Εμφανίζει 17770 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Ελληνικό Σχολείο Μενιδίου

  • Νομικό Πρόσωπο

Τα ελληνικά σχολεία ιδρύθηκαν στα επαναστατικά χρόνια. Πρόκειται για σχολεία «μέσης εκπαιδεύσεως», στα οποία βασικό μάθημα διδασκαλίας ήταν η αρχαία ελληνική γλώσσα. Σε ορισμένα από αυτά διδάσκονταν και άλλα μαθήματα, όπως γαλλική γλώσσα, ιερά ιστορία και κατήχηση, στοιχεία φυσικομαθηματικών επιστημών και φιλοσοφίας (κυρίως σε «νεωτερικά» σχολεία, όπως των Κυδωνιών, της Σμύρνης, της Χίου). Οι μαθητές χωρίζονταν κατά τάξεις ή περιόδους, με βάση κυρίως το μάθημα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, η διδασκαλία της οποίας προχωρούσε επαγωγικά. Καθώς δεν υπήρχε νομοθετική ρύθμιση σχετική με τη λειτουργία των Ελληνικών σχολείων, τη σχετική πρωτοβουλία είχε ο διδάσκαλος. Οι διδάσκαλοι αυτών των σχολείων ήταν είτε σπουδασμένοι στην Ευρώπη είτε μαθητές παλαιών γραμματικών είτε σπουδαστές σπουδαίων σχολείων της Ανατολής και της Πελοποννήσου. Τον Ιανουάριο του 1833, σύμφωνα με έκθεση του υπουργού Ι. Ρίζου, στην οποία περιλαμβάνεται και κατάλογος των υπαρχόντων σχολείων, καταγράφονται 37 Ελληνικά σχολεία: 20 στην Πελοπόννησο, 1 στη Δυτική Ελλάδα και 16 στις Νήσους.
Η κυβέρνηση του νεαρού βασιλείου θεσμοθέτησε με διάταγμα της 31ης Δεκεμβρίου 1836/12 Ιανουαρίου 1837 «Περί κανονισμού των ελληνικών σχολείων και γυμνασίων» την οργάνωση της Μέσης Εκπαίδευσης. Σύμφωνα με το διάταγμα αυτό, το τριτάξιο «Ελληνικόν Σχολείον» ήταν ο ένας από τους δύο κύκλους που περιλάμβανε η Μέση Εκπαίδευση. Ο άλλος ήταν το τετρατάξιο «Γυμνάσιον», στο οποίο υπαγόταν το Ελληνικό Σχολείο όπου τα δύο συνυπήρχαν. Σκοπός του Ελληνικού σχολείου ήταν να προετοιμάσει για το γυμνάσιο αλλά και για τον κοινωνικό βίο, εάν ο μαθητής δεν ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του. Στο Ελληνικό σχολείο εγγράφονταν μαθητές του Δημοτικού σχολείου που είχαν τελειώσει την δ’ τάξη, από το 1867 με «δοκιμαστήριες» εξετάσεις. Ο βασικός κορμός των μαθημάτων τους ήταν: Αρχαία Ελληνικά, Θρησκευτικά, Γεωγραφία, Ιστορία, Μαθηματικά, Φυσικά, Γαλλικά, Λατινικά, Τεχνικά.
Τα Ελληνικά σχολεία καταργήθηκαν με τον νόμο 4373/13 Αυγούστου 1929 «Περί διαρρυθμίσεως των σχολείων Μέσης Εκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 297, τ.Α΄).

[Βιβλιογραφία: Δαυίδ Αντωνίου, Περίγραμμα της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης 1821 – 2017, Οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος, Αθήνα 2018]

Ελληνικόν Εθνικόν Γραφείον Εγκλημάτων Πολέμου (ΕΕΓΕΠ)

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1945-1959

Το Ελληνικόν Εθνικόν Γραφείον Εγκλημάτων Πολέμου (ΕΕΓΕΠ) συστάθηκε με τον Α.Ν. 384 της 4/8.6.1945 με σκοπό την εξακρίβωση εγκλημάτων πολέμου που είχαν διαπραχθεί κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου από όργανα των εχθρικών κρατών κατά φυσικών ή νομικών προσώπων εντός της ελληνικής επικράτειας και ελλήνων υπηκόων στο εξωτερικό (άρθρο 1). Το άρθρο 7 εξειδίκευε τους σκοπούς ίδρυσης του Γραφείου «Αι κατά τα ανωτέρω συνιστώμεναι υπηρεσίαι σκοπόν έχουσι την εξακρίβωσιν των κατά τον παρόντα πόλεμον διαπραχθέντων εγκλημάτων πολέμου, τον τόπον και χρόνον διαπράξεώς των και των υπαιτίων τούτων κατά τα ειδικώτερον δια του παρόντος οριζόμενα και δια Διατάγματος ορισθησόμενα».
Το Γραφείο τελούσε υπό την εποπτεία του Υπουργού Δικαιοσύνης. Η υπηρεσία ήταν οργανωμένη σε Κεντρική Υπηρεσία και τοπικές υπηρεσίες που υπάγονταν στην Κεντρική και συστάθηκαν στην περιφέρεια κάθε Πρωτοδικείου της χώρας (άρθρο 2). Οι τοπικές υπηρεσίες τελούσαν υπό την διεύθυνση του Εισαγγελέως Πρωτοδικών ενώ για την υποβοήθηση του έργου τους συστάθηκαν "παρά τω Εισαγγελεί Πρωτοδικών" τοπικά Συμβούλια αποτελούμενα από τον Εισαγγελέα ως Πρόεδρο, τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου και τον Διοικητή της Χωροφυλακής της έδρας του Πρωτοδικείου (άρθρο 5 παρ.1). Στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου Αθηνών και Πειραιώς η τοπική αρμοδιότητα ανήκε στην Κεντρική Υπηρεσία (άρθρο 5 παρ. 3). Με το άρθρο 11 (παρ. 1) οριζόταν ότι κάθε δημόσια, δημοτική και κοινοτική υπηρεσία και κάθε γενικά νομικό ή φυσικό πρόσωπο όφειλε να θέσει στη διάθεση της Κεντρικής ή των τοπικών υπηρεσιών κάθε αποδεικτικό στοιχείο ή πληροφορία χρήσιμη για την εξακρίβωση των εγκλημάτων πολέμου.
Ο νόμος τροποποιήθηκε με τη συντακτική πράξη 73 της 8/8.10.1945 "Περί κολασμού και εκδικάσεως των εγκλημάτων πολέμου και τροποποιήσεως του υπ’ αριθ. 384/1945 Αναγκαστικού Νόμου" η οποία εξειδίκευε την έννοια του εγκλήματος πολέμου και όριζε την τιμωρία των ενόχων κατά περίπτωση. Στη συντακτική πράξη οριζόταν η διαδικασία που θα ακολουθούσε το Γραφείο κατά την άσκηση των καθηκόντων του και συνιστούσε στην Αθήνα Ειδικό Στρατοδικείο. Η δίωξη των εγκληματιών πολέμου ασκήθηκε με βάση τις διατάξεις αυτής της συντακτικής πράξης.
Με τον Α.Ν 1860 της 23/23.6.1951 "Περί συμπληρώσεως διατάξεων της υπ’ αριθ. 73/1945 Συντ. Πράξεως" ορίστηκε η λειτουργία Κεντρικού Συμβουλίου στην Κεντρική Υπηρεσία που ήταν αρμόδιο για την εκδίκαση των ανακοπών.
Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του το Γραφείο κατόρθωσε να στοιχειοθετήσει κατηγορίες και να ασκήσει διώξεις για 800 γερμανούς στρατιωτικούς, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονταν ο υπολοχαγός Χανς Ζάμπελ (υπεύθυνος της σφαγής του Διστόμου), ο Μάξ Μέρντεν κά.
Η δίωξη των εγκληματιών πολέμου ανεστάλη το 1959 καθώς η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή επιθυμώντας την εξομάλυνση των σχέσεων της Ελλάδας με την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας έσπευσε να ικανοποιήσει τις αξιώσεις της τελευταίας για την παύση των διώξεων εναντίον των Γερμανών που κατηγορούνταν για εγκλήματα πολέμου. Με το νόμο 3933 της 18/19.2.1959 «Περί αναστολής διώξεως εγκληματιών πολέμου» ανεστάλη «αυτοδικαίως» κάθε δίωξη γερμανών υπηκόων και καταργήθηκαν τα διωκτικά έγγραφα που είχαν εκδοθεί. Οριζόταν ακόμα ότι αντίγραφα των δικογραφιών θα αποστέλλονταν στις γερμανικές δικαστικές αρχές. Με το δεύτερο άρθρο αποφυλακίζονταν όσοι εξέτιαν ποινές και οριζόταν το αδύνατο της επανόδου τους στην Ελλάδα.
Το Γραφείο καταργήθηκε με το Ν.Δ. 4016 της 3/3.11.1959 «Περί τροποποιήσεως της περί εγκληματιών πολέμου νομοθεσίας». Με αυτό το νομοθετικό διάταγμα καταργούνταν ο νόμος 384/1945 και η συντακτική πράξη 73/1945 και οι αρμοδιότητές του Γραφείου μεταβιβάζονταν στον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών (διοικητική και εισαγγελική δικαιοδοσία) και στο Συμβούλιο Εφετών Αθηνών (η δικαστική, του μέχρι τότε Δικαστικού Συμβουλίου). Με το άρθρο 7 οριζόταν ότι τα αρχεία του Γραφείου περιέρχονταν στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, και οι δικογραφίες κατά των εγκληματικών πολέμου και ό,τι σχετιζόταν με τη δικαστική λειτουργία στο Εφετείο Αθηνών
Η έδρα του ΕΕΓΕΠ βρισκόταν στην οδό Πλούτωνος 1.
Το γραφείο είναι γνωστό επίσης ως Ελληνικό Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου και Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου.

Ελληνικός Αμίαντος Α.Ε.

  • Νομικό Πρόσωπο

Η εταιρεία ιδρύθηκε αρχικά με την επωνυμία KENBESTOS από τη KENNECOTT COPPER CORPORATION με σκοπό την εκμετάλλευση μεταλλείων αμιάντου της περιοχής Κοζάνης στις 5.1.1960 ( ΦΕΚ/ΔΑΕ 3). Στις 10.7.1964 υπεγράφη σύμβαση εξαγοράς των μετοχών της από το Ελληνικό Δημόσιο. Μετονομάσθηκε σε Ελληνικός Αμίαντος Α.Ε. το 1965 (ΦΕΚ 221/17.4.1965). Στις 11/5/1964 υπεγράφη σύμβαση με την Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Αναπτύξεως (ΕΤΒΑ) στην οποία η εταιρεία εκμίσθωσε τα πάγια περιουσιακά της στοιχεία μέχρι τις 8/1/1969 με αποτέλεσμα τις μεταλλευτικές έρευνες στα μεταλλεία Κοζάνης να αναλάβει η θυγατρική εταιρεία της ΕΤΒΑ, Γενική Εταιρεία Μελετών, Ερευνών και Εκμεταλλεύσεων (ΓΕΜΕΕ). Το 1969 παραδόθηκε η τεχνικοοικονομική μελέτη σκοπιμότητας για την ίδρυση βιομηχανικής μονάδας εκμετάλλευσης του αμιαντοφόρου κοιτάσματος, που είχε αναθέσει η εταιρεία μέσω της ΓΕΜΕΕ, στον Καναδικό Οίκο Surveyer Nenniger. Το 1970, με την ίδρυση της εταιρείας Μεταλλεία Αμιάντου Βορείου Ελλάδος (ΜΑΒΕ), παραχωρείται σε αυτήν το αμιαντωρυχείο Ζιδανίου Κοζάνης (ιδιοκτησίας Ελληνικού Αμίαντου) για τη διενέργεια ερευνών και καθορισμό της κερδοφόρας ή μη εκμετάλλευσής του. Το 1972 υπεγράφη η σύμβαση μίσθωσης του ορυχείου από τη ΜΑΒΕ, ως επακόλουθο της οποίας η δραστηριότητα της Ελληνικός Αμίαντος δεν θα ήταν πρωτογενής αλλά θα περιελάμβανε την είσπραξη μισθωμάτων. Μέχρι το 1975, δεν είχε υλοποιηθεί η εφαρμογή της σύμβασης με αποτέλεσμα η εταιρεία να παρουσιάζει ζημιές και το προσωπικό να υποαπασχολείται. Το 1976 αποφασίζεται η λύση της σύμβασης. Το 1978 (31.1.1978) ανανεώνεται η σύμβαση με τη ΜΑΒΕ, και τον Απρίλιο του ίδιου έτους γίνονται τα εγκαίνια έναρξης των εργασιών για την ανέγερση του εργοστασίου και τον Απρίλιο 1981 εγκαινιάσθηκε η λειτουργία του εργοστασίου. Μέχρι το 2000, η ΕΤΒΑ κατείχε το 99,503% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας. Στη Γενική Συνέλευση της 30/6/2010 (ΦΕΚ Α.Ε.&Ε.Π.Ε. 10542/9.9.2010) αποφασίστηκε η λύση της εταιρείας και η θέση της σε εκκαθάριση σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ν.2190/20.

Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός, Σταθμός Πρώτων Βοηθειών, Τμήμα Παροχής Βοήθειας

Τον Ιούλιο του 1897 ιδρύεται από τη Βασιλόπαιδα Μαρία, κόρη του Γεωργίου Α΄ ο Επίκουρος Σύνδεσμος ο «Σωτήρ» με τη διάθεση χρημάτων που είχαν απομείνει από τη διαχείριση μικρού Νοσοκομείου περίθαλψης τραυματιών του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Η Μαρία καλεί σε σύσκεψη επίλεκτα μέλη της ελληνικής κοινωνίας: τον Γ. Βενιζέλο, τον Π. Καλλιγά, τον Σ. Τσάκωνα, την Ελ. Δούμα, τη Ροζίνα Εμπειρίκου για τον τρόπο χρησιμοποίησης των χρημάτων. Η σύσκεψη κατέληξε σε απόφαση διάθεσης των χρημάτων για τη δημιουργία Σταθμού Πρώτων Βοηθειών για την αντιμετώπιση των αναγκών άμεσης ιατροφαρμακευτικής αγωγής ή μεταφοράς σε νοσοκομείο θυμάτων ατυχημάτων. Ο Επίκουρος Σύνδεσμος «Σωτήρ» στεγάστηκε στην οδό Ανθίμου Γαζή σε οικόπεδο δίπλα στην Παλαιά Βουλή, το οποίο παραχωρήθηκε το 1898 με απόφαση κατά τη συνεδρίαση της 19ης Φεβρουαρίου 1898. Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στον Σύνδεσμο από τον Πρόεδρο της Βουλής Αλέξανδρου Ρώμα. Στις 15 Απριλίου του 1898 θεμελιώθηκε ο Σταθμός Πρώτων Βοηθειών και ακολούθησαν τα εγκαίνια στις 7 Ιανουαρίου 1899. Η πριγκίπισσα Μαρία ορίστηκε πρόεδρος μέχρι το 1900, οπότε λόγω τους γάμου της, παρέδωσε την Προεδρία στον Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλο, αρχηγό του Στρατιωτικού οίκου του Βασιλέως Γεωργίου Α΄. Διάδοχος του Ι. Παπαδιαμαντόπουλου ορίστηκε η Α.Β.Υ. Πριγκίπισσα Αλίκη και από το 1917 ανέλαβε την προεδρία η Λουΐζα Ριανκούρ, η οποία διατήρησε τη θέση της μέχρι την μετάβαση του ιδρύματος στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό. Εξαιτίας των οικονομικών δυσχερειών του Επικούρου Συνδέσμου τον Μάϊο του 1931 ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός (ΕΕΣ) ανέλαβε να συνεχίσει τη λειτουργία του Σταθμού Πρώτων Βοηθειών. Τον Μάιο του 1931 ο ΕΕΣ παρέλαβε από το Συμβούλιο του Επικούρου Συνδέσμου και την περιουσία του, μια ιππήλατη άμαξα και ένα ασθενοφόρο με ξύλινο αμάξωμα. Κατά την παράδοση του Σταθμού στον ΕΕΣ, ο Σταθμός βρέθηκε δίχως στέγη, καθώς ο χώρος στον οποίο στεγαζόταν παραχωρήθηκε από το κράτος στην Τηλεφωνική Εταιρεία (δίπλα στον κήπο της παλιάς Βουλής) για ανέγερση του νέου κτηρίου της και έτσι κατεδαφίστηκε και το κτήριο του Σταθμού. Ωστόσο, στη σύμβαση που είχε συνάψει το κράτος με την Τηλεφωνική Εταιρεία υπήρχε όρος με την ανέγερση του νέου κτηρίου της Τηλεφωνικής Εταιρείας να δοθεί ένας χώρος στον Σταθμό για τη στέγασή του. Έτσι ο χώρος αυτός παρελήφθη από τον ΕΕΣ τον Ιούλιο του 1931. Από την ημερομηνία εκείνη άρχισε πάλι να λειτουργεί ο Σταθμός Πρώτων Βοηθειών ως Υπηρεσία του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Μετά από πρόταση του χειρουργού Μαθιού Μακκά ιδρύεται ειδικό Τμήμα, το «Τμήμα Παροχής Βοήθειας», στο οποίο και θα υπαχθούν οι υπηρεσίες που δημιουργούνται στη συνέχεια. Η ίδρυση του Τμήματος αυτού με νεότερες οργανωτικές προδιαγραφές, συνδυαζόμενη με την αποτελεσματικότερη λειτουργία του ανακαινισμένου Σταθμού πρώτων Βοηθειών, προσέδωσε μια ανθρωπιστική δυναμική στον τομέα προστασίας και αρωγής των θυμάτων θεομηνιών, κοινωνικών συμφορών και ατυχημάτων. Κατά τη διάρκεια λειτουργίας του ο Σταθμός αντιμετώπισε δυσκολίες λόγω της διασποράς των υπηρεσιών του. Προέκυψε λοιπόν επιτακτική ανάγκη να συγκεντρωθούν οι υπηρεσίες σε μία στέγη. Επιπλέον, η αύξηση του πληθυσμού της πρωτεύουσας έχει ως συνέπεια και την αλματώδη αύξηση της κίνησης του Σταθμού. Τα αλλεπάλληλα διαβήματα του ΕΕΣ για παραχώρηση οικοπέδου δεν βρήκαν εύκολα απήχηση. Τελικά, ο ΕΕΣ βρήκε οικόπεδο στην οδό Γ΄ Σεπτεμβρίου και Καποδιστρίου. Το νέο κτήριο θεμελιώθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 1938 και τα εγκαίνια έγιναν στις 16 Αυγούστου του 1939 στα οποία παραβρέθηκαν ο Ι. Μεταξάς, ο οποίος θα επισημάνει εκτός των άλλων τη μεγάλη βοήθεια των εθελοντών Τραυματιοφορέων –Σαμαρειτών, που στις ώρες της ανάπαυσής τους πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους εντελώς δωρεάν στην υπηρεσία του Σταθμού.
Οι υπηρεσίες του Σταθμού διακρίνονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία αφορά στις υπηρεσίες που λειτουργούν εντός του κεντρικού κτηρίου του Σταθμού και η δεύτερη κατηγορία στις υπηρεσίας που δραστηριοποιούνται εκτός του Σταθμού.

Οι Υπηρεσίες εντός του Σταθμού
• 1931: Κεντρικός Σταθμός
• 1935: Υπηρεσία Κέντρου Αιμοδοσίας
• 1940-41, 1944-46: Νοσοκομειακό Τμήμα
• 1944: Ακτινολογικό εργαστήριο
• 1945: Μικροβιολογικό εργαστήριο
• 1955: Υπηρεσία ιατρικών οδηγιών μέσω ασυρμάτου σε μέλη ποντοπόρων πλοίων εν πλω
Οι Υπηρεσίες εκτός του Σταθμού
• 1932: Παράκτιοι σταθμοί
• 1932: Υπηρεσία θεομηνιών-Φυσικών καταστροφών
α. Αποστολές Εσωτερικού
β. Αποστολές Εξωτερικού
• 1934: Πρόχειροι σταθμοί
• 1938: Σταθμός Πρώτων Βοηθειών Ν. Φαλήρου
• 1941-42: Πρόχειροι Σταθμοί Περίθαλψης Ασιτούντων
• 1954: Ενισχυμένοι Σταθμοί
O Κεντρικός Σταθμός Πρώτων Βοηθειών αποτελεί τη σπουδαιότερη Υπηρεσία του Τμήματος Βοηθείας του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, η οποία είναι επιφορτισμένη με την επιτόπια παροχή ιατρικής βοήθειας και νοσηλευτικής περίθαλψης στους τραυματίες και ασθενείς, τους προσερχομένους ή προσκομιζομένους στα ιατρεία του Σταθμού. Όσοι χρειάζονται περαιτέρω νοσοκομειακή περίθαλψη διακομίζονται στο εφημερεύον νοσοκομείο –θεσμός που εφαρμόστηκε με ενέργειες του ΕΕΣ το 1934. Στον Κεντρικό Σταθμό λειτουργεί και Υπηρεσία Συγκέντρωσης Αναγγελιών Ατυχημάτων. Πρόκειται για την Υπηρεσία που δέχεται κλήσεις ιδιωτών ή Αστυνομικών Τμημάτων των περιφερειών Αθηνών και Πειραιώς για συνδρομή των τραυματιών και ασθενών στον τόπο του δυστυχήματος ή στην κατοικία των ασθενών. Μια επιπρόσθετη φροντίδα που αναλαμβάνει η Υπηρεσία είναι η μεταφορά με τα ασθενοφόρα στον Σταθμό, ή σε σοβαρότερες περιπτώσεις, η επικοινωνία με το εφημερεύον νοσοκομείο για την υποδοχή του ασθενή. Με την εισαγωγή τους στον Σταθμό οι πρώτοι καταχωρίζονται στα Μητρώα Προσερχομένων και οι δεύτεροι στα Μητρώα Έξω κλήσεων.
Από τον Μάιο του 1935 οργανώνεται η Κεντρική Υπηρεσία Αιμοδοσίας από τον Διευθυντή της Χειρουργικής κλινικής του Νοσοκομείου του ΕΕΣ, Μαθιό Μακκά. Κατά τον Ελληνοιταλικό πόλεμο η υπηρεσία βοήθησε το μαχόμενο στράτευμα με αποστολή διατηρημένου αίματος μέσω των Σαμαρειτών. Το Κέντρο Αιμοδοσίας ΕΕΣ μετονομασία από το 1953, λειτούργησε ως Υπηρεσία του Τμήματος Βοηθείας μέχρι τον Ιούνιο του 1954. Από την ημερομηνία αυτή, το Κέντρο Αιμοδοσίας αποσπάστηκε από το Τμήμα Βοηθείας του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και αποτέλεσε ιδιαίτερη Υπηρεσία.
Στο κεντρικό κτήριο του Σταθμού άρχισε η λειτουργία της Υπηρεσίας του Νοσοκομειακού Τμήματος από το 1940 γιατί τα περισσότερα νοσοκομεία της πρωτεύουσας είχαν καταλειφθεί από τον στρατό και ήταν αυξημένες οι ανάγκες λόγω των τραυματιών του πολέμου. Ο ΕΕΣ για να διευκολύνει την κατάσταση ενέκρινε τη λειτουργία νοσοκομείου 30-40 κλινών στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών. Η λειτουργία του σταμάτησε ένα χρόνο μετά το 1941, λόγω οικονομικών δυσχερειών και ξαναλειτούργησε του 1944 ως καθαρά χειρουργικό νοσοκομειακό τμήμα το 1944-1946. Μέσα στον ίδιο τον Σταθμό λειτουργεί από το 1944 και το Ακτινολογικό εργαστήριο για την κάλυψη, πρωτίστως, αναγκών του Νοσοκομειακού Τμήματος του Σταθμού κατά την ταραγμένη περίοδο 1944 μέχρι τον Ιούλιο του 1946 και δευτερευόντως για τον ακτινολογικό έλεγχο των περιστατικών των ιατρείων του Σταθμού.
Από το 1945 συστήνεται από την Υπηρεσία Αιμοδοσίας και μικροβιολογικό εργαστήριο, κυρίως για την εξυπηρέτηση των αναγκών της Υπηρεσίας, τον έλεγχο δηλαδή των αιμάτων. Τον Ιούνιο του 1954 το εργαστήριο αποσπάστηκε από το τμήμα Βοηθείας του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού μαζί με το Κέντρο Αιμοδοσίας του οποίου αποτελούσε Υπηρεσία.
Τέλος, μέσα στον Σταθμό από το 1955 άρχισε να λειτουργεί η Υπηρεσία παροχής ιατρικών οδηγιών μέσω ασυρμάτου δι’ ασθενούντα μέλη πληρωμάτων ποντοπόρων πλοίων εν πλω. Από το 1954 το Τμήμα Βοήθειας του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού παρατήρησε ανωμαλία στην εξυπηρέτηση περιστατικών ασθενών ή τραυματιών των ποντοπόρων πλοίων. Συγκεκριμένα, κατά τις ώρες λειτουργίας των γραφείων, το Υγειονομείο Πειραιά παρελάμβανε τα ραδιοτηλεγραφήματα και έδινε ιατρικές συμβουλές. Σε ώρες όμως που δεν λειτουργούσαν τα γραφεία του Υγειονομείου τα ραδιοτηλεγραφήματα απευθύνονταν στον Σταθμό. Έτσι, για τον ίδιο ασθενή ενδεχομένως να ασχολούνταν δύο διαφορετικοί ιατρικοί παράγοντες, ο ένας από τους οποίους δεν γνώριζε ποιες ιατρικές οδηγίες είχαν προηγηθεί. Ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός με ενέργειές του κατάφερε όλες οι περιπτώσεις των ποντοπόρων πλοίων και τα ραδιοτηλεγραφήματα να διαβιβάζονται στον Σταθμό Πρώτων Βοηθειών. Η Υπηρεσία του Τμήματος Βοηθείας πέτυχε την έκδοση Βασιλικού Διατάγματος σύμφωνα με το οποίο υποχρεώνονται τα εμπορικά πλοία να είναι εφοδιασμένα με το απαραίτητο φαρμακευτικό και υγειονομικό υλικό. Επιπλέον, φρόντισε να εισαχθεί και να διδάσκεται το μάθημα πρώτων βοηθειών στις σχολές εμποροπλοιάρχων. Εκτός, βέβαια από την παροχή βοήθειας σε ασθενείς με σοβαρά προβλήματα υγείας ή σοβαρούς τραυματισμούς, ο Σταθμός είχε εδραιωθεί στη συνείδηση των πολιτών της Αθήνας. Αυτό αποδεικνύεται από τις επισκέψεις στις Υπηρεσίες του, ακόμη και για την μέτρηση των αρτηριακών πιέσεων, ή την αναζήτηση αντιτετανικών ορών.
Από την αρχή της λειτουργίας του Σταθμού άρχισαν να λειτουργούν διάφορες υπηρεσίες σχετικά με την παροχή βοήθειας έξω από το κτήριο του Σταθμού.
Οι παράκτιοι Σταθμοί Πρώτων Βοηθειών για τους λουόμενους άρχισαν να λειτουργούν σε σκηνές από το 1932 και η λειτουργία τους επεκτάθηκε το 1934 κατά μήκος της ακτής από το Νέο Φάληρο μέχρι τη Βούλα. Οι παράκτιοι σταθμοί λειτούργησαν ανελλιπώς τα καλοκαίρια με εξαίρεση τα χρόνια 1941 και 1942. Τα χρόνια 1970-1971, στο τέλος της υπό εξέταση περιόδου η δράση των παράκτιων σταθμών περιορίστηκε στην περιοχή του Σκαραμαγκά και το Λουτράκι. Αυτό συνέβη γιατί στις εγκαταστάσεις της Βουλιαγμένης, Βούλας, Γλυφάδας και Καλαμακίου λειτουργούσε οργανωμένη Ιατρική Υπηρεσία παροχής πρώτης βοήθειας και αφ΄ ετέρου γιατί στην ακτή του Παλαιού Φαλήρου απαγορεύτηκε η κολύμβηση γιατί τα νερά της πρωτεύουσας χαρακτηρίστηκαν μολυσμένα. Από το 1933 μέχρι το 1971, το Τμήμα Βοήθειας είχε εγκαταστήσει και επτά μόνιμους σταθμούς κατά μήκος των μεγάλων αρτηριών που ενώνουν την Πρωτεύουσα με τα περίχωρα. Την ίδια χρονιά με τη λειτουργία των παράκτιων Σταθμών λειτούργησε και η Υπηρεσία Θεομηνιών όπου σημαντική ήταν η προσφορά της στις αποστολές φορητών νοσοκομείων για την περίθαλψη των κατοίκων πληγεισών περιοχών από σεισμούς και πλημμύρες κ.ά. Μάλιστα, με τον Νόμο 6072 του 1934 έχει νομοθετηθεί η διάθεση πιστώσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό στο Υπουργείο Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως για την παροχή βοήθειας στους πληττόμενους από θεομηνίες. Σε περίπτωση που οι ζημιές παίρνουν μεγάλη έκταση τότε κινητοποιούνται οι Ένοπλες Δυνάμεις και ο Ελληνικός Σταυρός με τους Σαμαρείτες. Η συμβολή της υπηρεσίας στους πληγέντες ήταν άμεση και πραγματοποιούσε αποστολές τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Οι αποστολές στο Εσωτερικό αφορούσαν κυρίως την παροχή βοήθειας σε σεισμοπαθείς και πλημμυροπαθείς, τη διανομή τροφίμων και ιματισμού και τη μεταφορά φορητών νοσοκομείων για νοσηλεία των τραυματιών. Ο μεγαλύτερος αριθμός περιθαλπομένων αφορά στους σεισμούς των Ιονίων νήσων τον Αύγουστο του 1953. Στα Ιόνια νησιά, τρία υγειονομικά κλιμάκια, παρείχαν την πρώτη περίθαλψη. Παράλληλα οργανώθηκαν Φορητά Νοσοκομεία, δύναμης 100 κλινών. Στη συνέχεια λειτούργησαν τρία Νοσοκομεία και τέσσερα Νοσηλευτήρια σε ξύλινες και μεταλλικές κατασκευές. Ανάλογη δραστηριότητα είχε ο Σταθμός Πρώτων Βοηθειών και στους σεισμούς της Θεσσαλίας το 1954 και 1957 και της Θήρας το 1956. Τέλος, μεγάλη ήταν η συμβολή του και στην περίθαλψη των πολιτικών κρατουμένων της Γυάρου. Το οχηματαγωγό «Χίος» το 1967 μετέφερε στον νησί φορητό νοσοκομείο 25 κλινών με συνοδεία γιατρών και εθελοντών αδελφών νοσοκόμων. Οι αποστολές εξωτερικού αφορούσαν κυρίως σεισμούς. Σημαντική ήταν η παρουσία του Ερυθρού Σταυρού σε αποστολές στη Λιβύη τον Μάρτιος 1963 και στα Σκόπια τον Ιούλιο του 1963. Εκτός όμως από τη βοήθεια που πρόσφερε ο Σταθμός σε σεισμοπαθείς ήταν σημαντική η βοήθειά του και σε άλλες περιπτώσεις. Έτσι συμμετέχει σε δύο αποστολές. Η πρώτη τον Ιούλιο του 1960 στο τέως Βελγικό Κονγκό, όταν ξέσπασαν ταραχές μετά από την ανεξαρτησία του και η δεύτερη η αποστολή στην Ιορδανία (πόλεμος των έξι ημερών) τον Ιούνιο του 1967. Μεγάλη ήταν η συμβολή του Σταθμού στον επαναπατρισμό ομήρων Ελλήνων από τις χώρες του Παραπετάσματος. Από το 1954-1956 επαναπατρίστηκαν από την Ουγγαρία, την Ρουμανία, την Τσεχοσλοβακία και από το Δυρράχιο της Αλβανίας. Μια σημαντική αποστολή του Σταθμού ήταν η μεταφορά παιδιών ανταρτόπληκτων περιοχών σε παιδουπόλεις. Συνολικά κατά τις αποστολές στο εσωτερικό η περίθαλψη ασθενών έφτασε τις 99.937 και στο Εξωτερικό τις 15692. Συνολικά οι αποστολές αγγίζουν τις 115629 την περίοδο 1931-1971.
Από το 1932 ένα χρόνο μετά από την ανάληψη του Σταθμού από τον ΕΕΣ η υπηρεσία οργάνωσε σε διάφορα σημεία της πόλης μετά από αιτήσεις των κρατικών ή αστυνομικών αρχών πρόχειρους σταθμούς κατά τις μέρες διαφόρων αθλητικών εκδηλώσεων σε μέρες παρελάσεων, γιορτών και αθλητικών αγώνων. Παράλληλα με τους πρόχειρους Σταθμούς, σε ορισμένες περιπτώσεις, εγκαθιστά και ενισχυμένους Σταθμούς στους οποίους λειτουργεί και μικρός αριθμός κλινών, όπως κατά την εορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου στην Τήνο και στο Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος στην Επίδαυρο από το 1954, στην εορτή της Φανερωμένης στη Σαλαμίνα από το 1955, στο Δαφνί από το 1959 κατά τη διάρκεια της γιορτής του κρασιού που οργανώνεται από τον ΕΟΤ και στην Αρχαία Ολυμπία από το 1961 στην κατασκήνωση της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας. Εκτός όμως από τις παραπάνω περιπτώσεις υπάρχουν και ειδικές περιπτώσεις διάθεσης πρόχειρων και ενισχυμένων σταθμών. Από το 1955 κατά τη διεξαγωγή των Ιππικών αγώνων στον Γέρακα και τον Παράδεισο Αμαρουσίου παρίσταται συνεργείο παροχής βοήθειας με γιατρό, αδελφή νοσοκόμα και ασθενοφόρο. Από το 1960 στο εαρινό RALLY Ακρόπολης κατά τους αυτοκινητιστικούς αγώνες ανάβασης στην Πάρνηθα που διοργανώνει η ΕΛΠΑ βρίσκονται δύο συνεργεία παροχής βοήθειας.

Ελληνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός Πελοποννήσου - 12ο Σύνταγμα

  • Νομικό Πρόσωπο

Ο πυρήνας του 12ου Συντάγματος του Ε.Λ.Α.Σ. στην Πελοπόννησο συγκροτήθηκε τον Αύγουστο του 1943. Οριστική μορφή πήρε η συγκρότηση του Συντάγματος τον Δεκέμβριο του 1943. Η συνολική δύναμή του εκτιμάται σε 850 άνδρες. Το Σύνταγμα υπαγόταν στην III Μεραρχία και χώρος δράσης του ήταν η Αχαΐα και η Ηλεία. Το Σύνταγμα πήρε μέρος σε πολλές μάχες εναντίον των Γερμανών και των Ταγμάτων Ασφαλείας και στα Δεκεμβριανά.
[Πηγή σύνταξης διοικητικής ιστορίας: Ηλίας Παπαστεριόπουλος, Ο Μωρηάς στα όπλα, Αθήνα, Εκδόσεις Έρευνα και κριτική της Νεοελληνικής Ιστορίας, 1965, τομ. β΄, σ.275-395.]

Ελληνικός Μικρασιατικός Σύλλογος Αλεξάνδρειας "Η Μικρά Ασία"

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1906 -

Οι Μικρασιάτες της Αλεξάνδρειας ίδρυσαν το 1906 τον Σύλλογο Μικρασιατών «Η Ανατολή», ακολουθώντας το παράδειγμα των Μικρασιατών του Καΐρου έναν χρόνο πριν (1905). Οι Σύλλογοι του Καΐρου και της Αλεξάνδρειας ήταν παραρτήματα του Συλλόγου Μικρασιατών «Η Ανατολή» της Αθήνας. Το 1913 ιδρύθηκε ο ανεξάρτητος Σύνδεσμος Ελλήνων Μικρασιατών «Η Ιωνία». Το 1918 μετονομάστηκε σε Ελληνικό Μικρασιατικό Σύνδεσμο «Η Μικρά Ασία» και σε αυτόν συγχωνεύτηκετο παραρτήμα της «Ανατολής» Αλεξανδρείας. Στη συνέχεια, ο Σύνδεσμος μετατράπηκε σε Σύλλογο των εν Αλεξανδρεία Ελλήνων Μικρασιατών «Η Μικρά Ασία». Το 1936 μετονομάστηκε σε Ελληνικό Μικρασιατικό Σύλλογο «Η Μικρά Ασία». Η δράση του Συλλόγου, από την ίδρυσή του, ήταν φιλανθρωπική. Στο πρώτο καταστατικό (1906) του Συλλόγου των Μικρασιατών Αλεξανδρείας«Η Ανατολή» δηλώνεται πως κύριος σκοπός του ήταν η στήριξη του έργου του κεντρικού Συλλόγου της Αθήνας, δηλαδή η συνένωση των απόδημων Μικρασιατών και η ηθική και πνευματική στήριξή τους, ιδίως των απόρων. Επίσης, η μελέτη της ιστορίας του ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Η επίτευξη των σκοπών θα γινόταν μέσω διαλέξεων, εκδόσεων καθώς και δημιουργίας και διατήρησης βιβλιοθήκης και αναγνωστηρίου. Στο προσχέδιο του κανονισμού του ανεξάρτητου πλέον Συλλόγου (1920) στους σκοπούς προστίθεται η ενίσχυση του φρονήματος και της εκπαίδευσης των «εν Μικρά Ασία υποδούλων Μικρασιατών». Στα καταστατικά των ετών 1934, 1936 και 1947 η τελευταία ρήτρα απαλοίφεται και εισάγεται η «συμβολή εις παν εθνικόν ή κοινωνικόν ζήτημα». Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930 δεκτοί ως τακτικά μέλη γίνονταν οι Έλληνες οι καταγόμενοι από την Μικρά Ασία, περιορισμός που καταργείται με το καταστατικό του 1934. Κατά τη λήξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ο Σύλλογος ανέλαβε τα έξοδαεπαναπατρισμού των Μικρασιατών που υπηρετούσαν καταναγκαστικά στον οθωμανικό στρατό και που κρατούνταν ως αιχμάλωτοι στην Αίγυπτο. Κατά τα έτη αμέσως μετά την Μικρασιατική Καταστροφή ο Σύλλογος ανέλαβε την οικονομική στήριξη και περίθαλψη των προσφύγων που κατέφυγαν στην Αλεξάνδρεια. Σε συνεργασία με το Ελληνικό Γενικό Προξενείο, ο Σύλλογος κατέγραφε τους πρόσφυγες καιεξέδιδε πιστοποιητικά και ειδικά δελτία ταυτότητας προκειμένου να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια.Το 1930 η έδρα του Συλλόγου μεταφέρθηκε από την Αλεξάνδρεια στην Ιβραημία και ενδυναμώθηκαν οι δεσμοί με την εκεί Ελληνική Κοινότητα. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1930, όταν το ζήτημα της γραφειοκρατικής, υγειονομικής και οικονομικής στήριξης των Μικρασιατών προσφύγων στην Αλεξάνδρεια έπαψε να είναι οξύ, ο Σύλλογος ανέπτυξε έντονη πολιτιστική δράση για φιλανθρωπικούς σκοπούς, διοργανώνοντας κυρίως καλλιτεχνικές ή/και λογοτεχνικές εκδηλώσεις. Κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκόσμιου Πολέμου, ο Σύλλογος επιχορηγούσε την εγγραφή και φοίτηση των απόρων μαθητών στα Κοινοτικά Σχολεία της Αλεξάνδρειας και της Ιβραημίας.

[Πηγές: Υλικό του αρχείου: καταστατικά του Συλλόγου (1906, 1934, 1936, 1947), Προσχέδιον Κανονισμού (1920), και αλληλογραφία. Δημοσιεύσεις: «Ο Σύλλογος Μικρασιατών ‘Ανατολή’ και η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία (ιστότοποςhttps://history.arsakeio.gr, εκτύπωση του κειμένου περιλήφθηκε στον φάκελο 1 του αρχείου) και Ευθύμιος Θ. Σουλογιάννης, «Ελληνικός Μικρασιατικός Σύλλογος στην Αίγυπτο (1905 κ.εξ.)», Μικρασιατικά Χρονικά, τ.19, 1995, 99-107.]

Ελληνικός Στρατός (αντιστασιακή οργάνωση)

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1943

Αντιστασιακή φιλοβασιλική και αντιεαμική οργάνωση που έδρασε το 1943 στην Πελοπόννησο.
Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82_%CE%A3%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%84%CF%8C%CF%82_(%CE%BF%CF%81%CE%B3%CE%AC%CE%BD%CF%89%CF%83%CE%B7) [τελευταία επίσκεψη: 16/6/2020].

Ελληνογαλλική Σχολή Γεωργίου Σ. Μεταξά

  • Νομικό Πρόσωπο

Η Ελληνογαλλική Σχολή Γεωργίου Σ. Μεταξά ιδρύθηκε από τον Γεώργιο Μεταξά το 1904 στον Πειραιά, ενώ την επόμενη χρονιά μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Στην Αθήνα, η Σχολή λειτούργησε σε δύο κτίρια, ένα στην οδό Δραγατσανίου 6 και το άλλο στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας 1, ανάμεσα στις οδούς Μέρλιν και Σέκερη. Στη Σχολή λειτούργησαν Νηπιαγωγείο, Δημοτικό, Γυμνάσιο, Εμπορική Σχολή, Οικοτροφείο ενώ υπήρχαν αθλητικές εγκαταστάσεις και άλλοι χώροι. Το 1927 τη διεύθυνση της Σχολής ανέλαβε η Αντιγόνη Κροντηρά μαζί με τον άνδρα της Κωνσταντίνο Κροντηρά. Στη διάρκεια της Κατοχής το κτίριο της οδού Μέρλιν χρησιμοποιήθηκε για τη στέγαση των γραφείων των SS. Η λειτουργία της Σχολής σταμάτησε το 1964.

[Για περισσότερα στοιχεία βλ. το άρθρο του Ν. Βατόπουλου στην εφημερίδα Καθημερινή (6/10/1996), φωτοτυπία του οποίου υπάρχει στο αρχείο].

Αποτελέσματα 7001 έως 7100 από 17770