Εμφανίζει 16948 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Τράπεζα Omega Bank

  • Νομικό Πρόσωπο

Η Ωμέγα Τράπεζα ΑΕ απορροφήθηκε από την Proton Τράπεζα ΑΕ το 2006.

Βιομηχανία Βάμβακος Άγγελος Αδαμόπουλος Α.Ε.

  • Νομικό Πρόσωπο

Η βιομηχανία ιδρύθηκε το 1907 από την ομόρρυθμο εταιρεία Αδαμόπουλου-Χατζηνικολάου. Είχε 1300 ατράκτους, κινητήρια δύναμη 60 ίππων, απασχολούσε προσωπικό 80 ατόμων και η ετήσια παραγωγή του ήταν 32.000 λίβρες βαμβακερό νήμα. Το 1929 η επιχείρηση πέρασε αποκλειστικά στην ιδιοκτησία του Άγγελου Αδαμόπουλου με παράλληλη επέκταση των εγκαταστάσεων . Στη δεκαετία του 1960 μετά την μεταφορά της επιχείρησης σε νέες εγκαταστάσεις το παλιό εργοστάσιο έκλεισε. Στη συνέχεια στεγάστηκε εκεί για ένα διάστημα η εταιρεία ΠΟΝΤΟΣ Α.Ε. Μετά από μία περίοδο εγκατάλειψης, το 1995 το κτίριο περιήλθε στην κατοχή του Δήμου Βόλου.

Εργοστάσιο Πλινθοκεραμοποιείας Αφών Τσαλαπάτα

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1925-1975

Το πλινθοκεραμοποιείο Τσαλαπάτα βρίσκεται στη συνοικία των Παληών δυτικά του Κάστρου. Ανεγέρθηκε το 1925 από τους αδελφούς Σπυρίδων και Νικολέτο Τσαλαπάτα, οι οποίοι είχαν συστήσει άτυπη εταιρία από το 1905 με κύριες δραστηριότητες τις μεταφορές με κάρα και φορτηγίδες και την κεραμοποιία. Το πρώτο κεραμουργείο της επιχείρησης (ιδρύθηκε το 1917) του οποίου το κτήριο σώζεται στα βόρεια του συγκροτήματος κατασκεύαζε τούβλα και κεραμίδια ελληνικού τύπου και απασχολούσε 20 περίπου εργάτες. Ο σχεδιασμός και η κατασκευή του νέου ατμοκίνητου πλιθοκεραμοποιείου έγιναν σύμφωνα με τις οδηγίες βέλγων μηχανικών, ενώ από το Βέλγιο προερχόταν και ο τεχνολογικός εξοπλισμός. Τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του απασχολούσε 125-150 άτομα, διέθετε κινητήρια δύναμη 150 ίππων και η ετήσια παραγωγή του σε τούβλα και κεραμίδια γαλλικού και εγχώριου τύπου ήταν 8-9.000.000 κομμάτια. Το 1928 έγινε επέκταση του εργοστασίου με αποτέλεσμα η κινητήρια δύναμη του να αυξηθεί στους 300 ίππους και το προσωπικό στα 200 - 250 άτομα. Από το 1934 άρχισε τις εξαγωγές. Το 1930 απεβίωσε ο Νικολέτος Τσαλαπάτας και το 1932 συστάθηκε η ετερόρρυθμος εταιρία με την επωνυμία ''Σπυρίδων και Νικόλαος Τσαλαπάτας'' και με εταίρους τους κληρονόμους του Νικολέτου, την σύζυγό του Αικατερίνη, τα παιδιά του Περικλή, Αχιλλέα και Γαρυφαλιά και τον Σπυρίδωνα Τσαλαπάτα. Ο πόλεμος και οι σεισμοί του 1955 υπήρξαν καθοριστικοί παράγοντες για τη μεταπολεμική εξέλιξη του εργοστασίου. Στη διάρκεια του πολέμου η επιχείρηση είχε διακόψει τη λειτουργία της, ενώ μετά την απελευθέρωση χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να γίνει ένα ξεκίνημα από την αρχή. Οι ζημιές που προκλήθηκαν στη διετία των σεισμών (1955-56) απαίτησαν μεγάλες επεμβάσεις στα κτήρια με αποτέλεσμα το εργοστάσιο να υπολειτουργεί, αφού η επιχείρηση έπρεπε να πραγματοποιεί επισκευές και να αντιμετωπίζει με ευρεσιτεχνίες τα προβλήματα στον μηχανολογικό εξοπλισμό. Μετά το τέλος των σεισμών χρειάστηκε μάλιστα να διακόψει για τέσσερις μήνες τη λειτουργία του για την εκτέλεση μόνιμων επισκευών. Επίσης από το 1957 άρχισε να υπάρχει διαθέσιμη ηλεκτρική ενέργεια απο τη ΔΕΗ γεγονός που άλλαξε τον τρόπο της λειτουργίας του. Στη δεκαετία του '60 αγοράστηκαν ηλεκτροκίνητα μηχανήματα επεξεργασίας της πρώτης ύλης και παραγωγής από την Ιταλία, ενώ το προσωπικό μειώθηκε στα 80 άτομα. Από το 1970 άρχισαν να παράγονται τούβλα με ρομβοειδή εγκάρσια και φυσαλίδες στη μάζα τους, εξαιτίας του ενδιαφέροντας στην Ευρώπη για τη θερμομόνωση. Ο ανταγωνισμός της ευρωπαϊκής αγοράς κι οι οικονομικές απαιτήσεις που είχαν συσσωρευτεί επέβαλαν την οριστική διακοπή της λειτουργίας του εργοστασίου το 1975.

Κλωστοϋφαντουργία "Τζίμας" Βασίλειου και Χαρίλαου Ντόβα και Σία Ο.Ε.

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1953 - 1973

Η κλωστοϋφαντουργία «ΤΖΙΜΑΣ» ξεκίνησε ως οικοτεχνία το 1883, όταν ο Δημήτριος (Τζίμας) Ντόβας αγόρασε για το σκοπό αυτό ένα μεγάλο οίκημα στα Παλιά Βόλου (Δοϊράνης 10). Το 1902 τα παιδιά του Μιχάλης και Κων/νος Ντόβας ίδρυσαν βιοτεχνία με την επωνυμία «Τζίμας» και με αρχικό εξοπλισμό μια «λανάρα» που δούλευε με κινητήρα φωταερίου, 5 αργαλειούς για χειροποίητα υφαντά και ένα μεγάλο χειροκίνητο «ξαντίρι» για να ξένει τα μαλλιά. Το 1920 επέκτειναν τη δραστηριότητά τους στην κατασκευή και πολλών άλλων μάλλινων ειδών, αγόρασαν το πρώτο κατάστημα στα Παλιά (Λαρίσης 8) και ανέπτυξαν τις πωλήσεις τους και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Το 1953, και αφού σταδιακά η επιχείρηση εξελίχθηκε σε βιομηχανία ύστερα και από την είσοδο σε αυτήν των παιδιών των ιδρυτών, συστάθηκε η νέα εταιρεία με την επωνυμία «”ΤΖΙΜΑΣ” Βασίλειος και Χαρίλαος Ντόβας και Σία Ο.Ε.». Ανεγέρθηκαν σύγχρονες εγκαταστάσεις στην οδό Αθηνών, όπου απασχολήθηκαν 134 εργατοϋπάλληλοι και περίπου 20 εξωτερικά οικογενειακά συνεργεία, για να καλυφθούν οι ανάγκες της βιομηχανίας. Η παραγωγή αυξήθηκε και πραγματοποιούνταν εξαγωγές σε Ευρώπη, Αμερική και Ιαπωνία. Η ακμάζουσα πορεία της εταιρείας διακόπηκε το 1973, χρονιά διάλυσης της εταιρείας. Στη θέση της δημιουργήθηκαν δύο νέες εταιρείες, εκ των οποίων η μία, με την επωνυμία «“DOVEXPORT” Αφοί Κων. Ντόβα Ε.Ε.» συνέχισε τη δραστηριότητά της έως τα τέλη του 2000, οπότε και διαλύθηκε.

Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος (ΕΔΕΣ)

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1941 - 1945

Ο Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος (Ε.Δ.Ε.Σ.) ήταν μία από τις τρεις βασικές αντιστασιακές οργανώσεις κατά της γερμανικής κατοχής. Ιδρύθηκε το Σεπτέμβριο του 1941 με προτροπή του στρατηγού Πλαστήρα και μέχρι το Φεβρουάριο του 1945 έπαιξε κυρίαρχο ρόλο στον αγώνα της Εθνικής Αντίστασης και στην εξέλιξη της πολιτικής ζωής της χώρας. Αρχηγός του ήταν ο Ν. Ζέρβας και Γενικός Υπαρχηγός ο Κομνηνός Πυρομάγλου.

Ζωιτόπουλος, Γιώργος (Ζιούτος)

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1903-1967

Ο Γιώργος Ζωιτόπουλος (Ζιούτος) του Δημήτρη και της Ελένης Χαρίτου γεννήθηκε στη Μακρυνίτσα το 1903 και ήταν ο δεύτερος από τα επτά παιδιά της οικογένειας. Το 1913 η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Βόλο όπου ο Γιώργος ολοκληρώνει την γυμνασιακή εκπαίδευσή του. Τον Οκτώβριο του 1919 φεύγει για την Αθήνα προκειμένου να παρακολουθήσει τα μαθήματα της Η’ τάξης του Βαρβάκειου Πρακτικού Λυκείου για την προετοιμασία του στις εισαγωγικές εξετάσεις του Πολυτεχνείου μένοντας στο σπίτι του θείου του Αρίσταρχου Χαρίτου. Προσχωρεί στην κομμουνιστική, σοσιαλιστική νεολαία.

Τα νέα του ενδιαφέροντα τον ωθούν να εγκαταλείψει το Πολυτεχνείο και να γραφεί στην Νομική Σχολή Αθηνών. Παράλληλα συνεργάζεται ως ρεπόρτερ της εφημερίδας «Ταχυδρόμος»και σαν συντάκτης, χρονογράφος, αρχισυντάκτης στις εφημερίδες «Κήρυξ», «Πρόοδος», «Σημαία», «Λαϊκή Φωνή» χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα όπως Μάρκος Αγκούπης, Αντρέας Τρίνκουλος, η Μπολσεβίκα κ.ά. Το 1921 γίνεται Γραμματέας της Σοσιαλιστικής Νεολαίας Αθηνών και λίγο αργότερα μέλος του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΣΕΚΕ). Τον Απρίλη της ίδιας χρονιάς επιστέφει στο Βόλο με κομματικό καθήκον την αναδιοργάνωση των εργατικών σωματείων που είχαν διαλυθεί με τα Φεβρουαριανά. Αναλαμβάνει την έκδοση της εφημερίδας «Εργατική» που είναι το τοπικό όργανο του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος και της Πανεργατικής Βόλου.

Το Μάιο του 1922 ξαναγυρίζει στην Αθήνα και αναλαμβάνει την αρχισυνταξία του Ριζοσπάστη. Το φθινόπωρο όμως κατατάσσεται στο Α’ Σύνταγμα Σκαπανέων, τάγμα σιδηροδρόμων, και μετά από ένα χρόνο παίρνει αναβολή για ένα έτος προκειμένου να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Παίρνει το δίπλωμά της Νομικής και συνεχίζει τη στρατιωτική του θητεία από όπου και απολύεται το 1925. Το 1926-27 διορίζεται καθηγητής νομικών και ιστορικών μαθημάτων στην Εμπορική Σχολή Βόλου. Είναι ένας από τους ιδρυτές και ταμίας της πρώτης «Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας της Θεσσαλίας» (ΙΛΕΘ). Τον ίδιο χρόνο αναλαμβάνει την οργάνωση και την τεχνική παρακολούθηση της εφημερίδας «Θεσσαλικά Χρονικά» που εκδίδεται από την εταιρεία «Τα Γράμματα».

Το Γενάρη του 1928 εξορίζεται στη Σκύρο για την «προγενέστερη κομμουνιστική δράση του». Μετά τη μεταγωγή του στην Αθήνα αφήνεται ελεύθερος υπό όρους, ορκίζεται δικηγόρος και τον Αύγουστο ανοίγει δικηγορικό γραφείο με τον Μ. Πορφυρογένη. Το 1929 γίνεται νομικός σύμβουλος και Διευθυντής του Συνδέσμου Κοινοτήτων Βόλου και το Σεπτέμβριο του 1931 παίρνει μέρος ως εκπρόσωπος της Κοινότητας Άνω Βόλου στο Α΄ Πανελλαδικό Συνέδριο Κοινοτήτων. Γίνεται επίσης μέλος της Ένωσης Συντακτών Βόλου. Την χρονιά αυτή γνωρίζεται με τη Φόνη Κουτσαγγέλη, κόρη του βολιώτη γιατρού και γερουσιαστή Απόστολου Κουτσαγγέλη που είναι ήδη παντρεμένη με τον δικηγόρο και συνεργάτη του Κωνσταντίνο Κουμουνδούρο. Η γνωριμία εξελίσσεται σε φλογερό έρωτα που οδηγεί στη διάλυση του δικηγορικού γραφείου του και του γάμου της Φόνης. Το 1933 εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα όπου και παντρεύονται. Εκεί στην αρχή διευθύνει την σύνταξη των πέντε πρώτων τόμων του «Κοινωνιολογικού και Πολιτικού Λεξικού του Ανεξάρτητου» και των οκτώ πρώτων του «Γύρου του Κόσμου της Ακρόπολης». Εργάζεται στην εφημερίδα «Πρωία» και σε άλλες εφημερίδες και περιοδικά. Ταυτόχρονα μελετά τις πηγές του μαρξισμού (λογική του Χέγκελ) και μαθαίνει ξένες γλώσσες (ιταλικά και ρωσικά). Το ΚΚΕ (μέσω Πορφυρογένη) του προτείνει να συγγράψει την ιστορία του εργατικού κινήματος και γενικά του σοσιαλισμού στην Ελλάδα. Σχεδιάζει επίσης πρωτότυπες μελέτες και εργασίες όπως : Η ελληνική πολιτική της Εκατονταετίας, μεγάλες μορφές της δημοσιογραφίας, ιστορική επισκόπηση της Μεγάλης «Ιδέας».

Το 1937 το ζευγάρι αποκτά ένα κορίτσι την Κατερίνα. Με την εισβολή των Ιταλών επιστρατεύεται αλλά απολύεται σύντομα. Το 1941 συλλαμβάνεται και κρατείται στις φυλακές «Αβέρωφ» από όπου αποφυλακίζεται μετά από υπεράνθρωπες προσπάθειες της γυναίκας του. Κατά τη διάρκεια της κατοχής και ώσπου να ανέβει στο βουνό, παίρνει ενεργό μέρος στην Αντίσταση. Μαζί με την Καραγιώργη και τον Βιδάλη οργανώνει τον αντιστασιακό τύπο και εκδίδουν τον Ριζοσπάστη, την Κομμουνιστική Επιθεώρηση και άλλα έντυπα. Προετοιμάζει μέσα στα πλαίσια της σχολής του Γληνού μαθήματα πολιτικής οικονομίας, ιστορίας και κοινωνιολογίας ενώ παράλληλα συνεχίζει τη συγγραφή της Εισαγωγής στην Επιστήμη του Τύπου. Προχωρά επίσης τις προκαταρκτικές εργασίες για την ιστορική, οικονομική και πολιτική μελέτη του Quesnay και τη φυσιοκρατία. Το Μάρτη του 1944 ο Ζιούτος και η Φόνη διαλύουν και εγκαταλείπουν το σπίτι στο Ψυχικό. Εκείνος φεύγει στο βουνά και η γυναίκα του με την κόρη του κρύβονται από του γερμανούς σε διάφορα φιλικά σπίτια.

Στο βουνό ο Ζιούτος αναλαμβάνει την οργάνωση, τη λειτουργία και το συντονισμό των κεντρικών υπηρεσιών της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, προϊστάμενος των γραφείων της και μέλος της Νομοτεχνικής Επιτροπής που συγκρότησε η ΠΕΕΑ. Με το τέλος του πολέμου η οικογένεια Ζωϊτόπουλου ξανασμίγει στο σπίτι τους στο Ψυχικό και ο ίδιος αναλαμβάνει ξανά την αρχισυνταξία του «Ριζοσπάστη» . Μετά από πρόταση του το Μάη του 1945 δημιουργείται η εκδοτική επιχείρηση του ΚΚΕ «Τα Νέα Βιβλία».

Η κατάσταση του Σεπτέμβρη – Οκτώβρη του ’47 ήταν δύσκολη και η απειλή του εμφύλιου πολέμου τον αναγκάζουν να φύγει στο Παρίσι ενώ μέσω της Πρεσβείας παίρνει υποτροφία από το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (C.N.R.S). Παρακολουθεί μαθήματα στη Σορβόννη και ετοιμάζει τη διδακτορική του διατριβή. Ασχολείται με τη μελέτη του έργου του Μοντεσκιέ και προετοιμάζει δίγλωσση έκδοση επιλογής από όλα τα έργα του. Έγραψε μελέτες και μονογραφίες όπως: το διεθνές εργατικό δίκαιο στον 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Σανσιμονιμός έξω από την Γαλλία, η επιστημονική αποστολή του Μωρηά και η ταξιδιωτική περιγραφή του Έντγκαρ Κενέ, ο οικονομικός πίνακας του Quesnay και η γένεση της Πολιτικής Οικονομίας. Επίσης έστελνε τακτικά μελέτες στο περιοδικό Νέα Οικονομία και σε άλλες εφημερίδες της Αθήνας. Το Απρίλιο του 1957 δεν παρευρέθηκε για λόγους υγείας και οικονομικούς στο Διεθνές Συνέδριο για την νεοελληνική λογοτεχνία στο Βερολίνο, στο οποίο τελικά έστειλε την εισήγησή του. Στη θέση του ερευνητή στο Κέντρο Ερευνών έμεινε μόνο για 2 με 2-1/2 χρόνια.

Μέχρι το 1955 ζούσε από χρήματα που έβγαζε από άρθρα που δημοσίευε στη Monde Diplomatique και σε άλλες εφημερίδες. Μετά κατάφερε να έχει «παραχώρηση εργασίας» στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (C.N.R.S) και να προσληφθεί σαν έκτακτος υπάλληλος σε οργανική θέση στις εκδόσεις. Πέθανε το Νοέμβρη του 1967 και θάφτηκε στο νεκροταφείο του Παρισιού Παντέν.

Γκέσκος, Αλκιβιάδης

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1908-1999

Γεννήθηκε στο Βόλο το Δεκέμβριο του 1908. Ήταν γιος του Αχιλλέα Γκέσκου και της Ευανθίας Κυπραίου. Τελείωσε την Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και από το 1932 μέχρι το 1984 εργάστηκε ως δικηγόρος στον Βόλο. Ασχολήθηκε κυρίως με υποθέσεις του Δημοσίου και των Νομικών του Προσώπων. Υπήρξε επίσης νομικός σύμβουλος της Αγροτικής Τράπεζας ενώ ανέλαβε και πολλές υποθέσεις ιδιωτικού δικαίου. Πέθανε στο Βόλο τον Ιανουάριο του 1999.

Σύλλογος "Οι φίλοι των γραμμάτων"

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1936-1946

Ο Σύλλογος "Οι φίλοι των γραμμάτων" ιδρύθηκε στις 7 Μαρτίου 1936. Ιδρυτικά μέλη ήταν οι Γιάννης Σιαφλέκης - δικηγόρος, Νίκος Παπαχατζή - αρχαιολόγος, Κίτσος Μακρής - λαογράφος, Αλέκος Τζιτζηλέρης - δικηγόρος, Κώστας Στριμμένος - γιατρός, Αλέκος Μαρπουτζόγλου - λογοτέχνης, Κώστας Ζημέρης - ζωγράφος - φωτογράφος, Κώστας Δονδολίνος - Δ/ντής Εμπορικής Τράπεζας, Μενέλαος Λουντέμης, Νίκος Παπάς, Αγήνορας Αστεριάδης κ.ά. Σκοπός του Συλλόγου ήταν η μελέτη και η έρευνα από επιστημονική άποψη κάθε ζητήματος που αφορά την ανθρώπινη διανόηση, η δημιουργία ανώτερης πνευματικής ζωής στην πόλη και η υποστήριξη και ενθάρρυνση κάθε πνευματικής προσπάθειας. Στις δραστηριότητές του συγκαταλέγονταν διαλέξεις διανοούμενων και καλλιτεχνών, εκθέσεις ζωγραφικής και εκδόσεις. Στην εφημερίδα "Θεσσαλία" ο Διευθυντής της Τάκης Οικονομάκης δημιούργησε τη "Φιλολογική σελίδα", δίνοντας έτσι τη δυνατότητα άμεσης παρουσίας και έκφρασης του συλλόγου. Μετά τον πόλεμο και την κατοχή ο Σύλλογος διαλύθηκε. Στις 20 Απριλίου του 1946 καταγράφηκε η τελευταία του συνεδρίαση.

Τσοκόπουλος, Βάσιας

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Βάσιας Τσοκόπουλος είναι ιστορικός και συγγραφέας.

Το 2000 συνέγραψε το ιστορικό λεύκωμα με τίτλο «Ένας αιώνας Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο», με απόφαση της Διοίκησης του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Το λεύκωμα εκδόθηκε το 2001.

Ορφανίδης, Θεόδωρος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1817-1886

Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1817 από γονείς Χιώτες και ήταν ο μεγαλύτερος αδερφός του Καθηγητή της Ιατρικής Δημήτριου Ορφανίδη. Μετά το ξέσπασμα της Ελληνική Επανάστασης, η οικογένειά του αναγκάστηκε να μετακομίσει και να εγκατασταθεί αρχικά στο Ναύπλιο και έπειτα στη Σύρο, όπου ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του.
Το 1835, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου διορίστηκε Υπουργικός Γραφέας στο Υπουργείο Εσωτερικών και επιδόθηκε - μιμούμενος τον Αλέξανδρο Σούτσο - στην πολιτική σάτιρα, εκδίδοντας την ποιητική συλλογή "Ο Μένιππος" (1836) και το περιοδικό "Ο Τοξότης" (1840). Ωστόσο, επειδή ασκούσε δριμεία κριτική κατά της βαυαρικής αντιβασιλείας με τα γραπτά του, απολύθηκε από τη θέση του στο Υπουργείο και φυλακίστηκε για τρείς ημέρες.
Το 1844, με προσωπική παρέμβαση του Πρωθυπουργού, Ιωάννη Κωλέττη - ο οποίος ήθελε να τον απομακρύνει από την Αθήνα - πήγε με υποτροφία της Ελληνικής Κυβέρνησης στο Παρίσι όπου σπούδασε Φυτολογία κοντά στους διακεκριμένους Καθηγητές Adrien de Jussieu, Adolphe - Théodore Brogniart, Joseph Decaisne και Achille Richard.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα διορίζεται, στις 11 Μαρτίου 1850, Έκτακτος Καθηγητής της Βοτανικής στο Πανεπιστήμιο και στις 18 Αυγούστου 1854 Τακτικός Καθηγητής, θέση στην οποία παρέμεινε για περισσότερο από τριάντα χρόνια.
Το 1862 συμμετείχε ως Πληρεξούσιος του Πανεπιστημίου στη Β’ Εθνική Συνέλευση των Αθηνών, ενώ κατά το ακαδημαϊκό έτος 1867 - 1868 χρημάτισε Πρύτανης.
Σε όλη τη διάρκεια της ακαδημαϊκής του σταδιοδρομίας συνέχισε να ασχολείται με τη λογοτεχνία και την ποίηση δημοσιεύοντας έργα του στο περιοδικό "Πανδώρα" και συμμετέχοντας είτε ως υποψήφιος είτε ως εισηγητής σε ποιητικούς διαγωνισμούς σε τρείς από τους οποίους διακρίθηκε.
Υπήρξε ακούραστος ερευνητής της ελληνικής χλωρίδας (chloris hellenica) από το 1848, συλλέγοντας, καταγράφοντας και περιγρά- φοντας τα διάφορα είδη της, με αποτέλεσμα να διαθέτει μια ιδιαίτερα αξιόλογη συλλογή αποξηραμένων φυτών που αριθμούσε 45.000 είδη, η οποία το 1873 αγοράστηκε από τον ομογενή εθνικό ευεργέτη Θεόδωρο Π. Ροδοκανάκη για να παραχωρηθεί στη συνέχεια στο νεοσύστατο Βοτανικό Μουσείο του Πανεπιστημίου. Ταξίδεψε σε όλη την Ελλάδα μελετώντας συστηματικά τον φυτικό της πλούτο και δημοσίευσε τα πορίσματα των ερευνών του στο έργο του "Flora Graeca Exciccata". Οι μελέτες του αξιοποιήθηκαν από αρκετούς ευρωπαίους επιστήμονες και τον καθιέρωσαν στον επιστημονικό χώρο. Με την ιδιότητα του Εφόρου του Βοτανικού Κήπου και του Δημόσιου Δενδροκομείου εισήγαγε στην Ελλαδα άγνωστα ως τότε καλλωπιστικά και άλλα φυτά (π.χ. ευκάλυπτος, φυστικιά κ.ά.) και δραστηριοποιήθηκε στο σχεδιασμό και τη δημιουργία δημόσιων πάρκων, προεξάρχοντος του Βασιλικού (Εθνικού) Κήπου. Ανακάλυψε πενήντα περίπου είδη ελληνικών βοτάνων και έθεσε τις βάσεις της ελληνικής ονοματολογίας τους, μελετώντας τους αρχαίους (Λατίνους) συγγραφείς και εντοπίζοντας τις αρχαίες ονομασίες που εκείνοι έδιναν στα βότανα. Ασχολήθηκε με την ελληνική αμπελουργία και διέκρινε 111 ποικιλίες που καλλιεργούνταν στην Αττική από τις 480 και πλέον που καλλιεργούνταν σε όλη την Ελλάδα. Πήρε μέρος σε πολλά επιστημονικά συνέδρια και εξέδωσε το επιστημονικό περιοδικό «Γεωπονικά» (1872 – 1876), του οποίου κυκλοφόρησαν έξι τόμοι. Κληροδότησε στο Πανεπιστήμιο μια πολύτιμη συλλογή του από ξύλα εκατόν πενήντα, περίπου, ελληνικών ειδών δέντρων. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 5 Αυγούστου του 1886.
Πηγή: http://www.biol.uoa.gr/istorika-stoixeia/8eodwros-orfanidhs.html [τελευταία επίσκεψη: 20/5/2020].

Σκουλούδης, Στέφανος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1838-1928

Ο Στέφανος Σκουλούδης γεννήθηκε στο Πέραν της Κωνσταντινούπολης στις 23 Νοεμβρίου του 1838. Οι γονείς του, ο Ιωάννης και η Zénou Σκουλούδη, κατάγονταν απο την Κρήτη. Ο πατέρας του ήταν έμπορος. Πέρασε τα μαθητικά του χρόνια στην Κωνσταντινούπολη. Το 1852 οι γονείς του τον έστειλαν στην Αθήνα για να ολοκληρώσει τις γυμνασιακές του σπουδές. Το 1856 πέρασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών αλλά πολύ σύντομα αποφάσισε ν’ ασχοληθεί επαγγελματικά με το εμπόριο στην οικογενειακή επιχείρηση και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1859 προσελήφθη στον περίφημο εμπορικό οίκο Ράλλη. Το 1863 διορίστηκε διευθυντής όλων των καταστημάτων της επιχείρησης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στη συνέχεια επέκτεινε τη δραστηριότητά του στον τραπεζιτικό χώρο. Το 1871 υπήρξε ένας από τους ιδρυτές της Τράπεζας Κωνσταντινουπόλεως μαζί με τον Ανδρέα Συγγρό, τον Γεώργιο Κορωνιό και τον Αντώνιο Βλαστό. Απέκτησε μεγάλη περιουσία και αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Αθήνα το 1876. Πριν ακόμη από την εγκατάστασή του στην Ελλάδα διατηρούσε στενές επαφές με την ελληνική κυβέρνηση και θεωρούνταν ‘ειδικός’ στις διπλωματικές σχέσεις με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Σταδιακά ανέπτυξε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πολιτική και το δημόσιο βίο. Το 1877, με το ξέσπασμα της Ανατολικής Κρίσης και το σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης με πρωθυπουργό το ναύαρχο Κανάρη και υπουργό εξωτερικών τον Χαρίλαο Τρικούπη, ο Σκουλούδης διορίστηκε εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις με τους Αλβανούς. Το διάστημα από 7 έως 14 Δεκεμβρίου 1877 είχε μυστικές διαπραγματεύσεις με τον Αβδούλ Μπέη και τον Μεχμέτ-Αλήβεη στην Κωνσταντινούπολη με στόχο την προετοιμασία για μια ενδεχόμενη συμμαχία των δύο πλευρών σε περίπτωση ελληνοτουρκικής σύρραξης. Οι επίσημες διμερείς διαπραγματεύσεις έγιναν στην Κέρκυρα, τον Ιανουάριο του 1878. Μετά το τέλος του Ρωσοτουρκικού πολέμου, τον Αύγουστο του 1879, ο Σκουλούδης ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη για να πάρει μέρος, ως εκπρόσωπος της πόλης των Ιωαννίνων, στις διαπραγματεύσεις του Πρωτοκόλλου της Συνθήκης του Βερολίνου, η οποία παραχωρούσε τη Θεσσαλία και μέρος της Ηπείρου στην Ελλάδα.

Παράλληλα με την ‘διπλωματική’ του δραστηριότητα ο Σκουλούδης ανέπτυξε και έντονη επιχειρηματική δράση. Ίδρυσε στην Αθήνα το 1882 την εταιρία που ανέλαβε την αποξήρανση της Λίμνης Κωπαίδας. Το 1880 εξελέγη σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας και παρέμεινε μέχρι το 1883. Σταδιακά εγκατέλειψε κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα και αφοσιώθηκε εξ ολοκλήρου στην πολιτική. Το 1881 εκλέχθηκε πρώτη φορά βουλευτής Σύρου και στη συνέχεια βουλευτής Θηβών με το κόμμα του Χαρίλαου Τρικούπη. Απο το Νοέμβριο του 1882 έως το Δεκέμβριο του 1884 ο Σκουλούδης υπηρέτησε ως επιτετραμμένος της Ελλάδας στην πρεσβεία της Μαδρίτης. Το 1886, μετά την Βουλγαρική κατάληψη της Ανατολικής Ρωμυλίας, η κυβέρνηση του Θεόδωρου Δηλιγιάννη διόρισε τον Σκουλούδη εκπρόσωπό της στις διαπραγματεύσεις της Κων/πολης. Το 1892 εκλέχθηκε βουλευτής Θηβών και στη συνέχεια, με την κυβέρνηση του Χαρίλαου Τρικούπη, ανέλαβε για πρώτη φορά υπουργικά καθήκοντα για ένα μικρό χρονικό διάστημα στο Υπουργείο Εκπαιδεύσεως και Εκκλησιαστικών και εν συνεχεία στο Υπουργείο Ναυτικών.

Την περίοδο 1893-1896 ο Σκουλούδης είχε αναλάβει διάφορες αποστολές στο εξωτερικό για τη σύναψη δανείων, συμμετέχοντας στις προσπάθειες της κυβέρνησης Τρικούπη και Δηλιγιάννη, για τη διευθέτηση του οικονομικού προβλήματος. Η επόμενη κυβερνητική θέση που ανέλαβε ο Σκουλούδης το 1897 ήταν το υπουργείο Εξωτερικών, κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του Δημητρίου Ράλλη. Από τη θέση του αυτή βίωσε τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο και τις διαπραγματεύσεις για την προκαταρκτική συνθήκη ειρήνης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το 1905 εξελέγη πάλι βουλευτής Θηβών. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ο Στέφανος Σκουλούδης απομακρύνθηκε απο την πολιτική. Μετά την στρατιωτική επανάσταση στο Γουδί το 1909 το όνομά του ακούστηκε παράλληλα με αυτό του Στέφανου Δραγούμη για την ανάθεση σχηματισμού κυβέρνησης. Επικράτησε η λύση Δραγούμη, με την ‘παρέμβαση’ Βενιζέλου, ο οποίος και σχημάτισε τελικά κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 1910. Εντούτοις, ο Σκουλούδης κλήθηκε απο την κυβέρνηση Βενιζέλου το Νοέμβριο του 1912 να παραστεί στη Διάσκεψη της Συνθήκης Ειρήνης των Βαλκανικών κρατών με την Τουρκία στο Λονδίνο ως πληρεξούσιος της Ελλάδας.

Τον Οκτώβριο του 1915, μεσούσης της κρίσης στην ελληνική πολιτική σκηνή για την στάση της Ελλάδας στον πόλεμο και μετά την αναχώρηση του Βενιζέλου για τη Θεσσαλονίκη, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ανέθεσε στον Σκουλούδη την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Το έργο της κυβέρνησης Σκουλούδη αναλώθηκε σε ζητήματα σχετικά με τον πόλεμο και τη διατήρηση της ελληνικής ουδετερότητας, προτάσεις για δάνεια και τα πάγια εξωτερικά ζητήματα. Το 1918, με την επιστροφή του Βενιζέλου, ο Σκουλούδης βρίσκεται κατηγορούμενος επί εσχάτη προδοσία για την ΄σύμπραξή’ του με τον βασιλιά. Προφυλακίστηκε και παραπέμθηκε σε δίκη μαζί με το υπουργικό του συμβούλιο σε Ειδικό Δικαστήριο. Η δίκη διήρκησε μέχρι τον Νοέμβριο του 1920. Οι κατηγορίες ατόνησαν και τελικά εγκαταλείφθηκαν μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 και την εκλογική ήττα του Βενιζέλου. Το 1921 η Εθνική Συνέλευση κήρυξε επίσημα άκυρη την κατηγορία και όλη τη διαδικασία. Η διάρκεια της πρωθυπουργίας του Σκουλούδη ήταν η τελευταία παρουσία του στην ελληνική πολιτική σκηνή. Πέθανε στις 19 Αυγούστου του 1928. Κληροδότησε πολλά περιουσιακά στοιχεία του σε διάφορα ιδρύματα, μεταξύ αυτών έργα τέχνης στην Εθνική Πινακοθήκη.

Γεωργουσόπουλος, Κώστας

  • Φυσικό Πρόσωπο

Γεννήθηκε στη Λαμία . Το 1960 αποφοίτησε με άριστα από τη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών (με καθηγητές τον Δημήτρη Ροντήρη και τον Γιάννη Σιδέρη) και ένα χρόνο αργότερα από τη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου (Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας).
Εργάστηκε ως φιλόλογος στην ιδιωτική εκπαίδευση (1964-1999). Το 1978 ανέλαβε, κατόπιν ανάθεσης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, την επιμέλεια του βιβλίου Δραματική ποίηση, που αποτέλεσε επί είκοσι πέντε χρόνια διδακτέα ύλη στα ελληνικά Γυμνάσια. Από το 1990 μέχρι σήμερα [2010] διδάσκει στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, ως εξωτερικός επιστημονικός συνεργάτης.
Ως κριτικός θεάτρου, δοκιμιογράφος και επιφυλλιδογράφος εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1971, στην εφημερίδα Το Βήμα. Ακολούθησε συνεργασία του με την εφημερίδα Τα Νέα, όπου αρθρογραφεί μέχρι σήμερα, ενώ έκτακτες συνεργασίες του έχουν δημοσιευτεί και εξακολουθούν να δημοσιεύονται σε περιοδικά λόγου και τέχνης. Δοκίμια και κριτικές του έχουν συγκεντρωθεί στους τόμους: Κλειδιά και κώδικες θεάτρου Ι: αρχαίο δράμα (1982), Κλειδιά και κώδικες θεάτρου ΙΙ: ελληνικό θέατρο (1984), Οι πλάγιες ερωτήσεις του Πορφύριου (1984), Τα μετά το θέατρο (1985, Α΄ Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου), Προσωπολατρία (1992), Θίασος ποικιλιών (1993), Νήμα της στάθμης (1996), Παγκόσμιο θέατρο Ι: από τον Μένανδρο στον Ίψεν (1998), Παγκόσμιο θέατρο ΙΙ: από τον Στρίντμπεργκ και τον Τσέχωφ στον Πιραντέλλο και τον Μπρεχτ (1999, Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών), Παγκόσμιο θέατρο ΙΙΙ: από τον Μίλλερ στον Μύλλερ (2000) κ.ά. Δοκίμια και μελέτες του έχουν δημοσιευτεί, επίσης, σε συλλογικούς και αφιερωματικούς τόμους, πρακτικά συνεδρίων κ.ά., ενώ έχει επιμεληθεί θεατρολογικές εκδόσεις, όπως οι: Επίδαυρος: το αρχαίο θέατρο, οι παραστάσεις (2002, επιμέλεια Κώστας Γεωργουσόπουλος, Σάββας Γώγος) και Patrice Pavis, Λεξικό του θεάτρου (2006, μετάφραση Αγνή Στρουμπούλη).
Με το ψευδώνυμο Κ. Χ. Μύρης έχει μεταφράσει σειρά αρχαίων τραγωδιών και κωμωδιών (που παρουσιάστηκαν σε πολυάριθμες θεατρικές παραγωγές από σκηνοθέτες όπως ο Robert Sturua, ο Σπύρος Α. Ευαγγελάτος, ο Γιώργος Κιμούλης, ο Γιάννης Μαργαρίτης, ο Γιώργος Μιχαηλίδης, ο Βασίλης Νικολαΐδης, ο Θανάσης Παπαγεωργίου, η Ασπασία Παπαθανασίου, ο Δημήτρης Ποταμίτης, ο Γιώργος Ρεμούνδος, ο Σταύρος Τσακίρης και ο Σωτήρης Χατζάκης), έχει γράψει και εκδώσει διηγήματα, ποιήματα και ποιητικές συλλογές, καθώς και στίχους πολλών τραγουδιών (που μελοποιήθηκαν από συνθέτες, όπως ο Γιάννης Μαρκόπουλος, η Ελένη Καραΐνδρου, ο Νίκος Ξυδάκης, ο Γιάννης Ζουγανέλης και ο Χρήστος Θηβαίος).
Εξαιρετικά δραστήριο μέλος της ελληνικής ακαδημαϊκής και πολιτιστικής κοινότητας, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος έχει λάβει μέρος σε πολλές επιστημονικές και επιμορφωτικές εκδηλώσεις και έχει διατελέσει, μεταξύ άλλων, μέλος και πρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου, πρόεδρος της Επιτροπής Επιχορηγήσεων Θεάτρου του Υπουργείου Πολιτισμού, μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Καλλιτεχνικών Εκδηλώσεων του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού, ιδρυτικό μέλος της Καλλιτεχνικής Εταιρείας «Δεσμοί» και πρόεδρος του Κέντρου Έρευνας και Πρακτικών Εφαρμογών του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος, μέλος της Εταιρείας Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας της Σχολής Μωραΐτη, μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου και του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (επιτροπή κληροδοτήματος Αλέξη Μινωτή).
Από το 2003 είναι πρόεδρος του Κέντρου Μελέτης και Έρευνας του Ελληνικού Θεάτρου – Θεατρικού Μουσείου. Το 2006 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Για το σύνολο του έργου του έχει τιμηθεί, μεταξύ άλλων, με το Χρυσό Μετάλλιο της Πόλεως των Αθηνών (2000) και με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας του Υπουργείου Πολιτισμού (2009).

[Τα στοιχεία για τη σύνταξη του βιογραφικού σημειώματος αντλήθηκαν από το υλικό του αρχείου και από το site του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (http://www.biblionet.gr/main.asp?page=showauthor&personsid=1366)].

Τυπάλδος, Αιμίλιος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1798-1878

Ο Αιμίλιος-Αμεδαίος, γιος του Κωνσταντίνου Τυπάλδου Πρετεντέρη και της Άννας Κολέττη, γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1798 και έζησε στην Ιταλία όπου πήγε σε νεαρή ηλικία. Σπούδασε νομικά στην Πάδουα και το 1825 διορίστηκε καθηγητής της Ιστορίας, της Γεωγραφίας και του Ναυτικού Δικαίου στη Ναυτική Σχολή στη Βενετία. Δίδαξε εκεί μέχρι το 1848, όταν αποσύρθηκε στο Μιράνο, κοντά στη Βενετία και ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και την ιστορία.
Υπήρξε πρόεδρος της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας και εξελέγη δήμαρχος του Μιράνο.
Μετάφρασε στα ιταλικά την “Ιστορίαν της ελληνικής φιλολογίας” του F. Schoell, διηύθυνε τη δεκάτομη έκδοση των “Βιογραφιών εξεχόντων Ιταλών επιστημόνων και λογοτεχνών”, όπου και ο ίδιος έγραψε πολλά άρθρα. Έγραψε επίσης την τρίτομη “Ιστορίαν της Ελλάδος”, βιογραφία του Α. Μουστοξύδη -που είχε παντρευτεί την αδελφή της γυναίκας του-, και μεγάλο αριθμό μελετών. Ήταν μέλος πολυάριθμων επιστημονικών συλλόγων και εταιρειών.[Βλέπε φάκελο αρχείου του.]
Παντρεύτηκε την Μαρία Χάρτα από την Κύπρο με την οποία απέκτησαν μία μονάκριβη θυγατέρα την Ελοϊσία-Ρόζα-Άννα, σύζυγο του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη.
Πέθανε, πλήρης ημερών, στην έπαυλη του Μιράνο τον Μάρτιο του 1878.

[Εκτενές βιογραφικό και εργογραφικό σημείωμα υπάρχει στον οικείο φάκελο του αρχείου του και πληροφορίες για την οικογένεια Τυπάλδου σε χειρόγραφο άρθρο του Ιωάννη Βαλαωρίτη στον φάκελο 27.1, Περιουσιακά-Δικαστικά, Γενεαλογικά οικογενειών Βαλαωρίτη, Τυπάλδου…].

Λυκούδης, Πέτρος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1843-1913

Ο Πέτρος Λυκούδης γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1843. Ήταν γιος του Στυλιανού Π. Λυκούδη από την Κέρκυρα και της Μαρίας Εμμ. Κυδωνάκη-Καλλέργη από την Κρήτη. Η ιστορία της οικογένειας Λυκούδη ανέρχεται στα βυζαντινά χρόνια. Απόγονοι της οικογένειας εγκαταστάθηκαν τον 17ο αιώνα στην Κεφαλλονιά και Ζάκυνθο, ενώ κλάδος της οικογένειας Ζακύνθου μετοίκησε στην Κέρκυρα και στη Βενετία.
Ο Πέτρος εισήχθη στη Σχολή Ευελπίδων το 1859 και καταταγόμενος στο σώμα του Μηχανικού το 1865 υπηρέτησε στις Διευθύνσεις Ναυπλίου και Κερκύρας. Το 1869 στάλθηκε στη Γαλλία για εκπαίδευση (σύνταγμα Μηχανικού στο Metz) και για παρακολούθηση μαθημάτων στην Ecole des Ponts et Chaussιes στο Παρίσι, όπου και βρέθηκε στην κήρυξη του γαλλοπρωσικού πολέμου. Αυτόπτης μάρτυρας της πολιορκίας του Παρισιού, την περιγράφει ζωντανά στις επιστολές προς τον πατέρα του (βλ. Φακ.1.2). Το φθινόπωρο του 1870 επέστρεψε στην Ελλάδα και του ανατέθηκε η εκτέλεση έργων οδοποιΐας κυρίως στην Αιτωλοακαρνανία, ενώ το 1875 διορίστηκε καθηγητής Οχυρωματικής στη Σχολή Ευελπίδων. Συμμετείχε στην προέλαση του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλία τον Ιανουάριο του 1878, ενώ ένα χρόνο αργότερα έλαβε μέρος στις διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν στην Πρέβεζα και στην Κωνσταντινούπολη για τις εδαφικές παραχωρήσεις της Τουρκίας προς την Ελλάδα. Το 1880 στάλθηκε από τον Χαρίλαο Τρικούπη στη συνδιάσκεψη του Βερολίνου, ως στρατιωτικός σύμβουλος της ελληνικής αντιπροσωπείας. Το 1881 ο Πέτρος Λυκούδης ήταν μέλος της Διεθνούς Επιτροπής για τη χάραξη των νέων συνόρων και εργάστηκε με τον άγγλο συνταγματάρχη Ardag για τη σύνταξη του χάρτη της νέας οροθετικής γραμμής.
Στο διάστημα 1885-89 ασχολήθηκε με τη μελέτη της μόνιμης οχύρωσης της Αθήνας, του Πειραιά και του Ναυστάθμου, θέμα που τον είχε ήδη απασχολήσει από το 1878. Τον Απρίλιο του 1897 βρέθηκε στη θέση του επιτελάρχη στο Γενικό Επιτελείο Στρατού, αναπληρώνοντας τον Α. Μαγγίνα, ενώ δύο χρόνια αργότερα απορρίπτοντας την πρόταση να αναλάβει επίσημα τη θέση, ζήτησε να τεθεί σε διαθεσιμότητα. Το 1906, ύστερα από αίτησή του, αποστρατεύθηκε με το βαθμό του υποστρατήγου.
Ο Πέτρος Λυκούδης υπήρξε ο εφευρέτης ενός νέου συστήματος λειτουργίας του πυροβόλου όπλου, το λυόμενο πυροβόλο “κατά οριζοντίαν κατεύθυνσιν άνευ λύσεως της συνεχείας των αυλάκων”. Το σύστημά του βραβεύθηκε και αναγνωρίστηκε διεθνώς, ωστόσο η ηθική αμοιβή και η αναγνώριση της εφεύρεσής του από το ελληνικό κράτος άργησε τόσο, ώστε να τιμηθεί μόνον μετά θάνατον, το 1924, με το μετάλλιο στρατιωτικής αξίας 1ης τάξεως.
Πέθανε στις 31 Μαρτίου του 1913 στην Αθήνα μετά από πενταετή ταλαιπωρία που προήλθε από εγκεφαλική συμφόρηση και κηδεύθηκε, σύμφωνα με την επιθυμία του, χωρίς στρατιωτική στολή και τιμές.

Λεβάντας, Χρήστος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1904 - 1975

Ο Χρήστος Λεβάντας γεννήθηκε στον Πειραιά. Το πραγματικό του όνομα ήταν Κυριάκος Χατζιδάκης και καταγόταν από το Φόδελε του νομού Ηρακλείου της Κρήτης. Ορφάνεψε σε παιδική ηλικία και η ανέχεια τον ανάγκασε να εργαστεί από μικρός και του στέρησε τη δυνατότητα σπουδών. Από το 1922 μπήκε στο χώρο της επαγγελματικής δημοσιογραφίας αρθρογραφώντας σε πειραϊκές εφημερίδες. Πέθανε στον Πειραιά. Από την καθημερινή ζωή στη γενέτειρά του, την οποία παρακολουθούσε από κοντά λόγω επαγγέλματος, άντλησε και τα θέματα των πεζογραφικών έργων του. Ήδη από το 1921 άρχισε να δημοσιεύει διηγήματα στο περιοδικό Μποέμ, ενώ υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Λογοτεχνικού και Καλλιτεχνικού Ομίλου Πειραιώς και συνεργάτης της Εφημερίδας των Νέων. Το 1923 πραγματοποίησε την πρώτη έκδοση έργου του, της συλλογής διηγημάτων Στο μεθύσι του πόνου. Από το 1958 και για δύο χρόνια επανεξέδωσε το Περιοδικό μας, που είχε ιδρύσει ο Γεράσιμος Βώκος. Ο Χρήστος Λεβάντας τοποθετείται ανάμεσα στους έλληνες πεζογράφους του μεσοπολέμου. Πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (τελευταία πρόσβαση 17/5/2021).

Γκολφινόπουλος, Σωτ.

  • Φυσικό Πρόσωπο

Ο Σωτ. Γκολφινόπουλος διετέλεσε δικηγόρος, συγγραφέας και Δημοτικός Σύμβουλος.

Μπενάκης, Αντώνιος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1873 -1954

Ο Αντώνης Μπενάκης (Αλεξάνδρεια 1873, Αθήνα 31 Μαΐου 1954) ήταν επιχειρηματίας, εθνικός ευεργέτης, πολιτικός και ιδρυτής του Μουσείου Μπενάκη. Η παιδική του ζωή περιγράφεται λεπτομερώς στο γνωστό βιβλίο "Τρελλαντώνης" που έγραψε η αδελφή του, Πηνελόπη Δέλτα.
Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και ήταν γιος του Εμμανουήλ Μπενάκη, επιχειρηματία και πολιτικού, και της Βιργινίας Χωρέμη. Υπήρξε μέλος των ισχυρών οικογενειών Μπενάκη και Χωρέμη και αδέλφια του ήταν οι Αλέξανδρος Μπενάκης, σύζυγος Μαρίας Συναδινού, Αργυρώ Μπενάκη, σύζυγος Μιχαήλ Σαλβάγου, Πηνελόπη Δέλτα, σύζυγος του Στέφανου Δέλτα και Αλεξάνδρα Μπενάκη, σύζυγος του Τόμας Ντέϊβις. Μεγάλωσε στο αυστηρό κλίμα της οικογενειακής εστίας στην Αλεξάνδρεια, για την καθημερινότητα της οποίας διασώζονται αρκετές μαρτυρίες μέσα από τα βιβλία της αδελφής του, Πηνελόπης Δέλτα.
Παρακολουήθησε ξενόγλωσσα σχολεία στην Αλεξάνδρεια και εν συνεχεία μετέβη ως οικότροφος στο "Rossal School" στη Βρετανία. Επέστρεψε στην Αίγυπτο, όπου και εργάστηκε στον οικογενειακό οίκο εμπορίας βάμβακος "Χωρέμη-Μπενάκη". Παράλληλα ανέπτυξε σημαντική εθνική δράση λαμβάνοντας μέρος στην ελληνοτουρκική σύρραξη του 1897, ενισχύοντας οικονομικά τον το Μακεδονικό Αγώνα με τον εξοπλισμό της ομάδας Γαρέφη και προσφέροντας εθελοντικά τις υπηρεσίες του στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13.
Μετά την εγκατάσταση του πατέρα του, Εμμανουήλ Μπενάκη, στην Ελλάδα το 1911, ο Αντώνης ανέλαβε την διοίκηση του οικογενειακού εμπορικού οίκου μέχρι και 1926. Παράλληλα ανέλαβε για βραχύ χρονικό διάστημα υφυπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Βενιζέλου. Κατά τη διάρκεια της ζωής του πραγματοποίησε δεκάδες δωρεές μεταξύ των οποίων αρκετές προς την ελληνική κοινότητα και τον Πανελλήνιο Σύλλογο Αλεξανδρείας, του οποίου διετέλεσε Πρόεδρος.
Υπήρξε ένθερμος οπαδός του προσκοπισμού και ιδρυτής του Σώματος Ελλήνων Προσκόπων Αλεξάνδρειας καθώς και λάτρης της ιστιοπλοΐας. Για τον σκοπό αυτό ίδρυσε μαζί με άλλα μέλη της αθηναϊκής κοινωνίας τον Ναυτικό Όμιλος Ελλάδος, του οποίου διετέλεσε πρόεδρος μέχρι και τον θάνατό του το 1952.

Καρούζου, Σέμνη

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1898 - 1994

Αρχαιολόγος στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας.

Βεντήρης, Γεώργιος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1890 - 1954

Ο Γεώργιος Βεντήρης, του Αντωνίου, ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, ιστορικός και πολιτικός. Γεννήθηκε στην Άρτα το 1890, με καταγωγή από τη Λακωνία, και μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παράλληλα εισήλθε στο δημοσιογραφικό χώρο όπου και σημείωσε ταχύτατη εξέλιξη, αναλαμβάνοντας αρχικά διευθυντής της εφημερίδας «Θάρρος των Καλαμών», και υπερθεματίζοντας το Κίνημα στο Γουδί και τον ερχομό του Βενιζέλου. Κατά την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων και τη μετέπειτα εποχή, έχοντας μετακομίσει στην Αθήνα, διηύθυνε διάφορες άλλες εφημερίδες της φιλελεύθερης παράταξης, όπως: τη «Νέα Ελλάς», «Πατρίς», «Νέα Ημέρα Τεργέστης», »Ελεύθερον Βήμα». Από της εποχής μάλιστα που ανέλαβε διευθυντής της "Πατρίδος" υπήρξε έμπιστος φίλος του Ελευθερίου Βενιζέλου. Μετά το θάνατο του τελευταίου το 1936, συνδέθηκε φιλικά με τον Νικόλαο Πλαστήρα.
Κατά το λεγόμενο Κίνημα Παγκάλου 25ης Ιουνίου 1925 ο Βεντήρης υπέστη άγριο διωγμό μαζί με άλλους δημοκρατικούς πολιτικούς. Την περίοδο 1927-1931 ασχολήθηκε με τη συγγραφή δίτομης πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας, με τίτλο Η Ελλάς του 1910-1920 (1931, 1970), που αποτελεί αξιόλογη συμβολή στη νεότερη ιστορία της χώρας και με την οποία επιχείρησε να ερμηνεύσει τον Εθνικό Διχασμό. Το 1946 ο Βεντήρης συμμετείχε στην ελληνική αντιπροσωπεία στη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο Διάσκεψη της Ειρήνης. Επί βασιλείας Παύλου του Α΄ διετέλεσε διευθυντής της γενικής γραμματείας του πολιτικού Οίκου του Βασιλέως, επειδή πίστευε πως θα βοηθούσε στην άρση του εθνικού διχασμού, απογοητεύοντας όμως τους παλαιούς φίλους του. Πέθανε το 1954 στη Λωζάνη της Ελβετίας, σε ηλικία 64 ετών.

Κολοκοτρώνης, Πάνος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1800 - 1824

Ο Πάνος Κολοκοτρώνης μεγάλωσε στη Ζάκυνθο, όπου στις 20 Δεκεμβρίου του 1818, σε ηλικία 20 χρόνων, μυήθηκε από τον πατέρα του στη Φιλική Εταιρεία.

Είχε σπουδάσει στην Ακαδημία της Κέρκυρας, ήταν μαθηματικός και γνώριζε καλά την αρχαία ελληνική και την ιταλική γλώσσα, καθώς και λίγα γαλλικά.

Στις 23 Μαρτίου 1821 ζήτησε άδεια μαζί με το μικρότερο αδελφό του Γενναίο από τις αγγλικές αρχές της Ζακύνθου, να φύγουν για το Μοριά. Οι Άγγλοι δεν το επέτρεψαν και αναγκάστηκαν να φύγουν κρυφά για το Μοριά, όπου ανέπτυξαν αξιόλογη πολεμική δραστηριότητα.

Ξεμπάρκαραν στην Ηλεία και πήραν μέρος στη μάχη που έγινε στον Πύργο κατά των Λαλαίων Τούρκων. Προχώρησαν ύστερα στην Αρκαδία και ανταμώθηκαν με τον πατέρα τους. Όταν ο Θ. Κολοκοτρώνης πήγε στο Άστρος να υποδεχτεί το Δημήτριο Υψηλάντη, οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς βγήκαν με ισχυρές δυνάμεις εναντίον των Ελλήνων. Ο Πάνος Κολοκοτρώνης τους αντιμετώπισε δείχνοντας παράλογη τόλμη. Όταν κατελήφθη η Τρίπολη από τους Έλληνες, οι Τριπολιτσιώτες ζήτησαν από το Θ. Κολοκοτρώνη με αναφορά τους να τους αφήσει τον Πάνο πολιτάρχη, και τον άφησε, η δε Πελοποννησιακή Γερουσία τον ονόμασε χιλίαρχο και τον έστειλε ως αντιπρόσωπό της για την παραλαβή του Αναπλιού. Πολέμησε κατά των Τούρκων του Δράμαλη και συμμετείχε στη φύλαξη των Σπετσών, ώστε να μη γίνουν Τουρκικές αποβάσεις.

Το Φλεβάρη του 1823 στεφανώθηκε την κόρη της Μπουμπουλίνας, Ελένη, στο Ανάπλι. Μετά τη Συνέλευση του Άστρους, το Εκτελεστικό Σώμα διόρισε τον Πάνο φρούραρχο στο Ανάπλι.

Η πολιτική του δράση συνδέεται με τις εμφύλιες διενέξεις ανάμεσα σε πολιτικούς και στρατιωτικούς, όπου τάχθηκε με το μέρος του πατέρα του (1823-1824). Συγκεκριμένα, όταν ένα μέρος βουλευτών, φίλοι του Μαυροκορδάτου, αντενεργούσαν στο έργο του Εκτελεστικού Σώματος και των Στρατιωτικών, ο Πάνος Κολοκοτρώνης και ο Νικηταράς αντέδρασαν λόγω και έργω. Ανάλογα έπραξε ο Πάνος και με το δεύτερο εκτελεστικό, την παράνομη κυβέρνηση Κουντουριώτη.

Κατά τη δεύτερη φάση του εμφυλίου ο Πάνος συγκρούστηκε με τα στρατεύματα του Παπαφλέσσα και Μακρυγιάννη στη Μεσσηνία και αφού τα διέλυσε ανέβηκε στην περιοχή της Τριπολιτσάς.

Στις 13 Νοεμβρίου 1824 , κατευθυνόμενος προς Σελίμνα, όπου βρισκόταν ο πατέρας του, έπεσε σε κυβερνητική ενέδρα και σκοτώθηκε. Ο θάνατος του Πάνου επέδρασε διαλυτικά στο στρατόπεδο των «ανταρτών», διότι ο Θ. Κολοκοτρώνης δεν είχε διάθεση να συνεχίσει τον αγώνα κατά των κυβερνητικών και αποτραβήχτηκε στη Στεμνίτσα.

Κοντογόνης, Κωνσταντίνος

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1812-1878

Ο Κωνσταντίνος Κοντογόνης, καθηγητής Θεολογίας, γεννήθηκε στη Τεργέστη το 1812 και πέθανε στην Αθήνα το 1878. Μαθήτευσε στην Ελληνική Σχολή της Τεργέστης, έκανε σπουδές Φιλοσοφίας και Θεολογίας στη Γερμανία και στη συνέχεια πήγε στη Βιέννη, όπου συνεργάστηκε για ένα διάστημα με τον Κ. Γκαρπολά και άλλους λογίους στην έκδοση του λεξικού του Άνθιμου Γαζή (1836). Όταν ήρθε στην Ελλάδα διορίστηκε καθηγητής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο, όπου δίδαξε για σαράντα χρόνια, ενώ συγχρόνως δίδασκε και στη Ριζάρειο Σχολή. Το 1854-55 διετέλεσε πρύτανις του Πανεπιστημίου. Ο Κοντογόνης εξέδιδε για μεγάλο διάστημα το μηνιαίο περιοδικό Ευαγγελικός Κήρυξ (1857-1871) και δημοσίευσε πολλά επιστημονικά συγγράμματα ποικίλου περιεχομένου. Τιμήθηκε από τη Θεολογική Σχολή, που τον αναγόρευσε επίτιμο διδάκτορα το 1862, καθώς και από την Εκκλησιαστική Ακαδημία της Πετρούπολης. Έργα του : 1) Επιτομή της ελληνικής μυθολογίας (δ΄έκδ. 1872) 2) Εγχειρίδιον της εβραϊκής αρχαιολογίας (1844) 3) Φιλολογική και κριτική ιστορία των από α΄- η΄εκατονταετηρίδος ακμασάντων πατέρων της Εκκλησίας (1851-53) 4) Εισαγωγή εις την Αγίαν Γραφήν και στοιχεία ερμηνευτικής (1859) 5) Εκκλησιαστική ιστορία.

1ο Πρότυπο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Αθηνών "Γεννάδειο"

  • Νομικό Πρόσωπο
  • 1829 -

Η πορεία του 1ου Πειραματικού Γυμνασίου / Λυκείου μέσα στο χρόνο ξεκινά το 1829, όταν ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας ιδρύει στην Αίγινα, την τότε πρωτεύουσα του νεοδημιουργημένου ελληνικού κράτους, το Κεντρικό Σχολείο. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια (1831) η λειτουργία του Κεντρικού ατονεί και το 1834 αποφασίζεται η μεταφορά του στην καινούργια πρωτεύουσα του κράτους, την Αθήνα. Εδώ στεγάζεται προσωρινά στην Οικία Κλεάνθους, στους πρόποδες της Ακρόπολης.

Με την εγκατάστασή του στον αθηναϊκό χώρο το σχολείο αλλάζει μορφή και ονομασία. Γίνεται 3ετές Ελληνικό Σχολείο και 4ετές Γυμνάσιο, αποκτά την προσωνυμία Βασιλικό και, επειδή είναι το μοναδικό δημόσιο δευτεροβάθμιο εκπαιδευτήριο της πρωτεύουσας, ενισχύεται με μεγάλα κονδύλια από τον κρατικό προϋπολογισμό. Πρώτος Γυμνασιάρχης, αλλά και επόπτης του Ελληνικού σχολείου, διορίζεται ο Γεώργιος Γεννάδιος, ο οποίος θα παραμείνει στην ίδια θέση μέχρι το θάνατό του.

Στην Αθήνα το κύρος του σχολείου ενισχύεται συνεχώς με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη προσέλευση μαθητών από την πρωτεύουσα και την επαρχία καθώς και συρροή ακροατών. Αυτή η συνεχής αύξηση όμως, επιτείνει τα κτιριολογικά προβλήματα που ούτως ή άλλως αντιμετωπίζει λόγω έλλειψης μόνιμης ιδιόκτητης στέγης και ακαταλληλότητας του προσωρινού χώρου στέγασης.

Έτσι μετά το 1837, οπότε η “οικία Κλεάνθους” διατίθεται για τη στέγαση του Πανεπιστημίου, το σχολείο αρχίζει να μετακινείται σε διάφορα μισθωμένα από την πολιτεία κτίρια του κέντρου της Αθήνας. Αρχικά μεταφέρεται στην “οικία Μποτσάρη” (οδός Καπνικαρέας και Μητροπόλεως) και στη συνέχεια στεγάζεται διαδοχικά στο κτίριο του Βαρβακείου Λυκείου, σε οίκημα επί των οδών Κορνάρου και Ερμού και, περίπου στο τέλος του προηγούμενου αιώνα, στην οδό Αδριανού. Κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή τα μαθήματα γίνονται και πάλι στο Βαρβάκειο αλλά και στο ναό της Μητρόπολης, ενώ από το 1932 μέχρι το 1964 φιλοξενείται στο κτίριο των πρώην “Εκπαιδευτηρίων του Σωτήρος” Κ. Διαλησμά (οδός Σχολείου και Επιχάρμου). Για τα επόμενα 34 χρόνια εγκαθίσταται σε νεοκλασικό κτίριο της οδού Ηπίτου για να επιστρέψει και πάλι στην οδό Αδριανού, διατηρώντας ακόμη και σήμερα το θλιβερό προνόμιο να στερείται ιδιόκτητου κτιρίου ικανού να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός σύγχρονου και δημιουργικού εκπαιδευτηρίου.

Παρά τις πρακτικές αντιξοότητες πάντως, σε διάστημα δύο σχεδόν αιώνων το σχολείο, όπως αποδεικνύεται και από το πλούσιο σχολικό αρχείο, κατόρθωσε να διατηρήσει αμείωτη τη φήμη του, γεγονός που συναρτάται άμεσα με τους έμψυχους παράγοντες (διδάσκοντες, μαθητές) που καθορίζουν την εξέλιξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Για την κάλυψη των αναγκών τους μάλιστα, το σχολείο διαθέτει πλούσια σχολική βιβλιοθήκη, η συγκρότηση της οποίας είχε αρχίσει από την εποχή που στεγαζόταν στην Αίγινα. Στις μέρες μας αυτή η βιβλιοθήκη περιλαμβάνει 4.500 καταχωρήσεις και, ανάμεσά τους, 352 τόμους εκδόσεων που χρονολογούνται από το 16ο μέχρι και το 19ο αιώνα.

Από την άλλη πλευρά, σε όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του σχολείου οι μαθητές ασχολήθηκαν και ανέπτυξαν, με την ενθάρρυνση πάντοτε των καθηγητών τους, ένα ευρύ φάσμα εξωδιδακτικών δραστηριοτήτων. Η παράδοση αυτή συνεχίζεται και σήμερα που το σχολείο εμπλέκεται στα σχολικά πολιτιστικά δρώμενα με την πειραματική ομάδα θεάτρου, τη συντακτική ομάδα του περιοδικού “Πειραματισμοί”, την ομάδα ανάδειξης της ιστορικότητας και αξιοποίησης της σχολικής βιβλιοθήκης, τις περιβαλλοντικές και τις αθλητικές του ομάδες.

Από το 1ο Πειραματικό Λύκειο αποφοίτησαν πολλές γνωστές προσωπικότητες και οι επιτυχίες των μαθητών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση είναι σημαντικές. Σήμερα, μετά από 170 χρόνια συνεχούς λειτουργίας και έχοντας αλλάξει κατά καιρούς διάφορες ονομασίες (Α’ εν Αθήναις Γυμνάσιον, Α’ Πρότυπον Γυμνάσιον αρρένων Αθηνών, Α’ Γυμνάσιο / Λύκειο Αθηνών) το σχολείο ονομάζεται 1o Πειραματικό Γυμνάσιο / Λύκειο Αθηνών - Γεννάδειο, σε μια προσπάθεια απόδοσης φόρου τιμής στο μεγάλο δάσκαλο του Γένους τόσο για τις υπηρεσίες του στο συγκεκριμένο εκπαιδευτήριο όσο και για τη γενικότερη προσφορά του στο χώρο της νεοελληνικής εκπαίδευσης και παιδείας.

[Σόνιας Γελαδάκη, Από το Κεντρικό Σχολείο Αιγίνης στο Α’ Γυμνάσιο αρρένων Αθηνών, στον τόμο "Αι Αθήναι ως εκπαιδευτική πόλις. Από το 19o στον 20ο αιώνα", Αθήνα, έκδοση Μουσείου Ιστορίας της Παιδείας, 1999].

Καβάφης, Κωνσταντίνος Π.

  • Φυσικό Πρόσωπο
  • 1863 - 1933

Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1863 με καταγωγή από την Πόλη. Μετά τον θάνατο του πατέρα του μετακομίζει με τη μητέρα του Χαρίκλεια και τα οκτώ αδέλφια του στην Αγγλία. Επιστρέφει οριστικά στην Αλεξάνδρεια και ζει μόνιμα στο διαμέρισμα της οδού Lepsius 10. Εργάζεται στην Υπηρεσία Αρδεύσεων του Υπουργείου Δημοσίων Έργων για τριάντα χρόνια από το 1892 μέχρι το 1922, όταν και παραιτείται. Πεθαίνει από καρκίνο του λάρυγγα στις 29 Απριλίου 1933, την ημέρα των γενεθλίων του, σε ηλικία 70 χρονών. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα από την εφημερίδα Κωνσταντινούπολις της Πόλης το 1886 και δημοσίευσε ποιήματά του σε αρκετά περιοδικά της εποχής. Παρά τις τακτικές δημοσιεύσεις του, δεν εξέδωσε καμία ποιητική συλλογή. Αντίθετα συνήθιζε να τυπώνει τα ποιήματά του σε μονόφυλλα που τα συνένωνε, καταρτίζοντας αυτοσχέδιες συλλογές (χρονολογικές ή θεματικές) τις οποίες κυκλοφορούσε «εκτός εμπορίου». Tα 154 ποιήματα, το επίσημο ποιητικό σώμα, τυπώθηκαν πρώτη φορά το 1935 στην Aλεξάνδρεια, σε πολυτελή έκδοση με επιμέλεια των κληρονόμων του Αλέκου και Ρίκας Σεγκοπούλου και ακολούθησε η δίτομη φιλολογική έκδοση με επιμέλεια του Γ.Π. Σαββίδη (Ίκαρος, 1963).

Πηγή: Κώστας Στεργιόπουλος (επιμ.), «Κ.Π. Καβάφης 1863-1933», Η ελληνική ποίηση. Ανθολογία-Γραμματολογία. Η ανανεωμένη παράδοση, τ. Γ΄, Αθήνα, Σοκόλης 1990, σ. 192-229.

Αποτελέσματα 901 έως 1000 από 16948