Showing 16948 results

Authority record

Αμπαζής, Ιωάννης

  • Person
  • 1905-1977

Ο Ιωάννης Αμπαζής γεννήθηκε στη Χίο τον Ιούνιο του 1905. Ο πατέρας του, Αντώνιος Κοτσάμπασης, που μετονομάσθηκε Αμπαζής, με καταγωγή από τη Μικρά Ασία, έμπορος το επάγγελμα, και η μητέρα του Θεοδώρα το γένος Αρακά, απέκτησαν επτά παιδιά, πέντε αγόρια και δύο κορίτσια.
Ο Ιωάννης Αμπαζής τελείωσε το δημοτικό και το γυμνάσιο στη Χίο και αποφοίτησε από την Εμπορική Σχολή της Χίου. Από το 1926 ως το 1927 υπηρέτησε στο Πολεμικό Ναυτικό. Το 1937 απέκτησε το δίπλωμα που πλοιάρχου ωκεανοπλοΐας.
Δούλεψε στη ναυτιλιακή εταιρία του Γιώργου Λιβανού και προήχθη ως πρώτος καπετάνιος. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος τον βρήκε στο Cardiff στην Ουαλία, όπου συνδέθηκε με την Ελισσάβετ (αγνώστων λοιπών στοιχείων) και απέκτησε το 1946 την πρώτη του κόρη Θεοδώρα. Μετά το τέλος του ταξιδιού του, επέστρεψε στο Cardiff , όπου βρήκε σε ίδρυμα την μικρή του κόρη, της οποίας την κηδεμονία απέσπασε μετά από δικαστικό αγώνα, και έτσι κατάφερε να φέρει το παιδί στη Χίο.
Το 1949 παντρεύτηκε την Μαρίτσα Κοιλάδη εκ Χίου με καταγωγή από τα Αλάτσατα της Μικράς Ασίας. Ο παππούς της ήταν ο τελευταίος ιερέας της Παναγίας των Αλατσάτων και ο πατέρας της, ο Γιώργος Κοιλάδης, απόφοιτος της σχολής της Χάλκης, όταν ήρθε πρόσφυγας στη Χίο, προσλήφθηκε ως καθηγητής στο παρθεναγωγείο της Χίου.
Το ζευγάρι εγκαταστάθηκε για τρία χρόνια στη Ν. Υόρκη, όπου τα αδέλφια του Ιωάννη είχαν μεγάλη εταιρία τροφοδοσίας πλοίων, «σιψάδικο», όπως λέγεται στη Χίο. Εκεί γεννήθηκαν τα δύο παιδιά τους, ο Αντώνης το 1950 και η Δέσποινα το 1952.
Το 1953 επέστρεψαν για οικογενειακούς λόγους στη Χίο, και απέκτησαν άλλα δύο παιδιά, την Αγγελική το 1954 και τον Γιώργο το 1956.
Η Μαρίτσα Κοιλάδη πέθανε το 1960 σε ηλικία 40 ετών. Δύο χρόνια μετά, το 1962, ο Ιωάννης παντρεύτηκε τη Μαρία Καβούλα από το Νεχώρι της Χίου η οποία μεγάλωσε με αγάπη και φροντίδα τα παιδιά του.
Ο Ιωάννης συνέχισε να ταξιδεύει ανά τον κόσμο ως καπετάνιος στην εταιρία του Γιώργου Λιβανού αυξάνοντας την περιουσία του και βοηθώντας πολλούς Χιώτες να μπαρκάρουν και να σταδιοδρομήσουν. Έγινε μέτοχος στην εταιρία Λιβανού και ασχολήθηκε μαζί με άλλους καπετάνιους με τα ναυτιλιακά. Πέθανε το 1977.

[πηγή βιογραφικού: Δέσποινα Μελετιάδη]

Δαμάσκος, Ευάγγελος

  • Person
  • 1874-1942

Ο Ευάγγελος Δαμάσκος φοίτησε στη Νομική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και στη δραματική σχολή του εν Αθήναις Μουσικού και Δραματικού Συλλόγου (Ωδείου Αθηνών). Από το 1895 ώς το τέλος της τρίτης δεκαετίας του 20ού αιώνα συνεργάστηκε με τους θιάσους του Νικολάου Λεκατσά, του Δημητρίου Κοτοπούλη, του Ευάγγελου Παντόπουλου, του Διονυσίου Ταβουλάρη, με τη Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου και με το Βασιλικό Θέατρο, και με τους μουσικούς θιάσους της Έλσας Ένκελ και του Γεωργίου Δράμαλη.
Η Ολυμπία Λαλαούνη-Δαμάσκου, το γένος Φωκαέως, ερμήνευσε πρωταγωνιστικούς ρόλους στο δραματικό και στο μουσικό θέατρο από το 1894 ώς το 1929. Συνεργάστηκε με τους θιάσους του Μιχαήλ Αρνιωτάκη, του Δημητρίου Κοτοπούλη, του Δημοσθένη Αλεξιάδη, με τη Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου και με το Βασιλικό Θέατρο, με την Ελληνική Οπερέττα του Γιάννη Παπαϊωάννου και με την Αθηναϊκή Οπερέττα του Γεωργίου Δράμαλη. Έκανε δύο γάμους, με τους ηθοποιούς Παναγιώτη Λαλαούνη και Ευάγγελο Δαμάσκο.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: 1. υλικό του αρχείου• 2. Θεόδωρος Έξαρχος, Έλληνες ηθοποιοί «Αναζητώντας τις ρίζες», τόμος πρώτος, Από τα τέλη του 18ου αιώνα μέχρι το 1899, Αθήνα/Γιάννινα, Δωδώνη, 1995• του ίδιου, Έλληνες ηθοποιοί «Αναζητώντας τις ρίζες», Έτος γέννησης από 1900 μέχρι 1925, τόμος δεύτερος (Α-Μ), Αθήνα/Γιάννινα, Δωδώνη, 1996• του ίδιου, Έλληνες ηθοποιοί «Η γενιά μας», Έτος γέννησης από 1926 μέχρι 1940, τόμος τρίτος (Μ-Ω), Αθήνα/Γιάννινα, Δωδώνη, 2000].

Παπαϊωάννου, Ιωάννης

  • Person

Ο Ιωάννης Παπαϊωάννου γεννήθηκε στους Καλημεριάνους Ευβοίας το 1901. Σπούδασε στην Ανωτάτη Δασολογική Σχολή Αθηνών από το 1917 έως το 1921. Από τον Μάρτιο του 1921 έως τον Φεβρουάριο του 1923 υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στη Μικρά Ασία και τη Θράκη. Από το 1923 έως το 1928 ήταν διευθυντής σε Δασαρχεία της Μακεδονίας (Πολύγυρος, Νάουσα, Καστοριά). Από τον Απρίλιο του 1928 έως τον Ιανουάριο του 1929 εργάστηκε ως επιμελητής της έδρας της Υλοχρηστικής και Υλωρικής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Στη συνέχεια μετεκπαιδεύθηκε στη δασοκομία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου όπου έλαβε διδακτορικό δίπλωμα το 1934. Το 1937 διορίσθηκε με απόφαση της κυβέρνησης Μεταξά στην έκτακτη αυτοτελή έδρα της Δασικής Μηχανικής και Χημικής Τεχνολογίας και Δασικής Εμποριολογίας μετά Δασικής Βοτανικής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Υπηρέτησε στο ΑΠΘ για πολλά χρόνια μέχρι τη συνταξιοδότησή του. Ασχολήθηκε ερευνητικά με τα δάση πεύκης στην Ελλάδα καθώς και με τις μεθόδους ρητίνευσης. Από το 1950 πρωτοστάτησε για τη δημιουργία συλλογής άγριας πανίδας (ταριχευμένων ζώων) που σήμερα αποτελεί μέρος του Μουσείου Άγριας Πανίδας του ΑΠΘ. Ήταν παντρεμένος με τη Gretchen (Μαργαρίτα) με την οποία απέκτησαν έναν γιο, τον Ντίνο (Κωνσταντίνο).

Πηγές σύνταξης του βιογραφικού: υλικό του αρχείου και ιστοσελίδα για το Μουσείο Άγριας Πανίδας του ΑΠΘ https://www.auth.gr/museums_archives/panida

Ησαΐας, Ανδρέας

  • Person

Αδελφός της ηθοποιού Λέλας Ησαΐα - Στρατήγη. Πιανίστας, συνθέτης και στιχουργός.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικών: 1) Έξαρχος, Θεόδωρος, Έλληνες ηθοποιοί «Αναζητώντας τις ρίζες», Τόμος δεύτερος (Α-Μ). Αθήνα – Γιάννινα, Δωδώνη, 1996, σ. 151. 2) Υλικό του αρχείου].

Νικηφοράκη, Τιτίκα

Ο Νίκος Χατζίσκος γεννήθηκε στην Αθήνα. Απόφοιτος της δραματικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη σκηνή το 1938, στον ρόλο του Κήρυκα στον Βασιλιά Ληρ του Σαίξπηρ (σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη). Στην κρατική σκηνή παρέμεινε μέχρι το 1941 και ακολούθησαν συνεργασίες του με τους θιάσους Κατερίνας Ανδρεάδη (1942-1945), Μαρίκας Κοτοπούλη (1945), Ενωμένων Καλλιτεχνών (1945) και Αυλαία (1945-1946). Το καλοκαίρι του 1946 συγκρότησε από κοινού με τη Μελίνα Μερκούρη τον βραχύβιο θίασο Νέα Σκηνή και από το φθινόπωρο του ίδιου έτους ώς το 1954 επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο, με εξαίρεση τη χειμερινή περίοδο 1950-1951, οπότε εντάχτηκε στον βραχύβιο θίασο Ελληνική Σκηνή, που είχε συστήσει ο Δημήτρης Ροντήρης μετά την αποχώρησή του από τη διεύθυνση του Εθνικού. Το καλοκαίρι του 1954 ο Χατζίσκος ίδρυσε το αθηναϊκό θερινό θέατρο Εθνικού Κήπου, στο πλαίσιο της λειτουργίας του οποίου (μέχρι το 1957) συνεργάστηκε με την ηθοποιό Τιτίκα Νικηφοράκη, έκτοτε σύντροφο της ζωής του και μόνιμη πρωταγωνίστριά του. Η Τιτίκα Νικηφοράκη, γεννημένη στα Χανιά, είχε σπουδάσει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (όπου είχε γνωρίσει τον πρώτο της σύζυγο, τον ζωγράφο Νίκο Νικολάου) και στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Αφετηρία της επαγγελματικής πορείας της στην κρατική σκηνή στάθηκε ο Πέερ Γκυντ του Ερρίκου Ίψεν (1935, σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη). Τα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι το 1954, η Νικηφοράκη ήταν πρωταγωνιστικό στέλεχος του Εθνικού Θεάτρου, με εξαίρεση την περίοδο 1943-1945, οπότε συνεργάστηκε με τον θίασο Βάσως Μανωλίδου και Γιώργου Παππά. Το 1958, το ζεύγος Χατζίσκου – Νικηφοράκη ίδρυσε το θερινό Υπαίθριο Θέατρο Νίκου Χατζίσκου στο Πεδίο του Άρεως (οδός Μαυρομματαίων) που παρουσίασε έργα από το ελληνικό και το παγκόσμιο ρεπερτόριο μέχρι το 1963, ενώ από το 1963 ώς το 1965 συνεργάστηκαν με το Πειραϊκό Θέατρο του Δημήτρη Ροντήρη. Το 1966 ίδρυσαν τον Θίασο Ρεπερτορίου, που στεγάστηκε αρχικά στο θέατρο Φλορίντα και από το 1967 ώς το 1983 στο θέατρο Κάβα της οδού Σταδίου. Το 1976 ίδρυσαν ένα ακόμη ανοιχτό θέατρο, το «Θέατρο μέσα στη θάλασσα», λυόμενη κατασκευή στηριγμένη μέσα στον θαλάσσιο χώρο του Φαληρικού Δέλτα, όπου παρουσίασαν για δύο καλοκαίρια (1976 και 1977) τον Έμπορο της Βενετίας του Σαίξπηρ. Η τελευταία θεατρική δραστηριότητα του Νίκου Χατζίσκου ήταν η διεύθυνση του περιοδεύοντος κρατικού θιάσου Άρμα Θέσπιδος (1980-1982). Ο Νίκος Χατζίσκος εμφανίστηκε επίσης σε κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Η Τιτίκα Νικηφοράκη ασχολήθηκε και με την ποίηση, τη θεατρική μετάφραση και τη διδασκαλία του μαθήματος της υποκριτικής στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, ενώ μετά τον θάνατο του Νίκου Χατζίσκου και μέχρι το 1985, ανέλαβε τη διεύθυνση του θεάτρου Κάβα.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικών: 1) Έξαρχος, Θεόδωρος, Έλληνες ηθοποιοί «Αναζητώντας τις ρίζες», τόμος δεύτερος (Ν-Ω), Αθήνα – Γιάννινα, Δωδώνη, 1996, σ. 327-329, 494-496. 2) Νικηφοράκη, Τιτίκα (επιμ.), Νίκος Χατζίσκος. Η ζωή και το έργο του, Αθήνα, 1993].

Καραθανάσης, Μανώλης

  • Person
  • π.1860-1913

Ο Μανώλης Καραθανάσης (π.1860-1913) γεννήθηκε στο Πάνω Βαθύ της Σάμου. Ο πατέρας του, Χριστόδουλος, ήταν γεωργός. Σύμφωνα με την Ηρώ Παπαμόσχου, εγγονή του Μανώλη, ο ίδιος πήγε στην Αίγυπτο για να μάθει πως φτιάχνονται τα χειροποίητα τσιγάρα.

Μαζί με τον αδερφό του, Σταμάτη Καραθανάση, ίδρυσε στο Βαθύ της Σάμου το 1887 (αν και στα πακέτα τσιγάρων της εταιρείας δίνεται η ημερομηνία 1882) εταιρεία με την επωνυμία «Μ.Χ. Καραθανάσης & Σία» (M.C. Carathanassis & Co) και με αντικείμενο διάφορες εμπορικές εργασίες. Η εταιρεία τους διακρίθηκε στον τομέα της παραγωγής τσιγάρων και έγινε ένας από τους σημαντικότερους καπνεμπορικούς οίκους της Σάμου. Ο Μανώλης Καραθανάσης ασκούσε τη διεύθυνση της εταιρείας.

Παντρεύτηκε την Αικατερίνη, κόρη του καραβοκύρη Λουκιανού Παπανδρέου, από το Καρλόβασι. Μαζί απέκτησαν 8 παιδιά: τη Μαρία, τον Χριστόδουλο, την Αντιγόνη, τον Λουκιανό, την Πηνελόπη (Πιπίτσα), τον Δημήτριο, τον Ορέστη και τον Ιωάννη.

Διετέλεσε βουλευτής Καρλοβασίων το 1908-1909.

Πηγές σύνταξης βιογραφικού: «Τα σαμιακά καπνά και σιγαρέττα», Αρχείον Σάμου, Σύγγραμμα Περιοδικόν του Νικολάου Ζαφειρίου, τομ. Β΄, Αθήνα 1947, σσ. 183-190.
«Σταμάτιος Χ. Καραθανάσης» (νεκρολογία), Μικρασιατικόν Ημερολόγιον 1918, σσ. 103-104. Μάνος Χαριτάτος, Πηνελόπη Γιακουμάκη, Ιστορία του Ελληνικού Τσιγάρου, Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 1998 (β΄ εκδ.), σσ. 234-235. Πληροφορίες από την Ηρώ Παπαμόσχου, εγγονή του Μανώλη Καραθανάση.
Υλικό του αρχείου.

Καραθανάσης, Χριστόδουλος

  • Person
  • π.1890-;

Ο Χριστόδουλος Καραθανάσης (π.1890-;), γιος του Μανώλη Καραθανάση, φαίνεται ότι διαδέχθηκε τον πατέρα και το θείο του, Σταμάτη Καραθανάση, στη διαχείριση της οικογενειακής καπνοβιομηχανίας. Σπούδασε στη Ροβέρτειο Σχολή στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια στο Neuchatel της Ελβετίας. Ο Χριστόδουλος παντρεύτηκε την Ιωάννα Καριώτογλου και απέκτησε δυο κόρες, την Μάρω και την Κρινώ.

Η Αντιγόνη και ο Λουκιανός φαίνεται ότι βοήθησαν τον αδελφό τους Χριστόδουλο στη διοίκηση της εταιρείας.

Πηγές σύνταξης βιογραφικού: «Τα σαμιακά καπνά και σιγαρέττα», Αρχείον Σάμου, Σύγγραμμα Περιοδικόν του Νικολάου Ζαφειρίου, τομ. Β΄, Αθήνα 1947, σσ. 183-190.
«Σταμάτιος Χ. Καραθανάσης» (νεκρολογία), Μικρασιατικόν Ημερολόγιον 1918, σσ. 103-104. Μάνος Χαριτάτος, Πηνελόπη Γιακουμάκη, Ιστορία του Ελληνικού Τσιγάρου, Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 1998 (β΄ εκδ.), σσ. 234-235. Πληροφορίες από την Ηρώ Παπαμόσχου, εγγονή του Μανώλη Καραθανάση.
Υλικό του αρχείου.

Ψωμογερίδης, Ζήσης

  • Person
  • 1904-1981

Ο Ζήσης Ψωμογερίδης γεννήθηκε στην Κομοτηνή το 1904. Αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή Αθηνών το 1928. Από το 1929 εργάστηκε ως μικροβιολόγος στο Δημοτικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Άγιος Δημήτριος». Από το 1950 έως τη συνταξιοδότησή του το 1968 υπήρξε διευθυντής του Μικροβιολογικού Εργαστηρίου του ίδιου νοσοκομείου. Μεσοπολεμικά διατέλεσε ακόμη Κοινοτικός Ιατρός Νεάπολης Θεσσαλονίκης. Μετά τη συνταξιοδότησή του άνοιξε δικό του ιατρείο. Ήταν παντρεμένος με την Λαμπρινή Χάτσου με την οποία απέκτησαν δύο κόρες, τη Νίκη-Ελένη, μετέπειτα σύζυγο του Νίκου Παπακυριαζή, και τη Θάλεια.

Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Υλικό του αρχείου.

Πάργας, Στέφανος

  • 1888-1938

Ο Στέφανος Πάργας (ψευδώνυμο του Νίκου Ζελίτα) καταγόταν από τη Δρόβιανη (ελληνικό χωριό στη Νότια Αλβανία) και μετανάστευσε στην Αλεξάνδρεια όπου εργάστηκε στην επιχείρηση του θείου του «Δρόσος και Σία». Αρχικά συμμετείχε στο σύλλογο και στο περιοδικό
Νέα Ζωή και στη συνέχεια εξέδωσε το περιοδικό Γράμματα (1911-1921), διηύθυνε τον ομώνυμο εκδοτικό οίκο και αργότερα το περιοδικό Παναιγύπτια, πρώτα ως παιδικό-νεανικό και στη συνέχεια ως εβδομαδιαίο περιοδικό ποικίλης ύλης. Λόγω δημοσιευμάτων στο περιοδικό, η δικτατορία του Ι. Μεταξά προκάλεσε την απόφαση απέλασής του από τις αιγυπτιακές αρχές. Προκειμένου να αναβάλει την εκτέλεσή της, υποβλήθηκε σε εγχείρηση κήλης και πέθανε από εμβολή τον Φεβρουάριο του 1938.

Όπως επισημαίνει η Μαρία Ρώτα, κατεξοχήν μελετήτρια του έργου του, ο Πάργας ήταν ιδρυτικό μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου Αιγύπτου, συνέβαλε στην ανάδειξη του έργου του Κ.Π. Καβάφη αλλά και του Γ. Σκληρού. Εκτός από τα δύο σημαντικά, πολυετή περιοδικά και τις δεκάδες εκδόσεις βιβλίων, πραγματοποίησε και άλλα περιοδικά εκδοτικά εγχειρήματα: Grammata (ένα τεύχος, γαλλική γλώσσα, 1922), Cinéma (εβδομαδιαία ελληνογαλλική εφημερίδα, 13 φύλλα, 1924), Ο Φανός της Αλεξάνδρειας (γελοιογραφική ετήσια έκδοση ως παράρτημα των Παναιγυπτίων, 1933-1934), βιβλιογραφικά δελτία του περιοδικού Γράμματα. Στην έκδοση Η πλαζ του 1933, συναντάμε τον Πάργα με τον Αντώνιο Σαρρή, ως διευθυντές των εκδόσεων Publicitas, International Advertising Bureau.

Το περιοδικό Γράμματα κυκλοφόρησε από το 1911 έως το 1921 (1911-1919, τόμοι Α΄-Ε΄, τεύχη 1-41 και νέα περίοδος 1920-1921, τόμος Στ΄, τεύχη 1-6). Η περιοδικότητά του ήταν κυμαινόμενη. Τη συντακτική ομάδα αποτελούσαν: στον Α΄ τόμο (1911-1912) οι: Δ. Ζαχαριάδης, Χ. Ζερβός, Γ. Κασιμάτης, Στ. Πάργας, Βύρων Πασχαλίδης, στον Β΄ τόμο (1913-1914) οι ίδιοι χωρίς τον Ζερβό, στον Γ΄ τόμο (1915-1916) οι: Δ. Ζαχαριάδης, Στ. Πάργας, Μ. Περίδης, στον Δ΄ (1917-1918) και Ε΄ (1919) εμφανίζεται ως εκδότης και διευθυντής ο Πάργας (χωρίς σταθερή συντακτική ομάδα) και στον Στ΄ (1920-1921) την αρχισυνταξία ανέλαβε ο Μ. Περίδης με διευθυντή διαχειριστή τον Σ. Πάργα. Εκτός από τον Κ.Π. Καβάφη, σημαντική είναι η παρουσία του Κ. Βάρναλη, του Α. Σικελιανού, του Κ. Θεοτόκη, του Δ. Βουτυρά, του Γ. Βρισιμιτζάκη, του Ν. Νικολαΐδη και πολλών ακόμα σημαντικών Ελλήνων λογοτεχνών. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης οι ιδεολογικές αναζητήσεις που εκφράζονται στο περιοδικό, τόσο στο πλαίσιο του δημοτικισμού και του Εκπαιδευτικού Ομίλου, όσο και στην ευρύτερη περιοχή της σοσιαλιστικής σκέψης και του αναρχισμού.

Το περιοδικό Παναιγύπτια κυκλοφόρησε αρχικά ως νεανικό περιοδικό και στη συνέχεια ως ποικίλης ύλης (1931-1938), με θέματα που αφορούσαν την πνευματική, κοινωνική και οικονομική ζωή της κοινότητας. Εκτός από τα κείμενα, φιλοξένησε και πάμπολλα σχέδια ζωγραφικής, φιλοτεχνημένα από γνωστούς καλλιτέχνες της Ελλάδας και του αιγυπτιώτη ελληνισμού. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη ζωγραφική φαίνεται και από τις συνεργασίες στα Ημερολόγια 1934 και1935 των εκδόσεων Πάργα. Τακτικοί συνεργάτες στην εικονογράφηση κειμένων ήταν ο Ευθύμης Παπαδημητρίου (Μιμ-Παπ), ο Νίκος Γώγος, ο Δ. Λίτσας, οι σκιτσογράφοι Γιώργος Χιώτης, Νίκος Παππάς και πολλοί άλλοι.

Πηγές:
Μαρία Ρώτα, Το περιοδικό Γράμματα της Αλεξάνδρειας (1911-1919), διδακτορική διατριβή, Αθήνα, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 1994.
Μαρία Ρώτα, «Γράμματα», Εγκυκλοπαίδεια του ελληνικού Τύπου 1784-1974, εφημερίδες περιοδικά, δημοσιογράφοι, εκδότες, επιμ. Λουκία Δρούλια – Γιούλα Κουτσοπανάγου, τόμος Α΄, Αθήνα, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, 2008, σσ. 450-452.
Μαρία Ρώτα, «Στέφανος Πάργας», Εγκυκλοπαίδεια του ελληνικού Τύπου 1784-1974, ό.π., τόμ. Γ΄, σσ. 451-452
Μαρία Ρώτα, «Παναιγύπτια», ό.π., σσ. 412- 413.
Κώστας Γ. Τσικνάκης, «Παναιγύπτια, εικονογραφημένο περιοδικό για παιδιά, εφήβους και νεάνιδες», ό.π., σσ. 411-412.

Ζελίτα, Ευτυχία

  • Person
  • ;-1977

Η Ευτυχία Ζελίτα , το γένος Μποΐου, ήταν σύζυγος του Στέφανου Πάργα (Νίκος Ζελίτας), τον οποίο παντρεύτηκε στην Αλεξάνδρεια το 1916. Συμμετείχε ενεργά στις δραστηριότητες του συζύγου της, αρχικά με το περιοδικό Γράμματα και αργότερα με τα Παναιγύπτια. Συνδέθηκε με τον πνευματικό κύκλο της Αλεξάνδρειας και τον Καβάφη.

Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Διεύθυνση Μέσης Εκπαίδευσης

  • Corporate body
  1. Μέση Εκπαίδευση: Κεντρική οργάνωση (Διοίκηση-Εποπτεία)  

Η αναδιάρθρωση των κεντρικών υπηρεσιών του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κατά την περίοδο της “δικτατορίας των συνταγματαρχών, 1967-1974” καθορίσθηκε με το Ν.Δ. 239/16-7-1969 (ΦΕΚ Α΄139) και την υπουργική απόφαση 101491/1-8-1969 (ΦΕΚ 490). Σύμφωνα με τα οριζόμενα από τα εν λόγω νομοθετήματα, οι υπηρεσίες παιδείας κατανέμονται σε τέσσερις Γενικές Διευθύνσεις του υπουργείου: (1) Γενική Διεύθυνσις Θρησκευμάτων (2) Γενική Διεύθυνσις Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως (3) Γενική Διεύθυνσις Γενικής Εκπαιδεύσεως (4) Γενική Διεύθυνσις Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως. Ανεξάρτητες υπηρεσίες αποτελούν, επίσης, πέντε Διευθύνσεις: (1) Διεύθυνσις Σωματικής Αγωγής (2) Διεύθυνσις Σχολείων Αποδήμου Ελληνισμού (3) Διεύθυνσις Τεχνικών Υπηρεσιών (4) Διεύθυνσις Προγραμματισμού Επενδύσεων και (5) Διεύθυνσις Διοικητικού.

Η Διεύθυνσις Μέσης Εκπαιδεύσεως ήταν μία από τις τέσσερις συνιστώσες Διευθύνσεις της Γενικής Διευθύνσεως Γενικής Εκπαιδεύσεως1 και περιλάμβανε τρία τμήματα: Τμήμα Προγράμματος και Μελετών, Τμήμα Διοικητικού και Τμήμα Προσωπικού. Στην αρμοδιότητα της εν λόγω Διεύθυνσης, της οποίας προΐστάμενος ήταν γενικός επιθεωρητής ΜΕ (ΝΔ 651/1970), υπάγονταν όλα τα σχετικά με την Μέση Εκπαίδευση, δημόσια και ιδιωτική, θέματα (σχολεία, προσωπικό, μαθητές, εποπτεία).

Ειδικότερα, το πρώτο Τμήμα είχε αρμοδιότητες για θέματα που αφορούσαν τα προγράμματα Εκπαιδεύσεως και τις μεθόδους διδασκαλίας, την σύνταξη, έγκριση και έκδοση διδακτικών βιβλίων, την οργάνωση των σχολικών βιβλιοθηκών, τα εποπτικά μέσα και όργανα διδασκαλίας, την αξιολόγηση των στατιστικών δεδομένων της Μέσης Εκπαιδεύσεως, καθώς και την οργάνωση και λειτουργία των σχολείων Μέσης Εκπαιδεύσεως.

Στην αρμοδιότητα του δεύτερου Τμήματος υπάγονταν όσα θέματα είχαν σχέση με την ίδρυση και κατάργηση σχολείων, τα σχολικά ταμεία, την συγκέντρωση αριθμητικών στοιχείων για σχολεία και μαθητές· τις εγγραφές, μετεγγραφές, φοίτηση, διαγωγή, ποινές, βαθμολογία, εξετάσεις, τίτλους σπουδών· τα ιδιωτικά σχολεία· τα φροντιστήρια και την κατ'οίκον διδασκαλία· την κατάρτιση ειδικού προϋπολογισμού, τις προμήθειες και την γενική οικονομική διαχείριση.

Αρμοδιότητα του τρίτου Τμήματος, εξάλλου, αποτελούσαν όλα τα σχετικά με την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού, βοηθητικού και υπηρετικού προσωπικού της Δημόσιας Μέσης Εκπαιδεύσεως θέματα, με την επιφύλαξη της συναφούς αρμοδιότητας της Διεύθυνσης Σωματικής Αγωγής.

Το έργο της ανώτατης διοίκησης και εποπτείας επί της Γενικής Εκπαιδεύσεως ασκεί ο υπουργός Παιδείας με την συνεπικουρία του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Συμβουλίου (ΑΕΣ), το οποίο ιδρύθηκε με τον Αναγκαστικό Νόμο 129/19-9-1967, άρθρο 17 (ΦΕΚ 163/25-9-1967), και συνίστατο από τα μέλη τριών επιπλέον ανωτάτων συμβουλίων: του Ανωτάτου Διοικητικού Συμβουλίου Εκπαιδεύσεως (ΑΔΣΕ), του Ανωτάτου Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Εκπαιδεύσεως (ΑΓΣΕ) και του Ανωτάτου Συμβουλίου Επαγγελματικής Εκπαιδεύσεως (ΑΣΕΕ).

Το ΝΔ 651/27-8-1970, άρθρο 2 (ΦΕΚ 179/29-8-1970) “Περί οργανώσεως της Γενικής Εκπαιδεύσεως και διοικήσεως του προσωπικού αυτής”, αναθέτει στο ΑΕΣ αρμοδιότητες αποφάσεων, γνωμοδοτήσεων και εποπτείας επί της Δημοτικής και Μέσης Εκπαιδεύσεως και των Σχολών Εκπαιδεύσεως Διδακτικού Προσωπικού. Αποφασιστική αρμοδιότητα έχει ως προς τα θέματα εκπαιδευτικού προσωπικού, σχολικών προγραμμάτων, σχολικών βιβλίων και διδασκαλίας. Η γνωμοδοτική αρμοδιότητα του Συμβουλίου ασκείται επί θεμάτων αριθμητικής κατανομής των σχολείων κατά τύπους και γεωγραφική περιοχή και επί γενικών εκπαιδευτικών θεμάτων. Εποπτεία, τέλος, ασκεί το Συμβούλιο επί της λειτουργίας των Σχολών Εκπαιδεύσεως Διδακτικού Προσωπικού, ενώ έχει και την επιστημονική καθοδήγηση των παιδαγωγικών συνεδρίων. Στο τέλος κάθε έτους το ΑΕΣ υποβάλει στον υπουργό έκθεση σχετική με την κατάσταση της Εκπαιδεύσεως κατά βαθμίδες και εκπαιδευτικές περιφέρειες και προτείνει μέτρα για την βελτίωσή της.

Το ίδιο διάταγμα (651, άρθρο 53) συνιστά Κεντρικόν Υπηρεσιακόν Συμβούλιον Μέσης Εκπαιδεύσεως (ΚΥΣΜΕ) και Ανώτερον Κεντρικόν Υπηρεσιακόν Συμβούλιον Μέσης Εκπαιδεύσεως (ΑΚΥΣΜΕ). Το πρώτο είχε αρμοδιότητες συμβουλίου προαγωγών στον 3ο και 2ο βαθμό, πειθαρχικού συμβουλίου ( για διοικητικούς επιθεωρητές, επιθεωρητές ειδικοτήτων και γυμνασιάρχες Πειραματικών και Προτύπων σχολείων) και συμβουλίου επανακρίσεως επί προαγωγών στον 5ο και 4ο βαθμό). Το δεύτερο λειτουργούσε ως υπηρεσιακό και πειθαρχικό συμβούλιο επί όλων των υπηρεσιακών θεμάτων των γενικών και αναπληρωτών γενικών επιθεωρητών, καθώς και ως συμβούλιο επανακρίσεως επί προαγωγών του διδακτικού προσωπικού στον 2ο και 3ο βαθμό.

Μεταβατικές διατάξεις του διατάγματος (άρθρο 69) ορίζουν την κατάργηση των διά του ΑΝ 129/1967 συνιστώμενων συμβουλίων και την μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων τους στα ΚΥΣΜΕ και ΑΚΥΣΜΕ, όταν αυτά συγκροτηθούν και λειτουργήσουν.

  1. Μέση Εκπαίδευση: Περιφερειακή οργάνωση (Διοίκηση-Εποπτεία)

Σύμφωνα με την οργάνωση της Γενικής Εκπαιδεύσεως, όπως αυτή ορίζεται με το ΝΔ 651/1970, η χώρα διαιρείται σε δέκα ανώτερες εκπαιδευτικές περιφέρειες (άρθρο 5)2, η γεωγραφική έκταση των οποίων ρυθμίζεται με Βασιλικό Διάταγμα. Προϊστάμενος κάθε ανώτερης περιφέρειας είναι εκπαιδευτικός σύμβουλος (κατηγορία ειδικών θέσεων) ο οποίος αναλαμβάνει ρόλο επόπτη της Εκπαιδεύσεως και επιτελεί έργο ανώτατης επιστημονικής και παιδαγωγικής καθοδήγησης, εποπτείας και διοίκησης επί των σχολείων Μέσης Εκπαιδεύσεως, του εκπαιδευτικού και εποπτικού προσωπικού της περιφερείας του.

Σε κάθε ανώτερη εκπαιδευτική περιφέρεια ανήκουν μία ή περισσότερες Γενικές Επιθεωρήσεις Μέσης Εκπαιδεύσεως, με προϊσταμένους γενικούς επιθεωρητές, οι οποίοι έχουν την εποπτεία των σχολείων ενός ή περισσοτέρων νομών. Το διάταγμα του 1970, ωστόσο, ορίζει ότι σε κάθε ανώτερη εκπαιδευτική περιφέρεια αντιστοιχεί μία Γενική Επιθεώρηση (άρθρο 7) και μία θέση γενικού επιθεωρητή ΜΕ με βαθμό 1ο (άρθρο 18, § 1). Συνιστώνται, επίσης, επτά θέσεις αναπληρωτών γενικών επιθεωρητών ΜΕ, οι οποίοι κατανέμονται στις ανώτερες περιφέρειες με απόφαση του υπουργού. Οι γενικοί επιθεωρητές και οι αναπληρωτές γενικοί επιθεωρητές διατελούν υπό την υπηρεσιακή δικαιοδοσία των εκπαιδευτικών συμβούλων (εποπτών).

Μικρότερη εκπαιδευτική περιφέρεια αποτελεί ο Νομός (διοικητική περιφέρεια), με έδρα την πρωτεύουσά του, αν και εξαιρούνται οι Νομοί Αττικής, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, οι οποίοι διαιρούνται σε πέντε, δύο και τρείς εκπαιδευτικές περιφέρειες αντιστοίχως. Το σύνολο των διοικητικών εκπαιδευτικών περιφερειών, βάσει της κατά Νομούς διοικητικής διαίρεσης της χώρας, ορίζεται σε 61 (άρθρο 17, § 1). Η έκταση των διοικητικών εκπαιδευτικών περιφερειών, καθώς και η υπαγωγή τους στις Γενικές Επιθεωρήσεις των ανωτέρων εκπαιδευτικών περιφερειών καθορίζονται με υπουργικές αποφάσεις. Προϊστάμενοι των διοικητικών (νομαρχιακών) περιφερειών είναι διοικητικοί επιθεωρητές, οι οποίοι ασκούν διοίκηση, επιθεώρηση, καθοδήγηση, εποπτεία και έλεγχο επί των δημοσίων και ιδιωτικών σχολείων της περιφερείας τους, καθώς και επί του προσωπικού αυτών.

Στο εποπτικό προσωπικό της Μέσης Εκπαιδεύσεως ανήκουν και επιθεωρητές ειδικοτήτων, οι θέσεις των οποίων κατανέμονται στις ανώτερες εκπαιδευτικές περιφέρειες με υπουργικές αποφάσεις. Οι επιθεωρητές ειδικοτήτων διατελούν υπό την άμεση διοικητική εξάρτηση των γενικών επιθεωρητών, επιθεωρούν, καθοδηγούν, ελέγχουν τους εκπαιδευτικούς της ειδικότητάς τους και συντάσσουν εκθέσεις υπηρεσιακής επιδόσεως για τους διευθυντές και εκπαιδευτικούς των σχολείων.

Αρμοδιότητες πειθαρχικές, κρίσεως επί προαγωγών του εκπαιδευτικού προσωπικού και γνωμοδοτικές επί θεμάτων δημόσιας και ιδιωτικής Εκπαιδεύσεως αναθέτει το ΒΔ 651/1970 (άρθρο 53) στα περιφερειακά υπηρεσιακά συμβούλια: Νομαρχιακόν Υπηρεσιακόν Συμβούλιον Μέσης Εκπαιδεύσεως (ΝΥΣΜΕ) και Ανώτερον Περιφερειακόν Συμβούλιον Μέσης Εκπαιδεύσεως (ΑΠΥΣΜΕ). Το πρώτο λειτουργεί σε επίπεδο νομαρχιακής και το δεύτερο σε επίπεδο ανώτερης εκπαιδευτικής περιφέρειας. Με την συγκρότηση και λειτουργία του ΝΥΣΜΕ το (προϋπάρχον) ΠΥΣΜΕ καταργείται.

  1. Μέση Εκπαίδευση: Σχολεία – Διδακτικό προσωπικό

Ο Αναγκαστικός Νόμος 129/ 19-9-1967 (ΦΕΚ 163/25-9-1967) “Περί οργανώσεως και διοικήσεως της Γενικής Εκπαιδεύσεως και άλλων τινών διατάξεων” καταργεί την μέχρι τότε διάρθρωση των σχολείων της Μέσης Εκπαιδεύσεως σε Γυμνάσια και Λύκεια και καθιερώνει Γυμνάσια διαιρούμενα σε κατώτερο και ανώτερο κύκλο. Τα λειτουργούντα ήδη Γυμνάσια διατηρούνται και διευθύνονται από βοηθό γυμνασιάρχη ή πρωτοβάθμιο καθηγητή. Στην Πρώτη τάξη του Γυμνασίου εισάγονται με εισιτήριες εξετάσεις απόφοιτοι της Στ΄τάξης του Δημοτικού σχολείου.

Το ΝΔ 651/1970 ορίζει με μεγαλύτερη λεπτομέρεια τους τύπους Γυμνασίων (άρθρο 14). Τα Γυμνάσια διαιρούνται σε ημερήσια και εσπερινά. Από τα πλήρη Γυμνάσια, τα ημερήσια έχουν έξι τάξεις, ενώ τα εσπερινά επτά, και δύο κύκλους σπουδών (ανώτερο και κατώτερο). Τα τριτάξια είναι Γυμνάσια κατωτέρου κύκλου, αυτοτελή ή παραρτήματα άλλων Γυμνασίων. Για τα τελευταία προβλέπεται κατάργηση με υπουργικές αποφάσεις ή μετατροπή σε αυτοτελή (κατωτέρου κύκλου). Τα ημερήσια Γυμνάσια διακρίνονται στον ανώτερο κύκλο σε τμήματα γενικής, θεωρητικής και θετικής κατεύθυνσης, ενώ τα εσπερινά σε Γυμνάσια γενικής και οικονομικής κατεύθυνσης.

Στην έδρα κάθε ανώτερης εκπαιδευτικής περιφέρειας υπάρχει δυνατότητα λειτουργίας ενός προτύπου σχολείου. Συνεχίζεται, επίσης, η λειτουργία των πειραματικών σχολείων και του μειονοτικού (μουσουλμανικού) της Κομοτηνής.

Ως διευθυντές πλήρων Γυμνασίων τοποθετούνται γυμνασιάρχες με 2ο βαθμό∙ η διεύθυνση των Γυμνασίων κατωτέρου κύκλου ανατίθεται σε καθηγητές 5ου ή 4ου βαθμού. Γυμνασιάρχες και διευθυντές Γυμνασίων ασκούν καθήκοντα διδακτικά, διοικητικά και εποπτικά επί των μαθητών και του προσωπικού των Γυμνασίων. Οι κλάδοι και οι ειδικότητες, η βαθμολογική εξέλιξη, οι οργανικές θέσεις και το ωράριο του διδακτικού προσωπικού της Μέσης Εκπαιδεύσεως ορίζονται με τα άρθρα 9, 10, 11, 12, 13 και 15 του διατάγματος.

Σκουζού, Αγνή

  • Person
  • ; - 2020

Πτυχιούχος της Σχολής Νηπιαγωγών και απόφοιτη της Παντείου, η Αγνή Σκουζού υπήρξε διευθύντρια παιδικού σταθμού, με καταγωγή από τα Ιωάννινα, και δρυτικό μέλος του Συλλόγου «Φίλοι του Νοσοκομείου Βόλου», ενώ από το 1997 έως το 2012 διετέλεσε και πρόεδρός του. Η προσφορά της στο Νοσοκομείο Βόλου ήταν μεγάλη, ενώ ίδρυσε και την ομάδα συμπαράστασης για ασθενείς, βοηθώντας όσους δεν είχαν συνοδούς. Μάλιστα με πρωτοβουλία του Συλλόγου «Φίλοι του Νοσοκομείου Βόλου» και την οικονομική στήριξη του ευεργέτη Χαράλαμπου Τσιμά ιδρύθηκε και ο Ξενώνας Συνοδών Ασθενών δίπλα από το Νοσοκομείο. Η Αγνή Σκουζού είχε βραβευθεί δύο φορές από Προέδρους της Δημοκρατίας, τον Κωστή Στεφανόπουλο και τον Κάρολο Παπούλια.
Η Αγνή Σκουζού ήταν γνωστή στην τοπική κοινωνία του Βόλου για την εθελοντική της δραστηριότητα σε διάφορους συλλόγους όπως των Οδηγών, των «Φίλων της Αγάπης», της ΧΕΝ και του Λυκείου Ελληνίδων Βόλου. Παράλληλα υπήρξε δραστήριο μέλος και του Συλλόγου Ηπειρωτών.
Παντρεύτηκε τον γνωστό ξυλέμπορο του Βόλου Πασχάλη Σκουζό και απέκτησαν έναν γιο. Ο σύζυγός της απεβίωσε τον Ιανουάριο του 2020.

Εφταλιώτης, Αργύρης

  • Person
  • 1849 - 1923

Αργύρης Εφταλιώτης ήταν το φιλολογικό ψευδώνυμο του Κλεάνθη Κ. Μιχαηλίδη. Γιος του δασκάλου Κωνσταντίνου Μιχαηλίδη, γεννήθηκε στον Μόλυβο της Λέσβου το 1849. Μετά το θάνατο του πατέρα του, σε ηλικία ακόμη 17 ετών, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια στην Αγγλία, όπου εργάσθηκε αρχικά στο Manchester και κατόπιν σε διάφορες πόλεις της Αγγλίας (Liverpool, Hall), καθώς και στη Βομβάη της Ινδίας, ως υπάλληλος του εμπορικού οίκου των αδελφών Ράλλη. Πέθανε το 1923 στο Cap d’Antibes.

Ως ποιητής εμφανίσθηκε με τη συλλογή Τραγούδια ξενιτευμένου, η οποία κέρδισε τον έπαινο στον Α΄ Φιλαδέλφειο διαγωνισμό το 1889. Δυο χρόνια αργότερα συμμετείχε στον ίδιο διαγωνισμό με τις συλλογές Καθρέπτης του Πύργου μου και Αγάπης λόγια. Η δεύτερη συλλογή αποτελείται από 32 σονέτα σε δεκατρισύλλαβο, επηρεασμένα από τον Shakespeare. Ήταν αφιερωμένο στη γυναίκα του Ελίζα.

Μαζί με τον Ψυχάρη και τον Αλέξανδρο Πάλλη, ο Εφταλιώτης πρωταγωνίστησε για την καθιέρωση της δημοτικής. Από το 1889 δημοσίευε ηθογραφικά διηγήματα τα οποία εξέδωσε το 1897 με τον τίτλο Νησιώτικες ιστορίες. Το 1900 δημοσίευσε το εκτενέστερο αφήγημά του, τη Μαζώχτρα, και το μοναδικό θεατρικό του έργο Βουρκόλακας.

Συνέγραψε επίσης δυο αφηγηματικά κείμενα με πνεύμα διδακτικό: τις Φυλλάδες του Γεροδήμου (1897) και την Ιστορία της Ρωμιοσύνης (1901).

Από το 1914 επικεντρώθηκε στη μετάφραση της Οδύσσειας, με πρότυπο την μετάφραση της Ιλιάδας από τον Πάλλη, την οποία όμως δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει.

Κανελλόπουλος, Ευθύμιος

  • Person
  • 1872 - 1933

Ο Ευθύμιος Κανελλόπουλος, γιος του Χαράλαμπου και της Σοφίας Λάνδερερ, γεννήθηκε στις 15 Ιουλίου 1872. Μπήκε στην υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών το 1901 και ακολούθησε τη διπλωματική σταδιοδρομία. Υπηρέτησε σε διάφορα προξενεία (Κωνσταντινούπολη και Βρυούλλα 1901-1906, Θεσσαλονίκη 1908-1910, Βουκουρέστι 1913, Βιέννη 1914, Αλεξάνδρεια 1917, Λονδίνο 1918), διετέλεσε ύπατος αρμοστής της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1919-1921 και πρεσβευτής στο Βερολίνο (1923-1930) και στη Βέρνη (1931-1933). Το φθινόπωρο του 1922 συμμετείχε στην ολιγόμηνη κυβέρνηση Σ. Κροκκίδα ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Εξωτερικών. Τιμήθηκε με τον Αργυρό και Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος (1908,1915). Είχε μία μικρότερη αδελφή, την Ξαβερία, η οποία ζούσε στην Αθήνα (στην οδό Διπύλου όπου κατοικούσε και η στενή της φίλη Ερασμία Αναστασιάδη) και παραθέριζε στο οικογενειακό κτήμα στο Κιάτο Κορινθίας. H οικογένεια Κανελλοπούλου είχε συγγενική σχέση με την οικογένεια του καθηγητή της Χημείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Ξαβέριου Λάνδερερ. Τα δύο αδέλφια δεν παντρεύτηκαν. Ο Ευθύμιος Κανελλόπουλος πέθανε στη Βέρνη τον Μάιο του 1933 και η σορός του μεταφέρθηκε και κηδεύθηκε στην Αθήνα.

Βερναρδάκης, Αθανάσιος

  • Person
  • 1844-1912

Ο έμπορος και λόγιος Αθανάσιος Βερναρδάκης γεννήθηκε στην Αγία Μαρίνα της Μυτιλήνης το 1844. Ήταν ο δευτερότοκος γιος του Νικολάου Βερναρδάκη και της Μελισσηνής Τραντάλη και αδελφός των, γνωστών επίσης λογίων, Δημητρίου (1833-1907) και Γρηγορίου Βερναρδάκη (1848-1925). Τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα και σπούδασε Πολιτική Οικονομία στο Παρίσι (1866-1870). Έζησε στην Κωσταντινούπολη και αργότερα στην Αθήνα, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο ενώ τα τελευταία δέκα πέντε χρόνια της ζωής του χρημάτισε τραπεζίτης. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Πολιτικής Οικονομίας των Παρισίων και της Ακαδημίας του Στανισλάου. Παντρεύτηκε το 1874 την Θαλία Κωνστ. Βικέλα, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά τον Κωνσταντίνο, την Μαρίνα, και την Έλλη. Πέθανε στην Αθήνα το 1912 σε ηλικία 68 ετών.

Θέατρο "Σμύρνη"

  • Corporate body
  • 1940 - ;

Το θέατρο «Σμύρνη», ιδιοκτησίας των Βασιλείου Αλιφέρη, Στυλιανού Παγώνη και Αναστασίου Αναστασιάδη, βρισκόταν στη Νίκαια, επί της οδού Γεωργίου Κονδύλη. Με βάση τα στοιχεία που παρέχονται από το αρχείο, λειτουργούσε από το 1940.

Κατά την περίοδο 1942-1943, το θέατρο ενοικιάστηκε από τον ηθοποιό και θιασάρχη Ζαχαρία Μέρτικα, ο οποίος πραγματοποίησε σειρά παραστάσεων οπερετών και επιθεωρήσεων.

Στη συνέχεια, οι ιδιοκτήτες του το παραχώρησαν σε άλλους θιάσους, ενώ φαίνεται πως λειτούργησε και ως κινηματογράφος.

[Πηγή: Υλικό του αρχείου].

Μελά, οικογένεια

  • 1874-1953 (Κωνσταντίνος Μελάς), 1866-1931 (Γεώργιος Μελάς), 1902-; (Μιχαήλ Μελάς)

Ο Κωνσταντίνος Μελάς (1874-1953) γεννήθηκε στη Μασσαλία και ήταν γιος του πολιτικού Μιχαήλ Μελά και αδελφός του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά και του ιδιαίτερου γραμματέα του βασιλιά Κωνσταντίνου Γεωργίου Μελά. Αποφοίτησε από τη σχολή Ναυτικών δοκίμων και έγινε αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού. Συμμετείχε στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 καθώς και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Ήταν ανθυποπλοίαρχος του πολεμικού πλοίου «Μιαούλης» στις αρχές του 20ού αιώνα. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πολιτική. Εκλέχτηκε βουλευτής Ιωαννίνων με το κόμμα των Φιλελευθέρων το 1915 και το 1920.

Ο Γεώργιος Μελάς γεννήθηκε στη Μασσαλία το 1866 όπου μεγάλωσε και σπούδασε νομικά. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους ως έφεδρος επίλαρχος. Διετέλεσε ιδιαίτερος γραμματέας του βασιλιά Κωνσταντίνου, θέση από την οποία παραιτήθηκε όταν διαφώνησε με την πολιτική της Ελλάδος στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Έγραψε στα γαλλικά βιβλίο με τίτλο Ο Κωνσταντίνος το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Λ. Μακκά.

Ο Μιχαήλ Μελάς ήταν γιος του Κωνσταντίνου Μελά. Γεννήθηκε το 1902 στην Αθήνα και διέπρεψε ως πρέσβης της Ελλάδας στο εξωτερικό.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Who is who, υλικό του αρχείου]

Κέτσης, Μάνθος

  • Person
  • 1915-1982

Ο Μάνθος Κέτσης, πρώτος σύζυγος της Αυγής Κασιγόνη, γεννήθηκε στην Άνδρο το 1915, σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και μελέτησε σκηνογραφία. Συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση και συνέχισε τη δράση του στις ελληνικές στρατιωτικές μονάδες της Μέσης Ανατολής. Το 1943 έγραψε το θεατρικό έργο «Οι Αντάρτες», η απήχηση του οποίου είχε ως αποτέλεσμα τον εγκλεισμό του σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Μετά την απελευθέρωση εργάστηκε σαν σκηνοθέτης, συνέγραψε θεατρικά έργα και εξορίστηκε στην Ικαρία και τη Μακρόνησο. Συνέχισε να ασχολείται με τη ζωγραφική και τη λογοτεχνία ως το θάνατό του, το 1982.
[Πηγή: Βιογραφικό σημείωμα στο αρχείο]

Αλεξάκος, Παναγιώτης

  • Person

Ο Παναγιώτης (Πότης) Αλεξάκος γεννήθηκε στο Γύθειο το 1894. Ήταν από τους μεγάλους και με ισχυρή επιρροή τοπικούς γαιοκτήμονες και παράγοντες του Γυθείου. Διετέλεσε Πρόεδρος του Λιμενικού Ταμείου και της εταιρείας «Συκική» στο Γύθειο, καθώς και Πρόεδρος των Εφέδρων Αξιωματικών. Υπηρέτησε στον Ελληνικό Στρατό σε όλους τους πολέμους από το 1914 έως και το 1941. Παρασημοφορήθηκε για επιδειχθείσα ανδρεία και ηρωισμό στη μάχη του Αφιόν Καραχισάρ την 1-2 Ιουλίου 1921 και προήχθη στον βαθμό του Εφέδρου Αξιωματικού. Νυμφεύτηκε την Βασιλική Μητσάκου με την οποία απέκτησε δύο κόρες: την Ντίνα (Κωσταντίνα) και την Παναγιώτα. Εξ αυτών, η Ντίνα νυμφεύτηκε τον δικηγόρο Αγησίλαο (Αγι) Πετροπουλάκη (της γνωστής Μανιάτικης οικογένειας) με τον οποίο απέκτησε μία κόρη, την δωρήτρια του αρχείου Πόπη (Καλλιόπη) Πετροπουλάκη, που παντρεύτηκε τον Ε. Ζαβλιάρη.

[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: πληροφορίες της δωρήτριας]

Αναγνωστόπουλος, Σωτήρης

  • Person
  • 1899 - ;

Ο Σωτήρης Αναγνωστόπουλος γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1899. Απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων και της Αεροπορικής Σχολής ΣΕΔΕΣ, έλαβε μέρος στη Μικρασιατική Εκστρατεία με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού πεζικού, προτάθηκε μάλιστα για προαγωγή επ’ ανδραγαθία. Κατόπιν συνέχισε την εκπαίδευσή του στις ανώτερες Σχολές Πολέμου της Ελλάδας και της Γαλλίας. Αποστρατεύθηκε με τον βαθμό του Υποστράτηγου.

[Πηγή βιογραφικού: «Κατάλογος των μικρασιατικών αρχείων του ΕΛΙΑ», καταγραφή που πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1996 ως τον Μάρτιο του 1997, για λογαριασμό του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού (ΙΜΕ), ερευνητική ομάδα: Μιχάλης Βαρλάς, Έφη Κάννερ, Αιμιλία Σαλβάνου.]

Ροντάκης, Νότης

  • Person
  • 1882-1907

Ο Νότης Ροντάκης, αδελφός του Γιώργου, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1882. Σπούδασε στην Νομική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών. Ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και την κριτική λογοτεχνίας. Πέθανε πρόωρα στις 28 Ιανουαρίου 1907.
Στα ημιτελή λογοτεχνικά του έργα συγκαταλέγεται μία δραματική τριλογία με τίτλο «Άνθη και αίμα» που περιλαμβάνει τα έργα «Η Ανάσταση», «Η Γυναίκα», «Ο πιλότος». Στους ποιητές που μελέτησε και για τους οποίους έγραψε συγκαταλέγονται οι: Σολωμός, Πολυλάς, Καλοσγούρος, Βαλαωρίτης, Ζαλοκώστας, Μαρκοράς, Παλαμάς, Μαρτζώκης, Καμπύσης. Σύμφωνα με έντυπη νεκρολογία του, η μελέτη για τον Σολωμό είναι η μόνη που είχε ολοκληρωθεί.

[Πηγή: έντυπο μονόφυλλο με νεκρολογία του με τίτλο «Νότης Κ. Ροντάκης».]

Καλκάνης, Άγγελος

  • Person
  • 1934 - 2017

Ο Άγγελος Κ. Καλκάνης γεννήθηκε στην Αθήνα 1934, ήταν γιος του πολιτικού από τη Λευκάδα Κωνσταντίνου Καλκάνη. Μετά από τη στοιχειώδη και μέση εκπαίδευσή του στο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Αθηνών σπούδασε νομική καθώς και πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Άσκησε τη δικηγορία έχοντας δικηγορικό γραφείο στην Αθήνα, ενώ διετέλεσε και δικηγόρος στην Άρειο Πάγο. Πολιτεύτηκε σε νεαρή ηλικία με την Ένωση Κέντρου στην ιδιαίτερη πατρίδα του τη Λευκάδα. Εντάχθηκε στα ψηφοδέλτια του κόμματος στις βουλευτικές εκλογές του 1961 και 1963, χωρίς να καταφέρει να εκλεγεί. Στις βουλευτικές εκλογές του 1964 εξελέγη, μετά τη δεύτερη και τρίτη κατανομή των ψήφων, βουλευτής της Ένωσης Κέντρου στη Λευκάδα και ήταν ο νεότερος βουλευτής στην τότε Βουλή. Ωστόσο, μερικούς μήνες αργότερα, η εκλογή του ακυρώθηκε από το Εκλογοδικείο. Μετά την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών συνέχισε να πολιτεύεται με τα κόμματα του «Κέντρου». Στις βουλευτικές εκλογές του 1974 ήταν υποψήφιος με την Ένωση Κέντρου Νέες Δυνάμεις στη Λευκάδα και στις εκλογές του 1977 με την Ένωση Δημοκρατικού Κέντρου (ΕΔΗΚ), καταφέρνοντας να αναδείξει την ΕΔΗΚ δεύτερο κόμμα στο νομό παρά την πτώση στα ποσοστά του κόμματος στην υπόλοιπη Ελλάδα. Το 1978 προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία (Ν.Δ.) στο πλαίσιο της διεύρυνσης του κόμματος στον κεντρώο πολιτικό χώρο. Από το 1978 έως το 1981 διετέλεσε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών διατηρώντας τη θέση του τόσο κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή όσο και της κυβέρνησης Γεωργίου Ράλλη. Στις βουλευτικές εκλογές του 1981, στις διπλές εκλογές του 1989 καθώς και στις εκλογές του 1990 ήταν υποψήφιος βουλευτής με τη Ν.Δ. στην εκλογική περιφέρεια της Λευκάδας χωρίς να καταφέρει να εκλεγεί. Στις δημοτικές εκλογές το 1990 ο Καλκάνης θα διεκδικήσει ανεπιτυχώς τη δημαρχία της Λευκάδας και θα διατελέσει δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Λευκάδας.
Τη δεκαετία του 1980 ο Καλκάνης είχε ενεργό ρόλο στις εσωκομματικές διεργασίες της Ν.Δ. εκπροσωπώντας την κεντρώα τάση του κόμματος. Την ίδια περίοδο θα συμμετάσχει σε διάφορα κομματικά όργανα της Ν.Δ.: το 1981 ήταν μέλος της Επιτροπής Εκλογικού Αγώνα, την ίδια χρονιά ανέλαβε διευθυντής της Υπηρεσίας Ιδεολογίας, Προγράμματος και Ενημέρωσης (Ι.Π.Ε.), στα τέλη του 1984 ο Καλκάνης αναλαμβάνει την έκδοση και την εποπτεία της σύνταξης και της ύλης του περιοδικού της Ν.Δ. «Ελληνική Πορεία», το 1984, επίσης, μετείχε στην Υπηρεσία Ευρωεκλογών, ενώ εργάστηκε και σε διάφορες άλλες υπηρεσίες και τομείς του κόμματος (Ομάδα Κοινοβουλευτικού Ελέγχου Συγκοινωνιών, Εσωτερικών, Εθνικής Οικονομίας).
Κατά τη διάρκεια της πολιτικής του δράσης, ο Άγγελος Καλκάνης διορίστηκε μέλος διοικητικών συμβουλίων εταιριών και οργανισμών υπό την εποπτεία του Δημοσίου. Τον Δεκέμβριο του 1964 διορίστηκε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ανώνυμης Εταιρίας «Αστικαί Συγκοινωνίαι Περιοχής Αθηνών» (ΑΣΠΑ) που ιδρύθηκε το 1960 για να μελετηθεί η λειτουργία των συγκοινωνιακών μέσων και να βελτιωθεί η εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού. Το 1965 ορίστηκε αναπληρωτής του Διοικούντος Συμβούλου, συνέταξε μελέτη για τη σύναψη ειδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας για την βελτίωση των αποδοχών του προσωπικού και διατήρησε τη θέση του έως τον Ιούνιο του 1967, όταν αντικαταστάθηκε από τη δικτατορία των συνταγματαρχών. Τον Ιούνιο του 1965 ο Καλκάνης ορίστηκε μέλος της Διοικούσης Επιτροπής του Ειδικού Ταμείου Μηχανημάτων Λιμενικών Έργων (ΕΤΜΛΕ) με βασική αρμοδιότητα την προμήθεια, φύλαξη, επισκευή, συντήρηση και λειτουργία των μηχανημάτων που εκτελούσαν λιμενικά έργα. Τον Σεπτέμβριο του 1993 ο Καλκάνης εκλέχθηκε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΑΤΕ) και Αντιπρόεδρος – Υποδιοικητής της Τράπεζας, θέση από την οποία παραιτήθηκε τον Νοέμβριο του 1993 μετά τις βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς.
Ο Άγγελος Καλκάνης ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία ήδη από τα μαθητικά του χρόνια, αρθρογραφώντας σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά, ενώ ανέλαβε και την έκδοση εφημερίδων στη Λευκάδα, αλλά και δημοσιογραφικών οργάνων της Νέας Δημοκρατίας. Το 1962 εξέδωσε τη μηνιαία λευκαδίτικη εφημερίδα «Ο Μαχητής» στο πλαίσιο του Ανένδοτου Αγώνα που είχε κηρύξει η Ένωση Κέντρου μετά τις εκλογές του 1961 και για να υποστηρίξει την υποψηφιότητά του στη Λευκάδα. Ο ίδιος έγραφε κυρίως τη στήλη "Χρονογραφικά" και συμμετείχε στη σύνταξη της στήλης "Κουβέντες του Σκορπιού". Την περίοδο 1990 – 1991 ο Καλκάνης εκδίδει το περιοδικό «Πρόταση από τη Λευκάδα». Ήταν παντρεμένος και είχε έναν γιο. Ο Άγγελος Καλκάνης απεβίωσε τον Απρίλιο του 2017.

3ο Ελληνικό Σχολείο Αθήνας

  • Corporate body

Τα ελληνικά σχολεία ιδρύθηκαν στα επαναστατικά χρόνια. Πρόκειται για σχολεία «μέσης εκπαιδεύσεως», στα οποία βασικό μάθημα διδασκαλίας ήταν η αρχαία ελληνική γλώσσα. Σε ορισμένα από αυτά διδάσκονταν και άλλα μαθήματα, όπως γαλλική γλώσσα, ιερά ιστορία και κατήχηση, στοιχεία φυσικομαθηματικών επιστημών και φιλοσοφίας (κυρίως σε «νεωτερικά» σχολεία, όπως των Κυδωνιών, της Σμύρνης, της Χίου). Οι μαθητές χωρίζονταν κατά τάξεις ή περιόδους, με βάση κυρίως το μάθημα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, η διδασκαλία της οποίας προχωρούσε επαγωγικά. Καθώς δεν υπήρχε νομοθετική ρύθμιση σχετική με τη λειτουργία των Ελληνικών σχολείων, τη σχετική πρωτοβουλία είχε ο διδάσκαλος. Οι διδάσκαλοι αυτών των σχολείων ήταν είτε σπουδασμένοι στην Ευρώπη είτε μαθητές παλαιών γραμματικών είτε σπουδαστές σπουδαίων σχολείων της Ανατολής και της Πελοποννήσου. Τον Ιανουάριο του 1833, σύμφωνα με έκθεση του υπουργού Ι. Ρίζου, στην οποία περιλαμβάνεται και κατάλογος των υπαρχόντων σχολείων, καταγράφονται 37 Ελληνικά σχολεία: 20 στην Πελοπόννησο, 1 στη Δυτική Ελλάδα και 16 στις Νήσους.
Η κυβέρνηση του νεαρού βασιλείου θεσμοθέτησε με διάταγμα της 31ης Δεκεμβρίου 1836/12 Ιανουαρίου 1837 «Περί κανονισμού των ελληνικών σχολείων και γυμνασίων» την οργάνωση της Μέσης Εκπαίδευσης. Σύμφωνα με το διάταγμα αυτό, το τριτάξιο «Ελληνικόν Σχολείον» ήταν ο ένας από τους δύο κύκλους που περιλάμβανε η Μέση Εκπαίδευση. Ο άλλος ήταν το τετρατάξιο «Γυμνάσιον», στο οποίο υπαγόταν το Ελληνικό Σχολείο όπου τα δύο συνυπήρχαν. Σκοπός του Ελληνικού σχολείου ήταν να προετοιμάσει για το γυμνάσιο αλλά και για τον κοινωνικό βίο, εάν ο μαθητής δεν ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του. Στο Ελληνικό σχολείο εγγράφονταν μαθητές του Δημοτικού σχολείου που είχαν τελειώσει την δ’ τάξη, από το 1867 με «δοκιμαστήριες» εξετάσεις. Ο βασικός κορμός των μαθημάτων τους ήταν: Αρχαία Ελληνικά, Θρησκευτικά, Γεωγραφία, Ιστορία, Μαθηματικά, Φυσικά, Γαλλικά, Λατινικά, Τεχνικά.
Τα Ελληνικά σχολεία καταργήθηκαν με τον νόμο 4373/13 Αυγούστου 1929 «Περί διαρρυθμίσεως των σχολείων Μέσης Εκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 297, τ.Α΄).

[Βιβλιογραφία: Δαυίδ Αντωνίου, Περίγραμμα της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης 1821 – 2017, Οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος, Αθήνα 2018]

Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων

  • Corporate body
  • 1923 - 1930

Η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) ιδρύθηκε με το ΝΔ περί κυρώσεως του εν Γενεύη υπογραφέντος πρωτοκόλλου περί αποκαταστάσεως των εν Ελλάδι προσφύγων και ιδρύσεως Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων κλπ. (ΦΕΚ 289/13-10-1923). Σύμφωνα με το άρθρο 2: «Η Ἐπιτροπή Ἀποκαταστάσεως Προσφύγων ἱδρύεται ὡς νομικόν πρόσωπον, δυνάμενον νὰ ἐνάγῃ καὶ ἐνάγηται ἐπ΄ ἰδίῳ ὀνόματι, νὰ εἶναι κάτοχον καὶ νὰ ἀπαλλοτριοῦται παντός εἳδους περιουσίας καὶ ἐν γένει νὰ ἐνεργῇ πᾶν ὂ,τι οἰονδήποτε νομίμως ὠργανωμένον σωματεῖον δύναται νὰ ἐνεργῇ συμφώνως πρὸς τοὺς Ὲλληνικούς νόμους».
ΠΗΓΗ: www.et.gr

Α΄ Βαρβάκειο Γυμνάσιο Αθηνών

  • Corporate body

Το 1843 αποφασίζεται η δημιουργία του σχολείου, για το οποίο ο Ιωάννης Βαρβάκης είχε κληροδοτήσει, το 1825, μεγάλο μέρος της περιουσίας του στο ελληνικό κράτος. Έτσι, εκδίδεται και δημοσιεύεται το βασιλικό διάταγμα «Περί οικοδομής Γυμνασίου (Λυκείου) του Ι. Βαρβάκη» (ΦΕΚ 6 / 6-3-1843) με την επωνυμία «Βαρβάκειον» που η οργάνωσή του θα είναι όμοια με τα υπόλοιπα δημόσια Γυμνάσια, αλλά θα περιλαμβάνει και τις τάξεις του Ελληνικού Σχολείου. Συγχρόνως, ξεκινά η αναζήτηση της κατάλληλης τοποθεσίας και ανατίθεται στο Αρχιτεκτονικό τμήμα του υπουργείου Εσωτερικών να επεξεργαστεί «Πρόσφορον σχέδιον της οικοδομής του ρηθέντος Γυμνασίου (Λυκείου) επί ανυπερβλήτω προϋπολογισμώ δαπάνης εκατόν ογδοήκοντα χιλιάδων δραχμών διά τε την οικοδομήν, το οικόπεδον και την εσωτερικήν διακόσμησιν». Στις 12 Ιουνίου 1844 υπογράφεται Βασιλικό Διάταγμα το οποίο ορίζει ότι ο πιο κατάλληλος χώρος για την ανέγερση του Βαρβακείου είναι το τετράγωνο ανατολικά του Πανεπιστημίου, εκεί που αργότερα κτίσθηκε το Δημοτικό Νοσοκομείο «Η Ελπίς» και σήμερα στεγάζεται το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, χωρίς όμως στην ουσία να πραγματοποιείται τίποτα. Έπειτα από δώδεκα χρόνια νέο Βασιλικό Διάταγμα της 9ης Ιουνίου 1856 «Περί προσδιορισμού της θέσεως ένθα οικοδομηθήσεται το Βαρβάκειον Λύκειον»(ΦΕΚ 34/30-7-1856) υπογεγραμμένο από την Βασίλισσα Αμαλία, ανεκάλεσε το προηγούμενο και έκρινε  «κατόπιν γνωματεύσεως της Επιτροπείας» σαν φθηνότερο τόπο το τετράγωνο μεσημβρινά της Εμπορικής Αγοράς, αφού αυτό ανήκε κατά το πλείστον στο Δημόσιο.

Το 1859, στη οδό Αθηνάς ξεκινούν τη λειτουργία τους το Βαρβάκειο Ελληνικό σχολείο και το κλασικό Γυμνάσιο.

Το 1880, το Ελληνικό σχολείο και το Κλασικό Γυμνάσιο του κληροδοτήματος Βαρβάκη χωρίζονται, προκειμένου να δημιουργηθούν τέσσερα σχολεία κλασικής κατεύθυνσης: το Α΄ και το Β΄ Ελληνικό σχολείο και το Α΄ και το Β΄ Βαρβάκειο Γυμνάσιο. Το 1886 ιδρύεται και το Βαρβάκειο Πρακτικό Λύκειο, το οποίο στεγάζεται σε ενοικιαζόμενο κτήριο της οδού Βουλής.

Το 1911, το Βαρβάκειο Πρακτικό Λύκειο μετακινείται στο κτήριο της οδού Αθηνάς, ενώ την ίδια χρονιά αποφασίστηκε και η μετακίνηση του Α΄ Βαρβακείου (Κλασικού) Γυμνασίου στο Παγκράτι ως Ζ΄ Γυμνάσιο Αθηνών και του Β΄ Βαρβακείου (Κλασικού) Γυμνασίου στα Πατήσια ως Η΄ Γυμνάσιο Αθηνών. Η μετεγκατάσταση στο Παγκράτι έγινε σε ειδικά κτίρια στην οδό Ευτυχίδου, εκεί όπου αργότερα στεγάστηκε το αστυνομικό τμήμα. Λόγω της επίταξής του για τις πολεμικές ανάγκες όμως, μετά το 1915 φιλοξενείται σε διάφορα σχολικά κτήρια της πρωτεύουσας έως το 1919, οπότε θα επιστρέψει και πάλι στη βάση του.

Κατά τη δεκαετία 1920-30 στο κτήριο της οδού Αθηνάς εδρεύει το Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης, το οποίο προσαρτάται στο Βαρβάκειο Πρακτικό Λύκειο, καθιστώντας το Πρότυπο, ενώ φιλοξενούνται -εκ περιτροπής- σχεδόν όλα τα αθηναϊκά Γυμνάσια.

Το 1930 δημιουργείται η «Βαρβάκειος Πρότυπος Σχολή Μέσης Εκπαιδεύσεως», ενώ είναι έντονα πια τα προβλήματα από τη στέγαση του σχολείου στην καρδιά του εμπορικού κέντρου της πρωτεύουσας.

Τα μαθήματα της Βαρβακείου Σχολής γίνονται στο κτήριο της που χρησιμεύει κατά καιρούς για καταφύγιο αντιαεροπορικής προστασίας, για πρόχειρο νοσοκομείο ή για κατάλυμα των πληγέντων στον βομβαρδισμό του Πειραιά, προτού να καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς από πυρκαγιά (1944). Ανεπανόρθωτη, βέβαια, ήταν και η απώλεια των αρχείων του σχολείου. Μετά την καταστροφή του κτηρίου, το σχολείο φιλοξενείται αρχικά στην Πλατεία Κουμουνδούρου (στο κτήριο του Θ΄ Γυμνασίου) και στην οδό Μέτωνος (στο κτήριο του Δ΄ Γυμνασίου) και κατόπιν στην οδό Κωλέττη (στο κτήριο των Α΄ και Γ΄ Δημοτικών σχολείων).

Η Βαρβάκειος Σχολή αποκτά ένα ακόμη τμήμα στη Γ΄ (=Α΄) τάξη της και 40 επιπλέον μαθητές. Παράλληλα, συγκροτείται Επιτροπεία για τη ρύθμιση του ζητήματος της στέγασής της και την τύχη του διδακτηρίου της. Το 1952 ιδρύεται ο Σύλλογος Αποφοίτων της Σχολής και το 1953 συστήνεται το Βαρβάκειο Ίδρυμα, στο οποίο περιέρχεται η υπάρχουσα κινητή και ακίνητη περιουσία του κληροδοτήματος Βαρβάκη. Παρά τις αντίθετες απόψεις αρκετών ειδικών, κατεδαφίζεται τελικά το κτήριο της οδού Αθηνάς, ενώ το Δημόσιο παραχωρεί στο Βαρβάκειο Ίδρυμα οικόπεδο στο Παλαιό Ψυχικό για την ανέγερση καινούργιου διδακτηρίου (1957). Το 1980 γίνεται η τελετή θεμελίωσης του καινούργιου διδακτηρίου του Βαρβακείου Πειραματικού Γυμνασίου και Λυκείου στην Κηφισιά.Το 1982 τα δύο Πειραματικά σχολεία του Βαρβακείου (Γυμνάσιο - Λύκειο) εγκαθίστανται προσωρινά σε ιδιόκτητο κτήριο στο Παλαιό Ψυχικό.

6ο Γυμνάσιο Αρρένων Αθήνας

  • Corporate body

Η ίδρυση του 6ου Γυμνασίου Αθήνας χρονολογείται το έτος 1908. Επίσημα, ωστόσο, ιδρύεται κατά το έτος 1914 με διάταγμα του βασιλιά Κωνσταντίνου (ΦΕΚ 253/09-09-1914). Το σχολείο στεγαζόταν αρχικά σε διάφορα κτήρια στην περιοχή γύρω από τον Άγιο Ιωάννη Γαργαρέττα και στην οδό Φαλήρου στο Κουκάκι. Η πληθυσμιακή αύξηση, όμως, της περιοχής έχει ως αποτέλεσμα το 1949, όπως φαίνεται από επιστολή του διδακτικού προσωπικού προς το Υπουργείο Παιδείας, να στριμώχνονται 1.000 μαθητές σε δύο διαφορετικά κτήρια ηλικίας άνω των πενήντα ετών το καθένα.
Έτσι, στις αρχές του 1950 δημιουργείται ο «Σύλλογος Φίλων του 6ου Γυμνασίου Αρρένων Αθηνών», με σκοπό τη συγκέντρωση χρημάτων για την ταχύτερη ανέγερση διδακτηρίου. Τότε ο δήμαρχος Αθηναίων Κωνσταντίνος Κοτζιάς παραχωρεί το οικόπεδο, σχεδόν 6.000 τ.μ., δίπλα στην παλιά πυριτιδαποθήκη στο λόφο Λαμπράκη. Στις 28 Ιουνίου 1954 ο γυμνασιάρχης και πρόεδρος της επιτροπής ανέγερσης, Κ. Στεργιόπουλος, εγκαινιάζει τη θεμελίωση του νέου σχολείου πάνω στο λόφο.
Το 6ο Γυμνάσιο Αρρένων Αθήνας ξεκινά τη δραστηριότητά του στο νέο κτήριο της οδού Πυθέου το Σεπτέμβριο του 1962. Την ίδια περίοδο ιδρύεται και συστεγάζεται το ΙΒ΄ Γυμνάσιο Θηλέων Αθηνών. Τα δύο σχολεία λειτουργούν παράλληλα έως το 1976 που καταργήθηκαν για να δημιουργηθούν μεικτά σχολεία. Τότε ιδρύεται το 6ο Γυμνάσιο Αθηνών και το 36ο Γυμνάσιο Αθηνών με τις αντίστοιχα μετέπειτα λυκειακές τάξεις. Το ίδιο διάστημα αρχίζει να λειτουργεί στο ίδιο κτηριακό συγκρότημα το 4ο Εσπερινό Γυμνάσιο Αθηνών.
Το 1984 κατασκευάζεται νέο τριώροφο κτήριο, αφού κατεδαφίζονται οι κτηριακές εγκαταστάσεις προς την οδό Πυθέου. Το 2000 ξεκινάει η αναδιαμόρφωση των αιθουσών, ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν και τα δύο σχολεία χωρίς διπλές βάρδιες πρωί-απόγευμα. Το 2003 προστίθεται νέο οικοδόμημα κλειστού τύπου στα ανατολικά του οικοπέδου προς τη Λεωφόρο Βουλιαγμένης. Το 2011 λόγω περικοπών το 36ο Γυμνάσιο-Λύκειο θα συγχωνευθεί με το 6ο Γυμνάσιο-Λύκειο Αθηνών.

[Βιβλιογραφία: Ζαχαράκης Μ. (2019), Η Γενιά της Παράγκας – Από το Δουργούτι στον Νέο Κόσμο, Αθήνα 2019]

Ελληνικό Σχολείο Μενιδίου

  • Corporate body

Τα ελληνικά σχολεία ιδρύθηκαν στα επαναστατικά χρόνια. Πρόκειται για σχολεία «μέσης εκπαιδεύσεως», στα οποία βασικό μάθημα διδασκαλίας ήταν η αρχαία ελληνική γλώσσα. Σε ορισμένα από αυτά διδάσκονταν και άλλα μαθήματα, όπως γαλλική γλώσσα, ιερά ιστορία και κατήχηση, στοιχεία φυσικομαθηματικών επιστημών και φιλοσοφίας (κυρίως σε «νεωτερικά» σχολεία, όπως των Κυδωνιών, της Σμύρνης, της Χίου). Οι μαθητές χωρίζονταν κατά τάξεις ή περιόδους, με βάση κυρίως το μάθημα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, η διδασκαλία της οποίας προχωρούσε επαγωγικά. Καθώς δεν υπήρχε νομοθετική ρύθμιση σχετική με τη λειτουργία των Ελληνικών σχολείων, τη σχετική πρωτοβουλία είχε ο διδάσκαλος. Οι διδάσκαλοι αυτών των σχολείων ήταν είτε σπουδασμένοι στην Ευρώπη είτε μαθητές παλαιών γραμματικών είτε σπουδαστές σπουδαίων σχολείων της Ανατολής και της Πελοποννήσου. Τον Ιανουάριο του 1833, σύμφωνα με έκθεση του υπουργού Ι. Ρίζου, στην οποία περιλαμβάνεται και κατάλογος των υπαρχόντων σχολείων, καταγράφονται 37 Ελληνικά σχολεία: 20 στην Πελοπόννησο, 1 στη Δυτική Ελλάδα και 16 στις Νήσους.
Η κυβέρνηση του νεαρού βασιλείου θεσμοθέτησε με διάταγμα της 31ης Δεκεμβρίου 1836/12 Ιανουαρίου 1837 «Περί κανονισμού των ελληνικών σχολείων και γυμνασίων» την οργάνωση της Μέσης Εκπαίδευσης. Σύμφωνα με το διάταγμα αυτό, το τριτάξιο «Ελληνικόν Σχολείον» ήταν ο ένας από τους δύο κύκλους που περιλάμβανε η Μέση Εκπαίδευση. Ο άλλος ήταν το τετρατάξιο «Γυμνάσιον», στο οποίο υπαγόταν το Ελληνικό Σχολείο όπου τα δύο συνυπήρχαν. Σκοπός του Ελληνικού σχολείου ήταν να προετοιμάσει για το γυμνάσιο αλλά και για τον κοινωνικό βίο, εάν ο μαθητής δεν ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του. Στο Ελληνικό σχολείο εγγράφονταν μαθητές του Δημοτικού σχολείου που είχαν τελειώσει την δ’ τάξη, από το 1867 με «δοκιμαστήριες» εξετάσεις. Ο βασικός κορμός των μαθημάτων τους ήταν: Αρχαία Ελληνικά, Θρησκευτικά, Γεωγραφία, Ιστορία, Μαθηματικά, Φυσικά, Γαλλικά, Λατινικά, Τεχνικά.
Τα Ελληνικά σχολεία καταργήθηκαν με τον νόμο 4373/13 Αυγούστου 1929 «Περί διαρρυθμίσεως των σχολείων Μέσης Εκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 297, τ.Α΄).

[Βιβλιογραφία: Δαυίδ Αντωνίου, Περίγραμμα της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης 1821 – 2017, Οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος, Αθήνα 2018]

Μαλαγαρδής, Ευθύμιος

  • Person
  • 1904-1984

Ο Ευθύμιος Μαλαγαρδής γεννήθηκε στη Νάξο το 1904. Ο πατέρας του Νικόλαος Μαλαγαρδής ήταν καθηγητής κλασικής φιλολογίας στην εκεί εδρεύουσα Σχολή των Ουρσουλίνων. Μητέρα του ήταν η ξένη υπήκοος Irene Tobler.
Από το 1912 η οικογένεια μετακόμισε στην Αθήνα, όπου ο Ευθύμιος ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στο 3ο Γυμνάσιο. Το 1921 εισήχθη με εξετάσεις στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο από όπου αποφοίτησε το 1926 με το δίπλωμα του μηχανολόγου-ηλεκτρολόγου. Την ίδια χρονιά του απονεμήθηκε το πρώτο βραβείο σε διαγωνισμό του Πολυτεχνείου για μελέτη εφαρμογής ηλεκτροκίνησης στη «γραμμή Κηφισιάς» των τότε Ελληνικών Ηλεκτρικών Σιδηροδρόμων.
Το 1927 υπηρέτησε τη στρατιωτική θητεία του ως Αρχικελευστής στο Βασιλικό Ναυτικό. Εκεί, είχε την ευκαιρία να αξιοποιήσει τις γνώσεις του στη μηχανική παρακολουθώντας από κοντά τις δοκιμές και την έναρξη λειτουργίας του νέου θερμοηλεκτρικού σταθμού του Ναυστάθμου. Στη συνέχεια, στον Κεντρικό Ηλεκτρικό Σταθμό του Νέου Φαλήρου, τέθηκε επικεφαλής αγήματος μαθητευομένων που θα αναλάμβανε καθολικά τη λειτουργία του σταθμού σε περίπτωση απεργίας.
Από το 1928 εργάστηκε ως μηχανικός στους Ελληνικούς Ηλεκτρικούς Σιδηροδρόμους. Συμμετείχε σε έργα που πρώτη φορά εφαρμόζονταν στην Ελλάδα, όπως η εγκατάσταση συστήματος αυτόματης σήμανσης, η εγκατάσταση αντλιοστασίων, μηχανών Diesel κ.ά.. Συμμετείχε επίσης στην εγκατάσταση των εναερίων γραμμών της γραμμής Πειραιά-Περάματος, των υποσταθμών και του τροχαίου υλικού. Την ίδια περίοδο άρχισε να διδάσκει στη νυχτερινή Σχολή της Βιοτεχνικής Εταιρίας.
Το 1930 διορίστηκε επιμελητής στα εργαστήρια μηχανολογίας της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων και το 1933 προάχθηκε σε καθηγητή στην έδρα της θερμοδυναμικής.
Το 1939 του απονεμήθηκε υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης, της οποίας δεν έκανε χρήση λόγω του πολέμου.
Το 1941, με την Σχολή Ναυτικών Δοκίμων σε παύση λειτουργίας, μεταφέρθηκε ως επιμελητής στην έδρα της θεωρητικής μηχανολογίας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Το 1945 εξελέγη μέλος της αντιπροσωπείας του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος και μέλος της τότε συσταθείσης επιτροπής του Υπουργείου Μεταφορών για τη μελέτη του ενεργειακού προβλήματος της χώρας.
Παράλληλα, κάνοντας χρήση της προπολεμικής υποτροφίας της γαλλικής κυβέρνησης, αναχώρησε τον Δεκέμβριο για το Παρίσι, όπου πραγματοποίησε έρευνες στο Centre de Recherches et d’Expériences Techniques de Bellevue πάνω στο αντικείμενο του ιοντισμού των στασίμων φλογών, με εφαρμογή στους κινητήρες εσωτερικής καύσεως και τους στροβίλους. Στο πλαίσιο των ερευνών αυτών κατασκεύασε μία δική του βελτιωμένη συσκευή για την εφαρμογή των πειραμάτων. Συγχρόνως, έκανε την εγγραφή του ως υποψήφιος διδάκτορας στη Σορβόννη με καθηγητή τον J. Villey.
Με απόφαση του Υπουργού Συντονισμού εξελέγη το 1948 μέλος της Επιτροπής των Πολεμικών Επανορθώσεων. Με την ιδιότητα αυτή μετέβη στη Γερμανία, όπου μελέτησε από κοντά τις προόδους της γερμανικής βιομηχανίας στον τομέα των θερμοηλεκτρικών εγκαταστάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, πραγματοποίησε αυτοψίες σε περισσότερες από πενήντα βιομηχανικές εγκαταστάσεις του κλάδου που βρίσκονταν εντός της τότε βρετανικής ζώνης (εργοστάσια Otto Schickert, Germania Werff, Harstedt Steam Power Plant κ.ά.). Τα πορίσματά του συμπεριλήφθηκαν σε πολυάριθμες εκθέσεις, με στόχο τη διεκδίκηση από το ελληνικό κράτος τμημάτων των εγκαταστάσεων. Παράλληλα, ανέλαβε τον σχεδιασμό και την επίβλεψη των εργασιών αποσυναρμολόγησης και αποστολής στην Ελλάδα του εν λόγω μηχανολογικού εξοπλισμού.
Το 1951 επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου ανέλαβε προϊστάμενος στη Διεύθυνση Βιομηχανίας και Ενεργείας του Υπουργείου Συντονισμού, από όπου αποχώρησε τον Νοέμβριο, μετά την πρόσληψή του από την EBASCO.
Από το 1952 η Δ.Ε.Η του ανέθεσε την παρακολούθηση της κατασκευής του μηχανολογικού εξοπλισμού του πρώτου ενεργειακού προγράμματός της. Για τον σκοπό αυτό παραιτήθηκε από το Υπουργείο Συντονισμού και μετέβη στο εξωτερικό, (Γερμανία και Ιταλία), όπου ανέλαβε την θέση του επιθεωρητή των παραγγελιών της Δ.Ε.Η. για την ηλεκτροδότηση της Ελλάδας (στρόβιλοι Αλιβερίου κατασκευής AEG, υδροηλεκτρικός εξοπλισμός της Societa Edison) μέχρι τον Απρίλιο του 1955.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα του ανατέθηκε από τη Διοίκηση της Δ.Ε.Η. ο συντονισμός της μελέτης και κατασκευής του Ατμοηλεκτρικού Σταθμού στην Πτολεμαΐδα, Μονάδα Ι και ΙΙ. Παράλληλα ξεκίνησε να διδάσκει ως καθηγητής της θεωρητικής μηχανολογίας στη Σχολή Αξιωματικών Τεχνικού Σώματος.
Το 1958 συστάθηκε και του ανατέθηκε η Διεύθυνση Μελετών Παραγωγής Μεταφοράς της Δ.Ε.Η.. Εκεί, ανέλαβε υπεύθυνος για το δεύτερο ενεργειακό πρόγραμμα. Διοργάνωσε την Υδρολογική Υπηρεσία προς έρευνα των ποταμών και κυρίως του Αχελώου, ενώ παράλληλα πραγματοποίησε τη μελέτη επέκτασης των σταθμών Αγίου Γεωργίου, Πτολεμαΐδας και Αλιβερίου και συμμετείχε σε έργα όπως η επέκταση των γραμμών μεταφοράς ρεύματος, η βύθιση υποβρυχίου καλωδίου 150.000 Volts και η ηλεκτροδότηση της Κρήτης.
Το 1963 πραγματοποίησε αποστολή στη Νέα Υόρκη, όπου επισκέφθηκε τα εργοστάσια κατασκευής μηχανολογικού εξοπλισμού για το έργο του Αχελώου από την EBASCO , την Transformers Factory Pittsfield και άλλους κατασκευαστές.
Το 1965 ορίστηκε εισηγητής εκπρόσωπος της Ελλάδας στην Επιτροπή Άνθρακος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (Ε.Ο.Σ.Α.).
Το 1966 συμμετείχε στα έργα πλήρωσης της λίμνης του Αχελώου και ελέγχου των διαρροών με τσιμεντενέσεις.
Την ίδια χρονιά, του απονεμήθηκε ο Χρυσούς Σταυρός του Φοίνικος.
Ως μέλος της Υποεπιτροπής Άνθρακος του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (Ο.Ο.Σ.Α.) αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στις Συνόδους της Επιτροπής στη Γενεύη, το Παρίσι και το Πίτσμπουργκ της Πενσυλβανίας, όπου έγινε και το συμπόσιο για την ιπτάμενη τέφρα του 1967.
Στη διάρκεια της δικτατορίας, το στρατιωτικό καθεστώς τον έθεσε εκτός υπηρεσίας. Τον Αύγουστο του 1968, μετά από σειρά ενστάσεων, του κοινοποιήθηκε από τον Υπουργό Κ. Κυπραίο η απόλυσή του από τη Δ.Ε.Η..
Ο Ευθύμιος Μαλαγαρδής πέθανε το 1984 στην Αθήνα, αφήνοντας πίσω του πλούσια επιστημονική αρθρογραφία. Θερμός υποστηρικτής της ενεργειακής αυτάρκειας της χώρας, συνέγραψε άρθρα και μελέτες με ποικίλη θεματολογία. Ιδιαιτέρως τον απασχόλησαν η ηλεκτροκίνηση των σιδηροδρόμων, οι εφαρμογές της γαιοθερμικής ενέργειας, ο ιοντισμός των στάσιμων φλογών και η χρήση της ιπτάμενης τέφρας στην τσιμεντοβιομηχανία.
[Τα στοιχεία του βιογραφικού σημειώματος προέρχονται από βιογραφικά σημειώματα και από το υλικό του αρχείου ευρύτερα]

Χρωματουργία "Ίρις" Α.Ε.

  • Corporate body

Τον Φεβρουάριο του 1925 ο Μενέλαος Σακελλαρίου ίδρυσε την πρώτη βιομηχανία βερνικοχρωμάτων με την επωνυμία «Χημικόν Εργοστάσιον Χρωμάτων και Βερνικίων Ίρις Ε.Ε. Μενέλαος Σακελλαρίου και Σία». Η επιχείρηση εγκαταστάθηκε στην παραλία της Ελευσίνας, κοντά στις ρητινοπαραγωγικές περιοχές της Μάνδρας, Μαγούλας, Ελευσίνας. Τα κεφάλαια για την αρχική επένδυση προήλθαν από τον ευρύτερο οικογενειακό κύκλο και δεν ήταν σημαντικά. Το αρχικό κατατεθειμένο κεφάλαιο έφθανε τις 600.000 δρχ. και προερχόταν από τον Γ. Κανάκη κατά 200.000 δρχ., τον Δ. Κανάκη κατά 200.000 δρχ., από τον Α. Ε. Σακελλαρίου κατά 50.000 δρχ. και από τον Μ. Ε. Σακελλαρίου κατά 150.000 δρχ. Ένα χρόνο αργότερα, το 1926, το κεφάλαιο είχε αυξηθεί σε 1.200.000 δρχ. Η περίοδος της ακμής της επιχείρησης διήρκεσε περίπου 25 χρόνια από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 μέχρι το 1950.

Results 7701 to 7800 of 16948