Ναυτιλιακή Εταιρεία Στ. Χατζησταματίου «Αργώ»
- Νομικό Πρόσωπο
Ναυτιλιακή Εταιρεία Στ. Χατζησταματίου «Αργώ»
Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο (Ν.Α.Τ.)
Ναυτασφαλιστική Εταιρία Ι. Πίσση
Ναυπλιακή Εταιρεία Κονσερβών "Ο Πελαργός"
Ο Αλμπέρτος Ναρ γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1947. Γιος σεφαραδιτών Εβραίων, επιζώντων του Ολοκαυτώματος, παρακολούθησε μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και εργάστηκε ως γραμματέας της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης. Διηύθυνε το Κέντρο Ιστορικών Μελετών Εβραϊσμού Θεσσαλονίκης και ήταν μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του Κέντρου Ιστορίας του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1985 με το βιβλίο Οι συναγωγές της Θεσσαλονίκης. Τα τραγούδια μας, έκδοση Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης. Ερεύνησε για χρόνια την ιστορία και τη λαογραφία της εβραϊκής κοινότητας της πόλης του συγκεντρώνοντας το σύνολο της δουλειάς του στο βιβλίο Κειμένη επί ακτής θαλάσσης, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1997. Μαζί με την Έρικα Κούνιο Αμαρίλιο κυκλοφόρησαν το βιβλίο Προφορικές μαρτυρίες Εβραίων της Θεσσαλονίκης για το Ολοκαύτωμα, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1998.
Ως πεζογράφος εμφανίστηκε επίσης το 1985 με διήγημά του στο περιοδικό Το δέντρο. Συνεργάστηκε στενά με τα περιοδικά Παραφυάδα και Το τραμ (Τρίτη διαδρομή). Κυκλοφόρησε τις συλλογές διηγημάτων Σε αναζήτηση ύφους, Τα τραμάκια, Θεσσαλονίκη 1991 και δεύτερη έκδοση εμπλουτισμένη με πέντε διηγήματα, Νεφέλη, Αθήνα 1997 και Σαλονικάι, δηλαδή Σαλονικιός, Νεφέλη, Αθήνα 1999. Υπήρξε τακτικός συνεργάτης των εφημερίδων Μακεδονία και Θεσσαλονίκη. Κείμενά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γερμανικά, ισπανικά, γαλλικά και εβραϊκά. Πέθανε το 2005. Μετά το θάνατό του εκδόθηκε το βιβλίο Επιπόλαιος επί πόλεως, πεζά κείμενα 1998-2003, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2007.
[Πηγή σύνταξης βιογραφικού http://www.biblionet.gr]
Ναπολέων - Γ΄, Αυτοκράτορας της Γαλλίας
Φλωρινιώτης εκπαιδευτικός και έμπορος. Είχε εμπορικές δραστηριότητες στη Ρουμανία, όπου δημιούργησε ελληνικά εκπαιδευτήρια. Διετέλεσε δήμαρχος Φλώρινας.
Ν.Α. Θεσσαλονίκης, Τμήμα Διαβατηρίων
Ν.Α. Θεσσαλονίκης, Δ.Ο.Υ. - Γρ. Διοικητικών Υποθέσεων
Ο Ντόλης Νίκβας (φιλολογικό ψευδώνυμο του Απόστολου Βασιλειάδη, 1903-1937) αποφοίτησε από την Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Έγραψε διηγήματα και νουβέλες, θεατρικά έργα κι ένα μυθιστόρημα και συνεργάστηκε με διάφορα έντυπα. Ήταν διευθυντής του περιοδικού Εβδομάς (1930-1937). Πηγή Onassis Cavafy Archive (τελευταία πρόσβαση: 17/5/2021).
Ο Νικόλαος Νέρης ήταν γιος του Ιωάννη Νέρη και της Μαριγώς Κωβαίου. Ο πατέρας του καταγόταν από την Αθήνα και διετέλεσε διευθυντής των ΤΤΤ στην Αμοργό όπου γνώρισε και παντρεύτηκε τη μητέρα του. Ο Ν. Νέρης γεννήθηκε στη Μύκονο όπου είχε μετατεθεί ο πατέρας του. Είχε δύο αδελφούς τον Γιώργο (γεν. 1909, μετέπειτα εφέτης στην Αθήνα) και τον Αριστείδη (γεν. 1906, μετέπειτα υπάλληλος σε υπουργείο). Άλλα δύο αδέλφια του, ο Γιώργος και ο Δημοσθένης, είχαν πεθάνει σε νηπιακή ηλικία. Είχε επίσης δύο μεγαλύτερες ετεροθαλείς αδελφές, την Ξανθή και την Ελένη, από πρώτο γάμο του πατέρα του (στην Κύθνο, όπου υπηρετούσε ως τηλεγραφητής? η πρώτη του σύζυγος ονομαζόταν Παγώνα και πέθανε νέα). Ο Ν. Νέρης φοίτησε στο Δημοτικό της Αμοργού, ολοκλήρωσε το Δημοτικό σχολείο και την πρώτη τάξη Ελληνικού στη Φολέγανδρο, την Β΄ Ελληνικού στη Σκιάθο, επέστρεψε στην Αμοργό, τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα. Σπούδασε στην Νομική Αθηνών και στη Γαλλική Ακαδημία και παράλληλα εργαζόταν στο Υπουργείο Οικονομικών (μετά από εξετάσεις το 1917). Στη στρατιωτική του θητεία υπηρέτησε στη Στρατονομία ως νομικός και από εκεί το 1920 (ή 1921) στην Αστυνομία Πόλεων. Φοίτησε στη σχολή Αστυνομίας Πόλεων στην Κέρκυρα και έκτοτε σταδιοδρόμησε σε αυτό το σώμα. Υπηρέτησε στην Αστυνομία Πάτρας (1922-1927) και από το 1928 στην Αθήνα. Στα 1933-1940 εργάστηκε για την ίδρυση και διοργάνωση της Τουριστικής Αστυνομίας. Έφτασε μέχρι τη θέση του Αρχηγού της Αστυνομίας (1958-1960). Το 1940-41 οργάνωσε την παθητική αεράμυνα και τα εθελοντικά συντάγματα κατά των αλεξιπτωτιστών (διοικητής παθητικής αεραμύνης της προστασίας του αμάχου πληθυσμού και διοικητής του συντάγματος των λόχων αεραμύνης). Στάλθηκε από την κυβέρνηση ως μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη των εγκληματιών πολέμου της Νυρεμβέργης. Το 1947 ο βασιλιάς Παύλος του ανέθεσε τη δημιουργία του Εθνικού Ιδρύματος με στόχο τη συγκρότηση τεχνικών σχολών και αγροτολεσχών για την επαγγελματική κατάρτιση του πληθυσμού και ειδικά των ανήλικων πολιτικών κρατουμένων του εμφυλίου, το οποίο ο Νέρης διηύθυνε άμισθα για δέκα χρόνια (1947-1957), παράλληλα με την έμμισθη διοίκηση της Τουριστικής Αστυνομίας. Από το Εθνικό Ίδρυμα παραιτήθηκε το 1957 και επανήλθε στην Αστυνομία από όπου συνταξιοδοτήθηκε το 1960. Στο διάστημα αυτό εργάστηκε για τη δημιουργία του Ταμείου Υγείας των αστυνομικών. Στη διάρκεια της δικτατορίας του αφαιρέθηκε ο βαθμός του αρχηγού της Αστυνομίας (και ποσοστό της σύνταξής του). Κατά την μεταπολίτευση ανακλήθηκε για να συνδράμει στις κρίσεις των αξιωματικών που είχε απολύσει η Χούντα.
Αντίστοιχες σχολές επαγγελματικής κατάρτισης κλήθηκε να οργανώσει στο Ιράκ. Το 1961-1963 διετέλεσε σύμβουλος του Μακαρίου για θέματα τουρισμού και συντέλεσε στην οργάνωση του παραθαλάσσιου τουρισμού της Κύπρου. Αντίστοιχη προσπάθεια έκανε και στο Λίβανο, την ίδια περίοδο. Υπήρξε για πολλά χρόνια αντιπρόεδρος του Κοινωφελούς οργανισμού Κυκλάδων νήσων (Κ.Ο.Κ.Ν.) και πρόεδρος του συνδέσμου Αμοργίνων. Ασχολήθηκε συστηματικά με τον προσκοπισμό. Τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις. Έδωσε πολλές διαλέξεις στο Εθνικό Ίδρυμα, ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία χωρίς να δημοσιεύσει έργα του. Ταξίδεψε στην Ευρώπη, την Ασία, την Αφρική, την Αμερική και άφησε πολλές ταξιδιωτικές εντυπώσεις.
Παντρεύτηκε την Τασία Παναγοπούλου, στην Πάτρα (1924) και απέκτησε δύο παιδιά, από τα οποία το πρώτο πέθανε νωρίς (1932). Με την πρώτη του οικογένεια έζησε στην Παλλήνη, όπου ο ίδιος διατηρούσε και ένα χωριστό οίκημα για τη μελέτη του, το οποίο αποκαλούσε Κελί. Με τη δεύτερη σύζυγό του, φιλόλογο Βιργινία Βέργη γνωρίστηκαν το 1957 και παντρεύτηκαν το 1974 στον άγιο Σάββα της Αλεξάνδρειας. Την ακολούθησε στους τόπους εργασίας της: Αλεξάνδρεια (1969-1977), Αμοργό, Αιθιοπία (1981-1983), Σκιάθο. Ο Ν. Νέρης πέθανε στην Αθήνα το 1990, ύστερα από τραυματισμό του από αυτοκίνητο.
Η Βιργινία Βέργη-Νέρη γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου 1927 στο Φόδελε της Κρήτης. Φοίτησε στο γυμνάσιο θηλέων του Ηρακλείου και σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε ως φιλόλογος σε διάφορα σχολεία εντός και εκτός Ελλάδας: στο Παγκύπριο Γυμνάσιο θηλέων Λευκωσίας, στο Αβερώφειο Γυμνάσιο Αλεξανδρείας, στο Μίχειο Γυμνάσιο-Λύκειο της Αντίς Αμπέμπα. Υπηρέτησε ως Γυμνασιάρχης στο Γυμνάσιο Αμοργού και ως λυκειάρχης στο Λύκειο Σκιάθου. Παράλληλα ανέπτυξε πλούσια πνευματική δράση με διαλέξεις, θεατρικές παραστάσεις, φιλολογικές έρευνες και δημοσιεύσεις.
Ο Γιώργος Νέμπαρης γεννήθηκε στην Αμφιλοχία το 1901. Αποφοίτησε από το Στρατιωτικό Σχολείο Επιμελητείας και Διαχειρίσεως ως Ανθυπολοχαγός Διαχειρίσεως το 1922. Πολέμησε στην Αλβανία στη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Το 1942 έφυγε από την Ελλάδα μέσω Βουλγαρίας και Τουρκίας για την Μέση Ανατολή όπου υπηρέτησε στην 1η και τη 2η Ταξιαρχία. Δημοκρατικών φρονημάτων, έζησε από κοντά τις εξεγέρσεις που σημειώθηκαν στις τάξεις του Ελληνικού Στρατού. Αν και διαφωνούσε με το κίνημα του Απριλίου του 1944, συνελήφθη ως πρωταίτιός του και κλείστηκε στις φυλακές του Μουσταφά Μπάρακς, του Κασασίν και του Γκεμπέιτ. Καταδικάστηκε τον Ιούλη του 1944 από έκτακτο στρατοδικείο σε ισόβια κάθειρξη και στρατιωτική καθαίρεση. Δεν βρέθηκαν στοιχεία για το πότε απελευθερώθηκε, πότε γύρισε στην Ελλάδα και για τη μεταπολεμική σταδιοδρομία του. Αποστρατεύθηκε με το βαθμό του Ταγματάρχη. Παντρεύτηκε με τη Θάλεια Νέμπαρη το 1941. Μέλος της Ελληνικής Περιηγητικής Λέσχης μεταπολεμικά, πέθανε το 1987.
Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Υλικό του αρχείου.
Η Θάλεια Νέμπαρη, το γένος Παπάζογλου, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1915. Φοίτησε στο Παρθεναγωγείο Τάρσης Βαρείδου και στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο. Μετακόμισε οικογενειακά στη Θεσσαλονίκη, όπου κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου υπήρξε εθελόντρια του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Παντρεύτηκε με τον Γιώργο Νέμπαρη το 1941 και τον ακολούθησε στη Μέση Ανατολή, από όπου επαναπατρίστηκε το 1945. Εργάστηκε για χρόνια στην Αμερικανική Πρεσβεία στην Αθήνα.
Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Υλικό του αρχείου.
Νέα Ελληνική Ραδιοφωνία, Ίντερνετ και Τηλεόραση Α.Ε. (ΝΕΡΙΤ)
Ο Νικόλαος Νάκος ήταν ένας από τους κυριότερους Έλληνες κτηματίες και προκρίτους της Λειβαδιάς και συμμετείχε στην έναρξη του Αγώνα το 1821, αν και ύστερα συνθηκολόγησε με τον Ομέρ Βρυώνη. Ο γιος του Λάμπρος πρωτοστάτησε κι αυτός στα γεγονότα του 1821 και υπήρξε εκπρόσωπος της Λιβαδειάς στις Εθνοσυνελεύσεις και υπουργός της Αστυνομίας. Ήταν συμπέθεροι με τους Δυοβουνιώτηδες.
Μουσικός με σπουδές στο Μόναχο, μουσικός διευθυντής του Ωδείου Αθηνών.
Μόττης, Στ. Θ., Βιομηχανία ζυμαρικών
Σύμφωνα με πληροφορίες του δωρητή (Στρ. Ταρίνα) το εργοστάσιο ιδρύθηκε το 1899 από την οικογένεια Μόττη που καταγόταν από τα Κύθηρα. Φαίνεται ότι λειτούργησε μέχρι το 1955 οπότε και έκλεισε, μάλλον για λόγους οικονομικού ανταγωνισμού και μη ανανέωσης του εξοπλισμού του. Ο χώρος του εργοστασίου μετατράπηκε σε καταστήματα τα οποία η οικογένεια ενοικιάζει.
Γραμματέας και συνεργάτης του Ιγνατίου, Μητροπολίτη Άρτης και Ναυπάκτου, μετέπειτα Ουγγροβλαχίας. Μέσω του Ιγνατίου ο Μόστρας γνώρισε τον Καποδίστρια, με τον οποίον συνδέεται στενά. Στην Πετρούπολη από το 1809 ως τα 1810, ο Καποδίστριας, ο Ιγνάτιος και ο Μόστρας μένουν στο ίδιο σπίτι. Με την τελική εγκατάσταση του Ιγνατίου στην Πίζα της Ιταλίας, και ο Μόστρας εγκαθίσταται οριστικά εκεί, όπου αναπτύσσει τη βιβλιοθήκη του, η οποία φθάνει τους 12.000 τόμους. Μεταξύ αυτών σπάνιες εκδόσεις του 15ου αιώνα, πολύτιμοι κώδικες, μεγάλη συλλογή εικόνων και νομισμάτων. Μετά το θάνατο του Ιγνάτιου, ο Μόστρας καταφεύγει στην Κέρκυρα, όπου ήδη βρισκόταν η οικογένειά του. Αντιμετωπίζοντας οικονομικά προβλήματα, αναγκάζεται να πουλήσει τα χειρόγραφα και τους κώδικες της βιβλιοθήκης του. Στα 25 χρόνια, που μένει στην Κέρκυρα, δεν αναπτύσσει καμιά δραστηριότητα. Άλλωστε βασανιστική αρρώστια τον καθήλωσε για πολλά χρόνια στο κρεβάτι. Πέθανε το 1850 και τάφηκε στη Μονή Πλατυτέρας, όπου βρισκόταν θαμμένος και ο μεγάλος του φίλος, ο Καποδίστριας. Πηγή: Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τ. Γ΄, σ. 471.
Ο Στέφανος Μόρφης γεννήθηκε στη Νεμέα το 1884. Ήταν γιος του δικαστικού Ιωάννη Κουμουτσόπουλου και της Μαρίας Κιαμπίρη από την Ρωσία. Έχασε τον πατέρα του σε ηλικία 5 ετών και τον μεγάλωσε η μητέρα του. Τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές στην Κόρινθο και φοίτησε στη Νομική και στη Φιλοσοφική του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά το τέλος των σπουδών του κατατάχθηκε στο Βασιλικό Ναυτικό και υπηρέτησε ως το 1925, οπότε παραιτήθηκε με βαθμό αντιπλοιάρχου. Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1906, με πεζά και ποιήματα στα περιοδικά Ακρίτας και Νουμάς. Συνεργάστηκε επίσης με τα περιοδικά: Νέα Εστία, Πειραϊκά γράμματα και Νεοελληνική λογοτεχνία. Ασχολήθηκε συστηματικά με το σονέτο.
Το 1916 και το 1919 αντίστοιχα εκδόθηκαν δύο σειρές σονέτων του και το 1940 η συλλογή Σφυριές στ’ αρμόνι. Ποιήματά του περιλαμβάνονται στις ανθολογίες Αποστολίδη και Άγρα (Οι Νέοι, 1922) και έχουν μελοποιηθεί από τον Γ. Καζάσογλου και τον Ιωάννη Παπαϊωάννου. Το μεγαλύτερο μέρος του ποιητικού του έργου παραμένει ανέκδοτο.
Μετέφρασε το έργο του Μολιέρου Σχολείο γυναικών (Γκοβόστης).
Μετέφρασε αρχαίους έλληνες λυρικούς και τη τραγωδία Αίας του Σοφοκλή.
Πέθανε στην Αθήνα το 1958.
[Πηγή: βιογραφικά και εργογραφικά σημειώματα στο αρχείο του]
1916: Γεννιέται στις 23 Απριλίου (6 Μαΐου) στην Άρτα
1927: Η οικογένεια Μόραλη εγκαθίσταται στην Αθήνα
1931-1936: Σπουδάζει στην ΑΣΚΤ
1937-1938: Μοιράζεται υποτροφία με τον Ν. Νικολάου και ταξιδεύουν σε Ρώμη και Παρίσι
1947-1983: Διδάσκει στην ΑΣΚΤ
1958: Συμμετέχει στην Μπιενάλε της Βενετίας
1959: πρώτη ατομική έκθεση στην Γκαλερί Αρμός στην Αθήνα
1988: Αναδρομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη
2009: Τελευταία του έκθεση εν ζωή στο Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. Πεθαίνει στις 20 Δεκεμβρίου.
Ο Γιάννης Μόραλης, ζωγράφος και χαράκτης, πραγματοποίησε πλήθος εφαρμογών: τοιχογραφίες, σκηνικά και κοστούμια, εικονογραφήσεις. Έργα του βρίσκονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Γεννήθηκε στην Αμμόχωστο το 1914. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα, χωρίς να ασκήσει το επάγγελμα λόγω της απαγόρευσης που επέβαλε η αποικιακή κυβέρνηση για τους αποφοίτους του Πανεπιστημίου Αθηνών. Άσκησε διάφορα επαγγέλματα (προϊστάμενος γραφείων στην Ελληνική Μεταλλευτική Εταιρεία, καθηγητής σε σχολείο, διευθυντής τυπογραφείου, συντάκτης σε εφημερίδες, εκδότης εμπορικών και οικονομολογικών περιοδικών). Υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδας του περιοδικού Πνευματική Κύπρος και ένας από τους ιδρυτές του «Λυρικού Θεάτρου Κύπρου». Ασχολήθηκε με την ποίηση, την πεζογραφία και το θέατρο και μετέφρασε πολλά κινηματογραφικά έργα. Πέθανε στον Άγιο Δομέτιο την 1 Μαρτίου 2004.
Έργα του: Με μέτρο και χωρίς μέτρο (1934), Γκαμήλες και άλλα διηγήματα (1939), Ταπεινή ζωή (1944), Minima (1946), Τα τραγούδια της ταπεινής ζωής (1954), Στιγμές (1958), Συμπλήρωμα των Στιγμών (1960), Γράμμα στη μητέρα και άλλοι στίχοι (1965), Εν Λευκωσία τη… (1970), Πικραινόμενος εν εαυτώ (1975), κ.ά.
Μόνη Αγίου Γεωργίου Φενεού (Κόρινθος)
Ο Αλέξανδρος Μωραϊτίδης, πρωτότοκος οχτώ αδελφών, γεννήθηκε στη Σκιάθο το 1850. Από την πλευρά της μητέρας του καταγόταν από ιερατική οικογένεια και ήταν τρίτος ξάδελφος του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη. Έλαβε την στοιχειώδη μόρφωση στη Σκιάθο και ολοκλήρωσε το γυμνάσιο στο Βαρβάκειο, το 1871. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου έκανε και τη διδακτορική του διατριβή (1872-1881). Από το 1872 ήταν τακτικό μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός». Εκείνη την εποχή γνώρισε τους εκδότες των εφημερίδων Δ. Κορομηλά και Β. Γαβριηλίδη, και εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην Εφημερίδα και την Ακρόπολι. Το διάστημα 1880-1900 δίδαξε στη Μέση Εκπαίδευση στην Αθήνα. Το 1901 παντρεύτηκε την Βασιλική Φουλάκη, η οποία πέθανε το 1914. Έκτοτε ο Μωραϊτίδης έζησε ασκητικά στην Αθήνα και προσανατολίστηκε στη θρησκευτική λογοτεχνία και σε μεταφράσεις αρχαίων κειμένων. Το 1914 του απονεμήθηκε το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων για τον 1ο τόμο των διηγημάτων του. Το έργο του άρχισε να εκδίδεται σε τόμους το 1919. Πέθανε στη Σκιάθο το 1929, από επιπλοκή κήλης, αφού πρώτα εκάρη μοναχός στο Άγιο Όρος. Το ίδιο έτος είχε προταθεί για ακαδημαϊκός.
Η δημοσιογραφική και η λογοτεχνική του πορεία άρχισε το 1874 με τη δημοσίευση στιγμιοτύπων από τα Πρακτικά της Βουλής στην εφημερίδα Εφημερίς και την έκδοση της σατιρικής εφημερίδας Αγορά, όπου διακωμωδούνταν τα Πρακτικά της Βουλής.
Δημοσίευσε τα περισσότερα διηγήματά του στην εφημερίδα Ακρόπολις κατά την περίοδο 1888-1908. Κατά κύριο λόγο τα διηγήματά του έχουν χριστουγεννιάτικο ή πασχαλινό περιεχόμενο και ηθογραφικό χαρακτήρα. Συγκεντρώθηκαν σε έξι τόμους, με τίτλο τα Διηγήματα (1921-28). Οι ταξιδιωτικές του εντυπώσεις αντλούν κυρίως από τα νησιά του Αιγαίου, το Άγιον Όρος, την Κωνσταντινούπολη, τη Μικρά Ασία και τους Αγίους Τόπους. Δημοσιεύτηκαν αρχικά στο Μη χάνεσαι και στη συνέχεια στην Ακρόπολι και την εφημερίδα Αθήναι από το 1889 ως το 1907. Εκδόθηκαν σε 6 τόμους υπό τον τίτλο Με του Βορηά τα κύματα (1922-27).
Έγραψε τα θεατρικά έργα: Βάρδας Καλλέργης (1875), Η καταστροφή των Ψαρών (1876), για το οποίο βραβεύτηκε στο Νικοδήμειο δραματικό αγώνα, Μιχαήλ Κομνηνός, Δεσπότης της Ηπείρου (1872), έργο ανέκδοτο και χαμένο, Πόλεως Άλωσις (1889) και Χαμάρετος (1896). Με τα δύο τελευταία έλαβε μέρος στον Λασσάνειο δραματικό αγώνα. Από τις κωμωδίες του αναφέρουμε δύο ενδεικτικά, οι οποίες δημοσιεύτηκαν στο Αθηναϊκόν Ημερολόγιον το 1875 και 1876 αντιστοίχως: Τις πταίει και Τα δύο δόμινα.
Συνέθεσε επίσης τα ιστορικά μυθιστορήματα Δημήτριος ο Πολιορκητής. Ιδιαίτεραι βιογραφικαί σημειώσεις (1876), Η άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως (1903) και Λέων ο Ίσαυρος (1905).
Μετά το 1914 έγραψε και μετέφρασε κυρίως έργα θρησκευτικού περιεχομένου όπως: Του εν Αγίοις πατρός ημών Βασιλείου του Μεγάλου. Ομιλίαι εις τους ψαλμούς (1914)· Γρηγορίου Ναζιανζηνού: Παρθενίας εγκώμιον (1926) και Προφήτου Ελισαίου: Ακολουθία πανηγυρική μετά παρακλητικού κανόνος (1925), το οποίο βραβεύτηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος.
[Πηγές: Η παλαιότερη πεζογραφία μας. Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, Αθήνα, Σοκόλης, τομ. ΣΤ΄. Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983, τομ. 7. Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, Χάρης Πάτσης, 1968, τομ.10]
Μωρέτης, Δημήτριος & Αλεξάνδρα
Ο Δημήτρης Μωρέτης (Αθήνα 1911-2002) σπούδασε φυσικομαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο.
Η Αλεξάνδρα Πασχαλίδου–Μωρέτη (Κωνσταντινούπολη 1912- ) σπούδασε αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο. Οι δύο αρχιτέκτονες συνεργάστηκαν την περίοδο 1936–1939 για τη μελέτη και αποτύπωση σπιτιών ελληνικής παραδοσιακής λαϊκής αρχιτεκτονικής 18ου–19ου αιώνα υπό την εποπτεία του Δημήτρη Πικιώνη. Το 1939 παντρεύτηκαν. Από το 1939 έως το 1969 οργάνωσαν τα ελληνικά περίπτερα στις παγκόσμιες και διεθνείς εκθέσεις (135 περίπτερα σε 21 κράτη και 40 πόλεις). Παραιτήθηκαν από το Δημόσιο το 1969 επί δικτατορίας.
Την περίοδο της Κατοχής ανέπτυξαν αντιστασιακή δράση και συνέγραψαν ειδικές μελέτες για τις διεθνείς και παγκόσμιες εκθέσεις με ιστορικά στοιχεία από τα αρχεία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας. Μετά τον πόλεμο ανέλαβαν την καταγραφή και φωτογράφηση των καταστροφών για λογαριασμό της Γενικής Γραμματείας Τουρισμού. Από το 1951 ανέλαβαν την ανασυγκρότηση της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης. Εργάστηκαν επίσης στη μελέτη και κατασκευή πολλών αρχιτεκτονικών έργων. Ο Δημήτρης Μωρέτης, εκτός από πολλά άρθρα και μελέτες σε εφημερίδες και περιοδικά εξέδωσε πέντε ποιητικές συλλογές. Η Αλεξάνδρα Μωρέτη, έχει δώσει πολλές διαλέξεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και ασχολείται με τη μικρογλυπτική σε πηλό και μπρούτζο.
Μωάμεθ Β΄, Σουλτάνος Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Ο Μωάμεθ Β΄, γνωστός και ως Μωάμεθ ο Πορθητής και Φατίχ Σουλτάν Μεχμέτ στα τουρκικά, ήταν Οθωμανός σουλτάνος, ο οποίος βασίλεψε κατά τα διαστήματα 1444-1446 και 1451-1481. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Οθωμανούς σουλτάνους, που ακόμη και σήμερα οι Τούρκοι θεωρούν ως μία από τις μεγαλύτερες μορφές στην ιστορία τους.
[Απόσπασμα από τη Βικιπαίδεια]
Μυστικές Εταιρείες - Ιερό Σώμα
Ο Στράτης Μυριβήλης (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ευστράτιου Σταματόπουλου που θα χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά το 1911) γεννήθηκε στη Σικαμνιά της Λέσβου το 1892. Ήδη από τα γυμνασιακά του χρόνια προσχώρησε στο δημοτικισμό και πρωτοστάτησε σε μαθητικές κινητοποιήσεις υπέρ της δημοτικής. Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο Μυτιλήνης διορίστηκε δάσκαλος στο Μανταμάδο της Λέσβου το 1910-11 και συνεργάστηκε με εφημερίδες και περιοδικά του νησιού του. Την ίδια χρονιά βραβεύτηκε για πρώτη φορά σε διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού Νεότης της Σμύρνης. Η κήρυξη του πολέμου του 1912 βρήκε τον Μυριβήλη φοιτητή της Νομικής και της Φιλοσοφικής Σχολής στην Αθήνα. Μαζί με άλλους Λέσβιους νέους και κατόπιν διαβήματος στον Ελ. Βενιζέλο κατατάχθηκε εθελοντής και έφυγε για το μέτωπο. Έτσι ξεκίνησε η μακρά θητεία του σε όλους τους πολέμους της γενιάς του, τους Βαλκανικούς και τη Μικρασιατική Εκστρατεία.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή επέστρεψε στο νησί του, όπου άρχισε να εκδίδει την εβδομαδιαία εφημερίδα Καμπάνα (1923-24) και αργότερα την ημερήσια εφημερίδα Ταχυδρόμος (1924-30). Το 1932 εγκαταστάθηκε μονίμως στην Αθήνα, όπου και ανέλαβε τη διεύθυνση της εφημερίδας Δημοκρατία (1930-33), ενώ το 1938 διορίστηκε υπάλληλος στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων. Εργάστηκε ως χρονογράφος και λογοτεχνικός συνεργάτης σε διάφορες εφημερίδες (π.χ. βλ. τη μόνιμη στήλη του Πτερόεντα στην εφημερίδα Η Εθνική, 1933-1957), ενώ σημαντική ήταν και η θητεία του στο ραδιόφωνο με εβδομαδιαίες εκπομπές (‘Το χρονικόν της εβδομάδος’, ‘Μιλάμε για την Τέχνη’, ‘Το Λογοτεχνικό Τέταρτο’). Εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας το 1958, υπήρξε ιδρυτικό μέλος, πρόεδρος και αντιπρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας των Λογοτεχνών της Ελλάδος, ιδρυτικό μέλος, αντιπρόεδρος και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Λογοτεχνών, καθώς και αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου. Είχε ακόμα προταθεί από την Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών ως υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (1963).
Κατά τον Ηλία Βενέζη ο Σ.Μ. υπήρξε ο ‘γενάρχης’ της Αιολικής Λογοτεχνίας και σημαντικός πεζογράφος της Γενιάς του ΄30. Καθιερώθηκε κυρίως ως συγγραφέας μυθιστορημάτων και διηγημάτων, αν και το έργο του ως χρονογράφου είναι ιδιαίτερα ογκώδες. Από τα μυθιστορήματά του Η Ζωή εν Τάφω (1924/1930) που πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα Καμπάνα το 1923-24, Η Δασκάλα με τα Χρυσά Μάτια (1933) και Η Παναγιά η Γοργόνα (1949) θεωρείται ότι αποτελούν μια τριλογία βασισμένη στις εμπειρίες του Σ.Μ. στο μέτωπο και τα χαρακώματα. Από τα πιο γνωστά έργα του είναι ακόμα οι νουβέλες Ο Βασίλης ο Αρβανίτης (αρχικά σε συνέχειες, 1943) και Ο Παν (1944) και οι συλλογές διηγημάτων Το Πράσινο Βιβλίο (1935), Το Γαλάζιο Βιβλίο (1939), Το Κόκκινο Βιβλίο (1952), Το Βυσσινί Βιβλίο (1959). Έχει επίσης γράψει συλλογές ποιημάτων, ένα παιδικό μυθιστόρημα (Ο Αργοναύτης) και ταξιδιωτικές εντυπώσεις. Τα έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες.
Πέθανε στην Αθήνα το 1969.
Η κόρη της Κυβέλης και του Μήτσου Μυράτ, Μιράντα Μυράτ, γεννήθηκε το 1905. Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1919, η σταδιοδρομία της ξεκίνησε όμως ουσιαστικά το 1923. Συνεργάστηκε με τους θιάσους Κυβέλης και Μαρίκας Κοτοπούλη, με διάφορους άλλους θιάσους, καθώς και με το Εθνικό Θέατρο, ενώ τη δεκαετία του 1940 σχημάτισε και δικούς της θιάσους. Εμφανίστηκε επίσης στον κινηματογράφο και συμμετείχε σε τηλεοπτικές σειρές. Εμφανίστηκε τελευταία φορά στη σκηνή το 1964 και στον κινηματογράφο το 1971. Η Μιράντα Μυράτ είχε λάβει μέρος στην εθνική αντίσταση. Παντρεύτηκε τον Σπύρο Θεοχάρη, με τον οποίο απέκτησε δύο κόρες (την Κυβέλη και τη Βάνα). Ετεροθαλή αδέλφια της ήταν η Αλίκη Νορ και ο Γιώργος Γ. Παπανδρέου. Πέθανε το 1994.
Η Κυβέλη Μυράτ, κόρη της ηθοποιού Ρίτας Μυράτ και του Αλέξανδρου Μυράτ (γιου της Κυβέλης και του Μήτσου Μυράτ), γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926. Παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο Τάγκα και σε δεύτερο γάμο τον Ιορδάνη Μαρίνο. Στη σκηνή εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1945, ως Μιμή στους Μποέμ, διασκευή του Ρενάτο Μόρντο (Renato Mordo) από το πεζογράφημα του Henri Murger (θέατρο Αλίκης, θίασος Κώστα Μουσούρη, Ρενάτο Μόρντο και Γιώργου Ανεμογιάννη). Η συνεργασία της με τον πιο πάνω θίασο συνεχίστηκε με το Ερωτικό γαϊτανάκι του Arthur Schnitzler, το Μπαρ Ελδοράδο του Μ. Καραγάτση και τη Συζυγική κρίση του Παναγιώτη Καγιά (1945-1946). Ακολούθησαν εμφανίσεις της σε πολλούς αθηναϊκούς θιάσους όπως του Νίκου Σταυρίδη και του Κούλη Στολίγκα (1946), της Εταιρείας Ελληνικού Θεάτρου του Τζαβαλά Καρούσου (1947), της Βάσως Μανωλίδου και του Γιώργου Παππά (1950), του Νίκου Χατζίσκου (1957), της Αλίκης Θεοδωρίδου (1958-1959), το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο του Μάνου Κατράκη (1966-1967). Με το Εθνικό Θέατρο συνεργάστηκε τα έτη 1949 και 1952-1953, με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος την περίοδο 1961-1962, ενώ εμφανίστηκε σ’ όλα τα θιασαρχικά σχήματα του συζύγου της Ιορδάνη Μαρίνου. Ίδρυσε και διηύθυνε το Παιδικό Θέατρο Κυβέλη Μυράτ (1959-1961) και από το 1988 επιμελήθηκε θεατρικές παραγωγές στις οποίες πρωταγωνιστούσαν παιδιά. Η Κυβέλη Μυράτ δίδαξε υποκριτική, κινησιολογία και χορό, μετέφρασε και διασκεύασε θεατρικά έργα, πολλά από τα οποία για το Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας, κι έγραψε θεατρικά έργα (Ο μπαμπάς μου και ο άλλος, Η σονάτα του διαβόλου, Ο διεστραμμένος κ.ά.) και έργα για παιδιά (Τρέλες στο κολέγιο, Ο Χαζογιάννης στη χώρα των βατράχων κ.ά.).
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: 1. Έξαρχος, Θεόδωρος, Έλληνες ηθοποιοί «Αναζητώντας τις ρίζες», Τόμος δεύτερος (Α-Μ). Αθήνα – Γιάννινα, Δωδώνη, 1996, σ. 265-267 και 315-316. 2. Υλικό της Συλλογής Τεκμηρίων Παραστατικών Τεχνών και Μουσικής του ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ. 3. Υλικό του αρχείου].
Μυλωνογιάννης, Ματθαίος (Μαθιός)
Ο Παύλος Μυλωνάς ήταν αρχιτέκτονας, καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα (1956-1982), και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο Γεώργιος Μυλωνάς (Παρίσι 1919 – Αθήνα 1998) γεννήθηκε στο Παρίσι το 1919, έκανε νοµικές σπουδές και άσκησε την δικηγορία στην Αθήνα την περίοδο 1947-1963. Πολιτεύτηκε µε την Ένωση Κέντρου και εξελέγη βουλευτής Ιωαννίνων στις βουλευτικές εκλογές του 1963 και του 1964, ενώ διετέλεσε Υφυπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως και Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας. Στην περίοδο της δικτατορίας συνελήφθη και εκτοπίστηκε στην Αµοργό, από την οποία δραπέτευσε τον Οκτώβρη του 1969 και διέφυγε στο εξωτερικό. Υπήρξε στέλεχος της αντιστασιακής οργάνωσης «Δηµοκρατική Άµυνα» και βασικός εκπρόσωπός της στο εξωτερικό, µετά την απόδραση του από την εξορία. Στην µεταπολίτευση εντάχθηκε πολιτικά στην Ένωση Κέντρου – Νέες Δυνάµεις και στην συνέχεια στην Ένωση Δηµοκρατικού Κέντρου. Διετέλεσε Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών και Υπουργός Πολιτισµού την περίοδο 1989–1990.
Ο Γιώργος Ε. Μυλωνάς γεννήθηκε στη Σμύρνη της Τουρκίας (1898) και ξεκίνησε τις σπουδές του στην αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αμέσως μετά τον Α 'Παγκόσμιο Πόλεμο, εντάχθηκε στον ελληνικό στρατό και συνελήφθη κατά τη διάρκεια της ελληνικής εκστρατείας κατά της Τουρκίας. Ξεφεύγοντας από ένα τουρκικό στρατόπεδο φυλάκισης, επέστρεψε στην Αθήνα ένας φτωχός νεαρός πρόσφυγας. Γνωρίζοντας άπταιστα ελληνικά και αγγλικά, ο νεαρός Μυλωνάς προσλήφθηκε από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα αρχικά ως μεταφραστής του Stuart Thompson, του αρχιτέκτονα της Γενναδείου Βιβλιοθήκης, που ήταν υπό κατασκευή εκείνη την εποχή.
Μετά τον πόλεμο, επέστρεψε στις σπουδές του (είχε πάρει το πτυχίο του από το Διεθνές Κολλέγιο της Σμύρνης το 1918) και απέκτησε διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1927 με διατριβή με τίτλο Η Νεολιθική Περίοδος στην Ελλάδα. Περίπου αυτή την περίοδο εργάστηκε επίσης στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα. Το 1928, μετανάστευσε στην Αμερική για να σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins και από το ίδρυμα έλαβε ένα δεύτερο διδακτορικό τον επόμενο χρόνο. Στον Johns Hopkins ήταν μαθητής του David Moore Robinson. Ήταν παντρεμένος με τη Λέλλα, και οι δύο γεννήθηκαν στη Μικρά Ασία. Ο Μυλωνάς άρχισε να διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Washington, St. Louis (WUSL) όπου θα παρέμενε από το 1933 έως το 1968. Εκεί ήταν ο ιδρυτής του Τμήματος Ιστορίας Τέχνης και Αρχαιολογίας. Δίδαξε επίσης στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις και στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο και κατά τη διάρκεια του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου εργάστηκε για την Greek War Relief Association.
Για πολλά χρόνια ο Μυλωνάς υπήρξε επικεφαλής των ανασκαφών του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στις Μυκήνες. Ο Μυλωνάς είναι επίσης γνωστός για την επιτόπια εργασία του στην Όλυνθο και την Ελευσίνα. Διηύθυνε επίσης την υποβρύχια έρευνα ενός ναυαγίου που βρέθηκε στο Ακρωτήριο Αρτεμισίου, σε συνεργασία με τους αρχαιολόγους Γ. Δοντά και Χ. Καρούζο, και επίσης έσκαψε με τον Carl Blegen στην Πύλο. Μετά τη συνταξιοδότησή του από το Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον το 1968 ο Μυλωνάς επέστρεψε μόνιμα στην Ελλάδα. Το 1970 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών και διετέλεσε ως πρόεδρος για ένα διάστημα. Υπηρέτησε επίσης ως Γενικός Γραμματέας της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών και διαχειρίστηκε τις ανασκαφές στις Μυκήνες μέχρι το θάνατό του. Τα τελευταία χρόνια ήταν πολύ δραστήριος στις προσπάθειες προστασίας της Αθηναϊκής Ακρόπολης από τη ρύπανση του περιβάλλοντος. Υπήρξε επίσης Πρόεδρος του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Αμερικής και έλαβε το Χρυσό Μετάλλιο του Ινστιτούτου το 1970.
Οι δημοσιεύσεις του Μυλωνά περιλαμβάνουν: The Balkan States: An Introduction to Their History (1946) - ως απάντηση σε αυτά που ένιωθε ότι ήταν ανακρίβειες που διδάσκονταν στον γιο του στο σχολείο; Mycenae: The Capital City of Agamemnon (1957); Eleusis and the Eleusinian Mysteries (1961); Mycenae and the Mycenaean Age (1966); Grave Circle B of Mycenae (1972); Mycenae: A Guide to Its Ruins and Its History (1981); and Mycenae Rich in Gold (1983).
Ο Γιώργος Μυλωνάς πέθανε στην Αθήνα το 1988.
[Πηγή για το βιογραφικό σημείωμα: ASCSA Newsletter no. 22, Fall 1988. See also: N. Vogeikoff-Brogan, "The Spirit of Saint Louis Lives in Athens, Greece"; και https://en.wikipedia.org/wiki/George_E._Mylonas]
Ο πολιτικός, οικονοµολόγος και συγγραφέας Αλέξανδρος Μυλωνάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1881. Σπούδασε νοµικά και οικονοµικά στα Πανεπιστήµια Αθηνών και Βερολίνου και χρηµάτισε Γενικός Γραµµατέας των Υπουργείων Οικονοµικών και Γεωργίας την περίοδο 1912-1919. Υπήρξε µέλος της Κοινωνιολογικής Εταιρείας και πολιτεύθηκε µε το Κόµµα των Φιλελευθέρων. Εξελέγη βουλευτής Αθηνών και Ιωαννίνων την περίοδο 1923-1928 και διετέλεσε, την ίδια περίοδο τέσσερις φορές Υπουργός Γεωργίας και Υφυπουργός Οικονοµικών ενώ το 1929 υπήρξε ο ιδρυτής του Αγροτικού Κόµµατος. Στην συνέχεια επανεκλέχθηκε βουλευτής Ιωαννίνων στις διαδοχικές εκλογικές αναµετρήσεις ως την δικτατορία του Μεταξά. Το 1938 εκτοπίστηκε στην Ικαρία και στις αρχές του 1944 διέφυγε στην Μέση Ανατολή. Συµµετείχε στην διάσκεψη του Λιβάνου και ανέλαβε το Υπουργείο Ναυτικών στην εξόριστη κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου. Διετέλεσε Υπουργός Οικονοµικών στην Κυβέρνηση Πλαστήρα το 1945 και το 1950 αποσύρθηκε από την πολιτική. Την περίοδο 1951-1953 χρηµάτισε διοικητής της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδας. Έγραψε µεγάλο αριθµό έργων, µονογραφιών και άρθρων πολιτικού, νοµικού, οικονοµικού και αγροτικού περιεχοµένου.