Το αρχείο είναι σημαντικής ιστορικής αξίας˙ όχι μόνο γιατί προέρχεται από μια μοναδική για την ελληνική ιστορία περίοδο, τον διχασμό, αλλά και γιατί είναι ένα από τα ελάχιστα σωζόμενα, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, τμήματα των αρχείων της Προσωρινής Κυβέρνησης Θεσσαλονίκης (1916-1917). Παρά τον μικρό όγκο και τον θεματικό περιορισμό του στον χώρο της εκπαίδευσης, το αρχείο αποτελεί πηγή πληροφόρησης για σημαντικά κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα των Νέων Χωρών, προσδιορισμένα, βέβαια, από τις συνθήκες του πολέμου και του εθνικού διχασμού.
Στο αρχείο υπάρχουν, καταρχήν, τεκμήρια σχετικά με την επιτελική δράση των δυνάμεων της Entente στη Μακεδονία˙ μέσα από την αλληλογραφία του συμβούλου Δημοσίας Εκπαιδεύσεως με αξιωματούχους υπηρεσιών της Στρατιάς της Ανατολής (Armée d’ Orient) μπορεί να διαπιστωθεί ο κυριαρχικός ρόλος τους σε θέματα μείζονος σημασίας, όπως ο επισιτισμός, ο έλεγχος των μετακινήσεων, η απελευθέρωση συλληφθέντων και η τύχη αγνοουμένων, η συλλογή και ο έλεγχος των πληροφοριών. Στοιχεία, επίσης, για ζητήματα θρησκευτικών μειονοτήτων, κυρίως τα σχετικά με τα περιουσιακά δικαιώματα, τη θρησκευτική διοίκηση, την εκπαίδευση της μουσουλμανικής κοινότητας και τις σχέσεις της με τον ελληνικό πληθυσμό, όπως και για την εκπαίδευση της ισραηλιτικής κοινότητας μπορούν να αναζητηθούν στο αρχείο. Επιπροσθέτως, τα μικρής ποσότητας τεκμήρια για εκκλησιαστικά και μοναστηριακά ζητήματα της ορθόδοξης κοινότητας δίνουν εικόνα όχι μόνο για συνήθη θέματα (ναοί, κτήματα) αλλά και για την επίδραση του διχασμού στο σώμα της Εκκλησίας και τη στάση αρχιερέων στο κίνημα Εθνικής Άμυνας. Εξάλλου, το διοικητικό σχήμα της Προσωρινής Κυβέρνησης (τριανδρία, σύμβουλοι, αντιπρόσωποι, νομάρχες, υποδιοικητές, διοικητικοί επίτροποι) και η λειτουργία της αποκαλύπτονται με πληρότητα, καθώς και οι συγκρούσεις τοπικής και κεντρικής ισχύος στη λήψη των αποφάσεων. Έτσι, οι χειρισμοί κάποιων θεμάτων και οι σχετικές αποφάσεις μπορούν να αποτελέσουν τεκμήρια για την εκτίμηση της διακυβέρνησης που άσκησε η Κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας κατά την υπό συζήτηση περίοδο.
Ως προς τα ζητήματα της εκπαίδευσης, το αρχείο έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον όχι για την αναζήτηση σε αυτό της τυπικής εκπαιδευτικής λειτουργίας, η οποία θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε συνήθη εκπαιδευτικά αρχεία, αλλά για τη γνώση της λειτουργίας και της διαχείρισης ενός ευαίσθητου χώρου, όπως αυτός της εκπαίδευσης, σε συνθήκες πολέμου και εθνικού διχασμού. Θέματα όπως η γλωσσική και εθνική αφομοίωση των σλαβόφωνων και βλαχόφωνων πληθυσμών της Μακεδονίας, η εκπαιδευτική αφομοίωση των νησιών Ίμβρου και Τενέδου, που βρίσκονταν ακόμη υπό ελληνικό έλεγχο, οι αντιδράσεις εκπαιδευτικών στο κίνημα, η εγκατάλειψη θέσεων ή η στράτευσή τους και η συνακόλουθη δυσλειτουργία των σχολείων, η πολιτική προπαγάνδα και τα σύμβολα που τέθηκαν σε χρήση από το καθεστώς συγκεντρώνουν, μεταξύ άλλων, το ιστορικό ενδιαφέρον.
Χρήσιμα τεκμήρια αποτελούν οι εκθέσεις διευθυντικών και εποπτικών στελεχών της εκπαίδευσης, οι αναφορές διοικητικών αρχών σε ελληνική και γαλλική γλώσσα, αναφορές και αιτήσεις κατοίκων, οι πίνακες εκπαιδευτικού προσωπικού, τα συνημμένα με αιτήσεις εκπαιδευτικών πιστοποιητικά σπουδών και υπηρεσίας (αρκετά από αυτά παλαιά, ξεδιπλώνουν ιστορίες και περιπλανήσεις εκπαιδευτικών σε κοινότητες του τουρκοκρατούμενου Ελληνισμού και φωτίζουν την εκπαίδευση εκείνης της περιόδου), οι προϋπολογισμοί σχολικών δαπανών των ετών 1910-1912 και η μαρτυρούμενη κοινοτική αδράνεια μετά το 1914 και την πορεία προς το εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Ενδιαφέρουσα διάσταση του αρχείου είναι και το ότι αυτό συγκροτεί συνοπτικό χάρτη των σχολείων δημοτικής και μέσης εκπαίδευσης που λειτούργησαν στις Νέες Χώρες λίγα χρόνια μετά την ενσωμάτωσή τους στο κράτος. Ουσιαστικά, το αρχείο αποτελεί μια ακόμη πηγή πληροφόρησης για παλαιά τοπωνύμια αυτών των περιοχών. Τα περισσότερα από αυτά, ταυτισμένα με τα αντίστοιχα σημερινά, έχουν καταγραφεί στο αλφαβητικό ευρετήριο.
Προσωρινή Κυβέρνηση Θεσσαλονίκης. Ανωτάτη Διεύθυνσις Δημοσίας Εκπαιδεύσεως