

  • Η διενέργεια νεκροψίας και νεκροτομής με τις σχετικές εργαστηριακές εξετάσεις για τον προσδιορισμό της αιτίας, του μηχανισμού και του τρόπου θανάτου.
  • Η εξέταση οστικών ή ιστικών υπολειμμάτων.
  • Η εκτίμηση των σωματικών βλαβών σχετικά με το χρόνο πρόκλησης, το μηχανισμό δημιουργίας, τη διάρκεια νοσηλείας, το χρόνο αποκατάστασης και τη βαρύτητα της βλάβης.
  • Τα αδικήματα του γενετησίου.
  • Η εξέταση διαφόρων πειστηρίων. [60]s.32

Εκτέλεση της ιατροδικαστικής γνωμοδότησης
Σε κάθε περίπτωση που ο ιατρός λάμβανε έγγραφη παραγγελία από τις ανακριτικές αρχές [εισαγγελέα, ανακριτή, ειρηνοδίκη, χωροφυλακή ή απόφαση δικαστηρίου], όφειλε να προβεί στην εκτέλεση της πραγματογνωμοσύνης κατά τους διάφορους αναγραφόμενους κανόνες. Πολλές και ποικίλες είναι οι περιστάσεις, στις οποίες οι ιατροί καλούνται να γνωμοδοτήσουν σε πολιτικές δίκες, κυρίως σε περιπτώσεις τραυματισμών σε ατυχήματα, όπου εξετάζουν τη σοβαρότητα του τραυματισμού και τον βαθμό ανικανότητας προς εργασία. Επιπλέον, είναι απαραίτητη η ιατρική γνώμη σε περίπτωση θέσεως ατόμου υπό δικαστική συμπαράσταση. Ο δικαστής χρειάζεται αποδείξεις για να εκτιμήσει τα γεγονότα. Αυτό δεν επιτυγχάνεται με τις απλές καταθέσεις των μαρτύρων, καθίσταται λοιπόν αναγκαία η σύμπραξη ανθρώπων, οι οποίοι κατέχουν ιδιαίτερες γνώσεις, εμπειρίες, τέχνη ή επιστήμη. Ο δικαστής ανάλογα με το θέμα που αντιμετωπίζει ορίζει τον κατάλληλο πραγματογνώμονα.86,87,88 Ο ιατρός λάμβανε εντολή με δικαστική απόφαση για τη σύνταξη πραγματογνωμοσύνης. Η απόφαση όριζε τα ζητήματα προς επίλυση. Η παραγγελία για τη σύνταξη ιατροδικαστικής πράξης λαμβανόταν είτε συνεπεία αίτησης των ενδιαφερομένων, είτε συνεπεία προδικαστικής απόφασης του δικαστηρίου, διά της οποίας κρινόταν αναγκαία η ιατρική γνώμη προ της έκδοσης της οριστικής απόφασης Έπρεπε σύμφωνα με το άρθρο 102 της Ποινικής Δικονομίας να καταθέσει τη γνώμη του επί όλων των προβαλλόμενων ζητημάτων και μερικές φορές, αν το θεωρούσε αναγκαίο, και επί πρόσθετων ζητημάτων που δεν αναφέρονταν στην εντολή, ήταν όμως στενά συνδεδεμένα με την υπόθεση.

Όταν ο ιατρός εκτελούσε την εντολή που του ανατίθετο και μελετούσε την κρινόμενη υπόθεση, όφειλε να συντάξει την ιατροδικαστική έκθεση. Η ιατροδικαστική έκθεση παραδίδεται από τον ιατρό στον ανακριτικό υπάλληλο που του έδωσε την εντολή και την υπογράφουν ο ιατρός, ο ανακριτικός υπάλληλος, ο γραμματέας του δικαστηρίου και δύο μάρτυρες, σύμφωνα με το άρθρο 109 της Ποινικής Δικονομίας. Αν περισσότεροι ιατροί εκτέλεσαν την ιατρογνωμοσύνη, τότε η παράδοση της έκθεσης ανατίθεται στον έναν από αυτούς, ο οποίος και μνημονεύεται στην έκθεση. Σε περίπτωση διαφωνίας, αυτός που διαφωνεί συντάσσει δική του έκθεση ή σημειώνεται η διαφωνία του κάτω από την έκθεση. Όταν οι ιατροί είναι δύο, οπότε δεν υπάρχει πλειοψηφία, τότε διορίζεται και τρίτος ως επικριτής, κατά το άρθρο 107 της Ποινικής Δικονομίας. Οι διαδικασίες που όφειλαν να ακολουθήσουν οι ιατροί κατά τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης συνοψίζονται ως εξής: α) μετά την ορκωμοσία τους και στις περιπτώσεις που η πραγματογνωμοσύνη λάμβανε χώρα στο δικαστήριο, οι ιατροί – πραγματογνώμονες ενημερώνονταν από τον πρόεδρο του δικαστηρίου για τα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν, τις παρατηρήσεις των δικηγόρων των διαδίκων και λάμβαναν όσες πληροφορίες κρίνονταν αναγκαίες. Εν συνεχεία αποχωρούσαν σε ιδιαίτερο χώρο, όπου εξέταζαν τα δεδομένα ή και τον παθόντα, συσκέπτονταν και συνέτασσαν τη γνωμοδότηση, την οποία κατέθετε ο πρεσβύτερος των πραγματογνωμόνων, β) όταν η πραγματογνωμοσύνη διενεργούνταν εκτός δικαστηρίου, οι πραγματογνώμονες ορκίζονταν ενώπιον αυτού και μετά από την αυτοψία, η οποία λάμβανε χώρα σε ορισμένο τόπο και χρόνο, συνέτασσαν την ιατροδικαστική έκθεση, γ) οι πραγματογνώμονες συνέτασσαν εγγράφως τη γνωμοδότηση και την υπέγραφαν από κοινού. Μόνον επί διαφωνίας καταχωριζόταν η γνώμη που υποστήριζε ο καθένα χωριστά.

Σύνταξη ιατροδικαστικών εκθέσεων
Κάθε ιατροδικαστική έκθεση συνίστατο τουλάχιστον από τρία μέρη, το προοίμιο, την περιγραφή και το συμπέρασμα.
Κάποιες φορές, πέραν των τριών παραπάνω περιλάμβανε το αναμνηστικό και τη συζήτηση.
1) Προοίμιο: το προοίμιο περιλάμβανε α) το όνομα, το επώνυμο, την ιδιότητα και την κατοικία του πραγματογνώμονα, β) την αρχή, τον βαθμό και τα στοιχεία του υπαλλήλου που έδωσε την εντολή, γ) την ημερομηνία της εντολής, δ) την ημερομηνία και την ώρα της εκτέλεσης της ιατροδικαστικής πράξης και τον τόπο, στον οποίο αυτή διενεργήθηκε και ε) τη φύση του αδικήματος και των ιατροδικαστικών πράξεων, ήτοι νεκροψία, εξέταση κηλίδων κτλ.
Στο προοίμιο της έκθεσης αναφέρονταν τα της ορκωμοσίας του ιατροδικαστή, καθώς και τα ονόματα των παριστάμενων υπαλλήλων της δικαστικής αρχής ή άλλης αρχής, των ενδιαφερόμενων κτλ.
2) Περιγραφή: στην περιγραφή αναφέρονταν τα γεγονότα που παρατηρήθηκαν. Η περιγραφή έπρεπε να είναι πλήρης και περιληπτική. Ειδικότερα, ο ιατρός έπρεπε να επιμείνει με λεπτομερέστερες πληροφορίες μόνο στα γεγονότα, στα οποία επρόκειτο να στηριχθεί το συμπέρασμα. Τα γεγονότα έπρεπε να περιγράφονται με σαφήνεια, ώστε να είναι δυνατή η μετέπειτα συζήτηση. Σχετικά με την εξέταση κηλίδων, τις χημικές / ιστολογικές αναλύσεις ή άλλες ειδικές εξετάσεις, στην περιγραφή έπρεπε να αναφέρεται και η τεχνική μέθοδος που χρησιμοποίησε ο ιατροδικαστής.
3) Αναμνηστικό: σε μερικές περιπτώσεις ήταν απαραίτητο πριν την περιγραφή παρατηρήσεων να εκτίθενται γεγονότα που παρουσιάζουν ενδιαφέρον από ιατρική άποψη, π.χ. αν επρόκειτο για τραύμα, σημειωνόταν η ομολογία του δράστη ή άλλων προσώπων ως προς την πρόκληση του τραύματος, τη φύση του όπλου, τα συμπτώματα από την κάκωση κτλ. ή αν επρόκειτο για βιασμό σημειωνόταν η κατάθεση της παθούσης για τον χρόνο της πράξης, τις συνέπειες που είχε ως επακόλουθα κτλ. Η αφήγηση του αναμνηστικού έπρεπε να είναι μετρημένη και να αναφέρεται μόνο σε γεγονότα σχετικά με το αντικείμενο της πραγματογνωμοσύνης και χρήσιμα για την ανεύρεση της αλήθειας επί της εξεταζόμενης υπόθεσης.
4) Συζήτηση: κάθε φορά που τα συμπεράσματα δεν προέκυπταν με σαφήνεια από την απλή περιγραφή των γεγονότων ήταν ανάγκη να γίνεται η συζήτηση, στην οποία καταδεικνυόταν η σημασία των κυριότερων και ουσιωδών παρατηρήσεων και των περιστάσεων του αναμνηστικού, όπου εξηγούνταν η αξία και η σημασία τους.
5) Συμπέρασμα: τα συμπεράσματα ήταν αυτά που πολλές φορές απαιτούσαν [και απαιτούν] τον περισσότερο χρόνο και τη μεγαλύτερη προσοχή. Ο ιατρός οφείλει να σταθμίσει με μεγάλη προσοχή τις εκφράσεις του και να συνάγει ασφαλή συμπεράσματα από τις παρατηρήσεις του, διαφορετικά θα βρεθεί όχι μπροστά σε ιατρικό πρόβλημα αλλά σε άλυτο γρίφο. Πρέπει προπάντων να αποφεύγει τις αοριστίες και τις διφορούμενες εκφράσεις. Αν υπάρχει ζήτημα με αδυναμία αποσαφήνισης, τότε οφείλει να το επισημαίνει. Τα συμπεράσματα καταγράφονται κυρίως για τους δικαστές και τους ενόρκους, επομένως δεν πρέπει να περιέχουν επιστημονικούς όρους που δεν είναι κατανοητοί από όσους δεν έχουν ιατρικές γνώσεις. Αν ένας ιατρικός όρος είναι αναπόφευκτος, ο ιατρός πρέπει να τον εξηγήσει με παραπομπή ή σε παρένθεση. Ο Ιατροδικαστής πρέπει να περιορίζεται στα ερωτήματα που τέθηκαν κατά την εντολή που έλαβε και η εκτίμησή του πρέπει να είναι συγκεκριμένη και απόλυτη, δίχως εικασίες.

Ο Α. Γεωργαντάς αναφέρει, ότι για τη σύνταξη της ιατροδικαστικής έκθεσης υπάρχουν τύποι, τους οποίους ο ιατρός οφείλει απαρέγκλιτα να ακολουθήσει, ώστε η έκθεσή του να μη χάσει την πραγματική της αξία και συνεπεία τούτου να ληφθεί υπόψιν του δικαστηρίου μόνον ως εξώδικη μαρτυρία. Η σύνταξη της ιατροδικαστικής έκθεσης όπως προτείνεται από τον Α. Γεωργαντά είναι σύμφωνη με τα προηγούμενα και περιλαμβάνει τα εξής: α) πρώτα αναφέρεται στην έκθεση ο αριθμός, η ημερομηνία της εντολής και η αρχή που την εξέδωσε και εν συνεχεία το «περί ομώσεως του νενομισμένου όρκου», β) αναγράφονται τα ζητήματα προς λύση για τα οποία εδόθη η εντολή, γ) σημειώνεται, ότι βεβαιώθηκε η ταυτότητα του υπό εξέταση ατόμου, καθώς και ο τόπος όπου διενεργήθηκε η πραγματογνωμοσύνη, δ) εκτίθεται περιληπτικά και συνοπτικά το αναμνηστικό της υπόθεσης κατά την αφήγηση του και σαφήνεια, σε γλώσσα κατανοητή και από μη ιατρούς, όλες οι λεπτομέρειες και τα δεδομένα που είναι χρήσιμα για τη επίλυση του ζητήματος, στ) εκτίθενται συνοπτικά και με σαφήνεια η κρίση και εκτίμηση των δεδομένων στοιχείων, καθώς και τα συμπεράσματα που προκύπτουν και ζ) σύμφωνα με όλα τα προαναφερόμενα εκτίθεται η λύση των ζητημάτων. 3 Όταν επρόκειτο για την εξέταση πτώματος, μετά τη βεβαίωση της ταυτότητας ο ιατρός όφειλε να τηρεί κατά γράμμα το πνεύμα της εντολής που έχει λάβει. Εξέταζε λοιπόν με μεγάλη λεπτομέρεια την εξωτερική κατάσταση του πτώματος για κακώσεις ή άλλα ιδιαίτερα σημεία, αν επρόκειτο για απλή αυτοψία. Αν επρόκειτο για νεκροτομή, ο ιατρός έπρεπε να λαμβάνει ειδική εντολή, καθώς δεν δικαιούταν αυτεπάγγελτα να προβαίνει σε αυτήν, διότι ο νόμος το απαγόρευε [Β. Διάταγμα της 28ης Μαρτίου 1838, το οποίο όριζε τα «Περί κατασκευής των νεκροταφείων εν γένει, των τάφων και της ταφής νεκρών» και Β. Διάταγμα της 13ης Μαΐου 1835, το οποίο όριζε τα «Περί των νεκροσκόπων και των καθηκόντων αυτών, προς αποφυγήν των απερίσκεπτων ενταφιασμών των νεκροφανών»]. Εάν λόγω της φύσεως της υπόθεσης προκύψουν απορίες κατά τη διεξαγωγή της ανάκρισης, τότε η ανακριτική αρχή υποβάλλει στο Ιατροσυνέδριο (άρθρ. 4 εδάφιο Β΄, του από 13 Μαΐου 1834 Β. Διατάγματος, «Περί συστάσεως Ιατροσυνεδρίου») τις ιατροδικαστικές εκθέσεις, καθώς και κάθε σχετικό με τη δικογραφία, εκτίθενται λεπτομερώς τα αίτια που προκάλεσαν τους ενδοιασμούς και ζητείται η ανώτατη γνωμοδότηση.

  1. Ο ιατροδικαστής εκτιμούσε κάθε περίπτωση και έδινε απαντήσεις επί όλων των ερωτημάτων. Εξέταζε τα τραύματα ή τα πτώματα. Κατά την εξέταση των τραυμάτων έπρεπε να σχηματίσει σαφή ιδέα ως προς τη θέση του θύματος και του αυτουργού και να κρίνει κάτω από ποιες περιστάσεις τελέστηκε η αξιόποινη πράξη. Επιπλέον, εξέταζε και έκανε πρόγνωση ή αναφορά ως προς την ίαση των τραυμάτων, τον απαιτούμενο χρόνο θεραπείας τους, την πιθανή πρόκληση παραμόρφωσης λόγω των τραυμάτων και την προκληθείσα ανικανότητα του παθόντος. Τα παραπάνω είχαν ιδιαίτερη σημασία για την επιμέτρηση της ποινής του αυτουργού. Η ιατροδικαστική εξέταση σε περίπτωση θανάτου περιλάμβανε την αυτοψία του πτώματος και του τόπου τέλεσης του εγκλήματος. Ακολουθούσε νεκροτομή και οι απαραίτητες βιοχημικές αναλύσεις. Ο ιατροδικαστής όφειλε να διευκρινίσει εάν τα φαινομενικά αίτια θανάτου, π.χ. τραύματα, θλάσεις, αποτυπώματα στον λαιμό, Στην Ελλάδα η άσκηση της ιατροδικαστικής γίνεται επίσημα αμέσως μετά τη δημιουργία του ελεύθερου Ελληνικού κράτους. Η Ποινική Δικονομία και η νομική πρακτική προβλέπουν από την αρχή ειδικές διατάξεις για την ιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη. Το ελληνικό δικονομικό δίκαιο ακολούθησε το δίκαιο που αναπτύχθηκε στον ηπειρώτικο χώρο. Το δίκαιο αυτό ήταν κύριο προϊόν της Γαλλικής Επανάστασης η οποία επέβαλε την νέα ρύθμιση των πραγμάτων με νέους γραπτούς κανόνες του δικαίου που επικράτησε να ονομάζονται Ναπολεόντειοι Κώδικες. Η επανάσταση στο χώρο του ποινικού δικονομικού δικαίου απέβλεπε στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών που ήταν έρμαιοι τότε στις αυθαιρεσίες των δικαστικών και κρατικών οργάνων. Μπορεί άνετα να θεωρηθεί ότι στο χώρο της Ποινικής Δικονομίας συντελέσθηκε αληθινή επανάσταση της οποίας το ιδεολογικό υπόβαθρο υπήρξαν οι μεγαλόπνοες ιδέες και μακροχρόνιες των διαφωτιστών. Στις αρχές του ηπειρωτικού ευρωπαϊκού αυτού συστήματος στηρίχθηκε ο σχεδιασμός και η υλοποίηση της νομοθετικής ρύθμισης του νεοσύστατου ελληνικού κράτους που έγινε το 1834 δια χειρός του «Ιουστινιανού της νεώτερης Ελλάδος» Γεωργίου Λουδοβίκου φον Μάουερ μέλους της τότε τριμελούς Αντιβασιλείας. Της ίδια αντίληψης και σχεδιασμού υπήρξε και η ρύθμιση της Κρητικής Πολιτείας η πολιτείας η οποία με την υπ’αριθμ.120/9.10.1880 εγκύκλιο του Γενικού Διοικητή Κρήτης Ι. Φωτιάδη διαλάμβανε στο άρθρο 12 του περί επαρχιακών γιατρών κανονισμού: «Ο επαρχιακός γιατρός συντάσσει επίσης τας ιατροδικαστικάς εκθέσεις των εντός της περιφερείας του συμβαινόντων τραυματισμών ή φόνων»

Οι Ιατροδικαστικοί φορείς (Εργαστήρια Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας των ΑΕΙ και Ιατροδικαστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Δικαιοσύνη) επιλαμβάνονται μετά από παραγγελία των προανακριτικών αρχών των κάτωθι περιστατικών πάσης φύσεως: (α) βίαιων θανάτων εκ προθέσεως ή αμελείας, τροχαίων ή εργατικών ατυχημάτων, ατυχημάτων στο οικιακό περιβάλλον, σε χώρους φαρμακείων, φαρμακευτικών δηλητηριάσεων ή αυτοκτονιών, (β) αιφνίδιων θανάτων, (γ) θανάτων σε καταστήματα κράτησης – κρατητήρια, οίκους ευγηρίας, ειδικά νοσηλευτικά ιδρύματα κλπ, (δ) τραυματισμών και ποικίλων περιστατικών ποινικού ενδιαφέροντος, (ε) ατυχημάτων σχετιζομένων με τη γενετή-σια λειτουργία, (στ) ατυχημάτων σχετιζομένων με παραβάσεις του νόμου περί ναρκωτικών όπως προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία. Η Ιατροδικαστική ασχολείται και με τα θέματα Ιατρικής Ευθύνης και Δεοντολογίας, όπως τις νομικές αρχές που διέπουν την άσκηση της Ιατρικής, τις ηθικές αρχές που διέπουν την άσκηση της ιατρικής, τις σχέσεις του γιατρού προς τα «έξω» και τις σχέσεις του γιατρού με τους συναδέλφους του. Είναι ο μοναδικός κλάδος της Ιατρικής που υπηρετεί ταυτοχρόνως τη Δικαιοσύνη, τις Διωκτικές Αρχές, τις ασφαλιστικές εταιρείες, τα συμφέροντα του πολίτη ή της οικογένειάς του, το δημόσιο συμφέρον και την επιστήμη.

Νομοθεσία που διέπει την Ιατροδικαστική Επιστήμη: Ξεκινώντας από το Βασιλικό Διάταγμα του Όθωνα «Περί νεκροσκοπίας» που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 11 Ιου-νίου 1835, και αποτελεί την πρώτη συστηματική προσπάθεια για την εγκαθίδρυση ενός ισχυρού νομικού πλαισίου σε ότι έχει σχέση με αυτό που καλείται Ιατροδικαστική και συνεχίζοντας χρονολογικά αναφέρονται παρακάτω όλοι οι Νόμοι, τα Διατάγματα, Γνωμοδοτήσεις και οι Υπουργικές Αποφάσεις μέχρι σήμερα.

Αναλυτικά οι νόμοι βρίσκονται στο Παράρτημα Ι και τα άρθρα του Ποινικού Κώδικά, του Κώδικα Ποινικής Διs.24

Βασιλικό Διάταγμα της 27 Δεκεμβρίου 1956 /12 Ιανουαρίου 1957.
Περί προσθήκης της ιατροδικαστικής στας ιατρ. Ειδικότητας. S 26

Νόμος ΓΧΙΠ΄ (3680) της 19/31 Μαρτίου 1910.
Περί ιατροδικαστικής υπηρεσίας παρά την εισαγγελία των εν Αθήναις Πλημμελειοδικών.

Βασιλικό Διάταγμα της 8/17 Μαΐου 1910.
Περί του τρόπου της εκτέλεσης της υπηρεσίας των παρά τη εισαγγελία των εν Αθήναις Πλημμελειοδικών ιατροδικαστών. Εκδίδεται κατά το άρθρο 11 ν. ΓΧΙΠ΄/1910.

Βασιλικό Διάταγμα της 31 Οκτ./14 Νοεμ. 1913.
Περί τροποποιήσεως εν μέρει του από 8 Μαΐου 1910 εκτελεστικού Β. Δ/τος του ν. ΓΧΠ΄ Περί ιατροδικαστικής υπηρεσίας παρά την εισαγγελία των εν Αθήναις Πλημμελειοδικών.

Διάταγμα υπ΄αριθμ. 14/8/29-9-1924 άρθρο 25.
Ληξιαρχικές πράξεις, Θάνατος, Ιατρική πιστοποίηση.

Νομοθετικό Διάταγμα υπ΄αριθμ. 528 της 25 Σεπτ./1 Οκτ. 1941.
Περί προσθήκης μιας θέσεως Ιατροδικαστού παρά την Εισαγγελία Πρωτοδικών Πειραιώς.

Νομοθετικό Διάταγμα υπ’ αριθμ. 1526 της 3/22 Ιουλίου 1942.
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του άρθρου 10 από 30 Μαρτίου 1937 Δ/τος «περί των επανακτέων οικονομιών εν ταις Υπηρεσίαις αρμοδιότητος Υπουργείου Δικαιοσύνης».

Νομοθετικό Διάταγμα υπ’ αριθμ. 1650 της 30 Ιουλίου/19 Αυγούστου 1942.
Περί κανονισμού ιατροδικαστικής αμοιβής.

Νόμος υπ’ αριθμ. 360 της 17/23 Ιουλίου 1943.
Περί του χρόνου υπηρεσίας των απολυθέντων της υπηρεσίας Ιατροδικαστών. 25
της Ιατροδικαστικής υπηρεσίας κλπ. ως ούτος συνεπληρώθη δια μεταγενέστερων νόμων διαβαθμίσεως των ιατροδικαστών».

Νόμος υπ’ αριθμ. 963 της 1/26 Νοεμβρίου 1943.
Περί συμπληρώσεως του Νόμου 705 της 7/9 Οκτωβρίου 1943 «περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Νόμου ΓΧΠ΄ περί της ιατροδικαστικής υπηρεσίας κλπ.».

Νόμος υπ’ αριθμ. 1117 της 10/23 Ιανουαρίου 1944.
«Περί τρόπου εκτελέσεως ιατροδικαστικών πραγματογνωμοσυνών εν Θεσσαλονίκη».

Νόμος υπ’ αριθμ. 1302 της 25 Φεβρουαρίου/25 Μαρτίου 1944.
Περί τροποποιήσεως των διατάξεων των άρθρων 1 και 3 του νόμου 644/1943 «περί τρο-ποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν. Δ/τος 1526 του 1942 κλπ.».

Νόμος υπ’ αριθμ. 1510 της 30 Απριλίου/8 Ιουλίου 1944.
Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων των άρθρων 1 και 2 του Νόμου 1302/1944 «περί τροποποιήσεως των άρθρων 1 και 3 του Νόμου 644/1943 κλπ. περί καθορισμού εξόδων λειτουργίας Ιατροδικαστικών υπηρεσιών Αθηνών – Πειραιώς».

Νόμος υπ’ αριθμ. 1710 της 2/4 Σεπτεμβρίου 1944.
Περί συμπληρώσεως του Νόμου 705/1942 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Ν. ΓΧΠ΄ περί ιατροδικαστικής υπηρεσίας.

Κανονιστικό διάταγμα της 29 Φεβρουαρίου/13 Μαρτίου 1944.
Περί εκτελέσεως του Ν. 705 της 7 Οκτωβρίου 1943 «περί τροποποιήσεως και συμπλη-ρώσεως του Ν. ΓΧΠ΄ περί της ιατροδικαστικής υπηρεσίας κλπ.».

Νόμος υπ’ αριθμ. 495 της 9/10 Δεκεμβρίου 1947.
Περί διενέργειας ιατροδικαστικών πράξεων εις το Νεκροσκοπείον Πειραιώς.

Βασιλικόν Διάταγμα της 9/23 Ιουλίου 1952.
Περί κατανομής των οργανικών θέσεων του προσωπικού της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας.

Νόμος υπ’ αριθμ. 2266 της 9/10 Οκτωβρίου 1952.
Περί τροποποιήσεως των περί ιατροδικαστικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης διατάξεων.

Νόμος υπ’ αριθμ. 2347 της 30/30 Μαρτίου 1955. Περί καταργήσεως του άρθρου 4 του Νόμου 2266/52 «περί τροποποιήσεως των περί ιατροδικαστικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης διατάξεως» και άλλων τινών διατάξεων [74].

Βασιλικό Διάταγμα της 27 Δεκεμβρίου 1956 /12 Ιανουαρίου 1957.
Περί προσθήκης της ιατροδικαστικής στας ιατρ. Ειδικότητας.

Νόμος υπ’ αριθμ. 4044 της 11/19 Απριλίου 1960.
Περί προσθήκης θέσεων τινών παρά ταις Ιατροδικαστικαίς Υπηρεσίαις και καταργήσεως της παρ. 2 του άρθρου 3 του Ν.Δ. 3985/1959.

Βασιλικόν Διάταγμα υπ’ αριθμ. 73 της 23 Ιανουαρίου/5 Φεβρουαρίου 1965.
Περί ορισμού ειδικών τυπικών προσόντων διορισμού βοηθητικού προσωπικού Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας.

Αναγκαστικός Νόμος υπ’ αριθμ. 445 της 14 Ιουνίου 1968.
Αζήτητα πτώματα.

Νομοθετικόν Διάταγμα υπ’ αριθμ. 885 της 20/27 Μαΐου 1971.
Περί τροποποιήσεως των περί των ιατροδικαστικών Υπηρεσιών Υπουργείου Δικαιοσύνης διατάξεων και αυξήσεως του προσωπικού τούτων.

Απόφασις Υπουργού Δικαιοσύνης υπ’ αριθμ. 80289 της 7/9 Σεπτεμβρίου 1976.
Περί κατανομής θέσεων Ιατροδικαστών και λοιπού προσωπικού Ιατροδικαστικών Υπηρεσιών Αθηνών και Πειραιώς.

Νόμος υπ’ αριθμ. 344 του 1976 άρθρο 32.
Προθεσμία δηλώσεως θανάτου- Προϋπόθεσις συντάξεως πράξεως θανάτου.

Προεδρικό Διάταγμα υπ΄αριθμ. 850 της 1 Ιανουαρίου 1977.
Αναγραφή της αιτίας θανάτου στη πιστοποίηση – Βιβλία θανάτων, Ιατρική πιστοποίηση – Θάνατοι (Ληξιαρχικές πράξεις).

Προεδρικό Διάταγμα υπ’ αριθμ. 961/1981 της 4 Σεπτεμβρίου 1981.
Ειδικότητες γιατρών – Ειδικευόμενοι.

Νόμος υπ’ αριθμ. 1649 της 3 Οκτωβρίου 1986 άρθρο 5.
Διορισμός, Κατάταξη, Μητρώο, Επιμόρφωση (Ίδρυση Εργαστηρίου Ιατροδικαστικής).

Υπουργική Απόφαση υπ’ αριθμ. Δ/57328 της 16 Νοεμβρίου 1992.
Γιατροί, Υπηρεσία υπαίθρου, Εκπλήρωση υπηρεσίας, Αναστολή εκπλήρωσης υπηρεσίας.

Νόμος υπ’ αριθμ. 2071 του 1992 άρθρο 123.
Ιατροδικαστικών πράξεως και θέσεις ιατροδικαστών.

Γνωμοδότηση υπ’ αριθμ. 3065 της 5 Νοεμβρίου 1996.
Κατανομή Ιατροδικαστικών πράξεων μεταξύ α) των Εργαστηρίων Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας των ΑΕΙ και β) των Ιατροδικαστικών Υπηρεσιών Υπουργείου Δικαιοσύνης. 27

Προεδρικό Διάταγμα υπ’ αριθμ. 415/1994 της 20 Ιουνίου 1997 άρθρο 1.
Ειδικότητες Γιατρών – Ειδικευόμενοι.

Υπουργική Απόφαση υπ’ αριθμ. Β1/5/1997 της 19 Αυγούστου 1997.
Ιατρικής Σχολής του ΔΠΘ για θέματα ιατροδικαστικής.

Προεδρικό Διάταγμα υπ’ αριθμ. 262 της 19 Αυγούστου 1998 άρθρο 1.
Ίδρυση Εργαστηρίου Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.

Νόμος υπ’ αριθμ.. 2721 του 1999 άρθρο 40.
Διατάξεις περί της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας και άλλων θεμάτων του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

Νόμος υπ’ αριθμ. 2737 του 1999.
Μεταμοσχεύσεις ανθρωπίνων ιστών και οργάνων και άλλες διατάξεις.

Σωφρονιστικός Κώδικας υπ’ αριθμ. ΦΕΚ Α 291 της 24 Δεκεμβρίου 1999 άρθρο 80.
Θάνατο κρατουμένου (Σωφρονιστικό Δίκαιο).

Οργανισμός Υπουργείου Δικαιοσύνης της 17 Φεβρουαρίου 2000 άρθρο 2.
Διάρθρωση και αρμοδιότητες των Ιατροδικαστικών Υπηρεσιών.

Προεδρικό Διάταγμα υπ’ αριθμ. 228/2000 της 2 Ιουλίου 2003.
Εκτέλεση Υπερήχων.

Νόμος υπ’ αριθμ. 3258 της 29 Ιουλίου 2004 άρθρο 6.
Σύσταση της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Λαμίας.

Υπουργική Απόφαση υπ’ αριθμ. Α9γ/38800/1998 της 13 Ιουνίου 2005.
Λήψης ιατροδικαστικής ειδικότητας.

Νόμος υπ’ αριθμ. 3418 του 2005.
Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας.

Εισηγητική Έκθεση υπ’ αριθμ. 3472 της 4 Ιουλίου 2006.
Ρυθμίσεις ιατροδικαστικών θεμάτων.

Προεδρικό Διάταγμα υπ’ αριθμ. 319/1995 της 25 Ιουλίου 2006 άρθρο 34.
Διδασκόμενα μαθήματα Οργανισμός Σχολής Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας.

Υπουργική Απόφαση υπ’ αριθμ. 127287 της 29 Δεκεμβρίου 2006.
Αζήτητα πτώματα – Αζήτητοι σωροί.

Υπουργική Απόφαση υπ’ αριθμ. 2971/ΦΕΚ Β΄ 33 της 19 Ιανουαρίου 2007.
Κατανομή θέσεων ιατροδικαστών.

Προεδρικό διάταγμα αριθμ. 81 της 3 Μαΐου 2007 άρθρο 1, 2.
Τροποποίηση διατάξεων π.δ. 319/1995.

Υπουργική Απόφαση υπ’ αριθμ. 50560 της 2 Ιουνίου 2008.
Τροποποίηση της Υπουργικής Απόφασης 2971/12-1-2007. 28

Νόμος υπ’ αριθμ. 3772 της 10 Ιουλίου 2009 άρθρα 1 – 10.
Μεταρρυθμίσεις στη διάρθρωση της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας.

Νόμος υπ’ αριθμ. 4198 της 11 Οκτωβρίου 2013 άρθρα 9Α – 9Β.
Πρόληψη και καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και
προστασία των θυμάτων αυτής και άλλες διατάξεις .

Φορέας διατήρησης του αρχείου

Ιστορικό της ενότητας περιγραφής

Διαδικασία πρόσκτησης

Δημόσια Αποστολή
Φορέας παράδοσης: Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Ιατροδικαστική Υπηρεσία Αθηνών
Ημερομηνία εισαγωγής: 20/07/2018 & 29/10/2019
ΑΒΕ 2156
ΑΒΕ 2213

Περιοχή περιεχομένου και διάρθρωσης

Παρουσίαση περιεχομένου

Το αρχείο αποτελείται από φακέλους και βιβλία και η διάρθρωσή του από τον παραγωγό ήταν η εξής:

  1. Φάκελοι νεκροτομιών και σωματικών κακώσεων
  2. Φάκελοι και βιβλία ιατροδικαστικών εκθέσεων
  3. Βιβλία ιατροδικαστικών εκθέσεων
  4. Φάκελοι εκθέσεων νεκροτομιών εισαγγελιών
  5. Ευρετήρια πρωτοκόλλου αλληλογραφίας
  6. Πρωτόκολλα αλληλογραφίας
  7. Βιβλία ιατροδικαστικών εκθέσεων
  8. Ευρετήρια νεκροτομιών
  9. Ημερολόγια νεκροτομιών
  10. Ημερολόγια αρχείου
  11. Βιβλίο αυτοψιών
  12. Τοξικολογικά
  13. Ευρετήριο ναρκωτικών
  14. ''Βιβλίο ανηκέστων ναρκωτικών
  15. Ένα βιβλίο του Δικαστικού Φρενοκομείου Τζιτζιφιών

Επιλογές, εκκαθαρίσεις και τελική διατήρηση

Προσθήκες υλικού

Σύστημα ταξινόμησης

Το αρχείο της Ιατροδικαστικής υπηρεσίας παραδόθηκε σε 106 κιβώτια. Κατά τον απεγκιβωτισμό τοποθετήθηκαν στα αρχειοστάσια πρώτα οι φάκελοι και ακολούθησαν τα βιβλία. Κατά την παράδοση και την πρώτη αυτοψία στο υλικό παρατηρήθηκαν τα εξής: Οι φάκελοι ήταν συγκροτημένοι ανά έτος και μήνα (σε λίγες περιπτώσεις λείπουν κάποιοι μήνες). Στη ράχη των κυτίων αναγράφεται το έτος, η αύξουσα αρίθμηση των ιατροδικαστικών εκθέσεων και η ένδειξη’’ νεκροτομές και σωματικές κακώσεις’’. Σε αρκετές περιπτώσεις στο έτος υπάρχουν περισσότεροι από δώδεκα φάκελοι που αντιστοιχούν στους δώδεκα μήνες (σε ένα μήνα ενδέχεται να υπάρχουν περισσότεροι του ενός φάκελοι). Κατά την ταξινόμηση τηρήσαμε το παραπάνω σχήμα. Οι φάκελοι τηρήθηκαν χρονολογικά (1954-1998) και επίσης, τηρήθηκε και η συνεχόμενη αρίθμηση των ιατροδικαστικών εκθέσεων. Στα έτη 1980-1998 δεν έγινε ενδελεχής έλεγχος στην αύξουσα αρίθμηση των ιατροδικαστικών εκθέσεων
Τα βιβλία ταξινομήθηκαν σύμφωνα με το παρακάτω σχήμα:

  1. Ευρετήρια πρωτοκόλλου αλληλογραφίας 1954-1998
  2. Πρωτόκολλα αλληλογραφίας 1944-1998
  3. Βιβλία ιατροδικαστικών εκθέσεων 1910-1954
  4. Ευρετήρια νεκροτομιών 1944-1998
  5. Ευρετήρια πρωτοκόλλου εργαστηρίων 1972-1991
  6. Πρωτόκολλα εργαστηρίων 1972-1981
  7. Ημερολόγια νεκροτομιών 1976-1998
  8. Ημερολόγια αρχείου 1988-1991
  9. Βιβλία εκθέσεων νεκροτομιών 1943-1949
  10. Βιβλίο αυτοψιών 1975
  11. Βιβλίο Δικαστικού Φρενοκομείου Τζιτζιφιών 1913
  12. Ευρετήριο ναρκωτικών 1988
    Η ιατροδικαστική έκθεση νεκροψία - νεκροτομίας χωρίζεται σε τέσσερα μέρη. Στο πρώτο μέρος αναφέρεται το όνομα του ιατροδικαστή, ο αριθμός το εγγράφου παραγγελίας της αρχής που αιτείται την ιατροδικαστική εξέταση, το όνομα του πτώματος ή του τραυματία. Στο δεύτερο μέρος αναφέρεται η νεκροψία ( εξωτερικά τραύματα, ενδύματα, κλπ). Στο τρίτο μέρος ακολουθεί η νεκροτομή-διάνοιξη του πτώματος και δίνεται αναλυτική περιγραφή του σώματος με την εξής σειρά: κεφαλή, στόμα, λαιμός, θώρακας (ημιθωράκιο, πνεύμονες, καρδιά, αγγεία), κοιλία, πεπτικό σύστημα. Σε ορισμένες περιπτώσεις ακολουθούν οι παρατηρήσεις του ιατροδικαστή, η συζήτηση και το τελευταίο μέρος είναι το συμπέρασμα

Περιοχή όρων πρόσβασης και χρήσης

Όροι πρόσβασης

Για όλους τους φακέλους και τα βιβλία δέσµευση τήρησης ανωνυµίας των 12 στοιχείων ευαίσθητων προσωπικών δεδοµένων, όπως ορίζεται από το Νόµο 2472/1997 «Προστασία του ατόµου από την επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα».

Όροι αναπαραγωγής

Γλώσσα(ες) των τεκμηρίων

Αλφάβητο(α) των τεκμηρίων

Σημειώσεις για τη γλώσσα και γραφή των τεκμηρίων

Ελληνική

Φυσικά χαρακτηριστικά και τεχνικές προϋποθέσεις

Η κατάσταση των εγγράφων καλή. Ορισμένα βιβλία χρήζουν συντήρησης

Εργαλεία έρευνας

Διατίθεται εργαλείο έρευνας σε μορφή φύλλου δεδομένων (excel). Σε κάθε φάκελο αποτυπώνεται η χρονολογία και η εξωτερική ένδειξη φακέλου (αύξουσα αρίθμηση ιατροδικαστικών εκθέσεων). Στα βιβλία αποτυπώνεται η χρονολογία, η εξωτερική ένδειξη του βιβλίου και η αύξουσα αρίθμηση των πρωτοκόλλων

Περιοχή συμπληρωματικών πηγών

Εντοπισμός πρωτοτύπων

Εντοπισμός αντιγράφων

Συμπληρωματικές πηγές / σχετικές ενότητες περιγραφής

Σχετιζόμενες περιγραφές

Σημείωση δημοσίευσης

Δημήτριος Αναστασόπουλος, Ιστορική ανάλυση της άσκησης της Ιατροδικαστικής σε σχέση με τη νομοθεσία στην Ελλάδα και συγκριτική ανάλυση με χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις Η.Π.Α όσον αφορά τη σημερινή τους κατάσταση (Διδακτορική διατριβή), Ιωάννινα 2015

Βασίλειος Αιμ. Παρλαπάνης, Η ιατροδικαστική στην Ελλάδα μέσα από δημοσιεύματα του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, (διδακτορική διατριβή), Θεσσαλονίκη 2014

Περιοχή παρατηρήσεων

Σημείωση

Εναλλακτικός(οί) κωδικός(οί) αναγνώρισης

Σημεία πρόσβασης

Τόποι

Ονόματα

Είδη

Περιοχή ελέγχου της περιγραφής

Κωδικός αναγνώρισης περιγραφής

Κωδικός αναγνώρισης του φορέα καθιέρωσης της εγγραφής

Κανόνες και/ή συμβάσεις

Ημερομηνίες δημιουργίας, αναθεώρησης ή κατάργησης της περιγραφής

Αλφάβητο(α)

Πηγές

Περιοχή εισαγωγών

Σχετιζόμενα φυσικά και νομικά πρόσωπα

Σχετιζόμενα είδη

Σχετιζόμενοι τόποι