Showing 345 results

Authority record
Family

Δράκου, οικογένεια

  • Family

Γεωργάκης Δ. Δράκος (1788-1827)
Ο Γεωργάκης ήταν γιος του Δήμου Δράκου, επιφανούς αρχηγού της οικογένειας Δράκου του Σουλίου κατά τον 18ο αιώνα. Ο Δήμος Δράκος ήταν γνωστός για την στρατιωτική του ικανότητα και ευφυΐα, αρετές τις οποίες επέδειξε σε όλες τις συγκρούσεις των Σουλιωτών με τους Τούρκους, ήδη από το 1730. Το Δεκέμβριο του 1803 μαζί με το Φώτο Τζαβέλλα και άλλους οπλαρχηγούς οδήγησαν 2000 περίπου γυναικόπαιδα από το Σούλι στην Κέρκυρα. Εκεί ο Δήμος κατατάχθηκε στο ρωσικό στρατό (με το βαθμό του εκατόνταρχου) αλλά πέθανε τρεις μήνες αργότερα για ν’ αντικατασταθεί από το γιό του, Γεωργάκη. Ο Γεωργάκης ήταν και αυτός διακεκριμένος οπλαρχηγός του Σουλίου, ο οποίος έλαβε μέρος στην ελληνική επανάσταση και διακρίθηκε στις μάχες του Μεσολογγίου, των Θηβών και της Αθήνας. Αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και μεταφέρθηκε στο φρούριο της Χαλκίδας όπου και πέθανε.

Ιωάννης Γ. Δράκος (1820-1875)
Ο Ιωάννης Δράκος γεννήθηκε στο Σούλι το 1820. Ήταν γιος του Γεωργάκη Δράκου. Φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή της Βαυαρίας από την οποία αποφοίτησε με το βαθμό του ανθυπασπιστή του ιππικού. Διετέλεσε υπασπιστής του Όθωνα με το βαθμό του αντισυνταγματάρχη του ιππικού. Συνόδευσε τον Όθωνα στην εξορία, στη Βαμβέργη, και παρέμεινε εκεί μέχρι το θάνατο του εξόριστου βασιλιά το 1867. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα πέρασε από δίκη για λιποταξία στο εξωτερικό και αθωώθηκε. Διετέλεσε υπουργός Στρατιωτικών το 1871. Πέθανε το 1875. Για τις υπηρεσίες του προς τον Όθωνα, η Αμαλία ανέλαβε να καταβάλλει οικονομικό βοήθημα στη χήρα του Αικατερίνη. Μετά το θάνατο της Αμαλίας, το βοήθημα κατέβαλλαν οι κληρονόμοι τους.
Ο Ιωάννης Δράκος παντρεύτηκε την Αικατερίνη Δαγκλή και έκαναν τρεις γιους (Γεώργιο, Νικόλαο και Κωνσταντίνο) και μία κόρη, τη Μαρία (σύζυγο Κωνσταντίνου Πλανητέρου).
Ο γιος του, Γεώργιος, υπηρέτησε στον πρωσικό στρατό και σκοτώθηκε το Σεπτέμβριο του 1870 στη μάχη του Sedan (γαλλο-πρωσικός πόλεμος του 1870).

Νικόλαος Ι. Δράκος (1861-1927;)
Ο Νικόλαος Ιωάννου Δράκος γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1861. Εισήλθε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (ΣΣΕ) το 1877 και αποφοίτησε στις 24 Μαρτίου 1881 με το βαθμό του ανθυπολοχαγού Πυροβολικού. Έλαβε μέρος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Το 1913, με το βαθμό του συνταγματάρχη, διετέλεσε Φρούραρχος Θεσσαλονίκης. Το 1916 διετέλεσε υπουργός Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Σπυρίδωνος Λάμπρου. Αποστρατεύθηκε το 1916. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του διετέλεσε επίσης μέλος της επιτροπής των εισιτηρίων εξετάσεων στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Παντρεύτηκε την Αιμιλία Μπότσαρη, κόρη του Δημητρίου Μπότσαρη και της Χαρίκλειας Δεληγιάννη. Ο Δημήτριος Μπότσαρης ήταν γιος του Μάρκου Μπότσαρη και της Χρυσούλας Καλογήρου.
Ο Νικόλαος Δράκος και η σύζυγός του Αιμιλία απέκτησαν τρεις κόρες και έναν γιο: 1. την Αικατερίνη (Κάκιω, γεν. 1894) που παντρεύτηκε τον Λεόντιο Λεοντίου και σε δεύτερο γάμο –λόγω χηρείας– τον αξιωματικό του Βασιλικού Ναυτικού Κωνσταντίνο Σπ. Λιόλιο, 2. την Αθηνά (γεν. 1898, άγαμη), 3. τη Μαρία (γεν. 1900, σύζυγο Ιακώβου(;) Κορέσση, βιομήχανου) και 4. τον Ιωάννη (1896, έγγαμος), χωρίς όμως άλλα στοιχεία. Ο Ιωάννης το 1956 φαίνεται ότι εργαζόταν στο τμήμα διοίκησης υποκαταστημάτων της Ιονικής Τραπέζης. Η Αικατερίνη Ν. Δράκου έκανε από τον πρώτο της γάμο μία κόρη, τη Θεοδώρα. Η Μαρία Ν. Δράκου έκανε μάλλον τρία παιδιά: την Ελένη, τον Ιωάννη και τον Αλκιβιάδη (βλ. οικογένεια Κορέσση, αρχεία ΕΛΙΑ). Ο Νικόλαος Δράκος πέθανε το 1927.

Πρόσωπα που εμφανίζονται στο αρχείο και παράγουν τον κύριο όγκο των επιστολών προς τον Νικόλαο και την Αιμιλία Δράκου είναι τα ακόλουθα:

Αικατερίνη Ι. Δράκου το γένος Δαγκλή
Σύζυγος του Ιωάννη Γ. Δράκου, απόγονος κι αυτή σουλιώτικης οικογένειας.

Κωνσταντίνος Δράκος
Ο Κωνσταντίνος Δράκος ήταν αδελφός του Νικολάου Ι. Δράκου. Σύμφωνα με τη Μεγάλη Στρατιωτική Εγκυκλοπαίδεια, γεννήθηκε το 1861. Αρχικά αξιωματικός του ιππικού, έλαβε μέρος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Αποστρατεύθηκε με το βαθμό του υπιλάρχου (υπολοχαγού) για να υπηρετήσει στη συνέχεια ως αξιωματικός της Χωροφυλακής (δεύτερος αστυνόμος) στην Αίγινα και στον Πόρο. Σημειώνεται ότι στο μητρώο των αξιωματικών του στρατού του 1908 (στο οποίο περιλαμβάνονται οι αξιωματικοί της χωροφυλακής), το όνομά του δεν αναφέρεται. Φαίνεται ότι παντρεύτηκε μία Βασιλική (Βάσω). Από την αλληλογραφία δεν προκύπτουν πληροφορίες για τέκνα. Από τις επιστολές του αρχείου προκύπτει ότι ο Κωνσταντίνος μάλλον υπέφερε από κάποια ασθένεια.

Μαρία Κ. Πλανητέρου (το γένος Ιωάννου Δράκου)
Η Μαρία (Μαριγουλίτσα) φοίτησε στη Σχολή Χιλλ. Παντρεύτηκε τον Κωνσταντίνο (Ντάντο) Πλανήτερο από τη Ζάκυνθο, έμπορο σταφίδας. Πρόκειται για αρχοντική οικογένεια της Ζακύνθου (απαντάται στο νησί από το 1509, με ρίζες αρχικά στο Ναύπλιο). Απέκτησαν τέσσερα τέκνα: τον Ιωάννη (Γιάγκο), την Αικατερίνη (1891-;) τον Νικόλαο και τον Γεώργιο (Τζωρτζάκη, 1893-;). Τόσο ο Λεωνίδας Ζώης όσο και ο Mihail-Dimitri Sturdza αναφέρουν ότι μια Αικατερίνη Πλανητέρου παντρεύτηκε τον Σπυρίδωνα Καρρέρ (1880-1962), επίσης από τη Ζάκυνθο, και απέκτησαν μια κόρη, την Ανδριανή– ίσως πρόκειται για την κόρη της Μαρίας. Από την αλληλογραφία προκύπτει ότι η Μαρία και ο Κωνσταντίνος Πλανήτερος απέκτησαν τρία εγγόνια: τη Σόνια (Σοφία), τον Κωνσταντίνο και τη Μαρία.

Χαρίκλεια Δ. Μπότσαρη, το γένος Νικολάου Δεληγιάννη
Κόρη του Νικολάου Δεληγιάννη και της Αικατερίνης Νοταρά. Παντρεύτηκε τον Δημήτριο Μπότσαρη (1814-1871), γιο του Μάρκου Μπότσαρη (1790-1823) και της Χρυσούλας Καλογήρου. Ο Δημήτριος Μπότσαρης ήταν στρατιωτικός (έφτασε στο βαθμό του υποστρατήγου) και διετέλεσε δύο φορές υπουργός Στρατιωτικών. Απέκτησαν επτά τέκνα: την Αικατερίνη (1851-1875), τη Χρυσούλα (1852-1922, σύζυγο Γεωργίου Προβελεγγίου), το Μάρκο (1854-1873), την Αθηνά (1857-1878), τον Κωνσταντίνο (1858-1919 άγαμος), τον Αθανάσιο (1860-1944, παντρεύτηκε τη Σοφία Σπυρίδωνος Ρώμα) και την Αιμιλία (1868, σύζυγο Νικολάου Ι. Δράκου).

Χρυσούλα Γ. Προβελεγγίου, το γένος Δημητρίου Μπότσαρη
Κόρη του Δημητρίου Μπότσαρη και της Χαρίκλειας Δεληγιάννη. Η Χρυσούλα παντρεύτηκε το σίφνιο νομικό Γεώργιο Προβελέγγιο (ανιψιό του πολιτικού Κωνσταντίνου Προβελέγγιου και αδελφό του πολιτικού και ποιητή Αριστομένη Προβελέγγιου και του εκπαιδευτικού Νικολάου Προβελέγγιου) και απέκτησαν δύο κόρες, την Αικατερίνη, την Όλγα (και ίσως μία τρίτη, την Ελένη) και δύο γιους: τον Ιωάννη και το Δημήτριο. Η Όλγα παντρεύτηκε τον Γεώργιο (;) ο οποίος δραστηριοποιήθηκε στο Poti της σημερινής Γεωργίας. Απέκτησαν μιά κόρη η οποία πέθανε μάλλον σε νηπιακή ηλικία. Ο Δημήτριος Προβελέγγιος παντρεύτηκε την Baby (δεν αναφέρεται άλλο όνομα) και απέκτησαν μία κόρη, τη Χαρίκλεια, η οποία πέθανε σε νηπιακή ηλικία. Ο Ιωάννης, μετά από μια διαμονή στο Λονδίνο (στα 1912) εγκαταστάθηκε και εργάστηκε -για άγνωστο διάστημα- στο Cawnpore (Kanpur) της Ινδίας. Εγγονός της Χρυσούλας και του Γεωργίου Προβελέγγιου ήταν ο διακεκριμένος αρχιτέκτονας Αριστομένης Προβελλέγιος (1914-1999). (Βλ. συνέντευξη του Αριστομένη Προβελέγγιου στο Θανάση Λάλα, Τα Νέα, 07/11/1999).

Αθανάσιος Δημ. Μπότσαρης
Γιος του Δημητρίου Μπότσαρη και της Χαρίκλειας Δεληγιάννη. Γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου του 1860. Εισήλθε στη Στρατιωτικού Σχολή Ευελπίδων το 1880 και αποφοίτησε το 1884 με το βαθμό του ανθυπολοχαγού Πυροβολικού. Παντρεύτηκε τη Σοφία Ρώμα (1863-), κόρη του Σπυρίδωνος Ρώμα (1826-1881) και της Ασπασίας Μουρούζη. Ο Αθανάσιος και η Σοφία απέκτησαν πέντε τέκνα: την Ασπασία (1891-1974, μικροβιολόγο), το Δημήτριο (1892-1965, παντρεύτηκε την Καλλιόπη Διαμαντίδη), το Μάρκο (1893-1960, μάλλον ανύπαντρος), το Σπύρο (1894-1948, παντρεύτηκε σε πρώτο γάμο τη Μυρσίνη Αμπελοράβδη και σε δεύτερο την Αλεξάνδρα Παντζίρη) και την Pierrete (1902-;) η οποία παντρεύτηκε το Δημοσθένη Χωρέμη). Ο Σπύρος απέκτησε δύο τέκνα: το Μάρκο και τη Ρόζα. Από μια αναφορά σε επιστολή της εξαδέλφης του Μαρίας (υποφ. 2.6) φαίνεται ότι το 1911 έχασαν ένα παιδί – ίσως πρόκειται για αποβολή.

Κωνσταντίνος Σπ. Λιόλιος
Ο Κωνσταντίνος Σπυρίδωνος Λιόλιος γεννήθηκε στις 23 Ιουνίου 1869. Εισήλθε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το 1885 και αποφοίτησε το 1890 ως μάχιμος σημαιοφόρος. Στους Βαλκανικούς Πολέμους, με το βαθμό του πλωτάρχη, υπηρέτησε ως κυβερνήτης του αντιτορπιλικού Ναυκρατούσα. Έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις της Λήμνου και της Τενέδου. Αποστρατεύθηκε το Μάρτιο του 1917 με το βαθμό του αντιπλοιάρχου. Επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία τον Ιούνιο του ιδίου έτους. Στον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο, με το βαθμό του πλοιάρχου, διετέλεσε Διοικητής Μοίρας Σαρωνικού (1917-1919) και μοίραρχος αρχηγός του Ελαφρού Στόλου (1918). Με την ίδια ιδιότητα έλαβε μέρος και στις επιχειρήσεις της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Αποτάχθηκε το 1921. Η απόταξή του ακυρώθηκε το 1922 και με αίτησή του αποστρατεύθηκε οριστικά το 1923 με το βαθμό του υποναυάρχου. (Τα στοιχεία αντλήθηκαν από το Βιογραφικό Λεξικό των Αποφοίτων της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων, βλ. παρακάτω).
Ο Κωνσταντίνος Λιόλιος παντρεύτηκε την Αικατερίνη, κόρη του Νικολάου Δράκου και χήρα του Λεοντίου Λεοντίου. Το 1936 υιοθέτησε την κόρη της Αικατερίνης από τον πρώτο γάμο της, Θεοδώρα. Πέθανε το 1947. Η οικογένεια Λιόλιου συνδέεται με την οικογένεια Μπότσαρη ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα καθώς η αδελφή του Μάρκου Μπότσαρη, Δέσπω, είχε παντρευτεί τον Γ. Λιόλιο. Ο Κωνσταντίνος Λιόλιος πιθανότατα συνδέεται με τον υποστράτηγο (Μηχανικού) Γεώργιο Λιόλιο (1858-1923), ο οποίος φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων στην ίδια κλάση με τον Νικόλαο Ι. Δράκο.

Πηγές:
Μητρώον των αξιωματικών και ανθυπασπιστών του κατά γην στρατού 1908. Αθήνα, Υπουργείο Στρατιωτικών, 1908: 12
Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια, τ.3 και 5.
Αναστάσιος Κ. Δημητρακόπουλος (αντιναύαρχος ΠΝ ε.α.), Βιογραφικό Λεξικό των Αποφοίτων της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων. Οι τάξεις εισόδου 1884-1950, τ. 2, Αθήνα, 2006.
Λεωνίδας Χ. Ζώης, Λεξικόν Ιστορικόν και Λαογραφικόν Ζακύνθου, τ. Α΄, Αθήνα, Εθνικό Τυπογραφείο, 1963.
Μαρίνος Γερουλάνος, Αναμνήσεις (1867-1957). Σελίδες από την ιστορία της νεώτερης ιατρικής στην Ελλάδα, Αθήνα, Εκδ. Καστανιώτη, Β΄ έκδοση 1995.
Γρηγόρης Σκαμπαρδώνης και Νικ. Δ. Σχίζας, Η ασθένεια και ο θάνατος του βασιλέως Κωνσταντίνου (1915-1922), άρθρο στην ιστοσελίδα Ελεύθερη Ζώνη www.elzoni.gr/html/ent/072/ent.26072.asp
Mihail-Dimitri Sturdza, Dictionnaire Historique Genealogique des Grandes Familles de Grece d'Albanie et de Constantinople, Paris, 1983.

Κονεμένου, οικογένεια

  • Family

Οι αδελφοί Σπυρίδων και Ανδρέας Κονεμένος ήσαν γαιοκτήμονες, γιοί του Γεωργίου Κονεμένου, που διετέλεσε πρεσβευτής των Τούρκων και πέθανε στην Πρέβεζα το 1895. Ο Σπυρίδων είχε παντρευτεί το 1830 την Καθαρή Σικελιανού. Ο Νικόλαος Σ.Κονεμένος (1832-1906) ήταν εξάδελφος του Γεωργίου Κονεμένου. Γεννήθηκε στην Πρέβεζα, σπούδασε στην Ιόνιο Ακαδημία και ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία. Δημοσίευσε στιχουργήματα που διακρίθηκαν για τη ρυθμική τους αρμονία και την έμμετρη κοινωνική σάτυρα (“Η φαντασία μου”, 1867), εξέδωσε στην Κέρκυρα το λογοτεχνικό περιοδικό “Εωσφόρος”, έγραψε την “Οικογένεια” (1870) και τη “Διαθήκη” (1901) καθώς και δύο φυλλάδια για τη γλώσσα. Έγινε γνωστός για τους αγώνες του υπέρ της δημοτικής γλώσσας. Ο Καίσαρ Νικολάκη Κονεμένου ήταν ενδεχομένως γιος του Νικολάου.

Πατρικίου, οικογένεια

  • Family

Ο Αλέξιος Πατρίκιος του Παναγιώτη καταγόταν από την Κεφαλονιά και ασχολιόταν με το εμπόριο ελαιολάδου στην Κέρκυρα. Είχε ένα μοναδικό γιο ονόματι Γεώργιο, παντρεμένο το 1863 με τη Νικολέτα, θυγατέρα του Αντωνίου Κουρή και της Μαρίνας Βραχλιώτη. Στη διαθήκη του ο Αλέξιος Πατρίκιος αφού δηλώνει ότι ο γιος του πάσχει από πολύχρονη ασθένεια και είναι ανάξιος να αποφασίζει, διορίζει επιτρόπους για την κληρονομία του και τους εγγονούς του, τους: Σπυρίδωνα Πατρίκιο (ανηψιό του), Κωνσταντίνο Θρόνο, Ιάκωβο Ποργατζέλη, Αντώνιο Κουρή. Ο Γεώργιος Α. Πατρίκιος έκανε τέσσερα παιδιά: α) τον Παναγιώτη, σύζυγο Μαρίας Σπυρίδωνος Δαμασκηνού με την οποία έμεινε παντρεμένος τέσσερα χρόνια (1860-1864) και με την οποία απέκτησε ένα γιο τον Αλέξιο (που αυτοκτόνησε το 1888 στη Νάπολη της Ιταλίας) β) την Μαρία, σύζυγο Νικολάου Αγιοβλασίτη γ) την Ρεγγίνα, σύζυγο Αναστασίου Πιέρη του Μαρκαντωνίου και δ) τον Ιωάννη.

Κάββα, οικογένεια

  • Family

Ο Μιχαήλ Κάββας (τέλη 19ου αι. - Τρίπολη, 1840) υπήρξε διακεκριμένος γιατρός επί τουρκοκρατίας και αγωνιστής της επανάστασης.

Ο Βασίλειος Κάββας (Άργος, 1824 - Αθήνα, 1915) ήταν ο μικρότερος γιος του Μιχαήλ Κάββα. Υπήρξε Βασιλικός Επίτροπος σε διάφορες θέσεις και πρόεδρος της “Εταιρίας Μεταλλουργίων Λαυρίου” το 1915. Το 1871 παντρεύτηκε την Ασπασία Αντωνοπούλου, χήρα Ιωάννη Δαμιανού.

Δαμιανού, οικογένεια

  • Family

Ο Ιωάννης Δαμιανός (Αθήνα,1861-1920) υπήρξε αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, πρώτος κυβερνήτης του θωρηκτού “Αβέρωφ”, αρχηγός των μοιρών Αμβρακικού και Ευδρόμων κατά τους Βαλκανικούς πολέμους. Προήχθη σε υποναύαρχο κατ’ εκλογήν το 1914. Διετέλεσε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη μετά το κίνημα στο Γουδί (15/8/1909-18/1/1910) και στις φιλοβασιλικές κυβερνήσεις Καλογερόπουλου και Λάμπρου (21/6/1916-21/4/1917). Μετά την φυγή του βασιλιά και την άνοδο του Βενιζέλου στην εξουσία κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία και εξορίστηκε στην Κρήτη.

Ο Κωνσταντίνος Δαμιανός (1853-1915), αδελφός του Ιωάννη, ήταν αξιωματικός του Πυροβολικού, αρχηγός της στρατιάς που κατέλαβε την Κορυτσά στους Βαλκανικούς πολέμους και αρχηγός του 4ου σώματος στρατού στην Καβάλα μετά τη λήξη των πολέμων.

Χρόνη, οικογένεια

  • Family

1) Δημήτριος Χρόνης (1898-1949). Γιος του Γεωργίου και της Σμαράγδας Χρόνη. Παντρεύτηκε το 1924 την Αναστασία (το γένος Αλεξ. Πιπέρου) και απέκτησαν δύο γιους, τον Γεώργιο, που γεννήθηκε στην Αθήνα το 1924 και τον Αλέξανδρο (Αλέκο), το 1928.
Ο Χρόνης κατετάγη ως εθελοντής στο Ναυτικό το 1912. Τον Νοέμβριο του 1916 προσχώρησε στην Εθνική Άμυνα υπηρετώντας ως δίοπος νοσοκόμος και το 1919 επανήλθε στο Ναυτικό ως δίοπος υποκελευστής γραφέας. Υπηρέτησε στο Ναυτικό ως το 1924, οπότε ζήτησε μετάταξη για την Αεροπορία, στην οποία υπηρέτησε ως διαχειριστής υλικού και τροφίμων, ως τμηματάρχης ανταλλακτικών κινητήρων αεροπλάνων και αυτοκινήτων της Γενικής Αποθήκης Υλικού Αεροπορίας (ΓΑΥΑ), ως μέλος της Επιτροπής περισυλλογής εγκαταλειφθέντος υλικού από τους Γερμανούς (1934-1946) και τέλος με το βαθμό του επισμηναγού στο Ελεγκτήριο Δαπανών του υπουργείου Αεροπορίας (1946-1949). [Για περισσότερες λεπτομέρειες βλέπε υποφάκελο 2.1 Υπηρεσιακά].
2) Χαρίκλεια Ι. Δούση (το γένος Γ. Χρόνη). Έζησε στο χωριό Αντικάλαμο και Σπερχόγεια, όπου ασχολιόταν με αγροτικές εργασίες και είχε αναλάβει τη φροντίδα του πατέρα Χρόνη. Είχε δύο παιδιά: την Βασιλική και τον Παναγιώτη, που έζησαν μαζί της στο χωριό.
3) Παναγιώτης Γ. Χρόνης. Μετανάστευσε στην Αμερική, εγκαταστάθηκε στο Peabody της Μασσαχουσέτης, όπου έζησε τουλάχιστον ως το 1955. Παντρεύτηκε το 1923 την Ευαγγελία, κόρη Αναστασίου Περωτή και απέκτησαν δύο αγόρια: τον Αναστάσιο και Γεώργιο.
4) Κώστας Γ. Χρόνης. Μετανάστευσε στην Αμερική και εγκαταστάθηκε στο Peabody της Μασσαχουσέτης. Χωρίς οικογένεια (;)
5) Αλέξανδρος Αθαν. Πιπέρος (Άργος, 1831-1921). Ασχολήθηκε με το εμπόριο (παντοπώλης). Παντρεύτηκε τη Μαριγώ και απέκτησε δύο γιους τον Γεώργιο και τον Χρήστο, οι οποίοι μετανάστευσαν στην Αμερική, και μία κόρη την Αναστασία (Τασία) που παντρεύτηκε τον Δημήτριο Χρόνη και έζησε στην Αθήνα (Μάρκου Μπότσαρη 52).
6) Γεώργιος Αλεξ. Πιπέρος (George Perros). Έφυγε για την Αμερική το 1907 και εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη, όπου έζησε μέχρι το θάνατό του, το 1950. Δούλεψε στην αρχή σε διάφορες δουλειές και αργότερα, για βιοπορισμό, παρέδιδε μαθήματα πιάνου.
7) Χρήστος Αλεξ. Πιπέρος. Πριν φύγει για την Αμερική το 1906, ήταν οινοπώλης στην Αθήνα. Παντρεύτηκε στην Αμερική τη Σταυρούλα (;), αλλά πρέπει να επέστρεψε πριν από το 1950 στην Ελλάδα.
8) Ο Κώστας Πασανιώτης, έμπορος αποικιακών ειδών είχε παντρευτεί αδελφή του Αλεξ. Πιπέρου και ζούσε στην Αθήνα.
9) Ο Πέτρος Κουρτέσης (1865- ;) από την Άνδρο, ήταν οινοπνευματοπώλης και διατηρούσε μαγαζί στην οδό Απόλλωνος 11 στην Αθήνα. Είχε παντρευτεί τη Σοφία Πασανιώτη, η οποία πέθανε το 1941.

Κατσουγιάννη, οικογένεια

  • Family

Ο Θωμάς Μ. Κατσουγιάννης (1815 - μεταξύ 1892 και 1894) γεννήθηκε και έζησε στο Κρούσοβο. Εμπορευόταν κυρίως υφάσματα στο Κρούσοβο και στο Μοναστήρι ενώ ασχολήθηκε και με τον δανεισμό χρημάτων. Η επωνυμία της επιχείρησής του ήταν «Θωμάς Κατσουγιάννης και υιοί» η οποία το 1875 εμφανίζεται να έχει έδρα το Μονοαστήρι. Μετά τον θάνατο του Θωμά Κατσουγιάννη η επιχείρηση πέρασε σε τέσσερις από τους γιους του (Μιχαήλ, Ματθαίος, Πέτρος και Στέργιος, ενώ ο Κωνσταντίνος αποχώρησε). Η επιχείρηση τα τελευταία χρόνια του 20ού αιώνα μεγάλωσε πολύ, σημείωσε έντονη κερδοφορία και επεκτάθηκε, άτυπα, στον πιστωτικό τομέα. Η επιχείρηση διατηρήθηκε έως το 1902 όταν και διαλύθηκε.
Μεταξύ των ετών 1904-1906 τα αδέλφια Μιχαήλ και Ματθαίος Κατσουγιάννης λειτούργησαν τη δική τους επιχείρηση, η οποία διαλύθηκε μετά τη δολοφονία του δευτέρου από βούλγαρο κομιτατζή. Και αυτή η επιχείρηση ασχολήθηκε με το εμπόριο υφασμάτων και με το δανεισμό χρημάτων.
Ο Μιχαήλ (1842-1915) και οι γιοι του, Θωμάς και Τηλέμαχος (1882-1964) , συνέχισαν την εμπορική και πιστωτική δραστηριότητα της οικογένειας. Δύο χρόνια μετά το θάνατο του Μιχαήλ η έδρα της επιχείρησης μεταφέρεται στη Θεσσαλονίκη. Η οικογενειακή επιχείρηση περνάει στον έλεγχο του Τηλέμαχου Κατσουγιάννη και μετά το θάνατό του στο γιο του Μιχαήλ. Η επιχείρηση λειτούργησε μέχρι το 1983.
Στο αρχείο συναντάται και επιχείρηση με την επωνυμία «Δήτσας Κατσουγιάννης και Νιτσιώτας» με έδρα τη Θεσσαλονίκη και υποκατάστημα στα Σκόπια.

Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Βασίλης Κ. Γούναρης, Στις όχθες του Υδραγόρα.Οικογένεια οικονομία και αστική κοινωνία στο Μοναστήρι 1897-1911, Εκδόσεις Στάχυ, Αθήνα 2000.
Υλικό του αρχείου.

Σαχτούρη, οικογένεια

  • Family

Μέλη της οικογένειας
Σαχτούρης, Γεώργιος (1775-1841)
Σαχτούρης, Δημήτριος
Σαχτούρης, Σταμάτης
Σαχτούρης, Θεμιστοκλής
Σαχτούρης, Αλέξανδρος Δημητ.
Σαχτούρης, Δημήτριος Αλεξ.

Στεφάνου, οικογένεια

  • Family

Η οικογένεια Στεφάνου καταγόταν από τη Σαρατσά της Κορώνης Πελοποννήσου και εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο μετά τα Ορλωφικά.
Ο Παναγιώτης-Μαρίνος Στεφάνου, γιος του Θεοδώρου και της Μαρίας Ρίζου-Χίτου, γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1791. Σπούδασε γιατρός στην Πίζα και στο Παρίσι και το 1813 επέστρεψε στην πατρίδα του, όπου άσκησε το επάγγελμά του ιατροχειρούργου με ανιδιοτέλεια και ανθρωπισμό.
Δραστήριο μέλος της Φιλικής Εταιρείας και της Επιτροπής Αγώνος Ζακύνθου διακρίθηκε για τη μόρφωσή του και τον πατριωτισμό του και προσέφερε πολλά στον Αγώνα Ανεξαρτησίας των Ελλήνων (βλέπε και το αρχείο Διονυσίου Ρώμα). Μετά από πρόταση του άγγλου Αρμοστή (Th. Maithland) μεσολάβησε ο ίδιος στην απελευθέρωση των γυναικών του Χουρσίτ Πασά που αιχμαλωτίστηκαν μετά την άλωση της Τριπολιτσάς.
Παντρεύτηκε το 1823 την Almaide Honorine de Chantal κόρη του γάλλου προξένου Maximilien Hegesippe Ildephonse de Chantal και της Maria Rosa de Beon και απέκτησε μαζί της πέντε παιδιά από τα οποία επέζησαν η Μαρία Ρόζα και ο Διονύσιος. Η γυναίκα του πέθανε νεότατη από ευλογιά το 1837.
Τιμήθηκε από την Γ΄Εθνική Συνέλευση της Τροιζήνας (1827) και από τον Οθωνα με τον Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος (1841), ενώ υπήρξε ευεργέτης της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.
Πέθανε στη Ζάκυνθο την 1 Ιουνίου 1863, λίγες μόνο μέρες μετά την Ενωση της Επτανήσου με την Ελλάδα.
Ο γιος του Παναγιώτη-Μαρίνου Στεφάνου Διονύσιος, γεννήθηκε στη Ζάκυνθο στις 13 Νοεμβρίου 1835. Τελείωσε το σχολείο στο ¨Ελληνικό Εκπαιδευτήριο¨ στην Αθήνα και παρακολούθησε για δύο χρόνια μαθήματα Νομικής στο Πανεπιστήμιο. Το 1857 πήγε στο Παρίσι για να συνεχίσει τις σπουδές του, όπου και πήρε το πτυχίο της Νομικής.
Το 1864 διορίστηκε ειρηνοδίκης στην Κέρκυρα και ακολούθησε όλες τις βαθμίδες της δικαστικής υπηρεσίας μέχρι τον προβιβασμό του σε αρειοπαγίτη το 1873.
Το 1882 διορίστηκε από τον Χ. Τρικούπη νομικός σύμβουλος του υπουργείου Εξωτερικών και ένα χρόνο αργότερα (1883) αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στη Διεθνή Επιτροπή Αποζημιώσεων Αιγύπτου. Ανέλαβε επίσης τη νομική και διπλωματική επίλυση της ελληνορουμανικής διαφοράς που είχε προκύψει με το θέμα της κληρονομίας Ζάππα. Το 1888 προήχθη σε δικαστικό σύμβουλο του υπουργείου Οικονομικών και πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου. Μετά το θάνατο του Κ. Λομβάρδου, ο Χ. Τρικούπης πρότεινε στον Δ. Στεφάνου να παραιτηθεί από τα υψηλά δικαστικά του καθήκοντα και να εκτεθεί ως υποψήφιος βουλευτής του κόμματος του Λομβάρδου στη Ζάκυνθο. Ο Δ. Στεφάνου πρωτοεξελέγη βουλευτής το 1890, ενώ από το 1893 ως το 1895 διετέλεσε υπουργός Δικαιοσύνης και Εξωτερικών. Μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο έλαβε μέρος μαζί με τον έλληνα πρεσβευτή Ν. Μαυροκορδάτο στις διαπραγματεύσεις στην Κων/πολη για την οριστική υπογραφή συνθήκης ειρήνης μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Διετέλεσε επίσης υπουργός Δικαιοσύνης (1908-9) επί κυβερνήσεως Γ. Θεοτόκη και το 1909 ανέλαβε τη διεύθυνση του Πολιτικού Γραφείου του βασιλέως Γεωργίου Α΄, θέση από την οποία παραιτήθηκε δύο χρόνια αργότερα.
Υπήρξε μέλος πολλών Συλλόγων και Εταιρειών (Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων, Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, Εθνική Εταιρεία κ. ά. ) καθώς και υψηλόβαθμος τέκτονας.
Σπουδαίος νομομαθής, ο Δ. Στεφάνου έγραψε πολλές νομικές μελέτες, άρθρα και βιβλιοκρισίες.
Διακρίθηκε και τιμήθηκε με τον Ανώτερο Ταξιάρχη του Σωτήρος, με Μεγαλόσταυρους και άλλα παράσημα ξένων κρατών.
Παντρεύτηκε το 1869 την Αικατερίνη Αλεξίου Πάλλη και απέκτησαν πέντε παιδιά: τον Αλέξιο, την Ονορίνα, τον Δημήτριο, τον Γεώργιο και τον Ιωάννη.
Πέθανε την 1 Νοεμβρίου 1916 μετά από ασθένεια που οφειλόταν σε ελώδεις πυρετούς.

Καρτάλη, οικογένεια

  • Family

Η οικογένεια Καρτάλη εμφανίστηκε στην Τσαγκαράδα του Πηλίου το πρώτο μισό του 18ου αιώνα. Αν και μόνο ένα μέλος της, ο Γεώργιος Αντωνίου Καρτάλης (1908-1957), είναι ευρύτερα γνωστός στο πανελλήνιο, όλα της τα μέλη για τουλάχιστον έναν αιώνα είχαν σημαντική συμβολή στον ελληνικό κοινωνικό και πολιτικό βίο. Οικογένεια επιχειρηματιών, με εμπορικά συμφέροντα στην Αίγυπτο, άρχισε να δραστηριοποιείται στην πολιτική λίγο πριν την εσνωμάτωση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος με το διορισμό, από τις τουρκικές αρχές, του Γεωργίου Χατζηαντωνίου Καρτάλη (1834-1899) πρώτου Δημάρχου του Βόλου.

Μπουστίντουι, οικογένεια

  • Family

Ο Ιωσήφ Μπουστίντουι γεννήθηκε στο Σαν Σεμπαστιάν της Ισπανίας στις 30 Απριλίου 1882. Ξεκίνησε σπουδές μουσικής σε ηλικία δέκα ετών στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Αγίου Σεβαστιανού και σε ηλικία 17 ετών του απονεμήθηκε χρυσό μετάλλιο. Συνέχισε τις σπουδές του στο Ωδείο Βρυξελλών με δάσκαλο βιολιού τον Cesar Thomson. Μετά από τρία χρόνια σπουδών, το 1902, του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο με διάκριση και έλαβε μέρος ως σολίστ σε συναυλίες στην πατρίδα του καθώς και στις Βρυξέλλες όπου συνέχισε τις σπουδές του ως το 1903. Τότε επέστρεψε στην Ισπανία όπου μελέτησε αρμονία με δάσκαλο τον μαέστρο don Emilio Serrano. Παράλληλα έπαιρνε μέρος σε συναυλίες, μεταξύ αυτών και μία στα βασιλικά ανάκτορα της Ισαβέλλας των Βουρβόνων.

Το 1904, μετά από σύσταση του καθηγητή Thomson προς τον τότε διευθυντή του Ωδείου Αθηνών Γεώργιο Νάζο, διορίστηκε καθηγητής βιολιού και μουσικής δωματίου στο Ωδείο αυτό. Το 1906 διορίστηκε καθηγητής βιολιού και μουσικής δωματίου στο Ωδείο Πειραιώς (Πειραϊκός Σύνδεσμος). Τις πρώτες συναυλίες μουσικής δωματίου έδωσε το 1905 με τον καθηγητή πιάνου Βασενχόβεν και τις μαθήτριες του τελευταίου, Φούλα Πάλμα και Ήβη Πανά. Από την ίδια χρονιά ως το 1920 έδωσε ρεσιτάλ και συμμετείχε σε συναυλίες στην Ισπανία, την Αυστρία, το Βέλγιο, πόλεις της Ελλάδας και στη Σμύρνη. Το 1906 έδωσε συναυλίες κουαρτέτου εγχόρδων με τους καθηγητές Αρμάνδο Μαρσίκ, Σούλτσε, Μπέμερ και στη συνέχεια διοργάνωσε άλλο κουαρτέτο με τη σύζυγό του Ελένη, τον Αχ. Παπαδημητρίου και την Α. Κοψίδα. Από το 1904 ως το 1921 ήταν το 1ο βιολί της συμφωνικής ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών. Το 1922 ανέλαβε, μετά την αποχώρηση του Α. Μαρσίκ, τη διεύθυνση της συμφωνικής ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών, το οποίο από το επόμενο έτος του απένειμε τον τίτλο του δεύτερου διευθυντή ορχήστρας. Στα 1922-1924 οργάνωσε με τους Φιλ. Οικονομίδη και Σπ. Φαραντάτο τις πρώτες λαϊκές συναυλίες στην αίθουσα Αττικόν. Στα 1928-1930 διηύθηνε τη συμφωνική ορχήστρα στο Σαν Σεμπαστιάν, της οποίας έγινε επίτιμος διευθυντής. Από το 1930 ανέλαβε τη διεύθυνση του Ωδείου Πειραιώς. Το 1931 ανέλαβε τη διεύθυνση του Ωδείου Πατρών με τον Βελούδιο και από το 1945 ήταν επίτιμος διευθυντής του. Από το 1939 ως το 1959 ήταν διευθυντής της ορχήστρας του Ραδιοφωνικού σταθμού και επί τρία χρόνια ήταν διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Παντρεύτηκε την βιολίστρια και μαθήτριά του Ελένη Γεωργαντοπούλου (γεν. 30.11.1888) και απέκτησαν δύο κόρες την Ιουλία και την Μαρία. Πέθανε το 1964. Το 1947; ο Ι. Μπουστίντουι απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα.

Τιμητικές διακρίσεις: αντεπιστέλλον μέλος της ακαδημίας Καλών Τεχνών αγίου Φερδινάνδου (Ισπανία), Ιππότης του τάγματος της Villaviciosa (Ισπανία), Ιππότης του τάγματος του Αλφόνσου X του σοφού (Ισπανία), Ιππότης του τάγματος του Σωτήρος (Ελλάδα), έκτακτο μέλος της Ακαδημίας και Ιππότης του τάγματος Τεχνών και Γραμμάτων (Γαλλία).

Η Μαρία Μπουστίντουι, κόρη του Ιωσήφ Μπουστίντουι και της Ελένης Γεωργαντοπούλου-Μπουστίντουι, γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο το 1912, σπούδασε μουσική και δραματική στο Ωδείο Αθηνών και στη Σχολή Εθνικού θεάτρου. Άρχισε να ζωγραφίζει το 1952 και πρωτοεμφανίστηκε στην γκαλερί Ζυγός το 1959. Αντλούσε τα θέματά της κυρίως από την παλαιότερη αστική και παραδοσιακή αρχιτεκτονική και ζωή και δούλεψε κυρίως με τέμπερα, αυγοτέμπερα και λάδι. Έκανε πολλά ενημερωτικά ταξίδια σε Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, Αγγλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Αυστρία, Πορτογαλία, Ελβετία. Ήταν μέλος του καλλιτεχνικού επιμελητηρίου και του Σωματείου Ελληνίδων Ζωγράφων.

Πραγματοποίησε αρκετές ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε πολλές ομαδικές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό [Βλ. φακέλους 1-3].

Έργα της υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη και σε πολλές πινακοθήκες της Ελλάδας και του εξωτερικού.

Ήταν παντρεμένη με τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Πωπ, γιο του Γεωργίου Πωπ, εκδότη της εφ. Αθήναι. Η ίδια εργάστηκε στην ισπανική πρεσβεία της Αθήνας. Πέθανε το 2009.

Πλατσούκα, οικογένεια

  • Family

Η οικογένεια Πλ(ι)ατσ(ι)ούκα καταγόταν από την Πίνδο. Ως απώτερος πρόγονός της εντοπίζεται ο Νικόλαος (Νικολός) Χριστόδουλου Πλατσούκας, ο οποίος στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ήταν εγκατεστημένος στην Νάουσα όπου ασχολήθηκε με την οικοτεχνική παραγωγή σαγιακιού (είδος χοντρού μάλλινου υφάσματος). Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε έξι παιδιά: τον Κωνσταντίνο, τον Χριστόδουλο, τον Ιωάννη, τον Δημήτριο, την Ευφημία και τον Γεώργιο. Επί Τουρκοκρατίας ήταν μέλος της δημογεροντίας Νάουσας. Πέθανε το 1912, μέχρι τότε όμως, είχε προβεί μαζί με τους γιους του σε διάφορες επιχειρηματικές ενέργειες και επενδύσεις.
Η οικογένεια Πλατσούκα συμμετείχε σε μια πληθώρα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Μέλη της οικογέ­νειας συμμετείχαν μεταξύ άλλων στις εξής εταιρείες (τεκμήρια των οποίων εντοπίζονται στο αρχείο): «Αδελφοί Ν. Πλατσούκα», «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία, Λόγγος και Τουρπάλης», που μετονομάστηκε σε «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία», «Τουρπάλης, Κόκκινος, Πλατσούκας και Σία» που μετονομάστηκε σε «Κόκκινος, Πλατσούκας και Σία», «Αδελφοί Σεφερτζή Κόκκι­νου και Σία», «Αδελφοί Γεωργιάδη».
Η εταιρεία «Αδελφοί Ν. Πλατσούκα» συστάθηκε από τους απογόνους του Νικολού Πλατσούκα, μετά το θάνατό του, με σκοπό να διαχειριστεί τη συνολική συμμετοχή των μελών της οικογενείας σε άλλες εταιρείες.
Η εταιρεία «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία Λόγγος και Τουρπάλης» μετονομάστηκε το 1916 σε «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία». Η εταιρεία είχε έδρα τη Θεσσαλονίκη και κατείχε υδροκίνητο εργοστάσιο νηματουργίας, υφαντουργίας και λευκαντηρίου στη συνοικία Βαρόσι στην Έδεσσα. Οι δραστηριότητές της αφορούσαν την επεξεργασία βαμβακιού σε νήματα και υφάσματα. Η εταιρεία ήταν μία από τις μεγαλύτερες κλωστοϋφαντουργίες του μεσοπολέμου ενώ δραστηριοποιήθηκε και μεταπολεμικά.
Η εταιρεία «Τουρπάλης, Κόκκινος, Πλατσούκας και Σία» είχε έδρα της τη Θεσσαλονίκη και διατηρούσε υδροκίνητο εργοστάσιο σχοινοποιίας και σπαγγοποιίας με την επωνυμία «Η Αραπίτσα» στη Νάουσα. Το 1931 με την αποχώρηση ορισμένων εταίρων, μεταξύ των οποίων και του Ιωάννη Πλατσούκα, η εταιρεία μετονομάστηκε σε «Κόκκινος και Πλατσούκας».
Η εριοβιομηχανία «Αδελφοί Σεφερτζή Κόκκινου και Σία», γνωστή και ως ΣΕΦΕ.ΚΟ ιδρύθηκε το 1930. Είχε έδρα της την Έδεσσα όπου βρισκόταν και το υδροκίνητο εργοστάσιο της εταιρείας.
Το παγοποιείο και ζυθοποιείο «Νάουσα» της εταιρείας «Αδελφοί Γεωργιάδη και Σία» συνενώθηκε το 1920 με την επιχείρηση «Όλυμπος» και δημιούργησαν την εταιρεία «Όλυμπος-Νάουσα», η οποία εξαγοράστηκε αργότερα από την εταιρεία «Κάρολος Φιξ».
Ο Κωνσταντίνος Ν. Πλατσούκας (1871-1934) δρασ­τηριοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη από το 1908. Παντρεύτηκε την Αθηνά Χατζηδημήτρη και απέκτησαν τρία παιδιά. Είναι αυτός που υπογράφει τις περισσότερες επιστολές στα βιβλία αντιγραφής επιστολών που αφορούν τις οικονομικές δραστηριότητες της οικογένειας πριν το θάνατο του πατέρα του. Επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα κοινά και κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα συνεργάστηκε με τον πρόξενο Κορομηλά. Στις εκλογές του 1915 εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης με το ψηφοδέλτιο των Ανεξάρτητων.
Ο Χριστόδουλος Νικολάου Πλατσούκας (1872-1956) ήταν ο διαχειριστής της ομόρρυθμης εταιρείας «Αδελφοί Πλατσούκα». Ήταν μέτοχος στις εταιρείες «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία», «Σεφερτζής και Κόκκι­νος» και «Τουρπάλης Κόκκινος και Πλατσούκας». Εικάζεται ότι ο Χριστόδουλος είναι ο κύριος παραγω­γός του αρχείου καθώς ορισμένα τεκμήρια φέρουν με κόκκινο μελάνι τη σημείωση Χρ. Πλατσούκας. Παν­τρεύτηκε την Καλλιόπη Γουργουλιάτου (1877-1955) με την οποία απέκτησαν εφτά παιδιά.
Ο Ιωάννης Πλατσούκας (1881-;) εργάστηκε στην εταιρεία «Γρηγόριος Τσίτσης και Σία» στις εγκαταστάσεις της Νάουσας.
Ο Δημήτριος Πλατσούκας (1890/92 – 1938) σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Βερολίνο. Ήταν μέτοχος στην εταιρεία «Σεφερτζής Κόκκινος και Σία».
Η Ευθυμία Πλατσούκα (1888-;) παντρεύτηκε τον Αναστάσιο Τσίτση, γιο του Γρηγορίου Τσίτση της ομώνυμης εταιρείας.
Ο Γεώργιος Πλατσούκας (1886-1918) ασχολήθηκε με τις εμπορικές δραστηριότητες της οικογένειας. Παντρεύτηκε τη Φανή Κολτσάκη με την οποία απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Επέζησαν τα δύο, ο Χρήστος (1913-1970) και ο Γεώργιος (1918-1986), οι οποίοι μαζί με τη μητέρα τους ήταν μέτοχοι στη εταιρεία «Σεφερτζής Κόκκινος και Σία».
Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
Τα λήμματα της οικογένειας Πλατσούκα, της οικογένειας Τσίτση Γρηγορίου του Αναστασίου και της οικογένειας Τουρπάλη στο Ευφροσύνη Ρούπα και Ευάγγελος Χεκίμογλου, Η επιχειρηματικότητα στην περίοδο 1900-1940, Μεγάλες επιχειρήσεις και επιχειρηματικές οικογένειες, τομ. Γ΄ στη σειρά Η ιστορία της επιχειρηματικότητας στη Θεσσαλονίκη, Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος, Θεσσαλονίκη 2004.
Βιομηχανική Νάουσα, Επτά Ημέρες, Καθημερινή, 11.3.2001
Υλικό του αρχείου

Παπαδοπούλου, οικογένεια

  • Family

Ο Εμμανουήλ Παπαδόπουλος του Αποστόλου και της Μαρίας γεννήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου του 1880 στη Στενήμαχο της Βουλγαρίας (παρότι στο πιστοποιητικό εγγραφής του στο μητρώο αρρένων του Δήμου Θεσσαλονίκης στον υποφάκελο 1.3 φαίνεται ως έτος γέννησης το 1881). Αποφοίτησε από το ελληνικό γυμνάσιο Φιλιππούπολης. Συνέχισε τις σπουδές του στη Βασιλική Βαυαρική Ανωτάτη Τεχνική Σχολή του Μονάχου όπου σπούδασε αρχιτεκτονική από το 1899 έως το 1907. Από το 1909 μέχρι και το 1925 εξάσκησε το επάγγελμα του αρχιτέκτονα στη Βουλγαρία. Τον Φεβρουάριο του 1926 κατέφυγε στην Θεσσαλονίκη όπου και εργάστηκε ως αρχιτέκτονας μέχρι το θάνατό του, το 1947.
Ήταν παντρεμένος από το 1922 με την Χρυσάνθη Δανιήλ (1900-1978), κόρη του εμπόρου Βασίλειου και της Πηνελόπης Δανιήλ. Ο γάμος τους έγινε στη Σόφια της Βουλγαρίας και απέκτησαν ένα παιδί, την Μαίρη Παπαδοπούλου.
Η Χρυσάνθη Παπαδοπούλου γεννήθηκε το 1900 στη Στενήμαχο (παρότι στο απολυτήριο γυμνασίου του Ζαππείου Παρθεναγωγείου στον υποφάκελο 3.2 φαίνεται ως έτος γεννήσεως το 1905). Πέθανε μάλλον το 1978.
Η Μαίρη Παπαδοπούλου γεννήθηκε το 1923 στη Στενήμαχο της Βουλγαρίας. Δούλεψε για πολλά χρόνια ως καθηγήτρια στο κρατικό ωδείο της Θεσσαλονίκης. Πέθανε το 2010.
Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
Υλικό του αρχείου, πληροφορίες του δωρητή, Δημήτρη Ιωάννου.

Κέντρου, Θωμά, οικογένεια

  • Family

Ο Θωμάς Κέντρος του Ιωάννη και της Αθηνάς το γένος Καρβουνάρη ή Διαμαντίδου (η οποία απεβίωσε στο Μοναστήρι το 1900) γεννήθηκε το 1896 στο Μοναστήρι παρότι στο πιστοποιητικό εγγραφής στο μητρώο αρρένων του Δήμου Φλωρίνης που υπάρχει στον υποφάκελο 4.2 φαίνεται ως έτος γέννησης το 1892.

Στη Θεσσαλονίκη ήρθε με τον πατέρα του το 1913. Τελείωσε το Β´ Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης κι έπειτα εισήχθη στη Νομική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ως φοιτητής μετέφραζε για βιοποριστικούς λόγους τις λεζάντες γαλλικών έργων του βωβού κινηματογράφου, καθώς γνώριζε πολύ καλά τη γαλλική γλώσσα.

Μετά την αποφοίτησή του άσκησε το δικηγορικό επάγγελμα στη Θεσσαλονίκη, όπου διορίστηκε στις 29 Οκτωβρίου του 1925 (αρ. ΦΕΚ 235/1925, Ε.Λ.Ι.Α., Μητρώο των μελών του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, αύξ. Αριθ. 425). Από το 1930 υπηρέτησε διαδοχικά στις νομαρχίες Φλώρινας, Σερρών, Κιλκίς, Πέλλης, Κοζάνης (τμηματάρχης Α´ τάξεως) και Χαλκιδικής (από το 1940). Τον Μάρτιο του 1945 μετατέθηκε στη Θεσσαλονίκη όπου ανέλαβε την ανασύσταση και οργάνωση της νομαρχίας Θεσσαλονίκης ως διευθυντής της, θέση την οποία κατείχε μέχρι το 1950, μολονότι ανήκε οργανικά στη νομαρχία Δράμας. Το 1950 μετατέθηκε στη νομαρχία Ημαθίας, παρά το γεγονός ότι δύο χρόνια νωρίτερα (Νοέμβριος 1948) είχε προηγηθεί διαταγή απόσπασης που ανακλήθηκε μετά την διαμαρτυρία του, ενώ στη συνέχεια φαίνεται ότι υπηρέτησε και στη νομαρχία Πέλλης. Στο μεταξύ είχε μεταβεί στη Χάγη για μετεκπαίδευση με εντολή και δαπάνες της υπηρεσίας. Συνταξιοδοτήθηκε το 1956.

Ο Θωμάς Κέντρος διετέλεσε πρόεδρος του Συνδέσμου Μοναστηριωτών και πέριξ « Η Καρτερία» το διάστημα 1955-1966. Ήταν παντρεμένος από το 1925 με την Αφροδίτη (1904-1978), κόρη του εμπόρου Νικόλαου Χατζηπέτρου και της Λουκίας Τσούπση που κατάγονταν από το Μοναστήρι. Από το γάμο του απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Σωκράτη-Ιωάννη (Θεσσαλονίκη 1926- Βαλτιμόρη 1994), τον Νικηφόρο-Νικόλαο (Θεσσαλονίκη 1927-Θεσσαλονίκη 2003), την Μαργαρίτα-Αθηνά και την Κλειώ-Λουκία[1]. Ο Θωμάς απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του 1979, έναν περίπου χρόνο μετά το θάνατο της συζύγου του, σε ταξίδι της στη Βαλτιμόρη, όπου είχε πάει για να επισκεφθεί τον πρωτότοκο γιο της και την οικογένειά του.

Ο Νικηφόρος-Νικόλαος Κέντρος γεννήθηκε το 1927 και αποφοίτησε από το Β´ Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης. Αρχικά επιθυμούσε να σπουδάσει στο Πολυτεχνείο αλλά επειδή δεν είχε συσταθεί ακόμη η αντίστοιχη σχολή στη Θεσσαλονίκη, τελικά έμεινε στην πόλη και εισήχθη στη Νομική Σχολή. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 ασκούσε το δικηγορικό επάγγελμα στη Θεσσαλονίκη. Αγαπούσε ιδιαίτερα τον αθλητισμό και συνήθιζε μάλιστα να κρατάει στατιστικά στοιχεία για τα αθλητικά αλλά και τα εκλογικά αποτελέσματα. Ήταν επίσης ναυτοπρόσκοπος και έπαιζε βιολί, όπως και ο πατέρας του και ο μεγαλύτερος αδελφός του, Σωκράτης. Ο Νικηφόρος πέθανε τον Μάρτιο του 2003 στη Θεσσαλονίκη.

Ο Σωκράτης-Ιωάννης Κέντρος γεννήθηκε το 1926 και φοίτησε στο γυμνάσιο Πολυγύρου, όπου ήταν διορισμένος ο πατέρας του. Έπειτα μετέβη στη Θεσσαλονίκη μαζί με τα αδέλφιά του και αποφοίτησε από το Β´ Γυμνάσιο Αρρένων. Το ακαδημαϊκό έτος 1943-44 εγγράφηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης αλλά στη συνέχεια διέκοψε τις σπουδές του για να καταταχθεί στο στρατό. Αποφοίτησε έπειτα και το 1955 ή 1956 έφυγε από την Ελλάδα για μετεκπαίδευση στις Η.Π.Α. όπου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του. Αρχικά έμεινε στο Σικάγο και μετά από 2 χρόνια εγκαταστάθηκε στη Βαλτιμόρη, όπου ασχολήθηκε με την μικροχειρουργική γυναικολογία. Παντρεύτηκε την Πόλλα Ουζιέλ με την οποία απέκτησε έναν γιο, τον Θωμά. Πέθανε το 1994.

Η Μαργαρίτα-Αθηνά Κέντρου φοίτησε, αρχικά στο γυμνάσιο του Πολυγύρου και αποφοίτησε από το Γ´ Γυμνάσιο Θηλέων Θεσσαλονίκης. Παντρεύτηκε το 1954 με τον αξιωματικό της αεροπορίας, Ελευθέριο Χατζηιωάννου και απέκτησε δύο παιδιά, την Αφροδίτη και τον Αλύπιο.

Η Κλειώ-Λουκία τελείωσε το γυμνάσιο Σχινά στη Θεσσαλονίκη και φοίτησε για ένα έτος στη Σχολή Βρεφοκόμων «Μητέρα» στην Αθήνα. Έπειτα τελείωσε (1960-1962) τη σχολή αρχιτεκτονικού και μηχανολογικού σχεδίου του Ευκλείδη. Εργάστηκε στην Επιθεώρηση Μεταλλείων και έπειτα στη Siemens ως σχεδιάστρια. Δραστηριοποιήθηκε στη Χριστιανική Ένωση Νεανίδων Θεσσαλονίκης (κεντρική). Από το 1974 δραστηριοποιήθηκε στην Χ.Ε.Ν. Καλαμαριάς όπου διετέλεσε ταμίας τα έτη 1978-1982.

[Πηγές σύνταξης: συνέντευξη Κλειώς Κέντρου στην Ελπίδα Βόγλη, υλικό του αρχείου].

Results 301 to 345 of 345