Καμενίδου-Βασιλάκη, Φρειδερίκη
- Φυσικό Πρόσωπο
Καμενίδου-Βασιλάκη, Φρειδερίκη
Ο Ανδρέας Καμπάς γεννήθηκε το 1919. Πολέμησε στη μάχη της Κρήτης. Έφυγε στο Παρίσι το 1945 με την αποστολή του πλοίου Ματαρόα. Έζησε στο Λονδίνο και στο Μόντε Κάρλο εργαζόμενος σε εφοπλιστικές εταιρείες. Πέθανε στο Μόντε Κάρλο το 1965. Ποιήματα και πεζά του δημοσιεύθηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά (Τα νέα γράμματα, Καλλιτεχνικά νέα, Τετράδιο, Νέα Εστία). Ο Καμπάς ήταν μέλος της εκδοτικής ομάδας του περιοδικού Τετράδιο (1944-1945). Μετά τον θάνατό του κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ίκαρος η συλλογή ποιημάτων του Δέκα ποιήματα (1966).
Ιστοριοδίφης, λογοτέχνης και ακαδημαϊκός. Γιος του λογίου και δημοσιογράφου Γρηγορίου Καμπούρογλου. Εργάστηκε ως δικηγόρος, δημόσιος υπάλληλος και επιμελητής χειρογράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης, ενώ υπήρξε και διευθυντής της κατά τα έτη 1904-1917. Υπήρξε ο γνωστότερος ερευνητής της αθηναϊκής ιστορίας.
Ο Π.Β.Καμπυλαυκάς ήταν φαρμακέμπορος στην Τρίπολη. Διατηρούσε το φαρμακεμπορείο “Η Πελοπόνησσος” στην οδό Ναυπλίου από την τελευταία εικοσαετία του 19ου αι. περίπου μέχρι το 1941 (σύμφωνα με τα υπάρχοντα τεκμήρια στο αρχείο), ενώ το 1932 απέκτησε και άδεια φαρμακείου απασχολώντας την επιστήμονα φαρμακοποιό Αικατερίνη Στεφανοπούλου. Παράλληλα με τις δραστηριότητες του ως φαρμακέμπορος ανέπτυξε και οικονομικές ως δανειστής (τοκογλύφος). Αδέλφια του ήσαν οι Παναγιώτης, Χρήστος και Γιώργος Καμπυλαυκάς και θυγατέρες του η Ελενίτσα (απεβίωσε το 1910), η Αννίτσα (σύζυγος του γιατρού Τάσσου Κολιόπουλου) και η Λιλίκα (σύζυγος Γεώργιου Γεωργακόπουλου ιδιοκτήτη κλινικής στον Πειραιά). Η οικογένεια Καμπυλαυκά είχε επίσης συγγενική σχέση με την οικογένεια Λουκαΐτη που είχε εργοστάσιο χρωμάτων ανιλίνης στην Τρίπολη.
Η Αφροδίτη (Αφρούλα) Κανάκη-Πασχαλίδου, κόρη του Λεωνίδα και της Καλλιόπης Κανάκη, γεννήθηκε το 1914 στη Συληβρία της Ανατολικής Θράκης. Φοίτησε στο Διδασκαλείο Θηλέων Θεσσαλονίκης (1928-1934), του οποίου τη διεύθυνση είχε αναλάβει την περίοδο εκείνη (1927-1930) ο σημαντικός παιδαγωγός Μίλτος Κουντουράς.
Διορίστηκε στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση το 1934. Υπηρέτησε σε σχολεία στη Γουμένισσα (1934-1937) και στην Αξιούπολη Κιλκίς (1937-1949) και ως αποσπασμένη στην Έδεσσα και στη Θεσσαλονίκη. Το 1950 παραιτήθηκε από τη δημόσια εκπαίδευση και εργάστηκε για πολλά χρόνια σε ιδιωτικά δημοτικά σχολεία της Θεσσαλονίκης. Αναλυτικότερα, δίδαξε στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια «Αθηνά» (1950-1952), στα «Μακεδονικά Εκπαιδευτήρια» (1952-1954) και στα εκπαιδευτήρια «Κοραής» (1954-1974). Ως δασκάλα χρησιμοποίησε πρωτοποριακές μεθόδους, κυρίως στον τομέα της εκμάθησης ανάγνωσης και γραφής, όπου εφάρμοσε το σύστημα Decroly (σύστημα εκμάθησης μέσω καρτών).
Μετά τη συνταξιοδότησή της, και μαζί με άλλες μαθήτριες του Μίλτου Κουντουρά, εργάστηκαν για πολλά χρόνια για την ανάδειξη του έργου του ως τότε λησμονημένου παιδαγωγού. Πρώτος καρπός της δραστηριότητας των παλιών μαθητριών υπήρξε ο συλλογικός τόμος Μίλτος Κουντουράς. Διδασκαλείο Θηλέων Θεσσαλονίκης 1924-1930, Αθήνα, Gutenberg, 1976.
Παντρεύτηκε τον Ηρακλή Πασχαλίδη, υπάλληλο των Τ.Τ.Τ. και απέκτησε δύο παιδιά, την Καλλιόπη (1945-) και τον Αδαμάντιο (1947-). Πέθανε το 2007.
Ο Βάσος Κανέλλος (Βασίλειος Κανελλόπουλος) γεννήθηκε στα Φιλιατρά Τριφυλίας. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Αθήνα. Το 1915 γνώρισε την Isadora Duncan και γράφτηκε στη σχολή χορού που διατηρούσε στο σπίτι της στο Βύρωνα. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι (με τον Michel Fokine) και στις Ηνωμένες Πολιτείες (σχολές Καρσλώφ και Μότκιν). Στις Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα, την περίοδο 1919-1920, με εμφανίσεις στο Μπρούκλιν και τη Νέα Υόρκη. Την ίδια περίοδο γνώρισε και τη χορεύτρια και χορογράφο Charlotte Markham, μετέπειτα σύζυγό του και καλλιτεχνικό ταίρι του, με το όνομα Τανάγρα Κανέλλου. Μέχρι το 1926 το ζεύγος Κανέλλου έδωσε παραστάσεις χορού και χοροδράματος –βασισμένες στην ελληνική παράδοση, την ελληνική μυθολογία και το αρχαίο δράμα– στο Μπρούκλιν, το Ιλινόις, το Σαν Φρανσίσκο, το Σικάγο και αλλού. Μετά από πρόσκληση του Άγγελου Σικελιανού ήλθαν στην Ελλάδα και το 1927 έλαβαν μέρος στις πρώτες Δελφικές Εορτές. Τα επόμενα δέκα χρόνια εμφανίστηκαν στο αρχαίο θέατρο Διονύσου, στο Καλλιμάρμαρο στάδιο, στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, στο Σούνιο και σε αρχαία θέατρα ανά την Ελλάδα. Μετά το θάνατο της Τανάγρας, το 1937, τη θέση της παρτενέρ του Βάσου Κανέλλου πήρε η κόρη τους Ξένια (1921-1999). Στη διάρκεια της κατοχής, ο Βάσος και η Ξένια Κανέλλου αναχώρησαν για την Αμερική, όπου συνέχισαν την καλλιτεχνική δραστηριότητά τους μέχρι το 1960. Από τότε και μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Βάσος Κανέλλος παρέμεινε στην Ελλάδα. Οι χορευτικές εμφανίσεις του συνεχίστηκαν μέχρι το 1966. Το 1964 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Η αρχαία ελληνική τραγωδία και το 1966 το Η αρχαία ελληνική όρχησις και η Ισαδώρα Δούγκαν. Την ίδια περίοδο παντρεύτηκε τη Βιργινία Γαλανουδάκη.
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: 1. «Βάσος Κανέλλος», στο: Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ (επιμ.), Χορός και θέατρο. Από την Ντάνκαν στις νέες χορευτικές ομάδες. Αθήνα, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών / Έφεσος, 2004, σ. 218-221]. 2. Υλικό του αρχείου].
Ο Βάσος Κανέλλος (Βασίλειος Κανελλόπουλος) γεννήθηκε στα Φιλιατρά Τριφυλίας. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Αθήνα. Το 1915 γνώρισε την Isadora Duncan και γράφτηκε στη σχολή χορού που διατηρούσε στο σπίτι της στο Βύρωνα. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι (με τον Michel Fokine) και στις Ηνωμένες Πολιτείες (σχολές Καρσλώφ και Μότκιν). Στις Ηνωμένες Πολιτείες ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα, την περίοδο 1919-1920, με εμφανίσεις στο Μπρούκλιν και τη Νέα Υόρκη. Την ίδια περίοδο γνώρισε και τη χορεύτρια και χορογράφο Charlotte Markham, μετέπειτα σύζυγό του και καλλιτεχνικό ταίρι του, με το όνομα Τανάγρα Κανέλλου. Μέχρι το 1926 το ζεύγος Κανέλλου έδωσε παραστάσεις χορού και χοροδράματος –βασισμένες στην ελληνική παράδοση, την ελληνική μυθολογία και το αρχαίο δράμα– στο Μπρούκλιν, το Ιλλινόις, το Σαν Φρανσίσκο, το Σικάγο και αλλού. Μετά από πρόσκληση του Άγγελου Σικελιανού ήλθαν στην Ελλάδα και το 1927 έλαβαν μέρος στις πρώτες Δελφικές Εορτές. Τα επόμενα δέκα χρόνια εμφανίστηκαν στο αρχαίο θέατρο Διονύσου, στο Καλλιμάρμαρο στάδιο, στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, στο Σούνιο και σε αρχαία θέατρα ανά την Ελλάδα. Μετά το θάνατο της Τανάγρας, το 1937, τη θέση της παρτενέρ του Βάσου Κανέλλου πήρε η κόρη τους Ξένια (1921-1999). Στη διάρκεια της κατοχής, ο Βάσος και η Ξένια Κανέλλου αναχώρησαν για την Αμερική, όπου συνέχισαν την καλλιτεχνική δραστηριότητά τους μέχρι το 1960. Από τότε και μέχρι το τέλος της ζωής του, ο Βάσος Κανέλλος παρέμεινε στην Ελλάδα. Οι χορευτικές εμφανίσεις του συνεχίστηκαν μέχρι το 1966. Το 1964 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Η αρχαία ελληνική τραγωδία και το 1966 το Η αρχαία ελληνική όρχησις και η Ισαδώρα Δούγκαν. Την ίδια περίοδο παντρεύτηκε τη Βιργινία Γαλανουδάκη.
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: 1. «Βάσος Κανέλλος», στο: Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ (επιμ.), Χορός και θέατρο. Από την Ντάνκαν στις νέες χορευτικές ομάδες. Αθήνα, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών / Έφεσος, 2004, σσ. 218-221]. 2. Υλικό του αρχείου].
Η Αργυρώ (Ηρώ) Κανακάκη γεννήθηκε στον Πειραιά το 1945. Σπούδασε χαρακτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1965-1969). Υπό το καθεστώς της δικτατορίας διακόπτεται η υποτροφία της, συλλαμβάνεται και εξορίζεται στη Γυάρο.
Η πρώτη της ατομική έκθεση, με 25 έργα, πραγματοποιείται στην Γκαλερί Ώρα το 1972. Την ίδια χρονιά φιλοτεχνεί το εξώφυλλο για το πρώτο τεύχος του περιοδικού ΑΝΤΙ. Η κυκλοφορία του περιοδικού θα απαγορευτεί και θα επανακυκλοφορήσει το 1974 με το ίδιο εξώφυλλο.
Το 1973 παντρεύεται τον Βασίλη Καπετγιάννη και λίγο αργότερα φεύγουν για το Λονδίνο. Συνεχίζει σε μεταπτυχιακό επίπεδο τις σπουδές της στη χαρακτική στο εργαστήριο του John Berry στο Croydon College. Εμβαθύνει στις τεχνικές της μεταξοτυπίας, λιθογραφίας, βιβλιοδεσίας και παράλληλα λαμβάνει μαθήματα Ιστορίας της Τέχνης.
Μετά το πέρας των σπουδών της το 1975, παραμένει στο Λονδίνο και εργάζεται έως το 1980 στην Ελληνική Υπηρεσία του BBC. Παρουσιάζει προγράμματα που γράφει η ίδια σχετικά με τα καλλιτεχνικά δρώμενα του Λονδίνου και ευρύτερα της Μεγάλης Βρετανίας.
Το 1980 εκπροσωπεί την Ελλάδα, μαζί με τους Δημήτρη Αληθεινό, Γιώργο Λαζόγκα και Κυριάκο Κατζουράκη, Μπιενάλε Νέων του Παρισιού. Την ίδια χρονιά γεννιέται η κόρη της Κωνσταντίνα.
Το 1989 επιστρέφει στην Ελλάδα. Προσλαμβάνεται ως καθηγήτρια στη Σχολή Βακαλό όπου διδάσκει Βασικό Σχέδιο, μέχρι τον ξαφνικό θάνατό της το 1997.
Έχει πραγματοποιήσει δεκαπέντε ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε πολλές ομαδικές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ο Κανελλόπουλος Αναγνώστης καταγόταν από την Ανδρίτσαινα και εμπορευόταν στην Τριπολιτσά. Προσέφερε μεγάλη υπηρεσία στον αγώνα κατά την εκστρατεία του Δράμαλη στην Πελοπόννησο με την ακόλουθη ενέργεια: όταν η Πελοποννησιακή Γερουσία δεν είχε καθόλου μολύβι να εφοδιάσει με μπαρουτόβολα τα στρατεύματα, για να αντιμετωπιστεί ο Δράμαλης, παρουσιάστηκε ο Αναγνώστης Κανελλόπουλος και προσέφερε ενενήντα καντάρια μολύβι που το είχε στείλει ο αδελφός του Δήμος από τη Μάλτα για να το εμπορευτεί. Τα βόλια από το πολύτιμο υλικό τσάκισαν τη στρατιά του Δράμαλη. Ο Κανελλόπουλος πολέμησε και κατά του Ιμπραήμ.Για τις υπηρεσίες που προσέφερε, μετά την επανάσταση τάχτηκε λοχαγός της φάλαγγας.
Γιος του Κανέλλου Κανελλόπουλου και της Αμαλίας Γούναρη, γεννήθηκε στην Πάτρα την 22η Ιανουαρίου 1900. Σπούδασε στη Χαϊδελβέργη της Γερμανίας και απέκτησε πτυχίο φαρμακοποιού. Ανέλαβε αρχικά το φαρμακείο της οικογένειάς του στην Πάτρα, αλλά αργότερα διορίστηκε υπάλληλος της Αγροτικής Τράπεζας στην Αθήνα, όπου παρέμεινε ως τη συνταξιοδότησή του. Ήταν παντρεμένος με τη Βικτώρια Ζήση, από την οποία απέκτησε μια κόρη, την Αμαλία. Ο Αναστάσιος Κανελλόπουλος πέθανε την 12η Ιουνίου 1971.
Ο Ευθύμιος Κανελλόπουλος, γιος του Χαράλαμπου και της Σοφίας Λάνδερερ, γεννήθηκε στις 15 Ιουλίου 1872. Μπήκε στην υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών το 1901 και ακολούθησε τη διπλωματική σταδιοδρομία. Υπηρέτησε σε διάφορα προξενεία (Κωνσταντινούπολη και Βρυούλλα 1901-1906, Θεσσαλονίκη 1908-1910, Βουκουρέστι 1913, Βιέννη 1914, Αλεξάνδρεια 1917, Λονδίνο 1918), διετέλεσε ύπατος αρμοστής της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1919-1921 και πρεσβευτής στο Βερολίνο (1923-1930) και στη Βέρνη (1931-1933). Το φθινόπωρο του 1922 συμμετείχε στην ολιγόμηνη κυβέρνηση Σ. Κροκκίδα ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Εξωτερικών. Τιμήθηκε με τον Αργυρό και Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος (1908,1915). Είχε μία μικρότερη αδελφή, την Ξαβερία, η οποία ζούσε στην Αθήνα (στην οδό Διπύλου όπου κατοικούσε και η στενή της φίλη Ερασμία Αναστασιάδη) και παραθέριζε στο οικογενειακό κτήμα στο Κιάτο Κορινθίας. H οικογένεια Κανελλοπούλου είχε συγγενική σχέση με την οικογένεια του καθηγητή της Χημείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Ξαβέριου Λάνδερερ. Τα δύο αδέλφια δεν παντρεύτηκαν. Ο Ευθύμιος Κανελλόπουλος πέθανε στη Βέρνη τον Μάιο του 1933 και η σορός του μεταφέρθηκε και κηδεύθηκε στην Αθήνα.
Έλληνας, ρωσικής παιδείας, πολιτικός, πρίγκιπας και κτηματίας, μυημένος στη Φιλική Εταιρεία.
Ο Γιάννης Αντ. Καούνης γεννήθηκε στην Πάτρα το 1944 και μεγάλωσε στην Καλαμάτα, όπου τελείωσε και το εξατάξιο γυμνάσιο. Το 1963 πέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις και σπούδασε νομικά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σήμερα ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου και έχει δικηγορικό γραφείο στην Αθήνα. Μέλος της Νεολαίας ΕΔΑ αρχικά και στη συνέχεια της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη (ΔΝΛ), με την επιβολή της δικτατορίας εντάχθηκε αρχικά και έδρασε στις γραμμές του Πατριωτικού Μετώπου (ΠΑΜ). Ήταν ο επικεφαλής της ομάδας των φοιτητών στην αντιδικτατορική διαδήλωση της Αθήνας, στην οδό Ερμού, τον Αύγουστο του 1967. Τον Δεκέμβριο του 1967 πρωτοστάτησε, μαζί με τα στελέχη της ΔΝΛ που οργανώθηκαν στον αντιδικτατορικό αγώνα, στην ίδρυση της “Πανελλήνιας Αντιδικτατορικής Οργάνωσης Σπουδαστών (ΠΑΟΣ) Ρήγας Φεραίος” και το 1969 ανέλαβε, μετά τη σύλληψη του Λευτέρη Τσίλογλου, τη θέση του γραμματέα της Οργάνωσης μέχρι τη σύλληψή του στις 16 Οκτωβρίου 1969.Στο διάστημα της παράνομης δράσης του οργάνωσε και συμμετείχε σε πολλές αντιστασιακές πράξεις, ενώ χρημάτισε και μέλος της συντακτικής επιτροπής του παράνομου εντύπου του Ρήγα Φεραίου Θούριος. Για τη δράση του κρατήθηκε στα κρατητήρια της Ασφάλειας Προαστίων και στη συνέχεια ως προφυλακισμένος και κατάδικος στον Κορυδαλλό από τη χούντα κατά το χρονικό διάστημα από 16 Οκτωβρίου 1969 έως 21 Αυγούστου 1973.Στις 25 Οκτωβρίου 1973 στρατεύθηκε, υπηρέτησε στο πεζικό και απολύθηκε τον Μάρτιο του 1975, ενώ στη μεταπολίτευση συνέχισε την πολιτική του δράση ως στέλεχος του ΚΚΕ Εσωτερικού (μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ Εσ., οργανωτικός γραμματέας Κρήτης, 1975–76, κατόπιν οργανωτικός γραμματέας και στη συνέχεια γραμματέας της περιοχής Ανατολικής Αττικής και Ανατολικής Αττικής-Ανατολικής Στερεάς-Εύβοιας). Χρημάτισε επί εικοσαετία περίπου μέλος του Δ.Σ. του Συνδέσμου Φυλακισθέντων-Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967–74 (ΣΦΕΑ) και πάνω από 15 έτη αντιπρόεδρός του. Σήμερα είναι μέλος του Δ.Σ. της ΕΜΙΑΝ και γραμματέας του Κέντρου Σοσιαλιστικών Μελετών (ΚΣΜ).
Δημοσιογράφος και μεταφραστής με λογοτεχνικές φιλοδοξίες. Από το αρχείο του προκύπτει ότι έζησε περίπου μεταξύ 1915-1995, ότι ήταν στρατιώτης το 1940 στη Λαμία και μετά στη Φλώρινα όπου τον βρήκε ο πόλεμος, ότι κατοικούσε στην Καλλιθέα και ότι ήταν γνωστός του ποιητή Σωτήρη Σκίπη.
Γεννημένος στα 1924 στη Μυτιλήνη, από Μικρασιάτες γονείς, ο Βάσος Καπάνταης ήταν ένας γλύπτης που με το έργο του ύμνησε την πατρίδα που δεν γνώρισε, θρήνησε έναν τόπο της ψυχής περισσότερο παρά του κόσμου τούτου, ευαγγελιζόμενος την πνευματική επιστροφή στη γενέθλια γη. Σπούδασε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1942-1947) με καθηγητές τους Κώστα Δημητριάδη και Μιχάλη Τόμπρο, καθώς και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ασχολήθηκε συστηματικά με την κεραμοπλαστική, το μετάλλιο, αλλά και με τις διακοσμητικές τέχνες επιδιώκοντας ένα ενιαίο ύφος που εκκινούσε από την αρχαιότητα και έφτανε ως τη λαϊκή τέχνη. Η δημιουργία του Καπάνταη εξελίσσεται μέσα στο πλαίσιο της ελληνικής μεταπολεμικής γλυπτικής, δηλαδή τη σταδιακή απομάκρυνση από τύπους της αρχαϊκής πλαστικής και το άνοιγμα προς τάσεις του Μοντερνισμού και συγκεκριμένα την Αφαίρεση. Η Νίκη, που φιλοτέχνησε το διάστημα 1949-1951 προκειμένου να στηθεί στην Κρήτη και εκτέθηκε στην Πανελλήνια του 1952 κερδίζοντας καθολική αποδοχή, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της αφετηρίας του. Αντίστοιχα, η αναθηματική Στήλη στην κεντρική πλατεία της Νέας Σμύρνης (1969) και το άγαλμα της Ελευθερίας στη Χελωνοσπηλιά Καλαβρύτων (1971) φανερώνουν τη βαρύτητα της παράδοσης στο έργο του Καπάνταη. Σταδιακά ο καλλιτέχνης θα στραφεί σε ολοένα και πιο αφαιρετικές και εξπρεσιονιστικές φόρμες. Η έννοια του σπαράγματος (κατάλοιπο της αρχαιολογικής του παιδείας), η επίδραση του Μοντερνισμού (ιδίως της γλυπτικής του Henry Moore) αλλά και η εγγενής ανάγκη του Καπάνταη να μετατρέψει το θέμα σε σύμβολο, χαρακτήρισαν την όψιμη δημιουργία του: μνημειακά, δημόσια έργα όπως το Ηρώο της Περγάμου στην πλατεία της Εστίας Νέας Σμύρνης (1978) και το Ηρώο του Πόντου στο Χαϊδάρι (1987) κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ ανάλογο πνεύμα διακρίνει και μικρότερα γλυπτά του, με γυμνά γυναικεία σώματα αλλά και ζευγάρια που μιλούν για τη χαρά και την ομορφιά της ζωής. Ο Καπάνταης, παρ’ όλη την αφαιρετική διάσταση του όψιμου έργου του, δεν πέρασε ποτέ στην Αφαίρεση. Η κλασική του παιδεία και οι ιδέες του καθόρισαν την ανθρωποκεντρική του δημιουργία που φαίνεται πως υπάκουε σε μια και μόνο αρχή: το μέτρο. Το 1990, λίγο προτού πεθάνει, ο καλλιτέχνης παρατηρούσε πως «Είναι ήδη πολύ, ευτυχώς, να είσαι Ίων, να είσαι από πρόσφυγες γονείς του 1922, να είσαι γλύπτης και πολίτης του αρχαίου Δήμου των Αθηναίων, να είσαι πατέρας γιου και σύζυγος γυναίκας, να έχεις σπίτι και αυλή και δέντρα και σκύλους και πουλιά ελεύθερα στα δέντρα, να έχεις φίλους και Θεό και ελπίδα για ειρηνική παλιννόστηση στη γη των προγόνων». Μέσα στη φράση αυτή κρύβεται, εντέλει, όλο το μεγαλείο του γλύπτη αλλά και του ανθρώπου Καπάνταη.
βλ. Διοικητική Ιστορία "Βιομηχανικής Εταιρείας Καπνών Αγρινίου" και "Καπνοβιομηχανίας Βασιλείου Σ. Καπερνάρου"
Ο Δημήτριος Καπετανάκης γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1912. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 η οικογένειά του βρέθηκε στην Αθήνα. Ο Καπετανάκης φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (Πολιτικές Επιστήμες και Οικονομικά) και συνέχισε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Από εκεί έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα το 1934 στη φιλοσοφία. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Γερμανία συνέγραψε αρκετά φιλοσοφικά δοκίμια στην ελληνική γλώσσα. Ενδεικτικά αναφέρονται τα Έρως και Χρόνος, Η Μυθολογία του Ωραίου, Από τον Αγώνα του ψυχικώς μόνου. Το 1939 βρέθηκε στην Αγγλία, έχοντας στις αποσκευές του μια τριετή υποτροφία σπουδών από το Βρετανικό Συμβούλιο. Στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ βρέθηκε να εργάζεται υπό την επίβλεψη του George Humphrey Wolferstan (Dadie) Rylands, ενός από τους πιο γνωστούς ερευνητές του έργου του Σέξπηρ στη Βρετανία. Στη συνέχεια ο Καπετανάκης εργάστηκε για ένα μικρό διάστημα στο Τμήμα Τύπου της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αγγλία έγραψε κυρίως κριτικά λογοτεχνικά δοκίμια πάνω στα έργα των Proust, Rimbaud, Stephan George, Dostoevsky, Thomas Gray, Horace Walpole και Charlotte Brontë. Σχεδίαζε επίσης τη συγγραφή μιας φιλοσοφικής εργασίας στο έργο του Πλάτωνα και του Kierkegaard. Γνωρίστηκε με σημαντικές μορφές την αγγλικής λογοτεχνίας όπως την Edith Sitwell και τον William Plomer, καθώς και με τον ποιητή, επιμελητή και εκδότη John Lehmann. Ο John Lehmann δώρισε στα Αρχεία της Γενναδείου Βιβλιοθήκης τα προσωπικά έγγραφα, τις σημειώσεις και την αλληλογραφία του Καπετανάκη που πέρασαν στην κατοχή του μετά τον τραγικό θάνατο του ποιητή το 1944. Διαγνώστηκε με λευκαιμία το 1942 και άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο Westminster στο Λονδίνο. Ενταφιάστηκε στο West Norwood Cemetery. Το σύνολο του έργου του στην αγγλική γλώσσα εκδόθηκε to 1947 με τον τίτλο Demetrios Capetanakis: A Greek Poet in England (επιμέλεια John Lehmann).
Το παρόν βιογραφικό σημείωμα έχει βασιστεί στο βιογραφικό σημείωμα για τον Δημήτριο Καπετανάκη στις σελίδες του εκδοτικού οίκου Denise Harvey, http://deniseharveypublisher.gr/people/demetrios-capetanakis
Καπνεμπορική Εταιρία Ροδολίβους "Καμάρας Α.Ε."
Καπνοβιομηχανία Αδελφών Πατίκη
Η σιγαρετοβιομηχανία ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1927. Στεγαζόταν και λειτουργούσε έως το 1970 στο καπνεργοστάσιο της Λένορμαν.
Πηγή : Μάνος Χαριτάτος, Πηνελόπη Γιακουμάκη,Η ιστορία του ελληνικού τσιγάρου, 2η έκδ., Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα 1998, σ. 263.
Καπνοβιομηχανία Βασίλειου Σ. Καπερνάρου
Ο καπνεμπορικός οίκος Καπερνάρος ιδρύθηκε το 1880 στο Γύθειο από τον Σταύρο Καπερνάρο με δραστηριότητα την εμπορία καπνού από το Αγρίνιο και το Ξηρόμερο. Η δράση αυτή θα συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι το 1917. Το 1930, ο Βασίλειος Σ. Καπερνάρος μετέφερε την επιχείρηση στην Αθήνα. Τα γραφεία βρίσκονταν στην οδό Σταδίου και οι εγκαταστάσεις του στο καπνεργοστάσιο της οδού Λένορμαν. Τον ίδιο χρόνο κατέθεσε για βιομηχανική διάκριση το σήμα τσιγάρων ΕΛΕΝΗ. Το διάστημα 1933-1950 κυκλοφόρησε τα σήματα: Β.Σ. ΚΑΠΕΡΝΑΡΟΣ, ΝΤΑΜΕΣ, ΛΑΜΙΑΣ, ΑΣΤΥ, ΛΗΘΗ και διάφορες παραλλαγές του λογοτύπου Β. Σ. Καπερνάρος. Το 1935 ο Β. Καπερνάρος έγινε κύριος μέτοχος της εταιρίας Βιομηχανική Εταιρεία Καπνών Αγρινίου.
Πηγή : Μάνος Χαριτάτος, Πηνελόπη Γιακουμάκη, Η ιστορία του ελληνικού τσιγάρου, 2η έκδ., Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα 1998, σ. 263.
Καπνοβιομηχανία και Τράπεζα Β. Καραβασίλη
Η εταιρεία με την επωνυμία «Καπνοβιομηχανία και Τράπεζα Β. Καραβασίλη» ιδρύθηκε τον Μάρτιο του 1924. Κατά τη σύστασή της ο Β. Καραβασίλης εισέφερε στην εταιρεία την καπνοβιομηχανική και τραπεζική του επιχείρηση που διατηρούσε μέχρι τότε στον Πύργο. Η έδρα της εταιρείας ήταν στην Αθήνα, στην οδό Πανεπιστημίου 71, και είχε δύο εργοστάσια, ένα στον Πύργο και ένα στη Θεσσαλονίκη. Σκοπός της εταιρείας ήταν η βιομηχανική κατεργασία του καπνού και τραπεζικές εργασίες. Το μετοχικό κεφάλαιο ορίσθηκε αρχικά σε 6.000.000 δραχμές, διαιρούμενο σε 6.000 μετοχές των 1.000 δραχμών.
Καπνοβιομηχανία Κωνσταντίνος Ε. Λέρτας και Σία
Τα αδέλφια Κωνσταντίνος και Νικήτας κατάφεραν να συστήσουν το 1940 ετερόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία «Καπνοβιομηχανία Κ.Ε. Λέρτα & Σία», συνέχεια ουσιαστικά της επιχείρησης Ε.Κ. Λέρτα & Σία.
Ελάχιστα μετά την έναρξη της παραγωγής της εταιρείας ξέσπασε ο πόλεμος, ο οποίος έπληξε την εταιρεία σημαντικά. Η Κ. Ε. Λέρτα & Σία συνέχισε τη λειτουργία της κατά τη διάρκεια της Κατοχής προμηθεύοντας τσιγάρα στις ιταλικές και τις γερμανικές αρχές κατοχής. Σύμφωνα με υπόμνημα της επιχείρησης κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών το εργοστάσιο της εταιρείας υπέστη ζημιές και τα μηχανήματά του καταστράφηκαν. Από τα τεκμήρια του αρχείου φαίνεται πως τα αδέλφια εργάστηκαν μαζί μέχρι περίπου το 1949. Σε γράμμα των εκκαθαριστών της εταιρείας της 1.9.1949 προς το ΙΚΑ δηλώνουν ότι η εταιρεία σταμάτησε τις εργασίες της την 28.9.1948, ημερομηνία από την οποία δεν απασχόλησε προσωπικό. Φαίνεται να διαλύθηκε οριστικά την 31.1.1949 και τέθηκε υπό εκκαθάριση την 1.2.1949. Εντοπίστηκαν οι εξής επωνυμίες τσιγάρων: «Fresco», «Jokeyclub», «Α» το 1940, «Noble», «Βάρκας», «Ντάμες Βάρκα», «Ερμής», «Ερμής (β΄ποιότητα)» μέσα στη δεκαετία του 1940 και «Άρης»το 1947.
Το 1949 παρατηρείται η ύπαρξη μιας νέας εταιρείας με την επωνυμία Νικήτας Κ. Λέρτας και Σία (βλέπε και σχετικό αρχείο) όταν ο Νικήτας Λέρτας πήρε υπό τον έλεγχό του τη Βιομηχανική Εταιρεία Καπνών Αγρινίου. Ο Κωνσταντίνος Λέρτας φαίνεται να συνέχισε τη δραστηριότητά του με νέα εταιρεία υπό την επωνυμία του μέχρι το 1955. Στο αρχείο εμφανίζεται και η εταιρεία C. Lertas & B. Chryssanthopoulos (σε φάκελο αλληλογραφίας) χωρίς να εντοπιστούν άλλα στοιχεία για αυτήν.
[Πηγές σύνταξης Μάνος Χαριτάτος, Πηνελόπη Γιακουμάκη, Η ιστορία του ελληνικού τσιγάρου, ΕΛΙΑ, Αθήνα 1997, υλικό του αρχείου]
Καπνοβιομηχανία Κωνσταντίνος Τζαμαλής
βλ. Διοικητική ιστορία Καπνοβιομηχανίας Τζαμαλή, Φωτιάδη, Δούκα
Καπνοβιομηχανία ΤΕΜΙ (Tabacchi Egei Manifattura Italiana)
Καπνοβιομηχανία Τζαμαλής, Φωτιάδης, Δούκας
Η Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης «Τζαμαλής, Φωτιάδης, Δούκας» ήταν εγκατεστημένη τo 1953 στο Δημόσιο Καπνεργοστάσιο Αθηνών, στην οδό Λένορμαν. Παρήγαγε πούρα και καπνό πίπας. Η εταιρεία κυκλοφόρησε τις ετικέτες πούρων Σιγαρίλλος, Νιρβάνα, Πορτορίκο, Φαβορί, Γκλόρια και Πρίμο και τις ετικέτες καπνού πίπας Λουξ, Φοίνιξ και Βιρτζίνια. Ως έδρα της εταιρείας μέχρι τον Ιούνιο του 1956 εμφανίζεται η οδός Μενάνδρου 42. Η επιχείρηση μετακόμισε στην Μενάνδρου 43 τον Ιούλιο του 1956. Η εταιρεία άλλαξε μάλλον ιδιοκτησιακό καθεστώς ή όνομα τον Φεβρουάριο του 1957 και ονομάστηκε Καπνοβιομηχανία Κωνσταντίνος Τζαμαλής. Συνέχισε να εμπορεύεται τα ίδια προϊόντα και να χρησιμοποιεί το Δημόσιο Καπνεργοστάσιο Αθηνών μέχρι το 1978, χρονιά από την οποία αποχώρησαν από το κτίριο πολλές καπνοβιομηχανίες.
Πηγές σύνταξης βιογραφικού:Κοντάρη Παναγιώτα, Μανωλίδου Μαρία & Παπαγερασίμου-Κληρονόμου Ευφροσύνη, Αποτύπωση και αξιολόγηση των κατασκευαστικών προβλημάτων του ιστορικού κτιρίου "Καπνεργοστάσιο" στην οδό Λένορμαν, διπλωματική εργασία, Ανώτατο Τεχνολογικό Ίδρυμα Πειραιά, Σχολή Τεχνολογικών Εφαρμογών, τμήμα Πολιτικών Δομικών Έργων ,Αθήνα 2009 http://okeanis.lib.puas.gr/xmlui/handle/123456789/114, υλικό του αρχείου.
Καπνοβιομηχανία Χατζηγεωργίου Α.Ε.
Η Καπνοβιομηχανία Χατζηγεωργίου συστάθηκε με το ΦΕΚ 328, 20.9.1943 (Δελτίον Ανωνύμων Εταιρειών) με επωνυμία «Καπνοβιομηχανία Χατζηγεωργίου Α.Ε. πρώην Μακεδονική Καπνοβιομηχανία Αντίγονος Ν. Χατζηγεωργίου». Στο ΦΕΚ καταγράφεται το ενεργητικό και παθητικό κεφάλαιό της εταιρείας, τα κεφάλαιά της σε χρήμα και είδος και ορίζεται ως έδρα της η Θεσσαλονίκη. Η επιχείρηση ήταν η καθολική διάδοχος της Ετερορρύθμου Μακεδονικής Καπνοβιομηχανίας Αντίγονος Χατζηγεωργίου. Το Διοικητικό Συμβούλιο ήταν εννεαμελές και σε αυτό συμμετείχαν γνωστοί βιομήχανοι της Θεσσαλονίκης. Διευθύνοντες Σύμβουλοι, σύμφωνα με το πρώτο ΦΕΚ, ορίστηκαν ο Νικόλαος Α. Χατζηγεωργίου ως Σύμβουλος Γενικός Διευθυντής και ο Γεώργιος Α. Χατζηγεωργίου ως Διευθύνων Σύμβουλος. Η βιομηχανία μετέφερε την έδρα της, από την Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, το 1945 (ΦΕΚ, 190, 22.12.1945). Η εταιρεία παρήγαγε τσιγάρα σε ιδιόκτητο εργοστάσιο στη Θεσσαλονίκη και στα Δημόσια Καπνεργοστάσια Πειραιά και Αθήνας.
Η Καπνοβιομηχανία Χατζηγεωργίου σταδιακά εδραιώθηκε και κυκλοφόρησε στην αγορά μια σειρά σημάτων. Το 1944 το σήμα Δόξα από καπνά Αγρινίου, το σήμα Λήθη από μακεδονικά καπνά και το 11 από χαρμάνια μακεδονικών καπνών και Αγρινίου. Το 1946 το σήμα Sans Rival. Το 1947 το Δόξα Extra, το Extra, το Ν (γλυκοσέρτικα), το Α.Χ., το Φήμη. Το 1950 το σήμα Μυρωδάτα Χατζηγεωργίου (πολυτελείας) και το 21 (μεντολέ). Η επιχείρηση απέκτησε σημαντικό μερίδιο της αγοράς. Σε πίνακα με την παραγωγή τσιγάρων των ελληνικών καπνοβιομηχανιών τον Σεπτέμβριο του 1946 η Καπνοβιομηχανία Χατζηγεωργίου Α.Ε. έχει συνολική παραγωγή 27.274 κιλά, παραγωγή που την κατέτασσε στην έκτη θέση μετά τις καπνοβιομηχανίες Παπαστράτος, Ματσάγγος, Κεράνης, Καρέλια και Καραβασίλη. Τη θέση αυτή φαίνεται να κράτησε έως το 1950. Έκτοτε η πορεία της ήταν φθίνουσα.
Ο Νίκος Χατζηγεωργίου σκοτώθηκε το 1953 σε τροχαίο δυστύχημα. Η καπνοβιομηχανία έκλεισε το 1954 με την εθελουσία έξοδο που προσέφερε το κράτος σε μια σειρά μικρών και μεσαίων καπνοβιομηχανικών επιχειρήσεων. Τότε έκλεισαν συνολικά 37 καπνοβιομηχανίες. Το κράτος αγόρασε τον μηχανικό εξοπλισμό τους και αποζημίωσε το προσωπικό τους.
Από τεκμήρια του αρχείου συνάγεται ότι οι Χατζηγεωργίου αγόρασαν την καπνοβιομηχανία του Βασίλη Καπερνάρου τον Σεπτέμβριο του 1946. Με εξερχόμενη επιστολή της 7ης Οκτωβρίου 1946 προς την Α΄ Εφορία Καπνού Αθηνών μαθαίνουμε ότι η Καπνοβιομηχανία Χατζηγεωργίου αποδέχεται τη στέγαση της καπνοβιομηχανίας ΒΕΚΑ (Βιομηχανική Εταιρεία Καπνών Αγρινίου) στο διαμέρισμά τους και τη χρησιμοποίηση από την τελευταία των εγκαταστάσεων της πρώτης. Η Καπνοβιομηχανία Χατζηγεωργίου δήλωνε ότι ανελάμβανε «αλληλεγγύως και εξ αδιαιρέτου την ευθύνην διά πάσα παράβασιν ήτις ήθελε τυχόν διαπιστωθή εις βάρος της Καπνοβιομηχανίας ΒΕΚΑ Α.Ε. κατά τον χρόνον της από κοινού μετά ταύτης λειτουργίας μας». Το 1951 ο Νίκος Χατζηγεωργίου εμφανιζόταν σε έγγραφο ως διευθυντής της ΒΕΚΑ. Από 1.1.1951 η Καπνοβιομηχανία Χατζηγεωργίου ανέλαβε τη διεύθυνση και διαχείριση της πουροβιομηχανίας ΕΒΕΣ.
[πηγές βιογραφικού: υλικό του αρχείου, Μάνος Χαριτάτος, Πηνελόπη Γιακουμάκη, Ιστορία του ελληνικού τσιγάρου, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα 1997, συνέντευξη Αντίγονου Χατζηγεωργίου (γιος του Γιώργου) στον Γιώργο Κουμαρίδη και τη Μαργαρίτα Καλαφάτη στις 30.1.2014]
Καπνοβιομηχανία Χρήστου Α.Πατίκη.
βλ. Διοικητική ιστορία Καπνοβιομηχανίας Αδελφών Πατίκη
Ιδρύθηκετο1923 αλλά άρχισε να λειτουργεί το 1930. Σκοπός του Ινστιτούτου είναι η διαπίστωση των προβλημάτων της παραγωγής καπνού και της επεξεργασίας του. Επίσης ασχολείται με τη μελέτη των τεχνολογικών χαρακτήρων του καπνού και των καπνιστικών προϊόντων Ακόμη ασχολείται με την ομοιογένεια των καλλιεργούμενων ελληνικών ποικιλιών, με την παραγωγή πιστοποιημένου και ελεγμένου σπόρου, με τη βελτίωση των τεχνικών προδιαγραφών των ποικιλιών προς τα επιδοτούμενα διεθνή πρότυπα, με τη βελτίωση των μεθόδων καλλιέργειας, παραγωγής, αποξήρανσης και υγιεινής αποθήκευσης των χωρικών καπνών, με την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση των εχθρών και ασθενειών του καπνού και τέλος με την μελέτη της σύνθεσης των εδαφών και της κατάλληλης λίπανσης των καλλιεργούμενων με καπνό.Το Ινστιτούτο έδρευε στη Δράμα και διαθέτε έξι καπνικούς σταθμούς Έρευνας στην Ξάνθη, τη Θεσσαλονίκη, την Κοζάνη, την Καρδίτσα,την Κατερίνη και το Αγρίνιο.
Κορυφαίος πολιτικός και διπλωμάτης. Υπηρέτησε ως υπουργός των εξωτερικών της Ρωσίας (1815-1822), το 1827 εκλέχθηκε κυβερνήτης της Ελλάδας και το 1831δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο χωρίς να προλάβει να υλοποιήσει το ανορθωτικό πρόγραμμά του.
Καπουρνιώτη, Άσπας, οικογένεια
Φιλόλογος, εκδότης, γυμνασιάρχης στη Χίο. Παντρεύτηκε την Αργεντού Νομικού από τη Χίο και απέκτησε μαζί της πέντε παιδιά:
α) την Καλλιόπη (1836-1916), σύζυγο Γεωργίου Πάντζαρη
β) τον Επαμεινώνδα (1838-1911), σύζυγο Ελισάβετ Μασαούτη (1857-1944)
γ) την Αικατερίνη (1850-;), σύζυγο Γεωργίου Κοντού δ) τον Θεόδωρο (1852- ; ), σύζυγο Ματθίλδης (;) και
ε) την Ερατώ.
Τα παιδιά του:
α) Αριστείδης (1880-1942), άγαμος
β) Πλάτων (1883-1977) σύζυγος Μαρίας Αντωνιάδη
γ) Σωκράτης (1886-1953) σύζυγος Ευθαλίας Καράβα
δ) Αριέττα (1889-1960) και
ε) Ιουλία (1892-1981).
Ο Ιωάννης Καράκαλος (έμπορος στην Τεργέστη) είχε συγγενείς στη Δημητσάνα, μεταξύ των οποίων ο μουσικοδιδάσκαλος Ανδρέας Σπηλιόπουλος.
Ο Σταύρος Καρράς γεννήθηκε το 1925. Στη διάρκεια της Κατοχής συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση στις γραμμές της ΕΠΟΝ, ενώ συνελήφθη και φυλακίστηκε στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου ως την απελευθέρωση. Στον εμφύλιο πόλεμο εντάχθηκε και πολέμησε με τον Δημοκρατικό Στρατό ενώ μετά την λήξη του έζησε ως πολιτικός πρόσφυγας στη Ρουμανία. Το 1952 έρχεται στην Ελλάδα για παράνομη δουλειά του ΚΚΕ και το 1954 συλλαμβάνεται. Το 1955 δραπέτευσε από τις Φυλακές Βούρλων και κατέφυγε παράνομα στη Ρουμανία όπου δραστηριοποιήθηκε στον Τομέα Διαφώτισης του ΚΚΕ. Το 1961 εκλέγεται μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, ενώ στην διάσπαση του ΚΚΕ το 1968 τάσσεται με το μέρος του ΚΚΕ εσωτερικού. Στη διάρκεια της δικτατορίας ανέπτυξε αντιστασιακή δράση ως παράνομος στην Ελλάδα χωρίς να συλληφθεί. Στη μεταπολίτευση διετέλεσε μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ εσ., συμμετείχε στην Συντακτική Επιτροπή της εφημερίδας Αυγή και του θεωρητικού περιοδικού Κομμουνιστική θεωρία και πολιτική (ΚΟ.ΘΕ.Π). Πέθανε στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 1983.