Showing 16991 results

Authority record

Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών (ΓΓΤΠ)

  • Corporate body

• Σύσταση Υφυπουργείου Τύπου και Πληροφοριών το 1936 από το καθεστώς Μεταξά. Υπαγόταν στο υπουργείο Εξωτερικών
• Ν.Δ. 22/1941 συνιστάται Γενική Διεύθυνση Τύπου και Ραδιοφωνίας, υπαγόμενη στον Πρωθυπουργό
• Συντακτική Πράξη 2/1944 συνιστάται Υφυπουργείο Τύπου και Διαφωτίσεως, το οποίο καταργείται με Συντακτική Πράξη της 15 Ιανουαρίου 1945. Με την ίδια Συντακτική Πράξη συνιστάται Διεύθυνση Τύπου και Πληροφοριών
• Το Μάιο του έτους 1945, με τον Αναγκαστικό Νόμο 308/45, συνιστάται Υφυπουργείο Τύπου και Πληροφοριών, το οποίο το Νοέμβριο του ίδιου έτους μετατρέπεται σε Υπουργείο
• Τον Οκτώβριο του έτους 1946, με το Νομοθετικό Διάταγμα 158/46, ανασυνιστάται το Υφυπουργείο Τύπου και Πληροφοριών παρά τω Υπουργείω Εξωτερικών
• Το έτος 1951, με τον Αναγκαστικό Νόμο 1671/51 καταργείται το Υφυπουργείο Τύπου και Πληροφοριών και όλες οι αρμοδιότητές του υπάγονται στην Προεδρία της Κυβέρνησης ως Γενική Διεύθυνση Τύπου και Πληροφοριών.
• Το έτος 1970, με το Νομοθετικό Διάταγμα 744/70 (ΦΕΚ 204/Α/10.12.1970) η Γενική Διεύθυνση Τύπου του Υπουργείου Προεδρίας υπάγεται στον Πρωθυπουργό και μετονομάζεται σε Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών
• Το έτος 1974, με το Νομοθετικό Διάταγμα 216/74 συνιστάται το Υπουργείο Προεδρίας Κυβερνήσεως, στο οποίο μεταφέρεται από τον Πρωθυπουργό, η Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών, στην οποία – κατά κανόνα- προΐσταται Υφυπουργός. Με το σχήμα και την ονομασία αυτή η Υπηρεσία λειτουργεί έως το 1994
• Το έτος 1994, με το Π.Δ 181/1994 (ΦΕΚ 116/Α/7.7.1994) η Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών συγκροτείται σε Υπουργείο Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης
• Το έτος 1996, με το Π.Δ. 136/96 (ΦΕΚ 107/Α/10.6.1996) συνιστάται Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης στο Υπουργείο Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και καθορίζονται οι αρμοδιότητές της
• Με το άρ. 2 του Νόμου 3242/2004 (ΦΕΚ 102/Α/24.5.2004) καταργείται το Υπουργείο Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Οι αρμοδιότητες του Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης μεταφέρονται στον Πρωθυπουργό και συνιστώνται δύο Γενικές Γραμματείες : η Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας και η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης, στις οποίες περιέρχονται οι αρμοδιότητες του καταργούμενου Υπουργείου Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Οι αρμοδιότητες του Πρωθυπουργού εκχωρήθηκαν στον Υπουργό Επικρατείας με τη με αρ. Υ93/26.5.2004 απόφαση του Πρωθυπουργού «Καθορισμός αρμοδιοτήτων του Υπουργού Επικρατείας»
• Σύμφωνα με το Π.Δ 73/2011 η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και η Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας που υπάγονταν στον Πρωθυπουργό μετονομάζονται σε Γενική Γραμματεία Μέσων Ενημέρωσης και Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας αντιστοίχως

Υπουργείο Γεωργίας, Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας

  • Corporate body

Η Τοπογραφική Υπηρεσία συστάθηκε το 1917 παράλληλα με τη σύσταση του υπουργείου Γεωργίας και υπαγόταν στο Τεχνικό Τμήμα της Διεύθυνσης Δημοσίων Κτημάτων. Την ίδια χρονιά με τον Νόμο 886 «Περί συστάσεως και οργανισμού σώματος τοπογράφων μηχανικών» συγκροτήθηκε σώμα τοπογράφων μηχανικών υπαγόμενο στην αρμοδιότητα του υπουργείου Γεωργίας «προς διεξαγωγήν των τεχνικών υπηρεσιών της Διευθύνσεως Δημοσίων Κτημάτων». Με τον ίδιο νόμο καθορίστηκαν ζητήματα διορισμού, μονιμότητας, αμοιβών και κατηγοριοποίησης του τεχνικού προσωπικού της Τοπογραφικής Υπηρεσίας. Έτσι, το τεχνικό προσωπικό της υπηρεσίας αποτελούσαν ο τμηματάρχης του Τεχνικού Τμήματος, πέντε επιθεωρητές, 36 προϊστάμενοι Τοπογραφικών Συνεργείων, 50 μηχανικοί, 36 βοηθοί και 12 σχεδιαστές. Με τον Νόμο 1317 του 1918 τροποποιήθηκε η σύνθεση του προσωπικού της υπηρεσίας ως εξής: ένας επιθεωρητής, πέντε ελεγκτές, 16 προϊστάμενοι συνεργείων, 20 τοπογράφοι μηχανικοί α΄ τάξεως, 25 τοπογράφοι μηχανικοί β΄ τάξεως, 25 δόκιμοι τοπογράφοι μηχανικοί. Τον Ιανουάριο του 1920 ψηφίστηκε ο Νόμος 1843 «περί κυρώσεως του από 15 Ιουλίου 1919 νομοθετικού διατάγματος περί συμπληρώσεως των διατάξεων περί τοπογραφικής υπηρεσίας της διευθύνσεως κτημάτων του Υπουργείου Γεωργίας» που διαμόρφωσε εκ νέου το οργανόγραμμα της υπηρεσίας και τη διάρθρωση του προσωπικού της. Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο δημιουργήθηκε θέση προϊσταμένου Σχεδιαστηρίου στην Τοπογραφική Υπηρεσία και αυξήθηκε και ο αριθμός των σχεδιαστών. Με τον ίδιο νόμο προβλεπόταν και η ανάθεση αρμοδιοτήτων τοπογράφων της υπηρεσίας που απορρέουν από την εφαρμογή του Νόμου 1072 σε στρατιωτικούς ή άλλους δημοσίους υπαλλήλους και η δυνατότητα πρόσληψης αλλοδαπών σχεδιαστών και τοπογράφων. Καθοριζόταν, επίσης, ότι τις λογιστικές υπηρεσίες της Τεχνικής Υπηρεσίας της Διεύθυνσης Δημοσίων Κτημάτων εκτελεί αποσπασμένος αξιωματικός. Με το άρθρο 8 του Νόμου 1317 προβλεπόταν και η ίδρυση τεχνικών γραφείων στις πρωτεύουσες των νομών της χώρας με αρμοδιότητες «την εκτέλεσιν τοπογραφικών υπολογισμών και σχεδίων των κατά την περιφέρειαν του γραφείου εργαζομένων συνεργείων και την επί τούτων άσκησιν αμέσου εποπτείας». Οι λεπτομέρειες για την ίδρυση, λειτουργία και δικαιοδοσία των περιφερειακών τεχνικών γραφείων θα καθορίζονταν για το καθένα ξεχωριστά με σχετικά βασιλικά διατάγματα. Λίγους μήνες αργότερα με τον Νόμο 2204 ανατίθονταν τα ταμιακά και λογιστικά καθήκοντα της υπηρεσίας σε διοριζόμενο υπάλληλο απόφοιτο της Εμπορικής Σχολής, ενώ προβλεπόταν και η δυνατότητα πρόσληψης ως τοπογράφων στην Τοπογραφική Υπηρεσία αποφοίτων των στρατιωτικών σχολών των Ευελπίδων και των Υπαξιωματικών . Με τους Νόμους 3072 του 1924 και 3279 του 1925 τροποποιήθηκαν διάφορες διατάξεις που αφορούσαν κυρίως το προσωπικό της Τοπογραφικής Υπηρεσίας . Σύμφωνα με τα παραπάνω, η Τοπογραφική Υπηρεσία διαιρούνταν στην Κεντρική Υπηρεσία και στα περιφερειακά τεχνικά γραφεία. Το τεχνικό προσωπικό της υπηρεσίας εργαζόταν σε τοπογραφικές εργασίες στην περιφέρεια συγκροτώντας Τοπογραφικά Συνεργεία τα οποία εποπτευόταν από τα περιφερειακά τεχνικά γραφεία. Στην Κεντρική Υπηρεσία εκτός από τη Γραμματεία και το Λογιστήριο υπαγόταν το Σχεδιαστήριο καθώς και το Τεχνικό Τμήμα. Στις αρμοδιότητες της Τοπογραφικής Υπηρεσίας ήταν η εκτέλεση τοπογραφικών εργασιών (κατάρτιση τοπογραφικών σχεδίων κτημάτων, σχεδίων ρυμοτομίας, καθορισμός ορίων κτημάτων, καθορισμός και διανομή κλήρων ακτημόνων και προσφύγων κ.ά.) στο πλαίσιο του εποικιστικού προγράμματος των ελληνικών κυβερνήσεων με την αποκατάσταση ακτημόνων καλλιεργητών και προσφύγων σε διαθέσιμες δημόσιες γαίες.
Το 1930 με τον Νόμο 4556 «περί οργανισμού Διευθύνσεως Τεχνικών Έργων Υπουργείου Γεωργίας» η Τοπογραφική Υπηρεσία εντάχθηκε ως τμήμα στη Διεύθυνση Τεχνικών Έργων η οποία περιλάμβανε επίσης και το Τμήμα Γεωργικής Υδραυλικής. Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο, το Τοπογραφικό Τμήμα της Διευθύνσεως Τεχνικών Έργων είχε στην αρμοδιότητά του: α) «την εκτέλεσιν και παρακολούθησιν πάσης φύσεως τοπογραφήσεως εντός του Κράτους, είτε προς μελέτην υδραυλικής φύσεως έργων, είτε διά την εκμετάλλευσιν ή διανομήν εκτάσεων διατιθεμένων διά γεωργικούς ή εποικιστικούς σκοπούς». β) «Την εκτέλεσιν διαχωρισμών, προσωρινών και οριστικών διανομών, την σύνταξιν πινάκων διανομής και επίβλεψιν εφαρμογής των εγκεκριμένων σχεδίων διανομής». γ) «Την τήρησιν Αρχείου καταμετρήσεων και διανομών». Την ίδια χρονιά, με τον Νόμο 5006 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του νόμου 4556» συστάθηκε Γραφείο Λογιστικού στη Διεύθυνση Τεχνικών Έργων. Με το Προεδρικό Διάταγμα της 30ης Δεκεμβρίου 1932 «περί συμπτύξεως Υπηρεσιών Υπουργείου Γεωργίας και κανονισμού αρμοδιοτήτων» περιορίστηκε ο αριθμός του προσωπικού της Τοπογραφικής Υπηρεσίας τόσο στην Κεντρική Υπηρεσία όσο και των Τοπογραφικών Συνεργείων από 503 σε 292. Έτσι, οι οργανικές θέσεις της Τοπογραφικής Υπηρεσίας καθορίζονταν ως εξής: ένας προϊστάμενος, δύο επιθεωρητές, επτά ελεγκτές, 12 προϊστάμενοι συνεργείων, 15 μηχανικοί Α΄, 15 μηχανικοί Β΄, 20 δόκιμοι μηχανικοί, 60 γεωμέτρες, 40 τεχνικοί βοηθοί, ένας προϊστάμενος σχεδιαστηρίου, 35 σχεδιαστές, ένας γραμματέας, τρεις γραφείς, ένας λογιστής, δύο βοηθοί λογιστή, 30 απόφοιτοι στρατιωτικών σχολών και δύο κλητήρες. Ο αριθμός των 292 υπαλλήλων συμπληρωνόταν από τους μόνιμους και έκτακτους υπαλλήλους της τέως Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Τεχνικού Τμήματος της Διεύθυνσης Αγροτικής Εγκαταστάσεως Παλαιάς Ελλάδας Ηπείρου και Νήσων (ΠΕΗΝ) της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) που μετά την κατάργησή της εντάχθηκε –μαζί με το αρχείο της– στην Τοπογραφική Υπηρεσία του υπουργείου Γεωργίας.
Το 1933 με το Προεδρικό Διάταγμα «περί ιδρύσεως γραφείων Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας» ιδρύθηκαν Γραφεία της Τοπογραφικής Υπηρεσίας στη Θεσσαλονίκη, την Κομοτινή και τη Δράμα , ενώ αργότερα ιδρύθηκαν Γραφεία Τοπογραφικής Υπηρεσίας και σε άλλες περιοχές της χώρας, όπως το Γραφείο Ιωαννίνων, Κοζάνης και Κρήτης . Το 1935 με τον Αναγκαστικό Νόμο «περί των εκτάκτων υπαλλήλων της τοπογραφικής υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας και διαρρυθμίσεως της υπηρεσίας Τεχνικών Έργων» η Διεύθυνση Τεχνικών Έργων του υπουργείου Γεωργίας μετονομάζεται σε Διεύθυνση Υδραυλικών Έργων και δεν περιλαμβάνει πλέον ως τμήμα την Τοπογραφική Υπηρεσία η οποία αναβαθμίζεται σε αυτόνομη Διεύθυνση. Ένα χρόνο αργότερα συστάθηκε θέση Γενικού Επιθεωρητή παρά τη Τοπογραφική Υπηρεσία του υπουργείου Γεωργίας .
Το 1943 με τον Νόμο 480 «Περί οργανώσεως της Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας» καθορίστηκαν εκ νέου οι αρμοδιότητες, το οργανόγραμμα και οι οργανικές θέσεις του προσωπικού της Τοπογραφικής Υπηρεσίας. Στην αρμοδιότητα της υπηρεσίας υπαγόταν: α) η εκτέλεση κάθε εργασίας που προβλεπόταν από τον Αγροτικό Νόμο ή άλλους ειδικούς νόμους και σχετίζονταν με την Τοπογραφική Υπηρεσία, η διατήρηση του αρχείου των αποτυπώσεων και διανομών κτημάτων, η έκδοση αντιγράφων διαγραμμάτων, κτηματολογικών πινάκων κ.λπ. για τον καταρτισμό οριστικών χρεώσεων και έκδοσης οριστικών τίτλων κυριότητας των αγροτικώς αποκατασταθέντων από τις εποικιστικές υπηρεσίες του Κράτους ή την τέως ΕΑΠ, η ενημέρωση του Κτηματολογίου για κάθε μεταβολή επί των κλήρων και η χορήγηση στοιχείων για την ρύθμιση των αποζημιώσεων στους αρχικούς ιδιοκτήτες απαλλοτριωθέντων κτημάτων. β) Η καταμέτρηση, διανομή και εκπόνηση διαγραμμάτων επί εκτάσεων που ανήκουν στο Δημόσιο και σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου στα οποία θα εκτελεστούν έργα προς επαύξηση του γεωργικού τους εισοδήματος ή θα γίνει αγροτική αποκατάσταση των μελών τους καθώς και η εκτέλεση κτηματογραφήσεων για τις ανάγκες Υπηρεσιών, Νομικών Προσώπων και Οργανισμών Δημοσίου Δικαίου. Σύμφωνα με τον νόμο, η Κεντρική Υπηρεσία της Διεύθυνσης της Τοπογραφικής Υπηρεσίας περιλάμβανε δύο Τμήματα και δύο Γραφεία. Το Τμήμα Α΄-Τεχνικών Μελετών είχε στην αρμοδιότητά του την τεχνική οργάνωση της Υπηρεσίας, τη σύνταξη τεχνικών κανονισμών και υποδειγμάτων των εκτελουμένων εργασιών, την επιμέλεια και την εκάστοτε διάθεση του τεχνικού υλικού και την τήρηση των εργασιών τριγωνισμού. Το Τμήμα Β΄-Κτηματογραφήσεως και Ελέγχου είχε στην αρμοδιότητά του την τήρηση του τεχνικού αρχείου, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των οριστικών διανομών, τις εισηγήσεις στις Επιτροπές Ελέγχου κυρώσεων ή τροποποιήσεων διανομών, τη χορήγηση διαγραμμάτων και κτηματολογικών πινάκων για την ενημέρωση του Κτηματολογίου, τον καταρτισμό των οριστικών χρεώσεων των κληρούχων, την έκδοση οριστικών παραχωρητηρίων, τον καταρτισμό προγράμματος των προς εκτέλεση εργασιών από τα Τοπογραφικά Συνεργεία και τη χορήγηση των απαιτούμενων στοιχείων προς ρύθμιση των οφειλομένων προς τους ιδιοκτήτες αποζημιώσεων. Στο Γραφείο Διοικητικού και Γραμματείας υπαγόταν η διεκπεραίωση κάθε εγγράφου, η τήρηση του διοικητικού αρχείου και των στοιχείων του προσωπικού της Διεύθυνσης, η παρακολούθηση των μετακινήσεων του καθώς και η ταξινόμηση και τήρηση νόμων, διαταγμάτων ή εγκυκλίων που αφορούν τη Διεύθυνση της Τοπογραφικής Υπηρεσίας. Στο Λογιστικό Γραφείο υπαγόταν ο καταρτισμός του προϋπολογισμού της υπηρεσίας, η σύνταξη εκθέσεων περί των απαιτούμενων πιστώσεων, ο καταρτισμός των σχετικών εντολών πληρωμής, η σύνταξη μισθολογικών καταστάσεων του προσωπικού και η διαχείριση και διαφύλαξη του υλικού και των οργάνων της υπηρεσίας.
Ο Νόμος 480 καθόριζε, εκτός από τις οργανικές θέσεις της υπηρεσίας, και τη δομή των περιφερειακών γραφείων της Τοπογραφικής Υπηρεσίας. Έτσι, οριζόταν η λειτουργία των Περιφερειακών Γραφείων Αθηνών και Θεσσαλονίκης καθώς και στις έδρες των υπολοίπων Γενικών Διοικήσεων της χώρας. Αρμοδιότητα των Περιφερειακών Γραφείων ήταν η μελέτη των εργασιών διανομής κλήρων, η επίλυση κάθε διαφοράς κατά τη διανομή των κλήρων, η χορήγηση αποσπασμάτων εκ των στοιχείων των διανομών στους ενδιαφερομένους, η εκτέλεση διαφόρων τοπογραφικών εργασιών και η χορήγηση αναγκαίων στοιχείων για οριστικές χρεώσεις καθώς και η έκδοση οριστικών τίτλων κυριότητας των κληρούχων.
Η Δ΄ Αναθεωρητική Βουλή ψήφισε το 1946 νέο νόμο σχετικά με την οργάνωση της υπηρεσίας της Τοπογραφικής Υπηρεσίας του υπουργείου Γεωργίας . Ο Νόμος 197 όριζε τις αρμοδιότητες της Τοπογραφικής Υπηρεσίας κατά τον τρόπο που ορίζονταν στο νόμο του 1943 και διαιρούσε τη Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας σε Κεντρική και Περιφερειακή. Η Κεντρική Υπηρεσία περιλάμβανε τέσσερα Τμήματα α) Τμήμα Α΄, β) Τμήμα Β΄, γ) Γραμματεία και Διοικητικό και δ) Λογιστήριο. Με Βασιλικό Διάταγμα τον Ιούλιο του 1947 καθορίστηκε το οργανόγραμμα της Υπηρεσίας, η διαίρεση των Τμημάτων της Κεντρικής Υπηρεσίας σε Γραφεία και η αρμοδιότητα αυτών . Συγκεκριμένα το Τμήμα Α΄ ονομαζόταν Μελετών και Ελέγχου και διαιρούνταν σε πέντε (5) γραφεία ως εξής: Γραφείο 1ο Μελετών, Γραφείο 2ο Τριγωνισμού, Γραφείο 3ο Ελέγχου, Γραφείο 4ο Σχεδιάσεων, Γραφείο 5ο Κεντρικού Τεχνικού Αρχείου. Το Τμήμα Β΄ ονομαζόταν Προγράμματος και Κτηματολογίου και διαιρούνταν σε πέντε (5) Γραφεία ως εξής: Γραφείο 1ο Προγράμματος και Στατιστικής, Γραφείο 2ο Κυρώσεως Διανομών και Αποστολής Στοιχείων, Γραφείο 3ο Εκδόσεως Αντιγράφων Διαγραμμάτων και Πινάκων, Γραφείο 4ο Κτηματολογίου, Γραφείο 5ο Χρεώσεων και Παραχωρητηρίων. Τα Τμήματα Γραμματείας και Διοικητικού και Λογιστηρίου δεν διαρούνταν σε επιμέρους Γραφεία. Οι αρμοδιότητες κάθε Τμήματος και Γραφείου παρουσιάζονται αναλυτικά όταν περιγράφονται οι αντίστοιχες σειρές και οι υποσειρές του αρχείου.
Το 1952 με το Βασιλικό Διάταγμα «περί τροποποιήσεως της εις Τμήματα διαιρέσεως της Κεντρικής Υπηρεσίας της Διευθύνσεως Τοπογραφικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Γεωργίας» τα Τμήματα Διοικητικού και Γραμματείας καθώς και του Λογιστηρίου διαιρούνται και αυτά σε Γραφεία. Συγκεκριμένα, το Τμήμα Διοικητικού και Γραμματείας ή Τμήμα Γ΄, σύμφωνα με το Βασιλικό Διάταγμα του 1952, διαιρούνταν σε δύο (2) Γραφεία: α) Γραφείο 1ο Διοικητικό με αρμοδιότητα: την τήρηση των στοιχείων του προσωπικού της Διεύθυνσης, την παρακολούθηση των μετακινήσεων του, την τήρηση και ταξινόμηση νόμων, διαταγμάτων και εγκυκλίων καθώς και την επίβλεψη της ασφάλειας και καλής συντήρησης των γραφείων της Κεντρικής Υπηρεσίας. β) Γραφείο 2ο Γραμματείας με αρμοδιότητα: τη διεκπεραίωση των εισερχομένων και εξερχομένων εγγράφων της Διεύθυνσης, την τήρηση του διοικητικού αρχείου και των ειδικών ευρετηρίων. Το Λογιστήριο ή Τμήμα Δ΄ διαιρούνταν και αυτό σε δύο (2) Γραφεία: α) Γραφείο 1ο Λογιστικό με αρμοδιότητα: τη σύνταξη του προϋπολογισμού της Υπηρεσίας, την παρακολούθηση της εφαρμογής του, τη σύνταξη εκθέσεων περί των απαιτούμενων πιστώσεων καθώς και τη σύνταξη σχετικών εντολών πληρωμής και μισθολογικών καταστάσεων. Β) Γραφείο 2ο Κινήσεως Υλικού με αρμοδιότητα την τήρηση μητρώου των οργάνων και του εν γένει τεχνικού υλικού της Διεύθυνσης, τη διαφύλαξή του, τη παρακολούθηση της κίνησης και τον έλεγχο της διαχείρισής του.
Όσον αφορά την Περιφερειακή Υπηρεσία αυτή απαρτιζόταν από Γραφείο Επιθεώρησης με έδρα την Αθήνα, το ανεξάρτητο Γραφείο Τοπογραφικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης και τα Τοπογραφικά Τμήματα παρά τις Διευθύνσεις Γεωργίας κάθε Νομού .
Το 1953 με το Νομοθετικό Διάταγμα 2386 «Περί ενοποιήσεως και αποκεντρώσεως των Τεχνικών Υπηρεσιών του Κράτους» η Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας εντάχθηκε στο υπουργείο Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων . Βέβαια το άρθρο 5 του παραπάνω νομοθετικού διατάγματος όριζε ότι η Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας του υπουργείου Γεωργίας διατιθόταν στο υπουργείο Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων για ένα διάστημα δύο ετών ώστε να ολοκληρωθούν οι τοπογραφικές εργασίες για την αποπεράτωση του εποικιστικού έργου, διάστημα που θα μπορούσε να παραταθεί ύστερα από σύμφωνη γνώμη των δύο υπουργείων. Στο διάστημα αυτό η Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας υπαγόταν στη διοικητική και πειθαρχική εξουσία του υπουργού Γεωργίας.
Η υπαγωγή της Διεύθυνσης Τοπογραφικής Υπηρεσίας στο υπουργείο Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων τερματίστηκε το 1957 με τον Νόμο 3679 που επανάφερε τη Διεύθυνση Τοπογραφικής Υπηρεσίας στο υπουργείο Γεωργίας με την οργάνωση που είχε πριν από το Νομοθετικό Διάταγμα 2386 του 1953.

Νομαρχία Αττικής

  • Corporate body

Το πρώτο νομοθέτημα που καθόριζε την οργάνωση της περιφερειακής διοίκησης του νεοσύστατου ελληνικού κράτους αποτελούσε το διάταγμα της 3/15.4.1833 «περί διαιρέσεως του βασιλείου και της διοικήσεώς του». Με το διάταγμα αυτό η επικράτεια του ελληνικού βασιλείου διαιρέθηκε σε 10 νομούς, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο νομός Αττικής και Βοιωτίας (γνωστότερος και ως Αττικοβοιωτίας). Την ίδια χρονιά με το διάταγμα 26.4/8.5.1833 καθορίστηκαν και οι αρμοδιότητες των νομαρχών . Έκτοτε, οι νομοθετικές πρωτοβουλίες που ρύθμιζαν τα ζητήματα διοικητικής διαίρεσης του κράτους, αρμοδιότητας των νομαρχών και εν γένει της οργάνωσης αυτοδιοίκησης δευτέρου βαθμού ήταν συνεχείς, απότοκο, βεβαίως, της εδαφικής επέκτασης του ελληνικού βασιλείου, της τεταμένης πολιτικής κατάστασης, της διεύρυνσης των αρμοδιοτήτων και του εκσυγχρονισμού της διοίκησης. Τομή για την αυτοδιοίκηση δευτέρου βαθμού αποτελεί το Νομοθετικό Διάταγμα «περί διοικήσεως των νομών» της 9ης Μαΐου 1923 που καθιέρωνε το Νομό ως β βαθμό τοπικής αυτοδιοίκησης, καθόριζε τα όργανα της διοίκησης του Νομού (Νομάρχης, Νομαρχιακό Συμβούλιο, Νομαρχιακή Επιτροπή), αλλά και τις αρμοδιότητες που ασκούσε ο Νομάρχης και τα υπόλοιπα όργανα νομαρχιακής διοίκησης. Ωστόσο, το Νομοθετικό Διάταγμα του 1923 δεν εφαρμόστηκε ποτέ εξαιτίας των συνεχών πολιτικών αναταραχών, στρατιωτικών πραξικοπημάτων και εναλλαγών κυβερνήσεων που χαρακτήριζαν την περίοδο του Μεσοπολέμου στην Ελλάδα.

Διοικητικά όρια Νομαρχία Αττικής

Ο Νομός Αττικής και Βοιωτίας που συστάθηκε το 1833 διαιρούνταν σε πέντε Επαρχίες (Αττικής, Αίγινας, Μεγαρίδας, Λιβαδειάς και Θηβών) . Με διάταγμα του 1836, που αντικατέστησε το νομαρχιακό σύστημα περιφερειακής διοίκησης με αυτό των «Διοικήσεων», καταργήθηκε ο Νομός Αττικής και Βοιωτίας, ενώ η Βοιωτία αποτέλεσε πλέον ξεχωριστή «Διοίκηση» . Το 1845 με το Νόμο ΚΕ΄ «Περί διοικητικής διαιρέσεως του Κράτους», επανήλθε το νομαρχιακό σύστημα και επανασυστάθηκε ο Νομός Αττικής και Βοιωτίας . Το 1899 με το Νόμο ΒΧΔ΄ «Περί διοικητικής διαιρέσεως του Κράτους» δημιουργήθηκε για πρώτη φορά αυτόνομος Νομός Βοιωτίας , ωστόσο, το 1909 ένας νέος νόμος διοικητικής διαίρεσης του ελληνικού κράτους κατήργησε το Νομό Βοιωτίας προχωρώντας στην ανασύσταση του Νομού Αττικοβοιωτίας . Το 1925 ενσωματώθηκε στο Νομό Αττικοβοιωτίας η Επαρχία Τροιζηνίας , το 1929 τα Κύθηρα και τα Αντικύθηρα , το 1941 δημιουργήθηκε η Επαρχία Λιβαδειάς και το 1942 η Επαρχία Ύδρας ενσωματώθηκε στο Νομό Αττικής και Βοιωτίας . Το 1936 ιδρύθηκε η Διοίκησις Πρωτευούσης (Αναγκαστικός Νόμος 44/31.8.1936 «περί συστάσεως Διοικήσεως Πρωτευούσης») . Η Διοίκηση Πρωτευούσης ήταν Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με επικεφαλής υπουργό και περιοχή δικαιοδοσίας την πόλη των Αθηνών και του Πειραιά καθώς και επτά Δήμους και 36 Κοινότητες της Αττικής . Ο υπουργός της Διοίκησης Πρωτευούσης ασκούσε συγκεκριμένες αρμοδιότητες της περιφερειακής διοίκησης – στις οποίες θα γίνει αναφορά παρακάτω – στα όρια τις δικαιοδοσίας του. Το 1941 με τον Αναγκαστικό Νόμο 2921 η Διοίκηση Πρωτευούσης καταργήθηκε . To 1942 η Μήλος μαζί με την Κίμωλο εντάχθηκε από το Νομό Χανίων, όπου ενσωματώθηκε το 1941, στο Νομό Αττικοβοιωτίας, ενώ το 1944 αποσπάστηκε και υπήχθη στο Νομό Κυκλάδων. Το 1943 με το Νόμο 368/20.7.1943 «Περί συστάσεως Νομού Βοιωτίας» καταργήθηκε ο Νομός Αττικοβοιωτίας και δημιουργήθηκαν δύο ξεχωριστοί Νομοί, ο Νομός Βοιωτίας και ο Νομός Αττικής . Το 1964 αποσπάστηκε από το Νομό Αττικής ο Δήμος Πειραιώς με τους γειτονικούς Δήμους-Κοινότητες (Νίκαιας, Κερατσινίου, Κορυδαλλού, Νέου Φαλήρου, Δραπετσώνας, Περάματος, Αγίου Ιωάννη Ρέντη) και αποτέλεσε μαζί με τα νησιά του Αργοσαρωνικού, τα Κύθηρα και τα Αντικύθηρα το Νομό Πειραιά ο οποίος, όμως, καταργήθηκε το 1972 και ενσωματώθηκε στο Νομό Αττικής.

Αρμοδιότητες Νομάρχη

Για την περίοδο που αφορά το αρχείο της Νομαρχίας Αττικής που απόκειται στην Κ.Υ. των ΓΑΚ (1940-1965) οι αρμοδιότητες του Νομάρχη και το οργανόγραμμα των υπηρεσιών της Νομαρχίας καθορίζονται, αρχικά, από τους Αναγκαστικούς Νόμους 1179/13.4.1938 «Περί των Νομαρχών» και 1488/22.11.1938 «Περί οργανώσεως των διοικητικών υπηρεσιών του Υπουργείου των Εσωτερικών» και το εκτελεστικό Βασιλικό Διάταγμα του τελευταίου (Β.Δ. 20.3.1939 «Περί εκτελέσεως του υπ’ αριθ. 1488/1938 Α. Νόμου περί οργανώσεως των διοικητικών υπηρεσιών του Υπουργείου των Εσωτερικών». Σύμφωνα με την παραπάνω νομοθεσία, οι Νομάρχες προΐστανται των πολιτικών υπηρεσιών της περιοχής τους – πλην των δικαστικών – καθώς και των αστυνομικών και λιμενικών υπηρεσιών και ασκούν αρμοδιότητες των υπουργείων, είτε αποκλειστικά είτε μετά από μεταβίβασή τους από την κεντρική εξουσία. Ειδικότερα, ο Νομάρχης εποπτεύει τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της περιοχής δικαιοδοσίας του και εγκρίνει τις αστυνομικές διατάξεις, ασκεί εποπτεία επί των υπηρεσιών των λιμενικών αρχών όσον αφορά τη δημόσια τάξη και υγεία, ασκεί εποπτεία σε όλες τις ενώσεις και τα σωματεία του Νομού, ασκεί πειθαρχική εξουσία επί πάντων των υπηρετούντων στην περιφέρεια του Νομού πολιτικών υπαλλήλων, αίρει τις μεταξύ διοικητικών και δικαστικών αρχών εγειρόμενες συγκρούσεις καθηκόντων κ.ά. Το Β΄ κεφάλαιο του Αναγκαστικού Νόμου 1179 καθορίζει λεπτομερώς τις αρμοδιότητες που ασκεί ο Νομάρχης ανά υπουργείο (Εσωτερικών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών, Εθνικής Οικονομίας, Συγκοινωνίας, Γεωργίας, Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως, Σιδηροδρόμων και Αυτοκινήτων και των Υφυπουργείων Αγορανομίας και Εργασίας) εξειδικεύοντας μάλιστα ανά Διευθύνσεις υπουργείων. Στις αρμοδιότητες αυτές ανά υπουργείο θα γίνει εκτεταμένη αναφορά στις σχετικές υποσειρές του αρχείου.
Ο Νόμος 1179 διατηρούσε σε ισχύ τις διατάξεις του Αναγκαστικού Νόμου 44/31.8.1936 «περί συστάσεως Διοικήσεως Πρωτευούσης». Στη δικαιοδοσία της Διοίκησης Πρωτευούσης υπάγονταν τα θέματα αρμοδιότητας του Νομάρχη, του υπουργού Εσωτερικών και των άλλων υπουργείων που αφορούσαν την εκτέλεση κοινωφελών έργων, τη διοίκηση κοινωφελών εγκαταστάσεων (ύδρευση, ηλεκτρικό ρεύμα, φωταέριο, αποχετεύσεις, σφαγεία, μεταφορές), την καθαριότητα δημοσίων χώρων, τη ρύθμιση της κυκλοφορίας, το σχέδιο πόλεως και πολεοδομικά εν γένει ζητήματα. Η Διοίκηση Πρωτευούσης καταργήθηκε το 1941 και οι αρμοδιότητες της επανήλθαν, όπως ήταν πριν από τη σύστασή της, στο Νομάρχη και τα υπουργεία.

Το 1949 με το Βασιλικό Διάταγμα «Περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον νόμου των ισχυουσών διατάξεων νόμων περί Νομαρχών, Επάρχων, Νομαρχιών και Γραφείων Επάρχων» συστηματοποιήθηκαν τα ζητήματα υπηρεσιακής κατάστασης των Νομαρχών. Όσον αφορά τις αρμοδιότητες των Νομαρχών, αυτές εξακολουθούσαν να καθορίζονται από τον Αναγκαστικό Νόμο 1179 του 1938, ενώ στο Βασιλικό Διάταγμα του 1949 συμπεριλήφθηκαν και κάποιες επιμέρους τροποποιήσεις αρμοδιοτήτων των Νομαρχών ή προσθήκες νέων, που σχετίζονταν, κυρίως, με τη σύσταση και την κατάργηση υπουργείων και τη συνακόλουθη αναδιάταξη των αρμοδιοτήτων τους. Έτσι, ο Νομάρχης ασκεί αρμοδιότητες των υπουργείων Εσωτερικών, Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, Οικονομικών, Εθνικής Οικονομίας, Εργασίας, Δημοσίων Έργων, Τ.Τ.Τ., Γεωργίας, Κοινωνικής Πρόνοιας, Υγιεινής και του υπουργείου Μεταφορών. Με νέα Βασιλικά Διατάγματα μεταβιβάζονταν στο Νομάρχη και επιπλέον αρμοδιότητες των υπουργείων, όπως, για παράδειγμα, με το Βασιλικό Διάταγμα της 26ης Ιανουαρίου 1950 καθορίζονταν οι αρμοδιότητες του Νομάρχη επί θεμάτων του υπουργείου Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας . Την επόμενη χρονιά με το Νόμο 1673 στους Νομάρχες μεταβιβάστηκαν οι αρμοδιότητες των Γενικών Διοικητών.

Το 1955 με το Νόμο 3200 αποκαταστάθηκε η ομοιομορφία της οργάνωσης της περιφερειακής διοίκησης της χώρας με την καθιέρωση του νομαρχιακού αποκεντρωτικού συστήματος και την κατάργηση των Γενικών Διοικήσεων (Βορείου Ελλάδος, Θράκης, Ηπείρου, Κρήτης και Δωδεκανήσου) . Με το νέο Νόμο ο Νομάρχης ασκούσε αποκλειστικά και αποθετικά στα όρια δικαιοδοσίας του τις αρμοδιότητες που είχαν οι υπουργοί Εσωτερικών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών, Εμπορίου, Βιομηχανίας, Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, Γεωργίας και του υπουργού Κοινωνικής Πρόνοιας και Εργασίας, εκτός από τις αρμοδιότητες που εξαιρούσε ο Νόμος 3200 και άλλες που καθορίστηκαν με Βασιλικά Διατάγματα την ίδια χρονιά (Βασιλικό Διάταγμα 28.6.1955, «Περί εξαιρέσεως από της, κατά την παρ. 1 του άρθρου 1 του Νόμου 3200/1955, αρμοδιότητος των νομαρχών αντικειμένων τινών αρμοδιότητος των Υπουργείων Εσωτερικών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ.ά.». Ο Νομάρχης δεν ασκούσε αρμοδιότητες των υπουργείων Προεδρίας Κυβερνήσεως, Συντονισμού, Εθνικής Αμύνης, Εξωτερικών, Δικαιοσύνης και Εμπορικής Ναυτιλίας, αν και το άρθρο 2 του Νόμου 3200 σημείωνε ότι μεταβίβαση αρμοδιοτήτων των παραπάνω υπουργείων θα καθοριζόταν με Βασιλικά Διατάγματα. Με τον ίδιο Νόμο προβλεπόταν για πρώτη φορά η κατάρτιση νομαρχιακού προϋπολογισμού, ενώ σε κάθε Νομό συστάθηκε Νομαρχιακό Συμβούλιο το οποίο αποτελούνταν από το Νομάρχη, τους προϊσταμένους των υπηρεσιών του Νομού και εκλεγμένους εκπροσώπους των επαρχιών του Νομού, ενώ με το άρθρο 12 καθορίζονταν και οι αρμοδιότητες των Νομαρχιακών Συμβουλίων.

Από τη γενική ρύθμιση που εισήγαγε ο Νόμος 3200 εξαιρούνταν η Νομαρχία Αττικής, Σύμφωνα με το άρθρο 26 του Νόμου, ο Νομάρχης Αττικής δεν ασκούσε τις αρμοδιότητες που παρέχονταν στους Νομάρχες για την περιφέρεια της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης στην οποία θα συνέχιζε να ασκεί τις αρμοδιότητες που είχε πριν από την ψήφιση του Νόμου 3200. Με το ίδιο άρθρο οριζόταν ότι οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι του Νομαρχιακού Συμβουλίου Αττικής θα προέρχονταν από τις εκτός της τέως περιφέρειας Διοικήσεως Πρωτευούσης επαρχίες, ενώ και το ίδιο το Νομαρχιακό Συμβούλιο δεν θα ασκούσε τις αρμοδιότητες του στους Δήμους και τις Κοινότητες που αποτελούσαν τη Διοίκηση Πρωτευούσης.

Μικρές τροποποιήσεις και συμπληρώσεις του παραπάνω Νόμου έγιναν με το Νομοθετικό Διάταγμα 3620 του 1956 με το οποίο ιδρύθηκαν σε κάθε Νομό νομαρχιακά ταμεία με αρμοδιότητες κυρίως την εκτέλεση και συντήρηση κοινωφελών έργων και υποδομών . Για μία ακόμη φορά, από τις γενικές διατάξεις του Νομοθετικού Διατάγματος εξαιρείται η Νομαρχία Αττικής και η περιφέρεια της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης. Επιπλέον, με Βασιλικά Διατάγματα που ακολούθησαν την ψήφιση του Νόμου 3200 μεταβιβάστηκαν περαιτέρω αρμοδιότητες των υπουργείων στη δικαιοδοσία του Νομάρχη. Στην περίπτωση του Νομάρχη Αττικής οι μεταβιβαζόμενες με Βασιλικά Διατάγματα αρμοδιότητες των υπουργείων αφορούσαν μόνο την εκτός της περιοχής της τέως Διοικήσεως Πρωτευούσης περιφέρεια του Νομού Αττικής.

Οργάνωση της εσωτερικής υπηρεσίας των Νομαρχιών και κατανομή των αρμοδιοτήτων
Το οργανόγραμμα της εσωτερικής υπηρεσίας των Νομαρχιών και η κατανομή των αρμοδιοτήτων για την περίοδο 1940-1965 καθορίστηκε από δύο Βασιλικά Διατάγματα: το Βασιλικό Διάταγμα της 20ής Μαρτίου 1939 «περί εκτελέσεως του υπ’ αριθ. 1488/1938 Αναγκαστικού Νόμου περί οργανώσεως των Διοικητικών Υπηρεσιών του υπουργείου Εσωτερικών» και το 864 της 28ης Δεκεμβρίου 1960 «Περί Οργανισμού του Υπουργείου Εσωτερικών» .
Α) Βασιλικό Διάταγμα 20ής Μαρτίου 1939
Σύμφωνα με το Βασιλικό Διάταγμα του 1939, η εσωτερική υπηρεσία της Νομαρχίας αποτελούνταν από: α)το Γραφείο Νομάρχου, β) το Τμήμα Διοικήσεως, γ) το Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δ) το Τμήμα Αποκεντρώσεως ε) το Τμήμα Διεκπεραιώσεως Αρχείου και Καταχωρίσεως. Επικεφαλής των τεσσάρων Τμημάτων της Νομαρχίας, αρμόδιος εν γένει για τη λειτουργία της εσωτερικής υπηρεσίας της Νομαρχίας και αναπληρωτής του Νομάρχη σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του τελευταίου ήταν ο Γενικός Γραμματέας. Με το Νομοθετικό Διάταγμα 147/1941 «περί καταργήσεως των θέσεων των Γενικών Γραμματέων των Νομαρχιών» τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες του Γενικού Γραμματέα ασκούνται πλέον από τον Διευθυντή της Νομαρχίας. Σύμφωνα με το Βασιλικό Διάταγμα του 1939, παρά τη Νομαρχία λειτουργούσαν, επίσης, το Γραφείο Αγροτικής Ασφάλειας, η Μηχανική Υπηρεσία Δήμων και Κοινοτήτων καθώς και άλλες ειδικές υπηρεσίες και γραφεία.
Γραφείο Νομάρχου
Στην αρμοδιότητα του Γραφείου Νομάρχου υπάγονταν ο συντονισμός και η εναρμόνιση των ενεργειών των Αρχών του Νομού με τις γενικές γραμμές της κυβερνητικής πολιτικής, η εποπτεία της δημόσιας τάξης και της δημόσιας υγείας, η σύνταξη εκθέσεων για τη διοίκηση του Νομού, για τους υπαλλήλους της Νομαρχίας και για όλους τους δημόσιους λειτουργούς του Νομού, η ενέργεια επί των εμπιστευτικών εγγράφων, η τήρηση του εμπιστευτικού πρωτοκόλλου και αρχείου καθώς και τα ζητήματα που αφορούσαν τη φυσική αγωγή και την οργάνωση της νεολαίας.
Τμήμα Διοικήσεως
Το Τμήμα Διοικήσεως αποτελούνταν από τρία Γραφεία (Γραφείο I, II και III).
Γραφείο I
Στην αρμοδιότητα του Γραφείου I εντάσσονταν τα ζητήματα που αφορούσαν την εν γένει διοίκηση του Νομού και τη διαρρύθμιση των διοικητικών του ορίων, την υπηρεσιακή κατάσταση των δημοσίων υπαλλήλων του Νομού, την άσκηση εποπτείας και ελέγχου σε σωματεία, ενώσεις και Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, τη διαχείριση εράνων, την οργάνωση εκθέσεων και διαλέξεων, την τήρηση της εθιμοτυπίας, την τέλεση δημοσίων εορτών, τα ζητήματα των σχέσεων του Νομάρχη με τους αντιπροσώπους των ξένων κρατών καθώς και τα ζητήματα που σχετίζονταν με τη λειτουργία του παρά τη Νομαρχία Γνωμοδοτικού Συμβουλίου.
Γραφείο II
Στην αρμοδιότητα του Γραφείου II υπάγονταν τα ζητήματα που αφορούσαν την αστική, δημοτική και στρατολογική κατάσταση των πολιτών, την αποδημία στο εξωτερικό και τη μετανάστευση, την αστυνομική επιτήρηση συνεπεία δικαστικής απόφασης καθώς και τον διορισμό και αντικατάσταση των ληξιάρχων.
Γραφείο III
Στην αρμοδιότητα του Γραφείου III υπάγονταν τα ζητήματα που αφορούσαν την προπαρασκευή της πολιτικής επιστράτευσης, την οργάνωση της παθητικής αεράμυνας, τις στρατιωτικές εισφορές και επιτάξεις και κάθε άλλο ζήτημα αρμοδιότητας των υπουργείων Στρατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορίας.
Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοικήσεως
Το Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοικήσεως αποτελούνταν από δύο Γραφεία (Γραφείο I και II).
Γραφείο I
Στην αρμοδιότητα του Γραφείου I υπάγονταν ζητήματα που αφορούσαν τη σύσταση, διοίκηση και λειτουργία Δήμων, Κοινοτήτων και δημοτικών-κοινοτικών ιδρυμάτων, την υπηρεσιακή κατάσταση των υπαλλήλων τους, τους οργανισμούς των εσωτερικών υπηρεσιών τους, τις καταλογιζόμενες ευθύνες και τις επιβαλλόμενες ποινές σε εκπροσώπους της αυτοδιοίκησης, τη λειτουργία δημοτικών και κοινοτικών αγορών, τη μίσθωση και εκποίηση δημοτικής ή κοινοτικής περιουσίας, την εκτέλεση έργων, τον έλεγχο των αποφάσεων των δημοτικών και κοινοτικών συμβουλίων κ.ά.
Γραφείο II
Στην αρμοδιότητα του Γραφείου II υπάγονταν τα ζητήματα που αφορούσαν την οικονομική διοίκηση, τον φορολογικό και λογιστικό έλεγχο Δήμων, Κοινοτήτων και δημοτικών ή κοινοτικών φιλανθρωπικών ιδρυμάτων ή άλλων νομικών προσώπων.
Τμήμα Αποκεντρώσεως
Το Τμήμα Αποκεντρώσεως αποτελούνταν από δύο Γραφεία (Γραφείο I και II) και στην αρμοδιότητα του υπάγονταν οι υποθέσεις που δεν χειρίζονταν από τα παραπάνω Τμήματα και ανάγονταν στην αρμοδιότητα όλων των υπουργείων – πλην των Εσωτερικών – αρμοδιότητα που βάσει νόμου μεταβιβάστηκε στη δικαιοδοσία του Νομάρχη.
Γραφείο I
Το Γραφείο Ι χειριζόταν τις υποθέσεις που ανάγονταν στην αρμοδιότητα των υπουργείων Οικονομικών, Εθνικής Οικονομίας, Συγκοινωνίας και Γεωργίας.
Γραφείο ΙΙ
Το Γραφείο ΙΙ χειριζόταν τις υποθέσεις που ανάγονταν στην αρμοδιότητα των υπουργείων Εξωτερικών, Δικαιοσύνης, Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως, Σιδηροδρόμων και Αυτοκινήτων και των Υφυπουργείων Τύπου και Τουρισμού, Εργασίας, Αγορανομίας και Εμπορικής Ναυτιλίας.
Τμήμα Διεκπεραιώσεως, Αρχείου και Καταχωρίσεως
Το Τμήμα Διεκπεραιώσεως, Αρχείου και Καταχωρίσεως αποτελούνταν από δύο Γραφεία (I και II).
Γραφείο Ι
Στην αρμοδιότητα του Γραφείου Ι υπάγονταν η παραλαβή, χαρακτηρισμός, πρωτοκόλληση και ευρετηρίαση των εισερχομένων εγγράφων, η συσχέτισή τους με προγενέστερα έγγραφα που τηρούνται στο αρχείο, η κατανομή και παράδοση στα οικεία Τμήματα και Γραφεία των εισερχομένων εγγράφων και των εξερχομένων που χαρακτηρίζονται «επιστρεπτέα», η τοποθέτηση των παραπεμπομένων στο αρχείο εγγράφων στις οικείες θυρίδες και φακέλους, η ανεύρεση εγγράφων από το αρχείο κ.ά.
Γραφείο ΙΙ
Στην αρμοδιότητα του Γραφείου ΙΙ υπάγονταν η αντιγραφή και παραβολή των ενεργουμένων εγγράφων, η διεκπεραίωση και ταχυδρόμησή τους κ.ά.
Με το ίδιο Βασιλικό Διάταγμα καθορίζονταν ο αριθμός των υπαλλήλων και η κατανομή του στα Τμήματα της Νομαρχίας, τα καθήκοντα του προσωπικού της Νομαρχίας, αλλά και τα βιβλία που τηρούσε το Γραφείο Νομάρχου και τα Τμήματα της εσωτερικής υπηρεσίας της Νομαρχίας.
Β) Βασιλικό Διάταγμα 28ης Δεκεμβρίου 1960
Το οργανόγραμμα της εσωτερικής υπηρεσίας των Νομαρχιών και η κατανομή των αρμοδιοτήτων τους καθορίστηκε εκ νέου με το Βασιλικό Διάταγμα 864 της 28ης Δεκεμβρίου 1960. Η υπηρεσία της Νομαρχίας αποτελούνταν από: α)το Γραφείο Νομάρχη και β) τη Διεύθυνση Νομαρχίας. Η Διεύθυνση Νομαρχίας περιλάμβανε: α) το Τμήμα Διοικήσεως, β) το Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης, γ) το Τμήμα Αποκεντρώσεως και δ) το Τμήμα Διεκπεραιώσεως και Αρχείου. Η διαίρεση των Τμημάτων σε επιμέρους Γραφεία που προβλεπόταν από το Βασιλικό Διάταγμα του 1939 δεν υφίσταται πλέον. Παρά τη Νομαρχία λειτουργούσαν, επίσης, η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών και η Ειδική Υπηρεσία Δημοσίου Λογιστικού.

Γραφείο Νομάρχη
Στην αρμοδιότητα του Γραφείου Νομάρχη υπάγονταν η εποπτεία, ο έλεγχος και ο συντονισμός των δημοσίων Αρχών στην περιφέρεια του Νομού, η ανωτέρα εποπτεία της δημόσιας τάξης και ασφαλείας καθώς και της δημόσιας υγείας, τα ζητήματα που αφορούν τη λογοκρισία, την παρακολούθηση του Τύπου και την κυκλοφορία προπαγανδιστικών εντύπων, η υποβολή εκθέσεων στα υπουργεία και την Κυβέρνηση για την κατάσταση του Νομού και για τη δράση ή το χαρακτήρα των υπαλλήλων, την άρση μεταξύ των διοικητικών αρχών και των δικαστηρίων εγειρομένων συγκρούσεων καθηκόντων καθώς και διάφορα άλλα ζητήματα που αφορούν τη φυσική αγωγή, την οργάνωση της νεολαίας, τον εξωσχολικό αθλητισμό, τα υποβαλλόμενα ψηφίσματα και τη διοργάνωση συλλαλητηρίων κ.ά.

Διεύθυνση Νομαρχίας
Τμήμα Διοικήσεως
Στην αρμοδιότητα του Τμήματος Διοικήσεως υπάγονταν τα ζητήματα που αφορούσαν τον καθορισμό της περιφέρειας και της έδρας διοικητικών ή άλλων αρχών και οι επιφερόμενες μεταβολές, η υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού των δημοσίων υπαλλήλων και των υπαλλήλων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου που υπηρετούν στα όρια του Νομού, τις σχέσεις του Νομάρχη με αντιπροσώπους ξένων κρατών, την τέλεση δημοσίων εορτών και την εθιμοτυπία, την αστική, δημοτική και στρατολογική κατάσταση των πολιτών, την τήρηση δημοτολογίων και μητρώων αρρένων, τη μετανάστευση και την αποδημία στο εξωτερικό, τη στρατιωτική και πολιτική επιστράτευση, την οργάνωση πολιτικής άμυνας, τις στρατιωτικές εισφορές και επιτάξεις, τη λειτουργία των υπηρεσιών της Χωροφυλακής και Αστυνομίας, την έκδοση και έγκριση αστυνομικών διατάξεων κα διατιμήσεων, τη λειτουργία της Επιτροπής Ηθών, την ενέργεια επί των εμπιστευτικών εγγράφων, τη λειτουργία κινηματογράφων καθώς και τα ζητήματα διενέργειας εκλογών και αναθεώρησης εκλογικών καταλόγων.

Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοικήσεως
Στην αρμοδιότητα του Τμήματος Τοπικής Αυτοδιοικήσεως υπάγονταν τα ζητήματα που αφορούσαν τη σύσταση, τα όρια και τον ορισμό έδρας Δήμων και Κοινοτήτων, την προπαρασκευή και διενέργεια δημοτικών και κοινοτικών εκλογών, την οργάνωση υπηρεσιών οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των υπαγομένων σε αυτούς νομικών προσώπων καθώς και την εν γένει κατάσταση του προσωπικού τους, την εν γένει διοίκηση και λειτουργία Δήμων, Κοινοτήτων, δημοτικών-κοινοτικών ιδρυμάτων, νομικών προσώπων ή επιχειρήσεων, τους ισολογισμούς, την οικονομική διοίκηση, τη μίσθωση, εκποίηση κ.λπ. ακινήτων των παραπάνω οργανισμών, τον έλεγχο των αποφάσεων των συμβουλίων ή άλλων οργάνων των παραπάνω οργανισμών, το κτηματολόγιο των Δήμων και Κοινοτήτων, την εκτέλεση δημοτικών ή κοινοτικών έργων, προμηθειών και μεταφορών καθώς και όσα ζητήματα αφορούσαν την τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων.

Τμήμα Αποκεντρώσεως
Στην αρμοδιότητα του Τμήματος Αποκεντρώσεως υπάγονταν τα ζητήματα που αφορούσαν την εφαρμογή και λειτουργία του συστήματος διοικητικής αποκέντρωσης, τη συγκρότηση και λειτουργία του Νομαρχιακού Συμβουλίου, την παρακολούθηση της ασκούμενης από τον Νομάρχη εποπτείας και ελέγχου νομικών προσώπων, οργανισμών και σωματείων, την κατάρτιση του νομαρχιακού προϋπολογισμού, την έκδοση εντολών προς επιθεώρηση και όλα τα ζητήματα που δεν χειρίζονταν από τα παραπάνω Τμήματα και ανάγονταν στην αρμοδιότητα όλων των υπουργείων – πλην των Εσωτερικών – αρμοδιότητα που βάσει νόμου μεταβιβάστηκε στη δικαιοδοσία του Νομάρχη (υπουργεία Οικονομικών, Εμπορίου και Βιομηχανίας, Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, Γεωργίας, Εξωτερικών, Δικαιοσύνης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Κοινωνικής Πρόνοιας, Προεδρίας Κυβερνήσεως, Εργασίας, Εμπορίου και Εμπορικής Ναυτιλίας).

Τμήμα Διεκπεραιώσεως και Αρχείου
Στην αρμοδιότητα του Τμήματος Διεκπεραιώσεως και Αρχείου εντάσσονταν η παραλαβή, ο χαρακτηρισμός, η πρωτοκόλληση, ευρετηρίαση και η συσχέτιση των εισερχομένων εγγράφων, η επικύρωση των αντιγράφων τους και η τήρηση των πρωτοτύπων στο αρχείο, η τήρηση των αρχείων της Νομαρχίας και η πρόταση προς εκκαθάριση όσων εγγράφων κρίνονταν καταστρεπτέα, η φύλαξη των δημοτολογίων και μητρώων αρρένων και η έκδοση από τα μητρώα πιστοποιητικών αποσπασμάτων.

Το Βασιλικό Διάταγμα του 1960 καθόριζε, επίσης, τις οργανικές θέσεις της εσωτερικής υπηρεσίας των Νομαρχιών, τα προσόντα, την κατανομή και τα καθήκοντα των υπαλλήλων, τις αρμοδιότητες του Επάρχου κ.ά.

Τοπικό Τελωνειακό Γραφείο Ωρωπού

  • Corporate body

Αρμοδιότητα της Τελωνειακής Υπηρεσίας είναι η εφαρμογή της τελωνειακής και δασμολογικής νομοθεσίας, η βεβαίωση και είσπραξη δασμών και λοιπών φόρων και δικαιωμάτων, κατά την εισαγωγή, διαμετακόμιση, αποταμίευση, αποστολή, εξαγωγή και μεταφορά εμπορευμάτων και αποσκευών επιβατών, καθώς και η δίωξη του λαθρεμπορίου, και κάθε άλλη ανατιθέμενη υπηρεσία (ΒΔ 1/1961). Στις μέρες μας η αποστολή είναι πιο σύνθετη και περιλαμβάνει εκτός των άλλων και την καταπολέμηση των εσόδων από εγκληματικές ενέργειες.

Η Τελωνειακή Υπηρεσία χωρίζεται και διαρθρώνεται στην Κεντρική και στις Περιφερειακές υπηρεσίες μία από τις οποίες είναι και το Τελωνείο Ωρωπού.

Με την υπ’ αριθμ. Δ6Β 1168860 ΕΞ 2011/6/12/2011 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ανεστάλη η λειτουργία του Τοπικού Τελωνειακού Γραφείου Ωρωπού και η καθ’ ύλη και κατά τόπον αρμοδιότητά του περιήλθε στο Τελωνείο Αθηνών της Περιφερειακής Ενότητας Βόρειου Τομέα Αθηνών του Νομού Αττικής.

Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, Αυτοτελές Γραφείο Κοινοβουλευτικού Ελέγχου

  • Corporate body

Το Αυτοτελές Γραφείο Κοινοβουλευτικού Ελέγχου (1996 - ) του Υπουργείου Οικονομικών συστάθηκε με το ΠΔ 167 της 14/20 Ιουνίου 1996 (ΦΕΚ Α΄ 128): «Τροποποίηση διατάξεων του Π.Δ. 284/88 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (Α΄ 128) και συγκρότηση Γενικών Διευθύνσεων» (άρθρο 1, παρ.1, περ.η). Το Γραφείο είναι αρμόδιο για το συντονισμό των ενεργειών των Διευθύνσεων του Υπουργείου για την έγκαιρη απάντηση σε αναφορές και ερωτήσεις, που κατατίθενται στη Βουλή των Ελλήνων, σε θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών.

Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, Διεύθυνση Έγκρισης και Ελέγχου Ιδιωτικών Επενδύσεων

  • Corporate body

Διοικητικές υπαγωγές / άλλοι τίτλοι
1977: Υπουργείο Συντονισμού, Διεύθυνσις Α΄ Προωθήσεως Επενδύσεων και Αξιολογήσεως της Υπηρεσίας Ιδιωτικών Επενδύσεων
1982: Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, Διεύθυνσις Α΄ Προωθήσεως Επενδύσεων και Αξιολογήσεως
1988: Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, Διεύθυνση Πολιτικής Ιδιωτικών Επενδύσεων
1993: Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, Γενική Διεύθυνση Ιδιωτικών Επενδύσεων, Διεύθυνση Έγκρισης και Ελέγχου Ιδιωτικών Επενδύσεων
2000: Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, Γενική Διεύθυνση Ιδιωτικών Επενδύσεων, Διεύθυνση Έγκρισης και Ελέγχου Ιδιωτικών Επενδύσεων

Νομικό πλαίσιο
ΠΔ 816/1977 (ΦΕΚ Α΄ 261)
ΠΔ 545/1988 (ΦΕΚ Α΄ 254)
ΠΔ 138/1993 (ΦΕΚ Α΄ 55)
ΠΔ 178/2000 (ΦΕΚ Α΄ 165)

Σύμφωνα με το Π.Δ. 178/14-7-2000 (ΦΕΚ Α΄ 165) "Οργανισμός του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας" (άρθρο 53), η Διεύθυνση Έγκρισης και Ελέγχου Ιδιωτικών Επενδύσεων υπαγόταν στην Γενική Διεύθυνση Ιδιωτικών Επενδύσεων. Οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης και η κατανομή τους σε Τμήματα είχαν ως ακολούθως:
α) Τμήμα Αξιολόγησης και έγκρισης επενδυτικών σχεδίων
Η υποδοχή και ο έλεγχος πληρότητας των φακέλων και νομιμότητας των υποβαλλομένων επενδυτικών προτάσεων.
Η τεχνική και οικονομική αξιολόγηση επενδυτικών προτάσεων για την υπαγωγή τους στους αναπτυξιακούς νόμους καθώς και των αιτημάτων τροποποιήσεως εγκριτικών αποφάσεων. Η εισήγηση των παραπάνω θεμάτων στην Κεντρική Γνωμοδοτική Επιτροπή.
Η κατάρτιση της ημερησίας διάταξης της Γνωμοδοτικής Επιτροπής και η εν γένει γραμματειακή εξυπηρέτησή της, η τήρηση πρακτικών των συνεδριάσεων της επιτροπής και αρχείου αξιολογήσεων και εισηγητικών σημειωμάτων.
Η έκδοση των εγκριτικών, τροποποιητικών ή απορριπτικών αποφάσεων σύμφωνα με τις γνωμοδοτήσεις της Γνωμοδοτικής Επιτροπής.
Η έκδοση των αποφάσεων ολοκλήρωσης και παραγωγικής λειτουργίας των επενδύσεων ή ανάκλησης των σχετικών εγκριτικών πράξεων, σύμφωνα με τις γνωμοδοτήσεις της Κεντρικής Γνωμοδοτικής Επιτροπής.

β) Τμήμα Ελέγχου και Εκταμιεύσεων
Η τεχνική και οικονομική παρακολούθηση της προόδου των Επενδύσεων που υπάγονται σε αναπτυξιακούς Νόμους από την Κεντρική Υπηρεσία, η παρακολούθηση και ο έλεγχος της τήρησης των όρων των παραπάνω εγκριτικών πράξεων και των διατάξεων των σχετικών αναπτυξιακών νόμων από τους επενδυτές κατά το στάδιο υλοποίησης ολοκλήρωσης και παραγωγικής λειτουργίας.
Η συγκρότηση των Κεντρικών Οργάνων Ελέγχου, καθώς και των Ειδικών Οργάνων Ελέγχου των επενδύσεων.
Ο επανέλεγχος από Ειδικά Όργανα Ελέγχου των επενδύσεων που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις των αναπτυξιακών νόμων από οποιαδήποτε Υπηρεσία ή φορέα εφαρμογής, μετά από σχετική εντολή του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας.
Η εισήγηση στην Κεντρική Γνωμοδοτική Επιτροπή των θεμάτων που αφορούν την ολοκλήρωση των επενδύσεων, την έναρξη της παραγωγικής τους λειτουργίας και την τήρηση των όρων των εγκριτικών πράξεων και των διατάξεων των σχετικών αναπτυξιακών νόμων.
Ο έλεγχος των δικαιολογητικών πληρωμής επιχορηγήσεων και επιδοτήσεων επιτοκίου και χρηματοδοτικής μίσθωσης και η έκδοση των σχετικών εντολών καταβολής των ενισχύσεων. Η υποβολή προτάσεων για ένταξη εγκεκριμένων επενδύσεων σε επιχειρησιακά προγράμματα συγχρηματοδότησης από την Ε.Ε. και η παροχή στοιχείων προόδου υλοποίησης αυτών.

γ) Τμήμα μελετών και στατιστικής τεκμηρίωσης
Η στατιστική παρακολούθηση των επενδυτικών προτάσεων που υποβάλλονται και των επενδύσεων που υπάγονται στις διατάξεις των αναπτυξιακών νόμων. Η ανάλυση και τεκμηρίωση των στατιστικών στοιχείων και η εσωτερική αξιολόγηση των παρεχομένων κινήτρων. Επίσης η παρουσίαση και έκδοση στατιστικών στοιχείων και μελετών καθώς και η υποβολή προτάσεων σχετικών με τα παρεχόμενα κίνητρα.
Η παρακολούθηση για την έγκαιρη αναγγελία του Δημοσίου σε πλειστηριασμούς παγίων επενδυτικών αγαθών που έχουν ενισχυθεί από αναπτυξιακούς νόμους.
Η τήρηση αρχείου κλαδικών μελετών και η συνεχής ενημέρωση αρχείου τεχνικών εκθέσεων κατά κλάδο και πινάκων τυποποιημένων μεγεθών καθώς και τιμών κόστους για κτιριακές και μηχανολογικές εγκαταστάσεις των επενδυτικών μονάδων για τις ανάγκες τόσο της Κεντρικής όσο και των λοιπών υπηρεσιών εφαρμογής των αναπτυξιακών κινήτρων.

δ) Τμήμα ενημέρωσης και νομικών θεμάτων.
Η μελέτη και εισήγηση μέτρων και θεσμών που αποβλέπουν στην ενίσχυση της επενδυτικής δραστηριότητας του ιδιωτικού τομέα και γενικότερα στην ανάπτυξη του παραγωγικού δυναμικού της χώρας. Η επεξεργασία και κατάρτιση των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων, κανονιστικών αποφάσεων, εγκυκλίων.
Η έκδοση ενημερωτικών εντύπων και υποδειγμάτων εντύπων για την υποβολή νέων επενδυτικών προτάσεων.
Η σύνταξη ερωτημάτων προς το Νομικό Συμβούλιο τους Κράτους και η παροχή στοιχείων στο Συμβούλιο της Επικρατείας σχετικών με τις εκδικαζόμενες προσφυγές φορέων.
Η σύνταξη απαντήσεων και ενημερωτικών σημειωμάτων σχετικών με τα θέματα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου.
Η παρακολούθηση θεμάτων Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικών με την παροχή κινήτρων στις ιδιωτικές επενδύσεις και τα καθεστώτα ενισχύσεων.
Η συγκέντρωση των κοινοποιούμενων πλειστηριασμών, η διερεύνηση σχετικά με το αν το εκπλειστηριαζόμενο πάγιο έχει ενισχυθεί από αναπτυξιακό Νόμο και γενικά ο συντονισμός των διαδικασιών και η ενημέρωση των αρμοδίων υπηρεσιών εφαρμογής για την έγκαιρη αναγγελία του Δημοσίου.

ε) Τμήμα φορολογικών κινήτρων
Η υποδοχή, έλεγχος, αξιολόγηση επενδυτικών προτάσεων φορολογικών απαλλαγών και επιδότησης επιτοκίου δανείων ως προς την επιλεξιμότητα των σχετικών δαπανών. Η έκδοση της σχετικής διαπιστωτικής πράξης, της απόφασης ολοκλήρωσης της επένδυσης και η εκταμίευση της επιδότησης επιτοκίου.

στ) Γραφείο Γραμματείας
Η τήρηση πρωτοκόλλου και αρχείου της Διεύθυνσης. Η ευθύνη για την αναπαραγωγή και διακίνηση των εγγράφων, την υποδοχή και πληροφόρηση των συναλλασσόμενων με την Διεύθυνση και για την εν γένει γραμματειακή υποστήριξη των μονάδων και του προσωπικού της Διεύθυνσης.

Προεδρία της Δημοκρατίας (1975-), Διπλωματικό Γραφείο

  • Corporate body

Στην αρμοδιότητα του γραφείου ανήκει η τρέχουσα παρακολούθηση και ενημέρωση του Προέδρου της Δημοκρατίας για όλα τα σχετιζόμενα με τις διεθνείς σχέσεις θέματα και η προετοιμασία των επισκέψεων του Προέδρου στο εξωτερικό. Επίσης η οργάνωση εκδηλώσεων και η ρύθμιση κάθε θέματος εθιμοτυπίας σχετικά με τις επαφές του Προέδρου με Αρχηγούς ξένων Κρατών, με ξένους επισήμους, το Διπλωματικό Σώμα, διεθνείς οργανώσεις και ελληνικά ιδρύματα, οργανώσεις και ομογενείς του εξωτερικού.

[πηγή: http://www.presidency.gr/organosi-leitourgia/armodiothtes-grafeion/]

Ελληνική Αστυνομία, Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής, Επιτελείο, Τμήμα Γενικής Αστυνόμευσης

  • Corporate body

Νομοθετήματα:
1987: Π.Δ. 95 9/27 Απριλίου 1987 (ΦΕΚ Α΄56) «Αναδιάρθρωση, σύσταση, οργάνωση και λειτουργία υπηρεσιών της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και άλλες διατάξεις»
1992: ΠΔ.198 27 Μαΐου /5 Ιουνίου 1992 (ΦΕΚ Α’ 92) «Αναδιάρθρωση Υπηρεσιών Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και άλλες διατάξεις.»
2001: Π.Δ.1 28 Δεκεμβρίου / 10 Ιανουαρίου (ΦΕΚ Α΄ 1) «Αναδιάρθρωση, σύσταση, οργάνωση και λειτουργία υπηρεσιών της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής και άλλες διατάξεις»
Σύμφωνα με τα παραπάνω νομοθετήματα που αφορούν την οργάνωση των υπηρεσιών της Γ.Α.Δ.Α. το Τμήμα Γενικής Αστυνόμευσης του Επιτελείου της ΓΑΔΑ είναι αρμόδιο για
α) Την προετοιμασία έκδοσης αστυνομικών διατάξεων, όταν αυτές αφορούν περιοχή περισσοτέρων των μίας Διευθύνσεων
β) Το χειρισμό θεμάτων οργάνωσης των Υπηρεσιών, κατεύθυνσης, συντονιμού και ελέγχου της δράσης τους, καθώς και για την παροχή οδηγιών προς τις Διευθύνσεις της Γ.Α.Δ.Α. για την εφαρμογή της νομοθεσίας που ανάγεται στην αρμοδιότητά τους

Άσκηση γενικής αστυνόμευσης
Σύμφωνα με τον Νόμο 2800 της 29 Φεβρουαρίου 2000 (Φ.Ε.Κ. Α΄, 41) «Αναδιάρθρωση Υπηρεσιών Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, σύσταση Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας και άλλες διατάξεις» (άρθρο 8, παρ. 3) η άσκηση της γενικής αστυνόμευσης περιλαμβάνει ιδίως:
α) Τη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και ευταξίας και την παροχή έννομης προστασίας στους πολίτες και συνδρομής στις αρχές
β) Την τήρηση της τάξης στους δημόσιους χώρους και στις δημόσιες συγκεντρώσεις και συναθροίσεις και την προστασία των προστασία των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων των πολιτών κατά τις εκδηλώσεις αυτές
γ) Τον έλεγχο της λειτουργίας δημόσιων κέντρων, θεαμάτων και καταστημάτων
δ) Την τήρηση της τάξης στις συνεδριάσεις των δικαστηρίων και τις μεταγωγές κρατουμένων
ε) Έλεγχος τήρησης αγορανομικής και τουριστικής νομοθεσίας

Παπακώστα, Κατερίνα, Υφυπουργός Υγείας (9 Ιουνίου 2014 – 26 Ιανουαρίου 2015)

  • Corporate body

Η Κατερίνα Παπακώστα είναι Ελληνίδα πολιτικός και πρώην βουλευτής. Είναι πρόεδρος του νέου κόμματος «Νέα Ελληνική Ορμή» (Ν.Ε.Ο.), ενώ έχει διατελέσει υφυπουργός Υγείας στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας το 2014 και υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη στην κυβέρνηση Αλέξη Τσίπρα το 2015.

Τσόντος - Βάρδας, Γεώργιος

  • Person
  • 1871-1942

Μακεδονομάχος και στρατιωτικός από την Κρήτη. Πήρε μέρος στην Κρητική Επανάσταση του 1897-1898, στον Μακεδονικό Αγώνα, στους Βαλκανικούς Πολέμους και στον Βορειοηπειρωτικό Αγώνα. Φιλοβασιλικός και σφοδρός πολέμιος του Βενιζέλου. Διετέλεσε βουλευτής Φλώρινας και Καστοριάς και αξιωματικός του ελληνικού στρατού.

Καιροφύλας, Γιάννης

  • Person
  • 1927 -

Έλληνας δημοσιογράφος και ιστορικός ερευνητής που έχει γράψει πάνω από 35 βιβλία για την ιστορία της Αθήνας και των Αθηναίων. Σε κείμενα του χρησιμοποιεί και το ψευδώνυμο Αθηναιομνήμων. Στη διάρκεια της Κατοχής ήταν μέλος της αντιστασιακής οργάνωσης "Ιερή Ταξιαρχία". Από το 1951 εργάζεται σε ημερήσιες εφημερίδες και περιοδικά (Προοδευτική Αλλαγή, Έθνος, Ρομάντσο, Ραδιοτηλεόραση, Ελεύθερος Κόσμος, Ελευθεροτυπία, Η Σφαίρα της Εργατικής Εστίας, Εικόνες, Ταχυδρόμος κ.ά.). Εργάστηκε στο ραδιοφωνικό σταθμό της ΕΙΡ και ΕΙΡΤ, διετέλεσε αρχισυντάκτης και διευθυντής του περιοδικού Ραδιοτηλεόραση την περίοδο 1969-1983. Διετέλεσε ειδικός σύμβουλος στην υπηρεσία ραδιοφωνικών ακροάσεων της Προεδρίας Κυβερνήσεως, ενώ εργάστηκε στη Διεύθυνση Εξωτερικού Τύπου του Υπουργείου Προεδρίας Κυβερνήσεως. Διετέλεσε, επίσης, μέλος Δ.Σ. οργανισμών και συλλόγων και πρώτος πρόεδρος του Συλλόγου Φίλων Εθνικής Βιβλιοθήκης.
Πηγή: Βιογραφικό σημείωμα από το αρχείο.

Ελληνικό Κέντρο του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου

  • Corporate body
  • 1951 -

Το Ελληνικό Κέντρο του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου είναι μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου (ΙΤΙ) της UNESCO και ένα από τα 90 Εθνικά Κέντρα του ΙΤΙ που έχουν ιδρυθεί σ’ όλο τον κόσμοΤο Ε.Κ.Δ.Ι.Θ ιδρύθηκε το 1951 από σπουδαίες προσωπικότητες της τέχνης και των γραμμάτων όπως ο Άγγελος Τερζάκης, ο Πέλος Κατσέλης και ο Γιώργος Θεοτοκάς. Πρόεδροι ή μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του έχουν υπάρξει ο Βασίλης Λογοθετίδης, ο Μάριος Πλωρίτης, ο Δημήτρης Μυράτ, ο Τάκης Μουζενίδης, ο Αντίοχος Ευαγγελάτος, ο Σπύρος Ευαγγελάτος, η Δόρα Στράτου και πολλοί άλλοι σημαντικοί άνθρωποι του ελληνικού θεάτρου και χορού. Το Ε.Κ.Δ.Ι.Θ. είναι οργανισμός μη κυβερνητικός και μη κερδοσκοπικός. Μέλη του μπορούν να γίνουν οι επαγγελματίες του θεάτρου και του χορού (ηθοποιοί, χορευτές, σκηνοθέτες, χορογράφοι, σκηνογράφοι, θεατρολόγοι, κριτικοί θεάτρου, θεατρικοί συγγραφείς, μεταφραστές κ.ά.). Το όργανο που το διοικεί είναι το εννεαμελές άμισθο Διοικητικό Συμβούλιο που εκλέγεται από τη γενική συνέλευση των μελών κάθε δύο χρόνια. Σκοπός του Ε.Κ.Δ.Ι.Θ. είναι μέσα από τις δράσεις του να συμβάλλει στη διεθνή συνεργασία για την εξέλιξη της θεατρικής τέχνης σε όλες της τις εκφράσεις, και να λειτουργεί ως δίαυλος επικοινωνίας ανάμεσα στο ελληνικό και το παγκόσμιο θέατρο. Γι’ αυτό συνεργάζεται με πολιτισμικούς οργανισμούς της Ελλάδας και του εξωτερικού, καθώς και πρεσβείες και μορφωτικά ιδρύματα ξένων χωρών στην Ελλάδα.
Πηγή: http://www.episkinis.gr [τελευταία επίσκεψη: 10/9/2020]

Ελληνογερμανική Οικονομική Εταιρεία

  • Corporate body

Η Ελληνογερμανική Οικονομική Εταιρεία ιδρύθηκε το 1941 από την Τράπεζα Αθηνών και την Τράπεζα της Δρέσδης, με σκοπό να αναπτυχθούν οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας.

Τράπεζα Εθνικής Οικονομίας

  • Corporate body

Η Τράπεζα Εθνικής Οικονομίας ιδρύθηκε το 1918 από τους Αφούς Εμπειρίκους και δραστηριοποιήθηκε μέχρι τις αρχές του 1930, όταν κατέρρευσε κατά τη χρηματιστηριακή-νομισματική κρίση της περιόδου εκείνης. Θεωρείται τράπεζα μεσαίου μεγέθους για τα δεδομένα της εποχής της. Το πρώτο Δ.Σ. απαρτίστηκε από τους Λεωνίδα και Μαρή Εμπειρίκο, Αν. Σπουργίτη, Νικ. Βογιατζίδη και Παντελή Δ. Τσιτσεκλή. Διευθυντής ήταν ο Δημ. Μιαούλης και υποδιευθυντής ο Ιωάννης Βαρβαρέσος. Η Τράπεζα είχε «ως προορισμόν την διενέργειαν πάσης τραπεζικής λειτουργίας, την υποστήριξιν του εμπορίου και της βιομηχανίας και εν γένει την εκτέλεσιν πάσης πράξεως τεινούσης εις την προς τα πρόσω εξώθησιν των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας». Ίδρυσε την ασφαλιστική εταιρεία «Εθνική Ζωή», συμμετείχε στην ίδρυση της «Εταιρείας των Ελληνικών Ξενοδοχείων», συμμετείχε στο συνδικάτο το οποίο ίδρυσε η ΕΤΕ για την εκμετάλλευση των υδατοπτώσεων κ.α.

Ανώνυμος Εταιρεία Λιμένος και Προκυμαιών Χίου

  • Corporate body

Η Ανώνυμος Εταιρεία Λιμένος και Προκυμαιών Χίου είχε αναλάβει τη συντήρηση και διαχείριση του λιμανιού της πόλης της Χίου και των προβλητών της νήσου. Συστάθηκε με κεφάλαια της εταιρείας Υιοί Κ. Ηλιάσκου, ιδρυτών της Τράπεζας Αθηνών και της Εθνικής Στεγαστικής Τράπεζας

Εθνική Στεγαστική Τράπεζα της Ελλάδος

  • Corporate body

Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 ιδρύθηκε η Γαλλοελληνική Τράπεζα Υποθηκών με  συμμετοχή κεφαλαίων της Τράπεζας Αθηνών και της Banque de l' Union Parisienne. Οι εργασίες της ξεκίνησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1930, με την παροχή δανείων σε γαλλικά φράγκα, με σκοπό να καλύψουν τις ανάγκες της στεγαστικής πίστης. Παρά τις ευοίωνες προοπτικές που υπήρχαν λόγω της ανοικοδόμησης, ο νόμος «περί δραχμοποίησης» δημιούργησε εμπόδια στην εξέλιξη της τράπεζας. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, με την υποτίμηση της δραχμής, η αποπληρωμή των δανείων που είχαν χορηγηθεί επιταχύνθηκε εις βάρος της τράπεζας. Το 1945 η Γαλλοελληνική Τράπεζα Υποθηκών αντιμετώπισε το ενδεχόμενο παύσης της λειτουργίας της, λόγω των συσσωρευμένων προβλημάτων που αντιμετώπιζε. Οι κυβερνητικές υποσχέσεις που δόθηκαν δημιούργησαν νέες ελπίδες και αποφεύχθηκε ο κίνδυνος της διακοπής των εργασιών της. Το 1948 η Τράπεζα Αθηνών αγόρασε το χαρτοφυλάκιο της Banque de l' Union Parisienne, με αποτέλεσμα τη  μετονομασία της Γαλλοελληνικής Τράπεζας Υποθηκών σε Τράπεζα Υποθηκών. Το 1952, με τη συγχώνευση της Τράπεζας Αθηνών και Εθνικής Τράπεζας, εξετάστηκε η προοπτική συγχώνευσης της Τράπεζας Υποθηκών με την Εθνική Κτηματική Τράπεζα, αφού και οι δύο ανήκαν στον ίδιο όμιλο. Οι προσπάθειες έπεσαν στο κενό, λόγω ασυμφωνίας για την ένταξη και εξέλιξη των δύο υψηλόβαθμων υπαλλήλων που είχαν απομείνει στην Τράπεζα Υποθηκών. Το 1956 ο Κ. Ηλιάσκος, ιδρυτής της Τράπεζας Αθηνών, αποχώρησε από τη διοίκηση της ΕΤΕΑ και ασχολήθηκε αποκλειστικά με την Τράπεζα Υποθηκών. Από τότε οι εργασίες της τράπεζας εξελίχθηκαν τόσο εξαιτίας των συγκυριών (Ανοικοδόμηση) όσο και εξαιτίας της αποκλειστικής ενασχόλησης του Κ. Ηλιάσκου με την τράπεζα. Τον Φεβρουάριο του 1982 μετονομάστηκε σε Εθνική Στεγαστική Τράπεζα της Ελλάδος. Το 1997 συγχωνεύτηκε με την Εθνική Τράπεζα.

Ένωση Ελληνικών Τραπεζών

  • Corporate body

Η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών ιδρύθηκε το 1928. Την πρωτοβουλία για την ίδρυσή της είχαν οι οκτώ μεγαλύτερες τράπεζες της εποχής. Σκοπός της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών είναι η μελέτη, προστασία και προαγωγή των επαγγελματικών συμφερόντων των μελών της, η συμβολή της στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και η προαγωγή του θεσμού της πίστης και των οικονομικών συναλλαγών. Οι δραστηριότητές της αναπτύσσονται σε εθνικό επίπεδο, όπου συνεργάζεται με την πολιτεία και την Τράπεζα της Ελλάδος για την προώθηση των θέσεων των τραπεζών στους υπό καθιέρωση θεσμούς. Η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για τον εκσυγχρονισμό του τραπεζικού συστήματος, την εδραίωση των ανταγωνιστικών συνθηκών και τη βελτίωση των σχέσεων με την πελατεία, την επίλυση διαφόρων προβλημάτων. Τα τελευταία χρόνια η Ένωση με τη συμμετοχή της στα όργανα της Τραπεζικής Ομοσπονδίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σε άλλους οργανισμούς προβάλλει τις θέσεις των ελληνικών τραπεζών, ενώ μεταφέρει στις τράπεζες μέλη της τις γνώσεις και εμπειρίες που αποκομίζει από τη συμμετοχή της σε διεθνείς οργανισμούς. Η Ένωση παράγει επίσης σημαντικό έργο στους τομείς της εκπαίδευσης, των εκδόσεων, των μελετών και της έρευνας.

Μεσσηνέζη, οικογένεια

  • Family

Η παλαιά εμπορική οικογένεια Μεσσηνέζη έχει καταγωγή από τη Χίο. Από τις αρχές του 18ου αιώνα εγκαταστάθηκε στο Φανάρι της Κωνσταντινούπολης. Εκεί, στα 1780, γεννήθηκε και ο Λέων Ιωάννου Μεσσηνέζης, αγωνιστής του 1821, μυημένος στη Φιλική Εταιρεία, φίλος -και πελάτης στη συνέχεια- του Γ. Σταύρου. Σε ηλικία τριάντα ετών ο Λέων θα εγκατασταθεί στο Αίγιο, όπου θα αναπτύξει έντονη και κερδοφόρα εμπορική δραστηριότητα μέχρι το ’43, όταν, λόγω διαφόρων συγκυριών, κηρύσσει πτώχευση. Παρά τις οικονομικές δυσχέρειες ενδιαφέρθηκε για την ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και έγινε ένας από τους πρώτους μετόχους της.

Ο τρισέγγονος του Λέοντος, Νύσης (1902-1992), υπήρξε υπάλληλος της Τράπεζας. Το 1950 ανέλαβε την ανασύσταση του Ιστορικού Αρχείου και του Γραφείου Ιστορίας της ΕΤΕ, οι εργασίες των οποίων είχαν διακοπεί το 1940 λόγω του πολέμου. Η συγγραφική και εκδοτική δραστηριότητα του Νύση Μεσσηνέζη περιλαμβάνει και μία έρευνα στα Κρατικά Αρχεία της Βαυαρίας και στα Μυστικά Αρχεία του βασιλικού οίκου των Βίττελσμπαχ, με σκοπό τη συλλογή στοιχείων της ιστορίας της εποχής που ιδρύθηκε η Εθνική Τράπεζα (κυρίως στοιχείων που αφορούν τη συμβολή του βασιλιά Λουδοβίκου Α' της Βαυαρίας στην ίδρυση της Εθνικής) αλλά και της οικονομικής ζωής στην Ελλάδα κατά την οθωνική περίοδο για το λεύκωμα των 125 χρόνων της ΕΤΕ. Το 1950 ο Νύσης Μεταξάς Μεσσηνέζης εξέδωσε το βιβλίο του Ο Γεώργιος Σταύρος από την Επανάσταση έως την ίδρυση της Εθνικής Τραπέζης, ενώ το 1956 εξέδωσε το βιβλίο Γεώργιος Σταύρος και Εθνική Τράπεζα, προϊόν έρευνας στα ανέκδοτα αρχεία του βασιλιά Όθωνα, στα αρχεία της Εθνικής, στο αρχείο Λέοντος Μεσσηνέζη (βρίσκεται στο τοπικό Ιστορικό Αρχείο Αιγίου) κ.α.

Εφημερίδα "Ελεύθερη Σκέψη"

  • Corporate body
  • 1942; - 1944;

Παράνομο έντυπο, που σύμφωνα με τον υπότιτλο ήταν "όργανο Εθνικού Κομιτάτου Νέων" που κυκλοφορούσε "κάθε Δεκαπενθήμερον σαν όργανον εκφράσεως της ελεύθερης φοιτητικής φωνής και σαν όργανο ενότητος των Εθνικών μας πόθων"

Results 5601 to 5700 of 16991