Εμφανίζει 345 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή
Οικογένεια

Κέντρου, Θωμά, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Θωμάς Κέντρος του Ιωάννη και της Αθηνάς το γένος Καρβουνάρη ή Διαμαντίδου (η οποία απεβίωσε στο Μοναστήρι το 1900) γεννήθηκε το 1896 στο Μοναστήρι παρότι στο πιστοποιητικό εγγραφής στο μητρώο αρρένων του Δήμου Φλωρίνης που υπάρχει στον υποφάκελο 4.2 φαίνεται ως έτος γέννησης το 1892.

Στη Θεσσαλονίκη ήρθε με τον πατέρα του το 1913. Τελείωσε το Β´ Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης κι έπειτα εισήχθη στη Νομική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ως φοιτητής μετέφραζε για βιοποριστικούς λόγους τις λεζάντες γαλλικών έργων του βωβού κινηματογράφου, καθώς γνώριζε πολύ καλά τη γαλλική γλώσσα.

Μετά την αποφοίτησή του άσκησε το δικηγορικό επάγγελμα στη Θεσσαλονίκη, όπου διορίστηκε στις 29 Οκτωβρίου του 1925 (αρ. ΦΕΚ 235/1925, Ε.Λ.Ι.Α., Μητρώο των μελών του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, αύξ. Αριθ. 425). Από το 1930 υπηρέτησε διαδοχικά στις νομαρχίες Φλώρινας, Σερρών, Κιλκίς, Πέλλης, Κοζάνης (τμηματάρχης Α´ τάξεως) και Χαλκιδικής (από το 1940). Τον Μάρτιο του 1945 μετατέθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου ανέλαβε την ανασύσταση και οργάνωση της νομαρχίας Θεσσαλονίκης ως διευθυντής της, θέση την οποία κατείχε μέχρι το 1950, μολονότι ανήκε οργανικά στη νομαρχία Δράμας. Το 1950 μετατέθηκε στη νομαρχία Ημαθίας, παρά το γεγονός ότι δύο χρόνια νωρίτερα (Νοέμβριος 1948) είχε προηγηθεί διαταγή απόσπασης που ανακλήθηκε μετά την διαμαρτυρία του, ενώ στη συνέχεια φαίνεται ότι υπηρέτησε και στη νομαρχία Πέλλης. Στο μεταξύ είχε μεταβεί στη Χάγη για μετεκπαίδευση με εντολή και δαπάνες της υπηρεσίας. Συνταξιοδοτήθηκε το 1956.

Ο Θωμάς Κέντρος διετέλεσε πρόεδρος του Συνδέσμου Μοναστηριωτών και πέριξ « Η Καρτερία» το διάστημα 1955-1966. Ήταν παντρεμένος από το 1925 με την Αφροδίτη (1904-1978), κόρη του εμπόρου Νικόλαου Χατζηπέτρου και της Λουκίας Τσούπση που κατάγονταν από το Μοναστήρι. Από το γάμο του απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Σωκράτη-Ιωάννη (Θεσσαλονίκη 1926- Βαλτιμόρη 1994), τον Νικηφόρο-Νικόλαο (Θεσσαλονίκη 1927-Θεσσαλονίκη 2003), την Μαργαρίτα-Αθηνά και την Κλειώ-Λουκία[1]. Ο Θωμάς απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του 1979, έναν περίπου χρόνο μετά το θάνατο της συζύγου του, σε ταξίδι της στη Βαλτιμόρη, όπου είχε πάει για να επισκεφθεί τον πρωτότοκο γιο της και την οικογένειά του.

Ο Νικηφόρος-Νικόλαος Κέντρος γεννήθηκε το 1927 και αποφοίτησε από το Β´ Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης. Αρχικά επιθυμούσε να σπουδάσει στο Πολυτεχνείο αλλά επειδή δεν είχε συσταθεί ακόμη η αντίστοιχη σχολή στη Θεσσαλονίκη, τελικά έμεινε στην πόλη και εισήχθη στη Νομική Σχολή. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 ασκούσε το δικηγορικό επάγγελμα στη Θεσσαλονίκη. Αγαπούσε ιδιαίτερα τον αθλητισμό και συνήθιζε μάλιστα να κρατάει στατιστικά στοιχεία για τα αθλητικά αλλά και τα εκλογικά αποτελέσματα. Ήταν επίσης ναυτοπρόσκοπος και έπαιζε βιολί, όπως και ο πατέρας του και ο μεγαλύτερος αδελφός του, Σωκράτης. Ο Νικηφόρος πέθανε τον Μάρτιο του 2003 στη Θεσσαλονίκη.

Ο Σωκράτης-Ιωάννης Κέντρος γεννήθηκε το 1926 και φοίτησε στο γυμνάσιο Πολυγύρου, όπου ήταν διορισμένος ο πατέρας του. Έπειτα μετέβη στη Θεσσαλονίκη μαζί με τα αδέλφιά του και αποφοίτησε από το Β´ Γυμνάσιο Αρρένων. Το ακαδημαϊκό έτος 1943-44 εγγράφηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης αλλά στη συνέχεια διέκοψε τις σπουδές του για να καταταχθεί στο στρατό. Αποφοίτησε έπειτα και το 1955 ή 1956 έφυγε από την Ελλάδα για μετεκπαίδευση στις Η.Π.Α. όπου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του. Αρχικά έμεινε στο Σικάγο και μετά από 2 χρόνια εγκαταστάθηκε στη Βαλτιμόρη, όπου ασχολήθηκε με την μικροχειρουργική γυναικολογία. Παντρεύτηκε την Πόλλα Ουζιέλ με την οποία απέκτησε έναν γιο, τον Θωμά. Πέθανε το 1994.

Η Μαργαρίτα-Αθηνά Κέντρου φοίτησε, αρχικά στο γυμνάσιο του Πολυγύρου και αποφοίτησε από το Γ´ Γυμνάσιο Θηλέων Θεσσαλονίκης. Παντρεύτηκε το 1954 με τον αξιωματικό της αεροπορίας, Ελευθέριο Χατζηιωάννου και απέκτησε δύο παιδιά, την Αφροδίτη και τον Αλύπιο.

Η Κλειώ-Λουκία τελείωσε το γυμνάσιο Σχινά στη Θεσσαλονίκη και φοίτησε για ένα έτος στη Σχολή Βρεφοκόμων «Μητέρα» στην Αθήνα. Έπειτα τελείωσε (1960-1962) τη σχολή αρχιτεκτονικού και μηχανολογικού σχεδίου του Ευκλείδη. Εργάστηκε στην Επιθεώρηση Μεταλλείων και έπειτα στη Siemens ως σχεδιάστρια. Δραστηριοποιήθηκε στη Χριστιανική Ένωση Νεανίδων Θεσσαλονίκης (κεντρική). Από το 1974 δραστηριοποιήθηκε στην Χ.Ε.Ν. Καλαμαριάς όπου διετέλεσε ταμίας τα έτη 1978-1982.

[Πηγές σύνταξης: συνέντευξη Κλειώς Κέντρου στην Ελπίδα Βόγλη, υλικό του αρχείου].

Παπαδοπούλου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Εμμανουήλ Παπαδόπουλος του Αποστόλου και της Μαρίας γεννήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου του 1880 στη Στενήμαχο της Βουλγαρίας (παρότι στο πιστοποιητικό εγγραφής του στο μητρώο αρρένων του Δήμου Θεσσαλονίκης στον υποφάκελο 1.3 φαίνεται ως έτος γέννησης το 1881). Αποφοίτησε από το ελληνικό γυμνάσιο Φιλιππούπολης. Συνέχισε τις σπουδές του στη Βασιλική Βαυαρική Ανωτάτη Τεχνική Σχολή του Μονάχου όπου σπούδασε αρχιτεκτονική από το 1899 έως το 1907. Από το 1909 μέχρι και το 1925 εξάσκησε το επάγγελμα του αρχιτέκτονα στη Βουλγαρία. Τον Φεβρουάριο του 1926 κατέφυγε στην Θεσσαλονίκη όπου και εργάστηκε ως αρχιτέκτονας μέχρι το θάνατό του, το 1947.
Ήταν παντρεμένος από το 1922 με την Χρυσάνθη Δανιήλ (1900-1978), κόρη του εμπόρου Βασίλειου και της Πηνελόπης Δανιήλ. Ο γάμος τους έγινε στη Σόφια της Βουλγαρίας και απέκτησαν ένα παιδί, την Μαίρη Παπαδοπούλου.
Η Χρυσάνθη Παπαδοπούλου γεννήθηκε το 1900 στη Στενήμαχο (παρότι στο απολυτήριο γυμνασίου του Ζαππείου Παρθεναγωγείου στον υποφάκελο 3.2 φαίνεται ως έτος γεννήσεως το 1905). Πέθανε μάλλον το 1978.
Η Μαίρη Παπαδοπούλου γεννήθηκε το 1923 στη Στενήμαχο της Βουλγαρίας. Δούλεψε για πολλά χρόνια ως καθηγήτρια στο κρατικό ωδείο της Θεσσαλονίκης. Πέθανε το 2010.
Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
Υλικό του αρχείου, πληροφορίες του δωρητή, Δημήτρη Ιωάννου.

Πλατσούκα, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια Πλ(ι)ατσ(ι)ούκα καταγόταν από την Πίνδο. Ως απώτερος πρόγονός της εντοπίζεται ο Νικόλαος (Νικολός) Χριστόδουλου Πλατσούκας, ο οποίος στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ήταν εγκατεστημένος στην Νάουσα όπου ασχολήθηκε με την οικοτεχνική παραγωγή σαγιακιού (είδος χοντρού μάλλινου υφάσματος). Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε έξι παιδιά: τον Κωνσταντίνο, τον Χριστόδουλο, τον Ιωάννη, τον Δημήτριο, την Ευφημία και τον Γεώργιο. Επί Τουρκοκρατίας ήταν μέλος της δημογεροντίας Νάουσας. Πέθανε το 1912, μέχρι τότε όμως, είχε προβεί μαζί με τους γιους του σε διάφορες επιχειρηματικές ενέργειες και επενδύσεις.
Η οικογένεια Πλατσούκα συμμετείχε σε μια πληθώρα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Μέλη της οικογέ­νειας συμμετείχαν μεταξύ άλλων στις εξής εταιρείες (τεκμήρια των οποίων εντοπίζονται στο αρχείο): «Αδελφοί Ν. Πλατσούκα», «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία, Λόγγος και Τουρπάλης», που μετονομάστηκε σε «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία», «Τουρπάλης, Κόκκινος, Πλατσούκας και Σία» που μετονομάστηκε σε «Κόκκινος, Πλατσούκας και Σία», «Αδελφοί Σεφερτζή Κόκκι­νου και Σία», «Αδελφοί Γεωργιάδη».
Η εταιρεία «Αδελφοί Ν. Πλατσούκα» συστάθηκε από τους απογόνους του Νικολού Πλατσούκα, μετά το θάνατό του, με σκοπό να διαχειριστεί τη συνολική συμμετοχή των μελών της οικογενείας σε άλλες εταιρείες.
Η εταιρεία «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία Λόγγος και Τουρπάλης» μετονομάστηκε το 1916 σε «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία». Η εταιρεία είχε έδρα τη Θεσσαλονίκη και κατείχε υδροκίνητο εργοστάσιο νηματουργίας, υφαντουργίας και λευκαντηρίου στη συνοικία Βαρόσι στην Έδεσσα. Οι δραστηριότητές της αφορούσαν την επεξεργασία βαμβακιού σε νήματα και υφάσματα. Η εταιρεία ήταν μία από τις μεγαλύτερες κλωστοϋφαντουργίες του μεσοπολέμου ενώ δραστηριοποιήθηκε και μεταπολεμικά.
Η εταιρεία «Τουρπάλης, Κόκκινος, Πλατσούκας και Σία» είχε έδρα της τη Θεσσαλονίκη και διατηρούσε υδροκίνητο εργοστάσιο σχοινοποιίας και σπαγγοποιίας με την επωνυμία «Η Αραπίτσα» στη Νάουσα. Το 1931 με την αποχώρηση ορισμένων εταίρων, μεταξύ των οποίων και του Ιωάννη Πλατσούκα, η εταιρεία μετονομάστηκε σε «Κόκκινος και Πλατσούκας».
Η εριοβιομηχανία «Αδελφοί Σεφερτζή Κόκκινου και Σία», γνωστή και ως ΣΕΦΕ.ΚΟ ιδρύθηκε το 1930. Είχε έδρα της την Έδεσσα όπου βρισκόταν και το υδροκίνητο εργοστάσιο της εταιρείας.
Το παγοποιείο και ζυθοποιείο «Νάουσα» της εταιρείας «Αδελφοί Γεωργιάδη και Σία» συνενώθηκε το 1920 με την επιχείρηση «Όλυμπος» και δημιούργησαν την εταιρεία «Όλυμπος-Νάουσα», η οποία εξαγοράστηκε αργότερα από την εταιρεία «Κάρολος Φιξ».
Ο Κωνσταντίνος Ν. Πλατσούκας (1871-1934) δρασ­τηριοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη από το 1908. Παντρεύτηκε την Αθηνά Χατζηδημήτρη και απέκτησαν τρία παιδιά. Είναι αυτός που υπογράφει τις περισσότερες επιστολές στα βιβλία αντιγραφής επιστολών που αφορούν τις οικονομικές δραστηριότητες της οικογένειας πριν το θάνατο του πατέρα του. Επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα κοινά και κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα συνεργάστηκε με τον πρόξενο Κορομηλά. Στις εκλογές του 1915 εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης με το ψηφοδέλτιο των Ανεξάρτητων.
Ο Χριστόδουλος Νικολάου Πλατσούκας (1872-1956) ήταν ο διαχειριστής της ομόρρυθμης εταιρείας «Αδελφοί Πλατσούκα». Ήταν μέτοχος στις εταιρείες «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία», «Σεφερτζής και Κόκκι­νος» και «Τουρπάλης Κόκκινος και Πλατσούκας». Εικάζεται ότι ο Χριστόδουλος είναι ο κύριος παραγω­γός του αρχείου καθώς ορισμένα τεκμήρια φέρουν με κόκκινο μελάνι τη σημείωση Χρ. Πλατσούκας. Παν­τρεύτηκε την Καλλιόπη Γουργουλιάτου (1877-1955) με την οποία απέκτησαν εφτά παιδιά.
Ο Ιωάννης Πλατσούκας (1881-;) εργάστηκε στην εταιρεία «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία» στις εγκαταστάσεις της Νάουσας.
Ο Δημήτριος Πλατσούκας (1890/92 – 1938) σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Βερολίνο. Ήταν μέτοχος στην εταιρεία «Σεφερτζής Κόκκινος και Σία».
Η Ευθυμία Πλατσούκα (1888-;) παντρεύτηκε τον Αναστάσιο Τσίτση, γιο του Γρηγορίου Τσίτση της ομώνυμης εταιρείας.
Ο Γεώργιος Πλατσούκας (1886-1918) ασχολήθηκε με τις εμπορικές δραστηριότητες της οικογένειας. Παντρεύτηκε τη Φανή Κολτσάκη με την οποία απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Επέζησαν τα δύο, ο Χρήστος (1913-1970) και ο Γεώργιος (1918-1986), οι οποίοι μαζί με τη μητέρα τους ήταν μέτοχοι στη εταιρεία «Σεφερτζής Κόκκινος και Σία».
Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
Τα λήμματα της οικογένειας Πλατσούκα, της οικογένειας Τσίτση Γρηγορίου του Αναστασίου και της οικογένειας Τουρπάλη στο Ευφροσύνη Ρούπα και Ευάγγελος Χεκίμογλου, Η επιχειρηματικότητα στην περίοδο 1900-1940, Μεγάλες επιχειρήσεις και επιχειρηματικές οικογένειες, τομ. Γ΄ στη σειρά Η ιστορία της επιχειρηματικότητας στη Θεσσαλονίκη, Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος, Θεσσαλονίκη 2004.
Βιομηχανική Νάουσα, Επτά Ημέρες, Καθημερινή, 11.3.2001
Υλικό του αρχείου

Μπουστίντουι, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Ιωσήφ Μπουστίντουι γεννήθηκε στο Σαν Σεμπαστιάν της Ισπανίας στις 30 Απριλίου 1882. Ξεκίνησε σπουδές μουσικής σε ηλικία δέκα ετών στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Αγίου Σεβαστιανού και σε ηλικία 17 ετών του απονεμήθηκε χρυσό μετάλλιο. Συνέχισε τις σπουδές του στο Ωδείο Βρυξελλών με δάσκαλο βιολιού τον Cesar Thomson. Μετά από τρία χρόνια σπουδών, το 1902, του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο με διάκριση και έλαβε μέρος ως σολίστ σε συναυλίες στην πατρίδα του καθώς και στις Βρυξέλλες όπου συνέχισε τις σπουδές του ως το 1903. Τότε επέστρεψε στην Ισπανία όπου μελέτησε αρμονία με δάσκαλο τον μαέστρο don Emilio Serrano. Παράλληλα έπαιρνε μέρος σε συναυλίες, μεταξύ αυτών και μία στα βασιλικά ανάκτορα της Ισαβέλλας των Βουρβόνων.

Το 1904, μετά από σύσταση του καθηγητή Thomson προς τον τότε διευθυντή του Ωδείου Αθηνών Γεώργιο Νάζο, διορίστηκε καθηγητής βιολιού και μουσικής δωματίου στο Ωδείο αυτό. Το 1906 διορίστηκε καθηγητής βιολιού και μουσικής δωματίου στο Ωδείο Πειραιώς (Πειραϊκός Σύνδεσμος). Τις πρώτες συναυλίες μουσικής δωματίου έδωσε το 1905 με τον καθηγητή πιάνου Βασενχόβεν και τις μαθήτριες του τελευταίου, Φούλα Πάλμα και Ήβη Πανά. Από την ίδια χρονιά ως το 1920 έδωσε ρεσιτάλ και συμμετείχε σε συναυλίες στην Ισπανία, την Αυστρία, το Βέλγιο, πόλεις της Ελλάδας και στη Σμύρνη. Το 1906 έδωσε συναυλίες κουαρτέτου εγχόρδων με τους καθηγητές Αρμάνδο Μαρσίκ, Σούλτσε, Μπέμερ και στη συνέχεια διοργάνωσε άλλο κουαρτέτο με τη σύζυγό του Ελένη, τον Αχ. Παπαδημητρίου και την Α. Κοψίδα. Από το 1904 ως το 1921 ήταν το 1ο βιολί της συμφωνικής ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών. Το 1922 ανέλαβε, μετά την αποχώρηση του Α. Μαρσίκ, τη διεύθυνση της συμφωνικής ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών, το οποίο από το επόμενο έτος του απένειμε τον τίτλο του δεύτερου διευθυντή ορχήστρας. Στα 1922-1924 οργάνωσε με τους Φιλ. Οικονομίδη και Σπ. Φαραντάτο τις πρώτες λαϊκές συναυλίες στην αίθουσα Αττικόν. Στα 1928-1930 διηύθηνε τη συμφωνική ορχήστρα στο Σαν Σεμπαστιάν, της οποίας έγινε επίτιμος διευθυντής. Από το 1930 ανέλαβε τη διεύθυνση του Ωδείου Πειραιώς. Το 1931 ανέλαβε τη διεύθυνση του Ωδείου Πατρών με τον Βελούδιο και από το 1945 ήταν επίτιμος διευθυντής του. Από το 1939 ως το 1959 ήταν διευθυντής της ορχήστρας του Ραδιοφωνικού σταθμού και επί τρία χρόνια ήταν διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Παντρεύτηκε την βιολίστρια και μαθήτριά του Ελένη Γεωργαντοπούλου (γεν. 30.11.1888) και απέκτησαν δύο κόρες την Ιουλία και την Μαρία. Πέθανε το 1964. Το 1947; ο Ι. Μπουστίντουι απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα.

Τιμητικές διακρίσεις: αντεπιστέλλον μέλος της ακαδημίας Καλών Τεχνών αγίου Φερδινάνδου (Ισπανία), Ιππότης του τάγματος της Villaviciosa (Ισπανία), Ιππότης του τάγματος του Αλφόνσου X του σοφού (Ισπανία), Ιππότης του τάγματος του Σωτήρος (Ελλάδα), έκτακτο μέλος της Ακαδημίας και Ιππότης του τάγματος Τεχνών και Γραμμάτων (Γαλλία).

Η Μαρία Μπουστίντουι, κόρη του Ιωσήφ Μπουστίντουι και της Ελένης Γεωργαντοπούλου-Μπουστίντουι, γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο το 1912, σπούδασε μουσική και δραματική στο Ωδείο Αθηνών και στη Σχολή Εθνικού θεάτρου. Άρχισε να ζωγραφίζει το 1952 και πρωτοεμφανίστηκε στην γκαλερί Ζυγός το 1959. Αντλούσε τα θέματά της κυρίως από την παλαιότερη αστική και παραδοσιακή αρχιτεκτονική και ζωή και δούλεψε κυρίως με τέμπερα, αυγοτέμπερα και λάδι. Έκανε πολλά ενημερωτικά ταξίδια σε Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, Αγγλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Αυστρία, Πορτογαλία, Ελβετία. Ήταν μέλος του καλλιτεχνικού επιμελητηρίου και του Σωματείου Ελληνίδων Ζωγράφων.

Πραγματοποίησε αρκετές ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε πολλές ομαδικές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό [Βλ. φακέλους 1-3].

Έργα της υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη και σε πολλές πινακοθήκες της Ελλάδας και του εξωτερικού.

Ήταν παντρεμένη με τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Πωπ, γιο του Γεωργίου Πωπ, εκδότη της εφ. Αθήναι. Η ίδια εργάστηκε στην ισπανική πρεσβεία της Αθήνας. Πέθανε το 2009.

Καρτάλη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια Καρτάλη εμφανίστηκε στην Τσαγκαράδα του Πηλίου το πρώτο μισό του 18ου αιώνα. Αν και μόνο ένα μέλος της, ο Γεώργιος Αντωνίου Καρτάλης (1908-1957), είναι ευρύτερα γνωστός στο πανελλήνιο, όλα της τα μέλη για τουλάχιστον έναν αιώνα είχαν σημαντική συμβολή στον ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό βίο. Οικογένεια επιχειρηματιών, με εμπορικά συμφέροντα στην Αίγυπτο, άρχισε να δραστηριοποιείται στην πολιτική λίγο πριν την εσνωμάτωση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος με το διορισμό, από τις τουρκικές αρχές, του Γεωργίου Χατζηαντωνίου Καρτάλη (1834-1899) πρώτου Δημάρχου του Βόλου.

Στεφάνου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια Στεφάνου καταγόταν από τη Σαρατσά της Κορώνης Πελοποννήσου και εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο μετά τα Ορλωφικά.
Ο Παναγιώτης-Μαρίνος Στεφάνου, γιος του Θεοδώρου και της Μαρίας Ρίζου-Χίτου, γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1791. Σπούδασε γιατρός στην Πίζα και στο Παρίσι και το 1813 επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου άσκησε το επάγγελμά του ιατροχειρούργου με ανιδιοτέλεια και ανθρωπισμό.
Δραστήριο μέλος της Φιλικής Εταιρείας και της Επιτροπής Αγώνος Ζακύνθου διακρίθηκε για τη μόρφωσή του και τον πατριωτισμό του και προσέφερε πολλά στον Αγώνα Ανεξαρτησίας των Ελλήνων (βλέπε και το αρχείο Διονυσίου Ρώμα). Μετά από πρόταση του άγγλου Αρμοστή (Th. Maithland) μεσολάβησε ο ίδιος στην απελευθέρωση των γυναικών του Χουρσίτ Πασά που αιχμαλωτίστηκαν μετά την άλωση της Τριπολιτσάς.
Παντρεύτηκε το 1823 την Almaide Honorine de Chantal κόρη του γάλλου προξένου Maximilien Hegesippe Ildephonse de Chantal και της Maria Rosa de Beon και απέκτησε μαζί της πέντε παιδιά από τα οποία επέζησαν η Μαρία Ρόζα και ο Διονύσιος. Η γυναίκα του πέθανε νεότατη από ευλογιά το 1837.
Τιμήθηκε από την Γ΄Εθνική Συνέλευση της Τροιζήνας (1827) και από τον Οθωνα με τον Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος (1841), ενώ υπήρξε ευεργέτης της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.
Πέθανε στη Ζάκυνθο την 1 Ιουνίου 1863, λίγες μόνο μέρες μετά την Ενωση της Επτανήσου με την Ελλάδα.
Ο γιος του Παναγιώτη-Μαρίνου Στεφάνου Διονύσιος, γεννήθηκε στη Ζάκυνθο στις 13 Νοεμβρίου 1835. Τελείωσε το σχολείο στο ¨Ελληνικό Εκπαιδευτήριο¨ στην Αθήνα και παρακολούθησε για δύο χρόνια μαθήματα Νομικής στο Πανεπιστήμιο. Το 1857 πήγε στο Παρίσι για να συνεχίσει τις σπουδές του, όπου και πήρε το πτυχίο της Νομικής.
Το 1864 διορίστηκε ειρηνοδίκης στην Κέρκυρα και ακολούθησε όλες τις βαθμίδες της δικαστικής υπηρεσίας μέχρι τον προβιβασμό του σε αρειοπαγίτη το 1873.
Το 1882 διορίστηκε από τον Χ. Τρικούπη νομικός σύμβουλος του υπουργείου Εξωτερικών και ένα χρόνο αργότερα (1883) αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στη Διεθνή Επιτροπή Αποζημιώσεων Αιγύπτου. Ανέλαβε επίσης τη νομική και διπλωματική επίλυση της ελληνορουμανικής διαφοράς που είχε προκύψει με το θέμα της κληρονομίας Ζάππα. Το 1888 προήχθη σε δικαστικό σύμβουλο του υπουργείου Οικονομικών και πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου. Μετά το θάνατο του Κ. Λομβάρδου, ο Χ. Τρικούπης πρότεινε στον Δ. Στεφάνου να παραιτηθεί από τα υψηλά δικαστικά του καθήκοντα και να εκτεθεί ως υποψήφιος βουλευτής του κόμματος του Λομβάρδου στη Ζάκυνθο. Ο Δ. Στεφάνου πρωτοεξελέγη βουλευτής το 1890, ενώ από το 1893 ως το 1895 διετέλεσε υπουργός Δικαιοσύνης και Εξωτερικών. Μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο έλαβε μέρος μαζί με τον έλληνα πρεσβευτή Ν. Μαυροκορδάτο στις διαπραγματεύσεις στην Κων/πολη για την οριστική υπογραφή συνθήκης ειρήνης μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Διετέλεσε επίσης υπουργός Δικαιοσύνης (1908-9) επί κυβερνήσεως Γ. Θεοτόκη και το 1909 ανέλαβε τη διεύθυνση του Πολιτικού Γραφείου του βασιλέως Γεωργίου Α΄, θέση από την οποία παραιτήθηκε δύο χρόνια αργότερα.
Υπήρξε μέλος πολλών Συλλόγων και Εταιρειών (Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων, Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, Εθνική Εταιρεία κ. ά. ) καθώς και υψηλόβαθμος τέκτονας.
Σπουδαίος νομομαθής, ο Δ. Στεφάνου έγραψε πολλές νομικές μελέτες, άρθρα και βιβλιοκρισίες.
Διακρίθηκε και τιμήθηκε με τον Ανώτερο Ταξιάρχη του Σωτήρος, με Μεγαλόσταυρους και άλλα παράσημα ξένων κρατών.
Παντρεύτηκε το 1869 την Αικατερίνη Αλεξίου Πάλλη και απέκτησαν πέντε παιδιά: τον Αλέξιο, την Ονορίνα, τον Δημήτριο, τον Γεώργιο και τον Ιωάννη.
Πέθανε την 1 Νοεμβρίου 1916 μετά από ασθένεια που οφειλόταν σε ελώδεις πυρετούς.

Σαχτούρη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Μέλη της οικογένειας
Σαχτούρης, Γεώργιος (1775-1841)
Σαχτούρης, Δημήτριος
Σαχτούρης, Σταμάτης
Σαχτούρης, Θεμιστοκλής
Σαχτούρης, Αλέξανδρος Δημητ.
Σαχτούρης, Δημήτριος Αλεξ.

Κατσουγιάννη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Θωμάς Μ. Κατσουγιάννης (1815 - μεταξύ 1892 και 1894) γεννήθηκε και έζησε στο Κρούσοβο. Εμπορευόταν κυρίως υφάσματα στο Κρούσοβο και στο Μοναστήρι ενώ ασχολήθηκε και με τον δανεισμό χρημάτων. Η επωνυμία της επιχείρησής του ήταν «Θωμάς Κατσουγιάννης και υιοί» η οποία το 1875 εμφανίζεται να έχει έδρα το Μονοαστήρι. Μετά τον θάνατο του Θωμά Κατσουγιάννη η επιχείρηση πέρασε σε τέσσερις από τους γιους του (Μιχαήλ, Ματθαίος, Πέτρος και Στέργιος, ενώ ο Κωνσταντίνος αποχώρησε). Η επιχείρηση τα τελευταία χρόνια του 20ού αιώνα μεγάλωσε πολύ, σημείωσε έντονη κερδοφορία και επεκτάθηκε, άτυπα, στον πιστωτικό τομέα. Η επιχείρηση διατηρήθηκε έως το 1902 όταν και διαλύθηκε.
Μεταξύ των ετών 1904-1906 τα αδέλφια Μιχαήλ και Ματθαίος Κατσουγιάννης λειτούργησαν τη δική τους επιχείρηση, η οποία διαλύθηκε μετά τη δολοφονία του δευτέρου από βούλγαρο κομιτατζή. Και αυτή η επιχείρηση ασχολήθηκε με το εμπόριο υφασμάτων και με το δανεισμό χρημάτων.
Ο Μιχαήλ (1842-1915) και οι γιοι του, Θωμάς και Τηλέμαχος (1882-1964) , συνέχισαν την εμπορική και πιστωτική δραστηριότητα της οικογένειας. Δύο χρόνια μετά το θάνατο του Μιχαήλ η έδρα της επιχείρησης μεταφέρεται στη Θεσσαλονίκη. Η οικογενειακή επιχείρηση περνάει στον έλεγχο του Τηλέμαχου Κατσουγιάννη και μετά το θάνατό του στο γιο του Μιχαήλ. Η επιχείρηση λειτούργησε μέχρι το 1983.
Στο αρχείο συναντάται και επιχείρηση με την επωνυμία «Δήτσας Κατσουγιάννης και Νιτσιώτας» με έδρα τη Θεσσαλονίκη και υποκατάστημα στα Σκόπια.

Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Βασίλης Κ. Γούναρης, Στις όχθες του Υδραγόρα.Οικογένεια οικονομία και αστική κοινωνία στο Μοναστήρι 1897-1911, Εκδόσεις Στάχυ, Αθήνα 2000.
Υλικό του αρχείου.

Χρόνη, οικογένεια

  • Οικογένεια

1) Δημήτριος Χρόνης (1898-1949). Γιος του Γεωργίου και της Σμαράγδας Χρόνη. Παντρεύτηκε το 1924 την Αναστασία (το γένος Αλεξ. Πιπέρου) και απέκτησαν δύο γιους, τον Γεώργιο, που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924 και τον Αλέξανδρο (Αλέκο), το 1928.
Ο Χρόνης κατετάγη ως εθελοντής στο Ναυτικό το 1912. Τον Νοέμβριο του 1916 προσχώρησε στην Εθνική Άμυνα υπηρετώντας ως δίοπος νοσοκόμος και το 1919 επανήλθε στο Ναυτικό ως δίοπος υποκελευστής γραφέας. Υπηρέτησε στο Ναυτικό ως το 1924, οπότε ζήτησε μετάταξη για την Αεροπορία, στην οποία υπηρέτησε ως διαχειριστής υλικού και τροφίμων, ως τμηματάρχης ανταλλακτικών κινητήρων αεροπλάνων και αυτοκινήτων της Γενικής Αποθήκης Υλικού Αεροπορίας (ΓΑΥΑ), ως μέλος της Επιτροπής περισυλλογής εγκαταλειφθέντος υλικού από τους Γερμανούς (1934-1946) και τέλος με το βαθμό του επισμηναγού στο Ελεγκτήριο Δαπανών του υπουργείου Αεροπορίας (1946-1949). [Για περισσότερες λεπτομέρειες βλέπε υποφάκελο 2.1 Υπηρεσιακά].
2) Χαρίκλεια Ι. Δούση (το γένος Γ. Χρόνη). Έζησε στο χωριό Αντικάλαμο και Σπερχόγεια, όπου ασχολιόταν με αγροτικές εργασίες και είχε αναλάβει τη φροντίδα του πατέρα Χρόνη. Είχε δύο παιδιά: την Βασιλική και τον Παναγιώτη, που έζησαν μαζί της στο χωριό.
3) Παναγιώτης Γ. Χρόνης. Μετανάστευσε στην Αμερική, εγκαταστάθηκε στο Peabody της Μασσαχουσέτης, όπου έζησε τουλάχιστον ως το 1955. Παντρεύτηκε το 1923 την Ευαγγελία, κόρη Αναστασίου Περωτή και απέκτησαν δύο αγόρια: τον Αναστάσιο και Γεώργιο.
4) Κώστας Γ. Χρόνης. Μετανάστευσε στην Αμερική και εγκαταστάθηκε στο Peabody της Μασσαχουσέτης. Χωρίς οικογένεια (;)
5) Αλέξανδρος Αθαν. Πιπέρος (Άργος, 1831-1921). Ασχολήθηκε με το εμπόριο (παντοπώλης). Παντρεύτηκε τη Μαριγώ και απέκτησε δύο γιους τον Γεώργιο και τον Χρήστο, οι οποίοι μετανάστευσαν στην Αμερική, και μία κόρη την Αναστασία (Τασία) που παντρεύτηκε τον Δημήτριο Χρόνη και έζησε στην Αθήνα (Μάρκου Μπότσαρη 52).
6) Γεώργιος Αλεξ. Πιπέρος (George Perros). Έφυγε για την Αμερική το 1907 και εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου έζησε μέχρι το θάνατό του, το 1950. Δούλεψε στην αρχή σε διάφορες δουλειές και αργότερα, για βιοπορισμό, παρέδιδε μαθήματα πιάνου.
7) Χρήστος Αλεξ. Πιπέρος. Πριν φύγει για την Αμερική το 1906, ήταν οινοπώλης στην Αθήνα. Παντρεύτηκε στην Αμερική τη Σταυρούλα (;), αλλά πρέπει να επέστρεψε πριν από το 1950 στην Ελλάδα.
8) Ο Κώστας Πασανιώτης, έμπορος αποικιακών ειδών είχε παντρευτεί αδελφή του Αλεξ. Πιπέρου και ζούσε στην Αθήνα.
9) Ο Πέτρος Κουρτέσης (1865- ;) από την Άνδρο, ήταν οινοπνευματοπώλης και διατηρούσε μαγαζί στην οδό Απόλλωνος 11 στην Αθήνα. Είχε παντρευτεί τη Σοφία Πασανιώτη, η οποία πέθανε το 1941.

Δαμιανού, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Ιωάννης Δαμιανός (Αθήνα,1861-1920) υπήρξε αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, πρώτος κυβερνήτης του θωρηκτού “Αβέρωφ”, αρχηγός των μοιρών Αμβρακικού και Ευδρόμων κατά τους Βαλκανικούς πολέμους. Προήχθη σε υποναύαρχο κατ’ εκλογήν το 1914. Διετέλεσε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη μετά το κίνημα στο Γουδί (15/8/1909-18/1/1910) και στις φιλοβασιλικές κυβερνήσεις Καλογερόπουλου και Λάμπρου (21/6/1916-21/4/1917). Μετά την φυγή του βασιλιά και την άνοδο του Βενιζέλου στην εξουσία κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία και εξορίστηκε στην Κρήτη.

Ο Κωνσταντίνος Δαμιανός (1853-1915), αδελφός του Ιωάννη, ήταν αξιωματικός του Πυροβολικού, αρχηγός της στρατιάς που κατέλαβε την Κορυτσά στους Βαλκανικούς πολέμους και αρχηγός του 4ου σώματος στρατού στην Καβάλα μετά τη λήξη των πολέμων.

Κάββα, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Μιχαήλ Κάββας (τέλη 19ου αι. - Τρίπολη, 1840) υπήρξε διακεκριμένος γιατρός επί τουρκοκρατίας και αγωνιστής της επανάστασης.

Ο Βασίλειος Κάββας (Άργος, 1824 - Αθήνα, 1915) ήταν ο μικρότερος γιος του Μιχαήλ Κάββα. Υπήρξε Βασιλικός Επίτροπος σε διάφορες θέσεις και πρόεδρος της “Εταιρίας Μεταλλουργίων Λαυρίου” το 1915. Το 1871 παντρεύτηκε την Ασπασία Αντωνοπούλου, χήρα Ιωάννη Δαμιανού.

Πατρικίου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Αλέξιος Πατρίκιος του Παναγιώτη καταγόταν από την Κεφαλονιά και ασχολιόταν με το εμπόριο ελαιολάδου στην Κέρκυρα. Είχε ένα μοναδικό γιο ονόματι Γεώργιο, παντρεμένο το 1863 με τη Νικολέτα, θυγατέρα του Αντωνίου Κουρή και της Μαρίνας Βραχλιώτη. Στη διαθήκη του ο Αλέξιος Πατρίκιος αφού δηλώνει ότι ο γιος του πάσχει από πολύχρονη ασθένεια και είναι ανάξιος να αποφασίζει, διορίζει επιτρόπους για την κληρονομία του και τους εγγονούς του, τους: Σπυρίδωνα Πατρίκιο (ανηψιό του), Κωνσταντίνο Θρόνο, Ιάκωβο Ποργατζέλη, Αντώνιο Κουρή. Ο Γεώργιος Α. Πατρίκιος έκανε τέσσερα παιδιά: α) τον Παναγιώτη, σύζυγο Μαρίας Σπυρίδωνος Δαμασκηνού με την οποία έμεινε παντρεμένος τέσσερα χρόνια (1860-1864) και με την οποία απέκτησε ένα γιο τον Αλέξιο (που αυτοκτόνησε το 1888 στη Νάπολη της Ιταλίας) β) την Μαρία, σύζυγο Νικολάου Αγιοβλασίτη γ) την Ρεγγίνα, σύζυγο Αναστασίου Πιέρη του Μαρκαντωνίου και δ) τον Ιωάννη.

Κονεμένου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Οι αδελφοί Σπυρίδων και Ανδρέας Κονεμένος ήσαν γαιοκτήμονες, γιοί του Γεωργίου Κονεμένου, που διετέλεσε πρεσβευτής των Τούρκων και πέθανε στην Πρέβεζα το 1895. Ο Σπυρίδων είχε παντρευτεί το 1830 την Καθαρή Σικελιανού. Ο Νικόλαος Σ.Κονεμένος (1832-1906) ήταν εξάδελφος του Γεωργίου Κονεμένου. Γεννήθηκε στην Πρέβεζα, σπούδασε στην Ιόνιο Ακαδημία και ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία. Δημοσίευσε στιχουργήματα που διακρίθηκαν για τη ρυθμική τους αρμονία και την έμμετρη κοινωνική σάτυρα (“Η φαντασία μου”, 1867), εξέδωσε στην Κέρκυρα το λογοτεχνικό περιοδικό “Εωσφόρος”, έγραψε την “Οικογένεια” (1870) και τη “Διαθήκη” (1901) καθώς και δύο φυλλάδια για τη γλώσσα. Έγινε γνωστός για τους αγώνες του υπέρ της δημοτικής γλώσσας. Ο Καίσαρ Νικολάκη Κονεμένου ήταν ενδεχομένως γιος του Νικολάου.

Δράκου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Γεωργάκης Δ. Δράκος (1788-1827)
Ο Γεωργάκης ήταν γιος του Δήμου Δράκου, επιφανούς αρχηγού της οικογένειας Δράκου του Σουλίου κατά τον 18ο αιώνα. Ο Δήμος Δράκος ήταν γνωστός για την στρατιωτική του ικανότητα και ευφυΐα, αρετές τις οποίες επέδειξε σε όλες τις συγκρούσεις των Σουλιωτών με τους Τούρκους, ήδη από το 1730. Το Δεκέμβριο του 1803 μαζί με το Φώτο Τζαβέλλα και άλλους οπλαρχηγούς οδήγησαν 2000 περίπου γυναικόπαιδα από το Σούλι στην Κέρκυρα. Εκεί ο Δήμος κατατάχθηκε στο ρωσικό στρατό (με το βαθμό του εκατόνταρχου) αλλά πέθανε τρεις μήνες αργότερα για ν’ αντικατασταθεί από το γιό του, Γεωργάκη. Ο Γεωργάκης ήταν και αυτός διακεκριμένος οπλαρχηγός του Σουλίου, ο οποίος έλαβε μέρος στην ελληνική επανάσταση και διακρίθηκε στις μάχες του Μεσολογγίου, των Θηβών και της Αθήνας. Αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και μεταφέρθηκε στο φρούριο της Χαλκίδας όπου και πέθανε.

Ιωάννης Γ. Δράκος (1820-1875)
Ο Ιωάννης Δράκος γεννήθηκε στο Σούλι το 1820. Ήταν γιος του Γεωργάκη Δράκου. Φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή της Βαυαρίας από την οποία αποφοίτησε με το βαθμό του ανθυπασπιστή του ιππικού. Διετέλεσε υπασπιστής του Όθωνα με το βαθμό του αντισυνταγματάρχη του ιππικού. Συνόδευσε τον Όθωνα στην εξορία, στη Βαμβέργη, και παρέμεινε εκεί μέχρι το θάνατο του εξόριστου βασιλιά το 1867. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα πέρασε από δίκη για λιποταξία στο εξωτερικό και αθωώθηκε. Διετέλεσε υπουργός Στρατιωτικών το 1871. Πέθανε το 1875. Για τις υπηρεσίες του προς τον Όθωνα, η Αμαλία ανέλαβε να καταβάλλει οικονομικό βοήθημα στη χήρα του Αικατερίνη. Μετά το θάνατο της Αμαλίας, το βοήθημα κατέβαλλαν οι κληρονόμοι τους.
Ο Ιωάννης Δράκος παντρεύτηκε την Αικατερίνη Δαγκλή και έκαναν τρεις γιους (Γεώργιο, Νικόλαο και Κωνσταντίνο) και μία κόρη, τη Μαρία (σύζυγο Κωνσταντίνου Πλανητέρου).
Ο γιος του, Γεώργιος, υπηρέτησε στον πρωσικό στρατό και σκοτώθηκε το Σεπτέμβριο του 1870 στη μάχη του Sedan (γαλλο-πρωσικός πόλεμος του 1870).

Νικόλαος Ι. Δράκος (1861-1927;)
Ο Νικόλαος Ιωάννου Δράκος γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1861. Εισήλθε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (ΣΣΕ) το 1877 και αποφοίτησε στις 24 Μαρτίου 1881 με το βαθμό του ανθυπολοχαγού Πυροβολικού. Έλαβε μέρος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Το 1913, με το βαθμό του συνταγματάρχη, διετέλεσε Φρούραρχος Θεσσαλονίκης. Το 1916 διετέλεσε υπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Σπυρίδωνος Λάμπρου. Αποστρατεύθηκε το 1916. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του διετέλεσε επίσης μέλος της επιτροπής των εισιτηρίων εξετάσεων στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Παντρεύτηκε την Αιμιλία Μπότσαρη, κόρη του Δημητρίου Μπότσαρη και της Χαρίκλειας Δεληγιάννη. Ο Δημήτριος Μπότσαρης ήταν γιος του Μάρκου Μπότσαρη και της Χρυσούλας Καλογήρου.
Ο Νικόλαος Δράκος και η σύζυγός του Αιμιλία απέκτησαν τρεις κόρες και έναν γιο: 1. την Αικατερίνη (Κάκιω, γεν. 1894) που παντρεύτηκε τον Λεόντιο Λεοντίου και σε δεύτερο γάμο –λόγω χηρείας– τον αξιωματικό του Βασιλικού Ναυτικού Κωνσταντίνο Σπ. Λιόλιο, 2. την Αθηνά (γεν. 1898, άγαμη), 3. τη Μαρία (γεν. 1900, σύζυγο Ιακώβου(;) Κορέσση, βιομήχανου) και 4. τον Ιωάννη (1896, έγγαμος), χωρίς όμως άλλα στοιχεία. Ο Ιωάννης το 1956 φαίνεται ότι εργαζόταν στο τμήμα διοίκησης υποκαταστημάτων της Ιονικής Τραπέζης. Η Αικατερίνη Ν. Δράκου έκανε από τον πρώτο της γάμο μία κόρη, τη Θεοδώρα. Η Μαρία Ν. Δράκου έκανε μάλλον τρία παιδιά: την Ελένη, τον Ιωάννη και τον Αλκιβιάδη (βλ. οικογένεια Κορέσση, αρχεία ΕΛΙΑ). Ο Νικόλαος Δράκος πέθανε το 1927.

Πρόσωπα που εμφανίζονται στο αρχείο και παράγουν τον κύριο όγκο των επιστολών προς τον Νικόλαο και την Αιμιλία Δράκου είναι τα ακόλουθα:

Αικατερίνη Ι. Δράκου το γένος Δαγκλή
Σύζυγος του Ιωάννη Γ. Δράκου, απόγονος κι αυτή σουλιώτικης οικογένειας.

Κωνσταντίνος Δράκος
Ο Κωνσταντίνος Δράκος ήταν αδελφός του Νικολάου Ι. Δράκου. Σύμφωνα με τη Μεγάλη Στρατιωτική Εγκυκλοπαίδεια, γεννήθηκε το 1861. Αρχικά αξιωματικός του ιππικού, έλαβε μέρος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Αποστρατεύθηκε με το βαθμό του υπιλάρχου (υπολοχαγού) για να υπηρετήσει στη συνέχεια ως αξιωματικός της Χωροφυλακής (δεύτερος αστυνόμος) στην Αίγινα και στον Πόρο. Σημειώνεται ότι στο μητρώο των αξιωματικών του στρατού του 1908 (στο οποίο περιλαμβάνονται οι αξιωματικοί της χωροφυλακής), το όνομά του δεν αναφέρεται. Φαίνεται ότι παντρεύτηκε μία Βασιλική (Βάσω). Από την αλληλογραφία δεν προκύπτουν πληροφορίες για τέκνα. Από τις επιστολές του αρχείου προκύπτει ότι ο Κωνσταντίνος μάλλον υπέφερε από κάποια ασθένεια.

Μαρία Κ. Πλανητέρου (το γένος Ιωάννου Δράκου)
Η Μαρία (Μαριγουλίτσα) φοίτησε στη Σχολή Χιλλ. Παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο (Ντάντο) Πλανήτερο από τη Ζάκυνθο, έμπορο σταφίδας. Πρόκειται για αρχοντική οικογένεια της Ζακύνθου (απαντάται στο νησί από το 1509, με ρίζες αρχικά στο Ναύπλιο). Απέκτησαν τέσσερα τέκνα: τον Ιωάννη (Γιάγκο), την Αικατερίνη (1891-;) τον Νικόλαο και τον Γεώργιο (Τζωρτζάκη, 1893-;). Τόσο ο Λεωνίδας Ζώης όσο και ο Mihail-Dimitri Sturdza αναφέρουν ότι μια Αικατερίνη Πλανητέρου παντρεύτηκε τον Σπυρίδωνα Καρρέρ (1880-1962), επίσης από τη Ζάκυνθο, και απέκτησαν μια κόρη, την Ανδριανή– ίσως πρόκειται για την κόρη της Μαρίας. Από την αλληλογραφία προκύπτει ότι η Μαρία και ο Κωνσταντίνος Πλανήτερος απέκτησαν τρία εγγόνια: τη Σόνια (Σοφία), τον Κωνσταντίνο και τη Μαρία.

Χαρίκλεια Δ. Μπότσαρη, το γένος Νικολάου Δεληγιάννη
Κόρη του Νικολάου Δεληγιάννη και της Αικατερίνης Νοταρά. Παντρεύτηκε τον Δημήτριο Μπότσαρη (1814-1871), γιο του Μάρκου Μπότσαρη (1790-1823) και της Χρυσούλας Καλογήρου. Ο Δημήτριος Μπότσαρης ήταν στρατιωτικός (έφτασε στο βαθμό του υποστρατήγου) και διετέλεσε δύο φορές υπουργός Στρατιωτικών. Απέκτησαν επτά τέκνα: την Αικατερίνη (1851-1875), τη Χρυσούλα (1852-1922, σύζυγο Γεωργίου Προβελεγγίου), το Μάρκο (1854-1873), την Αθηνά (1857-1878), τον Κωνσταντίνο (1858-1919 άγαμος), τον Αθανάσιο (1860-1944, παντρεύτηκε τη Σοφία Σπυρίδωνος Ρώμα) και την Αιμιλία (1868, σύζυγο Νικολάου Ι. Δράκου).

Χρυσούλα Γ. Προβελεγγίου, το γένος Δημητρίου Μπότσαρη
Κόρη του Δημητρίου Μπότσαρη και της Χαρίκλειας Δεληγιάννη. Η Χρυσούλα παντρεύτηκε το σίφνιο νομικό Γεώργιο Προβελέγγιο (ανιψιό του πολιτικού Κωνσταντίνου Προβελέγγιου και αδελφό του πολιτικού και ποιητή Αριστομένη Προβελέγγιου και του εκπαιδευτικού Νικολάου Προβελέγγιου) και απέκτησαν δύο κόρες, την Αικατερίνη, την Όλγα (και ίσως μία τρίτη, την Ελένη) και δύο γιους: τον Ιωάννη και το Δημήτριο. Η Όλγα παντρεύτηκε τον Γεώργιο (;) ο οποίος δραστηριοποιήθηκε στο Poti της σημερινής Γεωργίας. Απέκτησαν μιά κόρη η οποία πέθανε μάλλον σε νηπιακή ηλικία. Ο Δημήτριος Προβελέγγιος παντρεύτηκε την Baby (δεν αναφέρεται άλλο όνομα) και απέκτησαν μία κόρη, τη Χαρίκλεια, η οποία πέθανε σε νηπιακή ηλικία. Ο Ιωάννης, μετά από μια διαμονή στο Λονδίνο (στα 1912) εγκαταστάθηκε και εργάστηκε -για άγνωστο διάστημα- στο Cawnpore (Kanpur) της Ινδίας. Εγγονός της Χρυσούλας και του Γεωργίου Προβελέγγιου ήταν ο διακεκριμένος αρχιτέκτονας Αριστομένης Προβελλέγιος (1914-1999). (Βλ. συνέντευξη του Αριστομένη Προβελέγγιου στο Θανάση Λάλα, Τα Νέα, 07/11/1999).

Αθανάσιος Δημ. Μπότσαρης
Γιος του Δημητρίου Μπότσαρη και της Χαρίκλειας Δεληγιάννη. Γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου του 1860. Εισήλθε στη Στρατιωτικού Σχολή Ευελπίδων το 1880 και αποφοίτησε το 1884 με το βαθμό του ανθυπολοχαγού Πυροβολικού. Παντρεύτηκε τη Σοφία Ρώμα (1863-), κόρη του Σπυρίδωνος Ρώμα (1826-1881) και της Ασπασίας Μουρούζη. Ο Αθανάσιος και η Σοφία απέκτησαν πέντε τέκνα: την Ασπασία (1891-1974, μικροβιολόγο), το Δημήτριο (1892-1965, παντρεύτηκε την Καλλιόπη Διαμαντίδη), το Μάρκο (1893-1960, μάλλον ανύπαντρος), το Σπύρο (1894-1948, παντρεύτηκε σε πρώτο γάμο τη Μυρσίνη Αμπελοράβδη και σε δεύτερο την Αλεξάνδρα Παντζίρη) και την Pierrete (1902-;) η οποία παντρεύτηκε το Δημοσθένη Χωρέμη). Ο Σπύρος απέκτησε δύο τέκνα: το Μάρκο και τη Ρόζα. Από μια αναφορά σε επιστολή της εξαδέλφης του Μαρίας (υποφ. 2.6) φαίνεται ότι το 1911 έχασαν ένα παιδί – ίσως πρόκειται για αποβολή.

Κωνσταντίνος Σπ. Λιόλιος
Ο Κωνσταντίνος Σπυρίδωνος Λιόλιος γεννήθηκε στις 23 Ιουνίου 1869. Εισήλθε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το 1885 και αποφοίτησε το 1890 ως μάχιμος σημαιοφόρος. Στους Βαλκανικούς Πολέμους, με το βαθμό του πλωτάρχη, υπηρέτησε ως κυβερνήτης του αντιτορπιλικού Ναυκρατούσα. Έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις της Λήμνου και της Τενέδου. Αποστρατεύθηκε το Μάρτιο του 1917 με το βαθμό του αντιπλοιάρχου. Επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία τον Ιούνιο του ιδίου έτους. Στον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο, με το βαθμό του πλοιάρχου, διετέλεσε Διοικητής Μοίρας Σαρωνικού (1917-1919) και μοίραρχος αρχηγός του Ελαφρού Στόλου (1918). Με την ίδια ιδιότητα έλαβε μέρος και στις επιχειρήσεις της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Αποτάχθηκε το 1921. Η απόταξή του ακυρώθηκε το 1922 και με αίτησή του αποστρατεύθηκε οριστικά το 1923 με το βαθμό του υποναυάρχου. (Τα στοιχεία αντλήθηκαν από το Βιογραφικό Λεξικό των Αποφοίτων της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων, βλ. παρακάτω).
Ο Κωνσταντίνος Λιόλιος παντρεύτηκε την Αικατερίνη, κόρη του Νικολάου Δράκου και χήρα του Λεοντίου Λεοντίου. Το 1936 υιοθέτησε την κόρη της Αικατερίνης από τον πρώτο γάμο της, Θεοδώρα. Πέθανε το 1947. Η οικογένεια Λιόλιου συνδέεται με την οικογένεια Μπότσαρη ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα καθώς η αδελφή του Μάρκου Μπότσαρη, Δέσπω, είχε παντρευτεί τον Γ. Λιόλιο. Ο Κωνσταντίνος Λιόλιος πιθανότατα συνδέεται με τον υποστράτηγο (Μηχανικού) Γεώργιο Λιόλιο (1858-1923), ο οποίος φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων στην ίδια κλάση με τον Νικόλαο Ι. Δράκο.

Πηγές:
Μητρώον των αξιωματικών και ανθυπασπιστών του κατά γην στρατού 1908. Αθήνα, Υπουργείο Στρατιωτικών, 1908: 12
Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια, τ.3 και 5.
Αναστάσιος Κ. Δημητρακόπουλος (αντιναύαρχος ΠΝ ε.α.), Βιογραφικό Λεξικό των Αποφοίτων της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων. Οι τάξεις εισόδου 1884-1950, τ. 2, Αθήνα, 2006.
Λεωνίδας Χ. Ζώης, Λεξικόν Ιστορικόν και Λαογραφικόν Ζακύνθου, τ. Α΄, Αθήνα, Εθνικό Τυπογραφείο, 1963.
Μαρίνος Γερουλάνος, Αναμνήσεις (1867-1957). Σελίδες από την ιστορία της νεώτερης ιατρικής στην Ελλάδα, Αθήνα, Εκδ. Καστανιώτη, Β΄ έκδοση 1995.
Γρηγόρης Σκαμπαρδώνης και Νικ. Δ. Σχίζας, Η ασθένεια και ο θάνατος του βασιλέως Κωνσταντίνου (1915-1922), άρθρο στην ιστοσελίδα Ελεύθερη Ζώνη www.elzoni.gr/html/ent/072/ent.26072.asp
Mihail-Dimitri Sturdza, Dictionnaire Historique Genealogique des Grandes Familles de Grece d'Albanie et de Constantinople, Paris, 1983.

Αμπελά-Τερέντσιο, οικογένεια

  • Οικογένεια

Τα στοιχεία που αντλούνται από το αρχείο για τα πρόσωπα της οικογένειας του Τιμολέοντος Αμπελά είναι τα εξής: Ο παππούς από την πλευρά του πατέρα του, Χριστόδουλος Ζέζος, επονομάστηκε Αμπελάς, λόγω των αμπελοκαλλιεργειών του, και καταγόταν από την Κερπινή Καλαβρύτων. Είχε παντρευτεί την Ρόιδα Μέγαρη και απέκτησαν τέσσερα παιδιά (Δημήτριος, Τριαντάφυλλος, Κωνσταντίνος, Αγγελική). Ο Τριαντάφυλλος έγινε συνταγματάρχης πεζικού και απέκτησε τρεις γιους (Χρήστος, Κωνσταντίνος, Λεωνίδας) και δύο κόρες (Καλλιόπη, Παρασκευή). Ο Δημήτριος Αμπελάς, πατέρας του Τιμολέοντος, έλαβε μέρος στην ελληνική επανάσταση, διορίστηκε γραμματέας του υπουργείου Ναυτικών, γενικός διευθυντής των ελληνικών ταχυδρομείων, επιθεωρητής των τελωνείων και τέλος κεντρικός πράκτορας και ταμίας της εν Σύρω Ελληνικής Ατμοπλοΐας (1857-1875). Ο Δημήτριος Αμπελάς παντρεύτηκε την Αικατερίνη Περίδη από την Τήνο και απέκτησαν πέντε παιδιά (Μεγακλής, Τιμολέων, Αλέξανδρος, Αιμιλία, Βιργινία). Πέθανε στην Αθήνα το 1887. Η σύζυγός του, Αικατερίνη Αμπελά, πέθανε το 1899. Η Βιργινία παντρεύτηκε τον βέλγο Ιούλιο Πιερράρ, οργανωτή των ελληνικών ταχυδρομείων και πέθανε το 1908. Ο Αλέξανδρος πέθανε το 1917 και η Αιμιλία το 1875.
Ο Τιμολέων Αμπελάς γεννήθηκε στην Πάτρα στις 4.5.1849 και πέθανε στην Αθήνα στις 26.8.1926. Τις εγκύκλιες σπουδές του ξεκίνησε στην Αθήνα και ολοκλήρωσε στην Ερμούπολη. Σπούδασε στη νομική σχολή και διορίστηκε ως δικηγόρος στη Σύρο (1872), στη συνέχεια ως πρωτοδίκης στη Χαλκίδα (1877) και υπηρέτησε εκεί καθώς και στην Ζάκυνθο, την Αθήνα, την Λευκάδα, την Κέρκυρα και την Λάρισα (1895). Το 1901 έγινε πρόεδρος πρωτοδικών και το 1904 εφέτης στην Πάτρα. Λίγο πριν τη συνταξιοδότησή του, έπαιξε ενεργό ρόλο ως ανακριτής στη δίκη εναντίον του Α. Δελμούζου και άλλων για τα λεγόμενα «αθεϊκά» του Βόλου. Κατά τα έτη 1876-1877 είχε αναλάβει τη διεύθυνση της εφημερίδας Εθνοφύλαξ και κατά τα 1921-1922 εργάστηκε ως ανταποκριτης της εφημερίδας Ατ-λαντίς της Νέας Υόρκης.
Ο Τιμολέων Αμπελάς υπήρξε κυρίως δραματικός συγγραφέας που κινήθηκε στο πλαίσιο των πανεπιστημιακών και άλλων λογοτεχνικών διαγωνισμών. Ήδη ως μαθητής Γυμνασίου στην Ερμούπολη είχε συγγράψει τα Η άλωσις της Τροίας, Βασιλέας Νίσος (δράμα), Αβδηριάς (κωμωδία, υποβλήθηκε σε πανεπιστημιακό διαγωνισμό του 1869), Ιερός Λόχος (αναφέρεται ότι δημοσιεύθηκε στη Σύρο), Μάρτυρες του Αρκαδίου (αναφέρεται ότι αρχικά δημοσιεύθηκε σε επιφυλλίδα της εφ. Πατρίς και στη συνέχεια αυτοτελώς). Το 1870 υπέβαλε σε διαγωνισμούς τα δράματα: Έβρος ο Θραξ, Νέρων, Βιργινία η Ρωμαία (αναφ. ότι δημοσιεύθηκε στη Σύρο το 1871). Το 1871 (;) υπέβαλε τα: Πέτρος Γανδανόλης, Λέων Καλλέργης, Κρήτες και Βενετοί. Το 1876 βραβεύτηκε σε διαγωνισμό του φιλολογικού συλλόγου Παρνασσός το δράμα του Κλεοπάτρα το οποίο ξαναέγραψε και εξέδωσε μαζί με μελέτη του για τον βίο της το 1914. Το δράμα Αρτεμησία βραβεύτηκε στον α΄ ποιητικό διαγωνισμό της Εταιρίας των Φιλοτέχνων (1895) ενώ στον Λασσάνειο διαγωνισμό βραβεύτηκαν η κωμωδία του Φάιβ ο κλοκ (1903) και Σκλήραινα (1904). Ο πρίγκηψ του Μωρέως βραβεύτηκε σε διαγωνισμό του 1905 (είχε επαινεθεί σε προηγούμενο διαγωνισμό με τίτλο Λέων Χαμάρετος). Συνέγραψε πλήθος ακόμα δραμάτων και κωμωδιών, κάποια από τα οποία απέσπασαν επαίνους σε διαγωνισμούς. Οι ποιητικές του συλλογές Φθόγγοι, Κογχύλαι, Χρώματα, Στιχοδέσμη είχαν επίσης υποβληθεί σε διαγωνισμούς όπως και η τελευταία συλλογή του Στίχοι (1920). Ανάμεσα στις δημοσιεύσεις του σε περιοδικά και ημερολόγια (περιοδικά Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρθενών, Ιλισσός, ημερολόγια Περρή-Βάμπα, Ασωπίου, Κορομηλά, ημερολόγιον των Φιλοτέχνων) και σε εφημερίδες συγκαταλέγονται ιστορικά διηγήματα, άρθρα, χρονογραφήματα, κριτική θεάτρου κ.λπ. Είχε επίσης συντάξει μελέτες όπως Ιστορία της νήσου Σύρου, Ιστορία του ελληνοβουλγαρικού πολέμου, «Η γεωργία εν Ελλάδι», «Περί προαγωγής της εν Ελλάδι τεχνικής βιομηχανίας», «Περί εργασίας εν Ελλάδι» κ.ά.
Ήταν ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου Παρνασσός, της Εταιρείας Φιλοτέχνων, της Εταιρείας Θεατρικών συγγραφέων, της εν Πάτραις Σχολής των απόρων παίδων, της εν Πάτραις φιλοδραματικής εταιρείας και μέλος άλλων συλλόγων. Παρασημοφορήθηκε με τον αργυρό σταυρό του τάγματος του Σωρήρος (1895), τον χρυσό σταυρό των ιπποτών του βασιλικού τάγματος του Σωτήρος (1906) και το 1922 προήχθη σε ταξιάρχη του τάγματος του Γεωργίου Α΄.
Παντρεύτηκε (26.4.1886) την Ασπασία Δ. Αθανασίου, χήρα Χ. Φαρλόπουλου, και απέκτησαν πέντε παιδιά (Δημήτριος, Φαίδων, Λέων, Ιουλία, Έλλη). Ο Δημήτριος Αμπελάς (1887-1973) σπούδασε στη νομική σχολή (αποφ. 1909), κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας του φοίτησε στη σχολή εφέδρων αξιωματικών (1909-1910) και πολέμησε στους βαλκανικούς πολέμους. Δικηγόρησε ως το 1914 οπότε έγινε μόνιμος στρατιωτικός και πολέμησε σε όλη τη διάρκεια της μικρασιατικής εκστρατείας φτάνοντας ως το βαθμό του συνταγματάρχη πυροβολικού. Μετά την αποστρά-τευσή του διορίστηκε και πάλι δικηγόρος Αθηνών και συνταξιοδοτήθηκε το 1956. Έγραψε τα έργα Η κάθοδος των νέων μυρίων, Το ονειρώδες κόμμα, Η δημιουργία. Υπήρξε πρόεδρος της επιστημονικής εταιρείας μεταφυσικών ερευνών. Ο Λέων Αμπελάς δικηγόρος, πέθανε το 1950, ο Φαίδων (1897-1956) ήταν τμηματάρχης της Εθνικής Τράπεζας, η Έλλη πέθανε σε παιδική ηλικία (1895).

Η Ιουλία Αμπελά-Τερέντσιο γεννήθηκε στην Αθήνα το 1895. Από το 1911 ασχολήθηκε με το θέατρο και την απαγγελία. Από το 1929 ως το 1936 δίδαξε απαγγελία στο Ελληνικόν Ωδείον και παρουσίασε πολλά ρεσιτάλ απαγγελίας ελληνικής ποίησης με τις μαθήτριές της. Πρωτοστάτησε στις διοργανώσεις του εορτασμού των εκατό χρόνων νεοελληνικής ποίησης (1931) και εξέδωσε σχετική ανθολογία (1934), καθώς και στον εορτασμό των πενήντα χρόνων του Παλαμά (1936). Ίδρυσε τον φιλολογικό σύλλογο «Ασκραίος» (με πρόεδρο τον Κ. Παλαμά) στο πλαίσιο του οποίου λειτούργησε «σχολή ανωτέρας λογοτεχνικής μορφώσεως» με διδάσκοντες πολλούς σημαντικούς λογοτέχνες και διανοούμενους (Ι. Συκουτρής, Τ. Άγρας, Δ. Καπετανάκης, Ε. Λαμπρίδη κ.ά.). Το 1921, παρά τις αντιρρήσεις των γονιών της, παντρεύτηκε τον Τόνι Τερέντσιο και απέκτησαν δύο κόρες, την Γιολάντα και την Άλμπα. Το 1950 έφυγε στο Παρίσι με την κόρη της Γιολάντα, που σπούδασε εκεί. Η Ιουλία πέθανε το 1984 στη Γλυφάδα. Ο σύζυγός της, Τόνι Τερέντσιο, ήταν γιος του Αντόνιο Τερέντσιο και της μαρκησίας Νoemie Desssales d’ Epinoix και εργάστηκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Η Νoemie σε πρώτο γάμο είχε παντρευτεί τον Κάρολο Κράους, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, τον Ροδόλφο Κράους. Ο δεύτερος σύζυγός της, Αντόνιο Τερέντσιο, πατέρας του Τόνι, διετέλεσε διευθυντής του αυστριακού Λόυντ Τριεστίνο και πρόξενος της Αυστρίας στον Πειραιά. Από τα τεκμήρια του αρχείου συνάγεται ότι υπηρέτησε επίσης ως διπλωμάτης της Αυστροουγγαρίας στην Τεχεράνη.
Η Άλμπα Τερέντσιο ασχολήθηκε με την ζωγραφική, παντρεύτηκε τον γιατρό Αλέκο Συννεφιά και απέκτησε έναν γιο, τον Αλαίν.
Αναλυτικά βιογραφικά της Γιολάντας Τερέντσιο υπάρχουν στην περιγραφή του αρχείου της.

[Πηγές: Γιολάντα Τερέντσιο, Κορυφαίοι Έλληνες στη σφαίρα της τέχνης, Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., σσ. 250-303. Υλικό του αρχείου.]

Χρηστομάνου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Αναστάσιος Χρηστομάνος γεννήθηκε στη Βιέννη το 1841. Σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Βιέννης, της Καρλσρούης και της Χαϊδελβέργης και το 1861 αναγορεύθηκε διδάκτορας. Παντρεύτηκε την κόρη του βαυαρού αυλικού γιατρού Λινδερμάγερ και απέκτησε δύο παιδιά: τον Αντώνιο Χρηστομάνο και τον Κωνσταντίνο Χρηστομάνο.
Διετέλεσε διευθυντής χημικών εργαστηρίων μεγάλων εργοστασίων στην Φραγκφούρτη και τη Μόσχα. Το 1862 εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, προσκεκλημένος από τον υπουργό Παιδείας Επαμ. Δεληγεώργη. Το επόμενο έτος διορίστηκε υφηγητής της χημείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1866 προβιβάσθηκε σε τακτικό καθηγητή της γενικής χημείας. Παράλληλα εξελέγη καθηγητής Φυσικής στο Πολυτεχνείο. Το 1897 χρημάτισε πρύτανης του Πανεπιστήμιου.
Οργάνωσε τις χημικές σπουδές στην Ελλάδα και το 1883 ίδρυσε το Χημείο του Πανεπιστημίου. Μελέτησε τον ακριβή προσδιορισμό του ειδικού βάρους του αργύρου, τις μεθόδους προσδιορισμού μετάλλων της ομάδας των αλκαλίων και τη σύνθεση του διφαινυλίου και των ελληνικών χρωμιτών. Ανέλαβε πολλές αποστολές της κυβέρνησης και αντιπροσώπευσε το πανεπιστήμιο σε επιστημονικά συνέδρια. Το 1866 ανακάλυψε στην Θήρα ίχνη προϊστορικών κατοικιών. Πέθανε στην Αθήνα το 1906.
Από τα έργα του γνωρίζουμε τα εξής: Αναλυτικοί πίνακες (1885), Στοιχεία χημείας, Ανόργανος και οργανική χημεία (2 τ. 1887) και Εισαγωγή εις την χημείαν (1891).
[Πηγές: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία, Αθήνα, Πυρσός, τομ. ΚΔ΄· Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983, τομ. 9Β]

Ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος, γιος του Αναστασίου Χρηστομάνου, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1867. Από μικρός έπασχε από κύφωση. Το 1884 ενεγράφη στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά την εγκατέλειψε στο τρίτο έτος, για να σπουδάσει φιλολογία στην φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου της Βιέννης. Το 1887 δημοσίευσε την μελέτη: Γενεαλογικά μελετήματα Α΄. Το γένος Λίμπονα εξ ανεκδότου πραγματείας: Το αθηναϊκόν αρχοντολόγιον και ο βυζαντινισμός εν Αθήναις/ Ελλάδι. Το 1891 αναγορεύθηκε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Ίνσμπουρκ. Ο τίτλος της διατριβής του ήταν Περί των Βυζαντινών θεσμών εν τω Φραγκικώ Δικαίω. Κατά το διάστημα 1891-1893 διετέλεσε αποσπασματικά δάσκαλος ελληνικών και συνοδός της αυτοκράτειρας της Αυστρίας Ελισάβετ. Τότε έλαβε την αυστριακή υπηκοότητα και τον τίτλο του Βαρώνου και του Ιππότου του τάγματος του Φραγκίσκου Ιωσήφ. Μέλος της Εραλδικής Εταιρείας στη Βιέννη, εργάσθηκε εθελοντικά για μερικούς μήνες στην Βιβλιοθήκη του Βατικανού στη Ρώμη. Εκεί ασπάσθηκε το καθολικό δόγμα και μόνασε για πέντε μήνες (Νοέμβριος 1892-Μάρτιος 1893) στο μοναστήρι του Μόντε Κασσίνο. Ανήκε στην ιδρυτική ομάδα του περιοδικού Wiener Rundschau (1892). Το 1895 διορίσθηκε λέκτορας των Νέων Ελληνικών στην Βιέννη και καθηγητής στο Ινστιτούτο Ανατολικών Γλωσσών. Αναγκάσθηκε να παραιτηθεί τον Δεκέμβριο του 1898, όταν με την έκδοση του βιβλίου του Tagebucher (Φύλλα ημερολογίου) προκάλεσε την δυσαρέσκεια της Αυλής και την απαγόρευση του έργου από την λογοκρισία. Το πεζογράφημα μεταφράστηκε στα γαλλικά, τα ιταλικά και αργότερα στα ελληνικά, με τίτλο: Το βιβλίο της αυτοκράτειρας Ελισάβετ, φύλλα ημερολογίου (1911). Θέμα του βιβλίου αποτελούσαν οι συναντήσεις του αφηγητή, με την αυτοκράτειρα Ελισάβετ, γνωστή ως Πριγκίπισσα Σίσσυ. Ο Χρηστομάνος εγκατέλειψε οριστικά την Αυστρία, ταξίδεψε στο Παρίσι, την Νεάπολη, την Μασσαλία, την Θεσσαλονίκη και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Εκείνη την εποχή έγραψε και το μοναδικό ποιητικό του έργο: Orphische Lieder (Ορφικά τραγούδια, 1899). Το 1901 ίδρυσε το θέατρο «Νέα Σκηνή», εργαζόμενος ο ίδιος ως σκηνοθέτης. Ανέβασε έργα των Ίψεν, Τολστόι, Γκολντόνι, Τουργκένιεφ, και των ελλήνων Καμπύση, Ξενόπουλου και Μ. Αυγέρη. Παρουσίασε επίσης πολλές ελαφρές κωμωδίες και έργα του γαλλικού Βουλεβάρδου. Η «Νέα Σκηνή» έκλεισε το 1905 λόγω οικονομικών δυσκολιών. Στα θεατρικά του έργα συγκαταλέγονται: το ονειρόδραμα Die graue Frau (1898, στα ελληνικά: Η σταχτυά γυναίκα χ.χ.), Τα τρία φιλιά· Τραγική σονάτα σε τρία μέρη (παίχθηκε το 1909 από το θέατρο της Μαρίκας Κοτοπούλη) και η τρίπρακτη αθηναϊκή ηθογραφία Ο Κοντορεβυθούλης (1909). Το 1911 δημοσίευσε το δεύτερό του πεζογράφημα: Η κερένια κούκλα· Αθηναϊκό μυθιστόρημα, το οποίο διασκευάστηκε σε θεατρικό από τον Παντ. Χορν το 1915. Ο Κ. Χρηστομάνος πέθανε στην Αθήνα το 1911, σε ηλικία 44 ετών.
Άφησε ανέκδοτες τις μεταφράσεις των τραγωδιών Αντιγόνη και Άλκηστις. Η τελευταία είχε πραγματοποιηθεί σε συνεργασία με τον Ηλ. Π. Βουτιερίδη και αποτέλεσε το πρώτο αρχαίο δράμα που παίχθηκε μεταφρασμένο στην δημοτική. Στα ανέκδοτα συγκαταλέγονταν και τα γερμανικά έργα: Η αυλιτρίς και Η ζωή.
[Πηγές: Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία, Αθήνα, Πυρσός, τομ. ΚΔ΄· Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983, τομ. 9Β· Κωνσταντίνος Χρηστομάνος, http://el.wikipedia.org/wiki/, τελευταία επίσκεψη: 17/10/2006· Το βιβλίο στην Ελλάδα. Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών. Χρηστομάνος Κωνσταντίνος http://book.culture.gr/1935/detail.asp?ID=414, τελευταία επίσκεψη: 17/10/2006· Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο 1900-1914, Αθήνα, Σοκόλης, τομ. ΙΑ]

Γούλενου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Τα αδέρφια Γιωργάκης, Θεόδωρος και Γιαννάκης Γούλενος έπαιξαν ρόλο στις μάχες κατά του Δράμαλη και αλλού στο Μοριά. Ο Γιαννάκης υπήρξε σε μερικές Εθνοσυνελεύσεις πληρεξούσιος Πραστού και κατόπιν δήμαρχος στο Λεωνίδιο.

Οικονόμου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Νικόλαος Οικονόμος ήταν πρόκριτος και καραβοκύρης της Ύδρας την εποχή του Αγώνα. Ο Αναστάσιος Ν. Οικονόμος έγινε επανειλημμένα δήμαρχος του νησιού μεταξύ 1859-1890.

Τσουδερού, οικογένεια

  • Οικογένεια

Εμμ. Τσουδερός (1882-1956). Σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Διετέλεσε πρωθυπουργός της εξόριστης κυβερνήσεως κατά τα έτη 1941-1944. Μέλη της οικογένειας Τσουδερού διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις υποθέσεις της Κρήτης κατά τη διάρκεια 19ου – 20ου.

Δεληγεώργη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Το αρχείο της οικογένειας Δεληγεώργη μας δίνει τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε την πορεία και εξέλιξη της οικογένειας από τον πάππο Μήτρο Δεληγεώργη και τον μετεπαναστατικό και οθωνικό περίγυρο στον οποίο έζησε και έδρασε, μέχρι τον εγγονό του Αλέξανδρο, γέννημα και θρέμμα μιας αστικής πλέον οικογένειας με μεγάλη κτηματική περιουσία και πολιτικές καταβολές, ο οποίος βρέθηκε την περίοδο του Μεσοπολέμου σε δεινή οικονομική κατάσταση. Ο κύκλος της ενασχόλησης της οικογένειας με την πολιτική διεκόπη με τον θάνατο του Επαμεινώνδα το 1879 και έκλεισε γύρω στο 1900, όταν ο αδελφός του Λεωνίδας αποσύρθηκε οριστικά από την πολιτική. Ο κύκλος των κτηματικών εισοδημάτων της οικογένειας του Λεωνίδα στη Θεσσαλία, έκλεισε με την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών το 1920. Τα δύο αγόρια της τρίτης γενεάς, γόνοι πολιτικών και γαιοκτημόνων ασχολήθηκαν, περνώντας για ένα διάστημα από το υπουργείο Εξωτερικών, ο πρωτότοκος Επαμεινώνδας (που πέθανε πολύ νέος) με την ποίηση και τα γράμματα, ο μικρότερος Αλέξανδρος, ως δημόσιος υπάλληλος, με τη Βιβλιοθήκη της Βουλής.

Δημήτριος (Μήτρος) Δεληγεώργης (1785-1860)

Ο Μήτρος Δεληγεώργης, φρούραρχος Μεσολογγίου στις πολιορκίες της πόλης από τους Τούρκους, κατόρθωσε μετά την ηρωϊκή έξοδο των Μεσολογγιτών (10 Απριλίου 1826) να καταφύγει με τους διασωθέντες στρατιώτες του στο Ναύπλιο, όπου το 1826 διορίστηκε φρούραρχος στο Μπούρτζι και το 1828 ανέλαβε με εντολή του Ι.Καποδίστρια τη αρχηγία της Ενόπλου Εκτελεστικής Δυνάμεως της Πελοποννήσου. Στη διάρκεια της βασιλείας του Όθωνα προσέφερε τις υπηρεσίες του στην καταδίωξη της ληστείας και στην επιβολή της τάξης, διοριζόμενος και προβιβαζόμενος στη Χωροφυλακή και στον Στρατό:

1833 Ταγματάρχης Χωροφυλακής

1838-39 Αρχηγός των Μεταβατικών Σωμάτων Δυτικής Ελλάδας

1840 Αρχηγός των Μεταβατικών Σωμάτων όλης της Πελοποννήσου

1840 (τέλος) Αρχηγός στρατευμάτων Φθιώτιδας προς καταδίωξη της αποστασίας των Βελέντζα

1844 Αρχηγός των στρατευμάτων Αχαϊοήλιδος, Αρχηγός Χωροφυλακής, Αρχηγός Στρατευμάτων της Δυτικής Ελλάδας και της Αχαϊοήλιδος

1845 Αρχηγός των στρατευμάτων κατά της αποστασίας της Λακωνίας

1847 Αρχηγός των στρατευμάτων κατά της αποστασίας του Θ.Γρίβα

1848 (Φεβρ.) Παύεται από τη θέση του Αρχηγού της Χωροφυλακής και διορίζεται νομοεπιθεωρητής Αργολίδος

1849-1850 Αρχηγός των στρατευμάτων Πελοποννήσου

1853 Παύεται από νομοεπιθεωρητής και μετατίθεται στην Φάλαγγα

1854 (Μάιος) Αρχηγός Στρατευμάτων Δυτικής Ελλάδας

1855 Επανήλθε στη Φάλαγγα.

Ο Μήτρος Δεληγεώργης ακολούθησε όπως οι περισσότεροι αγωνιστές και καπεταναίοι της Επανάστασης, την πορεία και την τύχη όσων εντάχθηκαν στον οθωνικό τακτικό στρατό και ανέπτυξαν προσωπικούς και πολιτικούς δεσμούς με τους κομματικούς παράγοντες. Στρατηγός το 1825, πέθανε συνταγματάρχης της Φάλαγγας, του τιμητικού αυτού σώματος των αγωνιστών που δημιουργήθηκε το 1835, έχοντας προικοδοτηθεί με εθνικές γαίες στην περιοχή της πατρίδας του.

Ο Μήτρος είχε παντρευτεί την Χρυσάϊδω Μπενεδέτου από την Ιθάκη με την οποία απέκτησαν πέντε παιδιά: την Πηνελόπη, σύζυγο Αθ.Ν.Δροσίνη, την Μαρία, σύζυγο Φιλάρετου, τον Επαμεινώνδα (πολιτικό και πρωθυπουργό), σύζυγο της Ξανθής Λ. Γιουρδή, τον Θεμιστοκλή, και τον Λεωνίδα, σύζυγο της Θεανώς Χρηστάκη Ζωγράφου.

Μνημείο με την προτομή του έχει στηθεί στον Κήπο των Ηρώων στο Μεσολόγγι, τα δε όπλα του (καρυοφίλια, πιστόλι, γιαταγάνια, πάλα) και αντικείμενα που του ανήκαν ( παλάσκες, φέρμελη, γιλέκα, σελάχι, φουστανέλλα) δωρήθηκαν το 1924 από τον γιο του Λεωνίδα στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος.

Επαμεινώνδας Δ. Δεληγεώργης (1829-1879)

Γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1829. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στην Τρίπολη και στο Μεσολόγγι, ενώ ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές και πανεπιστημιακές σπουδές του στην Αθήνα, σπουδάζοντας Νομικά. Άρχισε να δικηγορεί το 1850, ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν έγινε το ίνδαλμα της φιλελεύθερης “χρυσής νεολαίας". Εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής Μεσολογγίου το 1859 και τάχθηκε ανοιχτά κατά της δυναστείας, με αποτέλεσμα να αποκλεισθεί από τη Βουλή ως αντιπολιτευόμενος, και μετά την επανάσταση του Ναυπλίου να συλληφθεί και εξοριστεί στην Κύθνο και Μύκονο. Υπουργός Δημοσίας Εκπαιδεύσεως στην πρώτη κυβέρνηση μετά την έξωση του Όθωνα (Οκτ.1862), πρωθυπουργός ολιγοήμερων κυβερνήσεων τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 1865, ανέλαβε το 1866 υπουργός Εξωτερικών και προσωρινός υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Δ.Βούλγαρη. Αρχηγός του δικού του πολιτικού κόμματος, τέσσερεις φορές πρωθυπουργός από το 1870 έως τον θάνατό του (1870, 1872, 1876, 1877), διέθετε μεγάλη δημοτικότητα και ρητορικές ικανότητες. Ο Επαμεινώνδας Δεληγεώργης αποσύρθηκε από την πολιτική στις αρχές του 1878 και ένα χρόνο αργότερα πέθανε σε ηλικία 50 ετών. Παντρεύτηκε την Ξανθή, κόρη του Υδραίου Λαζάρου Γιουρδή, με την οποία απέκτησαν πέντε παιδιά: τον Δημήτριο, την Πηνελόπη, την Λίζα (σύζυγο Μ.Μαλακάση), την Μαρία και τον Κωνσταντίνο.

Λεωνίδας Δ. Δεληγεώρης (1839-1928) - Θεανώ Λ. Δεληγεώργη (1858-1922)

Ο Λεωνίδας, μικρότερος γιος του Δημητρίου και της Χρυσάϊδως Δεληγεώργη, γεννήθηκε στο Μεσολόγγι το 1839. Μαθητής της Σχολής των Παλαμάδων, σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Στα φοιτητικά του χρόνια ακολουθώντας την πολιτική του αδελφού του Επαμεινώνδα, έλαβε μέρος στις αντι-οθωνικές εξεγέρσεις της νεολαίας και υπήρξε συντάκτης της εφημερίδας Το Μέλλον της Πατρίδας. Την εποχή που ο αδελφός του δημιούργησε πολιτικό κόμμα, ο Λεωνίδας ανέλαβε τη διεύθυνση του δημοσιογραφικού οργάνου του Εφημερίς των Συζητήσεων, όπου πραγματεύθηκε πολιτικά και οικονομικά θέματα υποστηρίζοντας αντισλαυϊκή πολιτική. Μετά τον θάνατο του αδελφού του, πολιτεύθηκε στο Μεσολόγγι ως αντίπαλος του Χ.Τρικούπη, παραμένοντας ανεξάρτητος στη Βουλή, ενώ το 1890 συμμετείχε στην κυβέρνηση Θ.Δεληγιάννη ως υπουργός Εξωτερικών. Το 1902 αποσύρθηκε οριστικά από την πολιτική για λόγους υγείας και ασχολήθηκε με την πλούσια βιβλιοθήκη του και τη συγγραφή οικονομικών μελετών.

Παντρεύτηκε τη Θεανώ, κόρη του Ηπειρώτη τραπεζίτη και μεγαλοκτηματία Χρηστάκη Ζωγράφου, που γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1858 και πέθανε στο Μεράν της Ελβετίας το 1922. Η Θεανώ είχε άλλα τέσσερα αδέλφια: τον Σόλωνα, τη Μαρία (1847-1901), σύζυγο Κωνσταντίνου Καραπάνου, τη Σοφία, σύζυγο Αλέξανδρου Ρώμα και τον Γεώργιο (1863-1920), βουλευτή, υπουργό Εξωτερικών και αρχηγό της κίνησης Αυτονομίας της Ηπείρου το 1914.

Ο Λεωνίδας και η Θεανώ απέκτησαν τέσσερα παιδιά: τον Επαμεινώνδα, τη Σοφία, τη Δώρα, σύζυγο Κωνσταντίνου Βάσου και τον Αλέξανδρο. Πέθανε στην Αθήνα το 1928.

Σοφία Λ. Δεληγεώργη (1880-1938)

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του 1880 και έζησε για μεγάλα διαστήματα στη Γαλλία, Γερμανία και στην Ελβετία. Η Σοφία ενδιαφέρθηκε για την ποίηση και τα λογοτεχνικά κινήματα της εποχής καθώς και για την προβολή του έργου και της προσωπικότητας του πρόωρα χαμένου αδελφού της Νώντα. Παρ’ότι έπασχε από φυματίωση και νοσηλεύτηκε συχνά σε σανατόρια της Γερμανίας (το 1904 με τον αδελφό της Νώντα) και της Ελβετίας (Leysin), εργάστηκε με αυτοθυσία ως αδελφή νοσοκόμα του Ερυθρού Σταυρού στους Βαλκανικούς Πολέμους και στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Στο Εσκί-Χισάρ άλλωστε, το 1921 αναγκάστηκε να νοσηλευτεί η ίδια μαζί με τους τραυματισμένους στρατιώτες, διότι η υγεία της ήταν σε κακή κατάσταση.

Έμεινε ανύπαντρη και έζησε μαζί με τον αδελφό της Αλέξανδρο στο πατρικό τους σπίτι, αντιμετωπίζοντας σοβαρή οικονομική στενότητα, μέχρι το θάνατό της που επήλθε στις 13 Ιουλίου 1938.

Επαμεινώνδας Λ. Δεληγεώργης (1883-1908)

Ο Επαμεινώνδας (Νώντας) γεννήθηκε στο Παρίσι το 1883. Μαθητής παρισινού κολλεγίου το 1896-1899, πήγε στη Δρέσδη της Γερμανίας το 1900 με προοπτική να παρακολουθήσει τα μαθήματα του Πολυτεχνείου. Επέλεξε τελικά τη νομική επιστήμη σπουδάζοντας στα Πανεπιστήμια του Μονάχου, της Λειψίας και της Χαϊδελβέργης. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του με τη συγγραφή διδακτορικής διατριβής με θέμα “Die Kapitulationes der Turkei" και το 1906 επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου εργάστηκε για δύο χρόνια ως ακόλουθος στο υπουργείο Εξωτερικών, αρθρογραφώντας τακτικά για την πολιτική κατάσταση των Βαλκανίων στη γαλλική εφημερίδα Le Gaulois καθώς και στην εφημερίδα του Σπ.Παππά Le Monde Hellenique.

Ο Νώντας Δεληγεώργης ασχολήθηκε στο σύντομο πέρασμά του από την ζωή με τα γράμματα και την ποίηση, αφήνοντας σε όλους τους συνεργάτες του τις καλύτερες εντυπώσεις ενός λαμπρού και πολλά υποσχόμενου νέου. Έγραψε δύο αξιόλογες μελέτες για τον Α.Καρκαβίτσα και τον Αλ.Παπαδιαμάντη που δημοσιεύθηκαν στο Νέον Άστυ και στην Monde Hellenique και μία συλλογή ποιημάτων με τίτλο “Rythmes du Reve et de la Mort" και πρόλογο του Jean Moreas, που εκδόθηκε από τον Vanier στο Παρίσι, λίγο μετά τον θάνατό του. Ο απροσδόκητος θάνατος του Νώντα, σε ηλικία μόλις 25 ετών, από τυφοειδή πυρετό, βύθισε στο πένθος, τον Νοέμβριο του 1908, την οικογένειά του και τους φιλολογικούς κύκλους που είχαν γνωρίσει τον ίδιο και το έργο του. Ενδιαφέρουσες μαρτυρίες και κρίσεις για το έργο του νέου ποιητή έγραψαν οι Κ.Παλαμάς, Μ.Μαλακάσης, Κ.Ουράνης, Σπ.Παππάς, Δ.Κακλαμάνος και ο Α.Ανρεάδης.

Δώρα Λ. Δεληγέωργη (1888-1966)

Παντρεύτηκε το 1916 τον αξιωματικό του Στρατού και γιο του Τιμολέοντα Βάσου, Κωνσταντίνο Βάσο (1886-1963) με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά: τον Αλέξανδρο και την Αλμερή (Άλμα), σύζυγο Ιωάννη Τσερέζολε.

Αλέξανδρος Λ. Δεληγεώργης (1890-1940)

Το τελευταίο παιδί του Λεωνίδα και της Θεανώς Δεληγεώργη γεννήθηκε το 1890. Ο Αλέξανδρος (Αλέκος), έδωσε εξετάσεις και μπήκε στο υπουργείο Εξωτερικών το 1910, ενώ στους Βαλκανικούς πολέμους υπηρέτησε ως δεκανέας. Το 1921 ήταν διπλωματικός υπάλληλος στην πρεσβεία της Ρώμης και το 1922 μετατέθηκε ως επιτετραμμένος στη Χάγη, όπου παρέλαβε την ελληνική πρεσβεία από τον Σπ. Λεβίδη. Εργάστηκε επίσης ως τμηματάρχης στη Βιβλιοθήκη της Βουλής, απ’όπου συνταξιοδοτήθηκε το 1938. Πέθανε άγαμος στην Αθήνα στις 16 Ιουνίου 1940. Ο Αλέκος είχε, ως νέος, αδυναμία στις γυναίκες, στο ποτό και στα χαρτιά, ενώ η ζωή που έκανε ο ίδιος και οι παρέες του, στεναχωρούσε ιδιαίτερα του γονείς του. Επηρεασμένος από τις λαμπρές λογοτεχνικές ικανότητες και το έργο του αδελφού του Νώντα, αποπειράθηκε και ο ίδιος να ασχοληθεί με το γράψιμο.

Οικονομίδη, οικογένεια

  • Οικογένεια

[Το σημείωμα που ακολουθεί βασίζεται μόνο σε όσα στοιχεία συνάγονται, με αρκετή δυσκολία και πολλά κενά, από τα τεκμήρια του αρχείου, γι’αυτό και οι βιογραφικές πληροφορίες είναι ελλειπείς.]

Ο ιερέας Δημήτρης Σαμιώτης οικονόμος Σκύρου και ο δάσκαλος Γεώργιος, ήταν γιοί του επισκόπου Σκύρου παπά-Σταμάτη Σαμιώτη. Ο παπά- Δημήτρης Οικονόμος παντρεύτηκε την Ευφροσύνη, κόρη του Μανώλη Γιάνναρη και απέκτησε τρεις γιους τον Σταμάτη, τον Γεώργιο και τον Μανώλη. Ήταν πληρεξούσιος της κοινότητας Σκύρου το 1828. Πέθανε το 1860. Ο Σταμάτης (1818-1886) και ο Γεώργιος παρακολούθησαν το Γυμνάσιο στην Αθήνα. Ο Σταμάτης διορίστηκε το 1846 στο Πρωτοδικείο της Αθήνας και στη συνέχεια υπηρέτησε ως γραμματέας των Ειρηνοδικείων Κύμης και Καρύστου (1848-1855), ο δε Γεώργιος διορίστηκε στο Ειρηνοδικείο Σκιάθου το 1852. Ο Σταμάτης παντρεύτηκε την Μαρία, κόρη του δημογέροντα και κτηματία Ιωάννη Αυλωνίτη, και απέκτησε δύο γιους: τον Δημήτριο και τον Εμμανουήλ. Η οικογένεια ήταν προσκείμενη πολιτικά στον βουλευτή Ευβοίας Α.Α.Κοντόσταυλο. Ο Δημήτριος (1853-1920;) σπούδασε γιατρός στην Αθήνα, εργάστηκε ως δημαρχιακός γιατρός της οθωμανικής κυβερνήσεως στο Βαϊνδάριο της Μικράς Ασίας (1879-1881) και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Σκύρο, όπου εργάστηκε και ασχολήθηκε με την οικογενειακή κτηματική περιουσία. Παντρεύτηκε το 1882 την Ευφροσύνη (;) και απέκτησε δύο γιους τον Σταμάτη (δικηγόρο και βουλευτή Ευβοίας το 1926 και 1932), τον Γεώργιο (γιατρό) και δύο κόρες την Άννα (σύζυγο Δ.Παύλου) και την Μαριγώ. Ο Εμμανουήλ παρακολούθησε το Γυμνάσιο στην Αθήνα και στη Σύρο, όπου έμαθε γαλλικά και διπλογραφία και το 1876 πήγε στη Σμύρνη όπου εργάστηκε σε εμπορικό κατάστημα. Το 1888 επέστρεψε, παντρεύτηκε την Καλλιόπη (;) και εργάστηκε ως έμπορος στην Κύμη. Είχε τρία παιδιά: τον Σταμάτη που έγινε γιατρός, την Μαρία που πέθανε μικρή και την Αμαλία.

Θεοδωράκη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια Θεοδωράκη ήταν από τις ναυτικές οικογένειες προυχόντων της Ύδρας. Τα αδέλφια Δημήτριος και Αναστάσιος συγκαταλέγονταν στους πλοιοκτήτες και χορηγούς του ναυτικού αγώνα στην Ελληνική Επανάσταση.
Ο Δημήτριος Αναγνώστου Θεοδωράκης είχε παντρευτεί την Πετρούλα Οικονόμου με την οποία είχαν αποκτήσει επτά παιδιά: 1) τον Θεόδωρο, που σπούδασε Νομικά στη Γαλλία 2) τον Αναστάσιο, σύζυγο Σμαράγδας Τομπάζη που σπούδασε Ιατρική στη Γαλλία 3) τον Ιωάννη 4) τον Νικόλαο 5) την Κονδύλω, σύζυγο Γεωργίου Αντωνιάδη 6) την Ελένη, σύζυγο Δημοσθένη Τζιβανόπουλου και 7) την Ανέζω, σύζυγο Β. Κοκονέζη.
Ο γιατρός Αναστάσιος Θεοδωράκης (†1898) είχε αποκτήσει με τη Σμαράγδα Τομπάζη πέντε παιδιά: την Ελένη (σύζυγο Κων. Λάμπρου), την Ευφροσύνη (σύζυγο Γεωργίου Λιόλιου), την Άννα (σύζυγο Γεωργίου Κακουλίδη), τον Δημήτριο (σύζυγο Αναστασίας Καζούλη †1956) και τον Γεώργιο.
Ο Δημήτριος Αν. Θεοδωράκης (Αθήνα 1868-Αλεξάνδρεια 1953) ήταν δισέγγονος του ναυάρχου Ιάκωβου Τομπάζη. Μετά το Γυμνάσιο μπήκε στη Σχολή Δοκίμων και στη συνέχεια υπηρέτησε στο Πολεμικό Ναυτικό μέχρι το 1898, οπότε και παραιτήθηκε έχοντας το βαθμό του αντιπλοιάρχου. Παντρεύτηκε την Αναστασία κόρη του επιχειρηματία Νικολάου Καζούλη από τη Ρόδο και το 1900 εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο όπου και ανέλαβε τη διεύθυνση του βαμβακεμπορικού οίκου του πεθερού του μέχρι το 1912. Διετέλεσε αντιπρόεδρος και επίτιμος πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας, προϊστάμενος της Εφορείας των Σχολείων, πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλελευθέρων, της Ελληνικής Λέσχης, ιδρυτής του Ναυτικού Ομίλου και ένας από τους ιδρυτές του Ελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, του οποίου διετέλεσε αντιπρόεδρος και πρόεδρος (1903-1921). Μετά την απελευθέρωση της Χίου το 1912, διορίστηκε από τον Βενιζέλο στρατιωτικός διοικητής του νησιού και το 1920 εξελέγη βουλευτής Ύδρας χωρίς όμως να ασχοληθεί με την πολιτική πέραν της συγκεκριμένης βουλευτικής περιόδου. Δραστήριο μέλος της παροικίας προσέφερε πολλές υπηρεσίες και χρηματικές δωρεές με αποτέλεσμα η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας να τον ονομάσει εν ζωή Μέγα Ευεργέτη. Γιοι του ήταν ο Αναστάσιος (Ύδρα 1902 - Αθήνα 1976), ο οποίος διετέλεσε Κοινοτικός Επίτροπος και Σύμβουλος του Ελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου Αλεξανδρείας και ο Νικόλαος (Κάιρο 1910 - Αθήνα 1987), δικηγόρος με σπουδές στην Ελβετία, ο οποίος διετέλεσε Επίτροπος της Ελληνικής Κοινότητας Ιβραημίας. Ο Νικόλαος ήταν άγαμος ενώ ο αδελφός του Αναστάσιος παντρεύτηκε την Άννα Ευστρατιάδη (Κάιρο 1910 – Αθήνα 1977), κόρη του Διονυσίου και της Ευτέρπης, με την οποία δεν απέκτησαν παιδιά. Και τα δύο αδέλφια εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Αθήνα το 1973 και κατοίκησαν στην οδό Δορυλαίου 22.

[Τα βιογραφικά στοιχεία προέρχονται από τεκμήρια του αρχείου και από άρθρο με αφορμή το θάνατο του Δημ. Α. Θεοδωράκη στο «Δελτίο του Ελληνικού Εμπορικού Επιμελητηρίου», 1953].

Ιατρίδη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια Ιατρίδη καταγόταν από τον Πύργο Ηλείας. Τα μέλη της ωστόσο έμειναν το μεγαλύτερο διάστημα στην Αθήνα

Αθηνογένη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Γεώργιος και Μαρία Αθηνογένη
Ιωάννης Γ. Αθηνογένης
Στέφανος Γ. Αθηνογένης
Γεώργιος Ι. Αθηνογένης

Μακκά, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Γεώργιος Α. Μακκάς (1818-1909) γεννήθηκε στη Χίο και σπούδασε ιατρική στο Μόναχο, συμπληρώνοντας τις σπουδές του στη Λειψία, στο Παρίσι και τη Βιέννη. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, εξάσκησε το επάγγελμά του στη Σύρο (1840-1848) και κατόπιν διορίστηκε καθηγητής στην Αθήνα. Διετέλεσε αρχίατρος του Βασιλιά Γεωργίου, ιδρυτικό μέλος του «Ευαγγελισμού» και πρόεδρος του Δ.Σ. του Δρομοκαϊτίου. Παντρεύτηκε την Μαριγώ (Μαρία) Ταρποχτζή, κόρη του Αργύρη και της Κωστάντζας, με την οποία απέκτησε μαζί της 10 παιδιά: την Ειρήνη, τον Κωνσταντίνο, τον Νικόλαο, τον Πέτρο, την Αγγελική, την Αλεξάνδρα, τον Δημήτριο, την Ελένη, την Ιουλία και τον Στέφανο.

Ο Νικόλαος Γ. Μακκάς (1847-1935), γιος του Γεωργίου Μακκά, ήταν ιατρός. Γεννήθηκε στη Σύρο και πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα στη Βιέννη (1870) και στη συνέχεια διετέλεσε τακτικός καθηγητής της φαρμακολογίας, της ειδικής νοσολογίας και της παθολογικής κλινικής (1893-1917). Ήταν ένας από τους διευθυντές και ιδρυτές του περιοδικού Γαληνός. Παντρεύτηκε την Αργυρώ Ροδοκανάκη το 1876. Το ζεύγος απέκτησε τρία παιδιά: τον Γεώργιο, τον Ματθαίο και την Δέσποινα.

Ο Γεώργιος Ν. Μακκάς (1877-1946), γιος του Νικολάου, ήταν παιδίατρος με σπουδές στη Βιέννη, στο Παρίσι και το Βερολίνο. Το 1929 διορίστηκε τακτικός καθηγητής στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1935 απολύθηκε για πολιτικούς λόγους (δικτατορία Κονδύλη) και το 1936 επανήλθε στο Πανεπιστήμιο. Παντρεύτηκε την Κλεοπάτρα Νικολαΐδου και απέκτησαν δύο κόρες: την Ρέα και την Έλλη.

Ο Νικόλαος Κ. Μακκάς (1875-1950), πρώτος εξάδελφος του Γεωργίου, ήταν ναύαρχος, πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους, στη Μικρασιατική Εκστρατεία και στην συνέχεια ανέλαβε διάφορες διοικητικές θέσεις στο ναυτικό μεταξύ των οποίων και την αρχηγεία του στόλου. Παντρεύτηκε την Ελένη Ζλατάνου (κόρη της Αικατερίνης) και απέκτησαν τέσσερα παιδιά: την Ειρήνη (Ιρέν), τη Λίλιαν, την Αλεξάνδρα (Αλέκα) και τον Γρηγόριο.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: εγκυκλοπαίδεια Ήλιος, υλικό του αρχείου, αρχείο Ρωξάνης Φέσσα]

Ματθαίος (Μαθιός) Ν. Μακκάς (1879-1965)
Δευτερότοκος γιος του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1879. Σπούδασε Ιατρική στη Βιέννη και εργάστηκε ως επιμελητής σε Χειρουργικές Κλινικές στο Μπρεσλάου και στη Βόννη. Υφηγητής το 1912 στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, διετέλεσε διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής του «Ευαγγελισμού» (1914-1930) και στη συνέχεια του «Ερυθρού Σταυρού» (1930-1954), ενώ ήταν πρόεδρος της Διοικητικής Επιτροπής του νοσοκομείου. Παντρεύτηκε το 1927 την Δότη Βερροιοπούλου (1888-1966) με την οποία δεν απέκτησαν παιδιά.

Αλέξανδρος (Αλέκος) Ν. Μακκάς (1886-1967)
Τριτότοκος γιος του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1886. Σπούδασε Φυσικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας (1902-1906) και Χημεία στο πανεπιστήμιο Μονάχου (1908-1914). Εργάστηκε στο χημικό εργαστήριο του υπουργείου Επισιτισμού (1917-1923) και ως διευθυντής στα εργοστάσια: «Κεραμεία Ζακύνθου» (1925-1929), στην «Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Βιομηχανικών Επιχειρήσεων Γύψου» στον Πειραιά (1929-1934), στην Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Εμπορίου Γεωργικών Προϊόντων (1934-1947). Εργάστηκε επίσης ως υπάλληλος από το 1947 και εντεύθεν στα Κλωστοΰφαντήρια Χαλκίδος, επιχείρηση του γαμπρού του Αντώνη Φωτιάδη. Ασχολήθηκε με τα γενεαλογικά διάφορων χιώτικων οικογενειών και της οικογένειας Μακκά. Πέθανε στην Αθήνα, στα 81 του χρόνια, το 1967.

Δέσποινα Ν. Μακκά (1892-1990)
Κόρη του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1892. Παντρεύτηκε το 1922 τον Αντώνη Φ. Φωτιάδη. Είχε ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και γνώριζε καλά εκτός από ελληνικά, γερμανικά, αγγλικά, γαλλικά λίγα ιταλικά και ινδικά. Ήταν πρώτη εξαδέλφη του γλωσσολόγου Μανόλη Τριανταφυλλίδη και πίστεψε από πολύ νέα στο δημοτικισμό. Είχε ευχέρεια στο γράψιμο και τα τελευταία χρόνια της ζωής της έγραψε διάφορες αναμνήσεις από τη ζωή της (Ομηρία 1944), την οικογένειά της και τη ζωή των Ελλήνων στην Ινδία. Ήταν βενιζελική και ασχολήθηκε από νέα με φιλανθρωπικές δραστηριότητες. Το 1940-41 εργάστηκε ως εθελόντρια και ήταν υπεύθυνη για τα συσσίτια και την ψυχαγωγία των ασθενών. Ασχολήθηκε, όπως και ο αδελφός της Αλέκος, με τα γενεαλογικά της πατρικής και μητρικής της οικογένειας. Πέθανε 98 χρονών, στην Αθήνα το 1990.

[Τα βιογραφικά στοιχεία αντλήθηκαν από το υλικό του αρχείου. Τα γενεαλογικά και βιογραφικά στοιχεία στο αρχείο αφθονούν και αποτελούν το κυρίως περιεχόμενό του, ώστε οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει ανατρέξουν για πληρέστερες βιογραφικές πληροφορίες στο ίδιο το υλικό].

Τυπάλδου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Παλιάς αρχοντική οικογένεια της Κεφαλονιάς με καταγωγή από Γαλλία ή Γερμανία.

Πετροπουλάκη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η ύπαρξη της οικογένειας Πετροπουλάκη μαρτυρείται από το 1690 ενώ είναι βέβαιο ότι οι ρίζες της είναι ακόμα πιο παλιές. Πρόκειται για μια ισχυρή και πολυμελή οικογένεια της Μάνης με μέλη πολιτικούς και στρατιωτικούς και με μεγάλη επιρροή στην περιοχή του Γυθείου, ήδη από τα προεπαναστατικά χρόνια. Σπουδαία είναι η συνεισφορά της οικογένειας στους εθνικούς αγώνες (Επανάσταση του 1821, Κρητικές επαναστάσεις, Μακεδονικός αγώνας, Βαλκανικοί πόλεμοι, Μικρασιατική εκστρατεία). Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι στην Κρητική επανάσταση του 1866 - 1869, πήραν μέρος 8 μέλη της οικογένειας, ενώ στους Βαλκανικούς πολέμους 22 υπηρετούσαν στο στρατό. Οι πολιτικές πεποιθήσεις της οικογένειας ήταν συντηρητικές και φιλοβασιλικές, γεγονός που είχε δυσμενείς ή ευμενείς επιδράσεις στην τύχη των μελών της ανάλογα με τις περιστάσεις.

1) Παναγιώτης Πετροπουλάκης
Πατέρας του Δημητρίου. Δεν γνωρίζουμε ακριβείς ημερομηνίες γέννησης και θανάτου. Βιογραφικά στοιχεία αντλούμε από τα λίγα έγγραφα του αρχείου της οικογένειας Πετροπουλάκη, που τον αφορούν καθώς και από πληροφορίες στα βιογραφικά άλλων προσώπων της οικογένειας που περιέρχονται στο αρχείο. Συμπεραίνουμε ότι πήρε μέρος στην επανάσταση του 1821, ενώ το 1828 οι κάτοικοι των ανατολικών χωριών της περιοχής της Σπάρτης τον εκλέγουν δημογέροντα. Tο 1837 ήταν λοχαγός επιλοχίας πρεσβύτης της Βασιλικής Φάλαγγας.

2) Δημήτριος Πετροπουλάκης (Ράχη ca.1800 - Αθήνα 1870)
Ο Δημήτριος Πετροπουλάκης υπήρξε αγωνιστής στην επανάσταση του 1821 και διακρίθηκε κυρίως στις μάχες του κατά του Ιμπραήμ. Υποστήριξε τον Καποδίστρια και τον Οθωνα στην καταστολή των εξεγέρσεων που έγιναν εναντίον τους. Το 1844 όταν απέτυχε να εκλεγεί βουλευτής στασίασε κατά της κυβέρνησης του Κωλέττη, τον οποίο θεώρησε ως υπονομευτή της υποψηφιότητάς του. Το 1850 εκλέχτηκε βουλευτής Μάνης. Το 1862 - 63 διώχθηκε από την Προσωρινή Κυβέρνηση και διατάχθηκε να εγκαταλείψει τη Λακωνία. Γρήγορα όμως οι διωγμοί ατόνισαν. Παράλληλα με την πολιτική δραστηριότητα ακολούθησε στρατιωτική σταδιοδρομία και το 1870 έφτασε στο βαθμό του συνταγματάρχη. Το 1854 έλαβε μέρος στη Θεσσαλική επανάσταση επικεφαλής σώματος εθελοντών και τραυματίστηκε στην Καλαμπάκα στις 10/5/1854. Το 1866 - 67 πραγματοποίησε την πρώτη του εκστρατεία στην Κρήτη. Στα τέλη του 1868 στάλθηκε για δεύτερη φορά στο νησί από την κυβέρνηση Βούλγαρη, επικεφαλής 1000 εθελοντών με σκοπό την αναζωπύρωση του αγώνα. Ηττήθηκε όμως στη μάχη στις Βρύσες (8/12/1868) και αιχμαλωτίστηκε. Απελευθερώθηκε μετά από παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων και αποχώρησε.

3) Αναστάσιος Πετροπουλάκης (Ράχη ca.1830 - 1892)
Αδελφός του Δημητρίου έλαβε μέρος στη Θεσσαλική επανάσταση του 1854 και την Κρητική του 1866 - 69. Ο γιος του Απόστολος πέθανε το 1914 από τις κακουχίες κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων.

4) Λεωνίδας Δημητρίου Πετροπουλάκης (Ράχη 1829 - Αθήνα 1887)
Γιος του Δημητρίου. Η τύχη του και η δράση του ακολούθησε σε μεγάλο βαθμό αυτήν του πατέρα του. Πήρε μέρος στη Θεσσαλική επανάσταση, διώχθηκε το 1862 - 63 και ακολούθησε τον πατέρα του στην Κρήτη το 1868 μαζί με το γιο του Γεώργιο. Το 1859 εκλέχτηκε βουλευτής της επαρχίας Γυθείου. Μετά το 1869 πολιτεύτηκε με το κόμμα του Δεληγιώργη. Το 1878 επέστρεψε ως ταγματάρχης στο στρατό και το 1881 με το βαθμό του συνταγματάρχη, διορίστηκε αρχηγός του κέντρου του στρατού Θεσσαλίας. Το 1886 καθοριστικός ήταν ο ρόλος του στις συμπλοκές με τους Τούρκους στο Γκριτζόβαλη και τη Μελούνα. Πέθανε στην Αθήνα τον Μάιο του 1887 και κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.

5) Γεώργιος Λεωνίδα Πετροπουλάκης (Ράχη 1852 - Αθήνα ca.1910)
Γιος του Λεωνίδα με πλούσια δράση. Εκτός από την κρητική επανάσταση πήρε μέρος στον γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870 στο πλευρό των Γάλλων. Το 1887 εκλέχτηκε βουλευτής με το τρικουπικό κόμμα, το 1895 πήρε μέρος στην Κρητική επανάσταση, και το 1900 ήταν βουλευτής. Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα ήταν μέλος του Μακεδονικού κομμιτάτου. Το 1908 στάλθηκε ως απεσταλμένος της ελληνικής κυβέρνησης στην Πύλη για τη διερεύνηση των προθέσεων των Νεοτούρκων.

6) Παναγιώτης Πετροπουλάκης (Ράχη 1879 - Οσνίτσανη 1906)
Γιος του Ηλία Πετροπουλάκη (1868 - 1928). Σκοτώθηκε μαζί με τον ξάδελφό του Λεωνίδα στην μάχη της Οσνίτσανης στη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνα.

7) Λεωνίδας Παναγιώτου Πετροπουλάκης (Ράχη 1881 - Οσνίτσανη 1906)
Διδάκτορας της Νομικής, σε ηλικία 25 ετών έλαβε μέρος στον Μακεδονικό αγώνα, επικεφαλής τμήματος Μανιατών εθελοντών ως υπαρχηγός του αντάρτικου σώματος του καπετάν Λίτσα (Αντώνιος Βλαχάκης). Σκοτώθηκε στη μάχη της Οσνίτσανης (σημερινό Καστανόφυτο Καστοριάς) το Μάιο του 1906, σε σύγκρουση με τουρκικό απόσπασμα.

8) Πετρόπουλος ή Πέτρος Παναγιώτου Πετροπουλάκης (Ράχη 1890 - Μικρά Ασία 1921)
Υπήρξε αξιωματικός του πεζικού. Στους Βαλκανικούς πολέμους ήταν ανθυπασπιστής στο στρατό Ηπείρου. Το 1921 σκοτώθηκε στην Μικρά Ασία έχοντας το βαθμό του ταγματάρχη.

9) Δημήτριος Παναγιώτου Πετροπουλάκης (Ράχη 1876 - Αθήνα 1957)
Υπολοχαγός του πεζικού στους Βαλκανικούς πολέμους, τραυματίστηκε στις 4/11/1912 στη μάχη του Οστράβου. Πολέμησε στον Α' Παγκόσμιο και το 1919 προήχθη σε αντισυνταγματάρχη. Το 1920 διοικούσε με τον βαθμό αυτό το 30ο Σύνταγμα Πεζικού στα Μουδανιά της Μικράς Ασίας. Το 1922 προήχθη σε συνταγματάρχη και το 1939 ήταν αντιστράτηγος εν αποστρατεία.

10) Ιωάννης Παναγιώτου Πετροπουλάκης (Ράχη 1886 - Αθήνα ca.1950)
Υπήρξε αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού. Φανατικός βασιλόφρων υπέστη διώξεις από το βενιζελικό καθεστώς. Η κορυφαία και μοιραία στιγμή της ζωής του ήταν η συμμετοχή του στην επαναστατική επιτροπή του 1922. Ως αντιπλοίαρχος υπήρξε ο άνθρωπος στις ενέργειες του οποίου ωφείλεται η προσχώρηση του στόλου στην επανάσταση. Ωστόσο η διαφωνία του με τον Στυλιανό Γονατά και τον Νικόλαο Πλαστήρα όσον αφορά τη στάση που έπρεπε να κρατήσουν έναντι του βασιλιά, είχε ως αποτέλεσμα την παραγκώνηση και αντικατάστασή του από τον Δημήτριο Φωκά στις 12 Σεπτεμβρίου 1922. Μετά από αυτό παραφρόνησε και εισήχθη σε ψυχιατρείο. Αποστρατεύτηκε με το βαθμό του πλοιάρχου. Τιμήθηκε το 1923 με το Χρυσό Σταυρό των Ιπποτών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος.

11) Στυλιανός Παναγιώτου Πετροπουλάκης (Ράχη 1895 - Αθήνα 1949)
Αποφοίτησε από το Βαρβάκειο Πρακτικό Λύκειο το 1912. Εισήχθη στη Σχολή Ευελπίδων από όπου αποφοίτησε το 1916 ως ανθυπολοχαγός πυροβολικού. Πήρε μέρος στην επιστράτευση του 1915 και μετά την επάνοδό του στη σχολή στασίασε με άλλους ευέλπιδες, με αιτία την κατάργηση της αρχαιότητας. Το Νοέμβριο του 1918 υπέστη απόπειρα δολοφονίας από βενιζελικά στοιχεία. Από το Δεκέμβριο του 1920 ήταν λοχαγός και αξιωματικός επί του οπλισμού και πυρομαχικών του Αρχηγείου Πυροβολικού της Στρατιάς Μ.Ασίας, θέση που κατείχε μέχρι το τέλος των επιχειρήσεων. Την περίοδο 1925 - 1933 πρέπει να έγινε και ο γάμος του με την Μαρία Αναστασοπούλου ανηψιά του πρωθυπουργού Παναγή Τσαλδάρη. Μετά τις εκλογές του 1933 αποσπάστηκε στο Γενικό Επιτελείο Στρατού ως υπασπιστής του υπουργού Στρατιωτικών. Σημαντική ήταν η συμβολή του από τη θέση αυτή στην καταστολή του κινήματος του Πλαστήρα τον Μάρτιο του 1935, ως συντονιστή των στρατιωτικών επιχειρήσεων του Ναυτικού Επιτελείου. Από βιογραφικό σημείωμα που υπάρχει στο αρχείο φαίνεται ότι ήταν υποψήφιος στις εκλογές αυτές. Τον Ιούλιο του 1937 ήταν αντισυνταγματάρχης, υποδιοικητής στο 3ο Σύνταγμα Ορειβατικού Πυροβολικού, και συνέβαλε στην μεταστάθμευση του Συντάγματος από την Πάτρα στην Κόρινθο. Παράλληλα τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου έγινε διοικητής του. Τιμήθηκε με το Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας (1933), το Μετάλλιον Στρατιωτικής Αξίας Γ’ Τάξεως (Νοέμβριος 1935) και το Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Γεωργίου του Α' (1936)

12) Χαρίλαος Πετροπουλάκης
Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι εργαζόταν το 1914-1916 στην εταιρεία "Μιχαήλ Πετροπουλάκης συνέχεια εργασιών Π.Μ. Πετροπουλάκη", που εμπορευόταν βελανίδια, λάδι και σύκα.

Κέπετζη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Σταύρος Μιχ. Κέπετζης (1833–1919), γεννήθηκε στη Μήθυμνα, σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1864 παντρεύτηκε την Ευανθία Μιχ. Θεολόγου που καταγόταν από τη Φιλαδέλφεια (Αλάς Σεχίρ) της Μικράς Ασίας. Έζησαν στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης (Φα-νάρι, Σταυροδρόμι, Μακροχώρι) ως το 1905, οπότε εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα. Ο Σ. Κέπετζης χρημάτισε έφορος της Μεγάλης του Γένους Σχολής, πρόεδρος της Εφορείας του Ζωγραφείου Λυκείου και του Εμπορικού Επιμελητηρίου Κωνσταντινουπόλεως. Η Ελένη Κέπετζη, αδελφή του Σταύρου, είναι μητέρα του Αργύρη Εφταλιώτη. Ο πατέρας της συζύγου του Ευανθίας είναι ο ιδρυτής των Θεολογείων Εκπαιδευτηρίων Φιλαδελφείας και εκείνη διέθεσε το κληροδότημα του θείου της Παντελή Θεολόγου στο Ιωακείμιο Παρθεναγωγείο του Φαναρίου. Το σπίτι τους στο Μακροχώρι παραχώρησαν στο Παρθεναγωγείο και μετέπειτα στην Αστική Σχολή της κοινότητας. Απέκτησαν δύο κόρες και τρεις γιους. Η κόρη τους Ευτέρπη Κέπετζη ήταν ποιήτρια (ψευδ. Πέπη Σταύρου), ο γιος τους Μιχαήλ σπούδασε νομικά στη Γαλλία, όπου έγινε διδάκτορας, και στη συνέχεια καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στη Βέρνη. Διετέλεσε εφέτης στα Μικτά Δικαστήρια της Αλεξάνδρειας, αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και σύμβουλος της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στο Συνέδριο της Ειρήνης μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Συνθήκη των Σεβρών. Υπηρέτησε επίσης ως πρεσβευτής της Ελλάδας στη Βέρνη. Ο αδελφός του Ιωάννης είναι ο παππούς του δωρητή του αρχείου Αντώνη Κέπετζη.
Ο Εμμανουήλ Λουκάς, προπάππος του δωρητή (πατέρας της γιαγιάς του Σοφίας), ήταν υποπρόξενος της αυτοκρατορικής Ρωσσίας στη Σμύρνη και στη Μυτιλήνη. Η σύζυγός του Χαρίκλεια Δουκάκη–Κουκλέλη κατείχε εκτάσεις ελαιοδένδρων στον Κάτω Τρίτο Λέσβου.
Ο Διονύσιος Πανάς, ήταν παππούς της δωρήτριας Εύας Μυλωνά–Κέπετζη, παντρεμένος με την Πολυτίμη Λυκιαρδοπούλου. Η κόρη τους Ασπασία, είναι η μητέρα της δωρήτριας.
Τα κατάλοιπα του ζωγράφου Οδυσσέα Φωκά προέρχονται από το εργαστήριό του στην Καλλιθέα, όπου κατοίκησε ο Αντώνης Κέπετζης την περίοδο 1962–1965.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Αθηνά Γαϊτάνου–Γιαννιού, Το πνευματικό Μακροχώρι του καιρού μου, Κωνσταντινούπολη 1951 και πληροφορίες των δωρητών].

Κεχαγιά, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Χρήστος και η γυναίκα του, Μαρία Κεχαγιά ήταν δάσκαλοι. Σύμφωνα με τα έγγραφα που υπάρχουν στο αρχείο υπηρέτησαν στην Λέσβο, τη Σάμο και τη Λιβαδειά. Ο Χρήστος Κεχαγιάς διετέλεσε επίσης επιθεωρητής δημοτικών σχολείων. Για τον γιο τους Πλάτωνα γνωρίζουμε ότι την περίοδο 1952-1955 ήταν φοιτητής Ιατρικής.

Φραγκούδη, οικογένεια

  • Οικογένεια
  • 1737-

Σημαντική οικογένεια της Κύπρου, που άκμασε κατά τον 18ο αιώνα και εξής και διακρίθηκε σε διάφορους τομείς. Πρώτο μέλος της οικογένειας στην Κύπρο ήταν ο γιατρός Δημήτριος Φραγκούδης από την Τεργέστη, ο οποίος γύρω στα 1737 εγκαταστάθηκε στη Λεμεσό.
Γνωστότερα μέλη της οικογένειας Φραγκούδη είναι (αλφαβητική σειρά με βάση το πρώτο όνομα)
Γιάγκος ή Ιωάννης Φραγκούδης: Γνωστός αγωνιστής στην ελληνική επανάσταση του 1821. Γεννήθηκε το 1800 και πέθανε το 1880. Σπούδασε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και στην Ακαδημία της Κέρκυρας. Με την έναρξη της ελληνικής επανάστασης, το 1821, πήγε στις Σπέτσες και κατετάγη εθελοντικά στο πολεμικό καράβι «Ηρακλής» του Αναργύρου Α. Χατζηαναργύρου. Κατά την αγωνιστική αυτή υπηρεσία του, το 1821-1822, κρατούσε και το πολεμικό ημερολόγιο του πλοίου «Ηρακλής» το οποίο αργότερα ο γιος του Επαμεινώνδας Φραγκούδης δώρισε στο Εθνολογικό Μουσείο Αθηνών (1884). Αργότερα ο Γιάγκος Φραγκούδης υπηρέτησε και σε άλλα καράβια (αναφέρεται ότι διετέλεσε γραμματέας του πλοίου του Γ. Χατζηανδρέου). Ήταν γνωστός και με την προσωνυμία Γιαμαρέλλος.
Δημήτριος Φραγκούδης: Καταγόταν από την Τεργέστη και ήταν γιατρός. Ιδρυτής της κυπριακής οικογένειας Φραγκούδη. Ήρθε στην Κύπρο περί το 1737 κι εγκαταστάθηκε στη Λεμεσό. Το 1738 διορίστηκε ως ο πρώτος υποπρόξενος της Αγγλίας στη Λεμεσό.
Δημήτριος Φραγκούδης: Εμπορευόμενος της Λεμεσού. Πέθανε το 1828. Πρόξενος της Νεαπόλεως (Δύο Σικελιών), πρόξενος του Cinque Porti (=Πέντε Λιμάνια, Αγγλία), υποπρόξενος της Αγγλίας και προξενικός πράκτορας της Ρωσίας και της Γαλλίας στη Λεμεσό. Με τις διπλωματικές του αυτές ιδιότητες μπόρεσε να βοηθήσει πολλούς Έλληνες Κυπρίους, ιδίως κατά τη διάρκεια των εκτεταμένων σφαγών από τους Τούρκους το 1821.
Επαμεινώνδας Φραγκούδης: Γιος του αγωνιστή Γιάγκου Φραγκούδη. Γεννήθηκε κατά το πρώτο μισό του 19ου αιώνα και πέθανε το 1892. Σπούδασε στη γνωστή Ιόνιον Ακαδημία της Κέρκυρας. Στην Κύπρο επέστρεψε ως γραμματέας του ελληνικού υποπροξενείου της Λάρνακας. Το 1848 ανέλαβε τη διεύθυνση της Ελληνικής Σχολής Λευκωσίας, μέχρι το 1854, οπότε κατέφυγε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί εξέδωσε το 1856-1857 το περιοδικό Θελξινόη. Αργότερα εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι όπου εργάστηκε ως καθηγητής σε ανώτερες σχολές και ύστερα στο εκεί Πανεπιστήμιο. Υπήρξε συνεργάτης εφημερίδων (Ἀμάλθεια και Ἐφημερίς της Σμύρνης, Νέα Ἡμέρα της Τεργέστης, Ἡ Ἓνωσις Ερμουπόλεως• στην τελευταία δημοσίευσε το 1855 σε συνέχειες το ιστορικό διήγημά του Οἱ Βαχαβίται). Ασχολήθηκε με την ποίηση και τη λαογραφία, ιδίως τη συλλογή και καταγραφή των δημοτικών τραγουδιών.
Ευρυβιάδης Φραγκούδης. Ξάδελφος του Επαμεινώνδα Φραγκούδη. Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1829 και πέθανε στην Αλεξάνδρεια το 1887. Εμπορευόμενος, προξενικός πράκτορας της Αγγλίας, Σουηδίας και Νορβηγίας στη Λεμεσό (1853-1866) και υποπρόξενος των ιδίων χωρών στη Λεμεσό (1866-1879). Ύστερα από ατυχίες του στο εμπόριο, εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια, όπου ανέλαβε την αρχισυνταξία της εφημερίδας Ὁμόνοια. Στην Αλεξάνδρεια εξέδωσε Ἐγχειρίδιον Χωρογραφίας καί Γενικῆς Ἱστορίας τῆς Κύπρου (τεύχος Α', 1885, τεύχος Β', 1886).
Ιωάννης Φραγκούδης: Από τις μεγαλύτερες αθλητικές φυσιογνωμίες του ελληνικού αθλητισμού. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο τον 18ο αιώνα και πέθανε στην Αμερική το 1916. Ακολούθησε τη στρατιωτική σταδιοδρομία κι αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων, στην οποία αργότερα εργάστηκε κι ως καθηγητής. Πήρε μέρος σε αποστολές σε διάφορες χώρες. Ως αξιωματικός του πυροβολικού, πήρε μέρος στους πολέμους του 1897 και του 1912-13. Στην πρώτη διοργάνωση των σύγχρονων Ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα, το 1896, κέρδισε μετάλλια στα αγωνίσματα της σκοποβολής με πιστόλι από απόσταση 25 μέτρων και της σκοποβολής με πολεμικό όπλο από απόσταση 300 μέτρων. Τιμήθηκε με τον μεγαλόσταυρο του Φοίνικος.
Μενέλαος Φραγκούδης: Λόγιος, εκπαιδευτικός, δημοσιογράφος, μεταφραστής και αθλητής, γιος του νομικού και δικαστή Δημητρίου Φραγκούδη και πατέρας του αθλητή Pένου Φραγκούδη. Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1871 και πέθανε το 1931. Το 1896 εξέδωσε στη Λεμεσό την εβδομαδιαία εφημερίδα Ἀναγέννησις και από τον επόμενο χρόνο τη σημαντική εφημερίδα Ἀλήθεια την οποία και διηύθυνε μέχρι τον χρόνο του θανάτου του. Διετέλεσε μέλος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου και της εφορείας των Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Λεμεσού, μέλος της Εθνικής Οργανώσεως Κύπρου (Ε.Ο.Κ.) και του Εθνικού Συμβουλίου. Φανατικός υπέρμαχος της δημοτικής γλώσσας, δημοσίευσε σχετικές μελέτες κι έκανε πολλές ομιλίες για την καθιέρωσή της. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του πρώτου Γυμναστικού Συλλόγου της Κύπρου, του Γ. Σ. Ολύμπια (Γ. Σ. Ο.) που ιδρύθηκε το 1892. Ως αθλητής ο ίδιος κέρδισε το άλμα εις ύψος με κοντάρι στους πρώτους Παγκύπριους αγώνες που έγιναν στη Λεμεσό το 1896.
Νικόλαος Φραγκούδης: Γνωστός και ως Νικολάκης. Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1857 και πέθανε το 1913. Αδελφός του Μενελάου Φραγκούδη. Καθηγητής της γαλλικής στην Ελληνική Σχολή Λεμεσού και εκδότης, κατά το 1901-1902, της εβδομαδιαίας εφημερίδας Διάπλασις στη Λάρνακα. Λόγιος. Έγραψε ποιήματα κοινωνικά και πατριωτικά που εξέδιδε σε φυλλάδια και τα διένειμε, συνήθως δωρεάν. Ποιήματά του έχουν επίσης δημοσιευθεί σε έντυπα της εποχής.
Ρένος Φραγκούδης: Γιος του Μενελάου Φραγκούδη, σημαντικός αθλητής. Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1909 και πέθανε στην Αθήνα το 1982. Πήρε μέρος σε δυο Ολυμπιάδες (Λος Άντζελες το 1932 και Βερολίνο το 1936). Στον Φραγκούδη απονεμήθηκε, για την πολυσήμαντη προσφορά του στον ελληνικό αθλητισμό, ο Μεγαλόσταυρος του Φοίνικος.
Τάκης (Δημήτριος) Φραγκούδης: Ζωγράφος. Γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1900 και πέθανε στην Αθήνα το 1978. Γιος του Μενελάου Φραγκούδη.

Κονοφάου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια Κονοφάου (σε παλαιότερα έγγραφα μέλη της συναντώνται και με το επώνυμο Κονοφάγος) είναι μια παλιά οικογένεια της Πάργας. Αναφορές ωστόσο για μέλη της οικογένειας εμφανίζονται από το 1678 στο χωριό Αργυράδες της Κέρκυρας, και μάλιστα οι περισσότεροι είναι κληρικοί. Φαίνεται ότι ένας κλάδος της εγκαταστάθηκε στην Πάργα. Τα τεκμήρια του αρχείου αφορούν μέλη αυτού του κλάδου. Ακολουθούν σύντομα βιογραφικά σημειώματα των σημαντικότερων μελών της οικογένειας.

Ο ιεροδιάκονος Χρύσανθος κατά κόσμον Διονύσιος Κονοφάος (Πάργα, 1790- Αθήνα, 1857) εκπαιδεύτηκε στα Ιωάννινα με δαπάνες του θείου του Αγάπιου, επισκόπου Παραμυθιάς, και το 1814 χειροτονήθηκε πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης Ιωαννίνων. Το 1817 έφυγε από τα Ιωάννινα, εξαιτίας των διωγμών του Αλή Πασά και κατέληξε, μέσω Κέρκυρας στην Τεργέστη όπου διετέλεσε διάκονος της εκεί ελληνικής εκκλησίας. Στην Τεργέστη ανέπτυξε δράση για τη μόρφωση των νέων από την Ελλάδα, γεγονός που συντέλεσε στη γνωριμία του με την οικογένεια Καποδίστρια (Αυγουστίνο και Ιωάννη). Επιπλέον, το 1828 πρόσφερε στον Ι. Καποδίστρια 500 τάληρα ρεγγίνας ως ενίσχυση για την «Εθνική Τράπεζα». Το 1829 ο Καποδίστριας του ανέθεσε την οργάνωση του ορφανοτροφείου στην Αίγινα και την εκγύμναση διδασκάλων της αλληλοδιδακτικής μεθόδου. Το 1833 διορίστηκε πρωτοσύγκελος στο Μεσολόγγι ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και διορίστηκε «Έφορος των Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων» αμισθί. Το 1856 τιμήθηκε με τον Αργυρό Σταυρό των Ιπποτών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος.

Παρθένιος Κονοφάος, κατά κόσμον Διονύσιος, θείος του Χρύσανθου, διετέλεσε επίσκοπος Βοθροδού (Βουθρωτού;) (1804), Δελβίνου και Χειμάρας ( - 1822). Το 1822 βρισκόταν στην Τεργέστη μαζί με τον ανιψιό του Χρύσανθο σε μάλλον δυσμενή οικονομική κατάσταση.

Ο Δημήτριος Σπυρίδωνος Κονοφάος ( – 1885) διετέλεσε μέλος του συλλόγου «Παρνασσός». Έγραψε το βιβλίο Θεωρητική μέθοδος του χορού, Αίγινα, 1835.

Σπυρίδων Κονοφάος (1844-1909) γιος του Δημητρίου διετέλεσε ταμίας, κοσμήτορας και έφορος του συλλόγου «Παρνασσός» επί σειρά ετών. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και αναγορεύτηκε διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Είχε μεγάλη περιουσία. Παντρεύτηκε με την Κλεοπάτρα Ζαλοκώστα.

Ο Σπυρίδων Κωνσταντίνου Κονοφάος (Αθήνα, 1923-Αθήνα, 2004) ήταν αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Σημαιοφόρος το 1943, υπηρέτησε στα υποβρύχια και ανήλθε όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας. Έλαβε μέρος στο αποτυχημένο κίνημα του Δεκεμβρίου του 1967 και αποτάχθηκε. Επανήλθε το 1975 ως αντιναύαρχος και διορίστηκε Διοικητής Στόλου. Το 1976 διορίστηκε Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, αντικαθιστώντας τον Σπυρίδωνα Μουρίκη, θέση που κατείχε έως το 1982 οπότε και αποστρατεύτηκε με το βαθμό του ναυάρχου και τον τίτλο του Επίτιμου Αρχηγού Γ.Ε.Ν. Στη διάρκεια της θητείας του ως Αρχηγός Γ.Ε.Ν. συνέβαλε στον εκσυγχρονισμό του Στόλου.

Την περίοδο 1968-1974 μετείχε στην εταιρεία Βασίκλο ΕΠΕ που μεσολάβησε, για την αγορά από το Πολεμικό Ναυτικό δύο υποβρυχίων από τα ναυπηγεία Κιέλου της Γερμανίας. Την περίοδο 1976-1979 αγοράστηκαν από τα ίδια ναυπηγεία άλλα τέσσερα υποβρύχια της ίδιας σειράς. Μερίδα του Τύπου θεώρησε τη δεύτερη αγορά αποτέλεσμα της προηγούμενης εργασίας του στην Βασίλκο και τον κατηγόρησε για την επιλογή του.

Ροϊλού, οικογένεια

  • Οικογένεια

Οι Ροϊλοί ήταν οκογένεια αγωνιστών απο τη Στεμνίτσα της Αρκαδίας. Ο Γεώργιος Χ.Ροϊλός (1796;-1886) ήταν αντισυνταγματάρχης της Φάλαγγας. Ως οπλαρχηγός του Θ.Κολοκοτρώνη, πολέμησε στις μάχες του Βαλτετσίου, Τριπόλεως, Δερβενακίων, Τρικόρφων κ.ά. Μετά την Επανάσταση του ανατέθηκαν αποστολές καταδίωξης ληστών, διετέλεσε πάρεδρος του Ειρηνοδικείου και υπηρέτησε ως δασονόμος Περαχώρας. Αδέλφια του ήσαν οι Νικόλαος (έπεσε μαχόμενος με τον θείο του Κωνσταντίνο Ροϊλο στη μάχη του Δραγατσανίου), Δημήτριος (λοχαγός της Φάλαγγας που πέθανε το 1866) και Αργύριος. Ο Βασίλειος Ροϊλός, ταγματάρχης της Φάλαγγας, διετέλεσε δήμαρχος Στεμνίτσας, ο δε Αναγνώστης Ροϊλός, ειρηνοδίκης Καρύταινας.

Καρέλλας, Δημήτριος και υιοί

  • Οικογένεια

Ο Δημήτριος Καρέλλας ήταν βιομήχανος επιχειρηματίας. Είχε στην κατοχή του κλωστοϋφαντουργείο στη Σύρο καθώς και ατμόπλοια και οικόπεδα. O Νικόλαος Καρέλλας ανέλαβε τη διοίκηση των Κλωστοϋφαντουργείων Σύρου μετά το θάνατο του πατέρα του το 1918. Ίδρυσε την κλωστοϋφαντουργία «ΒΕΛΚΑ» το 1920 και την κλωστοϋφαντουργία «Αιγαίον Α.Ε.» στον Πειραιά το 1924, η οποία απέκτησε ξεχωριστή βιομηχανική μονάδα στο Λαύριο το 1955.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Who is who, υλικό του αρχείου]

Γιατράκου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ιστορική μανιάτικη οικογένεια, μέλη της οποίας μυήθηκαν στη Φιλική Εταιρεία και συμμετείχαν στον ένοπλο αγώνα της Ελληνικής Επανάστασης.

Θεοδοσιάδη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Στυλιανός Θεοδοσιάδης, ναυτιλιακός πράκτορας, (γέννηση 1917) ήταν κάτοικος Πόρτ Σάιδ καταγόμενος από την Κύπρο. Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε ως διερμηνέας στη Βασιλική Ελληνική Αεροπορία. Διετέλεσε πρόεδρος του τμήματος Πόρτ Σάιδ της Κυπριακής Αδελφότητος Αιγύπτου (1956). Ο Στυλιανός Θεοδοσιάδης ήταν μέλος της τεκτονικής στοάς Σόλων-Πλάτων .

Ο Πολύβιος Θεοδοσιάδης ήταν επί 30 περίπου χρόνια (1914-1947) μέλος και πρόεδρος του τμήματος της Κυπριακής Αδελφότητας στο Πόρτ Σάιδ. Με το θάνατό του (1947) άφησε το ποσό των 30 αιγυπτικών λιρών ως δωρεά και ανακηρύχθηκε ευεργέτης. Τιμήθηκε με το βουλγαρικό παράσημο Ordre Nationale du Merite Civil.

Καραβά, οικογένεια

  • Οικογένεια

1) Αργύριος Καράβας (1810-1870) Φιλόλογος, εκδότης, γυμνασιάρχης στη Χίο. Παντρεύτηκε την Αργεντού Νομικού από τη Χίο και απέκτησε μαζί της πέντε παιδιά: α) την Καλλιόπη (1836-1916), σύζυγο Γεωργίου Πάντζαρη β) τον Επαμεινώνδα (1838-1911), σύζυγο Ελισάβετ Μασαούτη (1857-1944) γ) την Αικατερίνη (1850-;), σύζυγο Γεωργίου Κοντού δ) τον Θεόδωρο (1852- ;), σύζυγο Ματθίλδης (;) και ε) την Ερατώ.

2) Επαμεινώνδας Α. Καράβας (1838-1911). Τα παιδιά του: α) Αριστείδης (1880-1942), άγαμος β) Πλάτων (1883-1977) σύζυγος Μαρίας Αντωνιάδη γ) Σωκράτης (1886-1953) σύζυγος Ευθαλίας Καράβα δ) Αριέττα (1889-1960) και δ) Ιουλία (1892-1981).

Κατσικογιάννη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Το αρχείο περιέχει υλικό για τα παρακάτω πρόσωπα

Ευστάθιος (Στάθης) Κατσικογιάννης (ca1770-1836).Γιος του Χρήστου Κατσικογιάννη, από τα πρωτοπαλίκαρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου και του Γκούρα. Πολέμησε μαζί τους στη Γραβιά, στα Βασιλικά, στην Άμφισσα και πήρε μέρος σε μάχες στην Εύβοια, στην Αττική και στην Πελοπόννησο. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης συντηρούσε δικό του στρατιωτικό σώμα. Προήχθη σε στρατηγό (1822) και χιλίαρχο (1828). Μετά την Επανάσταση ο Ευστάθιος Κατσικογιάννης εντάχθηκε στον τακτικό στρατό. Το 1835 ήταν αντισυνταγματάρχης και σύμφωνα με την Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια έφτασε στο βαθμό του συνταγματάρχη. Παράλληλα με το στρατιωτικό επάγγελμα ασχολήθηκε με τις ενοικιάσεις και υπενοικιάσεις γης.

Μίνιος Κατσικογιάννης (; - 1828).Aδελφός και συμπολεμιστής του Ευστάθιου. Είχε το βαθμό του πεντηκόνταρχου. Σκοτώθηκε μαχόμενος το 1828.

Χρήστος Κατσικογιάννης (; - ca 1890). Γιος του Ευστάθιου. Ακολούθησε επαγγελματικά τον πατέρα του και έγινε αξιωματικός του στρατού. Το Φεβρουάριο του 1862 έλαβε μέρος στη Ναυπλιακή επανάσταση και εξορίστηκε μετά την αποτυχία της. Μετά την έξωση του Όθωνα έλαβε μέρος στην Εθνοσυνέλευση και στις πολιτικές διεργασίες της περιόδου. Τιμήθηκε με πολλά μετάλλια.

Μάτεση, οικογένεια

  • Οικογένεια
  • 1794-1875 (Αντώνιος Μάτεσης), 1835-1919 (Σπυρίδων Αντωνίου Μάτεσης), ;-; (Αντώνιος Σπυρίδωνος Μάτεσης)

Ο ζακυνθινός λόγιος Αντώνιος Μάτεσης, δημιουργός του θεμελιώδους για το νεοελληνικό θέατρο δράματος Ο βασιλικός (1829-1830), ήταν γιος του Δημητρίου Μάτεση και της Βεατρίκης Τερτσέτη. Γεννήθηκε το 1794 στη Ζάκυνθο και πέθανε το 1875 στην Ερμούπολη της Σύρου. Από την πλευρά της μητέρας του, ήταν εξάδελφος του Γεωργίου Τερτσέτη (1800-1874). Ο δικαστικός Σπυρίδων Α. Μάτεσης (1835-1919) ήταν γιος του Αντωνίου Μάτεση και της Κιάρας Β. Μανούσου. Ο δικηγόρος Αντώνιος Σπ. Μάτεσης ήταν γιος του Σπυρίδωνος Α. Μάτεση και της Ευτέρπης Παΐτα.

Μαυρομιχάλη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Πολυπρόσωπη και πολύκλαδη, η οικογένεια Μαυρομιχάλη ήταν μία από τις παλαιότερες και ισχυρότερες στη Μάνη, με μέλη πολιτικούς και στρατιωτικούς που έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στα προεπαναστατικά γεγονότα και είχαν σημαντική δράση στα χρόνια της Επανάστασης, αλλά και στην πολιτική ζωή του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Στο αρχείο του ΕΛΙΑ Αθήνας υπάρχουν έγγραφα που αναφέρονται σε μέλη μεταγενέστερων γενεών.

Ο Πέτρος Μαυρομιχάλης, γιός του Κυριακούλη, ακολούθησε το στρατιωτικό επάγγελμα. Όντας ανθυπασπιστής, πήρε μέρος στην επανάσταση του 1843. Τα επόμενα χρόνια (1844-1847), κλήθηκε να καταστείλει διάφορες στάσεις στην περιοχή της Λακωνίας, και υπήρξε αρχηγός του Λακωνικού σώματος στην Εύβοια το 1848. Από το 1847 εκλεγόταν βουλευτής Οιτύλου.

Ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης (Αθήνα, 1850 - 1916) ήταν γιος του Πέτρου. Πρωτοεκλέχτηκε βουλευτής Οιτύλου το 1879. Υπουργός Εσωτερικών (1895 - 1897, 1902 - 1903, 1905), Στρατιωτικών (1904 - 1905), μετά τη δολοφονία του Δεληγιάννη έγινε αρχηγός του “Εθνικού Κόμματος" (τμήματος του παλιού δεληγιαννικού) και ύστερα από την επανάσταση στο Γουδί ορκίστηκε πρωθυπουργός (Αύγουστος 1909). Παραιτήθηκε τον Ιανουάριο του 1910 διαφωνώντας με τους στρατιωτικούς.

Ο Πέτρος Κυριακούλη Μαυρομιχάλης υπήρξε πολιτικός και το 1946 ήταν υπουργός Στρατιωτικών.

Υλικό υπάρχει και για άλλα πρόσωπα όπως για: τον Πετρόμπεη και Λεωνίδα Μαυρομιχάλη, την Λίνα Μαυρομιχάλη (σύζυγο του πρωθυπουργού Κυριακούλη), τον Πέτρο Αντωνίου Μαυρομιχάλη (βουλευτή), την Ασπασία Μαυρομιχάλη (σύζυγο Ιωάννου Ράλλη, πρωθυπουργού επί Κατοχής) και τον γιο τους Δημήτριο Ιωάννου Ράλλη.

Πετρούτση, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια Πετρούτση δραστηριοποιήθηκε στο χώρο της ναυτιλίας. Από τα έγγραφα του αρχείου προκύπτει ότι την περίοδο 1924-1960 είχε στην κατοχή της 16 ατμόπλοια, ενώ είναι βέβαιο ότι η ενασχόληση της οικογένειας με τον κλάδο ανάγεται τουλάχιστον στις αρχές του 20ου αιώνα. Το 1960 η επιχείρηση εκκαθαρίστηκε.
Ο Αναστάσιος Πετρούτσης ήταν γιος του Κωνσταντίνου. Παντρεύτηκε την Δέσποινα Προκόπη το 1901 και απέκτησαν ένα γιο τον Κωνσταντίνο.

Σταύρου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ο Σταύρος Ιωάννου ή Τσαπαλάμος (θ. 1823) ήταν έμπορος και πρόκριτος στα Γιάννινα επί Αλή Πασά. Γιος του ήταν ο Γεώργιος Σταύρου που υπηρέτησε από το 1825 σε διάφορες θέσεις στην ελεύθερη Ελλάδα και ίδρυσε αργότερα την Εθνική Τράπεζα.

Μπουντούρη, οικογένεια

  • Οικογένεια
  • 1715-

Υδραίικη οικογένεια με μέλη, μεταξύ άλλων, τον πρόκριτο Βασ.Ν. Μπουντούρη (1775-; ) που είχε δραστηριοποιηθεί στο χώρο της εμπορικής ναυτιλίας, ενίσχυσε σημαντικά τον Αγώνα και συμμετείχε ενεργά στη διοίκηση και πολιτική εξουσία του νέου κράτους, τον γιο του Νικόλαο (Νικολό) Β. Μπουντούρη (Υδρα 1805-Χαλκίδα 1868) που έλαβε μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις του Αγώνα (1821-1827), υπηρέτησε στο Υγειονομείο Πειραιά (1837-1844) και εγκαταστάθηκε στην Χαλκίδα το 1845, όπου εκλέχθηκε για πρώτη φορά βουλευτής το 1853 και κατόπιν δήμαρχος (1855-57) και διετέλεσε υπουργός Ναυτικών στις κυβερνήσεις Δ. Κυριακού (1863) και Μπ. Ρούφου (1866). Ο Βασ. Ν. Μπουντούρης και οι απόγονοί του αποτέλεσαν τον κλάδο Εύβοιας της οικογένειας, μιας που εγκαταστάθηκαν και έζησαν στην Εύβοια, αξιοποιώντας μεγάλες εκτάσεις γης που είχαν αγοράσει εκεί μαζί με άλλους Υδραίους γύρω στο 1830. Ο γιος του Νικολού, Βασίλειος Βουδούρης (Χαλκίδα 1840-Αθήνα 1910) ήταν μεγαλοκτηματίας, ιδιοκτήτης μεταλλείων, επιχειρηματίας και πολιτικός. Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής το 1868, πρόεδρος της Βουλής την περίοδο 1892-95, και διετέλεσε υπουργός Ναυτικών και Στρατιωτικών στις κυβερνήσεις Γ. Θεοτόκη (1899-1901) και Δ.Γ. Ράλλη (1905). Η κόρη του Νικολού Μπουντούρη, Σκεύω ( ; -1904) ήταν σύζυγος του αρεοπαγίτη Θ. Βώκου και ο γιος του Δημήτριος (1842-1911) ήταν αξιωματικός του Ναυτικού, υπασπιστής του Γεωργίου Α΄, κυβερνήτης των πλοίων "Αμφιτρίτη" και "Σφακτηρία" και σύζυγος της Ιωσηφίνας Declaux.

Τεφόπουλου ή Τέφου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Τα πρώτα μέλη της οικογένειας Τεφόπουλου που εγκαταστάθηκαν στην Αίγυπτο, την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, ήταν ο Μιχαήλ Τεφόπουλος (1874;-1921) από το χωριό Τσαραπλανά του Πωγωνίου της Ηπείρου και η σύζυγός του Βασιλική το γένος Βίτσικα με την ίδια καταγωγή. Ο Μ. Τεφόπουλος διατηρούσε αρτοποιείο στην πόλη Μενούφ ενώ είχε ξεκινήσει ως αρτεργάτης στην Τάντα της Αιγύπτου. Απέκτησαν δύο παιδιά τον Χρήστο (Βασιλικό, 1903) και τη Σταματία. Ο Χρήστος συνέχισε τη λειτουργία του αρτοποιείου στο Μενούφ και από το 1942 στο Sidi Gaber της Αλεξάνδρειας, ενώ εργάστηκε και ως οδηγός δημόσιου οχήματος. Άλλαξε το οικογενειακό επίθετο σε Τέφος. Παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα Ζιάρρου από το Βασιλικό Πωγωνίου Ηπείρου και απέκτησαν τρία παιδιά:τη Βασιλική (1928), τον Μιχάλη (1930), τον Σταύρο (1934) και την Ελένη (1945) από τα οποία το πρώτο απεβίωσε σε νηπιακή ηλικία. Σε έγγραφο του 1969, ο Χρήστος Τέφος φαίνεται πλέον ως κτηματίας με μόνιμη διαμονή στην Πτολεμαΐδα.

Γρηγοράκη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Ιστορική οικογένεια της ανατολικής Μάνης, το πιθανότερο είναι να είναι γηγενείς. Αναδείχθηκαν σε ισχυρούς τοπικούς παράγοντες και διαδραμάτισαν ηγετικό ρόλο στην περιοχή τόσο κατά τα χρόνια της Επανάστασης όσο και πριν και μετά από αυτήν.

Δασκαλάκη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια Δασκαλάκη κατάγεται από τα Σφακιά της Κρήτης και έλαβε ενεργό συμμετοχή τόσο στην Επανάσταση του ΄21όσο και στις μετέπειτα Κρητικές Επαναστάσεις.

Αλαμάνου, οικογένεια

  • Οικογένεια

1) Ο Περικλής Αντωνίου Αλαμάνος ήταν επί πολλά χρόνια δήμαρχος Μεσοχωριτών και βουλευτής Κερκύρας (επαρχίας Μέσης). Πολιτικός φίλος του Θεοτόκη εκλέχθηκε στη Βουλή το 1902. Είχε παντρευτεί την Ελένη Μιζότερα, κόρη του Σπυρίδωνος Νικολάου Μιζότερα με κτηματική περιουσία στην περιοχή Συναράδες, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά τον Αντώνιο που παντρεύτηκε την Ερμηνία Ν. Φερεντίνου το 1907, τον Σπυρίδωνα, που γεννήθηκε το 1869 και ήταν συμβολαιογράφος Κέρκυρας (υπηρέτησε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός στην Αστυνομία Ιθάκης το 1897 και στο Σταθμό Διαμετακομίσεως Αγρινίου το 1912) και τον Κωνσταντίνο. Ο Περικλής Αλαμάνος πέθανε από συγκοπή καρδιάς στις 9 Ιουλίου 1903, μόλις είχε αποβιβαστεί από το ατμόπλοιο που τον μετέφερε μαζί με άλλους βουλευτές από τον Πειραιά στην Κέρκυρα.
2) Ο Κωνσταντίνος Αλαμάνος, γιος του Πέτρου, ήταν δικηγόρος και βουλευτής Κέρκυρας (1902,1904). Είχε εκλεγεί το 1902 στη θέση του Σ.Χυτήρη και το 1903 στη θέση του αποβιώσαντος πατέρα του. Σύμφωνα με τα τεκμήρια του αρχείου ήταν γραμματέας της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας (1898), ιδρυτής του Δραματικού Συλλόγου (1898), μέλος του Ωδικού Συλλόγου, μέλος της Ελληνικής Γεωργικής Εταιρίας (1902), σύμβουλος διοικήσεως του Φιλαθλητικού Συλλόγου (1904) και δημοτικός σύμβουλος Κέρκυρας (1917). Λάμβανε μέρος σε μουσικές εκδηλώσεις και ήταν φίλος και θερμός υποστηρικτής της Ουρανίας Νικόδημου Ζαβιτσιάνου, το γένος Σδριν.

Αποτελέσματα 1 έως 100 από 345